Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2024

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΚΥΡΙΑΚΗ 11 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2024

Ὁ Ἅγιος Βλάσιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Σεβαστείας

 
Λαιμὸν Βλάσιος ἐκκοπεὶς διὰ ξίφους,
Ἀλγοῦσι λαιμοῖς ῥευμάτων εἴργει βλάβας.
Ἑνδεκάτῃ Βλασίου τάμεν αὐχένα χαλκὸς ἀτειρής


Ὁ Ἅγιος Βλάσιος ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.). Σπούδασε ἰατρική, ἀλλὰ προσέφερε χωρὶς χρήματα τὶς ὑπηρεσίες του, ὡς φιλανθρωπία, στοὺς πάσχοντες καὶ ἀσθενεῖς. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἰατρικὴ βοήθεια χορηγοῦσε δωρεὰν στοὺς ἀσθενεῖς τὰ φάρμακα καὶ τοὺς ἔδινε τὰ ἔξοδα τῆς νοσηλείας τους. Ἡ φιλανθρωπική του δραστηριότητα καλλιεργεῖτο στὴν ψυχή του ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἡ Ἐκκλησία τὸν δέχθηκε στὶς τάξεις τοῦ ἱεροῦ κλήρου καὶ τὸν ἐξέλεξε Ἐπίσκοπο Σεβαστείας.

Ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Λικινίου, ὁ ἔπαρχος Ἀγρικόλας τὸν συνέβαλε καὶ τὸν ὑπέβαλε σὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Οἱ στρατιῶτες, ἀφοῦ τὸν μαστίγωσαν ἀνηλεῶς μὲ ραβδιά, τὸν κρέμασαν ἀπὸ ξύλο καὶ στὴν συνέχεια τὸν ὁδήγησαν δεμένο στὴν φυλακή. Ἔπειτα τὸν ἔριξαν στὸν βυθὸ μιᾶς λίμνης. Ὅμως ὁ Ἅγιος, μὲ τὴ θαυματουργικὴ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, διασώθηκε. Ἐξοργισθέντες τότε οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστεως τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἔτσι, ὁ Ἱερομάρτυς Βλάσιος ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς δόξας τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὸ Μαρτύριό του, τὸ ὁποῖο βρισκόταν κοντὰ στὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Φιλίππου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φερωνύμως βλαστήσας ὡς δένδρον εὔκαρπον, Ἱεράρχα Κυρίου Βλάσιε ἔνδοξε, μαρτυρίου τοὺς καρποὺς κόσμῳ προήγαγες, καὶ θαυμάτων δωρεάς, ἀναβλύζεις δαψιλῶς, ὡς θεῖος Ἱερομάρτυς, τοῖς καταφεύγουσι Πάτερ, τῇ ἀντιλήψει τῆς πρεσβείας σου.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ὁ θεῖος βλαστός, τὸ ἄνθος τὸ ἀμάραντον, ἀμπέλου Χριστοῦ, τὸ κλῆμα τὸ πολύφορον, θεοφόρε Βλάσιε, τοὺς ἐν πίστει τελοῦντας τὴν μνήμην σου, εὐφροσύνης πλήρωσον τῆς σῆς, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.
Λόγον ἀληθείας γεηπονῶν, τῆς δικαιοσύνης, ἀναβλάστησας τοὺς καρπούς, ὧν ἡ Ἐκκλησία, ὁσῶραι γευόμενη, Βλάσιε Ἱεράρχα, τιμᾷ τοὺς ἄθλους σου.


Ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἡ Βασίλισσα

  
 Θεοδώραν Ἄνασσαν εὐσεβεστάτην,
Χριστὸς Βασιλεὺς ἀξιοῖ θείου στέφους.


Ἡ Ἁγία Θεοδώρα, ἡ βασίλισσα, γεννήθηκε στὴν Ἔβεσσα τῆς Παφλαγονίας, τὸ 815 μ.Χ., ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν δρουγγάριο Μαρίνο καὶ τὴν ἐνάρετη Θεοκτίστη ποὺ διακρινόταν γιὰ τὴν εὐλάβειά της καὶ τὴν προσήλωσή της στὴν ὀρθόδοξη πίστη. Ἡ Ἁγία εἶχε τρεῖς ἄλλες ἀδελφές, τὴ Σοφία, τήν Μαρία καὶ τὴν Εἰρήνη καὶ δύο ἀδελφούς, τὸν Βάρδα καὶ τὸν Πετρωνᾶ. Τὸ ἔτος 830 μ.Χ. νυμφεύθηκε τὸν αὐτοκράτορα Θεόφιλο (829 – 842 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἦταν εἰκονομάχος. Παρὰ τὸ εἰκονομαχικὸ κλίμα ποὺ ἐπικρατοῦσε, ἡ Θεοδώρα ἐξακολουθοῦσε νὰ τιμᾶ τὶς ἱερὲς εἰκόνες καὶ νὰ τὶς φυλάσσει κρυφὰ στὰ δώματά της. Ἡ μητέρα της, Θεοκτίστη, ἐγκατέλειψε τὰ ἀνάκτορα καὶ ἀποσύρθηκε σὲ γυναικεία μονή, τὴν ὁποία ἡ ἴδια εἶχε ἱδρύσει.

