Ο αρχιεπ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΛΙΑΠΗΣ και οι προσκυνημένοι επίσκοποι αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων
Τα ξεπουλά όλα ο «αγαπούλης»! Και την πατρίδα και την Εκκλησία! --Κι ο λαός ακόμα τους προσκυνά και τους φιλά το χέρι!
Θέλουν να διαμελίσουν την Ορθοδοξία με νέο Σύνταγμα:
Έρχεται η
«θρησκευτική ουδετερότητα κράτους»
– Σχέδιο θρησκευτικού αποχρωματισμού
Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αντιδρούν έντονα εδώ και καιρό για τις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας και από ότι φαίνεται βιάζονται να δρομολογήσουν αλλαγές στις σχέσεις αυτές στο άμεσο μέλλον και μάλιστα πριν αποχωρήσουν από την εξουσία.
Οι απαιτήσεις των κυβερνητικών και τα σχέδια για τις σχέσεις κράτους Εκκλησίας θα οδηγήσουν σταδιακά σε ένα έντονο κλίμα διχασμού στη χώρα μας, με αντιπαραθέσεις για την επικρατέστερη θρησκεία, χρονικά ή/και πληθυσμιακά, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει και σε μια εξέγερση των μουσουλμάνων που βρίσκονται στην Ελλάδα.
Με την πάροδο του χρόνου, οι απαιτήσεις των μειονοτήτων ενδέχεται να αυξηθούν κατακόρυφα και αφορμή να είναι η «θρησκευτική ουδετερότητα» του κράτους, που κάποια στιγμή θα οδηγήση με μαθηματική ακρίβεια στον πλήρη διαχωρισμό της Ελλάδας από την Ορθοδοξία.
Για διακριτούς ρόλους και όχι για διαχωρισμό των σχέσεων Κράτους–Εκκλησίας συμφώνησαν Ιερώνυμος και Τσίπρας, αναφορικά με τη συνταγματική αναθεώρηση, κατά τη μυστική συνάντηση που είχαν την περασμένη Τετάρτη, σύμφωνα με πληροφορίες.
Αναφορικά με την Εκκλησία, το νέο Σύνταγμα θα μιλά για την ρητή κατοχύρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους και για την αναγνώριση της ορθοδοξίας ως ιστορικά επικρατούσας θρησκείας.
Επίσης, στο άρθρο 13 θα υπάρχει η υποχρεωτικότητα του πολιτικού μόνον όρκου και όχι του θρησκευτικού (για τους αιρετούς δικαστές, δημόσιους λειτουργούς κλπ).
Δεν αναμένουμε να δούμε καμιά μεταβολή στη μισθοδοσία των κληρικών, η οποία θα συνεχίσει να καταβάλλεται από την πολιτεία.
Προ έτους περίπου είχαμε αποκαλύψει στο ΠΕΝΤΑΠΟΣΤΑΓΜΑ, τις «κόκκινες γραμμές» της Εκκλησίας για την αναθεώρηση του Συντάγματος, δια στόματος του Μητροπολίτη Διδυμότειχου Δαμασκηνού.
Περί «θρησκευτικής ουδετερότητος»
«Ο εσχάτως προβληθείς ισχυρισμός περί "θρησκευτικής ουδετερότητος" του Κράτους, ο οποίος ενδεχομένως προσβλέπει στον θρησκευτικό αποχρωματισμό και οδηγεί σε μία μορφή οιονεί "λαϊκού κράτους", εν ονόματι της θρησκευτικής ελευθερίας, δεν είναι δυνατόν να γίνει δεκτός ως αναγκαίο εργαλείο επιβεβαίωσης της θρησκευτικής ισότητος», ανέφερε ο κ. Δαμασκηνός και συμπλήρωσε:
«Η εισαγωγή μίας ρήτρας στο Σύνταγμα περί "θρησκευτικής ουδετερότητας" του Κράτους υπονοεί ως δήθεν υπάρχουσα μέχρι σήμερα την ετεροβαρή αντιμετώπιση των άλλων θρησκευμάτων ή των αθέων, γεγονός το οποίο δεν ισχύει, ενώ συγχρόνως δεν υποψιάζει και για το πραγματικό περιεχόμενο αυτής της "θρησκευτικής ουδετερότητας", καθώς διεθνώς υπάρχουν πολλά μοντέλα θρησκευτικής ουδετερότητας, είτε δυσμενούς είτε ευμενούς έναντι των θρησκευμάτων.
