Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2018

Στο Συλλαλητήριο των Αθηνών εφάνη πως ήταν εκεί όλος ο ντουνιάς και ολάκερη η Ελλάς ...δεν έλειπε κανείς. Παρόντες και απόντες ήντουσαν παρόντες, όπως τότε στου Κυρίου την αδέκαστη Παρουσία…

Η διαδήλωση της ΚΡΙΣΕΩΣ


ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ αληθινά αισθάνθηκα χτες που αξιώθηκα να βρεθώ σε τούτην την ιστορική λαο-διαδήλωση για ’να ’χω κι’ έγω κάτι άξιο να διηγιέμαι αύριο στα εγγόνια μου.
    Μα αυτό το συλλ-αλητήριο, που ήταν διαμαρτυρία  για των ισχυρών το αλητήριο, μου έφερε την θύμηση της Κρίσεως, τότε που θα καθίσει ο Χριστός μας ως κριτής να κρίνει όλους τους ανθρώπους που γεννηθήκανε απ’ άκρου έως άκρου της οικουμένης και της ιστορίας.

     Και τούτο όχι μόνο επειδή έκαμε ο λαός κρίση και έκρινε στην ψυχή του ως προδότες όσους με αναισθησία θρασιμιού, που δεν έβγαλε ο ντουνιάς, πατούν και απο-πατούν επάνω το αίμα των ηρώων της Μακεδονίας, μα διότι χθες στην Αθήνα είχε συναχθεί όλο το γένος μας  όπως τότε στου αδεκάστου Χριστού την Κρίση:

   «…βασιλεῖς καὶ ἄρχοντες, δοῦλοι καὶ ἐλεύθεροι, ἁμαρτωλοὶ καὶ δίκαιοι, πλούσιοι καὶ πένητες».

   Είδα ανθρώπους νέους, παλληκάρια και κοπέλες με το σφρίγος του ελαφιού, είδα και μικρά βρέφη να ακολουθάνε σιωπηλά και απορημένα από τα καροτσάκια των Μητέρων τους, μα είδα και γερασμένους ανθρώπους με τα μπαστουνάκια τους να γλακάνε (τρέχουνε) με ενθουσιασμό  λες και ξαναγίναν νέοι.

   Είδα δάχτυλα γδαρμένα και βασανισμένα από το μεροδούλι και την βιοπάλη από της Δραπετσώνας τον μαχαλά, μα είδα και δάκτυλα απαλά και βαμβακένια με περιποιημένα μανικιούρ από τα μέρη της Κηφισιάς.

   Είδα ανθρώπους ταλαιπωρημένους απ’ το άστυ και τις καπνισμένες πολυκατοικίες, μα είδα και ανθρώπους ορεσίβιους και  χωριάτες απ' τα ορεινά του Ολύμπου και της Σπάρτης.

    Είδα στεριανούς, μα είδα και περήφανους Κρητικούς  και νησιώτες με τον καφέ στο χέρι ύστερα από τ’ αγρύπνι στο πλοίο.

    Είδα Καλόγριες με το κομβοσχοίνι στο χέρι και δεσποινίδες της «Χριστιανικής εστίας» ενώ δίπλα τους να βοούνε με την ίδια φωνή γυναίκες με υπερβολικά  μίνια και φτιασίδια που μόλις αναβαίνανε απ΄την οδό  «Συγγρού».

   Είδα νευρικούς μα και ήσυχους ανθρώπους …δίκαιους αγίους μα και αμαρτωλούς. Είδα πλούσιους (απ’ ότι απομείνανε) μα είδα και φτωχούς πατεράδες που αναμετρούσανε τα ψιλά στην φούχτα τους να δουν αν φθάνουν για να αγοράσουν στα παιδιά τους ένα «βρώμικο» που ετοίμαζαν με επιδεξιότητα οι πλανόδιοι μικροπωλητές.
      «Βρώμικο» στην λέξη μα πράγματι καθαρό και τίμιο στην γεύση και όχι σαν τις μιξοκαθάριες κουβέντες των πολιτικώνε που αναδίδουν βρωμιά από μακρυά.

   Είδα καθωσπρέπει δεξιούς μα και απογοητευμένους αριστερούς… είδα λογικούς μα είδα και «τρελούς» με την καλή την τρέλα.
    Ο καθείς εκπροσωπούσε αληθινά όλη του την πατρίδα  με τα καλά και τα άσχημα της, με τα ίσια και τα στραβά της, με τον πόνο και τα οράματά της.

   Ήταν πάνω του εκατομμυρίου, μα εμένα μου εφάνη πως ήταν εκεί όλος ο ντουνιάς  και ολάκερη η Ελλάς ...δεν έλειπε κανείς. Παρόντες και απόντες ήντουσαν παρόντες,  όπως τότε στου Κυρίου την αδέκαστη Παρουσία…

π. Διονύσιος Ταμπάκης