Στὴν ἐποχή μας, καλοί μου φίλοι, εἶναι ἀνάγκη νὰ γίνεται συνέχεια καὶ αὐτό: Νὰ μιλᾶμε ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ αὐτονόητα! Ναί, εἶναι τόσο μεγάλη ἡ διαστρέβλωση ποὺ γίνεται σὲ πάρα πολλὰ πράγματα τοῦ σύγχρονου βίου.
* * *
Τὸ θέμα εἶναι ὄντως τεράστιο. Στὸ ταπεινό μας αὐτὸ κείμενο θὰ περιοριστοῦμε μόνο σὲ ἕνα. Τί λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ μάλιστα ὁ ἱ. Χρυσόστομος. Καὶ ἐπειδὴ ὁ θεῖος αὐτὸς Πατέρας ἔχει ἀναφέρει πολλὰ ἐπ’ αὐτοῦ, καὶ πάλι θὰ περιοριστοῦμε στὸ θέμα τῆς τιμωρίας τῆς σχετικῆς παράβασης τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ.
Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ ἱ. Χρυσόστομος δὲν εἶναι μόνο καταπέλτης γιὰ τὸ πάθος αὐτὸ (δηλ. τῆς ὁμοφυλοφιλίας), ὅσο γιὰ κανένα ἄλλο πάθος, ἀφοῦ τὸ ἀποκαλεῖ «ἀποκορύφωμα τῶν κακῶν», «τὸ κυριότερο μέρος τῆς συμφορᾶς», «ἰδιαίτερα ἀτιμωτικὸ πάθος», «φοβερὸ καὶ ἐπικατάρατο», «πάθος ποὺ ἀχρηστεύει τὸν ἄνθρωπο», «ἀφύσικη, παράνομη καὶ παράλογη διαβολικὴ ἐπιθυμία», ποὺ δὲν τὴν συναντᾶ κανεὶς οὔτε καὶ στὰ ζῷα, τοὺς δὲ κατεχόμενους ἀπ’ αὐτὸ «προδότες τῆς φύσεως», ἀλλὰ καὶ ἐξηγεῖ ποιὲς εἶναι οἱ αἰτίες του, μὲ ποιοὺς τρόπους μπορεῖ νὰ ἀπαλλαγεῖ κανεὶς ἀπ’ αὐτὸ κ.λπ. Ἐπιπλέον ἀναφέρει μὲ ἔμφαση ὅτι ὁ Θεὸς τιμωρεῖ αὐστηρότατα τοὺς ἀμετανόητους, θέμα στὸ ὁποῖο θὰ περιοριστοῦμε.
* * *
Λοιπόν, ὁ ἱ. Χρυσόστομος ἀναφέρει πολὺ εὔστοχα ἐπ’ αὐτοῦ ὅτι ἡ τιμωρία τῶν Σοδόμων ἔφερε τὶς τιμωρίες τῆς κολάσεως πρὶν τὴν ὥρα τους, λόγῳ τοῦ ὅτι τὸ ἁμάρτημα αὐτὸ εἶναι πολὺ μεγάλο κι ἐπιπλέον ὅτι τιμωρήθηκαν οἱ ἄνθρωποι τῆς πόλεως αὐτῆς μὲ ἀφύσικο τρόπο, ἐπειδὴ καὶ τὸ ἁμάρτημα ἦταν παρὰ φύση. Ἀναφέρει συγκεκριμένα:
«Ἂν ὅμως περιγελᾶς, ἀκούγοντας γιὰ γέεννα, καὶ δὲν πιστεύεις, θυμήσου ἐκείνη τὴ φωτιὰ τῶν Σοδόμων βλ. Γέν. 19, 12-30). Γιατί πραγματικὰ εἴδαμε καὶ στὴν παροῦσα ζωή, εἰκόνα τῆς γέεννας.
Ἐπειδὴ ἐπρόκειτο νὰ μὴ πιστεύουν πολλοὶ γιὰ ἐκεῖνα ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν μετὰ τὴν ἀνάσταση, ἀκούγοντας τώρα πὼς ὑπάρχει ἄσβεστη φωτιά, τοὺς σωφρόνισε αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἀπὸ τὰ παρόντα. Τέτοιος βέβαια εἶναι ὁ ἐμπρησμὸς τῶν Σοδόμων καὶ ἡ πυρπόληση ἐκείνη. Καὶ γνωρίζουν αὐτοὶ ποὺ ἦταν παρόντες καὶ μὲ τὸ θέαμα τὴ θεόσταλτη ἐκείνη συμφορά…
Σκέψου πόσο μεγάλο ἦταν τὸ ἁμάρτημα, ὥστε νὰ ἐξαναγκάσει νὰ φανεῖ ἡ γέεννα πρὶν ἀπ’ τὴν ὥρα της!