Τὸ 842 μ.Χ. ὁ Θεόφιλος πέθανε καὶ ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἀνέλαβε τὴν βασιλεία καὶ τὴν ἐποπτεία τοῦ ἀνήλικου υἱοῦ της Μιχαήλ, μὲ συνεπιτρόπους τὸν ἀδελφό της Βάρδα, τὸν ἐκ τοῦ πατέρα της θείου της, ποὺ ἦταν μάγιστρος καὶ τὸν λογοθέτη Θεόκτιστο. Ἡ πρώτη ἐνέργεια ἦταν ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ εἰκονομάχου Πατριάρχου Ἰωάννου καὶ ἡ ἐκλογὴ τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου († 14 Ἰουνίου). Ἡ Σύνοδος, ποὺ συνῆλθε στὶς 11 Μαρτίου τοῦ 843 μ.Χ., ἀποφάσισε τὴν ἀναστήλωση τῶν Ἁγίων εἰκόνων καὶ ἀνόρθωσε τὴν διδασκαλία τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ μεγαλοπρεπὴς πανήγυρη ἐτελέσθη τὴν Α’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας, ποὺ ἀπὸ τότε καθιερώθηκε ὡς Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἀλλὰ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ζήτημα τῶν εἰκόνων, τὴν Ἁγία Θεοδώρα ἀπασχόλησαν καὶ ἄλλοι ποικίλοι ἐσωτερικοὶ καὶ ἐξωτερικοὶ περισπασμοί, ὅπως οἱ ἐπιδρομὲς τῶν Ἀράβων στὴ Σικελία καὶ Μικρὰ Ἀσία, οἱ ἐπαναστάσεις τῶν Σλάβων τῆς Πελοποννήσου καὶ τῶν Παυλιανιτῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, οἱ ἐκστρατεῖες κατὰ τῶν Ἀράβων τῆς Κρήτης, τῆς Συρίας καὶ τῆς Αἰγύπτου, καὶ οἱ περιπλοκὲς μὲ τὸν ἡγεμόνα τῶν Βουλγάρων Βόγορι, τὸν ὁποῖο ὁδήγησε στὴν Ὀρθοδοξία.

Ἔτσι, ἐμπιστεύτηκε τὴν ἀνατροφὴ τοῦ υἱοῦ της στὸν ἀδελφό της Βάρδα, ὁ ὁποῖος, μὲ σκοπὸ τὸ δικό του συμφέρον, ἐνθάρρυνε καὶ ἐνίσχυε κάθε ροπὴ τοῦ νεαροῦ βασιλέως πρὸς τὴν ἀκολασία. Ἡ δολοφονία τοῦ λογοθέτου Νεοκτίστου κατέστησε τὸν ἀδελφὸ τῆς Ἁγίας πανίσχυρο, ὥστε νὰ περιφρονεῖ καὶ νὰ ἀπειλεῖ καὶ τὴν ἴδια.
Ἀργότερα, ὁ ἴδιος ὁ υἱὸς τῆς Ἁγίας, Μιχαήλ, καὶ ὁ ἀδελφός της Βάρδας, διέταξαν τὸν ἐγκλεισμό της, μαζὶ μὲ τὶς θυγατέρες της Ἄννα, Θέκλα, Ἀναστασία, Μαρία καὶ Πουλχερία, στὴ μονὴ Γαστριῶν, στὴν περιοχὴ τῶν Ὑψομαθείων καὶ τὴν κουρά της ὡς μοναχῆς. Ἐκεῖ ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἀφοσιώθηκε στὴν προσευχὴ καὶ στὴν ἄσκηση. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 867 μ.Χ., τὸ δὲ ἱερὸ λείψανό της φυλάσσεται μὲ εὐλάβεια στὸ ναὸ τῆς Παναγίας Σπηλαιωτίσσης στὴν Κέρκυρα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Δωρεῶν τῶν ἐνθέων οὖσα ἐπώνυμος, τὴν Ἐκκλησίαν φαιδρύνεις βασιλικαῖς δωρεαῖς, ὡς θεόγλυπτος εἰκὼν θείας φρονήσεως· τῶν γὰρ Εἰκόνων τῶν σεπτῶν, τὴν τιμὴν ὡς σχετικήν, ἐτράνωσας Θεοδώρα, τῶν Βασιλίδων ἀκρότης, τῶν Ὀρθοδόξων ἐγκαλλώπισμα.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς καλλονὴν τῆς Ἐκκλησίας καὶ εὐπρέπειαν

