ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ[:Ματθ.21,18-43]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΓΕΩΡΓΩΝ
[Μέρος τέταρτο: ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων Ματθ.21,33-42]
«Ἂλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπὸς τίς ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν(:ἀκοῦστε καὶ ἄλλη παραβολή: ἕνας ἄνθρωπος οἰκοδεσπότης φύτεψε ἀμπέλι καὶ ὕψωσε γύρω ἀπὸ αὐτὸ ἕνα φράκτη καὶ ἔσκαψε μέσα σὲ αὐτὸ ἕνα πατητήρι καὶ μία δεξαμενὴ καὶ ἔκτισε πύργο, γιὰ νὰ μένουν οἱ ἐργάτες καὶ οἱ φύλακες· ἐμπιστεύτηκε αὐτὸ σὲ κάποιους γεωργοὺς καὶ ἀναχώρησε σὲ ἄλλη χώρα).
ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ(:ὅταν λοιπὸν πλησίασε ὁ καιρὸς τοῦ τρυγητοῦ, ἔστειλε τοὺς δούλους του στοὺς γεωργούς, γιὰ νὰ πάρουν τοὺς καρποὺς ποὺ αὐτὸς δικαιούνταν). καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὃν μὲν ἔδειραν, ὃν δὲ ἀπέκτειναν, ὃν δὲ ἐλιθοβόλησαν(:οἱ γεωργοί, ὅμως, ὄντας μοχθηροὶ καὶ ἄπληστοι, συνέλαβαν τοὺς δούλους καὶ ἄλλον ἔδειραν, ἄλλον φόνευσαν, ἄλλον λιθοβόλησαν). πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως(:Πάλι ὁ οἰκοδεσπότης ἔστειλε ἄλλους δούλους, περισσοτέρους ἀπὸ τοὺς πρώτους καὶ ἔκαμαν καὶ σὲ αὐτοὺς τὰ ἴδια). ὕστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου(:ὕστερα ἐπίσης ἔστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱό του λέγοντας: ''Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ θὰ ντραποῦν τοὐλάχιστον τὸ παιδί μου''). οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ(:οἱ γεωργοὶ ὅμως, ὅταν εἶδαν τὸν υἱό, εἶπαν μεταξύ τους: ''Αὐτὸς εἶναι ὁ κληρονόμος· ἐλᾶτε, ἂς τὸν φονεύσουμε καὶ ἂς καταλάβουμε ὁριστικὰ πλέον ἐμεῖς τὴν κληρονομία του). καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ ἀπέκτειναν(:καὶ ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν, τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὸ ἀμπέλι καὶ ἐκεῖ τὸν φόνευσαν).
Ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις;(: Μετὰ ἀπὸ τὴ διήγηση τῆς παραβολῆς ρώτησε ὁ Χριστὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ: "ὅταν λοιπὸν ἔλθει ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνα, τί θὰ κάμει στοὺς γεωργοὺς ἐκείνους;"). λέγουσιν αὐτῷ· κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν(:Καὶ αὐτοὶ τοῦ ἀπάντησαν: "τόσο κακοὶ ποὺ ὑπῆρξαν, μὲ τὸν χειρότερο θάνατο θὰ τοὺς ἐξολοθρεύσει καὶ θὰ ἐμπιστευτεῖ σὲ ἄλλους γεωργοὺς τὸν ἀμπελῶνα, οἱ ὁποῖοι θὰ δώσουν σὲ αὐτὸν τοὺς ὀφειλόμενους καρποὺς στὴν κατάλληλη ἐποχή"). λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;(:Λέγει σὲ αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς: "οὐδέποτε λοιπὸν διαβάσατε στὶς Γραφές: «λίθο, [δηλαδὴ Ἐμένα], τὸν ὁποῖο ἀπέρριψαν ὡς ἀκατάλληλο οἱ χτίστες, [ἐσεῖς, δηλαδή, οἱ οἰκοδόμοι τοῦ λαοῦ], ἔγινε ἀκρογωνιαῖος λίθος στὴν πνευματικὴ οἰκοδομὴ τοῦ Θεοῦ, [δηλαδὴ στὴν Ἐκκλησία] ἡ ὁποία ἔγινε παρὰ τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι ἀξιοθαύμαστη στοὺς ὀφθαλμοὺς μας;»). διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν ὅτι ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς(:Γιὰ τοῦτο σᾶς λέγω ὅτι θὰ ἀφαιρεθεῖ ἀπό σᾶς ἡ βασιλεία [καὶ ἡ ἰδιαίτερη προστασία τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ δοθεῖ σὲ ἔθνος, ποὺ θὰ παράγει καρπούς [δηλαδὴ ἔργα ἀγαθά, ποὺ εἶναι οἱ καρποὶ τῆς βασιλείας αὐτῆς])· καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν(:καὶ ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος θὰ πέσει μὲ ἐχθρικὲς διαθέσεις ἐναντίον τοῦ ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ λίθου, θὰ κατατσακιστεῖ. Καὶ σὲ ὅποιον πέσει ἐπάνω ὁ βαρὺς αὐτὸς λίθος, θὰ τὸν κάμει συντρίμμια καὶ σκόνη[Ὅποιος δηλαδὴ πολεμήσει τὸν Χριστό, θὰ ἀντικρίσει τὴν ὀργή Του καὶ θὰ καταλήξει στὸν ὄλεθρο καὶ τὸν ἀφανισμὸ {ἑρμηνεία Παναγιώτου Τρεμπέλα}]).
καὶ ἀκούσαντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τὰς παραβολὰς αὐτοῦ ἔγνωσαν ὅτι περὶ αὐτῶν λέγει· καὶ ζητοῦντες αὐτὸν κρατῆσαι ἐφοβήθησαν τοὺς ὄχλους ἐπειδὴ ὡς προφήτην αὐτὸν εἶχον(:καὶ ὅταν ἄκουσαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τίς παραβολές Του, ἐννόησαν πλέον ὅτι γι᾿ αὐτοὺς ὁμιλεῖ καὶ σὲ αὐτοὺς ἀναφέρεται. Καὶ παρόλο ποὺ ζητοῦσαν νὰ Τὸν συλλάβουν, δὲν τόλμησαν, ἐπειδὴ φοβήθηκαν τὸν λαό, ὁ ὁποῖος Τὸν θεωροῦσε προφήτη καὶ Τὸν τιμοῦσε)»[Ματθ.21,33-42].
................................................................................................................................................................................................
