ΣΟΦΙΑ ΑΝΘΡΩΠΩΝ: Ο
ποιητής του 19ου αιώνα Αλφρέ Ντε Μυσσέ έλεγε: “Δυό πράγματα νικούν τον έρωτα: Η
φιλοδοξία του άνδρα και η φιλαρέσκεια της γυναίκας”. Πραγματικά ο αγώνας για
δύναμη και δόξα του άνδρα βρίσκει το αντίδοτό του στη φιλαρέσκεια της γυναίκας.
Είναι, θα λέγαμε, η φιλαρέσκεια το πνεύμα της καλλονής [όπως και το “πνεύμα”
είναι η φιλαρέσκεια της ευφυϊας]! Ο Ουγκώ κάποτε δήλωνε πως η φιλάρεσκη γυναίκα
μοιάζει με αίνιγμα. Μόλις τη γνωρίσουμε, παύει να μας αρέσει. Κι ακόμη έλεγε:
“Οι φιλάρεσκες μας σπρώχνουν στο καμίνι της αγάπης, χωρίς να μας ακολουθούν
ποτέ, γιατί φιλαρέσκεια σημαίνει να προσφέρεις πάντοτε και ποτέ να μην δίνεις”.
Φαίνεται λοιπόν πως η φιλάρεσκη γυναίκα ζητά την προτίμηση-πρόκληση και όχι την
πραγματική αγάπη.
ΑΝΔΡΙΚΗ ΦΙΛΑΡΕΣΚΕΙΑ: Μα
θα έλεγε κάποιος καλοπροαίρετος αναγνώστης: “μα δεν υπάρχει και ανδρική
φιλαρέσκεια;”. Η απάντηση είναι πως βεβαίως υπάρχει. Απλώς δεν είναι το
δεσπόζον πάθος του ανδρικού φύλου. Ακόμη το πάθος αυτό “καλύπτει” μικρότερο
ποσοστό ανδρικού πληθυσμού απ' ότι στο γυναικείο φύλο. Στους άνδρες, κύριες
εκδηλώσεις φιλαρέσκειας είναι η επίδειξη δύναμης, μυώνων, αλλά και προσεγμένης
ενδυμασίας. Ακόμη, συχνά χρησιμοποιούνται από αυτή τη μεριδα του “ισχυρού”
φύλου και όπλα μέχρι πρόσφατα χαρακτηρισμένα ως γυναικεία [καλλυντικά, φάρμακα
διαίτης, βάψιμο μαλλιών, “νυστέρι”, κ.α.]
ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΦΙΛΑΡΕΣΚΕΙΑ: Η
λέξη φιλαρέσκεια είναι κατά βάσιν γένους θηλυκού. Ας δούμε πως θα περιέγραφε το
πάθος μια φιλάρεσκος κυρία: “Θέλουμε να αρέσουμε απελπισμένα! Να αρέσουμε τόσο,
που τρέχουμε να προλάβουμε οτιδήποτε θα αμαυρώσει την αψεγάδιαστη εικόνα μας.
Κυνηγάμε την μόδα και για χάρη της περπατούμε σαν ζογκλέρ πάνω σε δωδεκάποντα,
σκληραγωγούμαστε στο κρύο με εξώπλατα η ξώκοιλα ή ακόμη στριμώχνουμε κοιλίτσες
σε συμπιεσμένα φερμουάρ και κουμπιά, έτοιμα να εκραγούν. Μαλώνουμε ακόμη και με
το χρόνο. Έτσι κι εγώ τρέχω στα Χόντος να δοκιμάσω καινοτομίες που υπόσχονται
δέρμα εικοσάχρονης σε σώμα Ναόμι Κάμπελ με δώρο την κρέμα μαυρίσματος η μια
καινούρια χένα. Ακόμη, συχνάζω στο κομμωτήριο για να αλλάξω το ταλαιπωρημένο
σαν τζίβα από τις βαφές μαλλί μου, που τ΄αλλάζω χρώμα και σχήμα όποτε νιώθω
ανάγκη αλλαγής. Καλύτεροί μου φιλοι είναι ο κομμωτής, η αισθητικός και τώρα
τελευταία που οικονομήθηκα, ο πλαστικός χειρουργός.” Ο αυστηρότερος κριτής της
φιλάρεσκης είναι ο καθρέφτης. Όταν εκείνος τις απογοητεύει τότε τρέχουν σε
ομοιοπαθείς φίλες για να ακούσουν την μοναδική αλήθεια που πιθανόν επιτρέπεται
σ΄αυτές να πουν: “το φόρεμα που αγοράσες δεν σε παχαίνει καθόλου, άλλωστε
δείχνεις πανέμορφη! [έστω και κάτω από τόνους πούδρας και λιπ γκλος]. Δυστυχώς
η κατάσταση αυτή γίνεται στην πορεία ιδιαίτερα ψυχοφθόρα για τη γυναίκα αυτή.
