Πρόοδος του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού
Σήμερα η Εκκλησία μας εορτάζει την Πρόοδο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, δηλαδή την έξοδο του Τιμίου Σταυρού από το παλάτι (ή κατ' άλλους από το σκευοφυλάκιο της μεγάλης εκκλησίας) στην Πόλη. Βλέπε σχετικά και προεόρτια την 31η Ιουλίου.
Όμως, ο Πατμιακός Κώδικας 266, αναγράφει ότι κατά την 1η Αυγούστου στη Μεγάλη εκκλησία ετελείτο «ἡ Βάπτισις τῶν τιμίων Ξύλων».
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.
Άγιοι Επτά Μακκαβαίοι, η μητέρα τους Σολομονή και ο διδάσκαλός τους Ελεάζαρος
Eἰς τὸν Ἐλεάζαρον
Πρῶτος πρὸ Χριστοῦ πῦρ στέγων Ἐλεάζαρ,
Ἀθλήσεως προὔθηκε τοῖς ἄλλοις ἴχνη.
Eἰς τὴν Σολομονήν
Πρώταθλον ἄλλην καὶ πρὸ τῆς Θέκλης ἔχω,
Τὴν Σολομονήν, ἣν πρὸ Χριστοῦ πῦρ φλέγει.
Eἰς τοὺς ἑπτά Mακκαβαίους
Ἐξ ἑβδόμης πέμπουσι Παίδων ἑπτάδα,
Ἀρθρέμβολα, πῦρ, καὶ τροχοὶ πρὸς ὀγδόην.
Καῦσαν ἑνὶ πρώτη Σολομώνην, ἑπτά τε υἷας.
«Αὐτοκράτωρ ἐστὶ τῶν παθῶν ὁ εὐσεβὴς λογισμός» (Δ' Μακκαβαίων, α' 7, θ' 4). Ο ευσεβής λογισμός είναι κυρίαρχος και εξουσιαστής επί των παθών. Αυτό με περίσσια ανδρεία απέδειξαν οι επτά αδελφοί Μακκαβαίοι με τη στάση τους απέναντι στο βασιλιά της Συρίας Αντίοχο (περί το 5327 από κτίσεως κόσμου ή 173 π.Χ.), όταν αυτός τους έταξε δόξες, τιμές και επίγειες απολαύσεις, αν αυτοί καταπατούσαν το Μωσαϊκό νόμο και έτρωγαν από τα απαγορευμένα φαγητά που τους πρόσφερε. Προηγήθηκε ο ενενηκονταετής διδάσκαλος τους, Ελεάζαρος, που εφάρμοσε στο έπακρο το νόμο που τους δίδασκε, με αποτέλεσμα ο Αντίοχος να τον ρίξει στη φωτιά.
Εμπνεόμενα από τη θυσία του γέροντα διδασκάλου τους, τα επτά αδέλφια κράτησαν την ίδια γενναία στάση απέναντι στο βασιλιά, όταν τους κάλεσε μπροστά του. Στην αρχή ο Αντίοχος προσπάθησε να τους κολακεύσει με διάφορα εγκώμια για τη νιότη τους. Τους είπε ότι αν έτρωγαν από τα ειδωλόθυτα που τους πρόσφερε, θα απολάμβαναν μεγάλες τιμές, και φυσικά θα τους έσωζε από το θάνατο. Τότε οι επτά αδελφοί απάντησαν στον Αντίοχο: «χαλεπώτερον γὰρ αὐτοῦ τοῦ θανάτου νομίζομεν εἶναι σοῦ τὸν ἐπὶ τὴ παρανομῶ σωτηρία ἠμῶν ἔλεον». Δηλαδή, είναι περισσότερο επιβλαβής και απ' αυτόν το θάνατο, νομίζουμε, η συμπάθειά σου για την παράνομη σωτηρία μας.
Εξοργισμένος τότε ο Αντίοχος, με τροχούς, φωτιά και ακόντια, έναν-έναν τους σκότωσε όλους. Όταν είδε αυτό η μητέρα τους Σολομονή, ρίχτηκε μόνη της στη φωτιά και έτσι όλοι μαζί πήραν το στεφάνι του μαρτυρίου.
Τα ονόματα των Επτά Μακκαβαίών είναι: Αβείμ (ή Άβιβος), Αντώνιος (ή Αντωνίνος) ,Γουρίας, Ελεαζάρος, Ευσέβωνας, Αχείμ, Μάρκελλος (ή Σάμωνας, ή Εύλαλος ή Μάρκος).
