Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2024

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ: «Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις» (Ορθοδοξία, το φιλόϋλον πυρ και το φιλόθεν πυρ) ΜΕΡΟΣ Ι΄, ΙΑ΄,ΙΒ΄, ΙΓ΄,ΙΔ΄,ΙΕ΄


12.20 Ag. Ignatios



     




    







  

  

        




Συνέχεια: Από το μέρος          Α΄, Β΄, Γ΄,Δ΄    ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ: «Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις» (Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος – Προς Τραλλιανοίς VI, 37-38) ΜΕΡΟΣ Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄ (agonasax.blogspot.com)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ: «Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις» (Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος – Προς Τραλλιανοίς VI, 37-38) (και οι ομολογιακές βαθμίδες των Ορθοδόξων Χριστιανών) ΜΕΡΟΣ Ε΄, ΣΤ΄, Ζ΄, Η΄,Θ


«Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις»

(Περί της αμυντικής επιμονής και της μονοεπίπεδης προβολής του ρόλου του Επισκόπου υπό των οικουμενιστών)

ΜΕΡΟΣ ΙΕ΄ (τελευταίο)

Το βιβλίο «ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» του τ. Μητροπολίτου Πειραιώς Καλλινίκου, ευρίσκεται εις την πρώτη γραμμή των προσπαθειών για την προώθηση και διείσδυση του οικουμενιστικού πνεύματος στην Εκκλησία, στο πλήρωμά της.

Στις δύο ενότητες του βιβλίου του με τίτλους: «ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ» (σελ. 34-40) και «Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ» (σελ. 41-45), καταγράφονται οι αυτονόητες εκκλησιαστικά νομοθετικές, κανονικές, πνευματικές και διοικητικές ρυθμίσεις, όλο δηλ. το θεωρητικό θεσμικό πλαίσιο της διακονίας του επισκόπου, πλην της περιπτώσεως αιρετικής (συγκοινωνίας) διαγωγής του Επισκόπου∙ γι΄ αυτό και οι θέσεις του έχουν κενά αληθείας και ορθοδόξου μαχητικότητος.

Γράφει:

Α) Ο ιερεύς τα πάντα τελεί εν ονόματι του Επισκόπου. Εντεύθεν η μνημόνευσι του επισκόπου σε κάθε ιεροτελεστία. Αντιθέτως η μη μνημόνευσι του Επισκόπου καθιστά άκυρη την ιεροτελεστία» (Σελ. 37).

1ο Σχόλιο: Ο λαός έχει μείνει ακαθοδήγητος και αβοήθητος στην προσπάθειά του να βρει πρακτικούς δρόμους εφαρμογής πνευματικής επιβίωσης – σωτηρίας εν καιρώ αιρέσεως, όταν δηλ. ο επίσκοπος κηρύττει φανερά αίρεσι, όπως συμβαίνει σήμερα. Δεν γνωρίζει (ο λαός) τους ηρωικούς και αιματηρούς αγώνες της Ορθοδοξίας, των Πατέρων, έναντι αιρετικών επισκόπων και βασιλέων. Τα ανωτέρω λόγια του Καλλινίκου Πειραιώς γέμουν συμβιβασμού και αναληθείας. Να θυμίσουμε, προς αναίρεση των λεγομένων του και τα εξής:

α) Μ. Φώτιος: «αιρετικός εστίν ο ποιμήν; λύκος εστίν∙ φυγείν εξ αυτού και αποπηδάν δεήσει, μηδ’ απατηθήναι προσελθείν καν ήμερον περισαίνειν δοκεί∙ φύγε την κοινωνίαν αυτού και την προς αυτόν ομιλίαν, ως ιόν όφεως».

β) οι Αγιορείτες Πατέρες προς Μιχαήλ Παλαιολόγον: «Ει γαρ το απλώς χαίρειν ειπείν κοινωνίαν δίδωσι τον έργοις τοις πονηροίς, πόσον η διάτυρος αυτού μνημοσύνη και ταύτα αυτών των θείων μυστηρίων φρικτώς προκειμένων;».

Όπως τονίζεται από τους Πατέρες, η μνημόνευση του αιρετικού Επισκόπου σε ενσωματώνει (=κοινωνία) στο μείζον θέμα του «πιστεύω» του και της «αποστολής» του∙ γι’ αυτό και η μνημόνευση αφορά Ορθόδοξο Επίσκοπο, όχι αιρετικό. (τέλος σχολίου)

Ερώτημα: Μπορούμε με τη μνημόνευση του αιρετικού επισκόπου να εκφράζουμε και την υποταγή μας στο Χριστό και ν’ ανήκουμε ταυτόχρονα στο χώρο της αίρεσης; Ασφαλώς, όχι! Ε, αυτή την αντιθετική εμπειρία εκκλησιαστικής ζωής προτείνει στην πραγματικότητα ο Μητροπολίτης (μακαριστός) Καλλίνικος!

Χρησιμοποιεί ο Σεβασμιώτατος, ως πλάγια μέσα, για πλουτισμό των σκέψεών του και θέσεις του Αγ. Ιγνατίου, τις οποίες νομιμοποιεί και στον χώρο της αιρέσεως. Παραδείγματα:

i) «Ενώθητε τω Επισκόπω υποτασσόμενοι τω Θεώ δι’ αυτού εν Χριστώ» (Σελ. 40).

ii) «Ο τιμών τον Επίσκοπον υπό Θεού τετίμηται» (Σελ. 40).

Όμως, ο Αγ. Ιγνάτιος γράφει και τα εξής:

«Ει τις εν αλλοτρία γνώμη περιπατεί, ούτος ουκ εστί Χριστού, ούτε του πάθους Αυτού κοινωνός∙ αλλ’ εστίν αλώπηξ, φθορεύς αμπελώνος Χριστού. Τω τοιούτω μη συναναμίγνυσθε, ίνα μη μη συναπόλησθε αυτώ» (Φιλαδελφείς III, 24-26).

2ο Σχόλιο: Εκεί που στέκεται (απέναντι)  με δραματική προσοχή ο Άγιος Ιγνάτιος είναι η αίρεση, η κακοδοξία, η κακόνοια περί Θεού και το σχίσμα, στην περιοχή των οποίων δεν πρέπει ν’ ανήκει ο Επίσκοπος, ο πρεσβύτερος, ο διάκονος, διότι έτσι διευρύνεται η κιβδηλεία της αλήθειας, ο θάνατος (πνευματικός) των πιστών. Η πνευματικότητα κορυφώνεται όταν οι ποιμένες ορθοτομούν στα όρια της πνευματικής δικαιοδοτικής λειτουργίας τους, γι’ αυτό και ο Αγ. Ιγνάτιος τονίζει:

«Τον ούν επίσκοπον δήλον ότι ως αυτόν τον Κύριον δει προσβλέπειν. Αυτός μεν ονήσιμος υπερεπαινεί υμών την εν Θεώ ευταξίαν, ότι πάντες κατά αλήθειαν ζήτει και ότι εν υμίν ουδεμία αίρεσις κατοικεί∙ αλλ’ ουδέ ακούετε τινός πλέον, είπερ Ιησού Χριστού λαλούντος εν αληθεία» (Προς Εφεσίους VI, 25-29).

Τα βασικά πνευματικά σημεία του εδαφίου είναι:

- Ο Επίσκοπος εξασφάλισε την ορθή Νοηματοδότηση της Εκκλησίας, του πληρώματος και της ζωής, εν Χριστώ Ιησού, εν αληθεία, ως δέκτες ευαίσθητοι στο Ευαγγέλιο, σπουδάζοντες «βεβαιωθήναι εν τοις δόγμασιν του Κυρίου και των Αποστόλων (Τραλλιανοίς, XIII, 8).

- Υπακοή στον Επίσκοπο, διότι εξασφάλισε «την εν Θεώ ευταξίαν», την «κατά αλήθειαν ζωήν»∙ διότι, το πλέον σημαντικό, «ουδεμία αίρεσις κατοικεί».

