
Βασιλική Οικονόμου
Ο μακαριστός διδάσκαλός μας π. Αθανάσιος Μυτιληναίος, ένας σύγχρονος χαρισματικός, αγιοπατερικός ερμηνευτής της Αγίας Γραφής, έκανε λόγο για δύο λαούς παράλληλους στην ευλογία και στην αποστασία: τον Ισραήλ του Νόμου – δηλαδή τους Εβραίους – και το νέο Ισραήλ, της Χάριτος – δηλαδή τους ορθόδοξους Χριστιανούς ως Εκκλησία. Συγκεκριμένα, σε μια ομιλία πάνω σε χωρίο του Προφήτη Ησαΐα, είχε πει: «…θα το πω άλλη μια φορά και χρειάζεται και ο νοών νοείτω: ό,τι μελετούμε στον Προφήτη και σε όλους τους Προφήτες, νοερά να το μεταφέρωμε εις τον νέον Ισραήλ, την Εκκλησία, τον Ισραήλ της Χάριτος» [1]. Και οι δύο λαοί απέλαυσαν την εύνοια του Κυρίου, αλλά και προκάλεσαν (και προκαλούν διαρκώς!) τη δίκαιη οργή Του. (Ομιλία του μακαριστού πατέρα μας Αθανασίου Μυτιληναίου. Από τη σειρά Προφήτης Ησαΐας. Ημερομηνία ομιλίας: 18/10/93)
Ο Θεός μας, δια του Προφήτη και Θεόπτη Μωυσή (περ. 1450 π.Χ.), προειδοποίησε τον εκλεκτό λαό Του, πριν ακόμα αυτός εισέλθει στη Γη της Επαγγελίας, για τις ευλογίες που τον περιμένουν, αν υπακούει και εφαρμόζει τις εντολές Του, καθώς επίσης και για τις κατάρες που θα πέσουν επάνω του στην αντίθετη περίπτωση. Έχοντας, λοιπόν, κατά νου τα παραπάνω λόγια του π. Αθανασίου και βλέποντας την οικτρή κατάπτωση ημών, του σημερινού λαού του Θεού, των ορθόδοξων Χριστιανών, παραθέτουμε ολόκληρο το υψίστης σημασίας εικοστό όγδοο κεφάλαιο του Βιβλίου του Δευτερονομίου, του πέμπτου κατά σειρά βιβλίου της Παλαιάς Διαθήκης (και τελευταίου της Πεντατεύχου), όπου παρατίθενται αναλυτικά οι εν λόγω ευλογίες και κατάρες του Κυρίου και Θεού μας. Και είναι συγκλονιστικός ο βαθμός στον οποίο οι κατάρες αυτές αντικατοπτρίζουν εν πολλοίς πιστότατα τη σημερινή τραγική πραγματικότητα της Στρατευόμενης Εκκλησίας και δη του ελληνορθόδοξου λαού, σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς.
Για ευκολότερη κατανόηση, παραθέτουμε την ερμηνευτική απόδοση του κεφαλαίου στη νέα ελληνική από το μακαριστό Π. Τρεμπέλα και στις σημειώσεις τέλους παραθέτουμε σύνδεσμο για το αρχαίο ελληνικό κείμενο, από τη μετάφραση των Εβδομήκοντα, στην ιστοσελίδα της Αποστολικής Διακονίας [2].
«Καὶ ὅταν θὰ περάσετε τὸν ποταμὸν Ἰορδάνην καὶ πατήσετε εἰς τὴν χώραν, ποὺ σᾶς δίδει Κύριος ὁ Θεός σας, ἐὰν ὑπακούσῃς, λαέ μου, προθύμως εἰς τὴν φωνὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, ὥστε νὰ φυλάσσετε καὶ νὰ ἐφαρμόζετε ὅλας αὐτὰς τὰς ἐντολάς, ποὺ σᾶς παραγγέλλω ἐγὼ σήμερον, θὰ σοῦ δώσῃ Κύριος ὁ Θεός σου τὴν εὐλογίαν νὰ ἀναδειχθῇς ὑπεράνω ὅλων τῶν λαῶν τῆς γῆς. Θὰ ἔλθουν δὲ ἐπάνω σου καὶ θὰ σὲ εὔρουν, ἐὰν ὑπακούσῃς προθύμως εἰς τὴν φωνὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, αἱ ἐξῆς εὐλογίαι:
