ΥΠΗΡΧΑΝ ΛΥΣΕΙΣ;
Αλλά μάλλον δεν ήθελαν, αφού δεν πιστεύουν στην δύναμη της Εκκλησίας του Χριστού - Θεού.
Πρωτόγνωρες καταστάσεις ζούμε όλοι
αδελφοί μου (θρησκευόμενοι και μη) τον τελευταίο καιρό. Το αν είναι αλήθεια όλα
αυτά που λέγονται και γράφονται θα φανεί από το επόμενο (άγνωστο για μας) βήμα
στο οποίο θα προχωρήσουν οι άρχοντες του κόσμου τούτου.
Για άλλη μια φορά δυστυχώς η κοινωνία
μας αποδεικνύει ότι δεν ελπίζει πλέον στον ζωντανό Θεό μας αλλά εξ ολοκλήρου
και μόνο στην επιστήμη. Σε περιόδους επιδημιών από ιστορικές αναφορές, οι
πρόγονοί μας όντος πιστοί, εμπιστεύονταν την δύναμη του Θεού. Επιστήμη ανθρωπιστική
και Θεός τουλάχιστον αλληλο-αναγνωρίζονται, διότι εκεί που τελειώνει η
επιστήμη, αρχίζει (μάλλον συνεχίζει) ο Θεός, (ως βοηθός της επιστήμης).
Επιστήμη που δεν αναγνωρίζει την δύναμη και την ύπαρξη του Θεού δεν ωφελεί ποτέ
τον άνθρωπο, αντιθέτως τον ζημιώνει.
Πολύ γρήγορα και χωρίς σύνεση
αποκλείσαμε τον Χριστό μας από τις λύσεις αυτού του προβλήματος. Το λυπηρό δε
σε όλο αυτό είναι ότι δεν υπερασπιστήκαμε την παντοδυναμία του Θεού μας, ούτε
εμείς οι κληρικοί, ώστε να μην κλείσουν οι Ναοί του Θεού και σταματήσουν οι
παρακλήσεις και οι ικεσίες μας. Αλήθεια μήπως και εμείς (οι της εκκλησίας του
Χριστού) πιστεύουμε ότι την λύση στην επιδημία θα δώσει η επιστήμη; Αν αυτό
πιστεύουμε, τότε ας αναλογιστεί ο καθένας μας τι ρόλο παίζει ο Θεός στη ζωή μας.
Μήπως υιοθετούμε μια προτεσταντική γραμμή ότι η εκκλησία είναι και λειτουργεί
και έτσι (δηλαδή χωρίς Θεό και μυστήρια, αφού διά εκείνους έχει πεθάνει προ
αιώνων). Εκκλησία νομίζω είναι ένα σώμα ανθρώπων και όχι καθένας μόνος του.
Σήμερα στις ημέρες που ζούμε, υπάρχει στην πατρίδα μας η Εκκλησία Χριστού ως
σώμα; Ως διοίκηση υπάρχει σίγουρα. Ως σώμα προσευχομένων πιστών υπάρχει; Μήπως
το ένα έχει καταλυθεί; Ας αναρωτηθεί ο καθένας μας και ας προβληματιστεί. Μήπως
το σενάριο είναι να περάσουμε σε μία ατομική πίστη; Με μελλοντικό αποτέλεσμα
την σύγχυση και τη σύγκρουση;
Και θα ρωτήσει κάποιος: "Και τι
θα μπορούσε να προταθεί σε αυτή την κατάσταση; Υπήρχαν λύσεις; Και βέβαια
υπήρχαν κάποιες λύσεις αν το θέλανε αυτοί που αποφάσισαν όλα αυτά. Αλλά μάλλον
δεν ήθελαν, αφού δεν πιστεύουν στην δύναμη της Εκκλησίας του Χριστού - Θεού.