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῶν Μακκαβαίων τὸν ἐπτάριθμον δῆμον, σὺν τὴ μητρὶ Σολομονὴ τὴ ἁγία, καὶ Ἐλεάζαρ ἅμα εὐφημήσωμεν οὗτοι γὰρ ἠρίστευσαν, δι' ἀγώνων νομίμων, ὡς φρουροὶ καὶ φύλακες, τῶν τοῦ Νόμου δογμάτων καὶ νῦν ὡς καλλιμάρτυρες Χριστοῦ, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, ἀπαύστως πρεσβεύουσι.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν
Σοφίας Θεοῦ, οἱ στύλοι οἱ ἑπτάριθμοι, καὶ θείου φωτός, οἱ λύχνοιοι ἑπτάφωτοι, Μακκαβαῖοι πάνσοφοι, πρὸ Μαρτύρων μέγιστοι Μάρτυρες, σὺν αὐτοῖς τῷ πάντων Θεῷ, αἰτεῖσθε σωθῆναι τοὺς τιμῶντας ὑμᾶς.
Ἡ Ἁγία Ἐλέσα ἡ Ὁσιομάρτυς
Ἔλεος σὺ δέδοσαι παρὰ Κυρίου,
Τῇ σῇ μητρὶ παρθένε μάρτυς Ἐλέσα.
Η Αγία Ελέσα γεννήθηκε στην Πελοπόννησο. Ο πατέρας της ήταν ένας πλούσιος άρχοντας Έλληνας, αλλά ειδωλολάτρης και ονομαζόταν Ελλάδιος. Η μητέρα της όμως, Ευγενία, ήταν μια αγία γυναίκα με πολλές αρετές και πλούσια χαρίσματα. Δεν είχε παιδιά και γι’ αυτό παρακάλεσε τον Θεό να την λυπηθεί και να την αξιώσει να γεννήσει ένα παιδί. Μια μέρα ενώ βρισκόταν μόνη στο σπίτι και προσευχόταν, άκουσε μια φωνή από τον ουρανό που της έλεγε «Σε ελέησε ο Θεός σε ότι του ζήτησες, και σου έδωσε καρπόν κοιλίας». Όταν γεννήθηκε η Ελέσα (την ονόμασαν Ελέσα από τη φωνή που είχε ακούσει η μητέρα της «ἐλέησέ σε ὁ Θεός»), η μητέρα της την αφιέρωσε στον Κύριο και την βάπτισε χριστιανή, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Όσο μεγάλωνε στην ηλικία, τόσο δυνάμωνε η πίστη της και η αγάπη της προς το Θεό. Μετά από την αγία κοίμηση της μητέρας της, ενώ η αγία ήταν 14 χρονών, σκέφτηκε ότι δεν θα μπορούσε να ζήσει με τον ειδωλολάτρη πατέρα της ο οποίος ήθελε να την παντρέψει με έναν άρχοντα. Γι' αυτό μετά από πολλή προσευχή και όταν βρήκε κατάλληλη ευκαιρία, έφυγε αφού μοίρασε πολλές ελεημοσύνες σε φτωχούς και σε ορφανά, μαζί με δύο δούλες της και ασκήτευε σε ένα βουνό των Κυθήρων.
Όμως ο πατέρας της, έψαξε και την βρήκε και προσπάθησε να την γυρίσει πάλι πίσω στο σπίτι τους. Στην άρνηση όμως της Αγίας, ο πατέρας της εξοργισμένος την κατεδίωξε. Η Αγία διωκόμενη έφθασε στή ρίζα του βουνού που σήμερα ονομάζεται βουνό της Αγίας Ελέσας και παρεκάλεσε το Θεό λέγοντας «σκίσε γη και κρύψε με». Από τη σχισμή που ανοίχθηκε στο βουνό πέρασε η Αγία και έφθασε στην κορυφή, όπου κατέφθασε αλλόφρων ο πατέρας της και την αποκεφάλισε την 1η Αυγούστου 375 μ.Χ. Στον τόπο του μαρτυρίου της η υπηρέτριά της την έθαψε.
