Ὁ Ἄρχων Ἀσηκρῆτις καὶ τὰ τάλαντα τῶν
Ταντάλων στὴ σκιὰ τοῦ ‘’Ἀμερικῆς’’
κ. Ἐλπιδοφόρου
π. Στυλιανὸς Ἐμμ. Καρπαθίου MD, MSc, PhD, Θεολόγος-Ἰατρός Ψυχίατρος
«Τί θέλετέ μοι δοῦναι καὶ ἐγώ
ὑμῖν παραδώσω αὐτόν»
(Ματθ. 26,15-16)
Μένουμε
ἐννεοὶ ἐνώπιον τῶν πληγῶν, ποὺ σταθερὰ καὶ κατ’ ἐξακολούθησιν δημιουργοῦν στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μας, ὡς μὴ ὤφελλε, πνευματικοὶ Ταγοί,
ἐπιλήσμονες τῶν Ἀρχιερατικῶν τους Ὅρκων,
τῶν ὁποίων τὴν στήριξη στὶς ἀντικανονικὲς ἐνέργειές τους ἔχει ἀναλάβει
ἐργολαβικῶς ὁ Ἄρχων Ἀσηκρῆτις (βυζαντινὸς
κρατικὸς τίτλος, ποὺ σημαίνει τὸν ἐξ
ἀπορρήτων- a secretis- αὐλικό ) τῆς
ἱεραρχικῶς, πρώτης τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐν Κωνσταντινουπόλει,
δικηγόρος κ. Ἀναστάσιος Βαβοῦσκος.
1.Ἡ ἐπιστολὴ τοῦ ‘’Ἀρχιεπισκόπου’’ κ. Ἐλπιδοφόρου,
πρὸς τὸν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Γλυφάδος κ. Ἀντώνιον.
Τὸ σκεπτικὸ τοῦ κ. Ἀ. Βαβούσκου ὑφαίνεται,
κυρίως, γύρω ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ τὴν ὁποία ἀπέστειλε ὁ κ. Ἐλπιδοφόρος πρὸς τὸν
Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Γλυφάδος κ. Ἀντώνιον. Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ πάσχει ὡς πρὸς τὴν ἐγκυρότητά
της, στὰ ἑξῆς σημεῖα:
α.
Παρέχει ἐξόχως πλημμελεῖς πληροφορίες ἀναφορικὰ μὲ τὴν
οἰκογένεια στὴν ὁποία ἀνήκουν τὰ παιδιά. Ἔγραψε, ὅτι αἰτοῦμαι τὴν ἄδεια ὅπως «ἱερουργήσω
... (καὶ) τελέσω τὴν βάπτιση τῶν δύο
τέκνων τῆς ἐκ Σικάγου ὁρμωμένης ὁμογενειακῆς οἰκογένειας Μπούση», ἐνῶ θὰ
ἔπρεπε ἀνδρείως καὶ ὄχι ὡς κλέπτης ἐν
νυκτί, νὰ συντάξει τὸ ἐπιστολικὸ κείμενό
του, ὡς ἀκολούθως: «αἰτοῦμαι τὴν ἄδεια ὅπως ἱερουργήσω ...(καὶ) τελέσω τὴν βάπτιση τῶν δύο τέκνων τῆς οἰκογενείας
τοῦ κ. Τάδε καὶ τῆς κυρίας Τάδε». Κάθε παιδί, ὡς γνωστόν, ἔχει δύο
γονεῖς, ποὺ προέρχονται ἀπὸ δύο ξεχωριστὲς οἰκογένειες καὶ ὄχι ἀπὸ μία.
β.
Ἀποφεύγει νὰ δηλώσει
ποιᾶς φύσεως Γάμος τελέσθηκε, θρησκευτικὸς ἢ πολιτικὸς
(συμπεριλαμβανομένου καὶ τοῦ συμφώνου συμβίωσης), καὶ ἐπὶ πλέον, ποιὸ
εἶναι τὸ δόγμα στὸ ὁποῖο ἀνήκουν οἱ συζευχθέντες, ὥστε νὰ κριθεῖ ἐὰν ὁ
τελεσθεὶς Γάμος εἶναι ἔγκυρος.
γ.
Δὲν συνάπτει
τὴν βεβαίωση, ἢ δὲν πληροφορεῖ περὶ αὐτῆς, ἡ ὁποία ἀπαιτεῖται πρὸ τῆς
τελέσεως τοῦ Γάμου, ὅτι ὁ ἐνδεχομένως ἑτερόδοξος γονέας ἔχει παράσχει τὴν
ἔγγραφον συγκατάθεσή του, ὅτι τὰ παιδιά, ποὺ θὰ προέλθουν τὸν Γάμον αὐτόν, ὄχι
μόνον θὰ βαπτισθοῦν ἀλλὰ καὶ θὰ
νουθετηθοῦν κατὰ τὴν πίστη καὶ τὸ ἦθος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ὑποθέτουμε,
ὅτι ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γλυφάδας κ. Ἀντώνιος, καλῇ τῇ πίστει δέχθηκε τὴν αἴτηση τοῦ συνεπισκόπου του κ. Ἐλπιδοφόρου, χωρὶς νὰ
ὑποπτευθεῖ, ὅτι ὑπάρχουν ‘’ἐπίσκοποι’’
οἱ ὁποῖοι ἐπὶ καιρίων θεμάτων πίστεως καὶ νομοκανονικῆς τάξεως
συμπεριφέρονται ὡς ἀπατεῶνες τοῦ κοινοῦ ποινικοῦ δικαίου, δολίως, ἀσυστόλως, καὶ ἀνερυθριάστως, ὑποσκάπτοντες,
εἰς μάτην βεβαίως, τὰ θεμέλια τῆς χριστοφόρου πίστεώς μας, καθ’ ὅσον τῆς
Ἐκκλησίας, «οὐ κατισχύσουσι καὶ πύλαι Ἄδου» (Ματθ. 16,18). Συνεπῶς ἡ ἐπιστολὴ ἀποτελεῖ προϊὸν ἀπάτης.
2.Ἀστοχία ὡς πρὸ τὴν χρησιμοποιούμενη ὁρολογία
Ὁ κ. Ἀ. Βαβοῦσκος χρησιμοποιεῖ κατὰ κόρον τὸν χαρακτηρισμὸ τῶν δύο κιναίδων, ὡς ‘’ζεῦγος
ὁμοφύλων.’’ Ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτὸς εἶναι ὄχι μόνον ἀδόκιμος, ἀλλὰ καὶ
σκοπίμως παραπλανητικός. Στὴν πραγματικότητα πρόκειται γιὰ δυάδα ἀνδρῶν, οἱ
ὁποῖοι διαβιοῦν ἀνόμως καὶ παρὰ φύσιν. Αὐτοί, ἐνδεικτικῶς καὶ μόνον, στὴν
ἑλληνικὴ γραμματολογία, ὀνομάζονται κίναιδοι[i],
στὴν Ἁγία Γραφὴ ἀρσενοκοῖτες (Α’Κορ. 6,9 ), τελισκόμενοι ( Δευτ. 23,19) καὶ κατεργαζόμενοι
τὴν ἀσχημοσύνην (1,24-28 ). Στὴν περσικὴ
καὶ τὴν τουρκικὴ γλῶσσα καλοῦνται pŭst ἢ
puşt ἀντιστοίχως[ii]
.