Πολλὰ ὑπαινίσσεται μὲ τὴν παραπάνω παραβολὴ ὁ Κύριος· τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔδειξε πρὸς τοὺς Ἰουδαίους ἀπὸ ψηλά, τὴ φονικὴ διάθεση ποὺ εἶχαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ οἱ Ἰουδαῖοι, τὸ ὅτι δὲν παραλείφθηκε τίποτε ἀπὸ ὅσα ἔπρεπε γιὰ τὴ φροντίδα τους, τὸ ὅτι ὄχι μόνο δὲν τοὺς ἀποστράφηκε ὁ Θεὸς καὶ ὅταν ἀκόμη φόνευσαν τοὺς προφῆτες, ἀλλὰ ἀπέστειλε ἀκόμη καὶ τὸν Υἱό του γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσει νὰ σωθοῦν· τὸ ὅτι ἕνας καὶ ὁ αὐτὸς εἶναι ὁ Θεὸς τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὸ ὅτι θὰ ἐπιτύχει μὲ τὸν θάνατό Του πολλά, τὸ ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ὑφίστανται τὴ βαριὰ τιμωρία γιὰ τὴ σταύρωση καὶ τὸ τόλμημά τους ἐκεῖνο· τὴν πρόσκληση τῶν ἐθνῶν καὶ τὴν ἔκπτωση τῶν Ἰουδαίων. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τοποθετεῖ τὴν παραβολὴ αὐτὴ στὴ σειρὰ ἀμέσως μετὰ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ εἶχε προηγηθεῖ(: ἡ παραβολὴ τῶν δύο γιῶν, ποὺ ὁ ἕνας ἀρχικὰ εἶπε ὅτι θὰ ἔκανε τὸ θέλημα τοῦ πατέρα του καὶ δὲν τὸ ἔκανε, ἐνῶ ὁ δεύτερος ἦταν αὐτὸς ποὺ μολονότι ἀρχικὰ ἀρνήθηκε, ἔπειτα μετανόησε καὶ τὸ ἔκανε: Ματθ.21,28-32), γιὰ νὰ δείξει ὅτι τὸ ἔγκλημα τῶν Ἰουδαίων εἶναι πολὺ μεγάλο καὶ δύσκολα συγχωρεῖται.
................................................................................................................................................................................................
Πολλὰ ὑπαινίσσεται μὲ τὴν παραπάνω παραβολὴ ὁ Κύριος· τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔδειξε πρὸς τοὺς Ἰουδαίους ἀπὸ ψηλά, τὴ φονικὴ διάθεση ποὺ εἶχαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ οἱ Ἰουδαῖοι, τὸ ὅτι δὲν παραλείφθηκε τίποτε ἀπὸ ὅσα ἔπρεπε γιὰ τὴ φροντίδα τους, τὸ ὅτι ὄχι μόνο δὲν τοὺς ἀποστράφηκε ὁ Θεὸς καὶ ὅταν ἀκόμη φόνευσαν τοὺς προφῆτες, ἀλλὰ ἀπέστειλε ἀκόμη καὶ τὸν Υἱό του γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσει νὰ σωθοῦν· τὸ ὅτι ἕνας καὶ ὁ αὐτὸς εἶναι ὁ Θεὸς τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὸ ὅτι θὰ ἐπιτύχει μὲ τὸν θάνατό Του πολλά, τὸ ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ὑφίστανται τὴ βαριὰ τιμωρία γιὰ τὴ σταύρωση καὶ τὸ τόλμημά τους ἐκεῖνο· τὴν πρόσκληση τῶν ἐθνῶν καὶ τὴν ἔκπτωση τῶν Ἰουδαίων. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τοποθετεῖ τὴν παραβολὴ αὐτὴ στὴ σειρὰ ἀμέσως μετὰ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ εἶχε προηγηθεῖ(: ἡ παραβολὴ τῶν δύο γιῶν, ποὺ ὁ ἕνας ἀρχικὰ εἶπε ὅτι θὰ ἔκανε τὸ θέλημα τοῦ πατέρα του καὶ δὲν τὸ ἔκανε, ἐνῶ ὁ δεύτερος ἦταν αὐτὸς ποὺ μολονότι ἀρχικὰ ἀρνήθηκε, ἔπειτα μετανόησε καὶ τὸ ἔκανε: Ματθ.21,28-32), γιὰ νὰ δείξει ὅτι τὸ ἔγκλημα τῶν Ἰουδαίων εἶναι πολὺ μεγάλο καὶ δύσκολα συγχωρεῖται.
Πῶς καὶ μὲ ποιό τρόπο ἐπιτυγχάνει νὰ τὸ δείξει αὐτό; Διότι, ἐνῶ τόσο πολύ τοὺς φρόντισε ὁ Θεός, ἐν τούτοις τοὺς ὑποσκέλισαν οἱ πόρνες καὶ οἱ τελῶνες καὶ μάλιστα τοὺς ὑποσκέλισαν σὲ πολὺ μεγάλο βαθμό. Πρόσεχε ὅμως καὶ τοῦ Θεοῦ τὴ μεγάλη πρόνοια γι᾿ αὐτοὺς καὶ τὴν ἀπερίγραπτη ἀδράνειά τους. Πραγματικά, αὐτὰ ποὺ ἦσαν ἔργο καὶ ἀποστολὴ τῶν γεωργῶν, τὰ ἀνέλαβε καὶ τὰ ἔκανε ὁ Ἴδιος· τοποθέτησε δηλαδὴ τὸν φράκτη, φύτεψε τὴν ἄμπελο καὶ ὅλα τὰ ἄλλα ποὺ ἔκανε· σὲ αὐτοὺς ἄφησε ἕνα μικρὸ ἔργο, τὸ νὰ φροντίζουν γιὰ τὴν ἄμπελο καὶ νὰ διαφυλάξουν αὐτὰ ποὺ τοὺς ἐμπιστεύτηκε· διότι τίποτε δὲν παραλείφθηκε, ἀλλὰ τὰ πάντα ἔγιναν στὴν ἐντέλεια. Καὶ ὅμως οὔτε καὶ ἔτσι κέρδισαν τίποτε, καὶ ὅλα αὐτὰ παρὰ τίς τόσες εὐεργεσίες καὶ τὴν τόση φροντίδα καὶ ἐπιμέλεια ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ γι᾿ αὐτούς. Διότι, ὅταν ἐξῆλθαν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, καὶ νόμο τοὺς ἔδωσε, καὶ πόλη τοὺς ἔκτισε, καὶ ναὸ τοὺς οἰκοδόμησε, καὶ θυσιαστήριο τοὺς κατασκεύασε. «Καὶ ἀπεδήμησεν (:καὶ ἔφυγε γιὰ ἄλλη χώρα)», δηλαδὴ ἔδειξε μακροθυμία, δὲν τοὺς τιμωροῦσε πάντοτε ἀμέσως μετὰ τὴ διάπραξη τῶν ἁμαρτιῶν· δηλαδὴ «ἀποδημία» ἀποκαλεῖ τὴ μεγάλη μακροθυμία Του.