Οι πρώτοι χριστιανοί που ήλθαν στο νησί για να προσκυνήσουν τον τάφο της Αγίας, ανήγειραν μικρό ναΐσκο χωμένο κατά το πλείστον εντός του εδάφους, στον οποίο οι προσκυνητές κατέβαιναν με 5-6 σκαλοπάτια. Η Αγία Τράπεζα του ναΐσκου εστήθη πάνω από τον τάφο της Αγίας. Η παράδοση λέει ότι κατά τους παλαιοτάτους χρόνους έρχονταν προσκυνητές από τη Μάνη κατά την 1η Αυγούστου και τιμούσαν την μνήμη της Αγίας. Αυτός ο μικρός Ναός σωζόταν μέχρι το 1867 μ.Χ. ως ιδιόκτητος της οικογενείας Κασιμάτη - Γεράκα. Το 1871 μ.Χ. ανηγέρθη ο σημερινός ευρύχωρος Ναός με συνδρομές των χριστιανών πάνω στα ερείπια του παλαιού Ναού, ο οποίος επιχωματώθηκε για να ισοπεδωθεί το έδαφος στο σημείο όπου θα ανεγειρόταν ο νέος Ναός. Πάνω ακριβώς από τον παλαιό Ναό εκτίσθη το άγιο Βήμα και πάνω από το σημείο, όπου ήταν ο τάφος της Αγίας εκτίσθη και του νέου Ναού η Αγία Τράπεζα. Την ίδια περίοδο χτίστηκαν γύρω από το Ναό και τα πρώτα κελλιά ισόγεια με βόλτα (καμάρες). Ο Ναός ήταν συναδελφικός με αδελφούς τους Βενέρηδες του χωριού Γερακιάνικα. Το 1945 μ.Χ. ο Ναός έγινε ενοριακός του γειτονικού χωριού Πούρκου. Κατά τη δεκαετία του '50 ξεκίνησε ο εξωραϊσμός και η ανάδειξη του Προσκυνήματος με την εκτέλεση μεγάλων έργων, όπως ήταν ο εξωραϊσμός του ναού, η ανέγερσις νέου κωδωνοστασίου, η διαμόρφωση του περιβάλλοντος, η ανέγερση ηγουμενείου και σύγχρονων κελλίων, ο ηλεκτροφωτισμός και η κατασκευή αυτοκινητόδρομου, που ήταν και το δυσκολώτερο έργο, λόγω του δυσπρόσιτου της περιοχής, που δημιουργείται από τους κάθετους απόκρημνους βράχους.
Η Αγία Ελέσα με τον Όσιο Θεόδωρο θεωρούνται προστάτες των Κυθήρων και ο λαός πιστεύει ότι η Αγία έχει «χαλινώσει» τα φίδια των Κυθήρων και δεν είναι δηλητηριώδη.
Σημείωση: Η μνήμη της συγκεκριμένης Αγίας δεν αναφέρεται πουθενά στους Συναξαριστές, τη βρίσκουμε σαν μάρτυρα μόνο στα Κύθηρα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γόνος ἅγιος, Πελοποννήσου, γέρας ἔνθεον, νήσου Κυθήρων, ἀνεδείχθης, Ἐλέσα πανεύφημε, ὑπὲρ Χριστοῦ γὰρ νομίμως ἀθλήσασα, χειρὶ πατρῷα ἐτμήθης τὴν κάραν σου, Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ στείρας ἐβλάστησας, καθάπερ ἄνθος τερπνόν, πατρὸς δὲ μισήσασα, τὴν ἀθεΐαν στερρῶς, Ἐλέσα πανένδοξε, ἔλαμψας ἐν τῇ νήσῳ τῶν Κυθήρων ὁσίως, ἤθλησας δὲ ἐν ταύτῃ, καὶ λαμπρῶς ἐδοξάσθης· καὶ νῦν ἀναπηγάζεις, τὰ θεῖα δωρήματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄.
Ὡς ὁ προφήτης ἐκ στείρας, Ἐλέσα, βλαστήσασα, καὶ τῆς ἐρήμου ὡς οὗτος οἰκήτειρα γέγονας. Λιποῦσα γὰρ δόξας τιμάς τε ἐν γῇ, λαμπαδηφόρος ἐχώρεις πρὸς τὰ οὐράνια. Θαυματουργούσης δὲ ὄρη πορείαν σοὶ ἐσκεύαζον, τὴν κεφαλὴν τμηθείση ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ γεννήτορος. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ δωρησαμένῳ σὲ ἡμῖν προστάτιν ἀκοίμητον.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὴν τῶν παρθένων καλλονὴν μεγαλομάρτυρα, καὶ τῶν Κυθήρων κραταιὰν σκέπην καὶ πρόμαχον, ἀνυμνήσωμεν συμφώνως θείαν Ἐλέσαν, πρὸς τὸν Κύριον γὰρ παῤῥησίαν κέκτηται ἡμᾶς πάντας ἐκ κινδύνων περισκέπουσα, τοὺς κραυγάζοντας· χαίροις Μάρτυς πανένδοξε.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν Κυθήροις ἔλαμψας ἀμέμπτῳ βίῳ, καὶ λαμπρῶς ἠγώνισαι, ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρικῶς· ὅθεν ἀξίως δεδόξασαι, Ὁσιομάρτυς Ἐλέσα πανένδοξε.
Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡραία ἐν κάλλεσι παρθένε γέγονας, τὰ στίγματα φέρουσα τοῦ μαρτυρίου τοῦ σοῦ, Ἐλέσα πανεύφημε· ὅθεν νῦν παρεστῶσα τῷ Χριστῷ στεφηφόρος, πρέσβευε ὑπὲρ πάντων τῶν τιμώντων τὴν πάντιμον μνήμην σου Μάρτυς πολύαθλε.
Ὁ Οἶκος
Σήμερον ἀνεδείχθη Ἑωσφόρος τοῖς πᾶσι, ἡ ἔνδοξος καὶ πάνσεπτος μνήμη τῆς Παρθενομάρτυρος Χριστοῦ, διὸ πιστοὶ ἅπαντες ἀθρόως συνέλθωμεν ἐν πίστει κραυγάζοντες αὐτῇ ἐκ πόθου·
Χαίροις σεμνὴ, παρθενίας κάλλος· χαίροις σὺ εἷ τῶν Μαρτύρων κλέος.
Χαίροις, τῶν Κυθήρων ἡ δόξα καὶ καύχημα· χαίροις, τῶν σῶν δούλων ἡ μόνη βοήθεια.
Χαίροις, ὅτι τῶν αἰτούντων τὰς αἰτήσεις ἐκπληροῖς· χαίροις, νύμφη Κυρίου καλλιμάρτυς Ἐλέσα.
Χαίροις τῷ σῷ Νυμφίῳ, στεφηφόρος ἡ στᾶσα· χαίροις, σὺ γὰρ τὴν πλάνην κατήργησας.
Χαίροις, σὺ γὰρ τὸν Χριστὸν ἀνεκήρυξας· χαίροις, πιστῶν κραταιὰ προστασία.
Χαίροις, ἡμᾶς γὰρ τῶν δεινῶν ἀπαλλάττεις· χαίροις, μάρτυς πανένδοξε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὦ Ἐλέσα νύμφη Χριστοῦ, Παρθενομαρτύρων, ἀκροθίνιον εὐκλεές· χαίροις Κυθήρων, ὡράϊσμα καὶ σκέπη, σεμνὴ Ὁσιομάρτυς, Ἀγγέλων σύσκηνε.
Οἱ Ἅγιοι ἐννέα Μάρτυρες
Ἐκ Παμφυλίας ἐννὰς ἐτμήθη ξίφει,
Μίαν φυλὴν ζητοῦσα, τὴν τῶν Μαρτύρων.
Οἱ Ἅγιοι ἐννέα μάρτυρες, Λέοντιος, Ἄττος, Ἀλέξανδρος, Κινδέας, Μνησίθεος, Κυριακός, Μηναῖος, Κατοῦνος καὶ Εὐκλής, ἔζησαν τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανου καὶ τοῦ ἡγεμόνα Φλαβιανοῦ, στὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας.
Ὁ χριστιανισμὸς ἦταν μέσα τους ἀπὸ πολλὴ μικρὴ ἡλικία καὶ κρατήθηκε ἔτσι καὶ ἀφοῦ μεγάλωσαν. Ἕνα βράδυ λοιπόν, ἀποφάσισαν ὅτι θέλουν νὰ μαρτυρήσουν γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ ἔτσι πῆγαν στὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ τῆς Ἀρτέμιδος καὶ κατέστρεψαν ὅλα τὰ ἀγάλματα ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ. Μετὰ τὴν ἐνέργειά τους αὐτή, ἀμέσως συνελήφθησαν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ τοὺς ἀνέκριναν, τοὺς ὑπέβαλαν σὲ βασανιστήρια.
