Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2020

«ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΕΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ», ΑΠΟΣΠΆΣΜΑΤΑ 1-4

«ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΕΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ», (1ο απόσπασμα), Βιβλίου γραμμένο ἀπὸ τὸν θεολόγο Λάζαρο Τσακιρίδη

Βιβλίου γραμμένο ἀπὸ τὸν θεολόγο Λάζαρο Τσακιρίδη
«Τὸ Πέρασμα ἑνός ἀγγέλου»

ΛΑΖΑΡΟΥ ΤΣΑΚΙΡΙΔΗ
ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ – ΘΕΟΛΟΓΟΥ

1-ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΕΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ

Πῶς εἶδα τὸν π. Αὐγουστῖνο Καντιώτη ἀπὸ κοντά, ὅταν τὸ 1961 σὰν ἄγγελος
ἐμφανίστηκε στὴν Κατερίνη καὶ σὰν κεραυνὸς σάρωσε τοὺς οἴκους ἀνοχῆς
καὶ τὰ παρασκήνια ποὺ μὲ προκλητικότητα τοὺς προστάτευαν.

Ἀσταύρωτοι ποιμένες δὲ συγκινοῦν τὸ λαό τους

Περασμα αγγελου int Copyright © augoustinos-kantiotis.gr. e-mail: akaplanoglou

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ (τοῦ συγγραφέα)
Γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη, καταγόμενος ἀπὸ Καλαμωτὸ Λαγκαδᾶ. Μὲ τοὺς γονεῖς του, ποὺ ἦταν ἀγρότες, μετακόμισαν στὴν Κατερίνη πρὶν ἀπὸ τὸ 1940 ὅπου ἀπὸ παιδὶ ἔζησε τὸν ἀγροτικὸ μόχθο καὶ τὴν ἀγωνία τῆς κατοχῆς μὲ τὰ ἐπακόλουθά της.
Τελείωσε τὸ ἑξατάξιο Γυμνάσιο Κατερίνης καὶ σπούδασε Θεολογία στὴ Θεσσαλονίκη. Μετὰ τὴν ἀπόλυσή του ἀπὸ τὸ στρατὸ ὑπηρέτησε ὡς βοηθὸς ἱεροκῆρυξ Ἀποστολικῆς Διακονίας στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Κίτρους (Κατερίνης) μέχρι τὸ διορισμό του στὴ Μέση Ἐκπαίδευση. Ὑπηρέτησε στὰ ὀρεινὰ καὶ ἀκριτικὰ σxολεῖα τῆς Ἠπείρου καὶ στὴν Κατερίνη. Μετὰ τὴν συνταξιοδότηση καὶ τὸ θάνατο τῆς συζύγου του ἀσχολεῖται μὲ κηρυκτικὸ καὶ συγγραφικὸ ἔργο.

Τὸ πέρασμα ἑνὸς Ἀγγέλου

Τὸ 1961 ὁ τότε ἀρχιμανδρίτης π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης ἐμφανίσθηκε στὴν Κατερίνη σὰν ἄγγελος καὶ σάρωσε δυναμικὰ μὲ τοὺς πνευματικοὺς κεραυνοὺς τὰ παρασκήνια ποὺ προωθοῦσαν καὶ κάλυπταν τὴν προκλητικὰ ὀργανωμένη πορνεία καὶ σωματεμπορία.


Τόλμησε νὰ συγκρουσθεῖ καὶ νὰ ἐλέγξει τοὺς ἰσχυροὺς τοῦ κόσμου καὶ νὰ ἐνεργοποιήσει τὶς ἠθικὲς δυνάμεις τοῦ λαοῦ μας, τὸν ὁποῖον κάλεσε σὲ ἠθικὴ ἐπανάσταση.
Μέσα σὲ λίγες μέρες κατάφερε νὰ ἑνώσει ψυχικὰ κάτω απὸ τὸ καθαρὸ λάβαρό του τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν παρατάξεων.
Ἐπέτυχε νὰ κλείσει ἁμαρτωλὰ σπίτια ποὺ προκαλοῦσαν τὸ κοινὸ αἴσθημα καὶ μέσα σὲ κατοικημένες περιοχὲς ἀναστάτωναν τὴν ἠρεμία τῶν οἰκογενειῶν.
Ἡ αἰφνιδιαστική του ἐμφάνιση, οἱ κεραυνοὶ τοῦ λόγου του, ὁ πανικὸς τῶν ἐνόχων, τὸ σάρωμα τῆς σαπίλας, τὸ ἀσυγκράτητο ξεσήκωμα τοῦ λαοῦ, ἐξεταζόμενα μὲ μεταφυσικὸ πρῖσμα ἀποδεικνύουν ὅτι σʼ ὅλη τὴν πορεία κάποιος ἄγγελος παραστεκόταν δίπλα του.

Ἀφιέρωση

Αὐτὸ τὸ βιβλίο τὸ ἀφιερώνω στὸν ἀσπρομάλλη ἐπίσκοπο πατέρα Αὐγουστῖνο Καντιώτη, ποὺ ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Ἑλλάδα μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις.
Σʼ αὐτὸν ποὺ ἀγαπήθηκε καὶ ρίζωσε σὰν Κοσμᾶς Αἰτωλός, στὴν ψυχὴ τοῦ λαοῦ μας, ἀλλὰ συγχρόνως μισήθηκε καὶ πολεμήθηκε ἀπὸ τοὺς ἀγάδες καὶ μπέηδες τῶν πολιτικῶν καὶ θρησκευτικῶν παρασκηνίων.
Ἡ ἀφιέρωσή μου αὐτὴ στὸ σεπτὸ ἱεράρχη εἶναι μιὰ ἀνθοδέσμη πνευματικὴ καὶ μιὰ ἀναγνώριση ὅτι στὸ μόχθο τῆς προσωπικὴς μου οἰκοδομῆς ἔβαλε πολλὰ λιθαράκια καὶ μὲ περιφρούρησε ἀπὸ παγίδες νεότητος καὶ ἀπὸ ψευτοκοινωνιολόγους ἀθεϊστάς.

Τότε ποὺ οἱ γαλαζόαιμοι ἀκαδημαϊκοὶ καθηγηταί μας ἔβλεπαν σὰν κουνούπια τὶς στρατιὲς τῶν πεινασμένων φοιτητῶν καὶ τοὺς πετοῦσαν ἀνεύθυνα στὰ σαγόνια τοῦ κόκκινου δράκου μὲ τὴ γνώμη τους «οἱ φτωχοὶ νὰ μὴν σπουδάζουν», ὁ Καντιώτης μᾶς ἀγκάλιασε μὲ στοργὴ καὶ μᾶς πρόσφερε μαζὶ μὲ τὰ καθαρά του λάβαρα καὶ τὴν καρδιά του.
Γράφω αὐτὸ τὸ βιβλίο ἐπειδὴ νοιώθω τὸ χρέος μου νὰ πῶ τὴν ἀλήθεια, ποὺ τὴν εἶδα ἀπὸ κοντά. Θέλω νὰ στείλω καὶ ἕνα μήνυμα στὸν ἀσπρομάλλη ἐπίσκοπο, ὅτι ὁ σπόρος ποὺ ἔρριξε καρποφόρησε πολὺ περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι φαντάζεται, σὲ καρδιὲς ὁπαδῶν καὶ μὴ ὁπαδῶν καὶ νὰ τοῦ πῶ δακρυσμένος ὅτι οἱ τότε ἡλικιωμένοι βρίσκονται ἤδη στοὺς οὐρανοὺς καὶ τὰ τότε νιᾶτα ποὺ κάτω ἀπὸ τὸ λάβαρό του ἀγωνίστηκαν, τὸν περίμεναν νοσταλγικὰ νὰ τοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ ξανάρθει στὴν Κατερίνη καὶ τώρα ἡλικιωμένοι τὸν θυμοῦνται μὲ συγκίνηση.
Τὸ πέρασμά του ἀπὸ τὴν Κατερίνη ἄφησε βαθιὰ τὰ ἴχνη του στὴν ψυχὴ τοῦ λαοῦ μας.
Μπορεῖ νὰ μεταβάλλονται οἱ ἰδεολογικὲς ἀντιλήψεις τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ ἀμβλύνεται ἡ ἐμμονὴ στὶς ἠθικὲς ἀξίες, ὅμως πάντα θὰ μένει ὁ λαὸς τῆς πίστεως νὰ προσμένει προσευχόμενος καὶ ἀγωνιζόμενος. Ἀλλὰ καὶ στὴν καρδιὰ τῆς παρακμῆς πάντοτε θὰ μένει σὲ μιὰ γωνιὰ μιὰ σπίθα ἀθόρυβη ποὺ περιμένει τὸν μπουρλοτιέρη νὰ τὴν κάνει πυρκαγιὰ ὰνανεωτικῆς ὁμολογίας.