Καὶ «ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ (:ἀπέστειλε τοὺς δούλους του)», δηλαδὴ τοὺς προφῆτες, «λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ(:γιὰ νὰ παραλάβουν τοὺς καρποὺς ποὺ τοῦ ἀνῆκαν)», δηλαδὴ τὴν ὑπακοὴ ποὺ θὰ ἀποδεικνυόταν μὲ τὰ ἀγαθὰ ἔργα τους. Οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ἔδειξαν τὴν κακία τους, ὄχι μόνο διότι δὲν ἀπέδωσαν τοὺς καρπούς, ἂν καὶ ἔτυχαν τόσης μεγάλης φροντίδας ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, πρᾶγμα ποὺ ἀποδεικνύει τὴν ἀδιαφορία τους, ἀλλὰ καὶ μέ τὸ ὅτι φέρθηκαν μὲ σκληρότητα πρὸς τοὺς ἀπεσταλμένους Του. Διότι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἶχαν νὰ δώσουν καρπούς, μολονότι ἦσαν ὀφειλέτες, δὲν ἔπρεπε νὰ ἀγανακτοῦν, οὔτε νὰ ἐπιδεικνύουν σκληρότητα καὶ ἀγριότητα, ἀλλὰ νὰ παρακαλοῦν γιὰ ἔλεος. Αὐτοὶ ὅμως, ὄχι μόνο ἀγανάκτησαν, ἀλλὰ καὶ γέμισαν τὰ χέρια τους μὲ αἷμα, καί, ἂν καὶ ἔπρεπε οἱ ἴδιοι ὡς ἔνοχοι νὰ τιμωρηθοῦν, ζήτησαν αὐτοὶ νὰ γίνουν τιμωροί. Γιὰ τοῦτο ἔστειλε καὶ δεύτερους καὶ τρίτους ἀπεσταλμένους, γιὰ νὰ ἀποδειχθεῖ καὶ ἡ κακία τους καὶ ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ.
Καὶ γιατί δὲν ἔστειλε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὸν Υἱό Του, γιὰ νὰ ἔλθουν σὲ ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ τους ἀπὸ ὅσα ἔκαναν εἰς βάρος τῶν ἀπεσταλμένων Του καὶ ἀφοῦ ἀφήσουν τὴν ὀργή τους, νὰ ντραποῦν Αὐτόν, ὅταν θὰ ἐρχόταν; Ὑπάρχουν βέβαια καὶ ἄλλοι λόγοι, ἀλλὰ τώρα ἐπὶ τοῦ παρόντος ἂς προχωρήσουμε στὴ συνέχεια τῆς παραβολῆς. Τί σημαίνει λοιπὸν ἡ φράση: «ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου(:ἴσως νὰ ντραποῦν τὸν Υἱὸ μου)»; Δὲν σημαίνει ὅτι εἶχε ἄγνοια ὁ Θεὸς γιὰ τὸ πῶς ἐπρόκειτο οἱ Ἰουδαῖοι νὰ συμπεριφερθοῦν καὶ στὸν ἴδιο του τὸν Υἱό, μὴ γένοιτο, ἀλλὰ θέλει νὰ δείξει μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὅτι τὸ ἁμάρτημα εἶναι μεγάλο καὶ στερεῖται κάθε ἀπολογίας· διότι Αὐτὸς Τὸν ἔστειλε, ἂν καὶ γνώριζε ὅτι θὰ Τὸν φονεύσουν. Καὶ λέει ὅτι «ἴσως νὰ ντραποῦν», γιὰ νὰ δείξει τί ἔπρεπε νὰ γίνει, ὅτι δηλαδὴ ἔπρεπε νὰ ντραποῦν. Διότι σὲ ἄλλη περίπτωση,[καί, πιὸ συγκεκριμένα, στὸν προφήτη Ἰεζεκιήλ] λέγει: «ἐὰν ἄρα ἀκούσωσιν ἢ πτοηθῶσι -διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί- καὶ γνώσονται ὅτι προφήτης εἶ σὺ ἐν μέσῳ αὐτῶν(:μήπως καὶ θελήσουν νὰ ὑπακούσουν στὰ λόγια μου ἢ ἁπλῶς νὰ καταπτοηθοῦν, διότι εἶναι γένος καὶ λαός, ποὺ πάντοτε μὲ παραπικραίνει μὲ τίς παραβάσεις τῶν ἐντολῶν μου καὶ ὁπωσδήποτε θὰ μάθουν ὅτι ἀνάμεσά τους ὑπάρχει ἕνας προφήτης, ὁ ὁποῖος εἶσαι ἐσύ)»[Ἰεζ.2,5]· οὔτε καὶ ἐκεῖ δείχνει ἄγνοια, ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ λέγουν ὁρισμένοι ἀγνώμονες ὅτι ἡ πρόρρησή Του ἔγινε ἀναγκαστικὴ αἰτία τῆς παρακοῆς τους, γιὰ τοῦτο ὁμιλεῖ κατὰ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ χρησιμοποιεῖ αὐτὲς τίς φράσεις καὶ λέγει· «μὴν τυχὸν» καὶ «ἴσως». Διότι καὶ ἂν ἀκόμη φάνηκαν ἀχάριστοι πρὸς τοὺς δούλους[δηλαδὴ τοὺς προφῆτες], ἔπρεπε νὰ σεβαστοῦν τὸ ἀξίωμα τοῦ Υἱοῦ.
Τί ἔκαναν ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι; Ἐνῶ ἔπρεπε νὰ τρέξουν καὶ νὰ πέσουν στὰ πόδια Του, ἐνῶ ἔπρεπε νὰ ζητήσουν συγνώμη γιὰ τὰ ἁμαρτήματά τους, αὐτοὶ ἀγωνίζονται νὰ ὑπερβοῦν τὰ προηγούμενα ἐγκλήματά τους, ἐκδύονται καὶ ἀνακατεύονται μὲ τὰ μιάσματα καὶ διαρκῶς μὲ τὰ νέα πλημμελήματά τους καλύπτουν τὰ προηγούμενα. Αὐτὸ τὸ δήλωσε καὶ ὁ Κύριος ὅταν ἔλεγε: «ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοὶ ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας. καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν(:ὥστε ἐσεῖς οἱ ἴδιοι βεβαιώνετε ὅτι εἶστε γνήσιοι καὶ ἀντάξιοι ἀπόγονοι ἐκείνων, ποὺ φόνευσαν τοὺς προφήτες. Λοιπόν, ὁλοκληρῶστε καὶ ἐσεῖς τὸ ἔργο τῶν πατέρων σας, κάμετε ὅσα ἐκεῖνοι δὲν ἔκαμαν, φονεύσετε τὸν Μεσσία, γιὰ νὰ φθάσετε ἔτσι στὸ ἔσχατο ὅριο τῆς κακίας)»[Ματθ.23,31-32].
Ἐξάλλου καὶ οἱ προφῆτες τοὺς κατηγοροῦσαν ἀπὸ παλιὰ γιὰ αὐτὰ καὶ τοὺς ἔλεγαν: «Αἱ γὰρ χεῖρες ὑμῶν αἵματος πλήρεις(:τὰ χέρια σας εἶναι γεμᾶτα ἀπὸ αἵματα ἀθώων)»[Ἠσ.1,15] καί: «ἀρὰ καὶ ψεῦδος καὶ φόνος καὶ κλοπὴ καὶ μοιχεία κέχυται ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ αἵματα ἀφ᾿ αἵμασι μίσγουσι (:ἔχουν χυθεῖ καὶ πλημμυρίσει τὴ χώρα σας κατάρες, ψεύδῃ, φόνοι, κλοπές, μοιχεῖες, ἐνῶ τὰ αἵματα στὴ χώρα σας χύνονται συνεχῶς καὶ ἀνακατεύονται τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο)»[Ὠσ.4,2] καί: «οἱ οἰκοδομοῦντες Σιὼν ἐν αἵμασι καὶ Ἱερουσαλὴμ ἐν ἀδικίαις(:ἐσεῖς, οἱ ὁποῖοι οἰκοδομεῖτε τὰ σπίτια σας στὴ Σιῶν μὲ τὸ αἷμα τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ἀδυνάτων καὶ τίς κατοικίες σας στὴν Ἱερουσαλὴμ τίς οἰκοδομεῖτε μὲ τίς ἀδικίες ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν σᾶς)»[Μιχ.3,10]. Ὅμως, δὲν σωφρονίζονταν αὐτοί, ἂν καὶ αὐτὴν τὴν ἐντολὴ ἔλαβαν πρώτη, τὸ «οὐ φονεύσεις»[Ἔξ.20,15], δηλαδή, καὶ συγχρόνως διατάχθηκαν νὰ ἀποφεύγουν πολλὰ ἄλλα μὲ τὴν τήρηση αὐτῆς τῆς μεγάλης ἐντολῆς καὶ μὲ πολλοὺς καὶ ποικίλους τρόπους ὁδηγοῦνταν στὸ νὰ ἀποφεύγουν τὴν παράβαση τῆς ἐντολῆς αὐτῆς.