Θὰ εἶσαι εὐλογημένος, ὅταν θὰ εὐρίσκεσαι καὶ θὰ ἐργάζεσαι εἰς τὴν πόλιν, θὰ εἶσαι εὐλογημένος καὶ ὅταν θὰ εὐρίσκεσαι καὶ θὰ ἐργάζεσαι εἰς τὸ ὕπαιθρον. Θὰ εἶναι εὐλογημένοι οἱ καρποὶ τῶν σπλάγχνων σου, οἱ ἀπόγονοί σου, ὅπως ἐπίσης καὶ τὰ προϊόντα τῶν κτημάτων σου καὶ τὰ κοπάδια τῶν βοδιῶν σου καὶ τὰ κοπάδια τῶν προβάτων σου. Θὰ εἶναι εὐλογημεναι αἱ ἀποθῆκαι σου καὶ ὅσα συγκεντρώνεις καὶ φυλάσσεις εἰς αὐτὰς ὡς περισσεύματα. Εὐλογημένος θὰ εἶσαι, ὅταν θὰ ἐμβαίνῃς εἰς τὸ σπίτι σου ἢ εἰς ὁποιοδήποτε ἄλλο μέρος καὶ εὐλογημένος ὅταν θὰ βγαίνῃς ἀπὸ αὐτό. Τοὺς ἐχθρούς σου, ποὺ ἐπεχείρησαν καὶ θὰ ἐπιχειρήσουν νὰ σὲ ἀντιμετωπίσουν, θὰ σοῦ τοὺς παραδώσῃ Κύριος ὁ Θεός σου τσακισμένους ἐμπρός σου. Καὶ ἐνῷ θὰ ἔχουν ἔλθει ἀπὸ ἕνα δρόμον ὅλοι μαζὶ ἐναντίον σου, θὰ φύγουν κατατρομαγμένοι ἀπὸ ἐμπρός σου ἀπὸ ἑπτὰ δρόμους, ἀπὸ ὅπου δηλαδὴ προλάβῃ νὰ φύγῃ καθένας.
Εἴθε νὰ σοῦ στείλῃ ὁ Κύριος τὴν εὐλογίαν εἰς τοὺς χώρους, ὅπου φυλάσσεις τοὺς θησαυρούς σου, καὶ εἰς κάθε τι ὅπου θὰ βάλῃς τὰ χέρια σου, εἰς τὴν χώραν ποὺ σοῦ δίδει Κύριος ὁ Θεός σου. Θὰ σὲ ἀναδείξῃ ὁ Κύριος λαὸν ἅγιον, ξεχωρισμένον διὰ τὸν ἑαυτόν Του, ὅπως ἀκριβῶς τὸ ὑπεσχέθη μὲ ὅρκον εἰς τοὺς προγόνους σου, ὑπὸ τὸν ὅρον ὅμως ὅτι θὰ ὑπακούσῃς εἰς τὴν φωνὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου καὶ θὰ ἀκολουθήσῃς ὅλους τοὺς δρόμους, ποὺ σοῦ ὑποδεικνύει Ἐκεῖνος διὰ τὴν ζωήν σου. Καὶ θὰ σὲ ἰδοῦν ὅλοι οἰ λαοὶ τῆς γῆς καὶ θὰ ἐννοήσουν ὅτι ἔχεις ἐπάνω σου καὶ ἐπικαλεῖσαι ὡς οἰκεῖον τὸ ὄνομα τοῦ μόνου Κυρίου. Θὰ καταλάβουν δηλαδὴ ὅτι ἔγινες κτῆμα Του καὶ δι’ αὐτὸ θὰ σὲ φοβηθοῦν. Καὶ θὰ σὲ κάνῃ Κύριος ὁ Θεός σου πλούσιον εἰς ἀγαθά. Θὰ σοῦ δώσῃ πολλὰ παιδιά. Θὰ πολλαπλασιάσῃ ἐπίσης τὰ ζῶα σου καὶ τοὺς καρποὺς τῶν κτημάτων σου εἰς τὴν χώραν, ποὺ ὑπεσχέθη μὲ ὅρκον ὁ Κύριος εἰς τοὺς πατέρας σου ὅτι θὰ σοῦ τὴν χαρίσῃ. Εἴθε νὰ ἀνοίξῃ διὰ σὲ ὁ Κύριος τὸν πλούσιον θησαυρόν Του, δηλαδὴ τὸν οὐρανόν, διὰ νὰ δώσῃ εἰς τὰ κτήματά σου τὴν βροχὴν εἰς τὸν καιρὸν ποὺ τὴν χρειάζονται. Εἴθε νὰ εὐλογήσῃ ὅλα τὰ ἔργα, ποὺ κάνουν τὰ χέρια σου, ὥστε νὰ ἠμπορῆς νὰ δανείζῃς εἰς πολλὰ ἔθνη καὶ νὰ μὴ δανείζεσαι σὺ ποτέ. Θὰ ἔχῃς δὲ ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν σου πολλοὺς λαοὺς καὶ δὲν θὰ εὑρεθῇς ποτὲ ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν κανενός. Εἴθε νὰ σὲ βάλῃ Κύριος ὁ Θεός σου ἐπὶ κεφαλῆς τῶν ἄλλων καὶ ποτὲ νὰ μὴ εἶσαι τελευταῖος. Τότε ὅμως θὰ εἶσαι ἐπάνω ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ οὐδέποτε κατώτερός των, ὅταν θὰ ὑπακούσῃς εἰς τὴν φωνὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, εἰς ὅσα δηλαδὴ σοῦ παραγγέλλω ἐγὼ σήμερον νὰ φυλάττῃς καὶ νὰ ἐφαρμόζῃς. Πρόσεξε νὰ μὴ παραβῇς καμμίαν ἀπὸ ὅλας τὰς ἐντολάς, ποὺ σοῦ παραγγέλλω ἐγὼ σήμερον, ὥστε νὰ παρεκκλίνῃς δεξιὰ ἢ ἀριστερὰ καὶ νὰ ἀκολουθῇς ἄλλους θεοὺς καὶ νὰ τοὺς λατρεύῃς.»