Συνεχιζεται

2 -«ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΕΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ», σελ. 9-12

«ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΕΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ», σελ. 9-12

Βιβλίου γραμμένο ἀπὸ τὸν θεολόγο Λάζαρο Τσακιρίδη

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Περασμα αγγελου int

Ὅσες φορὲς ὡς διάκονος, ἀρχιμανδρίτης ἤ ἐπίσκοπος ὁ Αὐγουστῖνος Καντιώτης συγκρούστηκε μὲ ἐξουσίες καὶ καταστάσεις, δικαιώθηκε πάντοτε ἱστορικά.

Τὸν κατηγόρησαν γιὰ ἀκρότητα καὶ φανατισμό. Ὅμως ἀκόμη καὶ οἱ ἐχθροί του ὁμολογοῦν καὶ παραδέχονται τὴ σταθερὴ ὀρθόδοξη πίστη του, τὴν ἀταλάντευτη ἠθική του, τὴ δυναμικὴ παλικαριά του καὶ τὴ βαθιὰ ἀνθρωπιά του.
Ὅλοι παραδέχονται ὅτι πιστεύει πολὺ καὶ δὲν πουλάει αὐτὸ ποὺ πιστεύει. Στοὺς ἀγῶνες του πιάνει τὰ ἄκρα γιὰ νὰ ἐπιτύχει τὰ μέσα.
Πολλοὶ ἀντιεκκλησιαστικοὶ καὶ ἐκκλησιαστικοὶ τῆς ἐλὶτ μπορεῖ νὰ τὸν βλέπουν μὲ ἄλλο πρῖσμα. Ὅμως ὁ ὑποφαινόμενος εἶδα τὸν Καντιώτη μὲ τὸ δικό μου βλέμμα. Ἀλλὰ καὶ τὸ χρῶμα τοῦ ἡλίου τὸ βλέπουμε ἀνάλογα μὲ τὸ χρῶμα τῶν γυαλιῶν ποὺ φορᾶμε.
Ἐγὼ τὸν εἶδα μὲ τὰ γυαλιὰ τοῦ ἐπαρχιώτη καὶ ὄχι μὲ τὰ ὑπεροπτικὰ γυαλιὰ τῆς ἐλὶτ καὶ διδάχθηκα πολλὰ ἀπὸ αὐτὸν ὅπως καὶ ἀπὸ τοὺς ἁγιορεῖτες πατέρες ἀργότερα. Θαυμάζω τὴν αὐθόρμητη ὁρμητικότητά του ποὺ δὲν μπόρεσε νὰ λουστράρει κανένα παρασκήνιο καὶ καμιὰ σκοπιμότητα. Δὲν μπορῶ νὰ φαντασθῶ τὸν Καντιώτη χωρὶς τοὺς ἐκρηκτικοὺς κεραυνούς του καὶ τὶς ἐγερτήριες σάλπιγγες, ὅπως δὲ θὰ μποροῦσα νὰ φαντασθῶ τὸν Καραϊσκάκη χωρὶς τὴν ἀνυπότακτη δεικτικότητα κατὰ τῶν μετασχηματισμένων κοτζαμπάσηδων.
Μὲ συγκινεῖ βαθύτατα ἡ θέα ἑνὸς ἀσπρομάλλη ἀγωνιστὴ γέροντα. Αἰσθάνομαι δέος μπροστὰ σὲ παπὰ ἤ καλόγηρο ποὺ μὲ παλιὸ καὶ τριμμένο τὸ ράσο, θυσία προσφέρθηκε στὸ ἱερὸ καὶ στὴν ἔρημο κρατώντας στὸ πάθος σταυρὸ ματωμένο κι ὄχι χρυσό, στὰ κουρασμένα του χέρια, σὲ κάθε λιθόστρωτο Γολγοθᾶ καὶ σὲ κάθε ἀκριτικὸ κάστρο τῆς Ὀρθόδοξης Ρωμιοσύνης.
Καὶ συγχύζομαι σύγκορμα ὅταν αὐτὸν τὸν παπὰ τὸν κτυπᾶνε οἱ πρίγκηπες μετασχηματιζόμενοι ἀπὸ σουλτάνοι σὲ βασιλιάδες καὶ ἀπὸ χοτζάδες σὲ Χριστεπώνυμους δυνάστες τῆς Ἐκκλησίας ποὺ καθηλώνουν, γιὰ νὰ πνίξουν φωνὲς καθαρές.
Καὶ δακρύζω σὰν βλέπω καλόγηρο, στῆς ἐρημιᾶς του τὰ βράχια, μὲ προσευχῆς κομποσχοίνια τὰ οὐράνια νὰ ψάχνει καὶ οἱ δαίμονες ἄγριοι τὸν κτυποῦν ἀνελέητα, τὰ φτερὰ τοῦ ἀγγέλου νὰ σπάσουν γιὰ νὰ πνίξουν στὴν ὕλη τὸ οὐράνιο πνεῦμά του.
Κι ὅταν ἄκαπνοι ὄψιμοι στρέφονται τιμηταί τους καὶ κριταὶ ἀπερίσκεπτοι ποὺ ποτέ τους δὲ γεύτηκαν τὴ δικής τους ὀδύνη, ὅλους αὐτοὺς τοὺς ρωτῶ μὲ περίσκεψη.
– Τί γνωρίζετε σεῖς ἀπὸ σταύρωμα; Γιατί δὲ μᾶς δείχνετε τώρα τὸ δικό σας μαρτύριο; Κελαηδᾶτε σὰν τζίτζικες στὴ σκιὰ βολεμένοι.

