Αποστολική διπαπισμαδοχή και Παπισμός
Επειδή εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχουν μυστήρια, γι’ αυτό και οι Κληρικοί των Παπικών και αυτός ο Πάπας, για μας τους Ορθοδόξους, δεν έχουν ιεροσύνη, δηλαδή έχει διακοπεί σε αυτούς η Αποστολική Διαδοχή. Αυτό, βέβαια, μπορεί να ακούγεται λίγο παράξενα, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα, βάσει της Ορθοδόξου Θεολογίας.
Η αποστολική διαδοχή δεν είναι απλώς μια σειρά χειροτονιών, αλλά συγχρόνως και μετοχή στην αποκαλυπτική αλήθεια. Όταν μια Εκκλησία αποκόπτεται από τον κορμό της Ορθοδόξου Εκκλησίας, λόγω δογματικών διαφορών, αυτό σημαίνει ότι υπολείπεται και στο μυστήριο της ιεροσύνης. Δηλαδή, όταν χάνεται η αποκαλυπτική αλήθεια και υιοθετούνται αιρετικές απόψεις, αυτό έχει συνέπειες και στην αποστολική διαδοχή. Διότι οι άγιοι Απόστολοι μετέδιδαν το χάρισμα της ιεροσύνης, αλλά ταυτόχρονα παρέδιδαν, δια της αναγεννήσεως, και όλη την αποκαλυπτική παράδοση. Στο σημείο αυτό πρέπει να υπενθυμίσουμε την διδασκαλία του αγίου Ειρηναίου Επισκόπου Λυώνος, στην οποία φαίνεται καθαρά ότι η Εκκλησία συνδέεται στενότατα με την Ορθοδοξία και την θεία Ευχαριστία, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι όταν χάνεται η Ορθόδοξη πίστη, τότε δεν υπάρχει ούτε Εκκλησία ούτε και θεία Ευχαριστία. Οπότε ο Κληρικός που χάνει την ορθόδοξη πίστη αποκόπτεται από την Εκκλησία και, βεβαίως, τότε δεν υφίσταται και η αποστολική παράδοση και αποστολική διαδοχή. Το ότι ο άγιος Ειρηναίος συνδέει την αποστολική διαδοχή όχι μόνον με την χειροτονία, αλλά και με την διατήρηση της αληθούς πίστεως, φαίνεται από ένα χωρίο: «Δια τούτο τοις εν τη Εκκλησία πρεσβυτέροις υπακούειν δει, τοις την διαδοχήν έχουσιν από των αποστόλων, καθώς επεδείξαμεν, τοις συν τη επισκοπική διαδοχή το χάρισμα της αληθείας ασφαλές, κατά την ευδοκίαν του Πατρός ειληφόσι».
Επειδή, λοιπόν, δεν υπάρχει ιεροσύνη στους Παπικούς, γι’ αυτό και δεν υπάρχουν μυστήρια, και όσα τελούνται δεν είναι αγιαστικά μυστήρια.
Η άρνηση ιερωσύνης στους πάσης φύσεως και αποχρώσεως αιρετικούς και κυρίως στους παπικούς, είναι έργο θεολογικής δικαιοσύνης, αφού αυτοί οι ίδιοι απέκοψαν εαυτούς από τους κρουνούς της θείας χάριτος που εκπηγάζουν από το Σώμα του ζώντος Χριστού την Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Αλλά είναι και έργο αγάπης διότι έτσι κεντούν την συνείδησή τους, ότι βρίσκονται σε λάθος κατεύθυνση και χρήζουνε θεραπείας και επιστροφής στην αρχέγονη αγάπη της εκκλησίας μας.
Εάν οι παπικοί έχουν ιερωσύνη τότε κάθε τους ιεροπραξία είναι έγκυρη. Αλλά μπορούν να μας υποδείξουν και αποδείξουν ότι ο αγιασμός τους των Θεοφανείων, ή και ένας καθημερινός «μικρός» αγιασμός παραμένει αναλλοίωτος και διαυγέστατος για πολλά χρόνια;
Εάν οι παπικοί έχουν ιερωσύνη και επομένως πλουσία την χάρη των μυστηρίων, που είναι τότε οι αγιασμένες και θεωμένες υπάρξεις οι διορατικοί και προορατικοί, οι ασώματοι ασκητές τους, τα ευωδιάζοντα χαριτόβρυτα λείψανα και το «νέφος» των μαρτύρων;
Σύμφωνα δε την παρατήρηση του πατερικού θεολόγου Νικολάου Π. Βασιλειάδη «Μόνον η Ορθοδοξία έχει Μάρτυρες…διότι μόνον οι Ορθόδοξοι Μάρτυρες ομολογούν άχραντη ανόθευτη, απαραχάρακτη την πίστη της ευαγγελικής αληθείας. Μόνον αυτοί χύνουν το αίμα τους, για να μένουν αμόλυντα τα θεοπαράδοτα Μυστήρια της Μιας Εκκλησίας». Οι παπικοί –όσο και εάν ενοχλεί η υπενθύμιση αυτή- οντολογικά και θεολογικά στερούνται ιερωσύνης.
«Κατά το Κανονικόν Δίκαιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η υπό των ετεροδόξων τελουμένη θεία Ευχαριστία δεν θεωρείται ως τοιαύτη, η δε συμμετοχή εις αυτήν μελών της ορθοδόξου Εκκλησίας δεν είναι δυνατόν να θεωρηθή ουδέ ως «κατ’ οικονομίαν» επιτρεπομένη» (Ιερώνυμος Κοτσώνης).
Γενικότερα δε κατά τον καθηγητή Παναγιώτη Τρεμπέλα «…όσοι ενόθευσαν την διδασκαλία της Εκκλησίας παρεισάγοντες ιδικής των επινοήσεως διδάγματα και παρέμενον αμετακίνητοι εις τα εσφαλμένα δόγματά των, απεκόπτοντο και εξεβάλλοντο του σώματος της Εκκλησίας».
Αφελή ίσως για πολλούς τα ως άνω ερωτήματα. Όμως όλα αυτά και άλλα παραπλήσια συν Θεώ θα τα θεμελιώσουμε αποστολικοπατερικά, δογματικά, ηθικά και εκκλησιαστικά με το αιώνιο και αδιαπραγμάτευτο κύρος των Οικουμενικών μας Συνόδων.
Κομβικό σημείο επαναδιαπραγμάτευσης σχέσεων Ανατολής και Δύσεως, θεωρείται -η κατά το παρελθόν άγνωστος ορολογία– η λεγόμενη βαπτισματική θεολογία. Κατά τους ισχυρισμούς των ενθέρμων ορθοδόξων οικουμενιστών, η αναγνώρισης του βαπτίσματος των παπικών και όχι μόνον, συνεπάγεται και αναγνώριση της ιεροσύνης. Οι σοφιστείες αυτές του βαπτίσματος απορρίπτονται ασυζητητί. Ο λόγος εμφανής και απλός. Το βάπτισμα είναι έγκυρο μόνο με την τριπλή κατάδυση-βύθισμα εις την κολυμβήθρα και την επίκληση της Αγίας Τριάδος. Αυτό είναι απαρασάλευτο και αδιαπραγμάτευτο ορθόδοξο δόγμα.
Σχετικά με την ιερωσύνη των Παπικών παλιότερα ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου ‘εγραψε;
«Σε ένα προηγούμενο κείμενό μου έγραφα ότι ο Πάπας και οι Παπικοί δεν έχουν Ιερωσύνη, γιατί με την αιρετική διδασκαλία του Filioque και τόσες άλλες αιρέσεις που δημιούργησαν, αποκόπηκαν από την Εκκλησία του Χριστού και, επομένως, διακόπηκε η αποστολική παράδοση και διαδοχή. Αυτό ξένισε μερικούς που ισχυρίζονται ότι ο Πάπας έχει ιερωσύνη.
