Γράφει ο π.
Φώτιος Βεζύνιας
Ανοικτή επιστολή προς σεβαστόν
πρωτοπρεσβύτερον π.
Σεβαστόν.
Θεσσαλονίκη 8-8-2017
Πάτερ Σεβαστέ ευλόγησον.Χαίρε εν Κυρίω.
Η αφορμή
για την επιστολή μου αυτή, μου εδόθη από
μία ευχάριστη συνάντηση. Συναντήθηκα με έναν αγαπημένο μου δάσκαλο. Τον
κ. Ιωάννη. Κοινός γνωστός των δυο μας, από την κοινή μας πατρίδα, και αγαπητός.
Αυτόν που μας πήρε μαζί με τους συμμαθητές μου, από το χέρι σε ηλικία έξη ετών,
και μας έμαθε πολλά. Αν τα συγκρίνω δε με το σήμερα…. τότε όχι μόνο πολλά αλλά
και πολύτιμα. Είναι γιατί ο προσανατολισμός του σχολείου εκείνων των χρόνων,
-δεκαετία του 1960- ήταν προσανατολισμός ουσίας.
Γνωρίζεις
βέβαια και εσύ, ότι και οι άνθρωποι εκείνης της εποχής, ήταν διαφορετικοί, και
ακόμα δεν είχε φθάσει στα άκρα της επικράτειας – όπως ήταν τότε το νησί μας –
δεν είχε φθάσει λοιπόν η «φθορά» και η «φθορά δια της διαφθοράς».
Τουλάχιστον αυτό μας αφήνει να συμπεράνουμε το πνεύμα της «παιδείας», στο
σχολείο εκείνης της εποχής. Λέγει ο ψαλμωδός, «...δράξασθε παιδείας,
μήποτε ὀργισθῇ Κύριος καὶ ἀπολεῖσθε ἐξ ὁδοῦ δικαίας. (Ψαλ. 2,12)» Αυτή η «παιδεία»
είναι η βάση της ανθρώπινης παρουσίας πάνω στη γη… Εν πολλοίς λοιπόν για το σήμερα, η απουσία
αυτής της «παιδείας» εξηγεί την σημερινή θλιβερή κατάσταση και στα
της «πολιτείας», και στα της «εκπαιδεύσεως». Ακόμα δε περισσότερο
φαίνεται η «αιτιατή» απουσία αυτής της «παιδείας», εις ότι αφορά
στα συμβαίνοντα στην «Εκκλησία», ειδικά μετά την εις Κρήτη σύνοδο, διότι
πλέον η κατάσταση έχει γίνει τραγική.
Σεβαστέ
μου πάτερ Σεβαστέ. Αν και η αφορμή δια την επιστολή αυτή, ήταν ευχάριστη, εν
τούτοις το περιεχόμενο της συζήτησης με τον κοινό μας φίλο και δάσκαλό μου, δεν
ήταν καθόλου ευχάριστο για τον γράφοντα. Κατάλαβα εκ των λόγων του δασκάλου μου
ότι διακατέχεσαι υπό πλάνης, και μάλιστα διπλής. Επειδή η αγάπη μου προς
το πρόσωπό σου είναι αδιαμφισβήτητη, παίρνω το θάρρος, θέλεις; πες το και
θράσος, να σου γράψω κάνοντας μία ύστατη προσπάθεια να σου
αλλάξω τον τρόπο προσέγγισης στα τελευταία γεγονότα, στην Εκκλησία.
Καλέ μου πάτερ
Σεβαστέ, φαίνεται οι κακές συναναστροφές σου με τους φέροντες την αίρεση του
οικουμενισμού, αλλοίωσαν το «ορθόδοξο» φρόνημά σου. Έχασες δυστυχώς, όπως οι περισσότεροι,
την «ορθοδοξία» σου. Πολύ σωστά λέγει ο λαός «με τον στραβό αν κοιμηθείς,
αλλήθωρος θα σηκωθείς»!!
Άκουσα
εμβρόντητος την απάντησή σου στην ερώτηση που σου ετέθη υπό του δασκάλου μου.