Καὶ Βασιλίδων χαρακτῆρα καὶ διάδημα

Ἀνυμνοῦμέν σε, θεόστεπτε Θεοδώρα.

Σὺ γὰρ ὤφθης τῶν Εἰκόνων ἀναστήλωσις

Καὶ τελείας τῆς αἱρέσεως καθαίρεσις·
Ὅθεν κράζομεν, χαίροις Ἄνασσα πάντιμε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Θεοδώρα πανευκλεής· χαίροις εὐσεβείας, ἀνακήρυξις ἀληθής· χαίροις παρρησίαν, ἐν Θεῷ κεκτημένη, Αὐγούστα καὶ Ὁσία ἀειμακάριστε.


Ὁ Ἅγιος Βλάσιος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐξ Ἀκαρνανίας 

  
Ο Άγιος Βλάσιος ήταν ηγούμενος ή εφυσυχάζων επίσκοπος στην Ιερά Μονή των Εισοδίων της Θεοτόκου που βρίσκονταν στην περιοχή των Σκλαβαίνων – Ζαβέρδας νυν Παλαίρου Αιτωλοακαρνανίας. Ετελειώθει με μαρτυρικό θάνατο από Αγαρηνούς πειρατές μαζί με πέντε συμμοναστες του και πλήθος χριστιανών λαϊκών αντρών γυναικών και παιδιών που αποτελούσαν ποίμνιο του, για την πίστη τους στο Χριστό.


Τον αποκεφάλισαν αφού προηγουμένως κάρφωσαν αργά στο σώμα του πέντε καρφιά. Στην συνέχεια οι δήμιοι του προσπάθησαν να κάψουν το σώμα του αλλά αυτό δεν κάηκε. Οι διασωθέντες χριστιανοί που έφτασαν στο σημείο έθαψαν τον Άγιο Βλάσιο χωριστά από τους πέντε συμμαρτυρίσαντες συνασκητές του, τους οποίους ενταφίασαν μαζί σε κοινό τάφο.
Τους υπόλοιπους χριστιανούς τους έθαψαν φύρδην μύγδην σε μεγαλύτερο ομαδικό. Το μαρτύριο τους έλαβε χώρα την 19η Δεκεμβρίου ημέρα Κυριακή. Σε πέτρινη επιγραφή που βρέθηκε στο σημείο του τάφου του αναφέρονταν το έτος 1006 μ.Χ. η οποία πιθανώς να προσδιορίζει και τον χρόνο του μαρτυρίου του.

Σιγά σιγά χάνεται και σκεπάζεται από την λήθη του χρόνου το μαρτύριο και η ιστορικότητα του Αγίου Βλασίου και των συν αυτώ αλλά και όλων των γεγονότων τα οποία έλαβαν χώρα. Αγνοείται παντελώς η οντότητα του μεγάλου αυτού αγίου. Μόνο στις διηγήσεις της προφορικής παραδόσεως αναφέρεται η σφαγή που έλαβε χώρα, σε απροσδιόριστο παρελθοντικό χρόνο. Εκείθε και η ονομασία της περιοχής από Κιάφα σε «Σκλάβαινα» (περιοχή που υπέστη σκλαβια- αιχμαλωσία).


Χάνεται κάθε ιστορική ή και μορφολογική ένδειξη της ύπαρξης του Αγίου για 900 και πλέον χρόνια. Όλα τα σκέπασε το σκότος της λησμονιάς. Αν και το όλο ιστορικό χάθηκε στα βάθη των αιώνων αν και τίποτα δεν καταμαρτυρούσε για τα γεγονότα των Σκλαβαίνων, αν και ο τόπος είχε αλλάξει ριζικά από μορφολογικής αλλά και πληθυσμιακής πλευράς, το θείο δώρο της Αγάπης του Θεού προς το σύγχρονο άνθρωπο αναδύεται ως θείο φως από το φάσμα των σκοτεινών 900 και πλέον χρόνων.