Ὅμως δὲν ἐγκατέλειψαν τὴν πονηρὴ ἐκείνη συνήθειά τους. Ἀλλὰ τί λέγουν ὅταν Τὸν εἶδαν; «Δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν(:ἐλᾶτε, ἂς Τὸν φονεύσουμε)». Μὲ ποιό σκοπὸ καὶ γιατί νὰ τὸ κάνετε αὐτό; Ποιά τέλος πάντων μικρὴ ἢ μεγάλη κατηγορία εἴχατε νὰ Τοῦ ἀποδώσετε; Τὸ ὅτι σᾶς τίμησε καί, ἂν καὶ ἦταν Θεός, ἔγινε ἄνθρωπος πρὸς χάρη σας καὶ ἔκανε τὰ ἀμέτρητα ἐκεῖνα θαύματα; Ἢ ἐπειδὴ συγχωροῦσε τὰ ἁμαρτήματα; Ἢ ἐπειδὴ σᾶς καλοῦσε στὴ Βασιλεία; Πρόσεξε, ὅμως, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀσέβειά τους καὶ τὴν μεγάλη ἀφροσύνη τους, καὶ τὴν αἰτία τῆς σφαγῇς, ποὺ ἦταν τελείως βλακώδης καὶ γεμάτη ἀπὸ μεγάλη παραφροσύνη: «δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν (:ἐλᾶτε, ἂς τὸν φονεύσουμε)», λέγει, «καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ(:καὶ θὰ γίνει ἔτσι ἡ ἄμπελος δική μας κληρονομία)».
Καὶ ποῦ σκέφτονται νὰ τὸν φονεύσουν; Ἔξω ἀπὸ τὴν ἄμπελο. Εἶδες πῶς προφητεύει καὶ τὸν τόπο, στὸν ὁποῖο ἐπρόκειτο νὰ θανατωθεῖ; «Καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ ἀπέκτειναν(:καὶ ἀφοῦ τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν ἄμπελο, τὸν φόνευσαν)».
Καὶ ὁ μὲν εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς λέγει ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε αὐτὸ ποὺ ἔπρεπε νὰ πάθουν αὐτοὶ καὶ ἐκεῖνοι ἀπάντησαν: «Μὴ γένοιτο»[Λουκ.20,16: «Τί οὖν ποιήσει αὐτοῖς ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος; ἐλεύσεται καὶ ἀπολέσει τοὺς γεωργοὺς τούτους, καὶ δώσει τὸν ἀμπελῶνα ἄλλοις. ἀκούσαντες δὲ εἶπον· μὴ γένοιτο(:''Τί λοιπὸν θὰ κάμει ἐναντίον αὐτῶν ὁ κύριος τοῦ ἀμπελιοῦ; Θὰ ἔλθει ὁ ἴδιος καὶ θὰ ἐξολοθρεύσει τοὺς γεωργοὺς αὐτοὺς καὶ θὰ δώσει τὸ ἀμπέλι σὲ ἄλλους". Μερικοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους, ποὺ ἦσαν ἐκεῖ, ὅταν ἄκουσαν τὴν παραβολὴ καὶ ἐννόησαν τὴ σημασία της, εἶπαν: ''Μὴ γένοιτο!'')» καὶ κατόπιν πρόσθεσε ὁ Ἰησοῦς τὴ μαρτυρία τῆς Γραφῆς· διότι λέγει παρακάτω ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς(Λουκ.20,17-18): «ὁ δὲ ἐμβλέψας αὐτοῖς εἶπε· τί οὖν ἐστι τὸ γεγραμμένον τοῦτο, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας;(:τοὺς κοίταξε κατάματα καὶ τοὺς εἶπε· Τί σημαίνει λοιπὸν αὐτὸ ποὺ ἔχει γραφεῖ ἀπὸ τοὺς προφῆτες :"λίθο, ποὺ τὸν ἀπέρριψαν ὡς ἀκατάλληλο οἱ οἰκοδόμοι, αὐτὸς ἔγινε κεφαλὴ καὶ ἀκρογωνιαῖος λίθος γιὰ ὅλη τὴν οἰκοδομή, καὶ ὁ καθένας ποὺ θὰ προσκόψει ἐπάνω στὸν λίθο αὐτόν, θὰ κατακομματιαστεῖ";)»].
Ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ὡστόσο λέγει ὅτι οἱ ἴδιοι διετύπωσαν τὴν ἀπόφαση [Ματθ.21,40-41] : «Ὃταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις; λέγουσιν αὐτῷ· κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν(:μετὰ τὴ διήγηση τῆς παραβολῆς, ρώτησε τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ ὁ Χριστός: "ὅταν λοιπὸν ἔλθει ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνα, τί θὰ κάμει στοὺς γεωργοὺς ἐκείνους;". Καὶ αὐτοὶ τοῦ ἀπάντησαν: "τόσο κακοὶ ποὺ ὑπῆρξαν, κακῶς θὰ τοὺς ἐξολοθρεύσει καὶ θὰ ἐμπιστευτεῖ σὲ ἄλλους γεωργοὺς τὸν ἀμπελῶνα, οἱ ὁποῖοι θὰ δώσουν σὲ αὐτὸν τοὺς ὀφειλόμενους καρποὺς στὴν κατάλληλη ἐποχή")». Ὅμως αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ ἀντίφαση μεταξὺ τῶν δύο εὐαγγελιστῶν, διότι συνέβησαν καὶ τὰ δύο· δηλαδὴ καὶ οἱ ἴδιοι μέσα τους ἔβγαλαν τὴν ἀπόφαση αὐτή, ἀλλὰ καὶ ὅταν πάλι ἀντιλήφθηκαν τὴ σημασία τῶν λόγων Του εἶπαν: «μὴ γένοιτο»· καὶ ἀκόμη τοὺς ἀνέφερε καὶ τὴ μαρτυρία τοῦ προφήτη Δαβίδ [Ψαλμ.117,22: «λίθον, ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας»], πείθοντάς τους ὅτι ὁπωσδήποτε θὰ συμβεῖ αὐτὸ καὶ ἔτσι θὰ γίνουν τὰ πράγματα.