Ἐπειδὴ λοιπὸν πολλοὶ περιφρονοῦσαν τὰ λόγια, μὲ τὰ ἔργα τους ἔδειξε ὁ Θεὸς τὴν εἰκόνα ἐκείνης τῆς γέεννας μὲ κάποιο καινούργιο τρόπο. Γιατί πραγματικὰ ἐκείνη ἡ βροχὴ (Βλ. Γέν. 19,24) ἦταν παράξενη, ἐπειδὴ καὶ ἡ συνουσία τῶν ἀνθρώπων ἦταν παρὰ φύση. Καὶ πλημμύρισε δὲ τὴ γῆ, ἐπειδὴ καὶ ἡ ἐπιθυμία πλημμύρισε τὶς ψυχές τους. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ βροχὴ ἦταν ἀντίθετη ἀπὸ τὴ συνηθισμένη…» [1]
Καὶ πάλι τονίζει:
«Καὶ βεβαιώνουν ὅσοι ἐπισκέφτηκαν τὰ μέρη ἐκεῖνα, ἂν καὶ ἄκουσαν πολλὲς φορὲς τὴν Γραφὴ νὰ μιλάει γι’ αὐτά, δὲν φοβήθηκαν καὶ τόσο. Ὅταν ὅμως ἦλθαν, καὶ ἐπισκέφτηκαν τὴ χώρα, καὶ εἶδαν ὅλη τὴν ἐπιφάνεια αὐτῆς καταστραμμένη, καὶ μὲ τὰ μάτια τους εἶδαν τὸν ἐμπρησμό, καὶ πουθενὰ νὰ μὴ φαίνεται γῆ, ἀλλ’ ὅλα νὰ εἶναι σκόνη καὶ τέφρα, ἔμειναν κατάπληκτοι, καὶ ἀφοῦ δέχτηκαν ἀπ’ τὸ θέαμα ἐκεῖνο πολλὴ διδασκαλία γιὰ σωφροσύνη, ἔτσι ἔφυγαν ἀπὸ ἐκεῖ.
Γιατί καὶ ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο τιμωρήθηκε ἡ ἁμαρτία, εἶναι ὅμοιος μὲ τὴν ἁμαρτία ποὺ διεπράχθη. Γιατί ὅπως ἐκεῖνοι εἰσήγαγαν μεταξύ τους μίξη ἄγονη, ἡ ὁποία δὲν εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν τεκνοποιία, ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς ἐπέφερε τιμωρία, ἡ ὁποία τὴν κοιλιὰ τῆς γῆς ἔκανε ἄγονη διὰ παντός, καὶ ἔρημο ἀπ’ ὅλους τοὺς καρποὺς»[2]
* * *
Σ’ αὐτοὺς δέ, ποὺ δὲν πιστεύουν ὅτι ὑπάρχει τιμωρία καὶ κόλαση, ὁ ἱ. Χρυσόστομος φέρνει καὶ πάλι τὸ παράδειγμα τῶν Σοδόμων καὶ Γομόρρων, γιὰ νὰ δείξει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀσφαλῶς ὁ ἴδιος καὶ τότε καὶ τώρα, τώρα δὲ εἴμαστε πολὺ περισσότερο ἀδικαιολόγητοι ἂν κάνουμε τὰ ἴδια γιατί ζοῦμε στὴν ἐποχὴ τῆς Χάριτος, δηλαδὴ στὴν μετὰ Χριστὸν ἐποχή, πόσο μᾶλλον ὅταν εἴμαστε οἱ ἴδιοι Χριστιανοὶ (ἢ καὶ πνευματικοὶ διδάσκαλοι καὶ ταγοί)! Ἀναφέρει συγκεκριμένα:
«Κι ἐσύ, λοιπόν, ὅταν συναντήσεις κάποιον ἀδιάφορο κι ἀνόητο κι ἐντελῶς διεφθαρμένο καὶ σοῦ πεῖ ὅτι αὐτὰ εἶναι μῦθος, δὲν ὑπάρχει κόλαση οὔτε γέεννα, ἀλλ’ ἁπλῶς ὁ Θεὸς ἀπείλησε αὐτὰ θέλοντας νὰ μᾶς φοβίσει, πές του: “Ἄνθρωπε, δὲν πιστεύεις στὰ μελλοντικά, ἐπειδὴ δὲν φαίνονται οὔτε πραγματοποιήθηκαν οὔτε βρίσκονται μπροστὰ στὰ μάτια μας. Μήπως ὅμως εἶναι δυνατὸ ν’ ἀπιστήσει κανεὶς γι’ αὐτὰ ποὺ ἔγιναν καὶ πραγματοποιήθηκαν;”
Σκέψου, σὲ παρακαλῶ, τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα. Ἐκείνη ἡ χώρα δὲν τιμωρήθηκε τόσο πολὺ γιὰ καμμιὰ ἄλλη ἁμαρτία παρὰ μόνο γιὰ τὸ ὅτι οἱ κάτοικοι τῶν πόλεων αὐτῶν εἰσήγαγαν τὶς παράνομες σχέσεις μὲ τοὺς ἀθέμιτους ἔρωτες καὶ ἀνέτρεψαν ἀπ’ τὰ θεμέλια τοὺς νόμους τῆς φύσεως.
Πῶς λοιπὸν μπορεῖ νὰ ἔχει δικαιολογία, ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος καὶ τότε καὶ τώρα, νὰ τιμωρήσει χωρὶς καμμιὰ συγγνώμη ἐκείνους ποὺ ἁμάρτησαν καὶ ν’ ἀφήσει ἀτιμώρητο ἐσένα ποὺ ἁμάρτησες ὕστερα ἀπὸ ἐκείνους; Καὶ εἶσαι ἄξιος γιὰ πολὺ μεγαλύτερη ποινὴ καὶ τιμωρία, τὴ στιγμὴ μάλιστα ποὺ ἀπόλαυσες καὶ τὴ Χάρη καὶ δὲν συνετίστηκες μὲ τὶς τιμωρίες ἐκείνων»[3]
* * *
Σ’ αὐτούς, ποὺ ἔχουν τὴν ἀπορία γιατί, ἀφοῦ αὐτὴ εἶναι μία τόσο φοβερὴ ἁμαρτία, δὲν ἐπαναλήφθηκε ἡ τιμωρία, καὶ μάλιστα χειρότερη, ὁ ἱ. Χρυσόστομος ἀπαντᾶ ὡς ἑξῆς:
«Ἄκουσα ὅτι πολλοὶ παραξενεύονται, πὼς ἀκόμη καὶ σήμερα δὲν ἔβρεξε ἄλλη πύρινη βροχή, πὼς δὲν ἔπαθε ἡ πόλη μας αὐτὰ ποὺ ἔπαθαν τὰ Σόδομα, ἐνῷ εἶναι ἄξια γιὰ πολὺ σκληρότερη τιμωρία, καθ’ ὅσον δὲν σωφρονίστηκε οὔτε μὲ τὰ κακὰ ἐκείνων;
Ἀλλὰ μολονότι ἡ χώρα ἐκείνη ἐπὶ δύο χιλιάδες ἔτη βοᾶ διὰ τῆς ὄψεώς της δυνατότερα κι ἀπὸ φωνὴ πρὸς ὅλη τὴν οἰκουμένη, γιὰ νὰ μὴ ἀποτολμήσει παρόμοιο ἁμάρτημα, ὄχι μόνο δὲν μειώθηκε ἡ τάση τούτων γιὰ τὴν ἁμαρτία αὐτή, ἀλλὰ κι ἔγιναν περισσότερο αὐθάδεις, σὰν νὰ φιλονικοῦν καὶ μάχονται μὲ τὸν Θεό, καὶ προσπαθοῦν νὰ ἀποδείξουν ἐμπράκτως ὅτι τόσο περισσότερο θὰ εἶναι προσκολλημένοι στὰ κακὰ αὐτὰ ὅσο περισσότερο τοὺς ἀπειλεῖ!!!
