Τοῦ κ. Παύλου Τρακάδα
«Τὰ αὐτὰ γράφειν ὑμῖν ἐμοὶ μὲν οὐκ ὀκνηρόν, ὑμῖν δὲ ἀσφαλὲς» [= Νὰ σᾶς γράφω τὰ ἴδια πράγματα γιὰ μένα βεβαίως δὲν εἶναι κούρασι, ἐνῶ γιὰ σᾶς εἶναι ἀσφάλεια (ἀπὸ κινδύνους), μτφ. Ν. Σωτηροπούλου] (Φιλιπ. 3,1)
Ὅσο οἱ ἱεροί μας ναοὶ παραμένουν κεκλεισμένοι ἔχομεν πρώτιστον καθῆκον νὰ ἀσχολούμεθα μὲ αὐτὸ τὸ ζήτημα εἰς ἔνδειξιν διαμαρτυρίας πρὸς Ἱεράρχας καὶ Πανεπιστημιακοὺς θεολόγους, «τοὺς δοκοῦντας στύλους εἶναι», οἱ ὁποῖοι μετερχόμενοι ψευδοθεολογίας ἔχουν παραδώσει πλήρως τὴν πίστιν μας ὡς βορὰν εἰς τὰ πολιτικὰ σχέδια.
Δὲν ἔχει παύσει ἡ πένα τῶν ἀρθρογράφων τοῦ «Ο.Τ.» νὰ προτάσση θεολογικὰ ἐπιχειρήματα, ἀλλὰ ἀντὶ σοβαρᾶς ἀντικρούσεως ἀκούονται μόνον συνθήματα περὶ «ἐκκλησιαστικῆς ὑπακοῆς», περὶ «προτάξεως τοῦ ἄλλου», περὶ «ὑπακοῆς εἰς τοὺς ἰατροὺς» καὶ περὶ «παραλόγων ἀρνητῶν τῆς πανδημίας». Εἰς ὅλα αὐτὰ ἐδόθησαν ἀναλυτικαὶ ἀπαντήσεις, ἐκ τῶν ὁποίων θὰ ὑπενθυμίσωμεν μόνον τὴν πρωτίστην: ἡ τέλεσις τῆς Θείας Λειτουργίας ἀποτελεῖ «κόκκινη γραμμὴ» καὶ ὅσοι «μεταπατερικοὶ» εἶναι ὑπέρμαχοι τῆς ἀπαρνήσεώς της ὑπόκεινται εἰς τὸ τοῦ Ἀπ. Παύλου: «ἐὰν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ’ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω» (Γαλ. 1,8). Δὲν συμφωνοῦν οὔτε μὲ τὸ ἴνδαλμά των, τὸν Σεβ. Περγάμου, ὁ ὁποῖος ὀρθῶς εἶπεν ὅτι «δὲν ὑπάρχει Ἐκκλησία χωρὶς τὴν Θεία Λειτουργία»;
Θεολόγοι, οἱ μεγαλύτεροι δυσφημισταὶ τῆς Ἐκκλησίας
Ἀντὶ ὅμως νὰ εἴμεθα ὅλοι «σύμψυχοι τὸ ἕν φρονοῦντες» περὶ τῆς Θείας Λειτουργίας, ἔχουν φθάσει εἰς τὸ ἕτερον ἄκρον Ἱεράρχαι καὶ Πανεπιστημιακοὶ νὰ δυσφημοῦν τὴν Θείαν Λειτουργίαν! Ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ ὁποῖον ἐπάσχιζον δεκαετίας ἢ καὶ αἰῶνας οἱ ἄθεοι (πολιτικοὶ ἢ πολῖται) νὰ ἐπιτύχουν, τὸ ἀνέλαβον μὲ ζῆλον Ἱεράχαι καὶ Πανεπιστημιακοί! Μηρυκάζουν ἀδιαλείπτως αὐτά, τὰ ὁποῖα τὰ συστημικὰ κρατικοδίαιτα ΜΜΕ παρουσιάζουν μὲ πηχυαίους τίτλους: «κίνδυνος ἀπὸ συγχρωτισμὸ στοὺς ἱεροὺς ναούς»! Τὰ ΜΜΕ, τὰ ὁποῖα μὲ τὰ προγράμματά τους διαφθείρουν τοὺς ἀνθρώπους, αὐτὰ τὰ ὁποῖα μὲ τὰς διαφημίσεις των ἐχρεωκόπησαν τὴν κοινωνίαν, ὑποτίθεται ὅτι τώρα μὲ ὅσα λέγουν κατὰ τῆς Θείας Λειτουργίας ἐπιθυμοῦν τὴν ὑγείαν μας; «Δὲν τὰ λέγουν τὰ ΜΜΕ, ἀλλὰ οἱ ἰατροί», θὰ ἰσχυρισθῆ κάποιος. Ἐρωτῶμεν: οἱ ἰατροὶ ἀπεφάσισαν τὰ 9 ἄτομα εἰς τοὺς ναοὺς ἢ οἱ πολιτικοί; Οἱ ἰατροὶ ἀπεφάσισαν ὅτι τὰ ἱερὰ λείψανα μεταδίδουν ἀσθενείας;!