Ἀλλὰ παρὰ ταῦτα οὔτε καὶ ἔτσι τοὺς ἀπεκάλυπτε καθαρὰ τοὺς ἐθνικούς, ὥστε νὰ μὴν τοὺς δώσει καμίαν ἀφορμὴ κατηγορίας καὶ δυσαρέσκειας, ἀλλὰ ἁπλῶς ἔκανε ἕναν ὑπαινιγμὸ μὲ τὰ λόγια: «θὰ παραδώσει τὴν ἄμπελο σὲ ἄλλους». Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ βέβαια τοὺς ὁμίλησε μὲ παραβολή, ὥστε αὐτοὶ οἱ ἴδιοι νὰ βγάλουν τὴν ἀπόφαση, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο συνέβῃ καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Δαβίδ, ὅταν ἔκρινε τὴν παραβολὴ τοῦ προφήτη Νάθαν[Β΄Βάσ.12,5: «καὶ ἐθυμώθη ὀργῇ Δαυὶδ σφόδρα τῷ ἀνδρί, καὶ εἶπε Δαυὶδ πρὸς Νάθαν· ζῇ Κύριος, ὅτι υἱὸς θανάτου ὁ ἀνὴρ ὁ ποιήσας τοῦτο(:ὁ Δαυὶδ κυριεύτηκε ἀπὸ μεγάλη ὀργὴ ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου ποὺ ἔλεγε ἡ παραβολὴ τοῦ προφήτη Νάθαν ὅτι, παρὰ τὰ δικά του πλούτη, ἅρπαξε τὴ μοναδικὴ προβατίνα ἑνὸς φτωχοῦ ἀνθρώπου καὶ εἶπε πρὸς τὸν Νάθαν: "ὁρκίζομαι ἐνώπιον τοῦ ζῶντος Κυρίου, ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ἔκαμε τοῦτο, εἶναι ὁπωσδήποτε ἄξιος θανάτου καὶ θὰ πρέπει νὰ θανατωθεῖ)»]. Ἐσὺ ὅμως σὲ παρακαλῶ πρόσεχε καὶ στὴν περίπτωση αὐτή [τῆς παραβολῆς τῶν κακῶν γεωργῶν] πόσο δίκαιη εἶναι ἡ ἀπόφαση τῆς τιμωρίας, τὴ στιγμὴ ποὺ καὶ οἱ ἴδιοι, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ τιμωρηθοῦν, καταδικάζουν τοὺς ἑαυτούς τους.
Ἀκολούθως γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦν ὅτι ὄχι μόνο ἡ φύση τοῦ δικαίου ἀπαιτοῦσε αὐτὴν τὴν ποινή, ἀλλὰ ὅτι καὶ ἡ χάρη τοῦ Πνεύματος ἐκ τοῦ οὐρανοῦ προέλεγε αὐτὸ καὶ ὅτι αὐτὴ ἦταν ἡ ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ, πρόσθεσε καὶ τὴ μαρτυρία τοῦ προφήτου καὶ τοὺς ἐπιτιμᾷ κατὰ τρόπο ποὺ νὰ νιώσουν ντροπή, λέγοντας τὰ ἑξῆς: «Δὲν ἀναγνώσατε ποτὲ στὶς Γραφάς, ὅτι τὸν λίθο, ποὺ τὸν ἀπέρριψαν ὡς ἀκατάλληλο οἱ οἰκοδόμοι, αὐτὸς ἔγινε ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος ποὺ στήριξε ὁλόκληρη τὴν οἰκοδομή; Αὐτὴ ἡ οἰκοδομὴ ἔγινε ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ εἶναι θαυμαστὴ ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν μας», δείχνοντας μὲ ὅλα αὐτὰ ὅτι αὐτοὶ μὲν ἐπρόκειτο νὰ ἐκδιωχθοῦν ἐξαιτίας τῆς ἀπιστίας τους, οἱ ἐθνικοὶ ὅμως ποὺ ὡς τότε εἰδωλολατρούσαν, καθὼς δὲν γνώριζαν τὸν ἀληθινὸ Θεό, θὰ εἰσάγονταν στὴ Βασιλεία. Τὸν ἴδιο ὑπαινιγμὸ ἔκανε μὲ τὴ Χαναναία[βλ. Ματθ.15,21-28], τὸ ἴδιο μὲ τὸν ὄνο, τὸ ἴδιο μὲ τὸν ἑκατόνταρχο καὶ μὲ πολλὲς ἄλλες παραβολές. Γιὰ τοῦτο καὶ πρόσθεσε:«Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν (:αὐτὸ ἔγινε ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ εἶναι θαυμαστὸ στὰ μάτια μας)», φανερώνοντας ἐκ τῶν προτέρων ὅτι οἱ ἐθνικοὶ ποὺ θὰ πιστέψουν, καὶ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους ὅσοι τυχὸν πιστέψουν, θὰ ἀποτελέσουν ἕνα σῶμα, ἂν καὶ τόση ἀπόσταση καὶ τόση διαφορὰ ὑπῆρχε προηγουμένως μεταξύ τους.
Στὴ συνέχεια, γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦν ὅτι τίποτε ἀπὸ ὅσα συμβαίνουν δὲν ἦταν ἀντίθετο πρὸς τὴν θέληση τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ὅτι Τοῦ ἦταν καὶ πολὺ ἀρεστὸ αὐτὸ ποὺ συνέβαινε καὶ συγχρόνως ἦταν καὶ παράδοξο καὶ προκαλοῦσε κατάπληξη στὸν καθένα ποὺ τὸ ἔβλεπε(καθόσον ἦταν θαῦμα σὲ μεγάλο βαθμὸ ἀπερίγραπτο),πρόσθεσε: «Αὐτὸ ἔγινε ἀπὸ τὸν Κύριο». «Λίθο» ὀνομάζει τὸν ἑαυτὸ Του καὶ «οἰκοδόμους» τοὺς διδασκάλους τῶν Ἰουδαίων, πρᾶγμα ποὺ τὸ κάνει καὶ ὁ προφήτης Ἰεζεκιήλ: «ἀνθ᾿ ὧν ἐπλάνησαν τὸν λαόν μου λέγοντες· εἰρήνη εἰρήνη, καὶ οὐκ ἔστιν εἰρήνη, καὶ οὗτος οἰκοδομεῖ τοῖχον, καὶ αὐτοὶ ἀλείφουσιν αὐτόν, εἰ πεσεῖται (:θὰ τιμωρηθοῦν δὲ κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο, διότι παραπλάνησαν τὸν λαό μου τὸν ἰσραηλιτικὸ λέγοντας: "εἰρήνη, εἰρήνη ἐπικρατεῖ καὶ θὰ ἐπικρατεῖ". Ἀλλὰ δὲν εἶναι πλέον καιρὸς εἰρήνης. Οἱ Ἰσραηλῖτες ὅμως θὰ τοὺς πιστέψουν καὶ θὰ οἰκοδομοῦν τίς οἰκίες τους καὶ θὰ τίς ἀσβεστώνουν, διότι παραπλανημένοι ἀπὸ τοὺς ψευδοπροφῆτες θὰ ἔχουν πιστέψει, ὅτι δὲν θὰ πέσουν οὔτε αὐτές, οὔτε αὐτοί, ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς ποὺ οἰκοδομοῦν τὸν τοῖχο καὶ ἀλείφουν χωρὶς τάξη)»[Ἰεζ,13,10].Καὶ πῶς λοιπὸν Τὸν ἀποδοκίμασαν; Λέγοντας: «Οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ(:αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐστάλῃ ἀπὸ τὸν Θεό)»· «Οὗτος πλανᾷ τὸν ὄχλον(:αὐτὸς πλανᾷ τὸν λαό)»[Ἰω. 7,12]· καὶ πάλι: «Οὐ καλῶς λέγομεν ἡμεῖς ὅτι Σαμαρείτης εἶ σὺ καὶ δαιμόνιον ἔχεις;(:καλὰ δὲν λέμε ἐμεῖς, ὅτι εἶσαι Σαμαρείτης, δηλαδὴ ἐχθρὸς τῶν Ἰουδαίων, καὶ ὅτι ἔχεις δαιμόνιο, ποὺ σὲ κινεῖ νὰ λὲς αὐτὲς τίς ὕβρεις ἐναντίον μας;)»[Ἰω. 8,48].
