Μέρος του συγκλονιστικού λόγου του Μοναχού Ιωσήφ Βρυεννίου λίγα χρόνια πριν την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, όπου περιγράφει γλαφυρά την ηθική κατάπτωση των κατοίκων, λαού και κλήρου, αρχόντων, δικαστών κλπ. Εκπληκτικό όμως και το πόσο περιγράφει τον σημερινό κόσμο...
ΒΙΟΣ: Ἰωσὴφ Βρυέννιος (1350; —1432;)
Μοναχός, εἷς τῶν τελευταίων πρὸς τῆς Ἁλώσεως μεγάλων θεολόγων καὶ Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, προερχόμενος ἐκ τοῦ ἠσυχαστικοῦ κινήματος, ὑποστηρίξας μετὰ ζήλου τὰ δόγματα τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ δὴ τὴν περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος διδασκαλίαν, μαχητικῶς ἐμψυχώσας τοὺς ὑπὸ τοὺς Ἐνετοὺς κ.ἄ. Φράγκους δουλεύοντας Κρῆτας καὶ Κυπρίους, διὰ διδασκαλίας καὶ ἀσκήσεως ὑποστηρίξας τὴν ἰδίαν πίστιν, κληροδοτήσας δὲ τὴν ὀρθόδοξον ἀλήθειαν εἰς Μᾶρκον τὸν Εὐγενικὸν καὶ δι’ αὐτοῦ εἰς Γεννάδιον Σχολάριον, τοὺς τελευταίους στύλους τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἐγεννήθη εἰς Κωνσταντινούπολιν, ὅπου ἐσπούδασε καὶ ἔδρασεν, ἕως οὐ τὸ 1831 ἐστάλη εἰς Κρήτην διὰ νὰ στηρίξῃ τὴν ἐκεῖ χειμαζομένην Ὀρθοδοξίαν (δὲν ἐπετρέπετο οὐδὲ παραμονὴ ἐν τῇ νήσῳ Ἕλληνος Ἐπισκόπου). Εἰς τὴν μεγαλόνησον ἔμεινε μέχρι τοῦ 1401, ὅτε ἐπανῆλθεν εἰς Κωνσταντινούπολιν, διαμένων ἐν τῇ Μονῇ τοῦ Στουδίου καὶ κηρύττων ἐν τῷ ἱερῷ παλατίῳ, διδάσκων δὲ καὶ δημοσίᾳ ἐν Ἁγίᾳ Σοφίᾳ. \
Ἐν Κρήτῃ ᾖλθεν εἰς διένεξιν μετὰ τῶν παποφίλων, διὸ καὶ ἐξώσθη ἐκεῖθεν ὑπὸ τῆς ἐνετικῆς ἐξουσίας. Ὑπὸ τοῦ Πατριαρχείου ἐστάλη εἰς Κύπρον ἐπὶ κεφαλῆς ἀποστολῆς, διὰ νὰ μελετήσῃ τὸ θέμα τῆς ἀναγνωρίσεως ὑπὸ τῆς Μ. Ἐκκλησίας τῶν ἐκεῖ Ἑλλήνων χωρεπισκόπων (ἀναγκαστικῶς οὐνιτῶν). Διαμείνας ἐκεῖ μεταξὺ 1405 καὶ 1406, εἰσηγήθη τὴν ἀπόρριψιν τοῦ αἰτήματος, ἀφοῦ προήδρευσε συγκληθείσης ἐκεῖ τοπικῆς συνόδου. Εὗρε τὴν εὐκαιρίαν δὲ νὰ ἐπικρίνῃ τοὺς Κυπρίους ἱερωμένους δι’ ἀκόλαστον βίον ὃν ἔζων, ὡς εἶχε πράξει προηγουμένως καὶ διά τινας τῶν Κρητῶν πνευματικοὺς διατηροῦντας «συνεισάκτους». Ὁμοίως ἀρνητικὴ ὑπῆρξεν ἡ στάσις του ἐπὶ τοῦ θέματος τὸ 1412, ὅτε διὰ συγγραφῆς ἐπανῆλθεν εἰς τὸ ζήτημα. Ἐξηκολούθησεν ἀσκῶν κριτικὴν καὶ διὰ τὰ ἐν Κρήτῃ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα, δὲν ἐδέχθη ὅμως ἐπισκοπικὸν ἀξίωμα.
