Σάββατο 30 Μαρτίου 2013

«ΟΡΚΟΣ» ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΟΡΚΙΖΕΤΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ;

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ : ΑΓΩΝΑΣ  α.φ.189  http://www.agonas.org

Στην ανάγκη του όρκου βεβαιώσεως της αληθείας ο Χριστιανός οφείλει, να ορκίζεται στο όνομα του Ζώντος Τριαδικού Θεού.
«... άνθρωποι μεν γαρ κατά του μείζονος ομνύουσι, και πάσης αυτοίς αντιλογίας πέρας εις βεβαίωσιν ο όρκος» (Εβρ. 6,16).
Η κίνηση ωρισμένων κομμάτων της Βουλής των Ελλήνων προσπαθούν, να προωθήσουν εδώ και χρόνια, με υπόγειες διαδρομές, σχετικό Νομοσχέδιον «εφαρμογής του πολιτικού όρκου». Μιά προσπάθεια που γέμει υποκρισίας, και αθλιότητας, και που προκαλεί, βάναυσα, το δημόσιον αίσθημα. Ενέχει δε και δολιότητα η προσπάθειά τους αυτή, γιατί, απώτερο σκοπό έχουν, και μάλιστα μέσα στον «Ναό της Δημοκρατίας, στη Βουλή», να χτυπήσουν τα άρθρα εκείνα του ισχύοντος Συντάγματος της Χώρας, και να περιθωριοποιήσουν την Χριστιανοσύνη, και τα Ελλην/Ορθόδοξα Ιδεώδη και Ιδανικά.
Να χτυπηθούν, δηλαδή, και να καταργηθούν τα άρθρα εκείνα του ισχύοντος Συντάγματος, που ομιλούν ευθέως για την «Επικρατούσα θρησκεία» (3), την «ανάπτυξιν της Εθνικής και Θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων πολιτών» (16), και κυρίως ο καημός τους είναι να καταργηθεί το άρθρον 59 που ομιλεί ευθέως και κατηγορηματικά, ότι οι Βουλευτές του λαού, «Ομνύουν εις το όνομα της Αγίας και ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος».
Όμως, ο λαός είναι εδώ, παρών, που και μνήμη διαθέτει, και γνώση έχει, και την ανάλογη αγωνιστικότητα και το θάρρος έχει, και την άδεια από το ισχύον Σύνταγμα έχει, για να ενεργήσει και να πράξει ανάλογα, γιατί «η τήρησις του συντάγματος επαφίεται εις τον πατριοτισμόν των Ελλήνων, δικαιουμένων και υποχραωμένων εις την διά παντός μέσου αντίστασιν κατά οιουδήποτε επιχειρούντος την βιαίαν κατάλυσιν αυτού» (άρθρ. 120).
Αλλά ας επανέλθουμε στο προκείμενον, που θα μας απασχολήσει, και που είναι ο «Θρησκευτικός Όρκος»:

Ομνύω (= Ορκίζομαι, δεσμεύομαι με όρκο, βεβαιώ ενόρκως, ορκίζομαι σε ό,τι έχω ιερόν, στο Ευαγγέλιον, διαβεβαιώ ενώπιον του Δικαστηρίου επικαλούμενος ως μάρτυρα το Θεό ότι θα πω την αλήθεια, σε ό,τι ερωτηθώ. Άρα ΟΡΚΟΣ είναι η άμεση επίκληση του ονόματος του Θεού, ως μάρτυρα της αληθείας των όσων λέγω ή της ειλικρίνειάς μου των όσων υπόσχομαι.
Υπάρχουν δύο (2) όρκοι: Ο Βεβαιωτικός, που δίνει κάποιος, όταν καλείται ως μάρτυρας στα διάφορα πολιτικά και θρησκευτικά Δικαστήρια, και ο Υποσχετικός, που δίνει αυτός που γίνεται Μοναχός, ή που διορίζεται: Δημόσιος Υπάλληλος, Στρατιωτικός, Υπουργός, Βουλευτής πριν αναλάβουν τα καθήκοντα τους, ή όταν κάποιος θέλει να πείσει τους άλλους για την ειλικρίνεια του, και προς τούτο επικαλείται τον Θεό ως εγγυητή των υποσχέσεων ή των καλών του προθέσεων.