Ἡ πόλη τῆς Κατερίνης

Σύμφωνα μὲ μιὰ παλιὰ παράδοση ἡ Κατερίνη πῆρε τὸ ὄνομά της ἀπὸ παλιοὺς κατοίκους ποὺ ἦρθαν ἀπὸ τὸ Σινᾶ ἤ ποὺ εἶχαν ἐπικοινωνία μὲ τὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης τοῦ Σινᾶ.
Βέβαια τὰ πρῶτα ἱστορικὰ ἀρχεῖα δὲν βρίσκονται. Εἶναι ὅμως σίγουρο ὅτι ἡ πόλη ἔλαβε τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης, ἡ ὁποία λεγόταν καὶ Αἰκατερίνα καὶ Κατερίνα.
Αὐτὸ τὸ ἀποδεικνύει καὶ ἡ ἀρχαιότερη, ἡ πρώτη ἐκκλησία τῆς πόλεως ἡ ὁποία ἔχει τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης.
Ἀπὸ τὰ παλιὰ χρόνια ἡ πόλη ὀνομαζόταν Αἰκατερίνη. Ὀνομαζόταν καὶ Κατερίνα. Ἕνα τεκμήριο αὐτῆς τῆς ὀνομασίας εἶναι ὅτι στὸ σιδηροδρομικὸ σταθμὸ Κατερίνης ἀπὸ παλιὰ ἔγραφε Κατερίνα. Ἀγρότερα ἐπεκράτησε ἡ ὀνομασία Κατερίνη.
Ἡ πόλη Αἰκατερίνη ἀπὸ τὸ 1912 ἦταν Δῆμος καὶ ἕδρα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Μητροπολίτης ἦταν ὁ πανέξυπνος καὶ δυναμικὸς Παρθένιος Βαρδάκας. Ἦταν ψυχὴ καὶ ἐγκέφαλος τῆς Ἑλληνορθόδοξης ἀντιστάσεως κατὰ τῆς τουρκικῆς κατοχῆς καὶ κατὰ τῆς ξένης προπαγάνδας. Ἐδῶ ἔδρασε ἡ Ρουμανικὴ προπαγάνδα, ἡ ὁποία χρηματοδοτοῦσε νὰ λειτουργεῖ στὴν πόλη ρουμανικὸ σχολεῖο. Ἡ Πιερία εἶχε μεγάλη στρατηγικὴ σημασία. Μποροῦσε νὰ δώσει κάλυψη στὸ πλῆθος τῶν Μακεδονομάχων ποὺ περνοῦσαν τὰ σύνορα γιὰ νὰ ἀποκρούσουν τοὺς κομιτατζῆδες.
Ὁ Μητροπολίτης Παρθένιος Βαρδάκας ἦταν ὁ ρυθμιστὴς τοῦ ἀγώνα ποὺ κατηύθυνε τὰ πάντα. Σὲ συνεργασία μὲ τὸ Μακεδονομάχο καπετὰν Ματαπὰ ποὺ ἔδρασε στὴν Πιερία κατάφεραν νὰ κλείσουν τὸ ρουμανικὸ σχολεῖο.
Τὸ Λιτόχωρο ἦταν κλειδί καὶ πέρασμα τῶν Μακεδονομάχων. Οἱ Λιτοχωρινοὶ μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους κάλυπταν καὶ ἐφοδίαζαν κάθε πατριωτικὴ κίνηση.
Στὸ Λιτόχωρο καταστρώνονταν πολλὰ ἐπιτελικὰ σχέδια ἀγῶνος.
Σὲ ὅλα αὐτὰ δυναμικὴ ἦταν ἡ παρουσία τοῦ Μητροπολίτη Π. Βαρδάκα ὁ ὁποῖος ἐκτὸς ἀπὸ τὴ σπάνια θεολογικὴ καὶ φιλοσοφική του μόρφωση εἶχε καὶ σπάνια χαρίσματα ὀργανωτικά, στρατιωτικὰ καὶ διπλωματικά.
Ὁ ἀείμνηστος ἱερέας Βασίλειος Παπαζιώγας ποὺ τὸν γνώρισε προσωπικὰ μοῦ διέσωσε μία μέθοδο ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ Δεσπότης.
Ὁ Δεσπότης πήγαινε τακτικὰ στὸ Λιτόχωρο καὶ συνεργαζόταν μὲ ἐπιτροπὲς καὶ ἀντάρτες.
Γιὰ νὰ μὴ τὸν ὑποψιασθοῦν οἱ Τοῦρκοι, ζήτησε ἀπὸ τὶς τουρκικὲς ἀρχὲς νὰ τοῦ δώσουν ἕναν σωματοφύλακα, συνοδὸ νὰ τὸν προστατεύει δῆθεν ἀπὸ τοὺς ληστὲς γιὰ τὴν ἐπιτέλεση τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων του. Διάλεξε γιὰ σωματοφύλακά του ἕναν ρωμαλέο καὶ μεγαλόσωμο Ἀρβανίτη, ἀλλὰ χαμηλῆς νοημοσύνης ποὺ δὲν ἦταν καθόλου καχύποπτος. Ὁ Δεσπότης τὸν ἐπαινοῦσε γιὰ τὴν παλικαριά του. Τοῦ ἔδινε καὶ τὸ ἀνάλογο μπαξίσι.
Ὅταν φτάνανε στὸ Λιτόχωρο, πήγαιναν σὲ ἔμπιστο σπίτι ὅπου πρόσταζε μὲ ἐντυπωσιακὸ ἐνδιαφέρον νὰ περιποιηθοῦν τὸ φρουρό του πρώτα.
Δίπλα στὸ τζάκι τοῦ ἔστρωναν τὸ τραπέζι καὶ τὸ σέτι (ντιβάνι). Τοῦ πρόσφεραν πλούσιο φαγητὸ καὶ ἄφθονο γλυκὸ κρασί. Κι ἐκεῖνος νύσταζε καὶ κοιμόταν. Καὶ ὁ Δεσπότης συνεργαζόταν μὲ τὰ κομιτάτα καὶ τοὺς ἀντάρτες.
Σὲ κάθε καχύποπτη καταγγελία εἰς βάρος του ὁ Δεσπότης εἶχε μάρτυρα ὑπερασπίσεως τὸν Ἀρβανίτη ὁ ὁποῖος δὲν τολμοῦσε νὰ πεῖ ὅτι κοιμότανε, ἀλλὰ βεβαίωνε ὅτι συνόδευε τὸ δεσπότη παντοῦ σὲ κάθε του βῆμα μὲ ἄγρυπνο μάτι.
Μʼ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ πανέξυπνος Δεσπότης ἀνέπτυσσε τὴν ἑλληνορθόδοξή του δραστηριότητα.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

3-«ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΕΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ», (3ο απόσπασμα)
Βιβλίου γραμμένο ἀπὸ τὸν θεολόγο Λάζαρο Τσακιρίδη