»Ἐὰν ὅμως δὲν ὑπακούσῃς εἰς τὴν φωνὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, ποὺ ὁρίζει νὰ φυλάττῃς καὶ νὰ ἐφαρμόζῃς ὅλας τὰς ἐντολάς Του, ὅσας σοῦ παραγγέλλω ἐγὼ σήμερον, θὰ ἔλθουν ἐπάνω σου καὶ θὰ σὲ καταλάβουν (θὰ σὲ πιάσουν) ὅλαι αὐταὶ αἱ κατάραι:
«Θὰ εἶσαι καταράμενος, ὅταν εὐρίσκεσαι καὶ ἐργάζεσαι εἰς τὴν πόλιν, θὰ εἶσαι ἐπίσης καταραμένος καὶ ὅταν εὐρίσκεσαι καὶ ἐργάζεσαι εἰς τὸ ὕπαιθρον. Θὰ εἶναι καταράμεναι αἱ ἀποθῆκαι σου καὶ ὅσα συγκεντρώνεις εἰς αὐτὰς ὡς περισσεύματα. Θὰ εἶναι καταραμένοι οἱ ἀπόγονοί σου καὶ τὰ προϊόντα τῶν κτημάτων σου καὶ τὰ κοπάδια τῶν βοδιῶν σου καὶ τὰ κοπάδια τῶν προβάτων σου. Θὰ εἶσαι καταράμενος, ὅταν θὰ ἐμβαίνῃς εἰς τὸ σπίτι σου ἢ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ καὶ καταράμενος ὅταν θὰ βγαίνῃς.
Θὰ στείλῃ ὁ Κύριος ἐπάνω σου τὴν ἀνέχειαν, τὴν ἐξαντλητικὴν πεῖναν καὶ τὴν καταστροφὴν εἰς ὅλα, ὅσα θὰ κάμνῃς με τὰ χέρια σου, ἕως ὅτου σὲ ἐξολοθρεύσῃ καὶ μέχρις ὅτου σὲ ἐξοντώσῃ τὸ ταχύτερον ἐξ αἰτίας τῶν πονηρῶν σου πράξεων καὶ λόγῳ τοῦ ὅτι ἐγκατέλειψες ἐμέ, τὸν Νομοδότην. Θὰ σοῦ κολλήσῃ ὁ Κύριος θανατηφόρον ἀσθένειαν, ἕως ὅτου σὲ ἐξοντώσῃ εἰς τὴν χώραν αὐτήν, ἐκεῖ ὅπου εἰσέρχεσαι ἤδη διὰ νὰ τὴν κληρονομήσῃς. Θὰ σὲ κτυπήσῃ ὁ Κύριός με στενοχώριαν καὶ ἄγχος, μὲ πυρετόν, μὲ ρῖγος, μὲ φαγούραν, μὲ ἀνεμοπύρωμα (ἐρυσίπελας) καὶ μὲ κιτρινάδα (ἴκτερος). Καὶ θὰ σὲ κυνηγοῦν αὐταὶ αἱ ἀσθένειαι, ἕως ὅτου σὲ ἑξαφανίσουν. Καὶ θὰ εἶναι διὰ σὲ ὁ οὐρανὸς ἐπάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι σου χάλκινος. Δὲν θὰ βρέχῃ ποτέ. Τὸ δὲ ἔδαφος κάτω ἀπὸ τὰ πόδια σου θὰ εἶναι σιδερένιο, κατάξερο. Θὰ μεταβάλῃ Κύριος ὁ Θεός σου εἰς τὴν χώραν σου τὴν βροχὴν εἰς σκόνην. Καὶ θὰ πέσῃ χῶμα ἐπάνω σου ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ἕως ὅτου σὲ συντρίψῃ τὸ ταχύτερον καὶ σὲ ἐξολοθρεύσῃ. Θὰ σὲ τιμωρήσῃ καὶ θὰ σὲ ἐγκαταλείψῃ ἀβοήθητον ὁ Κύριος ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἐχθρούς σου. Καὶ ἐνῷ θὰ βγῇς καὶ θὰ προχωρῇς ἐναντίον των παρατεταγμένος εἰς ἕνα δρόμον, θὰ φεύγῃς τρομοκρατημένος ἀπὸ ἐμπρός των εἰς ἑπτὰ δρόμους, ὁπουδήποτε προλάβῃ δηλαδὴ καθένας σας, διὰ νὰ σωθῇ. Καὶ θὰ διασκορπισθῇς εἰς ὅλα τὰ βασίλεια τῆς γῆς. Θὰ μείνουν δὲ οἱ νεκροί σας ἄταφοι. Θὰ εἶναι τροφὴ διὰ τὰ ὄρνεα τοῦ οὐρανοῦ καὶ διὰ τὰ θηρία τῆς γῆς. Καὶ δὲν θὰ ὑπάρχῃ κανείς, ποὺ νὰ τὰ διώχνη καὶ νὰ σᾶς γλυτώνῃ ἀπὸ αὐτά.