Ο Όρκος είναι ισχυρός ηθικός θεσμός και παράγων αρμονίας στις ανθρώπινες κοινωνίες και σχέσεις, λόγω της αξίας που έχει για την απόδειξη της αλήθειας. Για το λόγο αυτό ο Όρκος χρησιμοποιείται ανέκαθεν από όλους τους λαούς στην ιδιωτική ζωή και προ πάντων στην απονομή της δικαιοσύνης.
Στην αρχαία Ελλάδα ο Όρκος δινόταν «εις το όνομα των θεών», οι οποίοι «επιβλέπουσιν την τήρησιν του όρκου, και τιμωρούν τον παραβαίνοντα αυτόν», (Ευρ. Φοίν.). Ο Ξενοφών, (Ανάβαση), δηλώνει: «Όμνυμαι θεούς και θεάς». Ο Ευριπίδης και ο Αριστοφάνης μας ενημερώνουν, ότι έχει γίνει όρκος στο όνομα του Δία, «Ομώμαστε Ζεύς». Και ο Δημοσθένης σημειώνει, «Ομωμοκώς τους θεούς». Στην αρχαιότητα ο όρκος της γυναίκας και του μοιχού, αν και ορκίζοντο ήσαν άνευ ουδεμιάς σημασίας κατά ρητορική έκφραση των Σοφοκλή, Φιλωνίδου, κ.π.ά. «όρκους εγώ γυναικός εις ύδωρ γράφω – όρκους δε μοιχών εις τέφραν εγώ γράψω». Ο Ησίοδος τον όρκο τον προσωποποιεί «ως υιόν της Έριδος».
Στον Χριστιανισμό ο όρκος εκτίθεται και εξετάζεται σε δύο χρονικές περιόδους. Στην περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, και στην περίοδο της Καινής Διαθήκης.
Α΄ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ
Στην περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, Ο ίδιος ο Θεός ορκίζεται στον Εαυτόν Του, (γιατί δεν υπάρχει ανώτερός Του), ότι θα τηρήσει τις υποσχέσεις Του, που έδωσε στον Αβραάμ και στα άλλα εκλεκτά πρόσωπα του περιούσιου λαού Του, «κατ’ εμαυτού ώμοσα .. αρώ εις τον ουρανόν την χείρα μου και ομούμαι τη δεξιά και ερώ, ζώ εγώ εις τον αιώνα ... διεθέμην διαθήκην τοις εκλεκτοίς μου, όμωσα Δαυίδ τω δούλω μου ... ή μην ευλογών ευλογήσω σε και πληθύνων πληθυνώ σε ... Ώμοσε Κύριος τω Δαυίδ αλήθειαν και ου μη αθέτηση αυτήν» (Γεν. 22,16-17. Δευτ. 32,40. Ψαλ. 88,4 & 131,11. Ησ. 55,23, και αλλαχού της Παλαιάς Διαθήκης). Προσέτι, ο ζων Θεός καλεί τους ανθρώπους μάρτυρες υπερασπίσεώς Του στα δικαστήρια, «πάντα τα έθνη συνήχθησαν άμα και συναχθήσονται άρχοντες εξ αυτών ... αγαγέτωσαν τους μάρτυρας αυτών και δικαιωθήτωσαν και ακουσάτωσαν και ειπάτωσαν αληθή ... γενέσθαι μοι μάρτυρες ... υμείς εμοί μάρτυρες» (Ησ. 43,9-13).
Επίσης τους καλεί να ορκίζονται στο όνομά Του και όχι στους ψεύτικους θεούς «Κύριον τον Θεόν σου φοβηθήση και αυτώ μόνω λατρεύσεις και προς αυτόν κολληθήση και επί τω ονόματι αυτού ομή ... ευφρανθήσεται επί τω Θεώ πας ο ομνύων εν αυτώ, ότι ενεφράγη στόμα λαλούντων άδικα» (Δευτ. 6,13 & 10,20. Ψαλμ. 62,12).
