Κυριακή 5 Νοεμβρίου 2023

Προς τί ο διάλογος; – Από τον μακαριστό καθηγητή παπα Γεώργη Μεταλληνό


Πολλοί αδελφοί μας ρώτησαν που ακριβώς βρίσκεται η προφητική κουβέντα του παπά- Γιάννη του Ρωμανίδη για το ότι: "από δω και πέρα το πρόβλημα για την Εκκλησία θα είναι οι Δεσποτάδες πια πίστη έχουν " Αυτό το είπε ο π. Ιωάννης το 2000 περίπου. Ευχαριστούμε τον Δ.Ρόδη για την βοήθεια ,η ανάρτηση αφιερώνεται στον Μητροπολίτη Αμβρόσιο πρώην Καλαβρύτων .

Ό μακαριστός παπα-Γιάννης Ρωμανίδης έλεγε στά τελευταία χρόνια της ζωής του: «Από τώρα και στό εξής τό πρόβλημα θά είναι οι Δεσποτάδες μας. Ποιά πίστη έχουν»! .
 
Μέ τις τελευταίες δηλώσεις τοϋ «urbi et orbi» ό Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ’ δέν μας αιφνιδίασε. Διότι δέν είναι ή πρώτη φορά, πού διακηρύσσει την έκκλησιολογική συνείδηση τοϋ Παπισμοϋ. Το ϊδιο είχε πράξει και πέρυσι, πριν μεταβεί στήν Κωνσταντινούπολη, προσκεκλημένος τοϋ Οικουμενικού Πατρι­αρχείου. Και ποιές είναι οί δηλώσεις αυτές, πού μέ απόλυτη ομοφωνία δημοσίευσε ό ελλαδικός και παγκόσμιος Τύπος;

Ή Ρώμη διεκδικεί τήν ταυτότητα της «μοναδι­κής πραγματικής Εκκλησίας του Χριστού στον κόσμο», χωρίς νά είναι πρόθυμη νά απαρνηθεί στο ελάχιστο τήν πεποίθηση της αύτη. Αναγνωρίζει μέν, ότι υπάρχουν και έκτός της «Καθο­λικής Εκκλησίας πολλά στοιχεία καθαγιασμοϋ και αλήθειας», αλλά ό Παπισμός είναι ή μόνη αληθινή Εκκλησία τοϋ Χριστοϋ. «Οί Όρθόδοξες Εκκλησίες» (όχι: Ή Όρθόδοξος Εκκλησία) είναι μέν «εκκλησίες», αλλά πάσχουν απο ενα «έλλειμμα», μή αναγνωρίζοντας τον Πάπα ώς διάδοχο τοϋ (Αποστόλου) Πέτρου, αρνούμενες δηλαδή, ή μή δεχόμενες ακόμη, το παπικο Πρωτείο, πού θεμελιώνεται στήν περι Πέτρου παπική διδασκαλία. Όταν αύτά δέν τά λέγει ενας οίοσδήποτε Πάπας, αλλά ό σημερινός, πού είναι σπουδαίος ρωμαιοκαθολικος δογματολόγος, τό πράγμα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα.

«Εχουμε εισέλθει, οί Όρθόδοξοι, σέ διάλογο μέ τον Παπισμό, ό όποίος (διάλογος) μάλιστα ανανεώθηκε τελευταία, μέ τήν συγκατάθεση των Οίκουμενιστών μας, πού δέχονται στήν πράξη τις δηλώσεις του Πάπα. ‘Άρα προχωρούμε μέ βάση τήν φιλοσοφική αρχή της «λήψεως του αιτουμένου», κάτι πού σημαίνει τήν έκ μέρους μας «έλλειμματική», πράγματι, συμμετοχή, όσον αφορα στήν δική μας αύτοσυνειδησία και το έκκλησιαστικο αύτοσυναίσθημά μας. Μέ μειωμένο αύτοσυναίσθημα και αναγνώριση τοϋ «έκκλησιαστι-κοϋ έλλείμματός» μας αδικοϋμε και αρνούμεθα τήν Όρθοδοξία των Αγίων μας, όλων των αιώνων, συνομολογώντας σιωπηρά τήν κατά τον Πάπα μή πληρότητα της Εκκλησίας μας.