Ἱεράρχαι καὶ Πανεπιστημιακοί, «ἀπὸ φυλακῆς πρωίας μέχρι νυκτὸς» ἀπευθύνουν ἐκκλήσεις εἰς τὸν κόσμον νὰ μὴ προσέρχεται εἰς τοὺς ἱεροὺς ναούς, διότι θὰ κινδυνεύη ἡ ὑγεία ὅλων τῶν Ἑλλήνων ἐξαιτίας τῶν πιστῶν… Ἡ ΔΙΣ συμπλέουσα μὲ τὸ ἀντίχριστον κράτος ὄχι μόνον ἀπαγορεύει τὴν προσέλευσιν τῶν πιστῶν, ἀλλὰ καλεῖ τοὺς ἱερεῖς νὰ ἐλέγξουν τὸν κόσμον, νὰ ἐφαρμόσουν μὲ ἀφοσίωσιν τὴν τήρησιν τῶν μέτρων! Τί μήνυμα ἑπομένως δίδουν; Πρῶτον μήνυμα «Θεία Λατρεία = Θάνατος»! Δεύτερον μήνυμα «Ἐκκλησία = Τρόμος»!
Δὲν μεταδίδονται ἰοὶ κατὰ τὴν Θείαν Λειτουργίαν
Μόνον εἰς τὸ ζήτημα τῆς Θείας Μεταλήψεως, ἂν καὶ ὄχι ὅλοι, συμφωνοῦν ὅτι δὲν μεταδίδονται μικρόβια, διότι «αὐτὸ δεικνύει ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας», ὡς ὀρθῶς λέγουν. Ἂν ὅμως ἰσχύει αὐτό, τότε διατί Ἱεράρχαι φοροῦν μάσκα κρατοῦντες τὸ Ἅγιον Δισκοπότηρον; Μήπως ὁ μεταλαμβάνων θὰ κολλήση ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Ἀρχιερέως, «μεταλαμβάνει ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ…»; Διαχωρίζουν λοιπὸν τὰς ψαλμωδίας καὶ τὰς ἁγίας λαβίδας καὶ τὸ ἅγιον μάκτρον ἀπὸ τὴν Θείαν Κοινωνίαν; Πῶς τότε θὰ τελεσθῆ ἡ Θεία Λειτουργία; Πῶς, ἐπίσης, θὰ λάβουν οἱ πιστοὶ τὴν Θείαν Κοινωνίαν, ἂν δὲν μετέχουν εἰς τὴν Θείαν Λειτουργίαν; Διατί δὲν κατανοοῦν τὴν ἀντίφασιν; Μόνον οἱ παπικοὶ διαχωρίζουν τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο, διὰ τοῦτο τοποθετοῦν τὸν καθαγιασμὸν συγκεκριμένα τὴν στιγμὴν ποὺ κρούουν κωδωνίσκους καὶ δὲν ἀντιλαμβάνονται τὸ ἑνιαῖον τοῦ ἁγιασμοῦ, πιστῶν καὶ Τιμίων Δώρων καθ’ ὅλην τὴν Θείαν Λατρείαν.