B΄ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
Η ίδια τακτική φαίνεται, ότι συνεχίζεται και στην Καινή Διαθήκη, τόσο από τον άνθρωπο Ιησού Χριστό, ο Οποίος όχι μόνον φαίνεται ότι ορκίζεται με το, «Αμήν, Αμήν λέγω υμίν», αλλά και όταν καλείται να ορκιστεί από τον Αρχιερέα Καϊάφα, «εξορκίζω σε κατά του Θεού του ζώντος, ίνα υμίν είπης, συ ει ο υιός του Θεού», ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν αρνείται τον όρκο, τον αποδέχεται, και του απαντά ευθέως,«σύ είπας (= δεν χρειάζεται να σου απαντήσω, το είπες ήδη εσύ, ότι είμαι ο υιός του Θεού). [Ματθ. 26,63-64]. Άρα τον όρκο τον αποδέχεται ο Χριστός και μάλιστα τον εφαρμόζει πιστά. Επίσης, ο Κύριος, καλεί τους μαθητές Του να γίνουν μάρτυρές Του, «υμείς δε εστέ μάρτυρες τούτων ... λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς και έσεσθέ μοι μάρτυρες... έως εσχάτου της γης» (Πράξ. 1,8 ).
Και οι άγιοι Απόστολοι ακολουθούν την ίδια τακτική έναντι του Όρκου. Ορκίζονται στο όνομα του Χριστού και του Θεού, «αλήθειαν λέγω εν Χριστώ, ου ψεύδομαι... ά δε γράφω υμίν, ιδού ενώπιον του Θεού ότι ου ψεύδομαι... ο Θεός οίδεν, ότι ου ψεύδομαι» (Ρωμ. 9,1., Γαλ. 1,20. Β΄ Κορ. 11,31, και αλλαχού της Γραφής). Όμως, παρ’ όλα αυτά, ο Θεάνθρωπος Κύριός μας Ιησούς Χριστός, μας δηλώνει κατηγορηματικά να αποφεύγουμε παντελώς τον Όρκο, «μη ομόσαι όλως» (Ματθ. 5,34).
Λέγοντας ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός το «μη ομόσαι όλως», έχει υπόψη Του, την τέλεια κοινωνία των αγίων, αυτή του «ελθέτω η Βασιλεία σου ως εν ουρανώ και επί της γης», όπου τότε θα ισχύει πλέον «το ναι, ναι, και το ου, ου», αλλά και πάλι τούτο θα ισχύει, μέχρι του σημείου που δεν θα υπάρξει ουδεμία διαφωνία μεταξύ των πιστών. Γιατί αν θα υπάρξει κάτι τέτοιο, τότε την αλήθεια θα την αποδείξουν δύο ή τρείς μάρτυρες, «επί στόματος δύο ή τριών μαρτύρων σταθήσεται παν ρήμα», (Ρωμ. 18,15-17).
Εδώ δηλαδή ο Χριστός νομοθετεί αποβλέπων όχι στις ανάγκες του παρόντος, αλλά του μέλλοντος, οπότε οι πιστοί Του θα σχημάτιζαν κοινωνίες αφωσιωμένες σε Αυτόν και την διδασκαλία Του. Γι’ αυτό και οι φιλονικίες, λογομαχίες, καυγάδες, διχόνοιες, ανταγωνισμοί και έριδες, μεταξύ των Χριστιανών θα διευθετούνται και θα τελειώνουν με Όρκο στο όνομα του Ζώντος Θεού. Και στο σημείον αυτό ο λόγος του Θεού είναι λίαν σαφής και κατηγορηματικός: «Κύριον τον Θεόν σου φοβηθήση και αυτώ μόνω λατρεύσεις και προς αυτόν κολληθήση, και επί τω ονόματι αυτού ομή ... ομνύντες επί τω ονόματι Κυρίου Σαβαώθ ... άνθρωποι μεν γαρ κατά του μείζονος ομνύουσι, και πάσης αυτοίς αντιλογίας πέρας εις βεβαίωσιν ο όρκος ... εν ω περισσότερον βουλόμενος ο Θεός επιδείξαι τοις κληρονόμοις της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού εμεσίτευσεν (= εμεσολήβησε) όρκω» (Ματθ. 5,34 & 18,16-17. Αριθ. 30,3. Δευτ. 6,13, 10,20, 23,21, Ψαλμ. 49,14. Ησ. 19,18, Εβρ. 6,16-17).