Θὰ σὲ κτυπήσῃ ὁ Κύριός μὲ τὸ ἔλκος της Αἰγύπτου, μὲ πληγὴν δηλαδὴ καὶ ἀπόστημα εἰς τὴν ἕδραν (εἰς τὰ ὀπίσθιά σου, εἰς τὸ σημεῖον τῶν αἱμορροΐδων) καὶ μὲ ψώραν βαρείας μορφῆς καὶ μὲ φαγούραν, ὥστε νὰ μὴ ἠμπορῇς νὰ θεραπευθῇς. Θὰ σὲ κτυπήσῃ ὁ Κύριος μὲ παραπληγίαν (ἠμιπληγίαν, παράλυσιν) καὶ τύφλωσιν καὶ τρέλλαν. Καὶ ἔτσι θὰ ψηλαφᾷς, ἐνῷ θὰ εἶναι μεσημέρι, ὅπως ἀκριβῶς ψηλαφᾷ ὁ τυφλός, ὁ βυθισμένος εἰς τὸ σκοτάδι, καὶ δὲν θὰ ἠμπορῇς νὰ προωθῇς τὰς ὑποθέσεις τῆς ζωῆς σου. Καὶ θὰ σὲ ἐκμεταλλεύωνται τότε οἱ ἄδικοι καὶ οἱ ἅρπαγες εἰς ὅλην σου τὴν ζωὴν καὶ δὲν θὰ ἔχῃς κανένα βοηθόν σου.
Θὰ πάρῃς γυναῖκα καὶ θὰ τὴν ἔχῃ ἄλλος. Θὰ κτίσῃς σπίτι καὶ δὲν θὰ κατοικήσῃς εἰς αὐτό. Θὰ φυτεύσῃς ἀμπέλι καὶ δὲν θὰ μαζεύσῃς τὰ σταφύλια του. Θὰ σφάξουν ἐμπρός σου τὸ μοσχάρι σου καὶ δὲν θὰ ἠμπορῇς νὰ φάγῃς ἀπὸ αὐτό. Θὰ ἀρπάξουν ἀπὸ σὲ τὸν ὄνον σου καὶ δὲν θὰ σοῦ τὸν ἐπιστρέψουν ποτέ. Θὰ βλέπῃς τὰ πρόβατά σου δοσμένα εἰς τοὺς ἐχθρούς σου καὶ δὲν θὰ ὑπάρχῃ κανεὶς νὰ σὲ βοηθήσῃ, διὰ νὰ τὰ πάρῃς πίσω. Οἱ υἱοί σου καὶ αἱ κόραι σου θὰ παραδοθοῦν εἰς ἄλλον λαὸν καὶ θὰ συστρέφωνται μὲ σπασμοὺς τὰ μάτια σου ἀπὸ τὸν πόνον, καθὼς θὰ ἀτενίζουν τὰ παιδιά σου καὶ δὲν θὰ ἠμπορῇς νὰ κάνῃς τίποτε δι’ αὐτά. Τὰ προϊόντα τῆς χώρας σου καὶ ὅλους τοὺς κόπους σου θὰ τοὺς φάγῃ λαός, ποὺ οὔτε κἀν τὸν γνωρίζεις. Καὶ θὰ εἶσαι ἀδικημένος καὶ τσακισμένος εἰς ὅλην σου τὴν ζωήν. Καὶ θὰ κυριευθῇς ἀπὸ κατάπληξιν, θὰ χάσῃς τὰ λογικά σου ἐμπρὸς εἰς αὐτά, ποὺ θὰ βλέπουν τὰ μάτια σου. Θὰ σὲ κτυπήσῃ ὁ Κύριος μὲ φοβερὰν πληγὴν εἰς τὰ γόνατα καὶ εἰς τὰς κνήμας, ὥστε νὰ μὴ ἠμπορῇς νὰ θεραπευθῇς. Θὰ ἔχῃς πληγὰς ἀπὸ τὸ πέλμα τῶν ποδιῶν σου μέχρι τὸ κεφάλι σου.