Ἡ ἀπάντησις κρύπτεται εἰς τὴν… ἀπάντησίν των ὅτι «αὐτὸ δεικνύει ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας», δηλ. ναὶ μὲν βλέπουν τὰ ἀποτελέσματα, ἀλλὰ δὲν ἔχουν ἐμβαθύνει, δὲν ἔχουν κατανοήσει τίποτε ἀπὸ τὴν δογματικήν. Ἡ σύναξις τῶν πιστῶν καὶ τὰ Τίμια Δῶρα δέχονται τὴν ἰδίαν «ἀλλοίωσιν», διὰ τοῦτο δὲν κινδυνεύει κανείς. Δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ τοὺς προκαλῆ ἀπορίαν, πώς, ἐνῶ ὁ Χριστὸς ἀπέθανε πραγματικὰ εἰς τὸν Σταυρόν, δὲν ἠσθένησε ποτὲ οὔτε Αὐτὸς ἀλλὰ οὔτε οἱ Ἀπόστολοι ποὺ ἦσαν μαζί του; Ὁ Χριστὸς βεβαίως ὁ ἴδιος ἐνήργει ἑκουσίως τὴν φθορὰν εἰς τὴν ἀνθρωπότητα, τὴν ὁποίαν προσέλαβεν, ἀλλὰ διεφύλαξε καὶ τοὺς Μαθητάς Του. Ἂν αὐτὸ συνέβη πρὶν ἀκόμη τὴν Σταύρωσιν καὶ τὴν Ἀνάστασιν, πόσον περισσότερον τώρα κατὰ τὴν Θείαν Λειτουργίαν, κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ μυστήριον τῆς σωτηρίας εἶναι ἤδη συντελεσμένον;
Ὁ Ἄρτος καὶ ὁ Οἶνος τῆς Θείας Εὐχαριστίας καθίστανται πραγματικὰ τὸ ἀναστημένον Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου καὶ ὅπως τὸ ἀναστημένον Σῶμα τοῦ Κυρίου εἶχε πραγματικὰ ἐπάνω του τὴν νύξιν τῆς λόγχης καὶ τὰ σημάδια τῶν ἥλων, ἀλλὰ δὲν ἐπρόκειτο πλέον διὰ χαινούσας πληγάς, τοιουτοτρόπως καὶ ὁ «Ἀμνὸς» παραμένει πραγματικὸς ἄρτος, ἀλλὰ ὄχι πηγὴ μολύνσεως. Ὅπως ὁ Ἀναστὰς ἐκάλεσε τὸν Ἀπόστολον Θωμᾶν νὰ Τὸν ψηλαφήση, γνωρίζων ὅτι οὔτε ὁ ἴδιος βεβαίως θὰ ἐκινδύνευεν οὔτε ὁ Ἀπ. Θωμᾶς ἀπὸ μικρόβια καὶ ἰούς, τοιουτοτρόπως καὶ ὁ ἱερεὺς ἀγγίζει μὲ τὰς χεῖρας του τὸν «Ἀμνόν», χωρὶς νὰ ὑπάρχη κίνδυνος.
Ἡ φθορὰ ποὺ δέχεται ὁ «Ἀμνὸς» εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐπιτρέπει ὁ Κύριος, διὰ νὰ τὸν μεταλάβωμεν, ἄλλως θὰ ἔμενεν ὡς πέτρα εἰς τὸ στομάχι. Διὰ τοῦτο τὸ ὅτι «μουχλιάζει» δὲν εἶναι «ἀπόδειξις ὅτι μεταφέρει ἰοὺς καὶ μικρόβια», ὡς λέγουν οἱ ἀφελεῖς, ἀλλὰ μαρτυρία περὶ τοῦ ἀντιθέτου: ὅτι ὄντως ἐνεργεῖται ἡ φθορὰ κατὰ τὸ μέτρον τοῦ Κυρίου, καθὼς καίτοι «μουχλιάζει», δὲν δηλητηριάζει τὸν ἱερέα, ἐπειδὴ ἔχουν «μεταβληθῆ» αἱ ἰδιότητες. Αὐτὸ σημαίνει «μεταβολή»: διατηρεῖ τὴν οὐσίαν του ὡς ἄρτος, δὲν «μετουσιώνεται» εἰς κάτι ἄλλον, χωρὶς ὅμως νὰ βλάπτεται κανεὶς ἀπὸ τὰς ἰδιότητας ποὺ θὰ εἶχεν ἕνας κοινὸς ἄρτος.