Η εικόνα αυτή, που ζωγραφίζει στην Επιστολή του ο Άγιος Ιγνάτιος, έχει μεγάλη παλαιότητα, αλλά απόλυτη (γνησιότητα) συμβουλευτική ισχύ για τους νεότερους μέσα στο χρόνο∙ διασώζει γνωρίσματα συνυφασμένα με το έργο του Επισκόπου.

Ο Μητροπολίτης Καλλίνικος «παρέλειψε» να υπογραμμίσει, ότι η υπακοή στον Επίσκοπο συμπορεύεται με την πιστότητά του στην Ορθοδοξία, όταν ο ίδιος αποτελεί ζώσα και ρητή απαγόρευση στις αιρέσεις! (τέλος σχολίου).

Ψηλαφώντας διάφορα εκκλησιολογικά θέματα – προβλήματα ο Μητροπολίτης Καλλίνικος, προχωρεί σε «συστημική» προσέγγιση του ρόλου του επισκόπου, γράφοντας: «Ο ιερεύς τα πάντα τελεί εν ονόματι του Επισκόπου».

Τα αγιογραφικά χωρία τονίζουν, καθαρά και αδιάψευστα, ότι όσα εντέλλεται η Εκκλησία μας τελούνται «εν τω ονόματι Ιησού». Να θυμίσουμε, (παραδείγματα) ότι:

- «Υπέστρεψαν δε οι εβδομήκοντα μετά χαράς λέγοντες∙ Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω ονόματί σου» (Λουκ. 10, 17), δηλ. «Κύριε εν τω ονόματί σου και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν».

- «και παν ότι αν ποιείτε εν λόγω ή εν έργω, πάντα εν ονόματι Κυρίου Ιησού, ευχαριστούντες τω Θεώ και Πατρί δι’ αυτού» (Κολ. 3, 17).

- «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» (Λουκ. 22, 19).

- Ο Απ. Παύλος, υπογραμμίζει:

«Ή αγνοείτε ότι όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν;» (Ρωμ. Στ, 3-5).

Καλείται από τον Απ. Παύλο ο βαπτισθείς να μην αγνοεί (ξεχνά) εις το όνομα ποίου ακριβώς εβαπτίσθηκε. Χρησιμοποιεί την πρόθεσι «εις», που δηλώνει (εδώ) «προορισμό», «κατεύθυνση», «εντός», «αξία», «τιμή».

Στη μνημόνευση του επισκόπου χρησιμοποιείται η πρόθεση «υπέρ» με γενική, που φανερώνει ευχές προς βοήθεια – ωφέλεια πνευματική  του επισκόπου και του ποιμνίου (έμμεσα).

Εκφράζει, όμως, και την δεσπόζουσα διακονία του επισκόπου, ως πρωτεύουσα μορφή (βαθμός) ιερωσύνης, ως ανωτέρα ιερατική θέση, που λειτουργεί εις το ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, διότι ο Χριστός τον τοποθέτησε εις την υπεύθυνο αυτή θέση – υπηρεσία.

Σε βάθος κριτική ανάλυση της μη μνημόνευσης ενός αιρετικού επισκόπου, προβαίνουν οι «Αγιορείτες Πατέρες», προς τον αυτοκράτορα Μιχαήλ τον Παλαιολόγον, πιεζόμενοι να δεχθούν εις «κοινωνίαν – μνημόνευση» τον Πατριάρχην (αιρετικόν) Βέκκον. Με απόλυτη θεολογική καιτηγορηματικότητα, ετόνισαν: «Ει γαρ το απλώς χαίρειν ειπείν κοινωνίαν δίδωσι τοις έργοις τοις πονηροίς, πόσον η διάτυρος αυτού μνημοσύνη, και ταύτα αυτών των θείων μυστηρίων φρικτώς προκειμένων;».

Στις σημερινές μεθόδους των οικουμενιστικών δραστηριοτήτων, χρησιμοποιούνται (συχνά) πολλές αμυντικές «οπτικές γωνίες» γερόντων και θεολόγων. Μία είναι η απάντηση: η μελέτη πως αντιδρούσαν οι παλαιοί άγιοι, οι όντως πρόμαχοι της Ορθοδοξίας. Εδώ βρίσκεται ο αγιασμός και η σωτηρία των ανθρώπων!

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

==========================================================================================================================================

         «Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις»

(Αποστολική Εκκλησία – Περί Επισκόπων)

ΜΕΡΟΣ ΙΔ΄

Σήμερα, κάτω από το ρητορικό επιφανειακό επίστρωμα των λόγων των οικουμενιστών επισκόπων περί Ορθοδοξίας, αναδύεται (σε συνθήκες απόστασης από την Πατερική παράδοση) το νέο οικουμενιστικό νόημά της∙ παράδειγμα το βιβλίο του τ. Μητροπολίτου Πειραιώς Καλλινίκου με τίτλο: «ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» - Έκδοση «Χρυσοπηγής» - 1987.

Παράδειγμα, επίσης, και το βιβλίο «ΥΠΑΚΟΗ» του τ. Μητροπολίτου Σηλυβρίας Αιμιλιανού Τιμιάδου – Έκδοσις Ι. Μ. Καλαβρύτων – 2003. Στο βιβλίο «Υπακοή» ο τ. Μητροπολίτης Αιμιλιανός, σε μια γενική θεώρηση περί οικουμενισμού, που συνυφαίνεται με ειρωνική – περιπαιχτική διάθεση, γράφει:

«Οξείς μερικοί, μεταδίδουν την απαισιοδοξία και τις εκκεντρικότητές τους σε πνευματικά τους παιδιά, ωσάν η Δευτέρα Παρουσία και η καταστροφή του κόσμου να είναι επί θύραις. Η έξαψις και η υστερία φουντώνουν με συνθήματα αντι-οικουμενικά, ή με τα διαδιδόμενα οικουμενικά σχέδια, όπως η παγκοσμιοποίησις, κ.ά. Η κρίσις τους δεν λειτουργεί, καταντά αφελής, ανεύθυνη» (Σελ. 125).

1ο Σχόλιο: Η παρουσίαση του οικουμενισμού σε αφηρημένη μορφή, ως νοητική κρίσις – διαταραχή στους απαισιόδοξους και εκκεντρικούς, εύκολα γίνεται αποδεκτή από την πλειοψηφία των πιστών. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι σημερινοί επίσκοποι προβάλλουν και εξισώνουν την αίρεση του οικουμενισμού ως προέκταση αγάπης και ποιμαντικής μέριμνά τους, στο όνομα της Ορθοδοξίας!

Η ανάγνωση τοιούτων κειμένων επιδρούν υπνωτικά και σε εκλεκτές ψυχές, οι οποίες καλή τη πίστει, δέχονται την κοινωνία μετά της αιρέσεως, παρά τις σχετικές διδασκαλίες των Πατέρων. (τέλος σχολίου)

Στο βιβλίο του τ. Μητροπολίτου Πειραιώς Καλλινίκου «ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» ουδεμία, επίσης, συνοπτική αναφορά ή ιστορική σκιαγράφηση γίνεται περί οικουμενισμού ως αιρέσεως∙ αντίθετα, η διαμόρφωση των κειμένων του, ως μια συστηματική ανάλυση του πιστεύω του, έχει προσαρμοστεί στα όρια που επιβάλλει ο οικουμενισμός. Πιο συγκεκριμένα:

Α) Οι θέσεις τους περί Εκκλησίας

Οι έννοιες «αίρεση» και «οικουμενισμός» είναι θεολογικά ξεκαθαρισμένες στην Ορθοδοξία, την οποία επαινούν και τονίζουν στα κείμενά τους, τόσο ο τ. Μητροπολίτης Αιμιλιανός Τιμιάδης, όσο και ο Μητροπολίτης Καλλίνικος Πειραιώς. Όμως, δεν εκρήγνυνται οι συνειδήσεις τους στα κείμενά τους, σοφοίς λόγοις και γραμματική τέχνη εστολισμένα, προς ανάπτυξη αντιαιρετικού λόγου.