Ἡ λέξη
ὁμόφυλος, σύμφωνα μὲ τὴν καθαρὴ ἑλληνικὴ γλῶσσα, χαρακτηρίζει τοὺς ἀνθρώπους,
ποὺ ἀνήκουν στὴν ἴδια φυλὴ καὶ
διασταλτικὰ στὸ ἴδιο γένος, μὲ τὴν
ἔννοιαν τῶν ὁμοεθνῶν, ἢ στοὺς ἀνήκοντες
στὸ ἴδιο εἶδος, βιολογικά. Ἐπὶ παραδείγματι, οἱ
Ἕλληνες εἴμαστε μεταξύ μας ὁμόφυλοι, ὄχι ὁμοφυλόφιλοι. Οἱ ἀλλοεθνεῖς δὲν
εἶναι ὁμόφυλοι μὲ μᾶς, ἀλλὰ οὔτε καὶ πάλιν μεταπίπτουν σὲ ὁμοφυλόφιλους.
Ἕλληνες ὅμως καὶ ἀλλοεθνεῖς, ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἀνήκουμε στὸ ἴδιο ἀνθρώπινο
γένος ἢ εἶδος. Εἴμαστε κατὰ ταῦτα ὁμόφυλοι, διότι κάθε ἔθνος ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς
γῆς προέρχεται ἀπὸ τὸ ἕνα καὶ ἑνιαῖο γιὰ κάθε ἄνθρωπο αἷμα τῶν Πρωτοπλάστων. (Πράξ.17,26)
Ὁ ἐπικρατήσας
σήμερα ὅρος ὁμοφυλοφιλία, ἀποτελεῖ ἄστοχη νεολεξία καὶ ἐπινοήθηκε τὸ 1868 ἀπὸ τὸν ὁμοφυλόφιλο Οὗγγρο ἰατρὸ Benkert,
γνωστὸν μὲ τὸ ψευδώνυμο Karl-Maria Kertbeny,
ἢ Károly Mária Kertbeny
(1824-1882), μετὰ ἀπὸ σύνθεση τῶν τριῶν ἑλληνικῶν λέξεων, ὅμοιος, φῦλο
καὶ φίλος, ἀποδίδοντας γιὰ πρώτη φορὰ
στὴ λέξη φίλος, βδελυγμαῖο
σεξουαλικὸ νόημα καὶ περιεχόμενο[iii].
Κατὰ
συνέπεια, ὁ ὅρος ὁμόφυλος χρησιμοποιεῖται γιὰ νὰ χαρακτηρίσει τοὺς ὁμοφυλοφίλους,
μὲ σκοπό, τὴν ἐλάφρυνση τοῦ ἠθικοῦ καὶ
κοινωνικοῦ βάρους, ποὺ φέρει κάθε ἄλλη, κατ' ἀκρίβειαν ἐτυμολογική, ὁρολογία,
ὅπως κίναιδος, ἀρσενοκοίτης κλπ.
3.Ἡ ἔμμεση ἀλλὰ
σαφὴς ἐπίκληση τοῦ οἱονεὶ δεδικασμένου
Ἐπικαλεῖται ὁ
κ. Ἀναστάσιος Βαβοῦσκος τὸ προηγούμενο ἄνομον τῆς βαπτίσεως βρέφους, στὸν Ἱερὸ Ναὸ ἁγίου Νικολάου
Ραγκαβᾶ, τὸν Ὀκτώβριο 2021, τὸ ὁποῖον εἶχε, ὁμοίως ‘’υἱοθετηθεῖ’’, ἀπὸ ζεῦγος
κιναίδων. Ἡ πραξικοπηματικὴ καὶ ἀντίχριστη αὐτὴ ἐνέργεια, δὲν συνιστᾷ μὲ
κανένα τρόπο, ‘’δεδικασμένον’’ (chose jugée), γιὰ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ
δικαιοσύνη, καὶ δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τὴν
ἐπικαλεῖται.
Ἀντιθέτως,
ἀποτελεῖ οἱονεὶ ἐπιχείρημα διαφυγῆς ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδο ποὺ περιῆλθε ὁ κ.
Ἐλπιδοφόρος, ψυχολογικῶς εἶναι στοιχεῖο
ἐπιθετικότητας, καθ’ ὅσον τὸ πραγματικὸ, δηλαδή, ὁ Εὐαγελικὸς λόγος,
συγκρούεται μὲ ἐμπαθεῖς καὶ ἀνίερες ἐπιθυμίες. Χρησιμοποιεῖται ὡς παραπλανητικὸ
Plan B, μὲ τὸ νόημα ποὺ τοῦ ἀποδίδει ὁ ρωμαῖος κωμωδιογράφος Τίττος Μάκκιος
Πλαῦτος, ὅταν ἔλεγε, ὅτι˙ ''τὸ ποντίκι, ἔλεγε, δὲν βασίζεται σὲ μιὰ μόνο
τρῦπα (mu suni non fidit antro)''. Ἀλλωστε τὸ κυρίαρχο φρόνημα, τὸ animus
dominandi μιᾶς ἀμυντικῆς ψυχολογικῆς στάσης τῶν ἐνόχων ἀπέναντι στὸν δημόσιο
ἔλεγχο ἢ καὶ στὴν σκληρὴ ἐπίκριση τῆς συνείδησής τους, εἶναι ἡ μετάβαση αὐτῶν,
ἀπὸ τὸ στάδιο τῆς ἄμυνας σὲ αὐτὸ τῆς ἐπίθεσης (Otto
von Bismarck.)
Ἀποτελεῖ ἐν
τέλει δόλιο διπλωματικὸ ἑλιγμό, καὶ στοχεύει στὴν ἐλαχιστοποίηση τῶν
ἀντιδράσεων, ἀπὸ τὴν ζῶσα Ἐκκλησία, ἐναντίον τοῦ συνειδητὰ παρανομήσαντος.