Καὶ διὰ νὰ προλάβωμεν κάποιους ποὺ θὰ ἀντιτείνουν ὅτι εἰσέρχομαι εἰς τὸ ἱερὸν μυστήριον λέγομεν ἐκ προοιμίου: δὲν εἰσερχόμεθα εἰς τὸν τρόπον ποὺ «μεταβάλλονται» τὰ Τίμια Δῶρα καὶ πῶς τελικὰ φθάνουν νὰ ἀποτελοῦν «Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ», ἀλλὰ εἰς ὅσα ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν δο-γματικὴν περὶ «μεταβολῆς».
Παρομοίως συμβαίνει καὶ κατὰ τὴν τέλεσιν τῆς Θείας Λειτουργίας: οἱ πιστοὶ μεταβάλλονται εἰς «Σῶμα Χριστοῦ», δὲν μετουσιώνονται εἰς «ἀτρώτους ὑπερανθρώπους». Τοιουτοτρόπως, ἡ θνητότης συνεχίζεται, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ «φθορὰ» τοῦ «Ἀμνοῦ», ὄχι ὅμως ἡ μεταδοτικότης τῶν ἰῶν, διότι γινόμεθα πλέον τὸ «Σῶμα» Του.
Εἶναι ὁ ἱ. ναὸς «ὑγειονομικὸς κλωβός»;
Δυστυχῶς, οἱ ἐπικριταὶ τῆς ἀνωτέρω θέσεως, περὶ μὴ μεταδόσεως ἰῶν κατὰ τὴν Θείαν Λατρείαν, διαχωρίζουν τὸ πνευματικὸν ἀπὸ τὸ ὑλικὸν καὶ λέγουν «εἶναι πνευματικὴ ἡ χάρις ποὺ λαμβάνομεν εἰς τὴν Θείαν Λειτουργίαν καὶ ἀφορᾶ τὶς ψυχές μας, ἐνῶ οἱ ἰοὶ εἶναι ὕλη καὶ δὲν ἐπηρεάζονται». Ἂς μνημονεύσωμεν μόνον ἀπὸ τὴν εὐχὴν τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν ὑδάτων τοῦ Ἁγίου Σωφρονίου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων, εἰς τὴν ὁποίαν ἀναφέρει: «…τῷ σῷ κράτει συνέχεις τὴν κτίσιν, καὶ τῇ σῇ προνοίᾳ διοικεῖς τὸν κόσμον… σοὶ ὑπακούει τὸ φῶς…». Ἂν λοιπὸν τὰ νανοσωματίδια καὶ τὰ φωτόνια ὑπακούουν εἰς τὴν ἄκτιστον ἐνέργειαν, δὲν ὑπακούουν οἱ ἰοί;
Ἠκούσθη καὶ ἡ εἰρωνεία ἀπὸ Ἱεράρχην ὅτι «δὲν εἶναι ὁ ναὸς «ὑγειονομικὸς κλωβὸς», ὡς νομίζουν οἱ φονταμενταλιστές»! Ὡστόσον, δὲν ἰσχυρίσθη κανεὶς ὅτι εἶναι. Ὅπως κάθε ἄνθρωπος κάποτε θὰ πεθάνη παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι κοινωνεῖ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, τοιουτοτρόπως καὶ ὁ ἱερὸς ναὸς κάποτε θὰ καταπέση εἴτε φυσικῶς εἴτε ἀπὸ κάποιον σεισμόν. Εἶναι ὅμως ἄλλο αὐτὸ καὶ ἄλλο τὸ τί συμβαίνει κατὰ τὴν ὥραν τῆς Θείας Λατρείας: καὶ οἱ πιστοὶ κινδυνεύουν κατὰ τὴν ὥραν τῆς Θείας Λειτουργίας νὰ καταπλακωθοῦν ἀπὸ ἕνα σεισμὸν ἢ νὰ εἰσέλθουν ἀλλόπιστοι καὶ νὰ τοὺς σφαγιάσουν, ἀλλὰ δὲν κινδυνεύουν ἀπὸ αὐτὴν καθ’ αὑτὴν τὴν τέλεσιν τῆς Θείας Λειτουργίας. Αὐτὸ ἰσχυρίζεται τὸ ἄθεον κράτος καὶ οἱ συναινοῦντες Ἱεράρχαι καὶ Πανεπιστημιακοὶ θεολόγοι: ὅτι κινδυνεύομεν ἀπὸ αὐτὴν καθ’ αὑτὴν τὴν τέλεσιν τῆς Θείας Λειτουργίας, διότι δὲν πληροῖ τὰ ὑγειονομικὰ πρωτόκολλα!
Ἔπαυσε ποτὲ ἡ Θεία Λειτουργία;
Δι’ αὐτοὺς τοὺς λόγους δὲν ἔπαυσε ποτὲ ἡ Θεία Λειτουργία, διότι ὄχι μόνον δὲν κινδυνεύει κανείς, ἀλλὰ ἁγιάζεται. Ὅμως, οἱ ὡς ἄνω ὑποστηρικταὶ τῆς ἀπόψεως ὅτι «εἰς τὸν ναὸν κολλάει», λέγουν: «γνωρίζομεν πιστοὺς ποὺ ἐκόλλησαν ἴωσιν εἰς τὸν ἱερὸν ναόν». Ἐκτὸς τοῦ ὅτι δὲν εἶναι εἰς θέσιν νὰ τὸ ἀποδείξουν, καθὼς κανεὶς δύναται νὰ κολλήση ὁπουδήποτε, παρακάμπτουν εἰς αὐτὴν τὴν περίπτωσιν ὅτι «ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας» τὸ διαψεύδει, καθὼς δὲν ἔπαυσε ποτὲ οὔτε εἰς καιροὺς πανδημιῶν ἡ τέλεσις τῆς Θείας Λειτουργίας. Τόσοι λοιμοὶ συνέβησαν εἰς τὴν ἱστορίαν καὶ δὲν ἔχει εὑρεθῆ οὔτε μία ἐλαχίστη μαρτυρία ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀνέστειλε τὴν Θείαν Λατρείαν. Ἀπεναντίας, ὡς τονίζουν οἱ ἱστορικοί, κατὰ τοὺς λοιμοὺς ἐπλήθαιναν αἱ δημόσιαι λατρευτικαὶ συνάξεις, αἱ ἱεραὶ λιτανεῖαι καὶ αἱ ὁμιλίαι πρὸς τὸν λαὸν περὶ μετανοίας, ὄχι ἐπειδὴ –ὡς πάλιν λέγουν ἔνιοι- δὲν ἐγνώριζον οἱ Βυζαντινοὶ ὅτι μεταδίδεται διὰ τοῦ συγχρωτισμοῦ, ἀλλὰ διότι εἶχον τὴν ἀκράδαντον πίστιν ὅτι αὐταὶ αἱ συνάξεις ὄχι μόνον δὲν ἦτο δυνατοὶ νὰ ἀποτελέσουν αἰτίαν κινδύνου, ἀλλὰ ἦσαν ἡ μόνη λύσις διὰ τὴν σύντομον ἀπαλλαγὴν ἀπὸ τὸ θανατικόν.