Ἔπειτα, γιὰ νὰ κατανοήσουν ὅτι ἡ ζημία τους δὲν περιορίζεται μόνο στὴν ἔξωσή τους ἀπὸ τὴ βασιλεία, πρόσθεσε καὶ τίς τιμωρίες, λέγοντας: «Ὁ καθένας ποὺ θὰ προσκόψει ἐπάνω στὸν λίθο αὐτὸν θὰ κατακομματιαστεῖ· καὶ σὲ ἐκεῖνον ποὺ θὰ πέσει πάνω του ὁ λίθος αὐτός, θὰ τὸν συνθλίψει καὶ θὰ τὸν διασκορπίσει σὰν σκόνη». Δύο ἀπώλειες ἀναφέρει ἐδῶ· ἡ μία προέρχεται ἀπὸ τὸ ὅτι θὰ σκοντάψουν σὲ Αὐτὸν καὶ θὰ σκανδαλισθοῦν· διότι αὐτὸ σημαίνει τὸ «αὐτὸς ποὺ θὰ προσκόψει στὸν λίθο αὐτόν». Ἡ ἄλλη δὲ εἶναι ἡ ἀπώλεια ποὺ θὰ προέλθει ἀπὸ τὴν ἅλωση, τὴ συμφορὰ καὶ τὴν πανωλεθρία τους, τὴν ὁποία προεῖπε καθαρὰ μὲ τὰ λόγια: «λικμήσει αὐτόν».
Μὲ τοὺς λόγους αὐτοὺς ὑπαινίχθηκε καὶ τὴν Ἀνάστασή Του[πρβ. Γ΄Βασ.9,7]: «καὶ ἐξαρῶ τὸν Ἰσραὴλ ἀπὸ τῆς γῆς ἣν ἔδωκα αὐτοῖς, καὶ τὸν οἶκον τοῦτον, ὃν ἡγίασα τῷ ὀνόματί μου, ἀποῤῥίψω ἐκ προσώπου μου, καὶ ἔσται Ἰσραὴλ εἰς ἀφανισμὸν καὶ εἰς λάλημα εἰς πάντας τοὺς λαούς(:καὶ θὰ ξεριζώσω τὸν ἰσραηλιτικὸ λαὸ ἀπό τὴ γῆ, τὴν ὁποία ἔχω δώσει σὲ αὐτούς· καὶ τὸν ναό, τὸν ὁποῖο ἀφιέρωσα στὸ ὄνομά μου, θὰ τὸν ἀπορρίψω ἀπὸ τὸ πρόσωπό μου. Ὁ ἰσραηλιτικὸς λαὸς θὰ ἐξαφανιστεῖ ἀπὸ τὴν πατρίδα του καὶ θὰ γίνει περίγελως μεταξὺ ὅλων τῶν λαῶν τῆς γῆς)»· καὶ Ἰεζ.34,10,γιὰ τοὺς κακοὺς ποιμένες: «τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπὶ τοὺς ποιμένας καὶ ἐκζητήσω τὰ πρόβατά μου ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν καὶ ἀποστρέψω αὐτοὺς τοῦ μὴ ποιμαίνειν τὰ πρόβατά μου, καὶ οὐ βοσκήσουσιν ἔτι οἱ ποιμένες αὐτά· καὶ ἐξελοῦμαι τὰ πρόβατά μου ἐκ τοῦ στόματος αὐτῶν. καὶ οὐκ ἔσονται αὐτοῖς ἔτι εἰς κατάβρωμα(:αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος Κύριος· Θὰ ἐπέλθω ἐγὼ τιμωρὸς ἐναντίον τῶν ἀστόργων ποιμένων καὶ θὰ ζητήσω τὰ πρόβατά μου ἀπὸ τὰ χέρια των, θὰ τοὺς καθαιρέσω καὶ θὰ τοὺς ἐκδιώξω, ὥστε νὰ μὴ ποιμαίνουν πλέον τὰ πρόβατά μου καὶ οἱ κακοὶ αὐτοὶ ποιμένες δὲν θὰ τὰ βοσκήσουν. Θὰ ἀποσπάσω τὰ πρόβατά μου ἀπὸ τὴν ἐκμετάλλευσή τους καὶ δὲν θὰ τὰ κατατρώγουν πλέον αὐτοί)»].
Ὁ μὲν προφήτης Ἠσαΐας λέγει ὅτι ὁ Κύριος κατηγορεῖ τὸν ἀμπελῶνα[δηλαδὴ τὸν λαὸ τῶν Ἰουδαίων], ἐνῶ ἐδῶ κατηγορεῖ καὶ τοὺς ἄρχοντες τοῦ λαοῦ. Καὶ ἐκεῖ μὲν λέγει: «Τί ποιήσω ἔτι τῷ ἀμπελῶνί μου καὶ οὐκ ἐποίησα αὐτῷ; διότι ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι σταφυλήν, ἐποίησε δὲ ἀκάνθας(:Τί ὑπολείπεται νὰ κάμω ἀκόμη γιὰ τὴν ἄμπελό μου αὐτὴν καὶ τί ἕως τώρα δὲν ἔκαμα γι᾿ αὐτήν; Ἔκαμα τὰ πάντα, γιὰ νὰ καρποφορήσει αὐτὴ σταφύλια. Ἐκείνη ὅμως ἔκανε ἀγκάθια!)»[Ἠσ. 5,4]. Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο λέγει πάλι: «Τί εὕροσαν οἱ πατέρες ὑμῶν ἐν ἐμοὶ πλημμέλημα, ὅτι μακρὰν ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ ἐπορεύθησαν ὀπίσω τῶν ματαίων καὶ ἐματαιώθησαν;(: ποιά, ἔστω καὶ μικρή, ἔλλειψη βρῆκαν σὲ Ἐμένα οἱ προγονοί σας καὶ ἔφυγαν μακριὰ ἀπὸ Ἐμένα, ἐνῶ πορεύθηκαν καὶ ἀκολούθησαν τὰ μάταια εἴδωλα, γιὰ νὰ γίνουν ἔτσι καὶ αὐτοὶ μηδαμινοὶ καὶ τιποτένιοι;)»[Ἰερ.2,5]. Καὶ πάλι: «Λαός μου, τί ἐποίησά σοι ἢ τί ἐλύπησά σε;(:λαέ μου, τί κακό σου ἔκανα, ἢ σὲ τί σὲ λύπησα;)»[ Μιχ.6,3], γιὰ νὰ δείξει τὴν ἀχαριστία τους καὶ ὅτι, ἂν καὶ ἀπολάμβαναν τὰ πάντα, ἀνταπέδιδαν σὲ αὐτὰ τὰ ἀντίθετα· στὴν προκειμένη περίπτωση ὅμως παρουσιάζει τὴν ἀγνωμοσύνη τους μὲ μεγαλύτερη ὑπερβολή.