Τοῦτο, οὔτε ἔντιμο εἶναι, οὔτε ἠθικὸ, οὔτε δικονομικὰ ἀνεκτό, ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν
διεφθαρμένη, στὶς ἡμέρες μας, κοσμικὴ δικαιοσύνη. Ἡ οἰκονομία τὴν ὁποία ἐπέδειξε ἡ Ἐκκλησία σὲ λάθη τοῦ
παρελθόντος, ποτέ δὲν ἀναβαθμίσθηκε σὲ
ἀκρίβεια, μέσα στὴν ἐκκλησιαστικὴ
ἱστορία, γιὰ νὰ ἀποτελεῖ ἄλλοθι νέων
λαθῶν καὶ ἐκτροπῶν.
Ἡ ἐπίκληση
τῆς οἰκονομίας εἶχε πάντοτε ὡς σκοπὸ τὴν ποιμαντικὴ μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ
ὁποία δὲν χειραγωγεῖτο ἀπὸ πολιτικὲς σκοπιμότητες, κατ’ ἐπιταγὴν ἀλλοτρίων πρὸς
τὴν Ἐκκλησία κοσμικῶν δυνάμεων[iv].
4. Τὸ «μεγάλο
κενὸ νόμου» ποὺ ἐπικαλεῖται ὁ Ἀρχων Ἀσηκρῆτις
Ὁ Ἄρχων
Ἀσηκρῆτις ἐπικαλεῖται μεγάλο κενὸ νόμου, ὥστε καὶ τὸν κ. Ἐλπιδοφόρο νὰ καλύψει
καὶ τὸν δίκαιο θυμὸ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γλυφάδας κ. Ἀντώνιο νὰ
κατευνάσει. Ἡ διάθλαση τοῦ φωτὸς ἀπὸ τὰ ἐξειδικευμένα νομικὰ ματογυάλια τοῦ
Ἀρχοντος εἶναι ὄντως ἀξιοπερίεργη. Ἡ ὀφθαλμαπάτη ‘’βγάζει μάτι’’.
Εἶναι πράγματι
τραγικὸ νὰ ἀγνοοῦνται οἱ περιεκτικὲς τῶν
πάντων θεόθεν ἀποκεκαλυμμένες Γραφές,
ὅπως διδάσκει ἡ Ἐκκλησία, μὲ ἄμεση
ἐσωτερικὴ τεκμηρίωση στὴν Ἰωάννεια θεολογία (Ἰωάννου, 16,13 καὶ 5,19), καὶ νὰ ἐπιμένει ὁ δικηγόρος κ. Ἀ. Βαβοῦσκος, σὲ μεγάλο κενὸ νόμου. Ἡ
Ἐκκλησία δὲν ἔχει ἀνάγκη συνηγόρων τῆς ἀνομίας. Ἔχει τίς Ἱεροκανονικὲς
διατάξεις της, οἱ ὁποῖες ὑπερέχουν κάθε ἄλλου νομοθετήματος, καθ’ ὅσον εἶναι
καὶ Συνταγματικὰ κατοχυρωμένες, μὲ τὸ 3ον Ἄρθρον τοῦ Ἑλληνικοῦ
Συντάγματος, γιὰ τὴν πατρίδα μας.
Ἐπὶ τοῦ, ὑπὸ
μελέτη, θέματος, ἀποτελεῖ κοινὸν τόπον, ὅτι ἡ θεία σύσταση τοῦ Μυστηρίου τοποθετεῖται ὀλίγον πρὸ τῆς Ἀναλήψεως τοῦ
Χριστοῦ καὶ περιέχεται στὰ Κυριακὰ λόγια πρὸς τοὺς Ἕνδεκα: «πορευθέντες
μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ Ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ
Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμῃν
ὑμῖν» (Ματθ.28,19-20). Ἐκεῖ ὁριοθετοῦνται καὶ οἱ προϋποθέσεις, γιὰ τὴν κανονικὴ τέλεση τοῦ Βαπτίσματος.
Προϋπόθεση
λοιπὸν τῆς τελέσεως τοῦ Βαπτίσματος εἶναι ἡ συνεχής Κατήχηση, ὥστε ἐνσυνειδήτως
καὶ ἀβιάστως νὰ προσέλθουν στὸ Μυστήριο,
οἱ μυούμενοι στὴν ὀρθόδοξο χριστιανικὴ πίστη. Τόσον γιὰ τὸν προβαπτισματικὸ κατηχητικὸ λόγο («μαθητεύσατε»)
ὅσον καὶ γιὰ τὴν συνεχῆ μεταβαπτισματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, («διδάσκοντες αὐτούς») κεντρικὸς ἄξονας δὲν εἶναι ἡ
θεωρητικὴ ἀναγνώριση τῆς παναξίας τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλ’ ἡ πιστὴ τήρηση τῶν
Κυριακῶν ἐντολῶν. (Ρωμ. 2,11-16)
Στὴν
περίπτωση τοῦ νηπιοβαπτισμοῦ οἱ παραπάνω προϋποθέσεις ἀνατίθενται ἀπὸ τὴν
Ἐκκλησία στοὺς γονεῖς καὶ τοὺς ἀναδόχους, σύμφωνα μὲ τὴν ἀρχαιοτάτη παράδοση, ἡ
ὁποία ἀνάγεται στοὺς ἀποστολικοὺς ἀκόμη χρόνους (Πρβλ.Πράξεις 16,34).
Κατὰ συνέπεια,
ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος συστήνει τὸ Βάπτισμα, θέτει καὶ τὶς προϋποθέσεις τῆς
τελέσεώς του, οἱ ὁποῖες σκανδαλωδῶς καὶ ἀσεβῶς παραβιάσθηκαν μὲ τὴν
βάπτιση τῶν δύο βρεφῶν τῆς οἰκονομικῶς
παχυλῆς οἰκογενείας Μπούση. (βλ. παρακάτω
στὴν παράγραφο: 6.Ἐρωτήματα περὶ τῆς
ἐγκυρότητας τοῦ Μυστηρίου)
5.Ἡ οὐσία τοῦ προβλήματος
Τὸ ἀντίθεο
τόλμημα τοῦ κ.Ἐλπιδοφόρου,
α. Διαστρέφει τὴν συστατικὴ τῆς
ἀνθρωπίνης φύσεως θεία Ἀρχὴ σύμφωνα μὲ
τὴν ὁποία, ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν
ἄνθρωπον ὡς «ἄρσεν καὶ θῆλυ» (Γέν.1,27) «εἰς βοήθειαν καὶ διαδοχὴν
τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων[v].»
β. Προσβάλλει τὸ σωτηριῶδες ἔργο τοῦ Κυρίου. Ἐνῶ διὰ τοῦ ἁγίου βαπτίσματος ὁ νεοφώτιστος
ἀναστοιχειώνεται εἰς καινὸν ἐν Χριστῷ
ἄνθρωπον, εἶναι δυνατόν, φωτοειδής ὤν (βρέφος ἤ ἐνήλικας), ἀμέσως μετὰ τὴν
ἀναδοχή του ἐκ τῆς ἁγίας Κολυμβήθρας, νά παραδίδεται «τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ», δηλαδή, σὲ
κακοποιοὺς τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος; Πρόκειται, γιὰ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ,
ἀπροκάλυπτη ὄντως, βλασφημία κατὰ τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος.