Ἐπειδὴ οἱ «μεταπατερικοὶ» δὲν τὸ ἀνέχονται καὶ προσπαθοῦν νὰ διαψεύσουν τὴν «ἐμπειρίαν τῆς Ἐκκλησίας», ἀναζητοῦν εἰς μάτην σχετικὴν ἀντίθετον μαρτυρίαν. Πρότριτα, ὁ κ. Σ. Πασχαλίδης εἰς ὁμιλίαν του μὲ τίτλον «ὁ Πατριαρχικὸς λόγος γιὰ τὶς πανδημίες χθὲς καὶ σήμερα» ὑπεστήριξεν ὅτι εὗρε τοιαύτην εἰς εὐχὴν ποὺ ἔχει συγγράψει ὁ Ἅγιος Φιλόθεος ὁ Κόκκινος μὲ ἐπικεφαλίδα «εἰς πληγὴν θανατικοῦ». Πρόκειται διὰ τὴν ἑξῆς: «ἐξηρήμωνται πόλεις, ἠφανίσθησαν ἀγοραί, ἱεραὶ πανηγύρεις καὶ τελεταὶ καὶ θείων ὕμνων συστήματα τῷ πλείονι μέρει κατεσιγάσθησαν…». Δύο χιλιάδες ἔτη ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας καὶ εὗρεν αὐτὴν καὶ μόνον, ἡ ὁποία ὅμως τὸν διαψεύδει! Προφανῶς, συμπεραίνει κανεὶς ὅτι ἂν ἠφανίσθη ὁλόκληρος πόλις, δὲν θὰ ὑπῆρχε καὶ ἱερεὺς νὰ τελέση Θείαν Λειτουργίαν. Ἀκόμη ὅμως καὶ ἂν δεχθῶμεν ὅτι ὄντως ἑκουσίως ἠρνήθησαν κάποιοι ἀπὸ φόβον νὰ τελέσουν τὴν Θείαν Εὐχαριστίαν, ποὺ δὲν συνάγεται βεβαίως ἀπὸ τὸ παρὸν ἀπόσπασμα, τὸ γεγονὸς ὅτι εἰς τὴν συνέχειαν τῆς εὐχῆς ἐκζητεῖ συγγνώμην ἀπὸ τὸν Θεὸν σημαίνει ὅτι ἦτο ἀπολύτως λάθος! Ὡστόσον, ἡ παροῦσα εὐχὴ μᾶλλον ἀποτελεῖ μαρτυρίαν περὶ τοῦ ἀντιθέτου, καθὼς ἡ ἀναφώνησίς της προϋποθέτει τὴν συγκέντρωσιν πιστῶν, ὅπως μαρτυρεῖ καὶ ὁ πληθυντικὸς ἀριθμὸς ποὺ χρησιμοποιεῖται εἰς τὴν εὐχήν, καὶ μάλιστα ἐν μέσῳ πανδημίας!
Ἐν κατακλεῖδι, ἀντὶ νὰ τρομοκρατοῦν τοὺς ἀνθρώπους ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία ἀποτελεῖ «Κίνδυνο-Θάνατο», ἂς πεισθοῦν ἀπὸ τὴν «ἐμπειρίαν τῆς Ἐκκλησίας» καὶ νὰ ἐμπνεύσουν ἐλπίδα. Ἂς ἀκολουθήσουν τὸ παράδειγμα 2.000 ἐτῶν Ὀρθοδοξίας, ὅπου κατὰ τὰς πανδημίας ἐκηρύσσετο μετάνοια καὶ ἐλιτανεύοντο ἱερὰ λείψανα.
Σεβασμιώτατοι, μὴ ἐκπειράζετε μὲ τὰς ἀποφάσεις Σας ἄλλο τὸν Θεόν! Τὴν ἀναξιότητα ἔδει νὰ φοβῆσθε, ὅταν ἀγγίζετε τὸν «Ἀμνὸν» καὶ ὄχι τοὺς ἰούς! Ἀλλὰ τοὺς μὴ γνωρίζοντας δογματικὴν ἐκλέγετε καὶ ἔπειτα Σᾶς «φταίει», ὅποιος δὲν «ὑπακούει» εἰς τὰς ἀντιευαγγελικὰς ἐντολάς Σας.