Ό μακαριστός παπα-Γιάννης Ρωμανίδης έλεγε στά τελευταία χρόνια της ζωής του: «Από τώρα και στό εξής τό πρόβλημα θά είναι οι Δεσποτάδες μας. Ποιά πίστη έχουν»! Αυτό τό ζοϋμε όλοι μας.
Πόσο μάλλον, όταν ό Πάπας δεν παραλείπει νά προσθέσει: «Ό διάλογος δεν μπορεί νά είναι μία αφορμή, γιά νά προσαρμόσει ή νά μαλακώ­σει αυτό πού πιστεύει (ό Παπισμός) ότι είναι»! Καμμία διάθεση, δηλαδή, ύποχωρήσεως έκ μέρους του. Τό αστείο έδω, και τραγικό συνάμα, είναι, ότι οί οίκουμενιστές Ποιμενάρχες μας διακηρύσ­σουν ότι μετέχουμε στούς θεολογικούς διαλόγους, γιά νά διαφω­τίσουμε και διδάξουμε τούς έτεροδόξους!
Βέβαια, ή Χάρη τοϋ Θεοϋ πολλά πράγματα μπορεί νά μετα­βάλει, οδηγώντας σέ ανατοποθετήσεις και τελικά στην μετάνοια. Δέν είναι όμως αυτό τό πρόβλημα, ούτε βοηθοϋν την ενερ­γοποίηση της Θείας Χάριτος μέσα μας ή δουλική συμμετοχή στον διάλογο καί οί χαλαρές «αντιδράσεις», πού άπλώς έπιβεβαιώνουν την πολύ γνω­στη στό Βατικανό ήττοπάθεια και αδυναμία μας. Δέν θά ήταν λογικό νά λεχθεί, μέ αξιοπρέπεια και αγάπη γιά την Αλήθεια, στόν Πάπα, ότι, έφ’ όσον γίνονται παρόμοιες δηλώσεις, ή συμμετοχή μας στόν διάλογο είναι μάταιη καί συνιστά a priori παραδο­χή τοϋ Παπικοϋ πρωτείου και της μοναδικότητος της Λατινικής Εκκλησίας;
Τό πρόβλημα, συνεπώς, δέν είναι ό Πάπας, πού μέσα σέ ένα παραλήρημα εξουσιαστι­κής υπεροψίας, συνεχίζει τις ϊδιες παπικές διακηρύξεις και γιά επίδειξη δυνάμεως στό έσωτερικό τοϋ Παπισμοϋ και γιά την ανάκτηση τοϋ αμφισβητουμένου κύρους της Παποσύνης.

Τό πρόβλημα είμαστε έμείς και κυρίως οί βασικά υπεύθυνοι, οί Ποιμένες. Στό σημείο αυτό και είς μνημόσυνόν του αισθάνομαι την ανάγκη νά μνησθω τοϋ μακαριστοϋ Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, όταν ρωτοϋσε έμας τούς, κατ’ επάγγελμα, Θεολόγους των Πανεπιστημίων: «Είναι Εκκλησία τό Βατικανό;». Παρά τά όσα αρνητικά θά μποροϋσε κάποιος νά προσάψει στόν τέως Αρχιε­πίσκοπο, οφείλουμε νά αναγνωρίσουμε, ότι την Πίστη δέν την έβλαψε. Ένθυμοϋμαι, μάλιστα, την σύνεση, πού έπέδειξε τό 1993, μετά την ούνιτικη απόφαση τοϋ Balamand, την όποία ή Εκκλη­σία της Ελλάδος (τότε…) δέν είχε προσυπογράψει. Ό μακαρι­στός παπα-Γιάννης Ρωμανίδης έλεγε στά τελευταία χρόνια της ζωης του: «Άπό τώρα και στό έξης τό πρόβλημα θά είναι οί Δεσποτάδες μας. Ποιά πίστη έχουν»! Αύτό τό ζοϋμε όλοι μας.

Τηρουμένων τών αναλογι­ών, αυτό ισχύει γιά τούς οίκουμενιστές Ποιμένες τής εποχής μας.«Τών παπικών περίγελα» καταντοϋν και τών «Πατέρων μας παλιάτσοι».