Ο Ορθοδοξοκεντρισμός, που έτρεφε συνειδησιακά τους Πατέρες και αγωνιστές Ιεράρχες, έχει αντικατασταθεί από επιπόλαιους εκλετισμούς∙ δεν νομίζω ότι έχουν αυτοσχεδιάζουσα αμάθεια. Τη «μακαριότητα» του σεναρίου τους περί Εκκλησίας – Ορθοδοξίας έρχονται να ταράξουν κάποιες σκέψεις τους, που υπαγορεύονται από τους αιχμηρούς – αντικειμενικούς προβληματισμούς.

Παράδειγμα: Ο Μητροπολίτης Καλλίνικος, γράφει: «Η Εκκλησία μας είναι και η Αλήθεια. Και αυτό είναι που την διαφοροποιεί από την ετεροδοξία. Πίστις μας είναι πως η Ορθόδοξη Εκκλησία, στην οποία ανήκουμε, φυλάσσει ακέραιη την αλήθεια, που είναι μία.

Και χωρίς διάθεσι μισαλλοδοξίας ή αλαζονείας κηρύσσουμε την πίστι μας αυτή» (Σελ. 17).

2ο Σχόλιο: Περιθωριακά μόνο θίγονται στο βιβλίο του τα θέματα που δημιουργεί η αίρεση (η λέξη αυτή απουσιάζει, ως σύγχρονος κίνδυνος)∙ οι αντιρρήσεις τους περικλείονται στον όρο «ετεροδοξία»∙ λέξη πολύ βολική στους οικουμενιστές.

Οι Πατέρες, όμως, ξεκαθαρίζουν τις έννοιες.

Ο Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου, αποφαίνεται: «Αλλά και ο φθονερός διάβολος δια της κακίας του και της αρχαίας του τέχνης δεν παύει να απατά τους αστηρίκτους∙ διότι, καθώς παλαιότερα απεπλάνησε τους ανθρώπους από τον πραγματικόν Θεόν με το να ονομάση τα είδωλα θεούς, ομοίως και τώρα με το να ονομάση πολλές εκκλησίες, μάλλον, εάν πρέπει να ειπούμε την αλήθειαν (όχι εκκλησίες, αλλά) είδωλα εκκλησιών αναστήσας (απεπλάνησε) δια της απομακρύνσεως από του Χριστού όσους πείθονται εις αυτόν…

Ομοίως και τώρα, δια των λεγομένων μεταξύ των Εκκλησιών αποσπά τους λαούς από την όντως Εκκλησίαν» (τέλος σχολίου).

3ο Σχόλιο: Δυστυχώς, χωρίς καμία διάκριση, ο Μητροπολίτης Πειραιώς την υγιή δυνατότητα αντιλόγου στις αιρέσεις την αποσιωπά. Μάλλον την αποκλείει με τη γενική θέση του: «χωρίς διάθεσι μισαλλοδοξίας ή αλαζονείας κηρύσσουμε την πίστι μας αυτή» (Σελ. 17)∙ την δε αίρεση, από τη φύση της εχθρική στην ορθοδοξία, της δίνει απλά μια ονομασία αντίθεσης προς την Ορθοδοξία, δηλ. ετεροδοξία!

Ευτυχώς, η εκκλησιολογική σαφήνεια του Αγίου Αμφιλοχίου (και των Πατέρων) μας τοποθετεί, τον πιστό λαό, στις φυσιολογικές διαστάσεις – λειτουργίες του αντι-οικουμενιστικού αγώνα.

Να υπογραμμίσουμε, ότι και στα κείμενα «Υπακοής» του Μητροπολίτου Αιμιλιανού Τιμιάδη, ο σημερινός κίνδυνος των αιρέσεων μεταμφιέζεται, διότι δεν αντέχει στο βαθύτερο έλεγχο της εκκλησιολογικής διδασκαλίας των Πατέρων» (τέλος σχολίου).

Απαραίτητη, θεωρώ, την νοηματοδότηση που υπογραμμίζει (περί Εκκλησίας) ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης:

«Η Ορθοδοξία νίκησε όλους τους αιρετικούς, τους απίστους και τους αθέους όλων των εποχών και των αιώνων∙  Κανένας δεν μπόρεσε να την νικήση.

Αλλά για να νικήση η Ορθοδοξία χύθηκε το αίμα των μαρτύρων ποτάμι. Μαρτύρησαν όχι μόνο ιερείς και επίσκοποι, αλλά και λαός πολύς. Έγγαμοι και άγαμοι, άντρες και γυναίκες, νέοι και νέες, ασπρομάλληδες γέροντες και μικρά παιδιά στις δύσκολες μέρες των διωγμών, που πέρασε η Εκκλησία, δεν δείλιασαν, αλλά ωμολόγησαν την πίστι τους στο Χριστό και μαρτύρησαν» (Βιβλίο «Μυρίπνοα Άνθη» - Σελ. 65).

Και ερωτά κάθε απλή Ορθόδοξη ψυχή: Ποίων επισκόπων οφείλομεν υπακοήν; των οικουμενιστών – φιλοοικουμενιστών ή των επισκόπων (για παράδειγμα) Αμφιλοχίου Ικονίου και τ. Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου;

Δεν βλέπουμε καμμία δυσκολία περί την εκλογήν, διότι ο Άγιος Ιγνάτιος είναι σαφής:

Α) «Σπουδάσατε ουν βεβαιωθήναι εν τοις δόγμασι του Κυρίου και των αποστόλων» (Προς Μαγνησίους ΧΙΙΙ, 21 – 22).

Β) «Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις» (Τραλλιανοίς VI, 36-38).

Γ) Φεύγετε ουν τας κακάς παραφυάδας, τας γεννώσας καρπόν θανατηφόρον, ουν εάν γεύσηται τις, παρ’ αυτά αποθνήσκει. Ούτοι γαρ ουκ εισιν φυτεία πατρός» (Τραλλιανοίς ΧΙ, 24-26).

Ο Άγιος Αμφιλόχιος, ο Φλωρίνης Αυγουστίνος και ο Αγ. Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, δεν ασφάλισαν την Σωτηρία – Ορθοδοξία μέσα από «τυπολογίες» και «καθωσπρεπισμούς», όπως επιχειρούν οι οικουμενιστές.

Φυσιολογικό λοιπόν είναι να ξεδιψάμε με την διδασκαλία τους (παράδειγμά τους). (Συνεχίζεται)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

==================================================================================================================================================

«Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις»

(Αποστολική Εκκλησία – σύγχρονη εποχή)

ΜΕΡΟΣ ΙΓ΄

Για τον άνθρωπο του καιρού μας, η αντίληψή του σχετικά με την Αποστολική Εκκλησία είναι θαμπή∙ αξιοσημείωτη και η άγνοια των Ορθοδόξων εκείνων, που υπάγονται στη ρευστότητα των καιρών μας, τους αμαθείς μπροστά στα θέματα για τα οποία έπρεπε να γνωρίζουν, όπως είναι ο οικουμενισμός και η Νέα Τάξη Πραγμάτων.

Δεν γνωρίζουν την καθοδηγητική θέση της πρώτης Εκκλησίας, το ξεκάθαρο και αναντίλεκτο πνευματικό περιεχόμενό της. Η καθολική δυσκολία, σήμερα, οργανώνεται – συντελείται στη ρευστοποίηση των Ευαγγελικών εννοιών, που επιχειρεί το πολυμήχανο δαιμονικό πνεύμα του οικουμενισμού.

Σιγά – σιγά το πνεύμα αυτό εισχωρεί στο εσωτερικό του Ήθους και των Δογμάτων της Εκκλησίας, που είχαν αντέξει για αιώνες στις επιθέσεις των αιρέσεων∙ είχαν αντέξει με τη βοήθεια των Αγίων Συνόδων και της διδασκαλίας των Θεοφόρων Πατέρων.