Πρῶτα τοὺς ἔκαψαν τὰ πλευρά, μετὰ χρησιμοποιώντας σιδερένια νύχια τοὺς ἔσκισαν τὶς σάρκες, καὶ στὴ συνέχεια πῆραν ἀναμμένους δαυλοὺς καὶ τοὺς τρύπησαν τὰ μάτια. Μετὰ τοὺς ἔκλεισαν σὲ μία ἀπάνθρωπη φυλακή, χωρὶς νερὸ καὶ τροφή. Μετὰ ἀπὸ λίγο χρόνο τοὺς ἔβγαλαν καὶ τοὺς ἔριξαν σὲ ἕνα κλουβὶ μὲ θηρία γιὰ νὰ τοὺς κατασπαράξουν. Αὐτὰ ὅμως, παρὰ τὴν πεῖνα τους, καθόντουσαν ἤρεμα καὶ δὲν πλησίαζαν τοὺς Ἁγίους. Ὅσοι εἶδαν αὐτὸ τὸ θαυμαστὸ γεγονός, πράγματι ἐξεπλάγησαν καὶ φώναξαν μὲ μία φωνὴ «Μέγας ὁ Θεὸς τῶν Χριστιανῶν». Καὶ τότε ἔγινε τὸ θαῦμα. Ἀμέσως ἀκούστηκαν βροντὲς καὶ ἄρχισαν νὰ πέφτουν ἀστραπές, βροχή, ἐνῷ συγχρόνως ἀκούγονταν μία φωνή, ἡ ὁποία προσκαλοῦσε τοὺς Ἁγίους στὸν οὐρανό. Μόλις οἱ Ἅγιοι ἄκουσαν αὐτὴν τὴν φωνή, χάρηκαν πάρα πολύ. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ὁ τύραννος νευρίασε τόσο πολὺ ποὺ διέταξε νὰ τοὺς ἀποκεφαλίσουν.
Ἔτσι λοιπὸν ὁλοκληρώθηκε τὸ μαρτύριο τῶν ἐννέα Ἁγίων καὶ πέρασαν στὴν αἰώνια Βασιλεία.
Ὁ Ἅγιος Πάπας ὁ νέος
Σάκκος Πάπαν ἔκρυψε, καὶ σάκκον θίβη,
Καὶ τὴν θίβην ῥοῦς, καὶ Πάπας Θεοῦ πέλας.
«Εἰς σάκκον βληθεῖς, καὶ θίβη ἐγκλεισθεῖς, καὶ εἰς θάλασσαν ριφθεῖς, τελειούται».
Ὁ Ἅγιος Ἐλεαζάρος ὁ Μάρτυρας
Καυτηριασθεὶς Ἐλεάζαρος κάραν,
Ψυχοβλαβῶν ἀπῆλθε κρείττων ῥευμάτων.
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τοῦ ἔκαψαν τὸ κεφάλι.
Ὁ Ἅγιος Κήρυκος ὁ Μάρτυρας
Τοῦ δημίου φήσαντος· Οὐ τμηθῇς θύων.
Κλίνας κάραν Κήρυκος, εἶπεν· Οὐ θύω.
Μαρτύρησε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Μάρτυρας
Τῷ Θεοδώρῳ θεῖος ἐνσκήπτει πόθος,
Τυχεῖν ποθεινῶν δωρεῶν διὰ ξίφους.
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Πολύευκτος ὁ Μάρτυρας
Ἰὼβ καθέδραν, φημὶ δὴ τὴν κοπρίαν,
Ὁ Πολύευκτος εἶχεν εἰς τιμωρίαν.
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν ἔχωσαν μέσα σὲ κοπριά.
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ὁ Θαυματουργός Ἀρχιεπίσκοπος Προκοννήσου (Προικοννήσου)
Τὸν Τιμόθεον, τὸν Προκοννήσου θύτην,
Τιμᾷ Θεὸς πρίν, νῦν τε θαυματουργίαις.
Ἔζησε στὰ μέσα του 6ου αἰῶνα, ἐπὶ βασιλέων Ἰουστίνου τοῦ Θράκας καὶ ἀνεψιοῦ του Ἰουστινιανοῦ τοῦ Μεγάλου.
Λόγω τῆς μεγάλης του ἀρετῆς, ἔγινε ἐπίσκοπος Προκοννήσου ἢ Προικοννήσου, καὶ ποὺ σήμερα λέγεται Μαρμαράς. Τὰ ποιμαντικά του καθήκοντα ἐξάσκησε ἄριστα διὰ τῆς πραότητάς του καὶ διὰ τῆς προσευχῆς. Κάποτε μάλιστα θεράπευσε καὶ τὴν κόρη τοῦ βασιλιὰ Ἰουστινιανοῦ ἀπὸ δαιμόνιο.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 1η Αὐγούστου. Ἀργότερα ἡ βασίλισσα Θεοδώρα, πρὸς ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης στὸν Ἅγιο, ἔκτισε Μονὴ στὸ ὄνομά του, ἐκεῖ ὅπου βρέθηκε τὸ ἅγιο λείψανό του. Ἐκεῖ κοντὰ μάλιστα, βρέθηκε καὶ πηγὴ ἁγιάσματος.