Διότι αν καταφέρει να είναι όμορφη, σύμφωνα με τα δικά της πρότυπα ομορφιάς, δε
γνωρίζει, πρώτον αν θα καταφέρει να παραμείνεις σ αυτή την εικόνα, και δεύτερον
αν όντως αυτή η εικόνα θα αρέσει στο άλλο φύλο.
Η ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ: Για
ποιο λόγο όμως υπάρχει η φιλαρέσκεια; Για να αρέσει κάποιος σε ποιόν;
Πρωτίστως, όπως δηλώνουν τα περισσότερα θύματα της φιλαρέσκειας για να αρέσουν
στον εαυτό τους. Δευτερευόντως για να αρέσουν στο σύντροφό τους. Κι ενώ ένας
άνδρας μπορεί εύκολα να μεμφθεί τη σύζυγό του με φράσεις του τύπου: “εσείς οι
γυναίκες χαλάτε όλα σας τα χρήματα σε ρούχα και παπούτσια. Συνεχώς τρέχετε στα
μαγαζιά, κ.ά.”, σίγουρα η γυναίκα θα μπορούσε να του απαντούσε κάπως έτσι:
“Πανικοβαλόμαστε στην πρώτη ρυτίδα που ξεπροβάλει και στα δύο κιλά που βάλαμε.
Κάνουμε τα πάντα να έρθουμε στα πρότυπα των ανορεξικών γεμάτων εμφυτεύματα
γυναικών της τηλεόρασης για να μην νιώθετε ότι σας λείπει η γυναίκα των ονείρων
σας από δίπλα σας, ενώ εσείς απλά αφήνεστε στο πέρασμα των ετών και της
φυσιολογικής φθοράς σας”. Κι έτσι ο αγώνας των γυναικών να διατηρήσουν την
εμφάνιση του παρελθόντος αλλά, ει δυνατόν, ακόμη και πιο βελτιωμένη, δημιουργεί
έμμονο άγχος. Έτσι η σύγχρονη σύζυγος, εκτός από φίλη, μάνα, σύζυγος και
συνεργάτης του άνδρα, πρέπει να είναι και γυναίκα και ερωμένη, γιατί έτσι τη
θέλει ο σύντροφός της. Και ενώ όλους του άλλους ρόλους τους βγάζουν εις πέρας,
οι δύο τελευταίοι αρέσουν σ΄αυτές περισσότερο και αγχώνονται να μην
υποκατασταθούν! Κι έτσι τρέχουν αενάως και συχνά ασκόπως. Δοκιμάζουν τα πάντα
και εξαπατούνται συχνά από τα πάντα που υπόσχονται “διάρκεια και αποτέλεσμα”!
Επάνω στην πλάτη της γυναικείας φιλαρέσκειας φτιάχτηκαν βιομηχανίες που
εκμεταλλεύονται την ανασφάλεια και το μόνιμο άγχος του “αρέσειν”, όταν
συγχρόνως ο στόχος του αρέσειν, δηλαδή ο άνδρας κατηγορεί το θύμα της
φιλαρέσκειας για όλα αυτά, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι, για τη συντριπτική
πλειοψηφία, το κίνητρο για όλα αυτά είναι οι ίδιοι οι άντρες. Έτσι συχνά, στην
καρδιά του συζύγου γεννάται η καχυποψία και η ζηλοτυπία που τυφλώνει και δεν
τον αφήνει να δει ότι η ανάγκη να αρέσει και να είναι “μοναδική” πηγάζει από τη
γυναικεία ανασφάλεια να αρέσουν σ΄αυτούς τους ίδιους.
ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΛΛΟΣ: Το
κάλλος είναι μια έννοια που [πρέπει να] κυριαρχεί, στη διακόσμηση, στη μόδα,στη
λογοτεχνία, σε κάθε είδους έκφραση τέχνης, εικαστικής, ή πνευματικής. Έτσι
λοιπόν [σχεδόν] όλοι μας προσέχουμε την εμφάνισή μας, αναμφίβολα [σχεδόν] όλους
μας έλκει το ωραίο και πολλές φορές μας αιχμαλωτίζει. Μέχρι ποιου σημείου όμως
πρέπει να παρασυρόμαστε από αυτό το τόσο υποκειμενικά ωραίο; Ας δούμε όμως
πρώτα τον ορισμό του κάλλους: Στο λεξικό διαβάζουμε σχετικά πως κάλλος είναι η
ομορφιά, που υπογραμμίζει την υψηλή αισθητική απόλαυση που προκαλεί η
τελειότητα του ανθρώπινου σώματος ή του φυσικού περιβάλλοντος. Π.χ Ο Ερμής
του Πραξιτέλη είναι η τέλεια έκφραση του σωματικού κάλλους. Αυτή η
αισθητική απόλαυση είναι τελικά αυτό που ωθεί τον σύγχρονο άνθρωπο να υπομένει
τόσες και τέτοιες επώδυνες και επικίνδυνες επεμβάσεις για να βελτιώσει τα
χαρακτηριστικά του ή να μεγεθύνει ή να σμικρύνει μέρη του κορμιού του. Όμως εδώ
έγκειται η λαθεμένη προσέγγιση: Ο Δημόκριτος είπε πως η ύπαρξη ενός φυσικού
κάλλους χωρίς το έλλογο στοιχείο, χωρίς δηλαδή πνευματικότητα παραπέμπει στο
ζωώδες, στο άλογο, στο κτηνώδες. Έτσι και στον άνθρωπο όλα πρέπει να είναι
ωραία και να παραπέμπουν στο κάλλος: πρόσωπο, ντύσιμο, ψυχή, σκέψεις, και όχι
απλά υπερμεγέθη στήθη ή μυώνες Τιτάνα ή κοιλιά “ρουφηχτή”. Οι αρχαίοι πρόγονοι
έλεγαν: “Καλός κ΄αγαθός”. Τι κάνουμε για το αγαθός; Αν ελάχιστα φροντίζαμε την
καλλιέργεια μας, την παιδεία μας, τη διαγωγή μας. αν δίναμε περισσότερη αξία
στον εσωτερικό μας κόσμο, αυτόν που χτίζουμε οι ίδιοι, αυτόν που εξαρτάται από
εμάς και δεν μας χαρίζεται από τη φύση ή ως θείο δώρο, τότε δεν θα υπήρχε
ανάγκη καταφυγής σε πλαστικούς. Δεν πρέπει να ισοπεδώνουμε την προσωπική μας
μοναδικότητα για να γίνουμε κακέκτυπα αντίγραφα εικονικά κατασκευασμένων
προτύπων που λανσάρονται κατά κόρον από τηλοψίας. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε πως η
γυναίκα, για παράδειγμα, έχει μόνο μια δυνατότητα να είναι όμορφη, ενώ έχει
χίλιες δυνατότητες να είναι ελκυστική.
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: Ο
ιερός Χρυσόστομος στην όγδοη του επιστολή προς την διάκονο Ολυμπιάδα, που
γράφει από την εξορία, προσπαθώντας να την παρηγορήσει για όσα άθλια συνέβαιναν
στον χώρο της Εκκλησίας, την προτρέπει “ν’ αναλογισθεί τα βραβεία που θα πάρει
για τα κατορθώματά της, τα φαιδρά στεφάνια, τη χορεία μαζί με τις παρθένες”.
Και για να προλάβει αντίρρηση της Ολυμπιάδας, ότι αυτή δεν είναι παρθένος, αφού
παντρεύτηκε, έστω και αν στο τέλος έμεινε χήρα, της λέγει ότι κατά τον απόστολο
Παύλο “ο άγαμος μεριμνά τὰ του Κυρίου, πώς αρέσει τω Κυρίῳ· ο δε γαμήσας
[αυτός που νυμφεύθηκε] μεριμνά τὰ του κόσμου, πώς αρέσει τη γυναικί. μεμέρισται
καὶ η γυνὴ καὶ η παρθένος. η άγαμος μεριμνά τὰ του Κυρίου, ίνα η αγία [για να
είναι αγία] καὶ σώματι καὶ πνεύματι· η δὲ γαμήσασα [έγγαμος] μεριμνά τὰ του κόσμου,
πώς αρέσει τω ανδρί.” Έτσι, προσθέτιει ο μεγάλος εκκλησιασικός Πατέρας:
“παρθένος δεν είναι εκείνη που είναι απλώς άγαμη και απαλλαγμένη από την
συνουσία ανδρός, αλλ’ εκείνη που φροντίζει ν’ αρέσει στον Κύριο”. Γι’ αυτό,
συνεχίζει ο Ιερός Χρυσόστομος, “παρθένες επίσης είναι και αυτές που δεν έχουν
φιλαρέσκεια! Το πιο
μεγάλο πάθος της γυναίκας είναι αυτό. Όλα τ’ άλλα μπορεί να τα νικήσει. Αυτό
όμως χρειάζεται ανδρεία ψυχή για να το υπερβεί. Ακόμη και παρθένες βασανίζει το
πάθος της φιλαρέσκειας. Κι ενώ αυτές νικούν την τυραννίδα της φύσεως και
μιμούνται την αγγελική πολιτεία, αν και έχουν θνητό σώμα, αγωνίζονται ν’
αποκτήσουν αφθαρσία μέσα σε φθαρτό σώμα, καθησυχάζουν την μαινόμενη θάλασσα [τη
σάρκα], πλέουν γαλήνια ανάμεσα σε άγρια κύματα, φέρονται με ούριο άνεμο σε
πέλαγος που ταράσσεται δυνατά, στέκονται σε καμίνι φυσικής επιθυμίας χωρίς να
κατακαίονται αλλά καταπατούν τους άνθρακες αυτούς σαν πηλό, εν τούτοις
κυριεύτηκαν από την επιθυμία αυτή κατά τρόπο πολύ αισχρό και ελεεινό, και, ενώ
κατόρθωσαν τα μεγαλύτερα, νικήθηκαν απ’ αυτό το μικρό”. Συνεπώς, και εδώ
φαίνεται το τυραννικό του πάθους, στην πράξη η φιλαρέσκεια για τις αφιερωμένες
γυναίκες είναι δυσκολώτερη της παρθενίας!. Έτσι, δεν μπορούν να είναι και να
λέγονται παρθένες όσες είναι φιλάρεσκες. Διότι δεν ενδιαφέρονται ν’ αρέσουν
στον Κύριο αλλά στον κόσμο. Κι ενώ απέχουν από τη σαρκική πράξη εν τούτοις
υποκύπτουν στο ναρκισσισμό τους και κάνουν τον εαυτό τους αυτοείδωλο και
σκάνδαλο. Κατά τον ιερό Χρυσόστομο οι παρθένες κυριεύονται και αιχμαλωτίζονται
περισσότερο από τις κοσμικές. “Ας μη φορούν χρυσαφικά, μεταξωτά και
χρυσοκέντητα και ας μη έχουν λιθοκόλλητα περιδέραια. Αγωνίζονται και
κατορθώνουν με πτωχικά ενδύματα να υπερακοντίσουν τον καλλωπισμό εκείνων που
φορούν χρυσά και μεταξωτά ενδύματα και με αυτόν τον τρόπο να φανούν περισσότερο
αξιέραστες απ’ αυτές. Και βέβαια νομίζουν ότι η ασχολία τους αυτή είναι
αδιάφορη ηθικώς· όπως όμως δείχνει η φύση του πράγματος, οδηγεί σε ολέθριο και
βαθύ βάραθρο”. Αν ο Κύριος στην Παλαιά Διαθήκη, που είναι κατώτερη στο θέμα της ηθικής, ελέγχει και τιμωρεί τις φιλάρεσκες
κοσμικές Ιουδαίες (Ησ. γ΄16-241) πολύ άγρια και σκληρά, ποια
συγγνώμη μπορεί να έχουν οι παρθένες εκείνες που ηδονίζονται με τα ρούχα τους,
σύρουν τον χιτώνα τους, έχουν επιτηδευμένο βάδισμα, και με τη φωνή, τα μάτια