Σου ζήτησε ο δάσκαλός
μου, «την αιτία της τιμωρίας», του γράφοντος. Ο δάσκαλός μου απέδειξε ότι
είναι από τους δασκάλους που «διδάσκουν
λόγον και λόγον κρατούν»!!!…. Σύ όμως πάτερ μου, αντί να απαντήσεις μέσα
από την πληρότητα της θεολογικής σου υπερεπάρκειας, έδωσες απάντηση νωθρή,
διπλωματική, και στερούμενη της αποδείξεως ότι όντως ήσουν αυτός που νομίζαμε. Του
είπες εν κατακλείδι… «όταν εσύ ήσουν
δάσκαλος τόλμησες ποτέ να αμφισβητήσεις την παρουσία και τις εντολές του
επιθεωρητή σου;».
Ακούγοντας και τα
υπόλοιπα του περιεχομένου της συζητήσεώς σας, αποδεικνύεται καλέ μου πάτερ, ότι και εσύ ο δυστυχής, αν και
πολιός, κατεφάγης, υπό του μικροβίου της «Ζηζιούλιας
θεολογίας» και κατά συνέπεια του οικουμενισμού.
Ατυχής ο ανωτέρω παραλληλισμός και λυπηρός
σφόδρα, όταν προέρχεται από ένα λευίτη, όπως εσύ, στο πρόσωπο του οποίου ο
γράφων, τρέφει ειλικρινή σεβασμό. Σου απαντώ λοιπόν δια της παρούσης επιστολής,
σε όλες τις αιτιάσεις σου. Και στο τελευταίο, και μάλλον κατά την άποψή σου,
«ακτύπητο» ερώτημά σου, περί επιθεωρητού, η απάντηση είναι μία. Λοιπόν «βέβαια και αμφισβητείς τις εντολές του
προϊσταμένου ή επιθεωρητού, πάτερ, αν δεν είναι σύμφωνες με το νομοθετικό
πλαίσιο που θέτει το σύνταγμα της χώρας μας». Δηλαδή αν έλθει ο οποιοδήποτε
επιθεωρητής ή προϊστάμενος και πει ότι απαγορεύεται να λεγόμαστε Έλληνες ή πει να
αναγνωρίσουμε ότι η τάδε περιοχή της Ελλάδος ανήκει στη Τουρκική επικράτεια, επειδή είναι επιθεωρητής θα υπακούσουμε;
Βεβαίως όχι. Υποχρεούμαστε εις
ανυπακοήν.
Θεωρώ λοιπόν, σεβαστέ μου
πάτερ Σεβαστέ, εαυτόν υποχρεωμένο απέναντι στον Κύριό μας και Θεό μας, απέναντι
στο σώμα της Εκκλησίας, να γράψω αυτές τις γραμμές. Και ουσιαστικά να δοθεί μία
απάντηση και στην σεβαστότητά σου, αλλά και σε άλλους πατέρες, ευλαβείς κατά
τα άλλα, που δυστυχώς έχουν διολισθήσει, όπως και εσύ, στην «διπλή πλάνη». Δυστυχώς δε αυτήν την
πλάνη την μεταφέρετε και την κηρύττετε στο συστηματικά και επί πολλά έτη,
ακατήχητο πάνω σε τέτοια θέματα,
ποίμνιο. Να μην μπω στον κόπο να σε ερωτήσω πόσα κηρύγματα έχεις κάνει στην
πολυετή θητεία σου, πάνω στο θέμα του οικουμενισμού, και των αγαπητικών
προσεγγίσεων με τους αιρετικούς!!!!.
Η πλάνη λοιπόν αυτή
συνίσταται αφενός από την αίρεση του οικουμενισμού, αφετέρου δε από την αίρεση του αλάθητου, αποδίδοντάς αυτήν την
ιδιότητα στο πρόσωπο του επισκόπου.
Ας σημειωθεί δε ότι από
προσωπική εμπειρία γνωρίζω ότι, πολλοί εκ
των επισκόπων δεν αρέσκονται σ’ αυτήν την εκδηλούμενη δουλικότητα των
υφισταμένων τους. Αλλά και πολλοί άλλοι εκ των επισκόπων δυστυχώς, αναπαύονται
απέναντι σε τέτοια δουλική και
εμετική συμπεριφορά και στάση, και το χειρότερο, δεν κατανοούν ότι
χάνονται πνευματικά μέσα στην αλάθητη πορεία τους… Ο Κύριος είπε «άφοβα», «ἐρευνᾶτε τὰς γραφάς, ὅτι ὑμεῖς δοκεῖτε ἐν αὐταῖς ζωὴν
αἰώνιον ἔχειν· καὶ ἐκεῖναί εἰσιν αἱ μαρτυροῦσαι περὶ ἐμοῦ·(Ιω. 5,39)», και εμείς κάναμε δόγμα το.. «Ο επίσκοπος είναι μη ερευνώμενος».