Οἱ Ἅγιοι Μήνης (ἢ Μηνός) καὶ Μηναῖος καὶ οἱ λοιποὶ ἐν τῷ Βιγλεντίῳ, πλησίον τοῦ χαλκοῦ Τετραπύλου
Mήνης κατοικεί συγκάτοικον νυν έχων,
Mηναίον ένθα ουδαμώς μήνη πέλει.
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.
Ὁ Ἅγιος Ethelwald (Ἀγγλοσάξωνας)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθήναι 1985.
Όσιος Αντώνιος ο νέος ο Θαυματουργός
Για τον βίο του Οσίου Αντωνίου του νέου του Θαυματουργού βλέπε στις 17 Ιανουαρίου.
Σύναξη της Παναγίας Ταυριώτισσας στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου Ταύρου
Η περίπυστος εικόνα της Παναγίας μεταφέρθηκε από τη Μικρά Ασία το 1922 μ.Χ., κατά την περίοδο της Εθνικής μας τραγωδίας και φυλασσόταν στο υπόγειο παρεκκλήσιο του Αγίου Δημητρίου, καθώς ήταν κατεστραμμένη από τη φωτιά και την φθορά του χρόνου. Όταν εν τέλει και μετά από πολλές προσπάθειες αποκαταστάθηκε, αποκαλύφθηκε μια μοναδική εικόνα της Παναγίας που στα πόδια Της κάθεται το Θείο Βρέφος.
Οι ενορίτες της περιοχής στο άκουσμα της ιερότητας αλλά και της ιερότητας της Εικόνας, προσήλθαν αθρόα και γέμισαν τον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου για να προσευχηθούν και να τελέσουν παράκληση. Όλος ο λαός συμμετείχε προσευχόμενος. Η εικόνα της Παναγίας ήταν καλυμμένη με ένα λευκό ασπροκέντι. Λίγο πριν τελειώσει η Παράκληση, την ώρα που ψαλλόταν το Θεοτοκίον «Την ωραιότητα της Παρθενίας Σου», ο ιερέας του Ναού αποκάλυψε την εικόνα και οι πιστοί είδαν για πρώτη φορά την Εικόνα της Παναγίας που ήλθε από την Μικρά Ασία το 1922 μ.Χ.
Ακολούθησαν εκδηλώσεις χαράς και συγκίνησης.
Με προτροπή του ιερέα του Ναού, ο οποίος ρώτησε το εκκλησίασμα, να ονομασθεί η Ιερά Εικόνα «Παναγία Ταυριώτισσα», ώστε να συνδέει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον αυτή της ευλογημένης ενορίας, που ιδρύθηκε από προγόνους εκ της Μικράς Ασίας το 1927 μ.Χ., όλος ο λαός βροντοφώναξε «Η Παναγία μας η Ταυριώτισσα». Κατ’ αυτόν τον τρόπο επισφραγίστηκε η ονοματοδοσία της θαυματουργής αυτής εικόνας την 1η Αυγούστου 2007 μ.Χ. και καθιερώθηκε αυτήν την ημερομηνία να τιμάται. Το σημαντικότερο όμως ήταν πως, όταν ο ιερέας ενημέρωσε τον τότε Δήμαρχο Ταύρου κ. Δημήτριο Σούτο για την, δια βοής, επιθυμία των ενοριτών να ονομαστεί η θαυματουργός εικόνα «Παναγία Ταυριώτισσα» και να εορτάζεται κάθε 1η Αυγούστου, εκείνος αποκάλυψε ότι από πληροφορίες που είχε συλλέξει, η συγκεκριμένη εικόνα της Παναγίας, ήλθε πράγματι από τον Ταύρο της Μικράς Ασίας, γεγονός που αποδεικνύει, τον θαυμαστό τρόπο που αποκαλύφθηκε η Παναγία στους πιστούς.
Πηγές:http://www.saint.gr/08/01/index.aspx
https://www.synaxarion.gr/gr/m/8/d/1/sxsaintlist.aspx
«Πᾶνος»