Σήμερα, χαρτογραφώντας την εκκλησιολογική συμπεριφορά του ποιμνίου, βλέπουμε ότι εκτός της απλής (εισαγωγικής) πίστεως που διαθέτει, το δεύτερο ουσιαστικό χαρακτηριστικό του είναι η χρησιμοθηρική κατεύθυνση της πίστεως.

Τα αιτήματά του προς το Θεό και τους αγίους είναι (κυρίως) η παράκαμψη των βιοτικών στενώσεων και θλίψεων και η ελπίδα σωτηρίας (αιωνίου).

Αποφεύγουν, όμως, οι σημερινοί ορθόδοξοι την ομολογία, ως σημείο συνάντησης με το Θεό, η έλλειψη της οποίας δεν εγγυάται την σωτηρία, ιδίως σήμερα. Δίνουν έμφαση σε ελάχιστους Αγίους, ενώ απορρίπτουν στην πράξη τους αγώνες των μεγάλων Πατέρων και τη διδασκαλία τους περί συμπεριφοράς των πιστών εν καιρώ αιρέσεως, όπως έπραξαν ο Μ. Βασίλειος, Μάξιμος ο Ομολογητής, Θεόδωρος Στουδίτης, Μάρκος ο Ευγενικός κ.λ.π.

Έχει δημιουργηθεί η ζώνη των ουδέτερων και συμβιβασμένων ορθοδόξων, ως αναθεωρητές της Πατερικής διδασκαλίας. Ο Απ. Παύλος είναι σαφής: «οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται» (Β΄ Τιμ. 3-12).

Οι επίσκοποι και οι ιερείς, μοναχοί και μοναχές, στο σύνολό τους, ασκούν «υπακοή» στη διοίκηση της εκκλησίας με ηχηρή σιωπή, ενώ οφείλουν αντίδραση έναντι της παναιρέσεως του οικουμενισμού∙ έτσι περνούν οι «αναγκαίες» προσαρμογές του ποιμνίου στην γραμμή της ψευδοσυνόδου της Κρήτης (2016).

Από την πρώτη στιγμή μετά την «σύνοδο», ακολούθησε μια σειρά έντονης ομολογίας από τους πιστούς, η οποία δημιούργησε αίσθηση επερχόμενης ενωτικής αντίδρασης έναντι του οικουμενισμού. Η προτεραιότητα αυτή, δυστυχώς, λόγω πολλών αρχηγικών τάσεων, τέθηκε στο ράφι!

Υπάρχει κενό ενότητας των Ορθοδόξων δυνάμεων, που δημιουργεί αγωνίες που, πολύ φοβάμαι, ότι θα τις αυξήσει μια «νέα σύνοδος», προέκταση της Κρήτης!

1ο Σχόλιο: Το πλέον ανησυχητικό είναι η πεποίθηση, η εκκλησιολογική ερημότητα του πληρώματος (γενικά), το οποίο γεμίζει τους Ι. Ναούς και τις Ι. Μονές και νομίζει ότι η κατάσταση στην Εκκλησία διατηρεί την Ορθόδοξη Δογματική ομοιογένειά της, νομίζοντας δηλ. ότι η σύνοδος στην Κρήτη έμεινε στα χαρτιά, ότι «απέθανε και ετάφη»!

Οι πιστοί οφείλουν να μελετήσουν προσεκτικά τις αποφάσεις και το περιεχόμενο της «συνόδου» στην Κρήτη, ώστε να κατανοήσουν ότι επιχειρείται ένας ριζικός αναπροσδιορισμός της σημασίας της ορθοδοξίας, ο οποίος ωθεί το πλήρωμα σε συμμετοχή στο οικουμενικό κίνημα της νέας εποχής, της νέας τάξης πραγμάτων∙ κίνημα ανταρσίας έναντι της Ορθοδοξίας.

Επειδή ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος είναι ακρίτας στις επάλξεις της Εκκλησίας,  οι Επιστολές του, ως αφετηρία και συμπέρασμα ταυτόχρονα, αποτελούν φράγμα στον οικουμενισμό. Επειδή οι Επιστολές του είναι και νοηματικά κακομεταχειρισμένες από τους οικουμενιστές επισκόπους και ιερείς, γι’ αυτό και πρέπει να μελετηθούν ως χρέος και ζυγός παράλληλα∙ τότε στην ψυχή θα δημιουργηθεί αληθής φωτισμός, βαθύτατη ειρήνη, μιας και τα γραφόμενά του είναι σύντηξη φωτισμού και ποιμαντικής μέριμνας∙ άρτος πνευματικός!

Θα συμβεί ότι συνέβη και στον Προφήτη Ιεζεκιήλ! Παραθέτουμε το σχετικό εδάφιο, όπου ο δεσπόζων τόνος πίπτει στο λόγο του Θεού:

«Και είπε προς με∙ υιέ ανθρώπου, κατάφαγε την κεφαλίδα ταύτην και πορεύθητι και λάλησον τοις υιοίς Ισραήλ. Και διήνοιξε το στόμα μου, και εψώμισέ με την κεφαλίδα και είπε προς με∙ υιέ ανθρώπου, το στόμα σου φάγεται, και η κοιλία σου πλησθήσεται της κεφαλίδος ταύτης της δεδομένης εις σε∙ και έφαγον αυτήν, και εγένετο εν τω στόματί μου ως μέλι γλυκάζον» (Ιεζεκιήλ, Γ΄, 1-3).

Ερμηνεία:

Και είπεν ο Κύριος προς εμέ: «Άνθρωπε, φάγε με προθυμίαν τον τόμον αυτού του βιβλίου (ειλητάριο) και πήγαινε μετά να μιλήσεις στους Ισραηλίτες και να τους μεταφέρεις τα λόγια μου». Μου άνοιξε μάλιστα καλά το στόμα μου ο Κύριος και με βοήθησε να φάγω το βιβλίο. Και μου είπε: «Άνθρωπε, το στόμα σου θα φάγη και η κοιλία σου θα γεμίση με το βιβλίο αυτό, το οποίο σου έχει ήδη δοθεί». Και έφαγα το βιβλίο∙ και ενώ περιείχε θρήνους (το βιβλίο - ειλητάριο), μοιρολόγια και απειλές, εγώ δοκίμασα γλυκύτητα στο στόμα μου, ωσάν να είχα φάγει μέλι» (τέλος σχολίου).

Ο οικουμενιστικός μηχανισμός προσπαθεί να δημιουργήσει εκκλησιολογικές αποχρώσεις υπέρ του, εκμεταλλευόμενος φράσεις – θέσεις του Αγίου Ιγνατίου, οι οποίες εμπόδιζαν τους πιστούς να κατακτηθούν από τις αιρέσεις.

Είναι φανερό (στις Επιστολές του) το πόσο επίμονα και με πόση συνέπεια πολεμούσε τις αιρέσεις, εμπιστευόμενος το ορθόδοξο φρόνημα – επίπεδο των επισκόπων, πρεσβυτέρων και διακόνων.

Παραδείγματα (εκ της διδασκαλίας του Αγίου):

1) «Σπουδάζετε ουν βεβαιωθήναι εν τοις δόγμασι του κυρίου και των αποστόλων» (Μαγνησιεύσιν ΧΙΙΙ, 8-9).

2) «Τέκνα ουν φωτός αληθείας, φεύγετε τον μερισμόν και τας κακοδιδασκαλίας∙ όπου δε ο ποιμήν εστιν, εκεί ως πρόβατα ακολουθείτε. Πολλοί γαρ λύκοι αξιόπιστοι ηδονή κακή αιχμαλωτίζουσιν τους θεοδρόμους, αλλ’ εν τη ενότητι υμών ουκ έχουσιν τόπον» (Φιλαδελφεύσιν ΙΙ, 20-23).

3) «Απέχεσθε των κακών βοτάνων, άστινας ου γεωργεί Ιησούς Χριστός, δια το μη είναι αυτούς φυτείαν πατρός… Όσοι γαρ θεού εισίν και Ιησού Χριστού, ούτοι μετά του Επισκόπου εισίν…» (Φιλαδελφεύσιν VΙΙ, 23-24).

2ο Σχόλιο:

Σε όλα τα σχετικά εδάφια – χωρία των επιστολών του, περί υπακοής και τιμής στον Επίσκοπο, στους πρεσβυτέρους και στους διακόνους, αναφέρεται ο Άγιος μηδενίζοντας πάντοτε το ρόλο της αιρετικής σκέψης (φρονήματος), της ετεροδιδασκαλίας. Επιστρώνει στη συνείδηση του πιστού την υπακοή στους ποιμένες, όταν αυτοί είναι απαλλαγμένοι των υποπροϊόντων της αίρεσης. (Συνεχίζεται)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

=============================================================

«Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις»

(Η Αποστολική Εκκλησία – Περί Λατρείας)

ΜΕΡΟΣ ΙΒ΄

Στην «Προς Εφεσίους» Επιστολή του ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, υπογραμμίζοντας την αγιαστική ενέργεια της Αγίας Τριάδος στη Θεία Λειτουργία και στις λατρευτικές ιερές συνάξεις των πρώτων Χριστιανών, γράφει: «Σπουδάζετε ουν πυκνότερον συνέρχεσθαι εις ευχαριστίαν Θεού και εις δόξαν. Όταν γαρ πυκνώς επί το αυτό γίνεσθε, καθαιρούνται αι δυνάμεις του σατανά, και λύεται ο όλεθρος αυτού εν τη ομονοία υμών της πίστεως» (Ιγνατίου Επιστολή προς Εφεσίους ΧΙΙΙ, 1-4).

Ο άγιος Αυγουστίνος, εξομολογείται: «Πόσον έκλαυσα όταν άκουσα τους ύμνους σας, τους ψαλμούς σας, τους γλυκείς ήχους που εδονούσαν την Εκκλησία σας! Πόσον συγκίνησιν εδοκίμασα! Εκυλούσαν μέσα εις τα αυτιά μου, μετέφεραν την αλήθειαν μέσα εις την καρδίαν μου. Ένα μεγάλο ρεύμα ευσεβείας με συνεκλόνιζε και δάκρυα έτρεχαν εις το πρόσωπόν μου και μου έκαμναν τόσον καλόν» (Εξομολογήσεις ΙΧ).

Στις Πράξεις οι πιστοί, ζώντας το Μυστήριο της Εκκλησίας, αυτή την μεγάλη πηγή της χάριτος, έπαιρναν το άμεσο εκχύλισμα της χάριτος μέσα στο χώρο της λατρευτικής συνάξεως∙ «Ήσαν προσκαρτερούντες τη διδαχή των Αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς» (Πραξ. 2, 42).

Στην «Α΄ Απολογία» του Ιουστίνου (φιλοσόφου και μάρτυρος) υπέρ Χριστιανών, προς Αντωνίνον τον ευσεβή, διαβάζουμε σχετικά:

«Και κατά την λεγομένην ημέραν του ηλίου γίνεται συγκέντρωσις όλων, όσοι κατοικούν εις τας πόλεις ή τους αγρούς, και διαβάζονται τα απομνημονεύματα των Αποστόλων ή τα συγγράμματα των προφητών, μέχρις ότου είναι δυνατόν∙  Έπειτα, όταν σταματήση εκείνος που διαβάζει, ο προϊστάμενος λειτουργός με ομιλίαν απευθύνει την νουθεσίαν και την πρόσκλησιν δια την μίμησιν των καλών τούτων. Έπειτα εγειρόμεθα όλοι μαζί και απευθύνομεν προσευχάς∙ και, ως προείπομεν, όταν σταματήσωμεν την προσευχήν, προσφέρεται άρτος και οίνος και ύδωρ και ο προϊστάμενος λειτουργός, με όσην δύναμιν έχει, απευθύνει ομοίως (λειτουργικάς) ευχάς και ευχαριστίας και ο λαός συμμετέχει επιδοκιμαστικώς λέγων το Αμήν.

Και η μετάδοσις (της Θ. Κοινωνίας) και η μετάληψις από τα δώρα, δια τα οποία έγινεν η Ευχαριστία, γίνεται δια τον καθένα χωριστά και εις εκείνους, οι οποίοι δεν είναι παρόντες, στέλλεται με τους διακόνους. Από εκείνους δε, οι οποίοι είναι εύποροι και οι οποίοι θέλουν, ο καθένας ανάλογα με την ελευθέραν απόφασιν του δίδει ό,τι θέλει∙ και το ποσόν, που συγκεντρώνεται, δίδεται εις τον προϊστάμενον λειτουργόν και αυτός παρέχει συνδρομήν εις τα ορφανά και τας χήρας και γίνεται προστάτης εις όλους, όσοι απουσιάζουν ένεκα ασθενείας ή δι’ άλλην αιτίαν, και εις εκείνους, που είναι φυλακισμένοι, και εις τους ξένους, που παρεπιδημούν, και εις όλους ανεξαιρέτως, οι οποίοι ευρίσκονται εις ανάγκην. Την δε ημέραν του ηλίου όλοι από κοινού κάνομεν την λατρευτικήν σύναξιν, επειδή είναι η πρώτη ημέρα, εις την οποίαν ο Θεός, αφού μετέβαλε το σκότος και την ύλην, εδημιούργησε τον κόσμον, και (επειδή) ο Ιησούς Χριστός ο Σωτήρ μας την ιδίαν ημέραν ανέστη εκ νεκρών» (ΒΕΠΕΣ 3, 198).

1ο Σχόλιο (Καθηγητού Ευαγγ. Θεοδώρου)

«Γενικώς η περικοπή του Ιουστίνου δεικνύει, ότι ήδη κατά το α΄ ήμισυ του β΄ αιώνος υπήρχε πλήρες τυπικόν της Θ. Λειτουργίας (ανάγνωσις Γραφών – λόγος και νουθεσία – κοιναί ευχαί κλήρου και λαού – ευχαριστήριος και τελεστική ευχή του προεστώτος – χρήσις του Αμήν – διάδοσης και μετάληψις της Θ. Κοινωνίας – «λογία» και υλική συνδρομή υπέρ των πασχόντων)». (τέλος σχολίου)

Πολλούς λανθασμένους δρόμους επιλέγει ο άνθρωπος χωρίς το Θεό, χωρίς την προσευχή, χωρίς τα Μυστήρια της Εκκλησίας, χωρίς την Θεία Λειτουργία χωρίς, τέλος, την υποταγή στους Πατέρες – Αγίους που υπογραμμίζουν την ορθοδοξία της Ορθοδοξίας!

Με δικές μας δυνάμεις ο δρόμος δύσκολος και αποκλείεται να τον διαβούμε∙ Εν Χριστώ Ιησού τα πάντα κατορθωτά, γι’ αυτό και ο Άγιος Ιγνάτιος ενισχύει το πλήρωμα της Εκκλησίας, τους μικρούς εναντίον των «ισχυρών» διωκτών, τους άοπλους κατά κόσμο εναντίον των ενόπλων, ως νίκη εναντίον της πλάνης και του ψεύδους της ειδωλολατρείας και των αιρέσεων. Γράφει:

Α) Σπουδάζετε ουν πυκνότερον συνέρχεσθαι εις ευχαριστίαν Θεού, και δόξαν∙ όταν γαρ συνεχώς επί το αυτό γένησθε, καθαιρούνται αι δυνάμεις του Σατανά, και άπρακτα αυτού επιστρέφει τα «πεπυρωμένα βέλη» προς αμαρτίαν» (Προς Εφεσίους ΧΙΙΙ, 12-15).

Β) «Μη πλανάσθε ταις ετεροδοξίαις, μηδέ μύθοις ενέχετε, και γενεαλογίαις απεράντοις και Ιουδαίοις τύφοις» (Προς Μαγνησίους VIII, 14-15).

Γ) «Και υπέρ των άλλων δε ανθρώπων αδιλείπτως προσεύχεσθε∙ Εστιν γαρ εν αυτοίς ελπίς μετανοίας, ίνα Θεού τύχωσιν (Προς Εφεσίους Χ, 15-16).

Δ) «μη αλείφεσθε δυσωδίαν της διδασκαλίας του άρχοντος του αιώνος τούτου, μη αιχμαλωτίση υμάς εκ του προκειμένου ζην» (Προς Εφεσίους ΧVII, 28-30).

2ο Σχόλιο (π. Αυγουστίνου Καντιώτου)

Ο π. Αυγουστίνος παρατηρεί ότι το σήμερα των πιστών βρίσκεται στους αντίποδες εκείνων των πρώτων Χριστιανών: «Πρέπει να καλύψωμεν το πρόσωπόν μας εξ ντροπής. Πολύ απέχομεν από την ιδεώδη εκείνην πολιτείαν των πρώτων Χριστιανών» (Προς το ποίμνιον, σελ. 439) (τέλος σχολίου).

3ο Σχόλιο: Η εικόνα των βημάτων της αρχαίας Εκκλησίας σε οδηγεί σε γέφυρες, που σε συνδέουν με την αυθεντική βίωση της χριστιανικής ζωής.

Την έγκυρη πνευματική – θεωρητική ανάπτυξη της αισθήσεως αυτής, την υπογραμμίζει η προσευχή της Αποστολικής Εκκλησίας. Γνωρίζουμε, ότι ο αδύνατος – μηδαμινός άνθρωπος δια της προσευχής δίνει διαταγές και στη Φύση∙ με την προσευχή οι Μάρτυρες υπέμειναν βάσανα και θάνατο∙ δι’ αυτής οι Απόστολοι, οι Ομολογητές και η πολιτεία των Μοναχών, υπηρέτησαν τον Θεό σε τόνους υψηλής ακρίβειας.

Στο μαρτύριο του Αγίου Πολυκάρπου, διαβάζουμε:

«Νύκτα και ημέραν ουδέν έτερον ποιών ή προσευχόμενος…; όπερ ην σύνηθες αυτώ (V, 1) (τέλος σχολίου).

4ο Σχόλιο: Εντύπωση προκαλούν οι πνευματικές, προσευχητικές, απέριττες επιγραφές πάνω στους τάφους, των πρώτων χριστιανών. Παραδείγματα:

α) ο Χριστιανός Ασκληπιόδοτος, στον τάφο της συζύγου του Καρτερίας, έγραψε:

«… Καρτερία γλυκυτάτη∙ ειρήνη μενέτω σοι εν Κυρίω» (Ναός αγ. Παγκρατίου στη Ρώμη).

β) Ένας πατέρας, στο μνήμα του παιδιού του, τον Αθηνόδωρο, έγραψε: «Αθηνόδωρε, τέκνον, το πνεύμα σου εις ανάπαυσιν».

γ) Και κάποιος άλλος, πονεμένος πατέρας, γράφει:

«Μνησθείη σου, τέκνον, ο Κύριος»

(Βλέπε βιβλίο «Η Εκκλησία των Μαρτύρων», εκδ. «Ζωής»)

5ο Σχόλιο (π. Αυγουστίνου Καντιώτου)

Οι ευχές – προσευχές των πρώτων χριστιανών «ηκούοντο ως βρονταί ικαναί να ξυπνήσουν και τους πλέον ραθύμους των ακροατών» («Προς το Χριστεπώνυμο πλήρωμα») (Συνεχίζεται)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ


=======================================================

«Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις»

(Η Αποστολική Εκκλησία)

ΜΕΡΟΣ ΙΑ΄

Αναμφίβολα, η ορθή πίστη (=Ορθοδοξία) είναι το θεμέλιο της σωτηρίας μας.

Δεν είναι τυχαίο, ότι στην αρχή της Δεσποτικής Νηστείας, στην Αγία Τεσσαρακοστή, εορτάζουμε τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας απέναντι στη βιαιότητα των αιρέσεων.

Ναι μεν οι πολιτισμοί μεταβάλλονται μέσα στην Ιστορική διαδικασία, αλλά η Εκκλησία κάτω από την αλήθεια του Ευαγγελίου έχει αναδεχθεί την ευθύνη της σωτηριολογικής επιστεγάσεως των κοινωνιών, προς αγιασμό των δυνάμεών τους και ως στροφή προς Πολιτειολογία θεμελιωμένη στην αλήθεια του Χριστού.

Προς αποφυγή πνευματικών κρίσεων (=έλλειψις αληθινών πνευματικών ηγετών), ο Θεοφόρος Ιγνάτιος διατύπωσε οδηγία ορθή, θεόπνευστη, ως ποιμαντική φροντίδα της Εκκλησίας: «Σπουδάζετε ουν βεβαιωθήναι εν τοις δόγμασιν του Κυρίου και των Αποστόλων» (Τραλλιανοίς, ΧΙΙΙ, 8 – 9).

Πριν σαράντα – πενήντα χρόνια, πολλές Ι. Μητροπόλεις έκλειναν μέσα τους την δίψα για την λάμψη – ζωή της Αποστολικής Εκκλησίας∙ παράδειγμα οι Μητροπόλεις Φλωρίνης και Λαρίσης.

Από 24 – 26 Σεπτεμβρίου 1973, έλαβε χώρα στη Λάρισα το Δ΄ Ιερατικό Συνέδριο με θέμα: «Βαρνάβας, Τίτος, Τιμόθεος – Αποστολικές μορφές της Εκκλησίας του Χριστού».

Tέλη Σεπτεμβρίου και αρχές Οκτωβρίου του 1980, πραγματοποιήθηκε το ΙΑ΄ Γενικό Ιερατικό Συνέδριο της Ι. Μ. Φλωρίνης στην Ι. Μονή Αγ. Παρασκευής Μηλοχωρίου – Εορδαίας, με θέμα: «Αποστολική Εκκλησία».

Τα κείμενα των (ανωτέρω) συνεδρίων δεν αποτελούν μία απλή αναδρομή στο παρελθόν∙ έρχονται να ποτίσουν, έως και σήμερα, την προβληματική γη του σημερινού πληρώματος της Εκκλησίας. Ιδιαίτερα, έρχονται, να ενισχύσουν την πνευματική άμυνα έναντι των αιρέσεων.

Μας υπενθυμίζουν, ακόμη, τα κείμενά τους, την μέγιστη δύναμη που εκλύεται από την αγάπη του Χριστού προς ημάς∙ αυτή (μόνο) μπορεί να μεταμορφώσει τον κόσμο.

Σχετικά, στην «προς Διόγνητο Επιστολή», του Ιουστίνου φιλοσόφου και μάρτυρος, διαβάζουμε:

«Ο γαρ Θεός τους ανθρώπους ηγάπησε, δι’ ους εποίησε τον κόσμον, οίς υπέταξε πάντα τα εν τη γη, οίς λόγον έδωκεν, οίς νούν, οις μόνοις άνω προς αυτόν οράν επέτρεψεν, ούς εκ της ιδίας εικόνος έπλασε, προς ούς απέστειλε τον υιόν αυτού τον μονογενή, οις την εν ουρανώ βασειλείαν επηγγείλατο και δώσει τοις αγαπήσασιν αυτόν (Χ, 40).

Εάν δούμε τις σταθμίσεις και τα κέντρα βάρους στην πνευματική ζωή, που υπογραμμίζουν οι «Πράξεις των Αποστόλων», ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος και άλλες Αποστολικές μορφές τότε, αναμφίβολα, κατανοούμε την προσπάθεια των μακαριστών Επισκόπων Φλωρίνης Αυγουστίνου και Θεολόγου Λαρίσης, να φανερώσουν στα συνέδριά τους τις αγιοπλαστικές δυνάμεις της Αποστολικής Εκκλησίας, την εξακτίνωσή της, που είναι στις διαστάσεις: Ορθή πίστη, Λατρεία, Ηθική, κοινωνικότητα και Μαρτύριο.

1ο  Σχόλιο: Πριν ακόμη αναφερθούμε στις ανωτέρω διαστάσεις, να υπογραμμίσουμε, ότι ο Ευαγγελικός, ο Αποστολικός και ο Πατερικός λόγος, δεν είναι κολλεκτιβισμός του λόγου, που προωθεί ένα πνεύμα μαζοποιήσεως, όπως επιχειρούν τα πολιτικά κόμματα. Αντίθετα, στην Εκκλησία, έχουμε το χάρισμα της Ισηγορίας, που προϋποθέτει τη συνείδηση του προσώπου σε αδιάλειπτη σύνδεση με τον Χριστό∙ έχουμε δηλαδή το χάρισμα του λόγου ως έκφραση ελευθερίας και καθήκοντος.

Τονίζει ο Απ. Παύλος (παράδειγμα), ότι η εξουσία «Θεού γαρ διάκονος εστι σοι εις το αγαθόν». Χρησιμοποιεί την προσωπική αντωνυμία «σοι» (τέλος σχολίου).

Γνωρίζουμε, ότι το ποιμαντικό έργο (φροντίδα) έχει θεμέλιο την ορθή πίστη. Κέντρο της Εκκλησιαστικής ζωής η αναφορά στον ΑγιοΤριαδικό Θεό, στο Χριστό, στην ορθή πίστη.

Εργασθήτε επάνω στο πραγματικό θεμέλιο, με τέλεια πιστότητα και καθαρότητα, γράφει ο Άγιος Ιγνάτιος. Υπενθυμίζουμε, πάλι, την «προς Μαγνησίους Επιστολή»:

«Σπουδάσατε ουν βεβαιωθήναι εν τοις δόγμασι του Κυρίου και των Αποστόλων» (ΧΙΙΙ, 21 – 22).

Ο κίνδυνος του Εκκλησιαστικού γίγνεσθαι είναι η αίρεση, οι κακοί ποιμένες.

Στις «Διαταγές των Αποστόλων» (ΙΙΙ, 33 – 35), διαβάζουμε:

«Οι ταχθέντες δι’ ημών γνώμη Χριστού επίσκοποι, πάντα κατά τας παραδοθείσας ημίν εντολάς ποιήσθε, ειδότες, ότι «ο ημών ακούων Χριστού ακούει, ο δε Χριστού ακούων του Θεού αυτού και πατρός ακούει», ω η δόξα εις τους αιώνας. Αμήν».

Αναμφίβολα, ο Θεός χαρίζει σ’ αυτούς που βιώνουν ορθά την πίστη, πνεύμα θάρρους και δύναμης∙ και όχι πνεύμα δειλίας, γι’ αυτό και ο Άγιος Ιγνάτιος, γράφει: «Στήθι Εδραίος ως άκμων τυπτόμενος» έναντι των αιρετικών (Προς Επίσκοπον Σμύρνης Πολύκαρπον – ΙΙΙΙ, 19 – 20).

2ο Σχόλιο:

Στο Δ΄ Ιερατικό Συνέδριο (24-26 Σεπτ. 1973) στην Ι. Μ. Λαρίσης, ο Αρχιμ. Νικόδημος Γιαννακόπουλος, τόνισε: «Ο Επίσκοπος δεν είναι απλώς ένα πρόσωπο μέσα σ’ όλα τα άλλα, αλλά ο εις τύπον και τόπον Χριστού ιστάμενος εν μέσω των πιστών, που εκφράζει την πίστιν και την πνευματικήν εμπειρίαν της ζωής της Εκκλησίας. Εάν ο Επίσκοπος δεν ζη και δεν εκφράζη την εμπειρίαν αυτή της Εκκλησίας, (τότε) η θέσι του μέσα στην Εκκλησία δεν είναι σύμφωνος με την παράδοση της Εκκλησίας και επομένως δεν μπορεί να είναι πατήρ της Εκκλησίας, πατήρ των πιστών. Μένει σαν εκκλησιαστικός διοικητής» (Σελ. 56) (Τέλος σχολίου).

Σ’ αυτή την πίστη για τον Επίσκοπο, εστιάζει την ποιμαντική φροντίδα του ο Άγιος Ιγνάτιος. Πολλές φορές στις επιστολές του προσεγγίζει και θεματοποιεί την διακονία του Επισκόπου, Επόμενος τοις ίχνεσιν των Αγίων Αποστόλων, οι οποίοι ευεργετικώς, με ένθεο πόνο, προειδοποιούν:

«Προ πάντων φυλάσσεσθε, ώ επίσκοποι, τας δεινάς και χαλεπάς και αθεμίτους αιρέσεις, φεύγοντες αυτάς ως πυρ φλέγον τους αυτώ πλησιάζοντας∙ φεύγετε δε και τα σχίσματα» (Διαταγαί Αποστόλων – ΣΤ, Ι). Εντός του πνεύματος των Αποστόλων, ο Άγιος Ιγνάτιος γράφει:

«Φυλάτεσθε ουν τους τοιούτους (αιρετικούς)∙ τούτο δε έσται υμίν μη φυσιουμένους, και ούσιν αχωρίστοις Θεού Ιησού Χριστού και του Επισκόπου και των διαταγμάτων των Αποστόλων» (Τραλλιανοίς, VII, 1-3).

3ο Σχόλιο: Αυτή η θεολογική ακρίβεια (δομή) της μετάβασης από τον Λόγο στα διατάγματα των Αποστόλων και στην εξάπλωσή τους με ευθύνη των Επισκόπων (και πρεσβυτέρων), διαφυλάχθηκε ως κόρη οφθαλμού (με προσήλωση) από τους μακαριστούς, αγίους Επισκόπους, Θεολόγο Λαρίσης και Φλωρίνης Αυγουστίνο.

Αναμφίβολα, η Αποστολική γλώσσα τους, με αλήθεια και ελευθερία, δεν συμβάδιζε με την αντινομία λόγων και έργων του Αρχιεπισκόπου (τότε) Σεραφείμ.

Σε μελλοντικό άρθρο μας, θα απαντήσουμε και θα υπογραμμίσουμε, την ωμή αλήθεια για το Σεραφειμικό καθεστώς, για να βοηθήσουμε τους αγνοούντας εν Χριστώ αδελφούς. (Συνεχίζεται)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

=============================

«Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις»

(Ορθοδοξία, το φιλόϋλον πυρ και το φιλόθεν πυρ)

ΜΕΡΟΣ Ι΄

Όταν ομολογούμε την Πίστη μας (Ορθοδοξία) στηριζόμαστε, αναπόφευκτα, και στις παραδοθείσες εμπειρίες – διδασκαλίες του Θεοφόρου Ιγνατίου, όπως:

Α) «της συμφωνίας της προς τους αγίους φρόντιζε» (Προς Ήρωνα – Διάκονο Αντιοχείας, Ι, 27).

Β) «”Η πίστις μία, και το βάπτισμα εν” και μία η Εκκλησία, ην ιδρύσαντο οι άγιοι απόστολοι από περάτω εως περάτων, εν τω αίματι του Χριστού, οικείοις ιδρώσι και πόνοις» (Προς Φιλαδελφείς IV, 9-12).

Γ) «Εγώ γαρ και μετά την ανάστασιν εν σαρκί αυτόν οίδα πιστεύω όντα» (Σμυρναίοις ΙΙΙ, 15-16).

Ολόκληρη η ζωή του Αγίου είναι ερμηνεία της Αγίας Γραφής, ως αποδέκτης της πνευματικής διαθήκης των Αγίων Αποστόλων. Δεν υποχώρησε στην πίεση των αιρέσεων, στην πίεση της εύκολης ζωής, στην πίεση του Μαρτυρίου.

Τόνισε με απόλυτη κατηγορηματικότητα:

«όντες λίθοι (οι πιστοί) ναού Πατρός ητοιμασμένοι εις οικοδομήν Θεού Πατρός αναφέρονται εις τα ύψη δια της μηχανής Ιησού Χριστού, ος εστι Σταυρός, σχοινίω χρώμενοι τω πνεύματι τω Αγίω. Η δε πίστις ημών αναγωγεύς ημών, η δε αγάπη οδός η αναφέρουσα εις τον Θεόν».