Τὸ 1425 ὡρίσθη ὡς ἐκτελεστὴς τῆς διαθήκης Μανουὴλ Β΄ Παλαιολόγου ὑπ’ αὐτοῦ. Κατὰ τὴν τελευταίαν δεκαετίαν τῆς ζωῆς του, ἐφησυχάζων καὶ γέρων ἠσχολεῖτο μὲ τὸ θέμα τῆς συζητημένης τότε, διὰ πολιτικοὺς λόγους, ἑνώσεως Δυτικῶν καὶ Ἀνατολικῶν. Ἐπεθύμει τὴν ἕνωσιν, ἀλλ’ οὐχὶ τὴν ὑποταγὴν τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἰσχυρίζετο δ’ ὅτι εἶχε λόγον «ἄληπτον», δι’ οὐ θὰ ἔπειθε τοὺς Λατίνους νὰ ἐνωθοῦν πρὸς ἡμᾶς. Τὸ 1421 συνέταξε τὴν διαθήκην του, ἀλλὰ δὲν ἀπέθανεν πρὸ τοῦ 1432. Τὸ ἔργον τοῦ Βρυεννίου εἶναι κυρίως θεολογικόν, ἀλλ’ ἔχει μέγα λαογραφικὸν διαφέρον καὶ κοινωνικὸν χαρακτῆρα, καθὼς καὶ ἐπιστημονικόν. Οὕτως εἰς τὰ «Κεφάλαια ἑπτάκις ἑπτὰ» (=49) καταδικάζει τὰς ἐθνικὰς συνηθείας τῶν χρόνων του, περὶ ὧν μᾶς πληροφορεῖ εὐρέως.
Τὸ κύριον ὁμιλητικόν του ἔργον ἐξέδωκε τὸ 1420 ὑπὸ τὸν τίτλον «Ὁμιλίαι διάφοροι». Ὑφ’ ἣν μορφὴν τοῦτο παρεδόθη μέχρις ἡμῶν, περιλαμβάνει καὶ τὰς μέχρι τοῦ 1425 ὁμιλίας τὸ Βρυεννίου, ἤτοι 23 λόγους (κυρίως περὶ Ἁγίου Πνεύματος), τρεῖς διαλέξεις, δεκαεπτὰ λόγους εἰς ἑορτάς, δεκατέσσαρας ἄλλας συγγραφάς, ἐν αἷς αἱ περὶ Κρητῶν καὶ Κυπρίων, 30 ἐπιστολὰς καὶ ἓν στιχούργημα (περὶ Νάξου). Τὸ ἔργον τοῦ Βρυεννίου παρεδόθη διὰ πολυαρίθμων κωδίκων, ἐξεδόθη δὲ μερικῶς ὑπὸ Εὐγενίου Βουλγάρεως, ἐν μέρει δ’ ὑπὸ νεωτέρων μελετητῶν (Τωμαδάκης). Ἐνδείκνυται ἐπανέκδοσις αὐτοῦ ἐκ τῶν χειρογράφων, καθότι δὲν περιελήφθη ποτὲ εἰς τὴν Ἑλληνικὴν Πατρολογίαν.
Αἱ περὶ φυσικοῦ κόσμου ἰδέαι τοῦ Βρυεννίου εἶναι ῥιζοσπαστικαί, ἐπηρεασμέναι ἀπὸ τὴν παλαιολόγειον ἀναγέννησιν. Μικρά τινα κείμενά του ἐγράφησαν εἰς δημωδεστέραν γλῶσσαν, χαρίεσσα δ’ εἶναι ἡ ἀλληλογραφία αὐτοῦ. Ὁ Βρυέννιος καὶ ζῶν καὶ ἀποθανὼν ἐξετιμήθη μεγάλως. Οὕτως ὁ Μᾶρκος Εὐγενικὸς ἀπεκάλεσεν αὐτὸν «θεηγόρον βρύσιν, στερρότατον τῆς ἀληθείας στῦλον, φανότατον Ὀρθοδοξίας λύχνον, λαμπρότατον τῶν ἀγαθῶν ἐργάτην, ἀκριβῆ δογματιστὴν» κ.λπ.
ΠΗΓΕΣ: Μοναχοῦ Ἰωσὴφ Βρυεννίου, Κεφάλαια ἑπτάκις ἑπτά, κεφ. ΜΣΤ', Μοναχοῦ Ἰωσὴφ Βρυεννίου, Τὰ Παραλειπόμενα, ἐκδ. Βασιλείου Ῥηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 126-129. Τὰ πνευματικὰ αἴτια τῆς ἅλωσης τῆς Πόλης καὶ ἡ ἠθικοοικονομικὴ κρίσι τῆς ἐποχῆς μας, π. Θ. Ν. Ζήση, 2015, ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη».