Του
Κωνστανίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου
ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΤΟΥ
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ: Ο Νικόλαος γεννήθηκε στην Μ. Ασία από ευσεβείς γονείς. Όταν
μεγάλωσε, κατετάγη στο βυζαντινό στρατό όπου και ήταν το πρότυπο του ήρωα χάρις
στα ανδραγαθήματά του. Όταν
ο αυτοκράτορας Λέων Στ΄ο Σοφός, πληροφορήθηκε για το
χαρακτήρα του αξιωματικού Νικολάου, τον κάλεσε στο παλάτι, τον προβίβασε σε
ταξίαρχο, απονέμοντάς του το οφφίκιο (αξίωμα) του Δούκα και του
στρατιωτικού διοικητή επαρχίας.
ΣΤΗ ΛΑΡΙΣΑ:
Μπροστά στον μεγάλο κίνδυνο της εποχής εκείνης, που ήταν οι Σαρακηνοί και οι
πειρατικές επιδρομές τους, ο αυτοκράτορας έστειλε τον Νικόλαο με μια χιλιαρχία
για να ενισχύσει την άμυνα της Λάρισας. Εκεί, σε συνεργασία με το λιγοστό
τοπικό θεματικό στρατό, έκανε ό,τι μπορούσε: Επιδιόρθωσε τα τείχη, εμψύχωσε τον
πληθυσμό και επί πλέον επιδόθηκε στη φιλανθρωπία επιχειρώντας μια ήπια
φορολογική πολιτική ("χορηγίες", "ελέη") υπέρ των
ασθενεστέρων. Το τελευταίο ενόχλησε τον "Τουρμάρχη" και τους
επιτελείς του. Ο αρχηγός της "Τούρμας", (μόνιμου θεματικού
στρατεύματος), συγκέντρωνε πολιτική και φορολογική εξουσία, ιδίως εν καιρώ
πολέμου. Όμως, ήταν διεφθαρμένος. Ενδιαφερόταν μόνο για τις πρόσθετες φορολογίες
("επήρειες, δουλείες, κακώσεις") και την απολαυστική ζωή. Στη Λάρισα,
λοιπόν, η παρουσία ενός φιλάνθρωπου βασιλικού Ταξίαρχου (ή Δούκα), ενόχλησε τον
Θεσσαλό Τουρμάρχη. Ο φθόνος τον οδήγησε σε συνωμοσία: Ασυμφωνία στο σχεδιασμό
αμύνης, παρεμπόδιση των Σλάβων της τοπικής Σκλαβηνίας, να μετάσχουν στην
αντίσταση, σχέδιο προδοσίας της πόλης, τέλος υποκίνηση σε αποστασία των
στρατιωτών του. Ο Νικόλαος έμεινε μόνο με 12 εμπίστους και μερικές γυναίκες που
είχαν πρωτοστατήσει στη φιλανθρωπική κίνηση. Βλέποντας την υπόθεση χαμένη,
συνεννόούμενος με τον Μητροπολίτη Φίλιππο, έβγαλε τους αμάχους από την πόλη
οδηγώντας τους στα κρησφύγετα των ασκηταριων του όρους Τέρναβο (Μελούνα).
Η ΕΙΣΒΟΛΗ ΤΩΝ ΣΑΡΑΚΗΝΩΝ: Την
άνοιξη του 902, αμέσως μετά τη σφαγή της Δημητριάδας, οι πειρατικές ορδές, με
επικεφαλής, τον αρνησίθρησκο Δαμιανό, εισέβαλαν στην εύφορη πεδιάδα και
επιδόθηκαν στην καταστροφή. Η Λάρισα λεηλατήθηκε, όπως και η ύπαιθρος. Παντού
αλαλαγμοί, κραυγές, φωτιές, βιασμοί, αρπαγές ιερών, σφαγές γερόντων. Τους νέους
τους στοίβασαν σε καράβια για τα σκλαβοπάζαρα, ενώ πολλούς τους ανάγκασαν να
εξωμόσουν (τέτοιο “έργο” Σαρακηνών περιγράφεται από ιστορικούς της εποχής στην
αλωση της Θεσσαλονίκης, του Άργους). Ο ευσεβής, πατριώτης Νικόλαος, στο μεταξύ,
αφού εξασφάλισε τη σωτηρία πολυάριθμων αμάχων, ώρμησε με τους λιγοστούς
συντρόφους του στο πεδίο της μάχης. Όλοι τους, ως ατρόμητοι χριστιανοί,
ομολόγησαν Χριστό και σαν Διγενείς πολέμησαν γενναία, πέφτοντας μέχρις ενός,
μαζί τους και δυο γυναίκες. Μετά την επιστροφή των διασωθέντων, ο Φίλιππος
φρόντισε την ανακομιδή των ιερών σκηνωμάτων τους. Τιμώνται ως άγιοι και είναι
οι: Αρμόδιος, Γρηγόριος, Ιωάννης, Δημήτριος, Μιχαήλ, Ακίνδυνος, Θεόδωρος,
Παγκράτιος, Χριστόφορος, Παντολέων, Ευώδιος, Αιμιλιανός, Ειρήνη και Πελαγία.
Μόνο ο Νικόλαος άντεξε και διέφυγε τραυματισμένος.
ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Οι
Θεσσαλοί, έμαθαν τα γεγονότα και ο γεναίος Ταξίαρχος Νικόλαος έγινε θρύλος. Ο
Συναξαριστής αναφέρει ότι ο Νικόλαος πήγε στους λόφους της Βουναίνης,
όπου μόναζαν ασκητές, και, μαθητεύσε κοντά τους. Κάποιος όμως “Χριστιανός”
φαίνεται πως τον πρόδωσε στους Αγαρηνούς. Ο Νικόλαος, βλέποντας τους εισβολείς,
στήριξε τους συναθλητές του για να μη δειλιάσουν. Όταν οι βάρβαροι τον
συνέλαβαν, προσπάθησαν να τον πείσουν ν’ αρνηθεί την πίστη του, με υποσχέσεις
αρχικά, με μαστιγώσεις στη συνέχεια. Μάταια, όμως, γιατί ο Νικόλαος έμενε
στέρεος στην πίστη του. Τότε ο επικεφαλής τους διέταξε να τον δέσουν σε δέντρο
όπου τον κατατρύπησαν με τις λόγχες τους. Τέλος τον έσυραν μισοπεθαμένο και τον
αποκεφάλισαν την 9η Μαΐου.
Η ΕΥΡΕΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΚΗΝΩΜΑΤΟΣ: Έπειτα από
περίπου πενήντα έτη, ο Δούκας της Θεσσαλονίκης, Ευφημιανός, χτυπημένος από
λέπρα, κατέφυγε στο θαυματουργό λείψανο του Αγίου Αχιλίου, στη Λάρισα. Μετά από
θεία οπτασία, που υπέδειχνε κάποιον τόπο, ο Δούκας ξεκίνησε για τη λύση του
μυστηρίου και την εύρεση της θεραπείας. Έφτασε στη Βούναινα. Με τον Επίσκοπο
Βουναίνης, κληρικούς και μερικούς ακόμα, έψαχναν για το ζητούμενο. Ώσπου, είδαν
ένα παλικάρι στην κουφάλα μιας αιωνόβιας βελανιδιάς, σφαγμένο, με λόγχη, (τη
δική του) μπηγμένη στα πλευρά του. Το σώμα του είχε διατηρηθει άφθαρτο. Ευωδία
αναπεμπόταν από το ιερό σκήνωμα. Τότε, βοσκοί της περιοχής θυμήθηκαν πως, πριν
χρόνια, τους διηγούνταν οι γονείς τους για έναν αξιωματικό που, προδομένος από
χριστιανό, σκοτώθηκε από βάρβαρους σ' ένα ρουμάνι. Έλεγαν πως τον βασάνισαν
σκληρά για να εξωμόσει, αλλά εκείνος δε λύγισε, ομολογώντας το Χριστό. Κανένας
δεν τον αναζήτησε, από τον φόβο των Αγαρηνών. Βρέθηκαν
και κάποια φθαρμένα εμβλήματα, που πιστοποιούσαν ότι αυτός ήταν ο Ταξίαρχος
Νικόλαος, μάρτυρας και εθνομάρτυρας. Έπειτα, ο Ευφημιανός λούστηκε στη διπλανή
πηγή και γιατρεύτηκε. Έγινε και η Ταφή του ιερού σκηνώματος με τιμές, ενώ πάνω
στον τάφο χτίστηκε Ναός. Η φήμη του γεγονότος διαδόθηκε παντού. Λείψανά του
σώζονται στον τόπο του μαρτυρίου του, ενώ αγία Κάρα του βρίσκεται στην Άνδρο. Η
Εκκλησία μας τον γιορτάζει στις 9 Μαΐου.
ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ ΜΕ ΤΟ ΒΙΟ ΤΟΥ ΚΑΙ
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ:
Σημείωση: Μετά το 1371 η
Βουναίνη (ή Βουνένη), έδρα Επισκοπής, δεν αναφέρεται στις πηγές.
Βιβλιογραφία: Δ. Σοφιανός,
Ο Άγιος Νικόλαος ο εν Βουναίνη, Αθήναι 1972.
Κώδικας αρ. 81, στην
Ι. Μ. Μεταμόρφωσης του Σωτήρα Μετεώρων.
«Μέγας Συναξαριστής»,
τόμος Ε΄, σ. 241-2.