Αυτό ακριβώς έχει υπόψη Του ο Θεάνθρωπος Κύριος, και όταν κηρύττει «όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αυτώ και την άλλην», (Ματ. 5,39), αλλά όταν ένας υπηρέτης τον εράπισε μπροστά στον Αρχιερέα, δεν «έστρεψε και την άλλην», αλλά του εζήτησε επίμονα εξηγήσεις, γιατί τον εράπισε, «εί κακώς ελάλυσα ομιλησον περί του κακού, ει δε καλώς, τί με δέρεις;» (Ιωάν. 18,22). Τούτο σημαίνει, ότι θα «στρέψω και την άλλην» σε μιά κοινωνία αγίων, όπου και θα διδάξω με την συμπεριφορά μου αυτή, αλλά όταν το ράπισμα θα δημιουργήσει υπονοούμενα, είμαι υποχρεωμένος, να ζητήσω δημόσια εξηγήσεις για την άρση των υπονοουμένων.
Ο Όρκος του Χριστιανού στο όνομα του Θεού έχει δύο στόχους: α’.-) Αναγνωρίζει Θεό του, σε αυτόν που ορκίζεται, και β’.-) Το και πλέον σημαντικόν, ότι θα τιμωρηθεί από το Θεό αν επικαλεστεί το όνομά Του, «επί ματαίω» και ορκιστεί ψέματα, «ουκ ομείσθε τω ονόματί μου αδίκω και ου βεβηλώσετε το όνομά του Θεού ημών ... εμίσησας πάντας τους εργαζομένους την ανομίαν, απωλείς πάντα τους λαλούντας το ψεύδος» (Δευτ. 19,12. Ψαλμ. 5,6-7).
Κατά τον λόγο λοιπόν του Θεού ο Χριστιανός πρέπει να αποφεύγει το να φτάνει στο σημείο να ορκίζεται, «μη ομόσαι όλως», και να λύνει τις διαφορές του μεταξύ των αδελφών του Χριστιανών, ή «εν εκκλησία» (Ματθ. 18,15-17), αλλά εάν παρ’ όλα αυτά φτάσει στην ανάγκη να καταλήξει στα δικαστήρια και να κληθεί να βεβαιώσει την αλήθεια, τότε δεν έχει δικαίωμα, ούτε να αρνηθεί, ούτε έχει και περιθώρια επιλογής, παρά υποχρεούται να βεβαιώσει την «αληθινή αλήθεια» επικαλούμενος προς τούτο μόνον το όνομα του Ζώντος Τριαδικού Θεού, γιατί «άνθρωποι μεν γαρ κατά του μείζονος ομνύουσι και πάσης αυτοίς αντιλογίας πέρας εις βεβαίωσιν ο όρκος ... και επί τω ονόματι αυτού ομή». «Εβρ. 6,16 . Δευτ. 6,13 & 10,20).

Πρεσβύτερος ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ
Ορθόδοξος Θεολόγος – Εκκλ/κός Συνήγορος
Επ/μος πρ/δρος Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος

ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ:
Αγία Γραφή.
ΘΗΕ. τομ. 9ος.
Ελληνικά Λεξικά.
Ισχύον Σύνταγμα.
Εγκυκλοπαίδεια ΦΑΡΟΣ.
Νικοδήμου «ΠΗΔΑΛΙΟΝ».
Ιωήλ Γιαν/πούλου «Η Παλαιά Διαθήκη».
Παν. Τρεμπέλα «Υπόμνημα στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον».
Παν. Χ. Δημητρακοπούλου «Ορθ/ξη Χρ/νική Ηθική».
Ιστορία ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ (Εκδοτική Αθηνών Α.Ε.).