του Νεκτάριου
Δαπέργολα
Διδάκτορος
Βυζαντινής Ιστορίας
Καθώς εκπνέει το 2017, μια
χρονιά πραγματικά καταιγιστικών εξελίξεων, όσον αφορά τη δράση των
Οικουμενιστών και την προώθηση των σχεδίων τους (σε συνέχεια της
ψευτοσυνόδου της Κρήτης), βρισκόμαστε ξεκάθαρα στη φάση που και οι
τελευταίες ψηφίδες της εικόνας μπαίνουν πλέον στη θέση τους. Προηγήθηκε
ένας μακρός κύκλος επαφών, αγαπολογικών δηλώσεων και «διαλόγων», που
βρίσκόταν σε πλήρη εξέλιξη επί δεκαετίες και που μπόρεσε λίγο-λίγο (μέσα
στο ευρύτερο κλίμα της μιθριδατικής αποχαύνωσης και παθητικοποίησης της
κοινωνίας μας) να επιτύχει τη σταδιακή άμβλυνση και εξουδετέρωση των
πνευματικών αντισωμάτων του λαού μας απέναντι στην αδηφάγα επέλαση της
Νέας Εποχής.
Ταυτόχρονα προχωρούσε επίσης επί δεκαετίες η άλωση των Θεολογικών Σχολών, που πλέον εδώ και καιρό μόνο «μεταπατερική» θολολογία και «νεωτερική» ανοησία παράγουν σε επίπεδο διδακτόρων, μεταπτυχιακών αλλά και απλών αποφοίτων (κατά τον ίδιο ακριβώς δηλαδή τρόπο που ένας εσμός από αποδομητικές συμμορίες ελληνοφοβικών εθνομηδενιστών κι εκκλησιομάχων ψευτοεπιστημόνων έχει αλώσει και λυμαίνεται τις Φιλοσοφικές Σχολές και τα Παιδαγωγικά Τμήματα). Και φυσικά βρισκόταν εν εξελίξει (ιδίως τα τελευταία χρόνια) και η παράλληλη εκστρατεία προβολής του κάθε πλανεμένου οικουμενιστή και «νεωτεριστή» (κληρικού τε και λαϊκού) ως προοδευτικού, χαρισματικού και…φωτισμένου, την ώρα που οι εκφράζοντες λόγον αληθείας και αυθεντικής πατερικής παραδόσεως καθυβρίζονταν χυδαία κι εξουθενώνονταν ως μουχλιασμένοι, οπισθοδρομικοί, σκοταδιστές ή ακόμη και ψυχασθενείς.
Ενώ όμως έτσι είχε η κατάσταση, τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε ορατά δια γυμνού οφθαλμού. Επί πολλά χρόνια οι ινστρούχτορες της παναίρεσης δούλευαν υπόγεια και με μεγάλη προσοχή, οι εξελίξεις ήταν αργές και σε μεγάλο βαθμό συγκεκαλυμμένες, σε πολλές περιπτώσεις τηρούνταν τα προσχήματα. Για προφανείς λόγους φυσικά όλα αυτά. Το χωράφι έπρεπε να σπαρεί προσεκτικά, όλες οι διαλυτικές διεργασίες να πραγματοποιηθούν μεθοδικά, το νερό μέσα στην κατσαρόλα να θερμανθεί σταδιακά και με φειδώ, ώστε ο βάτραχος να μη ζεματιστεί απότομα και πηδήξει έξω. Και οι λίγοι που φώναζαν ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός» και προειδοποιούσαν για την επερχόμενη θύελλα, αντιμετωπίζονταν βέβαια με θυμηδία ως γραφικοί συνωμοσιολάγνοι.
Ταυτόχρονα προχωρούσε επίσης επί δεκαετίες η άλωση των Θεολογικών Σχολών, που πλέον εδώ και καιρό μόνο «μεταπατερική» θολολογία και «νεωτερική» ανοησία παράγουν σε επίπεδο διδακτόρων, μεταπτυχιακών αλλά και απλών αποφοίτων (κατά τον ίδιο ακριβώς δηλαδή τρόπο που ένας εσμός από αποδομητικές συμμορίες ελληνοφοβικών εθνομηδενιστών κι εκκλησιομάχων ψευτοεπιστημόνων έχει αλώσει και λυμαίνεται τις Φιλοσοφικές Σχολές και τα Παιδαγωγικά Τμήματα). Και φυσικά βρισκόταν εν εξελίξει (ιδίως τα τελευταία χρόνια) και η παράλληλη εκστρατεία προβολής του κάθε πλανεμένου οικουμενιστή και «νεωτεριστή» (κληρικού τε και λαϊκού) ως προοδευτικού, χαρισματικού και…φωτισμένου, την ώρα που οι εκφράζοντες λόγον αληθείας και αυθεντικής πατερικής παραδόσεως καθυβρίζονταν χυδαία κι εξουθενώνονταν ως μουχλιασμένοι, οπισθοδρομικοί, σκοταδιστές ή ακόμη και ψυχασθενείς.
