Ψυχοσάββατο
Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, λέγεται - «Σάββατο των
Ψυχών» ή Ψυχοσάββατο. Είναι το πρώτο από τα δύο Ψυχοσάββατα του έτους
(το δεύτερο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της
Πεντηκοστής).
Ο λόγος που το καθιέρωσε η Εκκλησία μας, παρ' ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι ο εξής: Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθαναν μικροί ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα ή στα όρη και τους κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσύνων, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν το μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων των άπ' αιώνος εύσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών».
Επειδή την Κυριακή της Απόκρεω ποιούμε ανάμνηση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και οι κεκοιμημένοι μας ακόμη δεν κρίθηκαν, τους μνημονεύουμε σήμερα και, επικαλούμενοι το άπειρο έλεός Του, παρακαλούμε τον Θεό με το μνημόσυνο πού κάνουμε, να τους αναπαύσει. Συγχρόνως δε, ενθυμούμενοι και εμείς το θάνατο και «διεγειρόμεθα προς μετάνοιαν...».
Ο λόγος που το καθιέρωσε η Εκκλησία μας, παρ' ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι ο εξής: Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθαναν μικροί ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα ή στα όρη και τους κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσύνων, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν το μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων των άπ' αιώνος εύσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών».
Επειδή την Κυριακή της Απόκρεω ποιούμε ανάμνηση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και οι κεκοιμημένοι μας ακόμη δεν κρίθηκαν, τους μνημονεύουμε σήμερα και, επικαλούμενοι το άπειρο έλεός Του, παρακαλούμε τον Θεό με το μνημόσυνο πού κάνουμε, να τους αναπαύσει. Συγχρόνως δε, ενθυμούμενοι και εμείς το θάνατο και «διεγειρόμεθα προς μετάνοιαν...».
Ὁ Ἅγιος Λέων πάπας Ρώμης
Ψυχὴν ὁ θεῖος ἐξερεύγεται Λέων,
Καὶ δαιμόνων φάλαγξιν ἐμβάλλει φόβον.
Ὀγδοάτῃ δεκάτῃ τε Λέων ἠρεύξατο θυμόν.
Ὁ Ἅγιος Λέων γεννήθηκε στὴ Ρώμη περὶ τὰ τέλη τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Μαρκιανοῦ καὶ Πουλχερίας (450 – 457 μ.Χ.). Διετέλεσε διάκονος τῶν Ἐπισκόπων Ρώμης Καλλίστου καὶ Σίξτου (432 – 440 μ.Χ.) καὶ ἐξαιτίας τῆς πολλῆς ἀρετῆς, τῆς συνέσεως καὶ τῆς καθαρότητας τοῦ βίου του χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ρώμης στὶς 29 Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 440 μ.Χ.
Κατὰ τὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Χαλκηδόνα, τὸ ἔτος 451 μ.Χ., προσέφερε μεγάλη ὑπηρεσία στὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια διὰ τῆς ἐνεργοῦ καὶ φωτισμένης συμβολῆς του. Ἀπέστειλε σὲ αὐτὴν τέσσερις ἀντιπροσώπους του, ἡ δὲ ἐπιστολὴ τὴν ὁποία ἀπηύθυνε πρὸς τὴ Σύνοδο καθόριζε μὲ ὅλη τὴν ἀκρίβεια καὶ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὶς δύο φύσεις τοῦ Κυρίου, τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη.
Ὁ Ἅγιος Λέων κοιμήθηκε σὲ βαθὺ γῆρας στὶς 10 Νοεμβρίου 460 μ.Χ. μὲ εἰρήνη καὶ ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, ὀρθοδοξίᾳ, ὑπεστήριξας, τὴν Ἐκκλησίαν, ὡς πολύφωνον τοῦ πνεύματος ὄργανον· ἐκ γὰρ Δυσμῶν ἀναλάμψας ὡς ἥλιος, αἱρετικῶν τὴν ἀπάτην ἐμείωσας· Λέων Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερο Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν ὀρθοδόξων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Λέον σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος, Πρέσβευε
Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθήναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐπὶ θρόνου ἔνδοξε, ἱερωσύνης καθίσας, καὶ λεόντων στόματα, τῶν λογικῶν ἀποφράξας, δόγμασιν, ἐν θεοπνεύστοις σεπτῆς Τριάδος, ηὔγασας, φῶς τῇ σῇ ποίμνῃ θεογνωσίας· διὰ τοῦτο ἐδοξάσθης, ὡς θεῖος μύστης Θεοῦ τῆς χάριτος.
Μεγαλυνάριον.
Βρυχήματι Λέον βασιλικῷ τῶν θεοτυπώτων, καὶ σοφῶν σου ὑποθηκῶν, ὡς θῶας καὶ λύκους, αἱρετικῶν τὰ σμήνη, τῆς θεολέκτου ποίμνης, σκορπίζεις πάντοτε.
Οἱ Ἅγιοι Λέων καὶ Παρηγόριος οἱ Μάρτυρες οἱ ἐν Πατάροις τῆς Λυκίας Ἀθλήσαντες
Eις τον Παρηγόριον.
Παρηγόριος σάρκα δοὺς εἰς αἰκίας,
Ἔχει παρηγόρημα τὰ στέφη μέγα.
Eις τον Λέοντα.
Ἕλκων ἄνωθεν ἰσχὺν ἐκ Θεοῦ Λέων,
Ἕξεις βιαίως ὡς λέων ἐκαρτέρει.
Οἱ Συναξαριστὲς σημειώνουν ὅτι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Λέων καὶ Παρηγόριος συνελήφθησαν στὰ Πάταρα τῆς Λυκίας. Πρῶτος συνελήφθη ὁ Ἅγιος Παρηγόριος, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε διὰ πολλῶν καὶ ποικίλων βασάνων.
Ὁ Ἅγιος Λέων προσευχόταν στὸν τόπο, ὅπου ἔριξαν τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Παρηγορίου καὶ ἔκλαιγε γιὰ τὸν θάνατο τοῦ ἀγαπημένου του φίλου καὶ Μάρτυρα, ἐπιθυμώντας νὰ ἀκολουθήσει καὶ αὐτὸς τὴν ὁδὸ τοῦ μαρτυρίου. Καὶ ἡ εὐκαιρία βρέθηκε.
Σὲ κάποια ἑορτὴ τῶν Ἐθνικῶν ὁ Λέων πλησίασε στὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ καὶ συνέτριψε τὰ κηροπήγια καὶ τοὺς λύχνους τῶν εἰδώλων, ἐνῷ ἔψαλε ὕμνους πρὸς τὸν Κύριο. Ἀμέσως συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα τοῦ τόπου, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ἀμέσως τὰ βασανιστήρια ἄρχισαν. Τὸν χτύπησαν μὲ βούνευρα καὶ τὸν ἔσυραν σὲ γκρεμό, ὅπου τὸν ἔριξαν. Ἔτσι ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου ὁ ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ Λέων.
Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ὁ Ὁμολογητής καὶ Θαυματουργὸς Ἐπίσκοπος Σινάου
Ὂν ἠγάπησας, Ἀγαπητέ, Δεσπότην,
Οὗτος καλεῖ σε πρὸς τόπους, οὓς ἠγάπας.
Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία καὶ γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς. Ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.). Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀναχώρησε γιὰ μοναστήρι κοντὰ στὴ Σίναο καὶ ἔγινε μοναχός. Ἀγαπήθηκε ἀπὸ τὸν Ἡγούμενο, ἐξαιτίας τῆς ἐνάρετης ζωῆς του καὶ διδάχθηκε τὰ ἱερὰ γράμματα. Ἔλαβε δὲ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸ χάρισμα τῶν θαυμάτων. Μὲ τὴν προσευχὴ θανάτωσε δράκοντα μεγάλο, ποὺ φανερώθηκε κοντὰ στὸ μοναστήρι καὶ ἀφάνιζε ἀνθρώπους καὶ ζῶα καὶ εὐεργετοῦσε τοὺς προστρέχοντες σὲ αὐτόν.
Ἀργότερα, ἐπὶ αὐτοκράτορα Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.), ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς προσελήφθη στὸ στράτευμα. Ἐκεῖ εἶδε νὰ βασανίζονται γιὰ τὴν πίστη τους στὸν Χριστὸ οἱ καλλίνικοι Μάρτυρες Βικτώριος, Δωρόθεος, Θεόδουλος, Ἀγρίππας καὶ ἄλλοι πολλοί. Ἀμέσως θέλησε καὶ αὐτὸς νὰ γίνει κοινωνὸς τοῦ μαρτυρίου τους. Καὶ ἐνῶ ἐκεῖνοι ἐτελειώθησαν ἐν Χριστῷ διὰ τοῦ ξίφους, αὐτὸς διαφυλάχθηκε σῶος καὶ ἀβλαβής, ἂν καὶ τὸν κτύπησαν μὲ ἀκόντιο, κατ’ οἰκονομία Θεοῦ, γιὰ νὰ ὁδηγήσει πολλοὺς στὴ σωτηρία.
Μετὰ τὴν στρατιωτικὴ θητεία καὶ ὅταν πλέον αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντίνος (324 – 337 μ.Χ.), ὁ Ἅγιος Ἀγαπητὸς ἐπιδόθηκε στὴ μελέτη τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου καὶ ὁ Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Σινάου τὸν χειροτόνησε Πρεσβύτερο. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἐπισκόπου του καὶ ὕστερα ἀπὸ κοινὴ γνώμη κλήρου καὶ λαοῦ, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος.
Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ἀφοῦ ἀρχιεράτευσε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Οἱ Ἅγιοι Ἀγρίππας, Βικτωρίνος, Δωρόθεος καὶ Θεόδουλος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες, μαρτύρησαν ἐπὶ βασιλείας Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.). Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.
Ὁ Ἅγιος Πιούλιος ὁ Μάρτυρας
Παν Πιούλιος είπεν ήλπιζον πάθος,
Mόνον δε τμηθείς, ου πέπονθα ζημίαν
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πιούλιος μαρτύρησε διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς ὁ ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς τοῦ Γιαχρὸμ γεννήθηκε στὴ Ρωσία τὸν 15ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀρχικὰ ἦταν ὑπηρέτης κάποιου εὐγενοῦς, τὸν ὁποῖο φρόντιζε κατὰ τὸν χρόνο τῆς ἀσθένειάς του καὶ τοῦ διάβαζε βιβλία.
Κάποτε, ὅταν ὁ Ὅσιος ταξίδευε, ἐμφανίσθηκε σὲ αὐτὸν στὴ δασώδη περιοχὴ τοῦ ποταμοῦ Γιαχρόμ, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος λέγοντάς του νὰ γίνει μοναχὸς καὶ νὰ ἀνεγείρει μονή. Ἔτσι ὁ Ὅσιος μετέβη στὸ Κίεβο, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων καὶ κατόπιν ἐπέστρεψε στὸ Γιαχρόμ, γιὰ νὰ κτίσει ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου.
Μὲ τὴν βοήθεια τῶν Χριστιανῶν τῆς περιοχῆς ἔκτισε τὸ ναὸ καὶ ἵδρυσε μονὴ τῆς ὁποίας ἐξελέγη ἡγούμενος.
Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας τὸ ἔτος 1492 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τὴν ὁποία εἶχε ἱδρύσει. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται καὶ στὶς 18 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς εἰκόνος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Γιαχρόμ.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Πατριάρχης Γεωργίας
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἀρχιεράτευσε κατὰ τὰ ἔτη 1584 – 1591 ὡς Πατριάρχης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Πηγὲς:http://www.saint.gr/02/18/index.aspx
http://www.synaxarion.gr/gr/m/2/d/18/sxsaintlist.aspx
«Πᾶνος»