Πῶς λοιπὸν δὲν ἔγινε τίποτα τέτοιο, ἐνῷ τὰ μὲν Σοδομιτικὰ ἁμαρτήματα διαπράττονται, ὅμως δὲν ἐπιβάλλονται οἱ τιμωρίες τῶν Σοδόμων;
Ἐπειδὴ τοὺς ἀναμένει ἄλλο πῦρ καυστικότερο καὶ τιμωρία ἀτελεύτητος. Ἄλλωστε κι ἐκεῖνοι, ἐνῷ διέπραξαν πολὺ βαρύτερα ἁμαρτήματα ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ καταστράφηκαν μὲ τὸν κατακλυσμό, ἐννοῶ τοὺς μετέπειτα, καμμία τέτοια ραγδαία βροχὴ δὲν ἔγινε μετὰ ἀπὸ ἐκεῖνον.
Κι ἐδῶ πάλι ὁ λόγος εἶναι ὁ ἴδιος. Γιατί τάχα οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι, ὅταν οὔτε δικαστήρια ὑπῆρχαν, οὔτε φόβος ὑπῆρχε ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες, οὔτε νόμος νὰ τοὺς ἀπειλεῖ, οὔτε ὅμιλος προφητῶν, γιὰ νὰ τοὺς ἐπαναφέρει σὲ τάξη, οὔτε φόβος κολάσεως, οὔτε ἐλπίδα βασιλείας αἰωνίου, οὔτε ἄλλη γνώση ἀληθείας, οὔτε καὶ τὰ θαύματα ποὺ μποροῦν νὰ ἀναστήσουν καὶ τὶς πέτρες, πῶς λοιπὸν ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ἀπόλαυσαν τίποτα ἀπὸ αὐτά, τιμωρήθηκαν τόσο αὐστηρὰ γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους, κι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν συμμετάσχει σὲ ὅλα αὐτὰ καὶ ζοῦν μέσα σὲ τόσο φόβο καὶ θείων καὶ ἀνθρώπινων δικαστηρίων, δὲν τιμωρήθηκαν ἀκόμα μέχρι σήμερα μὲ τὶς ἴδιες τιμωρίες, ἐνῷ εἶναι ἄξιοι σκληρότερης τιμωρίας;
Ἄρα δὲν εἶναι εὐνόητο καὶ σ’ ἕνα παιδί, ὅτι τοὺς ἐπιφυλάσσεται αὐστηρότερη τιμωρία; Γιατί, ἂν ἐμεῖς ὀργιζόμαστε ἔτσι καὶ ἀγανακτοῦμε, ὁ Θεὸς ποὺ φροντίζει γιὰ ὅλα καὶ ἰδιαιτέρως γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος, καὶ ἀποστρέφεται καὶ μισεῖ σφόδρα τὴν κακία, πῶς θὰ ἀνεχόταν νὰ ἀποτολμοῦνται αὐτὰ χωρὶς τιμωρία;
Δὲν εἶναι ἔτσι, ὄχι! Ἀλλὰ θὰ ἐπιφέρει ἐπ’ αὐτῶν τὸ παντοδύναμο χέρι Του καὶ τὴν ἀφόρητη πληγὴ καὶ τὴν ὀδύνη τῶν βασανιστηρίων ἐκείνων, ποὺ εἶναι τόσο φοβερά, ὥστε οἱ συμφορὲς τῶν Σοδόμων συγκρινόμενες πρὸς αὐτὰ νὰ θεωροῦνται ἀστεῖες» [4]
* * *
Καὶ πάλι ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἐπισημαίνει ἐπ’ αὐτοῦ:
«Αὐτὸ ἀποτελεῖ συνήθεια στὸ Θεό, τὸ νὰ τιμωρεῖ ἕνα ἢ δύο καὶ μέσῳ ἐκείνων νὰ παρέχει δίδαγμα σ’ ὅλους τοὺς ἄλλους γιὰ τὶς συμφορὲς ποὺ πρόκειται νὰ τοὺς βροῦν.
Καὶ γιὰ νὰ κάνω σαφέστερα αὐτὸ ποὺ λέγω σᾶς ἀναφέρω τὸ ἑξῆς: Διέπραξαν φοβερὴ ἁμαρτία κάποτε οἱ κάτοικοι τῶν Σοδόμων, καὶ τιμωρήθηκαν μὲ τὴν πιὸ φοβερὴ τιμωρία, ἀφοῦ ἔπεσαν ἀπ’ τὸν οὐρανὸ ἐκεῖνα τὰ θεόσταλτα κακὰ καὶ κατακάηκαν ὅλα μαζὶ καὶ οἱ πόλεις τους, καὶ ὁ λαός τους, καὶ ἡ χώρα τους μαζὶ μὲ τὰ σώματά τους (Γέν. Κεφ. 18-19).
Τί λοιπόν; Κανένας μετὰ ἀπὸ ἐκείνους δὲν τόλμησε νὰ κάνει τὰ ὅσα ἔκαναν ἐκεῖνοι; Πoλλοί βέβαια τὰ ἔκαναν καὶ σὲ πολλὰ μέρη τῆς οἰκουμένης. Πῶς λοιπὸν δὲν ἔπαθαν τίποτε παρόμοιο; Γιατί φυλάσσονται γιὰ ἄλλη φοβερότερη τιμωρία. Καθ’ ὅσον γι’ αὐτὸ ὁ Θεός, ἀφοῦ τὸ ἔκανε αὐτὸ μία φορά, δὲν τὸ ἔκανε πάλι, ὥστε αὐτοὶ ποὺ τολμοῦν νὰ κάνουν τὰ ἴδια, κι ἂν ἀκόμα δὲν τιμωρηθοῦν ἐδῶ, νὰ γνωρίζουν πολὺ καλά, ὅτι ποτὲ δὲν θὰ ἀποφύγουν τὴν τιμωρία.
Γιατί πῶς θὰ μποροῦσε νὰ δικαιολογηθεῖ, πρὶν μὲν ἀπ’ τὴ χάρη καὶ τὸ νόμο, κι ἐνῷ δὲν εἶχαν ἀκούσει οὔτε προφῆτες, οὔτε κάποιον ἄλλο, νὰ πάθουν τέτοια πράγματα, ἐπειδὴ ἁμάρτησαν, ἐνῷ αὐτοὶ ποὺ ἔζησαν μετὰ ἀπὸ ἐκείνους καὶ ἀπόλαυσαν τόση μεγάλη πρόνοια καὶ δὲν ἔγιναν πιὸ σώφρονες οὔτε καὶ μὲ τὸ παράδειγμα, πρᾶγμα ποὺ κάνει πολὺ πιὸ βαρύτερη τὴν τιμωρία, νὰ ἀποφύγουν τὴν τιμωρία ποὺ ἐπιφυλάσσεται γι’ αὐτό; Πῶς λοιπὸν δὲν τιμωρήθηκαν ποτὲ μέχρι σήμερα; Γιὰ νὰ μάθεις ὅτι φυλάσσονται γιὰ πολὺ φοβερότερη τιμωρία…»[5].
* * *
Ναί, εἴμαστε τελείως ἀδικαιολόγητοι εἰδικὰ γιὰ τὴν ἁμαρτία αὐτή. Καὶ ἐπιπλέον μὲ τὰ ὅσα γίνονται, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν τρόπο ποὺ γίνονται, ἀσφαλῶς προκαλοῦμε ἐπιπλέον τὸν Θεό. Καὶ αὐτὸ πῶς θὰ μείνει ἀναπάντητο ἐκ μέρους Του; Ἂς μᾶς ἐλεήσει ὅλους, καὶ γιὰ τὸ ἁμάρτημα αὐτό, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλα μας τὰ ἄλλα ἁμαρτήματα …
Σημειώσεις:
[1] Ἀπ’ τὴν Ε΄ Ὁμιλία του «ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ».
[2] Ἀπ’ τὴν ΙΘ΄ Ὁμιλία του «ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΝΔΡΙΑΝΤΑΣ».
[3] Ἀπ’ τὴν Ὁμιλία του «ΕΙΣ ΤΟ ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΑΓΝΟΕΙΤΕ ΑΔΕΛΦΟΙ…».
[4] Ἀπ’ τὴν Γ΄ Ὁμιλία του «ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΝΤΑΣ ΤΟΝ ΜΟΝΑΧΙΚΟΝ ΒΙΟΝ».
[5] Ἀπ’ τὴν Ὁμιλία του «ΕΙΣ ΤΟΝ ΗΣΑΪΑΝ, κεφ. γ΄».