Πραγματικά, δὲν ἐκφράζει ὁ ἴδιος τὴν ἄποψὴ Του καὶ δὲν λέγει: «Τί ἔπρεπε νὰ κάνω καὶ δὲν τὸ ἔκανα;», ἀλλὰ παρουσιάζει τοὺς ἴδιους νὰ βεβαιώνουν ὅτι δὲν ἔλειπε τίποτε καὶ ἔτσι νὰ καταδικάζουν τοὺς ἑαυτούς τους. Διότι ὅταν λέγουν ὅτι: «κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν(:τόσο κακοὶ ποὺ ὑπῆρξαν, θὰ τοὺς ἐξολοθρεύσει μὲ τὸν χειρότερο θάνατο καὶ θὰ ἐμπιστευτεῖ σὲ ἄλλους γεωργοὺς τὸν ἀμπελῶνα, οἱ ὁποῖοι θὰ δώσουν σὲ αὐτὸν τοὺς ὀφειλόμενους καρποὺς στὴν κατάλληλη ἐποχή)»[Ματθ.21,41], δὲν λένε τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν καταδίκη τους, καὶ μάλιστα μὲ ἰδιαίτερα κατηγορηματικὸ τρόπο ἐκφέρουν τὴν ἀπόφαση αὐτή.
Τὴν ἴδια κατηγορία, ἐπίσης, τοὺς ἀποδίδει καὶ ὁ Στέφανος[ βλ. Πράξ. κεφ.6-7 καὶ εἰδικότερα στὰ χωρία 7,51-53: «Σκληροτράχηλοι καὶ ἀπερίτμητοι τῇ καρδίᾳ καὶ τοῖς ὠσίν, ὑμεῖς ἀεὶ τῷ Πνεύματι τῷ Ἁγίῳ ἀντιπίπτετε, ὡς οἱ πατέρες ὑμῶν καὶ ὑμεῖς. τίνα τῶν προφητῶν οὐκ ἐδίωξαν οἱ πατέρες ὑμῶν; καὶ ἀπέκτειναν τοὺς προκαταγγείλαντας περὶ τῆς ἐλεύσεως τοῦ δικαίου, οὗ νῦν ὑμεῖς προδόται καὶ φονεῖς γεγένησθε· οἵτινες ἐλάβετε τὸν νόμον εἰς διαταγὰς ἀγγέλων, καὶ οὐκ ἐφυλάξατε(:εἶστε σκληροτράχηλοι καὶ ἄκαμπτοι, καὶ δὲν ὑποτάσσεστε στὸν Θεό. Δὲν ἔχετε περικόψει τὴ σκληρότητα καὶ τὴν ἀναισθησία τῆς καρδιᾶς σας καὶ δὲν θελήσατε νὰ ἀπαλλαγεῖτε ἀπὸ τὴν πνευματική σας βαρηκοΐα, γιὰ νὰ ἀκοῦτε μὲ καλὴ καὶ εὐπειθῆ διάθεση τὴν ἀλήθεια. Γι᾿ αὐτὸ πάντοτε ἐναντιώνεστε στὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Ὅπως ἀπειθοῦσαν καὶ ἐναντιώνονταν οἱ πατέρες σας, ἔτσι καὶ σήμερα ἐναντιώνεστε καὶ σεῖς. Ποιόν ἀπὸ τοὺς προφῆτες δὲν καταδίωξαν οἱ πρόγονοί σας; Καὶ σκότωσαν ἐκείνους ποὺ προανήγγειλαν τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὁ ἀπολύτως ἀναμάρτητος καὶ κατεξοχὴν δίκαιος. Ἀλλὰ κι ἐσεῖς τώρα ἔχετε γίνει προδότες καὶ φονιᾶδες Του. Ἐσεῖς πήρατε τὸν νόμο τὸν ὁποῖο διέταξε ὁ Θεὸς διαμέσου ἀγγέλων, καὶ δὲν τὸν τηρήσατε, ἀλλὰ τὸν παραβήκατε)»], πρᾶγμα ποὺ τοὺς πείραξε περισσότερο, ὅτι δηλαδή, ἂν καὶ μεγάλη φροντίδα εἶχε δείξει γιὰ αὐτοὺς ὁ Θεός, ἐντούτοις αὐτοὶ ἀνταπέδιδαν τὰ ἀντίθετα στὸν Εὐεργέτη. Καὶ αὐτὸ ἦταν ἀπόδειξη μεγάλη ὅτι αἴτιος τῆς τιμωρίας ποὺ τοὺς ἐπιβαλλόταν δὲν ἦταν ὁ τιμωρός, ἀλλὰ οἱ ἴδιοι οἱ τιμωρούμενοι.
Αὐτὸ λοιπὸν ἀποδεικνύεται καὶ ἐδῶ μὲ τὴν παραβολὴ καὶ μὲ τὴν προφητεία ποὺ τοὺς ὑπενθυμίζει στὴ συνέχεια. Διότι δὲν ἀρκέστηκε στὴν παραβολὴ μόνο, ἀλλὰ πρόσθεσε καὶ διπλὴ προφητεία, μία τοῦ Δαβίδ[:Ψαλμ.117,22:«λίθον, ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας», καὶ μία δικὴ Του [Ματθ.21,43-44: «διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν ὅτι ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς(:Γι᾿ αὐτὸ σᾶς λέω ὅτι θὰ ἀφαιρεθεῖ ἀπό σᾶς ἡ βασιλεία καὶ ἡ ἰδιαίτερη προστασία τοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ δοθεῖ σὲ ἔθνος τὸ ὁποῖο θὰ παράγει τὰ ἀγαθὰ ἔργα, ποὺ εἶναι οἱ καρποὶ τῆς βασιλείας αὐτῆς)· καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν(:καὶ ἐκεῖνος ποὺ θὰ πέσει μὲ ἐχθρικὲς διαθέσεις πάνω στὸν λίθο αὐτὸν τὸν ἀκρογωνιαῖο θὰ τσακιστεῖ˙ ἐπιπλέον, σὲ ὅποιον πέσει βαρὺς ὁ λίθος αὐτὸς θὰ τὸν κομματιάσει καὶ θὰ τὸν σκορπίσει σὰν σκόνη. Ὅποιος δηλαδὴ πολεμήσει τὸν Χριστό, θὰ ἀντικρίσει τὴν ὀργή Του καὶ θὰ καταλήξει στὸν ὄλεθρο καὶ τὸν ἀφανισμό)»].