Σὲ καὶ τοὺς ἄρχοντάς σου, τοὺς ὁποίους θὰ ἔχῃς ἐγκαταστήσει διὰ νὰ σὲ κυβερνοῦν, θὰ σᾶς ὁδηγήσῃ ὁ Κύριος αἰχμαλώτους εἰς κάποιον λαόν, ποὺ εἶναι ἄγνωστος καὶ εἰς σὲ καὶ εἰς τοὺς πατέρας σου, καὶ θὰ ἀναγκασθῇς ἐκεῖ νὰ λατρεύσῃς ἄλλους θεούς, ξύλα καὶ λίθους. Ἐκεῖ δὲ ἀνάμεσα εἰς ὅλα τὰ ἔθνη, ὅπου θὰ σὲ ὁδηγήσῃ αἰχμάλωτον ὁ Κύριος, θὰ εἶσαι τὸ ἀνεξήγητον αἴνιγμα, τὸ παράδειγμα ποὺ θὰ βεβαιώνῃ τὸ ποὺ ἠμπορεῖ νὰ καταντήσει ἕνας λαὸς καὶ τὸ θέμα σαρκαστικῶν ἱστοριῶν.
Θὰ βγάλῃς ἀπὸ τὸ σπίτι σου καὶ θὰ σπείρῃς πολὺν σπόρον εἰς τὰ χωράφια σου, ἀλλ’ ὅμως θὰ συγκεντρώσεις εἰς τὰς ἀποθήκας σου ὀλίγον καρπόν, ἐπειδὴ θὰ καταφάγῃ ἡ ἀκρίδα τὰ προϊόντα τῆς γῆς σου. Θὰ φυτεύσῃς καὶ θὰ καλλιεργήσῃς μὲ κόπον ἀμπέλι καὶ δὲν θὰ πιῇς κρασί, οὔτε θὰ εὐφρανθῇς ἀπὸ αὐτό, διότι θὰ καταφάγῃ τὰ σταφύλια του τὸ σκουλήκι. Θὰ ἔχῃς ἐλαιόδενδρα εἰς ὅλην τὴν χώραν σου καὶ ὅμως δὲν θὰ ἀλείψῃς τὸν ἑαυτόν σου μὲ λάδι, διότι θὰ πέσῃ πρόωρα ὁ καρπὸς τῶν ἐλαιοδένδρων σου. Θὰ γεννήσῃς υἱοὺς καὶ θυγατέρας καὶ δὲν θὰ τοὺς ἔχῃς μαζί σου νὰ τοὺς χαίρεσαι, διότι θὰ ὁδηγηθοῦν αἰχμάλωτοι εἰς ἄλλην χώραν. Ὅλα τὰ δένδρα σου καὶ τὰ προϊόντα τῆς χώρας σου θὰ τὰ ἐξολοθρεύσῃ ἡ φοβερὴ ἀρρώστια τῶν φυτῶν ἐρυσίβη. Ὁ ξένος ποὺ διαμένει μαζί σου καὶ σέβεται τὴν θρησκείαν σου, θὰ προοδεύσῃ καὶ θὰ γίνῃ πολὺ ἀνώτερός σου, ἐνῷ σὺ θὰ καταπέσῃς καὶ θὰ γίνῃς πολὺ κατώτερός του. Αὐτὸς θὰ εἶναι εἰς θέσιν νὰ σοῦ δίδῃ δάνεια, ἐνῷ σὺ δὲν θὰ ἠμπορῇς νὰ τοῦ δανείζῃς. Αὐτὸς θὰ εἶναι κεφάλι, πρῶτος καὶ ἔνδοξος, ἐνῷ σὺ θὰ εἶσαι οὐρά, τελευταῖος καὶ ἄσημος. Θὰ ἔλθουν δὲ εἰς σὲ ὅλαι αὐταὶ αἱ κατάραι καὶ θὰ σὲ κυνηγήσουν καὶ θὰ σὲ πιάσουν, ἕως ὅτου σὲ ἐξολοθρεύσῃ καὶ σὲ καταστρέψῃ ὁ Κύριος, ἐπειδὴ δὲν ὑπήκουσες εἰς τὴν φωνὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, ποὺ ὥριζε νὰ φυλάξῃς τὰς ἐντολάς Του καὶ τὰ προστάγματά Του, ὅσα σὲ διέταξε.