Ευδοκείτε έτσι από το έτος 1915 μ.Χ. και εξής αρχίζουν να συμβαίνουν ανεξήγητα αλλά και θαυμαστά γεγονότα στην περιοχή των Σκλαβαίνων. Πολλοί από τους κατοίκους της περιοχής αρχίζουν να βλέπουν σε όνειρα κάποιον επιβλητικό και ιεροπρεπή ρασοφόρο, ο οποίος να τους έλεγε «Είμαι ο Άγιος Βλάσιος. Να σκάψετε στο σημείο αυτό και να βγάλετε τα λείψανα μου» και τους έδειχνε το συγκεκριμένο τόπο. Σημειωτέων ότι επί του σημείου του τάφου τίποτα δεν δήλωνε την ύπαρξη του. Πάνω από αυτό και εν αγνοία, είχαν κατασκευαστεί ποιμνιοστάσια και στάβλιζαν στο σημείο πρόβατα.


Οι κάτοικοι μη μπορώντας να εξηγήσουν το γεγονός των εμφανίσεων αυτών του ιερέα, κατασκεύασαν ένα πέτρινο εικονοστάσι αφιερωμένο στον Άγιο Βλάσιο επίσκοπο Σεβαστείας (βλέπε ίδια ημέρα), στο σημείο που τους έδειχνε ο άγιος. Δεν επιχείρησαν όμως ποτέ να σκάψουν είτε από δυσπιστία είτε από τον φόβο της απογοήτευσης. Οι εμφανίσεις όμως του Αγίου άρχισαν να γίνονται πιο επίμονες και επιτακτικές με αποδέκτες πολλούς περισσότερους κατοίκους της περιοχής. Αλλά και πάλι δεν προχωρούσαν στο έργο της εκταφής του αγνώστου τάφου.

Κατά το έτος 1923 μ.Χ. ο Πανάγαθος Θεός ευδόκησε ώστε να δοξαστεί και επί της γης ο ένδοξος ιερομάρτυρας Του Βλάσιος. Και αυτό με την θαυμαστή δια ζώσης φανέρωση του, στην μακαριστή πλέον γερόντισσα Ευφροσύνη Κατσαρά. Μια απλή γνήσια και ευσεβή πολύτεκνη γυναίκα χήρα η οποία λάτρευε τον Θεό με την ίδια την ζωή της. Ήταν η νύκτα της 23η Αυγούστου του έτος 1923 μ.Χ. κατά την οποία η Ευφροσύνη φρόντιζε την ετοιμοθάνατη κόρη της η οποία έπασχε από τυφοειδή πυρετό.


Ξαφνικά εν τω μέσω της νυκτός αφού ακούστηκε δυνατός κρότος άνοιξαν τα πορτοπαράθυρα της οικίας και εκτυφλωτικό φως εισήλθε εντός αυτής. Από υπερκόσμια αυτή λάμψη περιβάλλονταν κάποιος επιβλητικός ιερέας, ενδεδυμένος άπασα την ιερατική στολή ο οποίος κρατούσε στο χέρι ποιμαντική ράβδο. Τα χαρακτηριστικά του τα διέκρινε με κάθε λεπτομέρεια η γερόντισσα Ευφροσύνη ενώ η κόρης της αντιλαμβάνονταν μόνο την εκτυφλωτική λάμψη.


Ο άγιος ιερέας απευθυνόμενος στην Ευφροσύνη της είπε ότι είναι ο Άγιος Βλάσιος και της ζήτησε να τον ακολούθησε για να της υποδείξει το ακριβές σημείο του τάφου του προκειμένου να ενεργήσει για την εκταφή του. Σαστισμένη η γερόντισσα από το γεγονός που ζούσε προέβελε στον Άγιο τον δισταγμό της λόγω της ασθένειας της κόρης της. Ο Άγιος τότε αφού έβγαλε κάποιον εγκόλπιο σταυρό σταύρωσε την ετοιμοθάνατη κόρη της και της ζήτησε ξανά να τον ακολουθήσει. Όπως κι έγινε.


Μέσα στο αποπνικτικό σκοτάδι η Ευφροσύνη ακολούθησε το φωτοβόλο Άγιο Βλάσιο, ο οποίος την οδήγησε στο σημείο που είχαν χτίσει το προσκυνητάρι. Εκεί με την ράβδο που κρατούσε χάραξε ένα κύκλο στο χώμα, υποδυκνείοντας το σημείο που θα ‘πρεπε να σκάψουν για να βγάλουν τα άγια και χαριτόβρυτα λείψανα του. Στην συνέχεια ο Άγιος αφού επέστρεψε την Ευφροσύνη στο σπίτι της εξαφανίστηκε. Εκεί η γερόντισσα βρήκε την κόρη της πολύ καλύτερα και θεραπευμένη.

Από την επομένη ημέρα κιόλας άρχισε τις ενέργειες για να γίνει η ανακομιδή των λειψάνων. Όλοι όμως την αντιμετώπιζαν με κάποια δυσπιστία και επιφύλαξη. Αρωγός όμως των προσπαθειών της αυτών ήταν ο Άγιος Βλάσιος που την καθοδηγούσε , αλλά και που εμφανίζονταν και σε άλλα άτομα προκειμένου να γίνει αυτή πιστευτή. Πράγματι οι προσπάθειες της απέδωσαν και άρχισαν οι εργασίες της ανακομιδής με πολλές επιφυλάξεις και μεγάλη ένταση.

Την τρίτη ημέρα των εργασιών κι ενώ για πολλοστή φορά ήταν έτοιμοι να τα παρατήσουν η σκαπάνη χτύπησε σε μια πέτρινη πλάκα. Ρίγη συγκίνησης και δέος κατέλαβαν τους παρευρισκομένους. όταν έβγαλαν την επιτάφια πλάκα μια ουράνια ευωδία ξεχύθηκε και απλώθηκε στην ατμόσφαιρα. Όλοι βρίσκονταν επί του τάφου, εντός του οποίου βρίσκονταν τα λείψανα του Αγίου Βλασίου και τα οποία τόσα χρόνια πριν σε ενύπνια τους ζητούσε να βγάλουν από την γη. Εντός του τάφου και επί των ιερών λειψάνων ευρέθηκαν ένας εγκόλπιος βαρύτατος σιδερένιος σταυρός και τα πέντε καρφιά του μαρτυρίου του.

Αφού περισυνέλλεξε η Ευφροσύνη τα ιερά λείψανα σύμφωνα με τις οδηγίες του Αγίου άρχισε να ενεργεί τα δέοντα για την ανέγερση του ιερού του Ναού και την αγιογράφηση της ιεράς του Εικόνας.Επίσης, ο Άγιος Βλάσιος έκανε δύο εμφανίσεις, μία σε όραμα στον ευσεβέστατο αείμνηστο Αρχιμ. Αρσένιο Τσαταλιό την 6-12-1978 μ.Χ. και μία άλλη στον ευλαβέστατο μοναχό Παΐσιο τον Αγιορείτη στο Άγιο Όρος το 1980 μ.Χ.

(βλέπε εδώ περισσότερες λεπτομέρειες για το γεγονός).

Από την εμφάνιση του Αγίου μέχρι σήμερα άπειρες είναι οι θαυμαστές επεμβάσεις και οι εμφανίσεις του και τα πολλά θαύματα του στα πέρατα της οικουμένης. Ο Θεός χαρίτωσε τον μεγαλομάρτυρα και ιερομάρτυρα Βλάσιο και τους συναθλητές του κι επί της γης, όπως και αυτοί πριν από 900 περίπου χρόνια έδωσαν το πολυτιμότερο ως χοϊκοί την ίδια τους την ζωή. Κέρδισαν όμως μέρος την Ενδόξου Ουράνιας Βασιλείας. Ουράνια Βασιλεία είθε της οποίας δια Πρεσβειών του Αγίου ιερομάρτυρος Βλασίου του Ακαρνάνος και των συν Αυτώ να γίνουμε άπαντες μέτοχοι.


Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ήχος γ’.
Νέος ήλιος, ημίν εφάνης, ει και ‘ηθλησας, τοις πάλαι χρόνοις, τη φανερώσει των θείων λειψάνων σου, ιερομάρτυς Πατήρ ημών Βλάσιε, και καταυγάζεις ημάς θείαις χάρισιν∙ όθεν πρέσβευε, Κυρίω τω σε δοξάσαντι δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις των Οσίων κλέος σεπτόν, χαίροις ιερέων και Μαρτύρων ο κοινωνός, χαίροις των Σκλαβαίνων, ο θείος πολιούχος, Ιερομάρτυς χαίρε, Κυρίου Βλάσιε.


Οἱ Ἅγιοι Δύο παῖδες καὶ Ἑπτὰ γυναῖκες οἱ συναθλητὲς τοῦ Ἁγίου Βλασίου

Κατὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Βλασίου, ἑπτὰ γυναῖκες, οἱ ὁποῖες τὸν ἀκολουθοῦσαν, αἰσθάνθηκαν τόση ἀγανάκτηση γιὰ τὴν σκληρὴ ἀδικία καὶ θαυμασμὸ γιὰ τὸν Ἅγιο, ὥστε ἔλεγξαν τὸν ἔπαρχο Ἀγρικόλα καὶ διεκήρυξαν μὲ παρρησία τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Γιὰ τὴν ὁμολογία τους αὐτὴ ἀποκεφαλίσθηκαν καί, ἔτσι ἔλαβαν τοὺς στέφανους τοῦ Μαρτυρίου.
Μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Βλάσιο ἤσαν στὴν φυλακὴ καὶ δύο νέοι, τοὺς ὁποίους ὁ Ἅγιος κατήχησε καὶ βάπτισε. Καὶ οἱ δύο συνάθλησαν μετὰ τοῦ Ἁγίου καὶ κατέστησαν κοινωνοὶ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου αὐτοῦ καὶ τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ.


Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ζαχαρίου Πατρὸς Ἰωάννου Προδρόμου

   
Φανεὶς ὁ νεκρὸς γῆθεν ὁ Ζαχαρίου,
Τοῖς ζῶσι πιστοῖς ἄφθονον βλύζει χάριν.


Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ζαχαρίου († 5 Σεπτεμβρίου) ἀνευρέθησαν, κατὰ πληροφορία τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Δοσιθέου, τὸ ἔτος 415 μ.Χ., στὴν Ἐλευθερούπολη τῆς Παλαιστίνης ἐπὶ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.) ἀπὸ κάποιον ποὺ ὀνομαζόταν Καλήμερος. Τὰ ἱερὰ λείψανα μαζὶ μὲ τὸ σκήνωμα τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ υἱοῦ Ἰακώβ, κατατέθηκαν στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.
Περὶ τῆς μετακομιδῆς δὲ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Προφήτου Ζαχαρίου στὴ Βενετία τῆς Ἰταλίας γράφει ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Νεκτάριος.


Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Σερβίας


 Γεώργιος δὲ μὴ τὸ πῦρ δειλιάσας,
Ἀπυρπόλητος ἐν πυρὶ διαμένει.


Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος γεννήθηκε στὴν πόλη Κράτοβα τῆς Σερβίας ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Δημήτριο καὶ τὴ Σάρρα. Ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία ἐπιδόθηκε στὴ μελέτη τοῦ θείου λόγου καὶ ἀργότερα ἔμαθε τὴν τέχνη τοῦ χρυσοχόου. Ἔχασε τὸν πατέρα του σὲ νεαρὴ ἡλικία καὶ φοβούμενος μήπως, λόγω τῆς ὡραιότητάς του, ἀπαχθεῖ στὴν αὐλὴ τοῦ σουλτάνου Βαγιατζῆ Β’ (1481 – 1512 μ.Χ.), ᾖλθε στὴν Βουλγαρία καὶ παρέμεινε στὴ Σόφια πλησίον ἑνὸς ἱερέα ποὺ ὀνομαζόταν Πέτρος. Ὁ ἱερέας ἐκεῖνος τοῦ παρέσχε κάθε μέσο γιὰ νὰ διδαχθεῖ τὰ ἱερὰ γράμματα. Καὶ ἔτσι ὁ Ἅγιος ζοῦσε βίο θεοφιλὴ καὶ ἀσκητικό.

Οἱ Τοῦρκοι προσπάθησαν νὰ τὸν ἐξισλαμίσουν καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ μεταχειρίστηκαν ἕναν ἔμπειρο μουσουλμάνο διδάσκαλο, ὁ ὁποῖος σὰν ἀφορμὴ γιὰ νὰ πλησιάσει τὸν Γεώργιο προσκόμισε σὲ αὐτὸν χρυσὸ γιὰ κατασκευὴ κοσμήματος. Κατὰ τὶς ἐπαφὲς μαζί του ὁ Γεώργιος ἀπέδειξε ὅτι ἡ μόνη ἀληθινὴ πίστη εἶναι ἡ Χριστιανικὴ καὶ ἤλεγξε ὡς ψευδῆ τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁδηγήθηκε στὸν κριτή. Παρὰ τὶς κολακεῖες, τὶς ὑποσχέσεις καὶ τὶς ἀπειλὲς ὁ Μάρτυρας παρέμεινε σταθερὸς στὴν πατρῴα εὐσέβεια.


Ὁ ἱερεὺς Πέτρος τὸν ἐπισκέφθηκε στὴν φυλακή, τὸν ἀσπάσθηκε καὶ τοῦ εἶπε: «Χαῖρε, Γεώργιε, ἐσὺ σήμερα δόξασες τὸν Χριστό, ὅπως κάποτε ὁ Πρωτομάρτυρας Στέφανος, καὶ ὁ νέος Στέφανος τὴν ἐποχὴ τῆς εἰκονομαχίας καὶ ἄλλοι πολλοὶ Ἅγιοι, γιατί παρόμοιο ἔργο καὶ ἐσὺ ἔκανες». Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Ἅγιος ὁδηγήθηκε καὶ πάλι ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ, ὁ ὁποῖος τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ τὸν υἱοθετήσει καὶ θὰ τοῦ χαρίσει ἀμέτρητα πλούτη καὶ δόξα, ἐὰν ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό.


Ὁ Ἅγιος καὶ πάλι ἐξεδήλωσε τὴν διάθεσή του νὰ μαρτυρήσει καὶ ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Τότε ὁ κριτής, ὑποκύπτοντας στὶς πιέσεις τοῦ ὄχλου, παρέδωσε τὸν Μάρτυρα στὸ μαινόμενο πλῆθος, τὸ ὁποῖο τὸν ἔδεσε καὶ τὸν περιέφερε ἀνὰ τὶς ὁδοὺς τῆς πόλεως. Ἔτσι, ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἀναδείχθηκε Μάρτυρας τῆς Πίστεως καὶ ὑπέστη τὸν διὰ πυρᾶς θάνατο, τὸ ἔτος 1515 μ.Χ. στὴ Σόφια τῆς Βουλγαρίας.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ Πνεύματι, ἀνακηρύξας, τὴν τοῦ Κτίσαντος, οἰκονομίαν, ἀθλητικῶς ἠγωνίσω Γεώργιε· καὶ τοῦ πυρὸς ἐνεγκὼν τὴν κατάφλεξιν, καταδροσίζεις ἡμᾶς θείαις χάρισι. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Χριστοῦ τῇ χάριτι, ἡ θεηγόρος σου γλῶσσα, φθεγγομένη ἔνδοξε, ὥσπερ θεόφθογγος σάλπιγξ, ἤχησε τῆς εὐσεβείας τὰ μεγαλεῖα, λύσασα, τῶν παρανόμων τὰς μυθουργίας· διὰ τοῦτο τῷ Κυρίῳ, ὡλοκαυτώθης Μάρτυς Γεώργιε.

Μεγαλυνάριον.
Τὸν νέον ὁπλίτην τοῦ Ἰησοῦ, τὸν σοφίᾳ λόγων, καταπλήξαντα τὸν ἐχθρόν, καὶ προσενεχθέντα, Κυρίῳ ὡς θυσίαν, Γεώργιον συμφώνως ἀνευφημήσωμεν.


Ανάμνηση θαύματος της Υπεραγίας Θεοτόκου στην Πάργα της Νικόπολης


Δεν έχουμε λεπτομέρειες για το θαύμα της Υπεραγίας Θεοτόκου που έγινε το 1603 μ.Χ. στην Πάργα της Νικόπολης.


Όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης


Βλέπε βιογραφικό του σημείωμα στις 6 Απριλίου.


Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ ὁ βασιλέας

    
Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ (Βσεβολόδος Μστισλάβιτς), υἱὸς τοῦ μεγάλου Ρώσου ἡγεμόνος, ἐπὶ πολλὰ ἔτη καταπολέμησε, ὡς Πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ, τὶς διαμάχες μεταξὺ τῶν διαφόρων Ρώσων ἡγεμόνων. Μετὰ τὴν κοίμηση αὐτοῦ, τὸ ἔτος 1138 μ.Χ., ἡ Ρωσικὴ Ἐκκλησία τὸν ἀνακήρυξε Ἅγιο καὶ θαυματουργὸ τὸ ἔτος 1549.


Ὁ Ὅσιος Δημήτριος ἐκ Ρωσίας


Ὁ Ὅσιος Δημήτριος τοῦ Πριλοὺκ γεννήθηκε στὴν περιοχὴ Περεγιασλὰβ Ζαλέσκ τῆς Ρωσίας κατὰ τὸν 14ο αἰῶνα μ.Χ. ἀπὸ οἰκογένεια πλούσια καὶ εὐσεβῆ. Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἵδρυσε μονὴ ἀφιερωμένη στὸν Ἅγιο Νικόλαο.

Τὸ ἔτος 1354 ὁ Ἅγιος Δημήτριος συναντήθηκε μὰ τὸν Ἅγιο Σέργιο τοῦ Ραντονέζ, ὁ ὁποῖος εἶχε ἔλθει στὸ Περεγιασλὰβ γιὰ νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν Μητροπολίτη Ἀθανάσιο. Ἀπὸ τότε οἱ δύο Ἅγιοι συνδέθηκαν διὰ φιλίας.

Ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου ἐξαπλώθηκε τόσο πολύ, ὥστε ὁ μέγας πρίγκιπας Δημήτριος Ἰωάννοβιτς τοῦ ζήτησε νὰ γίνει Πνευματικὸς Πατέρας τῶν τέκνων του.

Ὅμως ὁ Ἅγιος ἐπιθυμοῦσε τὴ μοναχικὴ ἡσυχία. Ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τοῦ Ἁγίου Σεργίου ἀποσύρεται σὲ ἀπομακρυσμένο τόπο καὶ ἐγκαθίσταται βόρεια μὲ τὸν μαθητή του Παχώμιο.

Στὰ δάση τῆς περιοχῆς Βολογκντά, κοντὰ στὸν ποταμὸ Βελίκα, ἔκτισε τὸ ναὸ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καὶ ἑτοιμαζόταν νὰ θέσει τὰ θεμέλια γιὰ τὴν ἀνέγερση μονῆς. Ὅμως οἱ ντόπιοι, μὲ τὸν φόβο ὅτι τὰ χωράφια τῆς περιοχῆς θὰ γίνονταν μοναστηριακὴ περιουσία, ἀντέδρασαν καὶ ζήτησαν ἀπὸ τοὺς δύο μοναχοὺς νὰ ἀποχωρήσουν. Ἐκεῖνοι, χωρὶς νὰ θέλουν νὰ ἐπιβαρύνουν κανένα μὲ τὴν παρουσία τους, μὲ πικρία ἀπεχώρησαν.

Ὁ Ὅσιος Δημήτριος τότε συνέστησε τὴν πρώτη κοινοβιακὴ μονὴ στὸ ρωσικὸ βορρά. Τὸ ἔτος 1372, μὲ τὴν πολύτιμη βοήθεια τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς, ἀποπερατώθηκε ὁ ξύλινος καθεδρικὸς ναὸς τοῦ Σωτῆρος καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Ὁσίου ἄρχισε νὰ προσελκύει μαθητὲς καὶ μοναχοὺς ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς γενέτειράς του.

Στὴ νέα μοναστικὴ κοινότητα ὁ Ὅσιος συνδύαζε τὴν προσευχὴ μὲ τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ νηστεία, ἀλλὰ καὶ τὴν φιλανθρωπία. Φρόντιζε γιὰ τὸ συσσίτιο τῶν πεινώντων, φιλοξενοῦσε ἀστέγους, βοηθοῦσε τοὺς πτωχούς, παρηγοροῦσε τοὺς θλιμμένους καὶ συμβούλευε πνευματικὰ ὅσους προσέτρεχαν καὶ ζητοῦσαν τὸν Κύριο. Τὶς δωρεὲς τῶν πιστῶν πρὸς τὴ μονή, τὶς δεχόταν μὲ διάκριση καὶ προσοχὴ καὶ τὰ διαχειριζόταν μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ δὲν προκαλοῦσε, ἀφοῦ πρόσεχε ἰδιαίτερα νὰ μὴν καλλιεργεῖται στὴν καρδιὰ τῶν μοναχῶν κοσμικὸ φρόνημα.

Ὁ Ἅγιος Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως. Ἀφοῦ ἔζησε τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του θεοφιλῶς καὶ θεαρέστως, ὁ Ὅσιος Δημήτριος κοιμήθηκε σὲ βαθὺ γῆρας τὸ ἔτος 1392.


Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς ἐκ Ρωσίας


Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς τοῦ Μποσόϊ ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Βολοκολὰμκ τῆς Ρωσίας, ὅπου ἦταν ἡγούμενος ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ († 9 Σεπτεμβρίου).
Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1532.


Πηγὴ:http://www.saint.gr/02/11/index.aspx
http://www.synaxarion.gr/gr/m/2/d/11/sxsaintlist.aspx
«Πᾶνος»