Ἄμοιρος
θεολογικοῦ νοῦ, ὁ ἐν λόγῳ δικηγόρος κ. Ἀ. Βαβοῦσκος, ἔχει ὡς ἐπιχειρησιακὴ
ἀποστολή του τὴν συγκάλυψη τοῦ Αὐθέντου
του, ὁ ὁποῖος φέρει τὸ κύριον βάρος τοῦ βεβήλου αὐτοῦ γεγονότος, ὡς καὶ πληθώρας ἐπὶ πλέον ἀντικανονικῶν πράξεων, καὶ συμπεριφορῶν. Ὁ κ.Ἐλπιδοφόρος, ὡς
ὕπουλος φυσικὸς αὐτουργός, λόγῳ τῆς αὐτόβουλης, αὐθαίρετης καὶ ἀντικανονικῆς
ἐνέργειάς του, κατὰ τὸν Μητροπολίτην Γλυφάδας, εἶναι γιὰ τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία,
ἐπὶ τοῦ παρόντος, ἕνα ἐπικινδύνως ἄβουλο ὄν, φερέφωνο τῶν ἀποφάσεων, τῆς ἐν
Κωνσταντινουπόλει Ἀρχῆς τοῦ ἑνὸς Ἀνδρός. Πρόκειται περὶ προσώπου μὲ διασαλευμένο,
θεολογικά, νοῦ, ὡς προκύπτει ἐκ τῶν πραγμάτων.
Ἡ πρόσκληση ποὺ
ἔλαβε ἐκ μέρους τοῦ Πατριάρχου, νὰ συλλειτουργήσει μετ’ Αὐτοῦ, στὰ ἁγιασμένα
χώματα τοῦ Πόντου, στὰ περίπυστα μοναχικὰ σκηνώματα τῆς Παναγίας Σουμελᾶ, τὴν 15ην Αὐγούστου 2022, μετὰ τὸ ἀπροκάλυπτο σκάνδαλο,
ποὺ δημιούργησε, φανερώνει τὴν ἀμετανόητη στάση τῆς ἡγεσίας τοῦ Φαναρίου,
ἀπέναντι στὸ τελεσθὲν ἀνοσιούργημα. Πρόκειται γιὰ πράξη πνευματικῆς πορνείας.
Ἐπαινεῖται ἡ ἁμαρτία, καὶ βραβεύεται, χωρὶς αἰδῶ, ἡ ἀπιστία-ἀποστασία ἀπὸ τὸν
Θεό, τὴν ὁποία ἡ Βιβλικὴ γλῶσσα χαρακτηρίζει ὡς
τὴν ἀκροτάτη καὶ τὴν πλέον βδελυγμαία μορφὴ πορνείας. Δὲν τηροῦνται
πλέον, οὔτε τὰ προσχήματα. Τὸ θράσος περισσεύει. Ὅμως Παπικὲς (δηλ. Πρωτεῖον) ἢ Λουδοβίκειες (
L’ etat c' est moi – L’ Έglise c' est
moi ) νοοτροπίες δὲν χωροῦν στὴν Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, οὔτε καὶ γίνονται ἀνεκτὲς ἀπὸ τὸ πλήρωμα τοῦ
ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ λαοῦ, διότι δὲν εἶναι ἐκ τοῦ Θεοῦ, ὅπως δὲν εἶναι ἐκ τοῦ
Θεοῦ καὶ τὸ κυνῆγι τῶν πρωτείων.
6.Ἐρωτήματα περὶ τῆς ἐγκυρότητας τοῦ Μυστηρίου
Στὴν ὑπὸ συζήτηση περίπτωση, ἡ τέλεση τοῦ βαπτίσματος
ὑπὸ τοῦ ‘’ἀρχιεπισκόπoυ’’ κ. Ἐλπιδοφόρου πάσχει πολλαπλῶς.
α. Σύμφωνα μὲ τὰ διαλαμβανόμενα στὴν 1η παράγραφο τῆς παρούσης παρεμβάσεώς μας,
τίθεται θέμα ἀκυρότητας τῆς ἐπιστολῆς τοῦ κ. Ἐλπιδοφόρου, πρὸς τὸν
Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Γλυφάδας, διότι εἶναι ἀποτέλεσμα συνειδητῆς ἀπάτης.
Συνεπῶς καὶ μόνον αὐτὸ τὸ γεγονὸς εἶναι
βασικὸς λόγος ἀκυρότητος τῆς
συγκεκριμένης Βαπτίσεως.
β. Στὴν προκειμένη περίπτωση δὲν ὑπάρχουν γονεῖς, ἀλλὰ
νομικοὶ δῆθεν κηδεμόνες, σύμφωνα μὲ τὴν ἀμερικανικὴ νομοθεσία, ἡ ὁποία εἶναι
παντελῶς ξένη καὶ ἀσύμβατος πρὸς τὴν
διδασκαλία καὶ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, τοὐλάχιστον ἐπὶ τοῦ θέματος αὐτοῦ. Δὲν
ἔχουμε κανονικὴ μορφὴ υἱοθεσίας, τὴν ὁποία καθαγιάζει ἡ Ἐκκλησία δι’ εἰδικῆς
εὐχῆς, ἀλλὰ ἕνα ἀντίχριστο, καρκινικὸ
κοινωνικὸ μόρφωμα.
γ. Ἐκ τῶν νομικῶν
δῆθεν κηδεμόνων, ὁ ἕνας ἐξ αὐτῶν, (ὁ Εὐάγγελος Μπούσης), κατὰ τεκμήριον, ἔχει βαπτισθεῖ ὀρθοδόξως. Ὁ
βαπτισμένος ὅμως δὲν σημαίνει, ὅτι
παραμένει καὶ Χριστιανός. Σύμφωνα μὲ τὸν
Μ. Ἀθανάσιον ὁ «ταύτης ( δηλ.