Ως Ικρίων (σκαλωσιά) θεωρεί (ανωτέρω) τον Σταυρόν, δια του οποίου ανερχόμεθα στον ουρανό.

1ο Σχόλιο: Χωρίς Σταυρική ζωή και νήψη, δεν υπάρχει βιωματική σύνδεση με τον Χριστό∙ δεν υπάρχει ανύψωση εκ γης προς ουρανόν∙ δεν υπάρχει Ομολογία.

Αν η σημερινή ομολογιακή κλίμακα του πληρώματος είναι χαμηλής στάθμης, αυτό οφείλεται και στην απομάκρυνση κλήρου και λαού από την ατμόσφαιρα της Αποστολικής εποχής – Εκκλησίας.

Έχουν «φροντίσει» οι οικουμενιστές Επίσκοποι να παρουσιάζουν «ξεθωριασμένη» την εικόνα της (τότε) Εκκλησίας. Ακούω συχνά να λένε (πλήθος πιστών), όταν τους ζητείται μια στοιχειώδης εναντίωση στον οικουμενισμό, σύμφωνα με τις διδασκαλίες των Πατέρων: «Ήταν άλλες εποχές. Τώρα να διαφυλάξουμε την ενότητα» Εννοούν άρνηση εκκλησιολογικής δράσης απέναντι στον οικουμενισμό!!

Σ’ αυτό το σημείο διαστροφής και παραποίησης του πνεύματος των Πατέρων φθάσαμε, επειδή η αμάθεια του πληρώματος «λιβανίζεται» από οικουμενιστές «ποιμένες» (τέλος σχολίου).

Ο Καρλ Γιάσπερς, τόνισε:

«Η ευθύνη για μια αδρανή συμπαράσταση, αποτελείται από βαθμίδες που αρχίζουν από τον απλό πολίτη και φθάνουν ως την ανθρωπότητα».

Από αυτές τις εκδοχές των βαθμίδων προστατεύει τον κάθε πιστό ο Ι. Χρυσόστομος, τονίζοντας την καθολικότητα της πνευματικής παρουσίας του Θεοφόρου Ιγνατίου, που δεν πρέπει ν’ αγνοεί (σήμερα) ο κάθε πιστός.

Ήτο μάρτυρας, επίσκοπος και Απόστολος∙ στις μέγιστες διαστάσεις των εννοιών τους.

Τονίζει, σχετικά, ο Ι. Χρυσόστομος, αναφερόμενος στις τρεις αυτές βαθμίδες ευθύνης του:

«Τίνα πρότερον ανυμνήσομεν; τον μάρτυρα ή τον επίσκοπον ή τον απόστολον; Τριπλούν γαρ στέφανον η του πνεύματος πλέξασα χάρις, ούτω την αγίαν εκείνην ανέδησε κεφαλήν∙ μάλλον δε πολλαπλούν», δηλ.: «Ποιόν να ανυμνήσωμεν πρώτο; το μάρτυρα ή τον επίσκοπο ή τον απόστολο; Γιατί η χάρη του πνεύματος έπλεξε τριπλό στεφάνι και μ’ αυτό στόλισε το άγιο εκείνο κεφάλι, και μάλιστα πολλαπλό» (P.G. 50, 587-596 – «Εις τον Άγιον Ιγνάτιον τον Θεοφόρον»).

Πρώτη, ειλικρινή, αυτοαναλυτική εικόνα, μας δίδει ο ίδιος στις επιστολές του.

Γράφει:

Α) «Ιγνάτιος, ο και Θεοφόρος… τη ούση εν Εφέσω της Ασίας, πλείστα εν Ιησού Χριστώ και εν αμώμω χαράν χαίρειν». Αναφέρεται ως «Θεοφόρος» τον «Χριστόν έχων εν στέρνοις».

Β) «Οίδα τις ειμί και τίσιν γράφω∙ εγώ κατάκριτος, υμείς κλεημένοι∙ εγώ υπό κίνδυνον, υμείς εστηριγμένοι».

Γ) «Προσεύχεσθε υπέρ της Εκκλησίας της εν Συρία, όθεν δε δεμένος εις Ρώμην απάγομαι, έσχατος ων των εκεί πιστών, ώσπερ ηξιώθην εις τιμήν Θεού ευρεθήναι» (Από την προς Εφεσίους Επιστολή του).

Δ) «Ουκ εστιν εν εμοί πυρ φιλόϋλον» (Προς Ρωμαίος).

2ο Σχόλιο:

Υπάρχει μια θεωρητική δομή – συγκρότηση στο όνομα του Αγίου.

Στα Λατινικά «Ignis» σημαίνει φωτιά, πυρ, φλόγα∙ ήτο, θα λέγαμε, πυρφόρος, πλήρης εσωτερικής ζεστασιάς από την χάρι του Αγίου Πνεύματος.

Όταν ο διώκτης Τραϊανός (98 – 117 μ.Χ.) ρώτησε τον Άγιο «και τις εστί Θεοφόρος;», απάντησε:

«Ο Χριστόν έχων εν στέρνοις»∙ «Ο Χριστός κατοικούσε εις την καρδιά του∙ Είχε στήσει τον θρόνο του εις την καρδιά της καρδιάς του» (Αρχιμ. Σπυρ. Μπιλάλης) (Τέλος σχολίου).

3ο Σχόλιο: Στις Επιστολές του διακρίνουμε αξονικές επιδιώξεις ποιμαντικής και εκκλησιολογικής φροντίδας∙ διαβάζουμε: «Σπουδάζετε ουν βεβαιωθήναι εν τοις δόγμασιν του Κυρίου και των Αποστόλων, ίνα πάντα, όσα ποιήτε, κατευοδωθή» (Μαγνησιεύσιν ΧΙΙΙ).

Μέσα στους καπνούς της «σύγχρονης» εποχής, μέσα στον γδούπο από τις δίμορφες πτώσεις πολιτικών και «ποιμένων», δεν διαπιστώσαμε (ακόμη), εδώ στη Μητρόπολη Δημητριάδος, μια βούληση της Ακαδημίας Θεολογικών σπουδών (Βόλου), για μια θεολογικά επιβεβλημένη συνεδριακή αναφορά στον Άγιο Ιγνάτιο, ως Επίσκοπο, ως Μάρτυρα και ως Απόστολο της πρώτης (αρχαίας) Εκκλησίας.

Mια όμως τέτοια συνεδρία – προσκλητήριο, προσκρούει στην έννοια της οικουμενιστικής κινήσεως, θα δημιουργήσει αναταράξεις…!

Βλέπουμε, ότι με βαθύτερο υποβλητικό τρόπο «ξυπνούν» οι συνειδήσεις, όταν σημάνει συναγερμός για το περιβάλλον, για τις «πανδημίες» για τις μάσκες και τα εμβόλια…

Διαχρονικά, η φωνή του Αγίου Ιγνατίου, ισχύει ως νόμος πνευματικής ομοψυχίας στη βούληση του (ορθώς) εκκλησιολογικώς πράττειν και ως βοήθεια της πνευματικής αλληλεπίδρασης (των πιστών) στα όρια της Ορθοδοξίας.

«Σπουδάζετε ουν βεβαιωθήναι εν τοις δόγμασιν του Κυρίου και των Αποστόλων, ίνα πάντα, όσα ποιήτε, κατευοδωθή» (τέλος σχολίου).

Πιστεύω, ότι το μέτρο συμμετοχής ενός Ορθοδόξου πιστού στην Ομολογία Πίστεως κατά της παναιρέσεως του οικουμενισμού, σήμερα, αποτελεί και εκφράζει (νομοτελειακά) την επιθυμία του για την σωτηρία του, στην πέρα του τάφου ζωή. Εκεί η ζωή είναι δίκαιη για όλους! Συν Θεώ, στο επόμενο τελευταίο άρθρο, θα ασχοληθούμε με το αιώνιο πρότυπο (προς μίμηση) την Αποστολική Εκκλησία. (Συνεχίζεται)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