1) Δεν θα μπορούσαν να γίνονται
ακολουθίες σε ανοιχτούς χώρους (π.χ. σε προαύλια Ιερών Ναών με τις απαραίτητες
αποστάσεις των πιστών); Γιατί υπάρχουν τα αντιμήνσια;
2) Δεν θα μπορούσαν να γίνονται
ακολουθίες εντός των ναών με αναλογία τετραγωνικών μέτρων και ανάλογη παρουσία
πιστών; Στα σούπερ μάρκετ και σε ανοιχτές αγορές γιατί επιτρέπεται η παρουσία
ανθρώπων που μπορεί να ψωνίζουν και δίπλα - δίπλα πολλές φορές; Μήπως πρέπει να
κλείσουν και αυτά αργότερα; Στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς (π.χ. αστικά) τηρείται η
αναλογία τετραγωνικών μέτρων και επιβατών;
3) Δεν θα μπορούσαν να γίνονται
ακολουθίες με συμμετοχή αριθμού πιστών εκ περιτροπής μέσα στην εβδομάδα;
4) Δεν θα μπορούσε ο κάθε ιερέας όταν
τον καλούν να μπορεί να πηγαίνει στα σπίτια και να τελεί την ακολουθία του
αγιασμού ή του ευχελαίου, ή να εξομολογεί και να κοινωνεί έναν πιστό; Αλλά ούτε
αυτό επιτρέπεται. Στους γιατρούς για την ίαση του σώματος επιτρέπεται η
μετακίνηση. Στους γιατρούς της ψυχής (πνευματικούς) γιατί δεν επιτρέπεται;
Είναι ολοφάνερο ότι οι άρχοντες μας δεν πιστεύουν σε πνευματική ζωή και Θεό.
Αδελφοί μου αδιέξοδα δεν
δικαιολογούνται, λύσεις μετά από αλληλοκατανόηση υπάρχουν και είναι δυνατόν να
υλοποιηθούν. Όλα τα παραπάνω είναι προτάσεις για διαβούλευση από τους έχοντες
ευαισθησία και αγωνία για την κατάσταση την οποία ζούμε. Και επίσης είναι ο
κατάλληλος χρόνος, εμείς οι ποιμένες να τοποθετηθούμε υπεύθυνα απέναντι στα
γεγονότα της σήμερον καθώς και αυτά που θα ακολουθήσουν στο μέλλον. Υπάρχει
κόσμος που πονά, που αγωνιά, που ανησυχεί, που κλαίει, που αρρωσταίνει ψυχικά,
που πνίγεται, που βρίσκεται σε αδιέξοδο. Που είναι οι ποιμένες να προστατεύσουν
τα πρόβατα και να υπερασπιστούν την θρησκευτική ελευθερία των πιστών; Να
απαλύνουν τον πόνο τους, να τους δώσουν θάρρος και κουράγιο, ελπίδα για το
αύριο; Μήπως (ως ποιμένες) τους γυρίσαμε την πλάτη και είναι σαν να τους λέμε
«σας είπαμε να πιστεύεται, αλλά μέχρι ένα όριο. Η κατάσταση τώρα έχει ξεπεράσει
το όριο της πίστης και βρίσκεται στα χέρια της επιστήμης!» Πρέπει ο καθένας μας
να ρωτήσει τον εαυτό του το εξής: «Τι είναι δυνατότερο. H πίστη στο Θεό ή η
επιστήμη;» Ο Θεός βέβαια γνωρίζει την απάντηση για τον καθένα μας. Εμείς την
γνωρίζουμε για τον εαυτό μας; Εκεί ξεκαθαρίζουν όλα για τον καθένα μας.
Και τελικά τι προτιμάμε; Nα είμαστε με
τον Θεό και ανάμεσα σε κινδύνους, ή στην ασφάλειά μας (λογική – επιστήμη) και
χωρίς Θεό;
Λαμία, 1 Απριλίου 2020
π. Σταύρος Βάϊος