Εισβολη ξενων ηθων

Περασμα αγγελου intΤὸ 1917, ἐνῶ συνεχιζόταν ὁ πρῶτος παγκόσμιος πόλεμος, πέρασαν καὶ ἀπὸ τὴν πόλη μας ἀγγλογαλλικὰ στρατεύματα τὰ ὁποία ἦταν συνηθισμένα στὴν ἀκολασία καὶ στὶς ἡδονές. Ἡ διοίκηση ὑποχωρώντας στὶς πιέσεις τῶν ξένων ἐπέτρεψε νὰ ἱδρυθεῖ στὴν πόλη τὸ πρῶτο διεθνὲς πορνεῖο (διαφθορεῖο) γιὰ νὰ ἐξυπηρετοῦνται οἱ ξένοι στρατιῶτες. Ὅμως αὐτό, ἀντὶ γιὰ προσωρινὸ ἔγινε μόνιμο καὶ ἄρχισε νὰ ἐνισχύεται, νὰ ἐπεκτείνεται καὶ νὰ ἁπλώνει τὰ δίχτυα του παρασύροντας τοὺς ἀδυνάτους καὶ προκαλώντας τὸ ἠθικὸ αἴσθημα τοῦ λαοῦ. Ἡ κοινὴ γνώμη ἀγανάκτησε καὶ ξεσηκώθηκε.
Διάφορες ὁμάδες τοῦ λαοῦ ἐνεργοποιήθηκαν καὶ ζήτησαν ἀπὸ τὶς ἀρχὲς νὰ κλείσουν τὸ πορνεῖο. Ὅμως οἱ ἀρχὲς κώφευαν ὅπως συνήθως. Τὸ πορνεῖο λειτουργοῦσε καὶ οἱ δυστυχισμένες γυναῖκες ἐξακολουθοῦσαν νὰ πουλᾶνε τὴ σάρκα τους.
Τότε ἑκατοντάδες ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ξέσπασαν σὲ διαδήλωση καὶ ὅρμησαν νὰ καταργήσουν οἱ ἴδιοι τὸ διαφθορεῖο. Μπροστὰ στὴν ὁρμητικότητα τοῦ λαοῦ αἰφνιδιάστηκαν οἱ ἀρχὲς καὶ οἱ ἐξουσίες.
Ὅ λαὸς τότε κυρίαρχος τὴς καταστάσεως εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ καταστρέψει τὰ πάντα. Ὅμως ἡ εὐγένεια τοῦ λαοῦ φάνηκε ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι καμμία ἀπὸ τὶς ἁμαρτωλὲς γυναῖκες δὲν κακοποιήθηκε καὶ δὲν πειράχθηκε. Σκοπὸς ἦταν νὰ κλείσει τὸ διαφθορεῖο καὶ ὄχι ἡ ἐξόντωση τῶν ἐνόχων.
Οἱ ἁμαρτωλὲς γυναῖκες ἐγκατέλειψαν τὸ διαφθορεῖο καὶ ἔφυγαν. Ἔφυγαν καὶ οἱ πελάτες του.
Τὸ οἴκημα τῆς ἁμαρτίας σὲ λίγη ὥρα κατεδαφίστηκε μεθοδικὰ ἀπὸ τὸ δυναμικὸ ἐκεῖνο πλῆθος. Ὅμως τὴν ἡγετικὴ καὶ νομικὴ εὐθύνη τὴν ἀνέλαβε παλικαρίσια ὁ Μητροπολίτης Παρθένιος Βαρδάκας. Γιʼ αὐτὸν τὸ λόγο καὶ οἱ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες βρέθηκαν σὲ ἀμηχανία καὶ δὲν μπόρεσαν νὰ ἀντιδράσουν καὶ νὰ τιμωρήσουν κανέναν.
Ἀλλὰ καὶ οἱ ἀρχὲς ποὺ κώφευαν στὴν ἀρχὴ δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ βάλουν μὲ τὸ κοινὸ αἴσθημα. Καὶ τὸ πορνεῖο ἐκεῖνο καταργήθηκε.

Τὸ 1961

Τὰ χρόνια περνοῦν. Γενεὰ περνάει καὶ γενεὰ ἔρχεται. Οἱ παραδόσεις λησμονοῦνται. Τὰ ἤθη χαλαρώνουν. Αὐτὸ ὀφείλεται στὴν ἀδύναμη ἀνθρώπινη φύση ἀλλὰ καὶ στὴν ἀδιαφορία τῶν ἐξουσιαστῶν πού, ἐκτὸς ἀπὸ φωτεινὲς ἐξαιρέσεις λαμπρῶν ἡγετῶν, συνήθως ἀντὶ νὰ εἶναι θεματοφύλακες τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, νοιάζονται μόνο γιὰ τὴν ἐξουσία καὶ τὴ διπλωματία καὶ ἀδιαφοροῦν ὅταν ἀνοίγουν οἱ πύλες γιὰ νὰ μποῦν τὰ βάρβαρα ἤθη.

Ὁ ὑποφαινόμενος ἀπὸ τὸ 1959 μέχρι τὸ 1964 ὑπηρετοῦσα ὡς λαϊκὸς ἱεροκήρυκας Ἀποστολικῆς Δικαονίας στὴν ἱερὰ Μητρόπολη Κίτρους καῖ Κατερίνης. Παράλληλα μὲ τὰ ἄλλα καθήκοντά μου διηύθυνα καὶ τὸ Πνευματικὸ Ἐκκλησιαστικὸ Κέντρο τοῦ Ἁγίου Φωτίου Κατερίνης τὸ ὁποῖο βρισκόταν ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπὸ τὸ Δικαστήριο τῆς πόλεως. Στὶς ἐλεύθερες ὥρες μου παρακολουθοῦσα πάρα πολλὲς δίκες, ἐπειδὴ ἀπὸ τότε ἀκόμη εἶχα τὴ γνώμη ὅτι τὸ δικαστήριο εἶναι κι αὐτὸ ἕνα μεγάλο σχολεῖο καὶ φέρνει μπροστά μας πολύμορφους καθρέπτες τῆς κοινωνίας.
Πόσες κοινωνικὲς εἰκόνες περνοῦν κάθε μέρα ἀπὸ τὰ δικαστήρια!
Τὸ ἄδικο σὰν ἀφρισμένο κῦμα κυριαρχεῖ ἤ κτυπιέται. Ἡ κραυγὴ τῶν ἀντιδίκων εἶναι μιὰ ἀτέλειωτη τραγικότητα. Οἱ ἀπάτες τῶν κομπιναδόρων καὶ οἱ κατασχέσεις περιουσιῶν, τὰ διαζύγια, οἱ διαλύσεις οἰκογενειῶν, οἱ ἀνθρωποκτονίες, δείχνουν τὶς εἰκόνες τῆς γήινης κόλασης.
Πολλὰ μπορεῖ νᾶ διδαχθεῖ κανεὶς ἀπὸ τὶς δίκες ὅταν τὶς παρακολουθεῖ μὲ σοβαρότητα καὶ εὐαισθησία.

* * *

Στὶς 28-4-1961 ἐνῶ παρακολουθοῦσα διάφορες διαδιχικὲς δίκες εἶδα ἔξαφνα καὶ ἀρκετὲς γυναῖκες μὲ ἐξαίρετο ἦθος, γυναῖκες τοῦ λαοῦ νοικοκυρὲς νὰ κάθονται στὸ ἐδώλιο τοῦ κατηγορουμένου.
Ἡ ἐμφάνισή τους ἦταν ἁπλὴ καὶ σεμνὴ χωρὶς πλούσια ἀριστοκρατικὰ ροῦχα. Τὰ χέρια τους ἦταν ροζιασμένα ἀπὸ τὴ βιοπάλη. Δὲν εἶχαν νομικὲς γνώσεις. Πρώτη φορὰ ὁδηγήθηκαν στὸ δικαστήριο.
Ἦταν καθισμένες στὸ ἐδώλιο καὶ πάνω τους ἔπεφταν τὰ ἀυστηρὰ καὶ σκληρὰ βλέμματα τῶν ἀρχῶν καὶ ἐξουσιῶν, λὲς καὶ ἑτοιμάζονταν νὰ τὶς δώσουν ἕνα κτύπημα γιὰ νὰ μὴ ξανατολμήσουν νὰ σηκώσουν κεφάλι.
Κατηγορήθηκαν ὅτι ἐπέδραμαν καὶ ἔθραυσαν τοὺς ὑαλοπίνακας (τζαμαρίες) ξένου οἰκήματος καὶ προκάλεσαν φθορὰν ξένης ἰδιοκτησίας.
Μία γυναίκα κατήγορος, ἡ ἰδιοκτήτρια τῶν σπασμένων Ὑαλοπινάκων, περιέγραψε μονόπλευρα τὴν πράξη τους ποὺ τῆς προκάλεσαν φθορὰ τῆς τζαμαρίας της ἐνὼ αὐτὴ ἀγωνίζεται νὰ βγάλει τὸ ψωμί της.
Ὁ ἀκροατὴς νόμιζε ὅτι αὐτὲς χωρὶς καμμιὰ αἰτία κινούμενες ἀπὸ ἐμπάθεια παράλογη ὅρμησαν αὐθαίρετα καὶ ἔσπασαν τὰ τζάμια της.
Ἡ ἰδιοκτήτρια τοῦ σπιτιοῦ καὶ μηνύτρια παρουσιαζόταν σὰν τὸ καἡμένο ἀνυπεράσπιστο θῦμα.
Βέβαια ἡ μηνύτρια δὲν εἶχε μαζί της μάρτυρες κατηγορίας ἐπειδὴ κανεὶς ἄνθρωπος δὲν πῆγε νὰ καταθέσει ἐναντίον αὐτῶν τῶν γυναικῶν.
Ἀλλὰ καὶ οἱ κατηγορούμενες γυναῖκες δὲν εἶχαν μάρτυρες ὑπερασπίσεως.
Ἡ ἀκροαματικὴ διαδικασία στηρίχθηκε μόνο στὰ λόγια τῆς μηνύτριας καὶ οἱ κατηγορούμενες καταδικάσθηκαν σὲ ποινὴ ἐφέσιμο.
Κατὰ τὴν ἀκροαματικὴ διαδικασία ἀποδείχτηκε ὅτι ἡ μηνύτρια δὲν ἦταν ἀνυπεράσπιστο θῦμα βανδαλισμῶν. Διατηροῦσε σπίτι ἁμαρτωλὸ ὅπου γύρω του ξεφύτρωναν καὶ ἄλλα παρακλάδια παρομοίων σπιτιῶν.
Ὁ δυναμικὸς ἱερέας τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους παπά Θωμᾶς Τσουλιᾶς τοῦ συνοικισμοῦ Σταθμοῦ Κατερίνης γιὰ πολλὲς μέρες μαζὶ μὲ ἐπιτροπὲς τοῦ ἁγνοῦ λεβέντικου λαοῦ του ἐπισκέπτονταν ἀκούραστα τὶς ἀρχὲς καὶ τοὺς ἁρμοδίους καὶ παρακαλοῦσαν εὐγενικὰ καὶ πειθαρχικὰ νὰ κλείσουν τὰ σπίτια τῆς ἁμαρτίας. Ὅμως οἱ ἁρμόδιοι ἀπαντοῦσαν:
– «Δὲν μποροῦμε νὰ τὰ κλείσουμε γιατὶ τὰ ἐπιτρέπει ὁ νόμος». Ὅμως οἱ ἁρμόδιοι μιλοῦσαν διπλωματικά. Ὁ νόμος ἐπέτρεπε νὰ λειτουργοῦν τὰ σπίτια τῆς ἁμαρτίας ἐφʼ ὅσον δὲν ἀντιδροῦσαν οἱ κάτοικοι καὶ ἐφʼ ὅσον βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ ἐκκλησίες καὶ σχολεῖα.
Τὰ σπίτια τῆς ἁμαρτίας σʼ αὐτὴν τὴν περίπτωση λειτουργοῦσαν παράνομα κοντὰ σὲ ἐκκλησίες καὶ σὲ σχολεῖο, ἀλλὰ καὶ σὲ πεῖσμα τῆς ἀντιδράσεως καὶ τῆς ἀνησυχίας τοῦ λαοῦ. Ἀκόμη τὰ δυστυχισμένα ἐκεῖνα κορίτσια τῆς ἁμαρτίας ἐμφανίζονταν στὰ μπαλκόνια ἡμίγυμνα καὶ προκαλοῦσαν τὸν κόσμο.
Μὲ ἀδιάκριτο τρόπο ἔμπαιζαν καὶ τὰ παιδάκια τῆς γειτονιᾶς καὶ τὰ ἔστελναν γιὰ θελήματα ἀκόμη καὶ νὰ ἀγοράζουν προφυλακτικὰ καὶ τὰ δίδασκαν καὶ τὴ χρήση τους μὲ ἀδίστακτο τρόπο.
Καὶ τὸ χειρότερο ἦταν ὅτι διάφοροι ἐπισκέπτες τῆς ἀκολασίας κτυποῦσαν κατὰ λάθος ἄλλες πόρτες. Βέβαια ἀντιμετώπιζαν τὴν ἀνάλογη ἀντίδραση ποὺ τοὺς ἄξιζε.
Μιὰ μέρα μερικοὶ φαντάροι χωρὶς τάκτ ὁρμητικοὶ καὶ βιαστικοὶ μπῆκαν κατὰ λάθος σὲ μιὰ αὐλὴ οἰκογενείας καὶ ρώτησαν ἀδιάκριτα καὶ χονδροκομμένα.
– Ἐδῶ εἶναι τὸ μπουρ…
Καὶ ἀνέφεραν τὴν πιὸ χυδαία ὀνομασία τοῦ σπιτιοῦ τῆς ἁμαρτίας.
Τὴν ὥρα ἐκείνη στὴν αὐλὴ διάβαζε μιὰ μαθήτρια Γυμασίου 14 ἐτῶν. Αὐτὴ ἀμέσως ἔβγαλε μιὰ φωνὴ τρομαγμένη. Οἱ φαντάροι ἔφυγαν χωρὶς νὰ συνειδητοποιήσουν τὴ γκάφα τους. Ὅμως ἡ 14χρονη κόρη ταράχθηκε τόσο ποὺ χρειάστηκαν πολλὲς μέρες γιὰ νὰ συνέλθει.
Ὅλα αὐτὰ δὲν συγκινοῦσαν τὴν ἰδιοκτήτρια τοῦ πορνείου ἀλλὰ οὔτε καὶ τὶς ἀρχὲς τῆς πόλεως. Ἡ ἰδιοκτήτρια τοῦ πορνείου στὶς ἀντιδράσεις τοῦ κόσμου ἀπαντοῦσε;
– «Τί μπορεῖτε νὰ μὲ κάνετε; Οἱ ἀρχὲς καὶ οἱ ἁρμόδιοι εἶναι μαζί μου».
Βέβαια αὐτὴ ἴσως τὰ ὑπερέβαλε. Ὅμως αὐτὰ τὰ λόγια ποὺ γίνονταν πιστευτὰ ἀπὸ τὸν ἁγνὸ καὶ ἀπονήρευτο ἐκεῖνον λαό, προκαλοῦσαν τὸ δημόσιο αἴσθημα καὶ κλόνιζαν σοβαρὰ τὴν ἐμπιστοσύνη τους στὶς ἀρχὲς τῆς πόλεως καὶ στὴ δικαιοσύνη.
Τέλος ὅμως ἐκεῖνος ὁ ἀγνοημένος καὶ ποδοπατημένος λαὸς ξέσπασε σὲ διαδήλωση μπροστὰ στὰ πορνεῖα.
Γιατί ὅρμησε ἀπότομα; Τὸ ἀσυγκράτητο ἐρέθισμα τὸ προκάλεσε ἕνα γεγονός.
Μεγάλος ἀριθμὸς μαθητριῶν ἐξαταξίου Γυμνασίου περνοῦσαν ἀπὸ τὸν κεντρικὸ δρόμο μὲ τσάντες καὶ βιβλία καὶ συζητοῦσαν γιὰ τὰ δύσκολα μαθήματά τους μὲ παιδικὸ αὐθορμητισμὸ μεγαλόφωνα.
Στὰ μπαλκόνια τοῦ μεγάλου διαφθορείου οἱ γυναῖκες τῶν ἐλευθερίων ἠθῶν, ἡμίγυμνες ποὺ κοιτοῦσαν κατάφατσα στὸν κεντρικὸ δρόμο, ἐρεθισμένες βέβαια καὶ ἀπὸ προηγούμενες ἀντιδράσεις τοῦ λαοῦ, βλέποντας τὶς μαθήτριες, ἄρχισαν νὰ τὶς προκαλοῦν μὲ τὰ ἐξῆς ἀδιάκριτα λόγια:
– «Τί χαζὲς ποὺ εἴσαστε καὶ μαθαίνετε γράμματα. Ἐλᾶτε ἐδῶ μαζί μας νὰ κερδίσετε λεφτὰ χωρὶς κόπο».
Εἶναι πιθανὸν καὶ οἱ ἁγνὲς μαθήτριες νὰ ἀντέδρασαν μὲ λόγια καὶ νὰ ἔγινε ἀνταλλαγὴ φιλοφρονήσεων.
Τὸ ἐπεισόδιο διαδόθηκε σὰν ἀστραπὴ καὶ ὅρμησαν πρώτα οἱ μάνες τῶν μαθητριῶν. Ἀκολούθησαν πολλὲς γυναῖκες καὶ ἄρχισε ἡ δυναμικὴ ἀναμέτρηση σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο τοῦ Συντάγματος 114.
Τὴν ὥρα τῆς διαδηλώσεως μέσα στὸ πορνεῖο βρέθηκε νὰ ἁμαρτάνει ἕνας σούπερ ἀξιοπρεπὴς ποὺ αἰφνιδιάστηκε. Ἀπὸ φόβο μὴν ἀποκαλυφθεῖ ἅρπαξε τὸ παντελόνι του καὶ ἔφυγε τρέχοντας, ἐπαναλαμβάνοντας τὶς λέξεις, «Παναγίτσα μου, Παναγίτσα μου».
Ἀποτέλεσμα ἦταν ἡ καταγγελία ἐναντίον ἀρκετῶν γυναικῶν μὲ τὴν κατηγορία φθορᾶς ξένης περιουσίας.
Ἡ κατηγορία δὲν ἔλεγε τίποτε γιὰ τὴ φθορὰ τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν ποὺ μολύνονταν, γιὰ τὸ ἠθικὸ κίνδυνο διαλύσεως τῶν οἰκογενειῶν, γιὰ τὸ σκανδαλισμὸ τῆς νεότητος καὶ γιὰ τὸ ἠθικὸ μίασμα τῆς πόλεως.
Τὰ ἐπιχειρήματα αὐτὰ τῶν κατηγορουμένων δὲν ἐλήφθησαν καθόλου ὑπʼ ὄψιν. Οἱ ἁρμόδιοι ὑπεύθυνοι τὰ ἀγνόησαν. Ἡ μηνύτρια κυριαρχοῦσε στὴ δίκη, ἀνάμεσα σὲ ἐμπείρους δικηγόρους καὶ ζητοῦσε μὲ ἀέρα προϊσταμένης τὴν αὐστηρὴ καὶ παραδειγματικὴ τιμωρία τῶν γυναικῶν ποὺ ἦταν ἐμπόδιο στὴ δράση της, ἀλλὰ ἐπὶ πλέον ζητοῦσε καὶ ἀποζημίωση γιὰ τὰ σπασμένα της τζάμια. Στὴ δίκη ἡ κατηγορία εἶχε ἀποθρασυνθεῖ τελείως. Παρέστησε μὲ τοὺς μελανώτερους χαρακτηρισμοὺς τὶς κατηγορούμενες οἱ ὁποῖες ἄπειρες ἀπὸ δικονομία, χωρὶς δυνάμεις ὑπερασπίσεως, φαίνονταν νὰ πηγαίνουν σὰν τὰ πρόβατα στὴ σφαγή.
Ἕνας συνήγορος τῆς πολιτικῆς ἀγωγῆς δὲν περιορίστηκε δικονομικὰ μόνο στὸ σπάσιμο τῶν τζαμιῶν τῆς βιτρίνας τοῦ πορνείου ποὺ ἦταν κρύσταλλο πολυτελείας. Θεώρησε καλὸ νὰ ὑποστηρίξει καὶ τὴν ἀνάγκη τῆς ὑπάρξεως τῶν οἴκων ἀνοχῆς καὶ ὅτι αὐτὰ προσφέρουν πολύτιμη ὑπηρεσία στὴν κοινωνία.
Μέσα στὴν ἀπαράδεκτη ἀγόρευσή του μοῦ τυπώθηκαν κατὰ λέξη πολλὲς φράσεις του. Μεταξὺ τῶν ἄλλων εἶπε:
– «Κύριοι δικασταί. Οἱ οἶκοι ἀνοχῆς δικαίως ἐτέθησαν ὑπὸ τῆς πολιτείας καὶ ἐξυπηρετοῦν κοινωνικὸ σκοπὸ διότι προστατεύουν τὶς τίμιες».
Εἶχε τὸ θράσος νὰ συκοφαντήσει καὶ τὸν ἱερὸ Αὐγουστῖνο καὶ στὴν ἀγόρευσή του συνέχισε.
– «Ἀκόμη καὸ ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος ὅταν εἶδε κάποιον νέο νὰ μπάινει σὲ ἕνα πορνεῖο, ἐπειδὴ ὁ νέος ντρεπόταν, αὐτὸς τὸν ἐνεθάρρυνε νὰ προχωρήσει».
Βέβαια καὶ οἱ δύο αὐτὲς γνῶμες τοῦ συνηγόρου ἦταν ἀνακριβεῖς διότι:
Ἡ ὕπαρξη τοῦ πορνείου δὲν προστατεύει τὶς τίμιες ἀλλὰ προσπαθεῖ νὰ τὶς διαφθείρει κι αύτές. Χαλαρώνει τὰ ἤθη καὶ θέτει σὲ κίνδυνο τὶς οἰκογένειες.
Ἀντίθετα προστασία τῆς ἠθικῆς εἶναι ὁ μοναχισμὸς καὶ ὁ γάμος.
Ὅπου ἀναπτύσσεται ὁ μοναχισμὸς καὶ ἡ θρησκευτικότητα ἐκεῖ τὰ ἤθη ἐξαγνίζονται. Ἡ κοινωνία ποὺ ἀπὸ τὰ σπλάχνα της βγάζει μοναχοὺς καὶ ἁγίους ἔχει τὶς προϋποθέσεις καὶ τὶς συνθήκες τῆς ἠθικότητας.
Στὸ δεύτερο σκέλος τῆς θρησκευτικότητος ὅταν οἱ ἄνθρωποι καταφεύγουν στὸ γάμο μπαίνουν σὲ λιμάνι ἠθικότητος καὶ προστατεύονται ἀπὸ ἠθικὰ παραπτώματα.
Ἀντίθετα ὅταν οἱ ἄνθρωποι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες εἶναι κατὰ τοῦ γάμου τότε εἶναι ἐπόμενο νὰ καταφεύγουν σὲ παράνομες πράξεις ποὺ τὶς γυαλίζουν μὲ τὴ λαδομπογιὰ τῆς ἐλεύθερης συμβίωσης.
Τότε χιλιάδες πορνεῖα κι ἄν λειτουργοῦν δὲν προστατεύουν τὶς τίμιες γιατὶ ὁ σατανᾶς μπαίνει στὰ σπίτια καὶ ἀτονεῖ τὴν ἴδια ἠθικὴ ἀντίδραση τοῦ ἀτόμου.
Ἡ δεύτερη ἀνακρίβεια ποὺ εἶπε ὁ δικηγόρος ἦταν γιὰ τὸν ἱερὸ Αὐγουστῖνο.
Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος ἀπὸ τὴν ὤρα ποὺ πίστεψε στὸ Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκε ἔζησε τὴν ἁγνότητα καὶ δίδαξε τὴν ἁγνότητα. Καὶ συμβούλευε τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἀποφεύγουν τὴν ἀκολασία καὶ κήρυττε τὴν καθαρότητα τῶν ἠθῶν.
Ὁ δικηγόρος αὐτὸς μὲ τὸν ὁποῖο ἀνταλάσσαμε μιὰ καλημέρα, μὲ κατέπληξε αἰφνιδιαστικά. Δὲν περίμενα ἀπὸ αὐτὸν τέτοια ἀγόρευση γιατὶ κατὰ βάθος δὲν ἦταν κακὸς οὔτε διεφθαρμένος.
Στὸ διάλειμμα τῆς δίκης τὸν πλησίασα καὶ τοῦ ἔδωσα συλλυπητήρια γιὰ τὴν ἀγόρευσή του. Ἡ ἀντίδρασή του ἦταν διαλλακτικὴ γιατὶ αἰσθανόταν κάποια ταραχὴ ἐπειδὴ ὑποστηρίζοντας πελατειακὰ τὰ πορνεῖα παρασύρθηκε σὲ ὑπερβολὴ καὶ ἀναγκάστηκε νὰ κάνει ἐκείνη τὴν τραγικὴ ἀγόρευση καὶ νὰ δείξει ἄσχημο προσωπεῖο διαφορετικὸ ἀπὸ τὴν ἀγαθὴ φύση του. Συνεχίζοντας τὴ συζήτηση μαζί του καὶ παρατηρώντας τὶς ἀντιδράσεις του τοῦ εἶπα μὲ ὕφος ἤπιο, σοβαροεύθυμο προσαρμοζόμενο στὶς ἀντιδράσεις τοῦ προσώπου του:
– «Χάριν εὐτελοῦς κέρδους εἶπες τόσα ψέμματα».
Στὴ συνέχεια τοῦ εἶπα ὅτι στὴν ἔφεση θὰ φέρουμε στὸ δικαστήριο μάρτυρα ὑπερασπίσεως τὸν Καντιώτη καὶ ἄς ἐπαναλάβει μπροστά του τὴν ἴδια ἀγόρευση.
Τώρα θυμᾶμαι μὲ συγκίνηση τὸν ἀείμνηστο ἐκεῖνον δικηγόρο τὸν εὑρισκόμενο στὴν ἀντίπαλη θέση. Στὸ ἄκουσμα τοῦ ὀνόματος Καντιώτη ἀναστατώθηκε ἡ ψυχή του. Κάτι ξύπνησε μέσα του καὶ μοῦ εἶπε.
– «Τὸν γνώρισα τὸν πατέρα Αὐγουστῖνο καὶ τὸν σέβομαι» καὶ συνέχισε μὲ κάποιο δέος. «Ἄν ἔρθει θὰ παραιτηθῶ ἀπὸ τὴν ὑπόθεση».
Τὸ εἶπε καὶ τὸ ἔκανε. Ὁ δικηγόρος ἐκεῖνος παρὰ τὴν ἀρχικὴ ἐπαγγελματική του τοποθέτηση, ἦταν εὐγενικὴ φύση καὶ δὲ μοῦ κράτησε κακία γιʼ αὐτὰ ποὺ τοῦ εἶπα.
Ὅταν ἀργότερα στὴν ἐκδίκαση τῆς ἔφεσης ἦρθε ὁ Καντιώτης στὸ δικαστήριο καὶ ἤμουν συνοδός του, συναντήσαμε τὸ δικηγόρο στὸ διάδρομο του[δικαστηρίου καὶ τὸν σύστησα στὸν Καντιώτη, ἀλλὰ δὲν μαρτήρησα ὅτι ἦταν πρώην συνήγορος τῶν πορνείων γιὰ νὰ μὴν τὸν προσβάλλει.
Ὁ δικηγόρος τοῦ ὑπέβαλε τὰ σέβη του καὶ ἔκαναν ἕνα σύντομο διάλογο γιὰ τὰ ἠθικὰ προβλήματα τῆς πόλεώς μας. Στὸ τέλος ὁ Καντιώτης ρώτησε.
– Πόσοι δικηγόροι εἶστε στὴν Κατερίνη;
– Περίπου 25, πάτερ Αὐγουστῖνε.
– Ζεῖτε, ζεῖτε ὅλοι καλά;
– Δόξα τῶ Θεῶ ζοῦμε, πάτερ, καλά.
– Ἔ, γιὰ νὰ ζεῖτε καλὰ 25 δικηγόροι θὰ ὑπάρχει πολλὴ ἁμαρτία καὶ ἀντιδικοῦν οἱ ἄνθρωποι.
Αὐτὰ εἶπε μὲ χιοῦμορ ὁ Καντιώτης καὶ τελείωσε ἡ συζήτηση. Τότε σκέφθηκα ὅτι ἔκανα καλὰ ποὺ δὲν μαρτύρησα τὴν προηγούμενη τοποθέτηση τοῦ δικηγόρου. Ποιός μπορεῖ νὰ φαντασθεῖ τί θὰ τοῦ ἔλεγε! Ἡ δεικτικότητα καὶ ἡ ὀξύτητα εἶναι συνηθισμένα ἀγκάθια στὸν ἴδιο βλαστὸ τῆς μαχητικότητας.