Ενώ όμως έτσι είχε η κατάσταση, τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε ορατά δια γυμνού οφθαλμού. Επί πολλά χρόνια οι ινστρούχτορες της παναίρεσης δούλευαν υπόγεια και με μεγάλη προσοχή, οι εξελίξεις ήταν αργές και σε μεγάλο βαθμό συγκεκαλυμμένες, σε πολλές περιπτώσεις τηρούνταν τα προσχήματα. Για προφανείς λόγους φυσικά όλα αυτά. Το χωράφι έπρεπε να σπαρεί προσεκτικά, όλες οι διαλυτικές διεργασίες να πραγματοποιηθούν μεθοδικά, το νερό μέσα στην κατσαρόλα να θερμανθεί σταδιακά και με φειδώ, ώστε ο βάτραχος να μη ζεματιστεί απότομα και πηδήξει έξω. Και οι λίγοι που φώναζαν ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός» και προειδοποιούσαν για την επερχόμενη θύελλα, αντιμετωπίζονταν βέβαια με θυμηδία ως γραφικοί συνωμοσιολάγνοι.
Εδώ και καιρό όμως είναι
πλέον προφανές ότι έχουμε μπει σε άλλη φάση. Ζούμε πια το τέλος των
προσχημάτων. Και ταυτόχρονα βέβαια το τέλος των ψευδαισθήσεων και των
δικαιολογιών, για όσους μέχρι χτες αρέσκονταν να στρουθοκαμηλίζουν,
βυθίζοντας τα κεφάλια τους στην άμμο.
Όλα πλέον είναι απροκάλυπτα. Ολόκληρο το 2017 χαρακτηρίστηκε από μία συνεχή και ραγδαία κλιμακούμενη αλληλουχία ταξιδιών, συσκέψεων, εκδηλώσεων και συμπροσευχών του πατριάρχη Βαρθολομαίου με όσους αιρετικούς και αλλόθρησκους Ανατολής και Δύσης μπορεί να συλλάβει ακόμη και ο πλέον ευφάνταστος νους. Πριν από λίγους μήνες, ανήμερα του Αγίου Πνεύματος, ο ένας εκ των βασικών του εταίρων, ο ζοφερός αιρεσιάρχης του Βατικανού, είχε δηλώσει expressis verbis ότι βαίνουμε προς μία Παγκόσμια Εκκλησία με…ποικιλομορφία (αυτή είναι προφανώς η κατ’ ευφημισμόν επίκληση του ήδη προκατασκευασμένου πολυδογματικού συγκρητιστικού τουρλού, που με τόση μεθοδική συνέπεια υπηρετούν εδώ και χρόνια τόσο ο ίδιος, όσο και οι ημέτεροι πλανεμένοι Οικουμενιστές). Λίγο αργότερα βγήκε και κατακεραύνωσε (αυτός ο διαχρονικός άρχων του ψεύδους, της αίρεσης και της υποκρισίας) ως υποκριτές και…φίδια όσους τολμούν να προβάλουν λόγο αντίδρασης στα άθλιά τους σχέδια.
Σε ανάλογες πιέσεις για την εφαρμογή
των συμφωνηθέντων στην κρητική ψευδοσύνοδο (και την πάταξη των
αντιφρονούντων) προβαίνουν συνεχώς ο Βαρθολομαίος και τα οικουμενιστικά
του φερέφωνα. Και λίγες μόλις ημέρες πριν, απαντώντας σε νέο…ενωτικό
μήνυμα του Πάπα (μέσα στο οποίο γίνεται ξεκάθαρα λόγος για «τον
επείγοντα χαρακτήρα της ανάπτυξης σε πλήρη και ορατή ενότητα»!), τόνισε
ότι «έφτασεν η ώρα να ασχοληθώμεν και με τα εμπόδια εις την
αποκατάστασιν της πλήρους κοινωνίας των Εκκλησιών ημών» με στόχο «να
οδηγηθώμεν εις λύσεις αποδεκτάς εκατέρωθεν». Είναι πασιφανές ότι τα
πράγματα τρέχουν όντως με πολύ μεγάλη ταχύτητα πια.
Κι ενώ συμβαίνουν αυτά, η κατάσταση όσον αφορά την αναμενόμενη αντίδραση και αντίσταση παραμένει άκρως απογοητευτική. Φυσικά κανείς που στοιχειωδώς γνωρίζει την κατάσταση στην ιεραρχία και τη βαθιά πνευματική κρίση και παρακμή στην οποία βουλιάζει ο λαός μας δεν θα μπορούσε να τρέφει αυταπάτες. Είχαμε ωστόσο την ελπίδα ότι έστω σε ένα βαθμό η αθλιότητα που διαδραματίστηκε το καλοκαίρι του 2016 στην Κρήτη, καθώς και τα συνταρακτικά τεκταινόμενα της επόμενης μέρας, κάποιους θα κινητοποιούσαν και κάποιους θα ξεσήκωναν. Ενάμιση όμως χρόνο αργότερα οι απειροελάχιστοι που αποφάσισαν να κρατήσουν τις Θερμοπύλες απέναντι στη λαίλαπα της αδηφάγας Παναίρεσης, παραμένουν απειροελάχιστοι. Οι συντριπτικά πλείστοι εξακολουθούν να αδιαφορούν μέσα στην ανοησία της ανίδεης αμεριμνησίας τους, πάμπολλοι από τους οιονεί «εκλεκτούς» του εκκλησιαστικού χώρου συνεχίζουν να μεριμνούν και να τυρβάζονται περί όνου σκιάς ή και ενίοτε να ασχολούνται με όχι μεν ασήμαντα, αλλά πάντως δευτερεύοντα θέματα που αποπροσανατολίζουν, αντί του μείζονος που καίει (και με το οποίο είναι απρόθυμοι να καταπιαστούν λόγω βολέματος, φοβίας ή άλλων επιμέρους αιτίων). Και όλα αυτά, ενώ από την άλλη μία πολυπληθής ορδή από παπαγαλάκια του Οικουμενισμού σε πλήρως διατεταγμένη υπηρεσία εξακολουθεί να κλιμακώνει εδώ και καιρό τη δράση της μέσω κηρυγμάτων, απειλών, υποτιμητικών δηλώσεων και κάθε άλλου μέσου με στόχο να αποτρέψει την αντίδραση, να εντείνει τη φοβία, να διατηρήσει την υπνηλία, να εξουθενώσει την ανυπακοή και την απείθεια στα σχέδια των ινστρουχτόρων και των αφεντικών.
Όπως προαναφέρθηκε όμως, τα προσχήματα έχουν πλέον τελειώσει. Βρισκόμαστε στο τέλος των ψευδαισθήσεων και των δικαιολογιών. Γιατί πλέον έχουν μπει μέσα «στην Πόλη οι οχτροί». Δεν την επιβουλεύονται απλώς, δεν ετοιμάζουν πολιορκητικά όπλα, δεν βαδίζουν εναντίον της, δεν βρίσκονται καν στα πρόθυρα· είναι ήδη πια από καιρό μέσα και τη διαγουμίζουν. Ας τελειώνουμε λοιπόν με τα άλλοθι, ακόμη και τώρα δεν είναι αργά.
Κι ενώ συμβαίνουν αυτά, η κατάσταση όσον αφορά την αναμενόμενη αντίδραση και αντίσταση παραμένει άκρως απογοητευτική. Φυσικά κανείς που στοιχειωδώς γνωρίζει την κατάσταση στην ιεραρχία και τη βαθιά πνευματική κρίση και παρακμή στην οποία βουλιάζει ο λαός μας δεν θα μπορούσε να τρέφει αυταπάτες. Είχαμε ωστόσο την ελπίδα ότι έστω σε ένα βαθμό η αθλιότητα που διαδραματίστηκε το καλοκαίρι του 2016 στην Κρήτη, καθώς και τα συνταρακτικά τεκταινόμενα της επόμενης μέρας, κάποιους θα κινητοποιούσαν και κάποιους θα ξεσήκωναν. Ενάμιση όμως χρόνο αργότερα οι απειροελάχιστοι που αποφάσισαν να κρατήσουν τις Θερμοπύλες απέναντι στη λαίλαπα της αδηφάγας Παναίρεσης, παραμένουν απειροελάχιστοι. Οι συντριπτικά πλείστοι εξακολουθούν να αδιαφορούν μέσα στην ανοησία της ανίδεης αμεριμνησίας τους, πάμπολλοι από τους οιονεί «εκλεκτούς» του εκκλησιαστικού χώρου συνεχίζουν να μεριμνούν και να τυρβάζονται περί όνου σκιάς ή και ενίοτε να ασχολούνται με όχι μεν ασήμαντα, αλλά πάντως δευτερεύοντα θέματα που αποπροσανατολίζουν, αντί του μείζονος που καίει (και με το οποίο είναι απρόθυμοι να καταπιαστούν λόγω βολέματος, φοβίας ή άλλων επιμέρους αιτίων). Και όλα αυτά, ενώ από την άλλη μία πολυπληθής ορδή από παπαγαλάκια του Οικουμενισμού σε πλήρως διατεταγμένη υπηρεσία εξακολουθεί να κλιμακώνει εδώ και καιρό τη δράση της μέσω κηρυγμάτων, απειλών, υποτιμητικών δηλώσεων και κάθε άλλου μέσου με στόχο να αποτρέψει την αντίδραση, να εντείνει τη φοβία, να διατηρήσει την υπνηλία, να εξουθενώσει την ανυπακοή και την απείθεια στα σχέδια των ινστρουχτόρων και των αφεντικών.
Όπως προαναφέρθηκε όμως, τα προσχήματα έχουν πλέον τελειώσει. Βρισκόμαστε στο τέλος των ψευδαισθήσεων και των δικαιολογιών. Γιατί πλέον έχουν μπει μέσα «στην Πόλη οι οχτροί». Δεν την επιβουλεύονται απλώς, δεν ετοιμάζουν πολιορκητικά όπλα, δεν βαδίζουν εναντίον της, δεν βρίσκονται καν στα πρόθυρα· είναι ήδη πια από καιρό μέσα και τη διαγουμίζουν. Ας τελειώνουμε λοιπόν με τα άλλοθι, ακόμη και τώρα δεν είναι αργά.
Ξεκαθαρίζουμε ότι αυτές οι σειρές δεν γράφονται με τόνο ελεγκτικό - με
αγωνία γράφονται και με σκοπό όχι να επιτιμήσουν, αλλά να παραινέσουν.
Και δεν απευθύνονται βέβαια στους μπολιασμένους με το δυσώνυμο πνεύμα
του Οικουμενισμού, ούτε στους βολεμένους ή και ξεπουλημένους: αυτοί σε
άλλο…αφεντικό δουλεύουν και «ήδη απέχουσιν των μισθών αυτών». Όσοι όμως
αντιλαμβάνονται το πρόβλημα και θλίβονται έστω και βαθιά μέσα τους
γι’ αυτό, είναι τώρα η ώρα να ξεπεράσουν τους δισταγμούς τους, την όποια
φοβία ή τις άλλες αδυναμίες τους και να δώσουν ομολογία πίστεως. O λόγος
και για επισκόπους (υπάρχουν ακόμη και τέτοιοι) και για άλλους
κληρικούς, αλλά και για λαϊκούς. Να αφυπνιστούν, να μιλήσουν, να
συστοιχηθούν με όσους ήδη αγωνίζονται, να κινητοποιήσουν εαυτούς και
αλλήλους. Ως πότε θα ασχολούμαστε με δευτερεύοντα θέματα (που φυσικά
ουδείς αντιλέγει πως οφείλουμε «κακείνα μη αφιέναι») και θα αρνούμαστε
να δούμε κατάματα το βασικό και το μείζον; Ως πότε θα μιλάμε και θα
γράφουμε για τα συμπτώματα της βαριάς αρρώστιας που τρώει τις σάρκες μας
και θα αφήνουμε ουσιαστικά στο απυρόβλητο την απώτερη αιτία της; Ως
πότε θα ανησυχούμε για τα κλαδιά και το φύλλωμα του δέντρου που
ξεραίνεται και θα αρνούμαστε να δούμε το προφανές, ότι το πρόβλημα δεν
είναι επιτέλους τα φύλλα, αλλά η ρίζα;
Και να ξεκαθαρίσουμε βέβαια εδώ για μια ακόμη φορά (γιατί το λέμε και το γράφουμε επανειλημμένα) ότι η διολίσθηση στην Παναίρεση, σε συνδυασμό με την ευρύτερη αποστασία του λαού μας από τον Θεό (ειδικά κατά τις τελευταίες δεκαετίες), δεν είναι απλώς η ρίζα της πνευματικής κρίσης που μας ταλανίζει. Είναι η ρίζα και η πρωτογενής γενεσιουργός αιτία όλης συλλήβδην της βαθιάς παρακμής και πλήρους κατάρρευσης την οποία ζούμε εδώ και αρκετά χρόνια και σε κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό, πολιτιστικό και φυσικά ευρύτερα υπαρξιακό επίπεδο (γιατί η απομάκρυνσή μας από την Ορθοδοξία δεν είναι καταδικαστική μόνο σε επίπεδο σωτηριολογικό, αλλά ισοδυναμεί και με αποσάθρωση της ταυτότητας και ιδιοπροσωπείας μας και συνεπώς πλήρη μετάλλαξή μας σε επίπεδο συλλογικά οντολογικό). Και ακόμη ας θυμόμαστε και τους «πνευματικούς νόμους» που λειτουργούν, ας μην ξεχνάμε τους τεράστιους κινδύνους που διατρέχουμε και σε εθνικό επίπεδο και τις τεράστιες περιπέτειες και ενίοτε τραγωδίες και συμφορές που έχουμε στο διάβα της Ιστορίας υποστεί ως λαός, όποτε προδώσαμε την πίστη μας.
Όλα αυτά -γραφικά και ακατανόητα προφανώς για τους διαποτισμένους από τη σαρκολατρεία και τη μηδενιστική υστερία των εσχάτων χρόνων, αλλά καταφανή και αυτονόητα για τους έχοντας οφθαλμούς του οράν και νουν του συνιέναι τα «σημεία των καιρών»- είναι εδώ μπροστά μας και οφείλουν επιτέλους να απασχολήσουν σοβαρά όποιον λέει ότι πονάει για την κατάσταση που βιώνουμε ως λαός τα τελευταία χρόνια.
Και να ξεκαθαρίσουμε βέβαια εδώ για μια ακόμη φορά (γιατί το λέμε και το γράφουμε επανειλημμένα) ότι η διολίσθηση στην Παναίρεση, σε συνδυασμό με την ευρύτερη αποστασία του λαού μας από τον Θεό (ειδικά κατά τις τελευταίες δεκαετίες), δεν είναι απλώς η ρίζα της πνευματικής κρίσης που μας ταλανίζει. Είναι η ρίζα και η πρωτογενής γενεσιουργός αιτία όλης συλλήβδην της βαθιάς παρακμής και πλήρους κατάρρευσης την οποία ζούμε εδώ και αρκετά χρόνια και σε κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό, πολιτιστικό και φυσικά ευρύτερα υπαρξιακό επίπεδο (γιατί η απομάκρυνσή μας από την Ορθοδοξία δεν είναι καταδικαστική μόνο σε επίπεδο σωτηριολογικό, αλλά ισοδυναμεί και με αποσάθρωση της ταυτότητας και ιδιοπροσωπείας μας και συνεπώς πλήρη μετάλλαξή μας σε επίπεδο συλλογικά οντολογικό). Και ακόμη ας θυμόμαστε και τους «πνευματικούς νόμους» που λειτουργούν, ας μην ξεχνάμε τους τεράστιους κινδύνους που διατρέχουμε και σε εθνικό επίπεδο και τις τεράστιες περιπέτειες και ενίοτε τραγωδίες και συμφορές που έχουμε στο διάβα της Ιστορίας υποστεί ως λαός, όποτε προδώσαμε την πίστη μας.
Όλα αυτά -γραφικά και ακατανόητα προφανώς για τους διαποτισμένους από τη σαρκολατρεία και τη μηδενιστική υστερία των εσχάτων χρόνων, αλλά καταφανή και αυτονόητα για τους έχοντας οφθαλμούς του οράν και νουν του συνιέναι τα «σημεία των καιρών»- είναι εδώ μπροστά μας και οφείλουν επιτέλους να απασχολήσουν σοβαρά όποιον λέει ότι πονάει για την κατάσταση που βιώνουμε ως λαός τα τελευταία χρόνια.
Όσοι πάντως έχουν απομείνει ζωντανοί σε αυτόν τον τόπο, δεν αρκεί απλώς να το ισχυρίζονται. Ήρθε πλέον ο καιρός και να το αποδείξουν…