«τῆς ἐξ ἀρχῆς παραδόσεως καί διδασκαλίας καί πίστεως» ) ἐκπίπτων οὔτ' ἄν
εἴη οὔτ'ἄν ἔτι λέγοιτο Χριστιανός[vi]»
δηλαδή, διολισθαίνει σὲ προβαπτισματικὴ κατάσταση. Μαζὶ μὲ τὸν ἄλλο διαστροφέα τῆς φυσικῆς
τάξεως (τὸν Πίτερ Ντούντας), συζοῦν
ὡς κίναιδοι, χωρὶς αἰδῶ, χωρὶς μετάνοια, χωρὶς τὴν παραμικρὴ ἔνδειξη, ὅτι προτίθενται νὰ ἀλλάξουν τὸν βδελυγμαῖο τρόπο τῆς ζωῆς τους. Ὡς ἐκ τούτου
δὲν ἔχουν οὔτε τίς στοιχειώδεις προϋποθέσεις ποὺ προβλέπονται, γιὰ νὰ τοὺς ἐμπιστευθεῖ ἡ Ἐκκλησία βαπτισθέντα βρέφη ἢ ἀνήλικα
παιδιά.
δ.
Γιὰ τὸν πρωτοφανῆ
συρφετὸ τῶν ‘’ἀναδόχων’’ κανεὶς
δὲν γνωρίζει «τί καπνὸ φουμάρει»
ἕκαστος, δηλαδή, ποιᾶς πίστεως καὶ νοοτροπίας εἶναι ὁ καθένας τους,
σύμφωνα μὲ τὴν αὐθεντικὴ ἔννοια τῆς βυζαντινῆς αὐτῆς ἀποστροφῆς. Εἶναι ἄγνωστα
τὰ πιστεύματά τους, ἀλλὰ γνωστό, ὅτι ἀποδέχονται πλήρως τὸν τρόπο ζωῆς τῶν δύο
κιναίδων, μὲ τοὺς ὁποίους ‘’κουμπάριασαν’’.
Αὐτὸ καὶ μόνον τοὺς καθιστᾶ ἀπροσφόρους καὶ ἀναξίους γιὰ τὸ ὑψηλὸ πνευματικὸ ὑπούργημα τοῦ
ἀναδόχου.
ε. Ὁ τελεσιουργὸς τοῦ μυστηρίου ‘’ἀρχιεπίσκοπoς ‘’ κ.
Ἐλπιδοφόρος ἔχει ἐξέλθει de facto τῶν ὁρίων τῆς
ὀρθοδόξου πίστεως.
- Δὲν ἔχει δώσει ἁπλῶς δείγματα ἑτεροδιδασκαλίας, ἀλλ’
ἀνενδοιάστως ἐνώπιον τοῦ Σώματος τῆς
Ἐκκλησίας, ἔχει ἀρνηθεῖ στὴν πράξῃ τὴν
παρουσία τῶν ἁγιαστικῶν ἀκτίστων θείων
ἐνεργειῶν, διὰ τῶν ὁποίων ὁ ἄνθρωπος ἀναδεικνύεται σὲ «κοινωνὸν Θείας φύσεως» (Β’ Πέτρου
1,3-4).
Ἐπέβαλε
καὶ ἐντὸς τῶν Ναῶν κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία,
τὴ μάσκα ὡς μέσον ἀποτροπῆς μολυσματικῶν ἀσθενειῶν, καὶ συνεπῶς
αὐτοαναιρεῖται, ὅταν ὡς Ἀρχιερεύς, ἀναπέμπει κατὰ τὴν τελετὴ τῶν Ἐγκαινίων Ναοῦ
τὴν εὐχή: «(Κύριε) κατάπεμψον τὸ πανάγιόν σου πνεῦμα καὶ ἁγίασον τὸν οἶκον τοῦτον .... Κατάστησον
αὐτὸν λιμένα χειμαζομένων, ἰατρεῖον παθῶν, καταφυγὴν ἀσθενῶν, δαιμόνων
φυγαδευτήριον[vii]
». Ἆρά γε γνωρίζει, ὅτι ἐντὸς τῶν Ἱερῶν Ναῶν
ὅπου φυλάσσεται τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, ἐνοικεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον,
τὸ φυγαδευτήριον παντὸς κακοῦ, φυσικοῦ καὶ ψυχικοῦ;
Μὲ τίς
ἐνέργειές του αὐτές, περιπίπτει στὰ ἀναθέματα κατὰ τοῦ Βαρλαάμ, τοῦ Ἀκινδύνου
καὶ τῶν ὁπαδῶν καὶ διαδόχων αὐτῶν, σύμφωνα
μὲ τὸ Συνοδικὸν τῆς Ορθοδοξίας[viii].
- Διὰ τὴν μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, ἐπενόησε τὴν χρησιμοποίηση διαφορετικῶν κοχλιαρίων γιὰ ἕνα ἕκαστο τῶν
πιστῶν, μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ ἀπολυμαίνονται
καὶ αὐτὰ μετὰ τὴν χρήση τους. Τοιουτοτρόπως,
ἀρνεῖται ὅτι ἡ Σάρκα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου εἶναι ἀληθῶς ζωοποιός, ἐκτρεπόμενος
στὴν νεστοριανὴ αἵρεση, ἡ ὁποία κακοδόξως ἐφρόνει ὅτι ἡ
Ὑπεραγία Θεοτόκος γέννησε μόνο τὸν ἄνθρωπο Ἰησοῦ καὶ ὄχι τὸν Θεὸ
Λόγο. Ὀρθοδόξως ὅμως δεχόμεθα τὴν θείαν Μετάληψη «οὐχ ὡς σάρκα κοινήν... ἀλλ' ὡς ζωοποιὸν
ἀληθῶς... Ζωὴ γὰρ ὤν κατὰ φύσιν ὡς Θεός, ἐπειδὴ γέγονεν ἕν πρὸς τὴν ἑαυτοῦ
σάρκα, ζωοποιὸν ἀπέφηνεν αὐτήν[ix]». Γι’
αὐτὸ καὶ μεταλαμβάνομεν τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ
ἀποστολικὸς Πατήρ, ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος θεολογεῖ [x].
-
Ἀπηγόρευσε τὴν ἔκδοση βεβαιώσεως σὲ
ὀρθοδόξους ἕλληνας πιστοὺς διὰ τῆς ὁποίας θὰ πιστοποιοῦσε , ὅτι ἡ Ἐκκλησία
ἀναγνωρίζει τὸν ἄνθρωπο ὡς εἰκόνα Θεοῦ ἐξ ἄκρας συλλήψεως, καὶ κατὰ συνέπεια ἡ
χρήση κυτταροσειρῶν ἐξ ἐκτρώσεων γιὰ τὴν παραγωγὴ mRNA γενετικῶν ἐμβολίων εἶναι ἀσύμβατος μὲ
τὴν ὀρθόδοξο χριστιανικὴ πίστη. Ἡ βεβαίωση αὐτὴ θὰ συνυποβάλλετο μὲ αἴτηση τῶν
ἐνδιαφερόμενων στὶς ἀμερικανικὲς ἀρχὲς, γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ τους ἐκ τοῦ μιαροῦ
γενετικοῦ ἐμβολιασμοῦ, γιὰ λόγους θρησκευτικῆς συνειδήσεως.
Μὲ τὴν τοποθέτησή
του αὐτή, ἀπορρίπτει τὸ χριστολογικὸ δόγμα καὶ τὴν ἐξ αὐτοῦ ἀπορρέουσα
ἀνθρωπολογία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἐπεκύρωσαν τέσσερις Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι,
οἱ Γ’,Δ’, Ε’ καὶ ΣΤ’, καὶ καταδικάζει τὸ πλήρωμα τῆς
Ἐκκλησίας ἢ σὲ πενία, ἢ σὲ παραβίαση τῆς
ὀρθοδόξου συνειδήσεώς του.
-
Ὑπέπεσε, ἀλλὰ καὶ ἐμμένει στὸ μόνο ἀσυγχώρητο ἁμάρτημα
τῆς βλασφημίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καθ’ ὅσον ἀνέθεσε τὴν πνευματικὴ ἐν Χριστῷ προαγωγὴ δύο νεοφωτίστων
βρεφῶν στὸν Σατανᾶ, ἂν εἶναι δυνατόν!!!
- Διὰ δόλου καὶ
ἐκ τοῦ πλαγίου ἐπεχείρησε νὰ νομιμοποιήσει τὸ βδέλυγμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας,
παρὰ τὶς πολλαπλῶς ἀντηχοῦσες, ὡς φωνὲς
καταρρακτῶν, ἐντολές, στὶς ἐξ
ἀποκαλύψεως Δύο πάνσεπτες Διαθῆκες, ὅτι οἱ
«ἀρσενοκοῖτες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσιν» (Α΄Κορ.στ’, 9). Παρέλκει νὰ
σημειώσουμε, ὅτι μὲ τὴν ἐνέργειά του αὐτή,
ἀνασύρει, υἱοθετεῖ, ἀλλὰ καὶ ὑπερβαίνει τὴν αἵρεση τῶν Νικολαϊτῶν, τὰ ἔργα τῶν
ὁποίων «μισεῖ» ὁ Ἴδιος ὁ
Κύριος, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ
Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης στὴν Ἀποκάλυψη (Ἀποκ. 2,6)[xi].
- Ἀπὸ τὶς συντρέχουσες
πληροφορίες στὰ διάφορα εἰδησεογραφικὰ μέσα διαπιστώνεται, ὅτι
κινητήριος δύναμις, γιὰ τὴν καταπάτηση τῶν εὐκλεῶν καὶ σεβασμίων κανόνων τῆς
παραδόσεως, ἐκ μέρους τοῦ κ.Ἐλπιδοφόρου, ὑπῆρξεν ἡ παχυλὴ προσφορὰ οἰκονομικῶν ἀνταλλαγμάτων. Ἐφ’ ὅσον
αὐτὰ ἰσχύουν, ὑπῆρξε ἐξαγορὰ τοῦ
Μυστηρίου, καὶ κατὰ συνέπεια σιμωνιακὸς μιασμός. Ἄλλωστε, καὶ μόνον ἡ ἐξώφθαλμος
προσωποληψία, τοῦ κ. Ἐλπιδοφόρου
πρὸς τὴν πλουσία οἰκογένεια Μπούση, καθιστᾶ τὸ τοπίο τῶν ἐνεργειῶν του, ἰδιαιτέρως
ἀποκρουστικόν.
Εἶναι εὑρέως
γνωστόν, ὅτι οἱ ἐκ Σικάγου puşt, περσιστὶ καὶ τουρκιστί, τάλαντα τανταλίζουσι, τῇδε κἀκεῖσε, κατὰ τὸ γνωστὸν
παροιμιακὸ, ποὺ διασώζει ὁ Ζηνόβιος, «τὰ
Ταντάλου τάλαντα τανταλίζεται[xii]». Ἄλλωστε καὶ οἱ Σταυρωτὲς τοῦ Κυρίου διὰ
ταλάντων ἠνόμησαν. «Καὶ ἔστησαν αὐτῷ
(τῷ Ἰούδᾳ) τριάκοντα ἀργύρια»( Ματθ. 26,16). Ἐμπίπτει κατὰ ταῦτα
ὁ κ. Ἐλπιδοφόρος, στὰ ἐπιτίμια πλείστων ὅσων Ἱερῶν Κανόνων περὶ σιμωνίας[xiii].
Δυστυχῶς, ἡ
πίστη κατάντησε ἄθυρμα τῶν ἐξ Ἀμερικῆς ‘’φιλανθρώπων’’,
ὅπως τῆς κ.Ἑλένης Μπούση, μητέρας τοῦ
ἕλληνα puşt, περσιστὶ καὶ τουρκιστί, ὡς ‘’σύγχρονης
μητέρας Τερέζας’’. Φαίνεται, ὅτι τὸ παράδειγμα τοῦ ἐξολοθρευτοῦ τῆς
ἀνθρωπότητας, ‘’φιλανθρώπου’’ κ. Bil Gates, καλὰ κρατεῖ. Γι’ αὐτὸ ὁ Ἱερὸς Παροιμιαστὴς
συμβουλεύει: «Ἀργύριον (ἢ δῶρον)
διδόμενον μετὰ δόλου, ὥσπερ ὄστρακον ἡγητέον[xiv]
.»
Ὁ τελέσας τὸ
Μυστήριον εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ αἱρετικός, τὴν δὲ παναίρεσή του καλύπτει τὸ ὁμόφρον
πρὸς αὐτὸν Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, τὸ ὁποῖο ἐλησμόνησε τὸν ρόλο του καὶ παίζει
πλέον στὴ σκακιέρα τῆς παγκόσμιας πολιτικῆς σκηνῆς, θυσιάζοντας τοὺς ὀρθοδόξους λαούς, κατ’ἐπιταγὴν τῆς μεγάλης πόρνης, τῆς σύγχρονης
Βαβυλώνας! Λοιπόν, μέχρις ἐδῶ ἡ κοροϊδία, ἅγιε Πρῶτε μεταξὺ Ἴσων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Συμπερασματικά:
α.Τὸ τελεσθὲν μυστήριον κατ’ἀκρίβειαν εἶναι ἄκυρον, διότι:
- Ὁ τελεσιουργὸς τοῦ Μυστηρίου ἐξηπάτησε δολίως τὸν
συνεπίσκοπόν του.
- Δὲν τηρήθηκαν
οἱ προϋποθέσεις, τὶς ὁποῖες θέτει ὁ Ἴδιος
ὁ Κύριος, περὶ τῆς τελέσεως τοῦ Μυστηρίου τοῦ βαπτίσματος.
-Τελέσθηκε ἀπὸ de facto αἱρετικὸν ἐπίσκοπον.
- Ὑπῆρξε προφανὴς σιμωνία.
-Ὑπέπεσε ὡς τελεσιουργὸς τοῦ Μυστηρίου σὲ ἀπροκάλυπτο προσωποληψία, παρὰ τὴν ἀντίθετη περὶ
αὐτοῦ εὐαγγελικὴ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ (Ρωμ.2,11-16).
β. Μπορεῖ νὰ ἐφαρμοσθεῖ ἐκκλησιαστικὴ οἰκονομία ἐπὶ
τοῦ προκύψαντος γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας προβλήματος;
Τὸ
ζήτημα αὐτὸ μπορεῖ νὰ
ἀντιμετωπισθεῖ μόνον Ἱεροσυνοδικῶς. Μέχρι
τότε ὅμως, πιστεύουμε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐπιβάλλεται ὅπως θεωρήσει
τὸ Μυστήριο ὡς μὴ τελεσθὲν, σύμφωνα μὲ τὴν κατ’ἀναλογία χρήση, τοῦ κβ’ Κανόνα τῆς ΣΤ’ Οἰκουμενικῆς
Συνόδου, ὥστε νά διασώσει τό κῦρος τοῦ Μυστηρίου στὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ, ὡς ἱερᾶς μυσταγωγίας
καί ὄχι ὡς ἀποϊεροποιημένου κοσμικοῦ γεγονότος, καὶ μάλιστα τοῦ ἑσμοῦ τῆς showbiz καὶ τῶν celebrities.
Ἀναφορικὰ μὲ τὰ ἀνεύθυνα βρέφη,
ἡ χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἔχει τοὺς
τρόπους τῆς σωτηρίας τους, διότι ‘’ὅπου θέλει πνεῖ’’ (Ἰωάν.
3,8), πνέει δέ, καὶ ἐκτὸς τῆς παρεμβολῆς (Ἀριθμ. ια’ 16 κ.ἑ.). Ἄλλωστε, ''Κύριος φυλάσσει τοὺς προσηλύτους˙ ὀρφανὸν καὶ χήραν ἀναλήψεται καὶ ὁδὸν ἁμαρτωλῶν ἀφανιεῖ.’’(Ψαλμ. 145,9) Σὲ μᾶς ἐναπόκειται νὰ τηροῦμε τὴν ἀκρίβεια καὶ νὰ μὴν
ἀνατρέπουμε ὅρια αἰώνια τὰ ὁποῖα
ἐθέσπισαν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι οἱ θεοφόροι Πατέρες, ἑπόμενοι τῶν Κυριακῶν ἐντολῶν.
"Μὴ μέταιρε ὅρια αἰώνια, ἅ ἔθεντο οἱ
πατέρες σου" (Παροιμ. 22, 28).
Σύμφωνα μὲ τὰ
παραπάνω, ἡ παρέμβαση τοῦ κ. Ἀ.
Βαβούσκου καὶ οἱ ἀφελεῖς δηλώσεις κάποιου
‘’Μεγάλου Ἀρχιδιακόνου’’ τοῦ
Πατριαρχείου, τοῦ κ.Ἰ. Χρυσαυγῆ, περὶ τοῦ ἰδίου θέματος, γιὰ τὴν δικαίωση τῶν
ἀνομημάτων τοῦ κ.Ἐλπιδοφόρου, δὲν ἔχουν οὔτε θεολογικὸν οὔτε ἱεροκανονικὸν τόπο
νὰ σταθοῦν. Τὰ ἐπιχειρήματά τους εἶναι κακόπιστα καὶ σοφιστικά, ἀνοίκεια γιὰ τὴ
θεολογικὴ σκέψη, εὐτελῆ γιὰ μιὰ ἔντιμη νομικὴ ἀποτίμηση τῶν πραγμάτων,
ὅπως ἤδη ἔχει ἀποδειχθεῖ.
Παρεμπιμπόντως,
ἂς σκεφθεῖ κάθε ἐχέφρων ἄνθρωπος, ὅτι ὁ τίτλος τοῦ Μεγάλου Ἀρχιδιακόνου, ποὺ ἀπονέμει τὸ
Πατριαρχεῖο, οὐδέποτε χρησιμοποιήθηκε ἀπὸ τὴν
Ἐκκλησία, οὔτε γιὰ τὸν ὄντως Ἀρχιδιάκονο καὶ Πρωτομάρτυρα Μέγα Στέφανο. Εἶναι λοιπὸν καὶ
τοῦτο τὸ ὀφφίκιο, ἀλλὰ καὶ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα, ὡς καὶ τοῦ Ἀρχοντος Ἀσηκρίτου, ποὺ
ἀπονέμονται ἀφειδῶς καὶ χωρὶς σοβαρότητα, ‘’σὲ κάθε καρυδιᾶς
καρύδι’’, faux bijoux, μὲ
μηδενικὸ ἀντίκρυσμα.
7. Ἡ εὐθύνη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Ὁπωσδήποτε,
ὑπῆρξε σοβαρὴ πλημμέλεια ἐκ μέρους
παραγόντων τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γλυφάδας, ἀλλ’ ὡσαύτως εἶναι ἐμφανὴς καὶ ἡ νωχελική, ἕως ἀδιάφορη στάση τῆς Ἱερᾶς
Συνόδου, τοὐλάχιστον μέχρι σήμερα. Προφανῶς, οἱ Συνοδικοὶ Ἀρχιερεῖς θέλουν νὰ
ἀποφύγουν μιὰ ὁλομέτωπη σύγκρουση μὲ τὸ Φανάριον.
Ἀποτελεῖ
ἱστορικὴ ἀναγκαιότητα, ὅπως ἡ Ἑλλαδικὴ
Ἐκκλησία ὀρθώσει τὸ πνευματικὸ ἀνάστημά Της ἀπέναντι στὴν τρελὴ
ἐκτροπὴ τῶν Φαναριωτῶν πρὸς τὸ χάος,
καὶ ἀποτελέσει τοιουτοτρόπως, ἀδιαπέραστο πνευματικὸ ἀνάχωμα, στὶς συνεχεῖς, πολυδιάστατες καὶ καλπάζουσες
ἀποκλίσεις τοῦ Πατριαρχείου, ποὺ ἔχουν
ὡς στόχο τὴν ἀπονεύρωση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέσῳ τοῦ φρικτοῦ οἰκουμενισμοῦ,
καὶ ἐν τέλει τὴν ἐπιβολὴ τῆς δαιμονικῆς πανθρησκείας, ἡ ὁποία προωθεῖται στὰ
forums τῆς παγκοσμιοποίησης.
Στὴ παροῦσα
περίσταση, ἀποτελεῖ χρυσῆ εὐκαιρία ἡ ταχύτατη ἐνεργοποίηση τῆς κανονικῆς
μηνύσεως κατὰ τοῦ κ. Ἐλπιδοφόρου, ἡ ὁποία κατετέθῃ ἀπὸ τὸν ρωμαλαῖο καὶ
εὐθὺ Σεβασμιώτατον Μητροπολίτη πρ.