Τί ἔπρεπε λοιπὸν νὰ κάνουν ὅταν ἄκουσαν αὐτά; Δὲν ἔπρεπε νὰ Τὸν προσκυνήσουν; Δὲν ἔπρεπε νὰ θαυμάσουν τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν φροντίδα Του γι᾿ αὐτοὺς καὶ παλαιότερα καὶ τώρα; Ἐὰν ὅμως μὲ κανένα ἀπὸ αὐτὰ δὲν ἔγιναν καλύτεροι, δὲν ἔπρεπε τοὐλάχιστον νὰ γίνουν φρονιμότεροι ἀπὸ τὸν φόβο τῆς κολάσεως; Δὲν ἔγιναν ὅμως, ὡστόσο. Καὶ τί ἔκαναν, ἀντιθέτως, ὕστερα ἀπὸ αὐτά;: «Καὶ ἀκούσαντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τὰς παραβολὰς αὐτοῦ(:καὶ ὅταν ἄκουσαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τίς παραβολές Του)», λέγει, «ἔγνωσαν ὅτι περὶ αὐτῶν λέγει· καὶ ζητοῦντες αὐτὸν κρατῆσαι ἐφοβήθησαν τοὺς ὄχλους ἐπειδὴ ὡς προφήτην αὐτὸν εἶχον ὅταν ἄκουσαν αὐτά(:ἐννόησαν πλέον ὅτι γι᾿ αὐτοὺς ὁμιλεῖ. Καὶ παρόλο ποὺ ζητοῦσαν νὰ Τὸν συλλάβουν, δὲν τόλμησαν, ἐπειδὴ φοβήθηκαν τὸν λαό, ὁ ὁποῖος Τὸν σεβόταν καὶ Τὸν τιμοῦσε ὡς προφήτη)». Διότι ἀντιλαμβάνονταν πλέον ὅτι ὑπαινισσόταν αὐτούς.
Καὶ ἄλλοτε μέν, ἐνῶ βρίσκεται ἀνάμεσά τους, φεύγει διαμέσου αὐτῶν καὶ δὲν Τὸν βλέπουν, καὶ ἄλλοτε πάλι, ἐνῶ Τὸν βλέπουν καὶ ἐπιθυμοῦν σφόδρα νὰ Τὸν συλλάβουν, συγκρατεῖ τὴν ἐπιθυμία τους αὐτή, πρᾶγμα γιὰ τὸ ὁποῖο Τὸν θαύμαζαν καὶ ἔλεγαν: «Οὐχ οὗτος ἐστιν ὃν ζητοῦσιν ἀποκτεῖναι; καὶ ἴδε παῤῥησίᾳ λαλεῖ, καὶ οὐδὲν αὐτῷ λέγουσι. μήποτε ἀληθῶς ἔγνωσαν οἱ ἄρχοντες ὅτι οὗτος ἐστιν ἀληθῶς ὁ Χριστός;(: αὐτὸς δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ οἱ ἄρχοντες ζητοῦν νὰ σκοτώσουν; Κι ὅμως, γιὰ δεῖτε, μιλάει ἐλεύθερα καὶ φανερά, καὶ δὲν τὸν διακόπτει κανείς, οὔτε τοῦ λέει κανεὶς τίποτε. Μήπως ἀληθινὰ ἀναγνώρισαν οἱ ἄρχοντες ὅτι αὐτὸς εἶναι πράγματι ὁ Χριστός; Ἀλλὰ Αὐτὸς ἐδῶ γνωρίζουμε ἀπὸ ποῦ εἶναι καὶ ἀπὸ ποιούς κατάγεται. Ὁ Χριστὸς ὅμως ὅταν θὰ ἔλθει, κανεὶς δὲν θὰ ξέρει οὔτε τὸν χρόνο τῆς ἐμφανίσεώς Του, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο θὰ ἔλθει)»[Ἰω.7,25-26].
Στὴν περίπτωση αὐτή, ὅμως,[ἀφοῦ δηλαδὴ κατανόησαν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς παραβολῆς τῶν κακῶν γεωργῶν], ἐπειδὴ συγκρατοῦνταν ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ πλήθους, καὶ ἀρκεῖται σὲ αὐτόν τους τὸν φόβο ὁ Ἰησοῦς καὶ δὲν ἐνεργεῖ κάποιο θαῦμα, ὅπως εἶχε κάνει κάποια προηγούμενη φορὰ ποὺ ἀναχώρησε ἀπὸ ἀνάμεσά τους καὶ δὲν Τὸν ἔβλεπαν· διότι δὲν ἤθελε πάντοτε νὰ ἐνεργεῖ μὲ ὑπεράνθρωπη δύναμη, γιὰ νὰ γίνει πιστευτὴ ἡ οἰκονομία τῆς σαρκώσεως. Αὐτοί, ὅμως, οὔτε ἀπὸ τὸ πλῆθος σωφρονίζονταν, οὔτε ἀπὸ τοὺς λόγους Του, οὔτε τὴν μαρτυρία τῶν προφητῶν σέβονταν, οὔτε τὴ δική τους τὴν κρίση, οὔτε τὴ γνώμη τῶν πολλῶν. Τόσο πολύ τοὺς τύφλωσε ἅπαξ διαπαντὸς ἡ φιλαρχία καὶ ὁ ἔρως τῆς κενοδοξίας καὶ ἡ ἐπιδίωξη τῶν πρόσκαιρων πραγμάτων.
Πράγματι, τίποτα δὲν προκαλεῖ τόση παραφροσύνη καὶ δὲν ὁδηγεῖ στὸν γκρεμό, τίποτε δὲν συντελεῖ τόσο στὴν ἀπώλεια τῶν μελλοντικῶν ἀγαθῶν, ὅσο ἡ προσήλωση σὲ αὐτὰ τὰ φθαρτά. Τίποτε δὲν συντελεῖ στὸ νὰ ἀπολαμβάνει κανεὶς καὶ τὰ ἐδῶ ἀγαθὰ καὶ τὰ ἐκεῖ, ὅσο ἡ προτίμηση τῶν οὐρανίων ἀπὸ ὅλα γενικῶς. Διότι τί λέγει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός; : «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν(:νὰ ζητᾶτε πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα καὶ πάνω ἀπ᾿ ὅλα τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν ποὺ ὁ Θεός σᾶς ζητᾷ ὡς ὅρο γιὰ νὰ σᾶς χαρίσει τὰ ἀγαθὰ αὐτά. Καὶ τότε αὐτὰ τὰ ἐπίγεια θὰ σᾶς δοθοῦν μαζὶ μὲ ἐκεῖνα)»[Ματθ.6,33]. Καθόσον βέβαια ἐὰν δὲν ὑπῆρχε δυνατότητα ἀποκτήσεως τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν, δὲν ἔπρεπε τότε οὔτε τὰ ἐπίγεια νὰ ἐπιθυμεῖ κανείς. Τώρα ὅμως, ἐὰν λάβει ἐκεῖνα, εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποκτήσει καὶ τὰ ἐπίγεια· καὶ ὅμως ὁρισμένοι οὔτε καὶ ἔτσι πείθονται, ἀλλὰ ὁμοιάζουν μὲ ἀναίσθητους λίθους καὶ ἐπιδιώκουν τίς σκιὲς τῆς ἡδονῆς.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
• Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»(ΕΠΕ),ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Ὑπόμνημα στὸν Εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο, ὁμιλία ΞΗ΄, σελίδες 366-382.
• Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 68, σελ. 72- 91 .
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
• Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Π. Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία(ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»