Πολλές φορές μοϋ έρχεται στη μνήμη ό λόγος τοϋ Αποστόλου Παύλου στις Πράξεις (20,18) γιά «λύκους βαρείς», πού θά διεισ­δύσουν στό έκκλησιαστικό σώμα, «μη φειδόμενοι τοϋ ποιμνίου». Και όλοι οί έρμηνευταί, παλαιότεροι και νεώτεροι, ταυτίζουν τούς «λύκους» αύτούς μέ τούς αίρετικούς, και πολύ ορθά. Δέν είναι παρά ψευδοποιμένες, πού θά έμφανίζονται μέ τό ένδυμα τοϋ ποιμένος, ένω στην ούσία θά είναι λύκοι και μάλιστα «βαρείς», δηλ. τυραννικοί και σκληροί. Βαρύτητα, όμως, έρμηνευτικά έχει ή φράση τοϋ στ. 30: «και έξ ύμων αύτων»! Παρατηρεί ό ίερός Χρυσόστομος: «Και τό χαλεπώτερον, ότι αύτούς τούτους έξ αύτων αναστήσεσθαι λέγει «ό και σφόδρα έστί βαρύ, όταν καί έμφύλιος ό πόλεμος fj ». Ή ίστορική πραγματικότητα δείχνει, ότι ό Απόστολος δέν μιλοϋσε μόνο γιά τήν έποχή του. Είναι δυνατόν, λοιπόν, μετά από αύτά, ορθόδοξος Επίσκοπος νά θέτει τό έρώτημα: «Άλλαξε τίποτα στην Όρθοδοξία μέ τό πού ήλθε ό Πάπας;» (Εννοοϋσε την έλευσή του στην Ελλάδα τό 2001). Αντιδρώντας τότε, αναγκασθήκαμε νά δηλώσουμε δημόσια: Τί άλλο ήθελε ό Πάπας; «Τά πήρε όλα και έφυγε»! Ποιά ήσαν αύτά τά «όλα»; Απλούστατα, ή ύποδοχη κα αναγνώρισή του ώς γνησίου έπισκόπου της Εκκλησίας τοϋ Χριστοϋ, παρά τά παπικά δόγματα (Πρω­τείο, αλάθητο και τό παπικό κοσμικό κράτος), πού αφαιροϋν κάθε δυνατότητα στόν Παπισμό νά έμφανίζεται και νά διεκδικεί τόν χαρακτηρισμό «έκκλησία». Δέν είναι, δυστυχώς, μόνο ή απουσία θεολογικών προϋποθέσεων ή ή υπόταξη και τό θάψιμό τους σέ όποιεσδήποτε συμβατικότητες ή ένδοκοσμικές και αντιχριστιανι­κές προσδοκίες, πού μας κάνει νά διαμαρτυρόμεθα. Είναι κυρί­ως ή τόσο εύκολη απεμπόληση της Πίστεως τών Αγίων μας όλων των αίώνων, χωρίς την όποία σωτηρία, δυνατότητα θεώσεως, δέν είναι δυνατόν νά ύπάρξει. Αύτό σημαίνει, ότι κάποιοι Ποιμένες ένεργοϋν μέ τη συνείδηση και κατα­στροφικη διάθεση των «λύκων» των Πράξεων, κατασπαράζοντας πνευ­ματικά οί ϊδιοι τό ποίμνιο, πού ό Κύριος τούς ένεπιστεύθη (πρβλ. Ίω-άν. 21,15-17).
Υπάρχει, όμως, και κάτι πρακτικά χειρότερο: Οί Δυτικοί γνωρίζουν τις αδυναμίες μας και τόν τρόπο σκέψεώς μας και γι’ αύτό δέν ανησυχοϋν. Όλα τά βλέπουν δικά τους και πρό τοϋ διαλόγου, πού, όπως γίνεται, δέν είναι παρά έπανάληψη ή συνέχεια της ούνιτικης ψευδοσυνόδου της Φλωρεντίας (1439). 
Έπι τέλους, ό,τι δέν πέτυχε ό Παπισμός στη διάρκεια της δουλείας (λατινοφραγκικης και οθωμανικης) μέ τις πιέσεις, νά έπιβάλει δηλαδη την απόφαση της Φλωρεντίας, τό έπιτυγχάνει σήμερα μέ την συγκατάθεση τών ϊδιων τών Ποιμένων! «Ε, τότε, μας ταιριάζει ό χαρακτηρισμός των (πολιτικά) γραι­κύλων από τόν μακαρίτη ποιητή μας Κωστή Παλαμά:

Δέν έχεις, ‘Όλυμπε, θεούς,
μηδέ λεβέντες ή’Όσσα,
Ραγιάδες έχεις, Μάννα Γή,
σκυφτούς γιά τό χαράτσι.
Κούφιοι και οκνοι, καταφροναν,
τη θεια τραχιά σου γλώσσα,
τών Ευρωπαίων περίγελα
καί τών αρχαίων παλιάτσοι.
Τηρουμένων τών αναλογιών, αύτό ισχύει γιά τούς οίκουμενιστές Ποιμένες της έποχης μας. «Τών παπικών περίγελα» καταντοϋν κα τών «Πατέρων μας παλιάτσοι». Υπάρχει κάτι χειρότερο κα απαισιώτερο από αύτό; Ό Θεός νά μας έλεήσει και νά μας όδη-γήσει στην μετάνοια, μέ τούς τρόπους πού Αύτός γνωρίζει…