Καλαβύτων Αἰγιαλείας κ. Ἀμβρόσιο, στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἡ κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας ἐκδίκαση τῆς
ὑποθέσεως αὐτῆς, ὑπὸ τῶν Συνοδικῶν Δικαστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ὅσον
ποτὲ ἄλλοτε ἀναγκαία, ὥστε νὰ δοθεῖ πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν τὸ ἀδιαπραγμάτευτο
μήνυμα, ὅπως τὸ διετύπωσε ὁ Ἰωσὴφ ὁ
Βρυέννιος: «ἡ ὀρθοδοξία ἄτε στάθμησις οὖσα ἠκριβωμένη, τὸ μᾶλλον καὶ τὸ
ἦττον οὐκ ἐπιδέχεται [xv]
». Ἡ
Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι ἐκκρεμές. Ἐπιβάλλεται νὰ παταχθοῦν ἐν τῇ γενέσει
των, τέτοια φοβερὰ ὀλισθήματα, μὲ παραδειγματικὴ παρέμβαση τῆς Ἐκκλησίας μας,
ἀπέναντι στὴν θρασύτητα τῶν ὑπονομευτῶν
τῆς πίστεώς μας.
Μπροστὰ
στὴν θεία καί φίλη καὶ γλυκυτάτη, ὑπὲρ ἔννοιαν, Ἐσταυρωμένη Ἀλήθεια,
ἐρρέτωσαν καὶ Πατριαρχεῖα καὶ Πατριάρχες.
Καὶ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ τὸ ἀπέδειξεν εἰς Θᾶσον, ὅπου μὲ τὴν ἐκκωφαντικὴ
ἀπουσία του ἀπέρριψε τὸ πρόσφατο ἀνόσιο ‘’συλλείτουργο(;)’’.
Μίλησε ἡ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ἔσχατο κριτήριον τῆς ἀληθείας.
Ὁ ἀγωνιῶν,
καταπικραμένος, καὶ ἐξοργισμένος λαὸς τοῦ Θεοῦ ἀναμένει τὴν ὁλικὴ ἐπαναστροφὴ
τῶν Ταγῶν του, στὴν Εὐαγγελικὴ εὐθεῖα. Σκεφθεῖτε Ἅγιοι Πατέρες τὴν ἀγωνία τοῦ
Χριστοῦ, «πλὴν, ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου ἐλθὼν ἄρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;» (Λουκ.18,8) Φοβερόν.
Μέχρις
ἐδῶ, λοιπόν, στοὺς χωρὶς αἰδῶ.
π.
Στυλιανὸς Ἐμμ. Καρπαθίου MD,
MSc, PhD
Θεολόγος-Ἰατρός Ψυχίατρος
[i] Σοφοκλῆς, Οἰδίπους
Τύρανος 465, σὲ σχέση μέ, Εὐριπίδης, Σθενέβοια, ἀπόσπασμα 672. Βλ. ὡσαύτως Ἀνθίμου Γαζή, Λεξικὸν Ἑλληνικόν,
Τόμ. Β’ στὸ λῆμμα κίναιδος (τὸ κινεῖσθαι
παρὰ τὴν αἰδῶ, δηλαδή, ἀντίθετα μὲ τὴν ντροπή, ἡ ἀδιαντροπία) τὴν ἔννοια τοῦ ὁποίου
ταυτίζει μὲ τὰ ἄρρητα, τὰ ἀναφερόμενα στὴν ἀρσενοκοιτία.
[ii] Γ. Μπαμπινιώτης,
Λεξικὸν Νέας Ελληνικής Γλώσσας, σελ.1460.
[iii] Γ. Μπαμπινιώτης,
ὅ.π., σελ. 1257.
[iv] Βλέπε, τὴν ἀποκαλυπτικὴ
συνέντευξη τοῦ πρ. Ὑπουργοῦ τῶν Ἐξωτερικῶν
τῶν ΗΠΑ κ. Μάϊκ Πομπέο στὴν Καθημερινὴ (29-03-2022) καὶ στὸν Ἀθανάσιο Ἔλλις.
[v] Καταληκτήριος εὐχὴ
τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἀρραβῶνος.(«Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τῷ παιδὶ τοῦ Πατριάρχου Ἀβραάμ…»)
[vi] Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολαί, Ἐπιστολὴ πρὸς
Σεραπίωνα Θμούεως Ἐπίσκοπον, ΒΕΠΕΣ
Τόμ. 33, (28) σελ. 116,στ. 1-5.
[vii] Εὐχολόγιον τὸ
Μέγα, 21862, Ἑλληνικὴ Τυπογραφία Φοίνικος, Βενετία σελ.315.
[viii] Συνοδικὸν τῆς Ἁγίας καὶ Οἰκουμενικῆς Ζ' Συνόδου ὑπὲρ τῆς
Ὀρθοδοξίας. «Τὰ κατὰ τοῦ Bαρλαὰμ καὶ Aκινδύνου Κεφάλαια. Βλ. Τριῴδιον, Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας.»
Ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθῆναι 1993, σελ. 148.
[ix] Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας,
Ἐπιστολὴ πρὸς Νεστόριον, XVII P.G.
77, 113.
[x]Ἰγνατίου, Ἐφεσίους 1, καὶ Ρωμαίους 7.
[xi] Βλ. καὶ Κ. Σκουτέρης, Ἱστορία Δογμάτων,
Τόμ. 1ος,σελ. 283.
[xii] Βυζαντινόν
Λεξικόν Σουΐδα, Ἐκδόσεις Θύραθεν
Θεσσαλονίκη, σελ. 1087.
[xiii] Πράξεις 8,9-11- Κανόνες: κθ’ Ἀποστολικός
– β’ Δ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου - κβ’ τῆς
ΣΤ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου - δ’, ιε’, ιθ’
τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου - κ’ τοῦ Μ.Βασιλείου, κ.ἄ.
[xiv] Παροιμ.
26,23
[xv] =’’Ἡ ὀρθοδοξία ὡς ἀπολύτως ἀκριβής, (πλήρης)
δὲν ἐπιδέχεται κάτι περισσότερο ἢ λιγώτερο’’. Ἰωσὴφ Μοναχοῦ τοῦ
Βρυέννιος τὰ εὑρεθέντα, Μελέτη
περί της τῶν Κυπρίων πρὸς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μελετηθείσης ἑνώσεως Τόμ. Β’ , Ἐν Λειψίᾳ τῆς Σαξονίας, ᾳψξη’ (1768) σελ. 3.
======================================