Θὰ γίνουν δὲ εἰς σὲ καὶ εἰς τοὺς ἀπογόνους σου σημεῖα καὶ τέρατα, ποὺ θὰ φανερώνουν τὴν δύναμιν τοῦ δικαίου Θεοῦ ἕως συντελείας τῶν αἰώνων. Θὰ γίνουν, ἐπειδὴ δὲν ἠθέλησες νὰ ὑποταχθῇς καὶ νὰ λατρεύσῃς Κύριον τὸν Θεόν σου μὲ εὐφροσύνην καὶ εὐγνώμονα διάθεσιν διὰ τὸ πλῆθος ὅλων τῶν ἀγαθῶν, ποὺ σοῦ ἐχάρισε. Θὰ ὑποταχθῇς λοιπὸν καὶ θὰ δουλεύῃς μέχρι λατρείας, σὰν τιποτένιος σκλάβος, εἰς τοὺς ἐχθρούς σου, τοὺς ὁποίους θὰ στείλῃ ὁ Κύριος ἐναντίον σου. Θὰ δουλεύῃς μάλιστα εἰς αὐτοὺς μὲ πεῖναν καὶ μὲ δίψαν καὶ μὲ γυμνότητα καὶ μὲ στέρησιν τῶν πάντων. Καὶ ὁ ἐχθρός σου θὰ βάλῃ εἰς τὸν λαιμόν σου σιδερένιον κλοιόν, ἕως ὅτου σὲ ἐξοντώσῃ. Θὰ φέρῃ ἐναντίον σου ὁ Κύριος ἀπὸ μακριά, ἀπὸ τὴν ἄκρην τῆς γῆς, ἕνα λαόν, ποὺ θὰ ὁρμᾷ σὰν ἀετὸς ἁρπακτικὸς καὶ αἱμοβόρος. Λαόν, τοῦ ὁποίου δὲν θὰ καταλαβαίνῃς τὴν γλῶσσαν. Λαὸν μὲ ὄψιν ἀδιάντροπον, ποὺ δὲν θὰ ὑπολογίσῃ καὶ δὲν θὰ σεβασθῇ πρόσωπον γέροντος καὶ δὲν θὰ λυπηθῇ τοὺς νέους. Καὶ θὰ καταφάγῃ ὅσα θὰ γεννοῦν τὰ ζῶα σου καὶ τοὺς καρποὺς τῆς χώρας σου, ὥστε νὰ μὴ σοῦ ἀφήσῃ σιτάρι, κρασί, λάδι, κοπάδια βοδιῶν καὶ κοπάδια προβάτων, ἕως ὅτου σὲ καταστρέψῃ. Καὶ θὰ σὲ συντρίψῃ εἰς τὰς πόλεις σου, μέχρι ποὺ νὰ πέσουν καὶ νὰ διαλυθοῦν τὰ τείχη τὰ ὑψηλὰ καὶ τὰ ὀχυρά, εἰς τὰ ὁποῖα ἐστήριζες σὺ τὴν ἀσφάλειαν καὶ δύναμίν σου εἰς ὅλην τὴν χώραν σου. Καὶ θὰ σὲ κάνῃ νὰ ὑποφέρῃς μέσα εἰς τὰς πόλεις, ποὺ σοῦ ἔδωσεν ὁ Κύριος.
Μέσα δὲ εἰς τὴν στενοχωρίαν σου καὶ εἰς τὴν θλῖψιν σου, μὲ τὴν ὁποίαν θὰ σὲ συνθλίψη ὁ ἐχθρός σου, θὰ φθάσῃς εἰς τὸ σημεῖον νὰ φάγῃς τοὺς καρπούς τῶν σπλάγχνων σου, τὰ κρέατα τῶν υἱῶν καὶ τῶν θυγατέρων σου, ποὺ σοῦ ἔδωσεν ὁ Κύριος καὶ Θεός σου (σ.σ. αυτό συνέβη πράγματι κατά την πολιορκία της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ., ως αποκορύφωμα της ανθρωποφαγίας στην οποία κατέφευγαν ενίοτε οι πολιορκούμενοι, λόγω σφοδρού λιμού [3]). Καὶ ὁ πλέον λεπτὸς καὶ ὁ πλέον τρυφερὸς μεταξύ σας θὰ ρίχνῃ βλέμματα φθονερὰ εἰς τὸν ἀδελφόν του καὶ εἰς τὴν γυναῖκα, ποὺ εἶναι εἰς τὴν ἀγκάλην του, καὶ εἰς τοὺς ἀπογόνούς του, εἰς ὅσα παιδιὰ θὰ τοῦ ἔχουν ἀπομείνει. Θὰ τοὺς βλέπῃ φθονερά, ἐπειδὴ δὲν θὰ θέλῃ νὰ δώσῃ εἰς κανένα ἀπὸ αὐτοὺς κάτι ἀπὸ τὰς σάρκας τῶν παιδιῶν του, ποὺ θὰ τὰς τρώγῃ ὁ ἴδιος, διότι δὲν θὰ ἔχῃ ἀπομείνει εἰς αὐτὸν τίποτε. Θὰ συμβῇ δὲ αὐτὸ τὸ τρομερὸν τότε, ποὺ θὰ εὑρεθῇς εἰς στενοχώριαν καὶ θλῖψιν μεγάλην, τὴν ὁποίαν θὰ σοῦ προκαλέσουν οἱ ἐχθροί σου εἰς ὅλας τὰς πόλεις σου. Καὶ ἡ πλέον εὐγενὴς γυναῖκα ἀνάμεσά σας καὶ ἡ πλέον τρυφερά, τῆς ὁποίας τὸ πόδι λόγῳ τῆς τρυφερότητος καὶ ὑπερβολικῆς λεπτότητος δὲν ἐπάτησε κἂν εἰς τὴν γῆν, θὰ ρίχνῃ φθονερὰ βλέμματα εἰς τὸν ἴδιον τὸν ἄνδρα της, ποὺ θὰ εἶναι εἰς τὴν ἀγκάλην της, καὶ εἰς τὸν υἱὸν καὶ εἰς τὴν κόρην της. Θὰ φροντίζῃ νὰ χορτάσῃ ἐκείνη ἀδιαφορῶντας διὰ τοὺς ἄλλους. Θὰ βλέπῃ ἐπίσης μὲ φθόνον καὶ βουλιμίαν ἀκόμη καὶ τὸ «ὕστερον», τὸν πλακούντα καὶ τὸν ὑμένα ποὺ περιβάλλει τὸ ἔμβρυον, ποὺ ἐβγῆκεν ἀπὸ τοὺς μηρούς της, καὶ τὸ ἴδιο τὸ βρέφος, ποὺ θὰ γεννήσῃ. Θὰ τὰ βλέπῃ δὲ ἔτσι, ἐπειδὴ θὰ σκοπεύῃ νὰ τὰ καταφάγῃ κρυφὰ λόγῳ τῆς τελείας ἐλλείψεως τροφῶν κατὰ τὴν στενοχωρίαν σου καὶ κατὰ τὴν θλῖψιν, ποὺ θὰ σοῦ προκαλέσῃ ὁ ἐχθρός σου εἰς τὰς πόλεις σου.
Ἐὰν δὲν ὑπακούσῃς, ὥστε νὰ ἐφαρμόζῃς ὅλους τοὺς λόγους τοῦ Νόμου αὐτοῦ, ποὺ ἔχουν καταγραφῆ εἰς τὸ βιβλίον αὐτό, καὶ νὰ φοβᾶσαι τὸ ὄνομα τοῦτο, τὸ ἔνδοξον καὶ θαυμαστόν, τὸν Κύριον δηλαδὴ καὶ Θεόν σου, θὰ κάμῃ Ἐκεῖνος, ὥστε αἱ πληγαί, ποὺ θὰ κτυπήσουν σὲ τὸν ἴδιον καὶ αἱ πληγαί, ποὺ θὰ κτυπήσουν τὰ παιδιά σου, νὰ εἶναι πληγαὶ ἐκπληκτικαὶ καὶ φοβεραί, μεγάλαι καὶ τρομακτικαί. Θὰ εἶναι καὶ ἀρρώστιαι κακαί, ἐπίμονοι καὶ ἀνίατοι. Θὰ στρέψῃ δὲ ἐπάνω σου ὅλον τὸν φοβερὸν πόνον τῶν Αἰγυπτίων, ποὺ τὸν ἐδοκίμαζαν ὅταν τοὺς ἐκτύπησεν ὁ Κύριός μὲ τὰς δέκα πληγὰς καὶ ὁ ὁποῖος ἔκαμνε καὶ σὲ τὸν ἴδιον νὰ τρέμῃς, καθὼς τοὺς ἔβλεπες νὰ βασανίζωνται. Καὶ θὰ ἔλθουν αὐταὶ αἱ πληγαὶ καὶ θὰ κολλήσουν ἐπάνω σου. Καὶ κάθε εἴδους ἀδυναμίαν καὶ ἀρρώστιαν καὶ κάθε πληγήν, ποὺ δὲν εἶναι γραμμένη, καὶ κάθε ἄλλην ποὺ εἶναι γραμμένη εἰς τὸ βιβλίον αὐτοῦ τοῦ Νόμου, θὰ τὴν φέρῃ ὁ Κύριος ἐπάνω σου, ἕως ὅτου σὲ ἐξολοθρεύσῃ. Καὶ σεῖς, ποὺ ἤσασθε ἄλλοτε πολυάριθμοι σὰν τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ θὰ καταντήσετε τότε ἐλάχιστοι λόγῳ τοῦ ὅτι δὲν ὑπήκουσες εἰς τὴν φωνὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου.