 

4-«ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΕΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΥ», (4ο απόσπασμα), σελ.26

Στὸ ἐφετεῖο

Περασμα αγγελου intΟἱ κατηγορούμενες εἶχαν καταδικασθεῖ πρωτοδίκως χωρὶς τὴ σθεναρὴ ὑπεράσπιση τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν.
Τέτοιες στιγμὲς εἶναι ἐπικίνδυνες γιὰ τὴν ψυχὴ τῶν ἡρώων. Ἀλλοίμονο ἄν αὐτοὶ ποὺ πέφτουν ἡρωϊκὰ στὴ φωτιὰ καὶ στὸν κίνδυνο αἰσθανθοῦν ἐγκαταλελειμμένοι. Σκανδαλίζονται καὶ ἀπογοητεύονται. Καὶ αὐτὸ ἐπεκτεινόμενο σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα τῆς ζωῆς ἀπὸ τὰ σύνορα μέχρι τὰ ἱερὰ εἶναι ἀρχὴ τῆς παρακμῆς τῶν λαῶν.
Ἀντίθετα οἱ ἥρωες, ποὺ ξεκινοῦν μιὰ παράτολμη πράξη καὶ ἐνεργοῦν αὐθότμητα, ἐκφράζουν τὸ ἄτολμο κοινὸ αἴσθημα. Καὶ ἄν μεθοδευθεῖ ἡ συμπαράσταση σʼ αὐτοὺς τότε οἱ κοινωνίες ξεσηκώνονται. Ἀναταράζονται τὰ λιμνάζοντα νερὰ τῆς ἡττοπάθειας καὶ ρουτίνας.


Ἀμέσως μετὰ τὴν πρωτόδικη καταδίκη τῶν ἡρωικῶν ἐκείνων γυναικῶν ποὺ ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν ἠθικὴ προστασία τῆς κοινωνίας μας συνεργασθήκαμε ἄτυπα μὲ μερικοὺς ἐπαναστατικοὺς ζηλωτὲς καὶ τολμηροὺς ποὺ εἶχαν ἀπόφαση νὰ ὑψώσουν ἀνάστημα.
Συμφωνήσαμε νὰ φέρουμε μάρτυρα ὑπερασπίσεως τὸν ἀρχιμανδρίτη Αὐγουστῖνον Καντιώτη, ἱεροκήρυκα Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος στὴ συνείδησή μας ἦταν ὁ ἀρχάγγελος τῆς κρίσεως ποὺ μποροῦσε νὰ σαρώσει καθεστῶτα καὶ ἐξουσίες ποὺ ἐμεῖς τὰ βλέπαμε μὲ ἔντονη ἐπαναστατικότητα. Στὸν Καντιώτη βλέπαμε ὑπεράνθρωπες δυνάμεις ποὺ μποροῦσαν νὰ σαρώσουν τὰ πάντα.
Τὸν εἴχαμε ψυχολογικὸ ἀποκούμπι καὶ ἀπὸ τὴ νεότητά μας καταφεύγαμε σʼ αὐτὸν καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ μᾶς ἐπηρεάσουν ἐξωλοθρευτικὲς ὑλιστικὲς ἐπαναστατικὲς ἰδέες.
Τοῦ γράψαμε γράμμα μὲ περιγραφὴ τοῦ προβλήματος καὶ μὲ ἐρώτημα ἄν δέχεται νὰ ἔρθει μάρτυρας ὑπερασπίσεως. Μᾶς ἀπάντησε ἀμέσως ὅτι δέχεται νὰ ἔρθει ἀλλὰ μᾶς συμβούλευσε νὰ τὸν κλητεύοσυμε ἐγκαίρως.
Ἐμεῖς εἴχαμε τότε μιὰ καχυποψία ἴσως ὑπερβολική. Ἐπειδὴ τὸ ὄνομα Καντιώτης, εἶναι σὰν τὸ κόκκινο πανὶ ἀνησυχούσαμε μήπως ἀρνηθοῦν νὰ τὸν κλητεύσουν ἀπὸ ἀντίδραση.
Συμβουλευτήκαμε ἔμπιστο δικηγόρο καὶ ἕναν δικαστικὸ κλητήρα καὶ τότε σύμφωνα μὲ τὴ νομικὴ δεοντολογία γράψαμε μιὰ αἴτηση ὑπογεγραμμένη ἀπὸ μία κατηγορουμένη ποὺ ζητοῦσε νὰ ἐξετασθεῖ μάρτυρας ὑπερασπίσεώς της ὁ Ἀρχιμαδρίτης Αὐγουστῖνος Καντιώτης.
Γιὰ νὰ γίνει ἀθόρυβα ἡ κλήτευση καὶ νὰ μὴ προκαλέσει ὑποψίες στὶς δικαστικὲς ἀρχές, διαλέξαμε ἕνα παιδὶ τῆς πρώτης τάξεως Γυμνασίου πανέξυπνο καὶ τολμηρό. Τὸ συμβουλέψαμε νὰ συγκρατήσει τὴν ὁρμητικότητά του καὶ νὰ ἔχει ὕφος ἀθόρυβο χωρὶς λόγια ἄστοχα. Πέρασε ἀπὸ τὸν εἰσαγγελέα γιὰ ὑπογραφὴ μὲ ὕφος ἀδιάφορο ρουτίνας.
Ἐκεῖνος ἀπασχολημένος μὲ τὰ χαρτιά του ὑπέγραψε μηχανικὰ τὴν αἴτηση χωρὶς νὰ σκεφθεῖ τί εἶναι Καντιώτης ὁ ὁποῖος ἔμελλε νὰ ἀναστατώσει τὸ δικαστήριο, τὴν Πιερία καὶ τὸ Πανελλήνιο. Ἡ παρουσία τοῦ παιδιοῦ ποὺ δὲν ἦταν Θεολόγος ἤ ἱερέας δὲν τοὺ ἄφησε περιθώρια καχυποψίας.
Ἡ αἴτηση ἔλαβε ἀριθμὸ πρωτοκόλλου ποὺ τὸν δώσαμε σὲ ἕναν εὐσεβέστατο δικαστικὸ κλητήρα ποὺ τὸν ἐμπιστευόμασταν καὶ ἀνέλαβε νὰ στείλει μὲ σιγουριὰ στὸν Καντιώτη τὴν κλήτευση.
Τέλος ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἀυγουστῖνος Καντιώτης παρέλαβε ἐπίσημη κλήση γιὰ μάρτυρας στὴ δίκη.
Καμμιὰ πολιτικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχὴ πλέον δὲν μποροῦσε νὰ τὸν ἀπαγορεύσει νὰ ἔρθει στὴν Κατερίνη. Κρατώντας τὴν κλήση παρουσιάσθηκε στὸν τότε Μητροπολίτη Κίτρους καὶ Κατερίνης ἀείμνηστο κυρὸ Βαρνάβα ποὺ βρισκόταν στὴν Ἀθήνα, ἑτοιμαζόμενος νὰ πάει στὸ Δελχὶ Ἰνδιῶν γιὰ συνέδριο Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν ποὺ θὰ διαρκοῦσε ἕνα μήνα καὶ τοῦ εὶπε:
«Σεβασμιώτατε, μοῦ ἐπιτρέπετε νὰ πατήσω τʼ ἀμπελοχώραφά σας; Ἔχω μιὰ κλήση νὰ παραστῶ μάρτυρας ὑπερασπίσεως γιὰ μερικὲς γυναῖκες ποὺ διαμαρτυρήθηκαν ἐναντίον τῆς σωματεμπορίας γιὰ νὰ προστατεύσουν τὴν κοινωνία. Αὐτὸ ἐμεῖς ἔπρεπε νὰ τὸ κάνουμε καὶ τὸ ἔκαναν αὐτές. Τώρα ἔχουμε καθῆκον νὰ τὶς συμπαρασταθοῦμε».
Ὁ Μητροπολίτης Βαρνάβας συνετὸς καὶ εὐέλικτος δὲν ἔπεφτε σὲ γκάφες παραλόγων συγκρούσεων ποὺ μποροῦσαν νὰ προκαλέσουν διοικητικοὺς ἐρεθισμοὺς καὶ ἐπαναστατικὰ ἀποστήματα. Σὲ λίγο ἔμελλε νὰ ταξιδέψει γιὰ τὸ Δελχὶ καὶ πρόθυμα ἐπέτρεψε στὸν Καντιώτη νὰ ἔρθει στὴν Κατερίνη. Τότε ὁ Καντιώτης τοῦ εἶπε:
«Δὲν ἔρχεσαι κι ἐσὺ νʼ ἀγωνισθοῦμε μαζὶ στὴν Κατερίνη; Ἐδῶ εἶναι Δελχί. Κοτζὰμ ἐγκόλπιο ἔχεις. Ἀν τὸ δοῦν οἱ δικασταὶ θὰ τρομάξουν».
Ὁ Δεσπότης τοῦ ἀπάντησε:
– «Προγραμμάτισα τώρα νὰ πάων στὸ Δελχί».
Ὅταν ἐμεῖς τὸν ρωτήσαμε ἀργότερα τί πάει νὰ κάνει στρὸ Δελχί, ὁ Καντιώτης ἀπάντησε μὲ χιοῦμορ:
– «Πάει νὰ πιάσει ψάρια».
Τέλος ὁ Καντιώτης ἔφθασε στὴν Κατερίνη μὲ συνοδούς του. Συμπτωματικὰ βρέθηκα στὴν αὐλὴ τῆς Μητροπόλεως καὶ τὸν ἀκολούθησα στὰ γραφεῖα της, ὅπου ὁ Καντιώτης εἶπε μὲ χιοῦμορ:
– «Ἦρθα νὰ παρουσιασθῶ στὸ φρουραρχεῖο».
Ὅμως ὅλοι ἐκεὶ σηκώθηκαν ὄρθιοι καὶ τὸν ὑποδέχθηκαν μὲ σεβασμό.

 http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=84747#respond