Θα ήθελα να κάνω μερικές συμπληρωματικές επεξηγήσεις πάνω στην άποψη αυτή.
Ο Μ. Βασίλειος αντιμετώπισε στην εποχή του διάφορα προβλήματα για το πώς θα δέχεται η Ορθόδοξη Εκκλησία στους κόλπους της τους αιρετικούς. Αφού κάνει την διάκριση μεταξύ αιρέσεως, σχίσματος και παρασυναγωγής, αναφερόμενος στους αιρετικούς που έχουν αποκλίνει, όπως λέγει ο Γεννάδιος Σχολάριος, “κατ’ ευθείαν ή πλαγίως”, “περί τι των άρθρων της πίστεως”, γράφει ότι “οι δε της Εκκλησίας αποστάντες, ουκ έτι έσχον την Χάριν του Αγίου Πνεύματος αφ’ εαυτούς· επέλιπε γαρ η μετάδοσις τω διακοπήναι την ακολουθίαν”. Δηλαδή, όσοι απομακρύνθηκαν από την Εκκλησία, λόγω διαφοράς πίστεως, έχασαν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και δεν μπορούν να την μεταδώσουν, γιατί διακόπηκε η αποστολική διαδοχή. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης παρατηρεί: “Καθώς έν μέλος κοπή από το σώμα, νεκρούται παρευθύς με το να μη μεταδίδεται πλέον εις αυτό ζωτική δύναμις· τοιουτοτρόπως και αυτοί αφ’ ου μίαν φοράν εσχίσθηκαν παρευθύς και την πνευματικήν χάριν και ενέργειαν του Αγίου Πνεύματος έχασαν, μη μεταδιδομένης ταύτης εις αυτούς δια των αφών και συνδέσμων, ήτοι δια της κατά Πνεύμα ενώσεως”.
Επομένως, εκτός της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν ενεργούν μυστήρια, ούτε υπάρχει ιερωσύνη, ούτε γίνεται αληθής θεία Λειτουργία. Σε αυτό το σημείο στηρίζονται και όλοι οι ιεροί Κανόνες για την απαγόρευση της συμπροσευχής με αιρετικούς.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τηρεί αυτήν την αρχή στην πράξη και αυτό φαίνεται από το εξής απλό γεγονός. Όταν ένας Παπικός “Ιερεύς” ή “Επίσκοπος” θέλει να γίνει Ορθόδοξος, δεν δεχόμαστε την “ιερωσύνη” που είχε, αλλά τον ξαναχειροτονούμε. ….Αυτό σημαίνει ότι εάν ο Πάπας μετανοήσει και θελήσει να γίνει Ορθόδοξος, τότε, επανερχόμενος στην Εκκλησία, πρέπει να ξαναχειροτονηθεί , αφού κατά τον Αριστηνό “αιρετικός, ο κατά την πίστιν αλλότριος· ο δε κατά τι ιάσιμον ζήτημα, σχισματικός”.
Αυτή είναι η βασική εκκλησιολογική θέση όπως την εκφράζει ο Μ. Βασίλειος και η όλη πρακτική της Εκκλησίας. Εφ’ όσον δεν δεχόμαστε την “ιερωσύνη” των αιρετικών, δεν δεχόμαστε και τα αποτελέσματα που απορρέουν από την “ιερωσύνη” τους. Γι’ αυτόν τον λόγο και ο Πάπας δεν θεωρείται διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου, έστω και αν στην σημαία του Βατικανού τίθενται τα κλειδιά της Βασιλείας των Ουρανών, με την παρερμηνεία που δίδουν οι Παπικοί στον σχετικό λόγο του Χριστού (Ματθ. ις’, 13-20).