Καὶ θὰ συμβῇ, ὥστε ὅπως ἀκριβῶς ἐδοκίμασεν εὐφροσύνην ὁ Κύριος διὰ σᾶς, μὲ τὸ νὰ σᾶς εὐεργετῇ καὶ νὰ σᾶς πολλαπλασιάζῃ, ἔτσι θὰ εὐφρανθῇ ὁ Κύριος διὰ σᾶς, μὲ τὸ νὰ σᾶς ἐξολοθρεύῃ. Καὶ θὰ ἑξαφανισθῆτε γρήγορα ἀπὸ τὴν χώραν αὐτήν, εἰς τὴν ὁποίαν εἰσέρχεσθε ἤδη διὰ νὰ τὴν κληρονομήσετε. Καὶ θὰ σὲ διασκορπίσῃ Κύριος ὁ Θεός σου εἰς ὅλα τὰ ἔθνη ἀπ’ ἄκρου ἕως ἄκρου τῆς γῆς. Καὶ θὰ ὑπηρετήσῃς καὶ θὰ λατρεύσῃς ἐκεῖ ἄλλους θεούς, ξύλα καὶ λίθους, ποὺ δὲν τοὺς ἐγνώριζες οὔτε σὺ οὔτε οἱ πατέρες σου. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ, ἀνάμεσα εἰς ἐκεῖνα τὰ ἔθνη, δὲν θὰ σὲ ἀφήσῃ ὁ Κύριος νὰ ἠσυχάσῃς, καὶ δὲν θὰ ἐγκατασταθῇς μονίμως κάπου, διὰ νὰ ἀναπαυθῇ τὸ πόδι σου. Θὰ σοῦ δώσῃ δὲ ὁ Κύριος ἐκεῖ καρδιά, ποὺ θὰ κυριεύεται εὔκολα ἀπὸ ἀποθάρρυνσιν. Καὶ τὰ μάτιά σου θὰ σβήνουν καὶ δὲν θὰ βλέπουν ἀπὸ τὸ κλάμα. Ἡ δὲ ψυχή σου θὰ λειώνῃ ἀπὸ τὸν πόνον. Τόση δὲ θὰ εἶναι ἡ ἀβεβαιότης σου, ὥστε ἡ ζωή σου θὰ φαίνεται εἰς τὰ μάτια σου σὰν νὰ κρέμεται εἰς τὸν ἀέρα. Καὶ θὰ φοβᾶσαι ἡμέραν καὶ νύκτα καὶ δὲν θὰ αἰσθάνεσαι ἀσφαλὴς εἰς τὴν ζωήν σου ποτέ. Ἐξ αἰτίας δὲ τῆς ταραχῆς, ποὺ θὰ κυριεύσῃ τὴν καρδία σου ἀπὸ ὅσα θὰ σοῦ προκαλέσουν φόβον καὶ ἀπὸ τὰ τρομερὰ γεγονότα, ποὺ θὰ ἰδοῦν τὰ μάτια σου, θὰ λέγῃς, ὅταν εἶναι πρωΐ: «Πότε ἐπὶ τέλους θὰ βραδιάσῃ;»· καὶ ὅταν εἶναι βράδυ: «Πότε ἐπὶ τέλους θὰ ξημερώσῃ;».
Καὶ θὰ σὲ φέρῃ ὁ Κύριος πίσῳ εἰς τὴν Αἴγυπτον μὲ πλοῖα καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸν δρόμον, ποὺ εἶπα ὅτι δὲν πρόκειται νὰ τὸν ἰδῆτε ἄλλην φοράν. Θὰ πωληθῆτε δὲ ἐκεῖ εἰς τοὺς ἐχθρούς σας ὡς δοῦλοι καὶ δοῦλαι. Λόγῳ ὅμως τῆς περιφρονήσεως πρὸς σᾶς δὲν θὰ ὑπάρχῃ κανείς, ποὺ νὰ θέλῃ νὰ σᾶς ἀγοράσῃ». Αὐτοὶ εἶναι οἱ λόγοι τῆς Διαθήκης καὶ συμφωνίας, ποὺ διέταξεν ὁ Κύριος τὸν Μωϋσῆν νὰ συνάψῃ με τοὺς Ἰσραηλίτας εἰς τὴν χώραν Μωάβ, ἐπὶ πλέον τῆς Διαθήκης καὶ συμφωνίας, ποὺ συνῆψε μαζί των εἰς τὴν κορυφὴν Χωρὴβ τοῦ ὅρους Σινᾶ.»
- Δύο λαοί περιούσιοι και παράλληλοι στην ευλογία και στην αποστασία – π.Αθανάσιος Μυτιληναίος.
- Το αρχαίο κείμενο από την ιστοσελίδα της Αποστολικής Διακονίας.
- Φλάβιου Ιώσηπου Ιστορία του ιουδαϊκού πολέμου προς Ρωμαίους.Βιβλίο ΣΤ.ΙΙΙ.4.σελ.65-67.
- Gay έρωτες των αρχαίων “θεών”, Gay Pride και ειδωλολατρία των Νεοελλήνων. (Η παρδαλή υπερηφάνεια των ομοφυλόφιλων και η πικρή υπερηφάνεια του Γένους μας.)
Πηγή Σίτος Θεού