και τη στολή τους κερνούν ποτήρι με δηλητήριο σ’ όσους τις κοιτάζουν ακόλαστα;
Αυτές
τις παρθένους δεν θα τις συγκαταλέξουμε με τις πορνευόμενες γυναίκες; Αν και
κείνες δεν προσφέρουν τόσο ελκυστικό δόλωμα όσο αυτές”. Συνεπώς, ο ρεαλιστής
θεολογικά και καινοτόμος εν Χριστώ άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος με οδηγό τη
Γραφή διακηρύσσει ότι παρθένος δεν είναι αυτός και αυτή που μόνο δεν γνώρισε
συνουσία, αλλά οι α-φιλάρεσκοι, αυτός και αυτή, που προσπαθούν ν’ αρέσουν
συνεχώς και αδιαλείπτως στον Κύριο! Που αδιαφορούν για την φιλαρέσκεια,
αφιερωμένοι πλήρως και ουσιαστικά στον Θεό και στην διακονία του πλησίον! Και
ότι μια ψυχρή και τυπική παρθενία είναι τόσο πρόστυχη και σιχαμερή στο Θεό όσο
και η πορνεία!
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ:
Συχνό φαινόμενο, ιδιαίτερα τους θερινούς μήνες, είναι η “περιφορά του γυμνού
πολιτισμού” μας. Έτσι, αδιαφορώντας αν προσβάλλεται το δημόσιο κοινό αίσθημα,
και αν η ελευθερία του “κατόχου του γυμνού σώματος”, προσκρούει στην ελευθερία
του πλησίον, φιλάρεσκα άτομα προκαλούν στους άλλους περιπαθείς σκέψεις
[λαγνείας, πορνείας, κ.ά], υφιστάμενοι ενα πρωτοφανές “οφθαλμόλουτρο”. Κάποιοι
εξ αυτών των ανυπόπτων πιστών κοκκίνιζουν από ντροπή βλέποντας την «εικόνα του
Θεού» τόσο παραμορφωμένη. Σίγουρα πρώτιστο αίτιο της εμφάνισης αυτής, όπως και
σε άλλα πάθη, είναι το πάθος της υπερηφανείας, που δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να
υπακούει σε εντολές, κανόνες συμπεριφοράς, ή απαγορεύσεις. Και ενώ τρέφει την
αυταπάτη ότι απολαμβάνει την ελευθερία του (!), στην πραγματικότητα, γίνεται
παίγνιο στα χέρια του Πονηρού και υποδουλώνεται στο επάρατο αυτό πάθος, που
έριξε τους πρωτοπλάστους και ταλανίζει το ανθρώπινο γένος. Δεύτερο αίτιο των
προκλητικών εμφανίσεων είναι σαφώς η φιλαρέσκεια, που πολεμά κυρίως το «αδύνατο
φύλο», το όποιο, δείχνοντας την αδυναμία του, παρασύρεται με ευκολία στο κακό,
όπως η προμήτωρ Εύα [όμως, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι με την ίδια ευκολία
ελκύεται στο καλό και την αρετή], και το οποίο πάθος αναγκάζει τον άνθρωπο να
θέλει να τραβά την προσοχή και τα βλέμματα των άλλων, φέρνοντας ρίγη συγκίνησης
και αυτοϊκανοποιήσεως στον εμπαθή φιλάρεσκο! Όμως, αυτές οι ταλαίπωρες ψυχές,
άδειες από αρετές, προσπαθούν να γεμίσουν το κενό της ψυχής τους με τα
«κάρβουνα» των παθών. Είναι μάλιστα ασέβεια και εμπαιγμός στο Πρόσωπο της
Παναγίας μας, που ενώ εικονίζεται εμπρός μας με πολλή σεμνότητα, αποκαλύπτοντας
μόνο το αγγελικό πρόσωπό της, να βλέπει κανείς, κι αυτό είναι οξύμωρο, να
σπεύδουν, κάποια ευλογημένα πλάσματα του Θεού (από άγνοια συχνά), ημίγυμνα ή
ντυμένα προκλητικά, με περισσά βαμμένα χείλια, για να προσφέρουν τον ασπασμό
τους στην αγία εικόνα της! Βέβαια να το κάνουν αυτό τα παιδιά συγχωρούνται ως