Θα πρόκειται άραγε για ουδετερόθρησκο κράτος με την έννοια του "λαϊκού κράτους", θρησκευτικά αδιάφορου, το οποίο δεν θα επιφυλάσσει καμία ειδική προστασία στα θρησκεύματα, όπως στη Γαλλία; Θα πρόκειται για κοσμικό κράτος, που απλώς δεν παρεμβαίνει στα εσωτερικά ζητήματα των θρησκευτικών κοινοτήτων, αλλά δεν αποκλείει την κρατική προστασία π.χ. την νομική προσωπικότητα δημοσίου δικαίου σε ορισμένες κοινότητες η τις κρατικές επιχορηγήσεις, όπως στη Γερμανία;
Συνεπώς η πρόταση εισαγωγής της αφηρημένης ρήτρας περί "θρησκευτικής ουδετερότητος" του Κράτους πρέπει να προσδιορισθεί με αναλυτικό τρόπο διατυπώσεως, από όποιους την προωθούν. Ειδάλλως δεν μπορεί να γίνει καμία σοβαρή συζήτηση επί ενός συνθήματος, το οποίο έχει εκ των προτέρων άδηλο περιεχόμενο και διεθνώς αμφίσημο νόημα».
Συσχετίζοντας μάλιστα και την μισθοδοσία του κλήρου με αυτό μίλησε για “λογικό ατόπημα” όσον αφορά την «διασύνδεση της έννοιας της "θρησκευτικής ουδετερότητος" με την μισθοδοσία του κλήρου, αφού καμία σχέση δεν έχουν οι δύο αυτές παράμετροι. Η μισθοδοσία του κλήρου από το Κράτος, πρώτον δεν αποτελεί νομικό προνόμιο ειδικά της Εκκλησίας της Ελλάδος (το ίδιο π.χ. συμβαίνει με τους Μουφτήδες και ιεροδιδασκάλους στην Θράκη), δεύτερον δεν έχει καμία σχέση με την αναγνώριση "επικρατούσας θρησκείας" στο Σύνταγμα, τρίτον δεν προκύπτει αιτιωδώς από την νομική προσωπικότητα της Εκκλησίας της Ελλάδος ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, η οποία άλλωστε θεσπίσθηκε ρητώς με τον Καταστατικό Χάρτη του 1969, δηλαδή πολύ αργότερα από την έναρξη ενισχύσεως της μισθοδοσίας από το Κράτος το 1945, αλλά συνιστά εκπλήρωση αφηρημένης αποζημιωτικής υποχρέωσης έναντι της σχεδόν ολοκληρωτικής αφαίρεσης της εκκλησιαστικής περιουσίας χωρίς καταβολή οιασδήποτε αποζημίωσης από το Κράτος, το οποίο την κατέχει και την εκμεταλλεύεται μέχρι σήμερα».
Διπλό μήνυμα από τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο σε Φανάρι και Μαξίμου
Μήνυμα με διπλό νόημα έστειλε τη Δευτέρα (08/10/2018) ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος.
Η δήλωση του Αρχιεπισκόπου ερμηνεύεται ως μήνυμα τόσο προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και ως προς το Μέγαρο Μαξίμου.
Προς το Φανάρι μετά την επιβεβαίωση της… αγάπης προς αυτό, ο Αρχιεπίσκοπος ξεκαθαρίζει πως πάνω απ’ όλα αγαπά το Αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Ελλάδος ενώ προς το Μέγαρο Μαξίμου πως ναι μεν υπάρχει αγάπη και συνεργασία αλλά το όριο είναι το συμφέρον της Εκκλησίας.
«Αγαπάμε τον Πατριάρχη μας, αγαπάμε το Πατριαρχείο μας, το σεβόμαστε, το στηρίζουμε όσο μπορούμε. Αγαπάμε τον πρωθυπουργό μας, τους πολιτικούς μας όλους και όπου έχουμε λόγο, δυνατότητα βοηθάμε. Όλους αυτούς τους αγαπάμε και τους σεβόμαστε. Αλλά θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι αγαπάμε πιο πολύ απ’ όλους την Εκκλησία και την πατρίδα» είπε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, σε δήλωσή του μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες.
Πριν από μερικές ημέρες, η ακύρωση προγραμματισμένης συνάντησης του Αρχιεπίσκοπου Ιερώνυμου με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο ανέδειξε το ψυχρό κλίμα ανάμεσα στην Εκκλησία της Ελλάδος και το Φανάρι.
Παρότι επισήμως ο λόγος της ματαίωσης της συνάντησης ήταν ότι η Ιεραρχία συνεδρίαζε την ημέρα εκείνη για να εκλέξει τον νέο μητροπολίτη Λαρίσης, η εφημερίδα Καθημερινή έγραφε ότι η απόφαση αυτή αποτυπώνει μια κόντρα της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Το πιο πρόσφατο «επεισόδιο» της διαμάχης, αφορά στο κτήμα Προμπονά.