Κύριε ελεήσον.
Ξέρεις πάτερ Σεβαστέ,
πόσοι επίσκοποι και πόσοι Μητροπολίτες, και πόσοι Πατριάρχες πέρασαν από την
Εκκλησία, έχοντες πνεύμα πλάνης, με αιρετικές θέσεις, αιρετίζοντες, ή
αιρετικοί; Τι θα γινόταν αν ο λαός και οι υφιστάμενοι τους, αλλά και οι
συνεπίσκοποί τους, έμεναν στο δόγμα «Δεν
επιτρέπεται να ελέγξεις επίσκοπο»; Η Εκκλησία θα είχε διολισθήσει προ
αιώνων στην αίρεση. Άλλωστε τούτο βιώνει το μόρφωμα που λέγεται «παπισμός». Βλέπουμε εκεί στην πράξη τι συμβαίνει αν
ο ένας θεωρεί εαυτόν «αλάθητον», αλλά θεωρηθεί και από τους άλλους ως «τοιούτος».
Σεβαστέ πάτερ Σεβαστέ, ήδη
με τα άρθρα «Οι ακραίοι... και οι καθώς πρέπει», και
«Οι «εκτός»….και οι «εντός»…», έδειξε ο γράφων με αναντίρρητο λόγο, ότι όλοι
εμείς, που τολμήσαμε να σηκώσουμε το κεφάλι, όχι για «ιδίαν δόξαν», όχι για «ίδια
οφέλη», όχι για να γίνουμε «οι
μάρτυρες του διαδικτύου», βαδίζουμε την οδό της «Αληθείας», την οδό των
Αγίων Πατέρων, αντίθετα από την των οικουμενιστών, για τους οποίους υπενθυμίζουμε
ότι βαδίζουν την οδό της «Απωλείας της Ολότητας».
Και ο «νοών… νοείτω».
Πάτερ Σεβαστέ, προχωρώ σε μία απλοϊκή ανάλυση
με γνωστό περιεχόμενο, όχι για να γίνω δάσκαλός σου, μη γένοιτο, αλλά για να
κατανοήσουν και οι άλλοι που θα διαβάσουν αυτήν την επιστολή.
Ο επίσκοπος, σύμφωνα με την εξέλιξη των
πραγμάτων ασκεί δύο εξουσίες. Ασκεί την διοικητική εξουσία και την πνευματική
εξουσία. Σαφή τα όρια των δύο αυτών επισκοπικών εξουσιών. Δηλαδή δεν μπορεί ο
επίσκοπος, δια της «πνευματικής δεσποτικότητος»,
να επιβάλλει διοικητικά μέτρα άνομα και παράνομα… ούτε όμως δια της «διοικητικής δεσποτικότητος», να
επιβάλλει «πνευματικόν βιασμόν».
Τέτοιον δυστυχώς «πνευματικόν βιασμόν» επέβαλλε η «Κολυμπάρια Σύνοδος», διότι επεβλήθη…
δι’ αυτής με πλάγιο τρόπο, το δόγμα… ότι
στην Ορθοδοξία μπορούν να ισχύσουν τακτικές αλαθήτου. Και το χειρότερο τακτικές
«ντυμένες» με το «έντιμο» φόρεμα της συνοδικότητος. Αλλά και «στολισμένες» με
τα εύοσμα άνθη της «ενότητος». Και κάτι ακόμα πιο σημαντικό. Ενώ στον παπισμό
συναντάμε πρώτα το «αλάθητο» και έπειτα την δήθεν «συνοδικότητα». (B΄ Βατικάνειος), στην Ορθοδοξία, έχουμε πρώτα την «συνοδικότητα»,
και τώρα δι’ αυτής της συνοδικότητος, το «αλάθητο» του ενός. (Κολυμπάριος
σύνοδος). Αν αυτό δεν λέγεται «Δογματική
διαστροφή», τότε δεν γνωρίζουμε άλλον
γήινο χαρακτηρισμό, που να αποδίδει την αλήθεια της όλης κατάστασης στην οποία
έχει περιπέσει «κρίμασι οις οίδε Κύριος», η Εκκλησία.
Λοιπόν πάτερ Σεβαστέ, κατά πρώτον ο
επίσκοπος είναι υπεύθυνος για την «άριστη» διαχείριση των διοικητικών θεμάτων της
Μητροπόλεώς του. Και ως ο απόλυτα
υπεύθυνος έναντι της «κρατικής εξουσίας», και ως ο μοναδικός αποδίδων
λόγον για την ποιότητα διαχείρισης των υποθέσεων της Μητροπόλεώς του, έχει και
κάθε δικαίωμα να εγκαταστήσει, να ελέγξει, να απομακρύνει τον όποιον εκείνος
νομίζει «υφιστάμενό του διαχειριστή»
των μητροπολιτικών, ενοριακών, ή μοναστηριακών υποθέσεων. Τα κριτήρια ως προς τον «διοικητικό έλεγχο» των υφισταμένων, ασφαλώς
και είναι μόνον διοικητικά. Η όποια διοικητική «ποινή», δεν μπορεί να
επιβληθεί με κριτήρια «πνευματικά».
Και αν «δίκαια» επιβληθεί «πνευματική» ποινή, πρώτα θα εκπέσει ο
τιμωρούμενος από την πνευματική του ιδιότητα και κατόπιν από την διοικητικήν
του. Βέβαια σ’ αυτήν την φαινομενική απολυτότητα
της εξουσίας, υπεισέρχονται ευτυχώς, και νόμοι του κράτους αλλά και Ιεροί
κανόνες, που βάζουν φρένο στην πιθανή «κακή χρήση» της «Δεσποτικής εξουσίας». Ουδείς
διαφωνεί. Πολύ περισσότερο ο γράφων ο οποίος επί μία δεκαετία περίπου
αθροιστικά, διετέλεσε διευθυντής Σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Κατά δεύτερον, πάτερ μου καλέ, η «πνευματική εξουσία» του επισκόπου
υφίσταται και ασκείται στερεωμένη επίσης στους Ιερούς Κανόνες. Ουδείς αρνείται
και αυτήν την εξουσιαστική παρουσία. Ο επίσκοπος είναι «ο προσδιορίζων την τοπική Εκκλησία πνευματικώς». Ναι. Αλλά… Δεί τον επίσκοπον «Ορθοδοξείν». Αν δεν ορθοδοξεί και θεληματικά ή και άθελα, αιρετίζει
τότε η στάση των υποτακτικών του είναι μόνο «Μία». Άμεσος και
ευθύς έλεγχος. Πειθαρχείν δεί Θεώ μάλλον ή ανθρώποις μας διδάσκει ο
Απόστολος Πέτρος.
Πάτερ Σεβαστέ, σε πληροφορώ λοιπόν ότι ο
οικείος εις εμέ επίσκοπος, προέβη εις την απομάκρυνσή μου εκ της «Αγαπημένης
μου Ενορίας», διότι εφάρμοσα απέναντι
στις «πνευματικές» του επιλογές, τον
15ο κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, επί Φωτίου του Μεγάλου. Δεν
διέκοψα το μνημόσυνό του «δια λόγους
ιδίων του εγκλημάτων». Διέκοψα το μνημόσυνό του, επειδή τα κείμενα της «Κολυμπάριας
Συνόδου», τα εισάγοντα θεσμικά την αίρεση του οικουμενισμού στην Εκκλησία,
φέρουν την υπογραφή του. Ποίο λοιπόν το παράπτωμά μου; Γιατί με απομάκρυνε από
την ενορία μου; Αν στον «επιθεωρητή σου»,
για λόγους εθνικούς οφείλουμε να δείξουμε την «καλή ανυπακοή», πόσο μάλλον πρέπει να είμαστε αυστηροί σε θέματα
της Αληθείας της Πίστεώς μας.
Σεβαστέ πάτερ Σεβαστέ, αν και υμείς θεολόγοι, ημείς δε μόνον υπηρέτες
της μαθηματικής σκέψης, υμείς εν
πολυετεί θητεία εν τω θυσιαστηρίω, ημείς δε ολιγοετείς λευίτες. Αν και υμείς εν
πολλαίς γνωριμίαις και διασυνδέσεις με εκκλησιαστικούς και πολιτικούς κύκλους,
ημείς δε επιλεκτικά ακολουθούντες την μοναχικήν οδόν της Ορθοδοξίας και
Ορθοπραξίας, εν τούτοις εν παρρησία σου αποκαλύπτω τα γνωστά και αυτονόητα που
ξεχνάς, ίσως λόγω του πολιού της
ηλικίας, ή εκ των κακών συναναστροφών σου με οικουμενιστές συνεφημέριους, ή και
επισκόπους φίλους σου, κάποιοι εκ των οποίων δια περισσού θράσους εξήγησαν
ιδίοις κριτηρίοις τον Προφήτην Ηλίαν και απέδωσαν εις ημάς τους «ενάντιους στο θέλημά τους»…. τον
χαρακτηρισμό των «Ιερέων της αισχύνης».
(Ι. Ν. Προφήτου Ηλία Πυλαίας Θεσσαλονίκης. Αρχιερατικός εσπερινός. 19-7-2017). Ζει όμως Κύριος ο Θεός, και θέλει δείξει,
ποίοι πραγματικά είναι οι Ιερείς της αισχύνης.
Πάτερ
Σεβαστέ, ελπίζω να μην ανήκεις στην πλειάδα των ιερέων, που δηλώνουν άγνοια
περί των γεγονότων της Κρήτης. Η «Κολυμπάρια σύνοδος» απεδείχθη διά πολλών
άρθρων και θεολογικών τοποθετήσεων ότι διαρθρώθηκε από αιρετικές προσεγγίσεις
και θέσεις σε σημαντικά δόγματα της πίστεώς μας. Κείμενα του νέου ομολογητού Μητροπολίτου
κ. Ιεροθέου, του ελογιμοτάτου καθηγητού κ. Τσελεγγίδη, του διωκομένου Ομοτίμου
Καθηγητού, πατρός Θεοδώρου Ζήση, και άλλων ανεγνωρισμένων διεθνώς θεολόγων
αποδεικνύουν την αλήθεια των λόγων μου. Κείμενα Αγιορειτών πατέρων, Ιερών
μονών, και Ορθοδόξων συλλόγων αποδεικνύουν την φουρτούνα που επέφερε στην
Εκκλησία η εν Κρήτη σύνοδος. Φουρτούνα την οποίαν είχαν προΐδει Άγιοι Πατέρες
όπως Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, ο Άγιος Παΐσιος και άλλοι. Πως μπορούμε λοιπόν να μείνουμε απαθείς όταν
βλέπουμε την υπογραφή του επισκόπου μας κάτω από τα κείμενα τα οποία ουσιαστικά θεσμοθετούν την αίρεση του
οικουμενισμού στην Εκκλησία;
Τι λοιπόν θεωρούμε ότι κάνει ο επίσκοπος ο
οποίος έθεσε την υπογραφή του κάτω από τα κείμενα της Κρήτης;. Ουδόλως
αμφισβητήσαμε την διοικητικήν του εξουσία, αλλά αμφισβητούμε την σύμπλευσή του
με τα της Κρήτης. Αντιδράσαμε
«αγαπητικά» δια της διακοπής του μνημοσύνου, στην μόλυνσή του από την οξείαν
ασθένεια της αιρέσεως του οικουμενισμού, από την οποία «νοσεί» βασανιζόμενος και
ο Πατριάρχης μας. Φοβούμαι δε ότι αυτό το «πνευματικό μικρόβιο» του οικουμενισμού έχει πλήξει και εσέ πάτερ
Σεβαστέ. Αλίμονο δε, διότι το μικρόβιο
του οικουμενισμού δεν γίνεται αντιληπτό. Είναι όμοιο με το aids. Είναι το « πνευματικό
aids ».
Σεβαστέ
μου πάτερ Σεβαστέ.
Συμπερασματικά σου λέγω ότι όφειλες εκ της
σχέσεώς μας και της φιλίας μας, να επικοινωνήσεις μαζί μου, και έστω πατρικά να
μου δείξεις πού έχω λάθος στο θέμα που περιγράφω πιο πάνω. Αντί όμως να αποδείξεις και εσύ και όλοι οι σαν εσένα, ότι όντως
είστε οι «αγαπητικοί», όπως αφήνετε να διαφανεί από κηρύγματά σας, προτίμησες να δείξεις καλό
πρόσωπο στους αιρετίζοντες οικουμενιστές, κρίνοντας τον γράφοντα, με λανθασμένα
και δυστυχώς άδικα κριτήρια.
Κλείνοντας λοιπόν την επιστολή μου, θα σου
επαναλάβω τα λόγια του Κυρίου, «εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον
περὶ τοῦ κακοῦ· εἰ δὲ καλῶς, τί με δέρεις; (Ιωαν. 18,23)»
Εύχομαι
ο Κύριος να δώσει σε όλους μας έτη μετανοίας.
Χαίροις
εν Κυρίω
π.
Φώτιος Βεζύνιας.