ανήλικα και ανώριμα, το να το κάνουν, όμως, ηλικιωμένοι άνθρωποι, είναι μεγάλη
αστοχία διότι ασεβούν εμπρός στις αγίες εικόνες αλλά και εμπρός στην «εικόνα
του Θεού», που είναι ο συνάνθρωπός τους, αλλά και γιατί δίνουν το κακό
παράδειγμα στα παιδιά. Ο Απόστολος Παύλος έλεγε: “Οι γυναίκες να προσεύχονται
με ενδυμασία σεμνή να στολίζουν τον εαυτό τους μάλλον με αίσθημα εντροπής και
σωφροσύνης”, και όχι με την αναίδεια της γυμνότητας και της πρόκλησης. Ακόμη
και στην αρχαιότητα, όπου ανθούσε η ειδωλολατρία και η σαρκολατρία, ο σοφός
Πλούταρχος σημείωνε: “Η φρόνιμη και συνετή γυναίκα, ούτε τον πήχυ του χεριού
της δεν αφήνει ελεύθερο, για να τον βλέπουν δημόσια”. Βεβαίως υπάρχουν και
κάποιες “χειραφετημένες” κυρίες, οι οποίες, σηκώνοντας την σημαία του
φεμινισμού δήθεν για ισότητα, αλλά μάλλον από ανταρσία και ανευθυνότητα έναντι
του ιερού θεσμού της οικογενείας και του μεγάλου αξιώματος της μητέρας, τρέχουν
στον κατήφορο της χειραφετημένης απώλειάς τους, τονίζοντας επιδεικτικά το προϊόν
της φιλαρέσκειάς τους. Κάποτε διαβάζοντας την εφημερίδα, πληροφορήθηκα ότι
προσβάλλεται το δημόσιο αίσθημα των Γάλλων, επειδή οι Μουσουλμάνες φορούν
μαντήλι στο κεφάλι. Όμως, για την ασυδοσία και την αναισχυντία του γυμνισμού
και της προκλητικής φιλαρέσκειας δεν αισθάνεται κανείς προσβεβλημένος ούτε στην
Γαλλία, αλλά ούτε φυσικά στην πατρίδα μας, πλην ελαχίστων.
ΤΟ ΔΙΛΗΜΑ: Ο
άνθρωπος που αγαπά τον Θεό, αγωνίζεται πάντοτε και καθημερινά, για να κάνει τα
πάντα με πολλή προθυμία όλα όσα εντέλλεται και αρέσκεται ο Θεός. Αντιθέτως, ο
άνθρωπος, που αγαπά τα πάθη του, καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια, είτε δια της
φιλοδοξίας είτε δια της φιλαρέσκειας, για να κάνει πάντοτε όλα όσα προβάλλει
και αρέσκεται ο κόσμος, τρέφοντας την αυταπάτη ότι με τα “ξυλοκέρατα της αμαρτίας”,
σαν τον δυστυχή άσωτο, θα κορέσει την πνευματική πείνα του. Όμως, η πνευματική
πείνα αντιμετωπίζεται μόνο δια της συνειδητής Μεταλήψεως του Ουρανίου Άρτου,
που είναι ο Χριστός. Μόνον έτσι γεμίζει το ψυχικό κενό που δημιουργεί η απουσία της
χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Ο αληθινός χριστιανός, που ζει βαθιά και συνειδητά
την πνευματική ζωή του και δεν
αρκείται στην επιφάνεια μιας ευσέβειας ή κάποιων καλών πράξεων,
τον στολίζει η σεμνότητα και δεν ανέχεται να προβάλει κάποιο μέλος του σώματός
του βορά στην ηδονοβλεψία. Ο προκλητικά φιλάρεσκος άνθρωπος σκανδαλίζει με την γυμνότητά του, έστω και μία ψυχή,
την οποία δεν είναι άξιος όλος ο ορατός κόσμος, για να την εξαγοράσει. Ακόμη,
δίνει κακό παράδειγμα προς μίμηση στους ασθενέστερους ως προς την πίστη [μια
σύζυγος που βλέπει τα ενθουσιώδη βλέμματα του συζύγου της μπροστά σε προκλητικά
φιλάρεσκα φτιασιδωμένες γυναίκες, προφανώς και χωρίς σκέψη, θα μιμηθεί αυτές!].
ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ: Ο
άνθρωπος, ο οποίος αγαπά αληθινά τον Θεό και αγωνίζεται για την πνευματική τελείωσή
του και την απόκτηση των αρετών, μισείται από τους ανθρώπους του κόσμου, διότι
είναι «δύσχρηστος» γι' αυτούς, επειδή ελέγχονται τα κακά έργα και οι αμαρτίες
τους από την φωτεινή ζωή του. Όμως, Χριστιανισμός
δεν είναι η εκδήλωση κάποιων καλών έργων ή μιας τυπικής ευσέβειας,
αλλ' είναι μια βαθιά αγιοπνευματική εμπειρία της ψυχής, η οποία μετέχει της
χάριτος του Θεού δια των έργων της προσευχής, της ασκήσεως, της ειλικρινούς
μετανοίας και της Μυστηριακής ζωής. Τότε τα καλά έργα ως απότοκα αυτής της
κοινωνίας της ψυχής με τον Θεό, ενεργούνται πλέον ως ανάγκη και επιθυμία της
ψυχής, και όχι ως καθήκον. Έτσι κι η φιλαρέσκεια θα ξεριζωθεί από την ψυχή του
πιστού.
1Τάδε λέγει Κύριος·
ἀνθ᾿ ὧν ὑψώθησαν αἱ θυγατέρες καὶ ἐπορεύθησαν ὑψηλῷ τραχήλῳ καὶ ἐν νεύμασιν ὀφθαλμῶν
καὶ τῇ πορείᾳ τῶν ποδῶν ἅμα σύρουσαι τοὺς χιτῶνας καὶ τοῖς ποσὶν ἅμα παίζουσαι,
καὶ ταπεινώσει ὁ Θεὸς ἀρχούσας θυγατέρας Σιών, καὶ Κύριος ἀποκαλύψει τὸ σχῆμα αὐτῶν
ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ καὶ ἀφελεῖ Κύριος τὴν δόξαν τοῦ ἱματισμοῦ αὐτῶν καὶ τοὺς κόσμους
αὐτῶν καὶ τὰ ἐμπλόκια καὶ τοὺς κοσύμβους καὶ τοὺς μηνίσκους καὶ τὸ κάθεμα καὶ τὸν
κόσμον τοῦ προσώπου αὐτῶν καὶ τὴν σύνθεσιν τοῦ κόσμου τῆς δόξης καὶ τοὺς χλιδῶνας,
καὶ τὰ ψέλια καὶ τὸ ἐμπλόκιον καὶ τὰ περιδέξια καὶ τοὺς δακτυλίους καὶ τὰ ἐνώτια
καὶ τὰ περιπόρφυρα καὶ τὰ μεσοπόρφυρα καὶ τὰ ἐπιβλήματα τὰ κατὰ τὴν οἰκίαν καὶ
τὰ διαφανῆ Λακωνικὰ καὶ τὰ βύσσινα καὶ τὰ ὑακίνθινα καὶ τὰ κόκκινα καὶ τὴν βύσσον,
σὺν χρυσῷ καὶ ὑακίνθῳ συγκαθυφασμένα καὶ θέριστρα κατάκλιτα. καὶ ἔσται ἀντὶ ὀσμῆς
ἡδείας κονιορτός, καὶ ἀντὶ ζώνης σχοινίῳ ζώσῃ καὶ ἀντὶ τοῦ κόσμου τῆς κεφαλῆς τοῦ
χρυσίου φαλάκρωμα ἕξεις διὰ τὰ ἔργα σου καὶ ἀντὶ τοῦ χιτῶνος τοῦ μεσοπορφύρου
περιζώσῃ σάκκον.