ΚΥΡΙΑΚΗ
ΙΣΤ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Ματθ. 25, 14 -30]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου
Μυτιληναίου
με θέμα:
«ΠΩΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΣ ΤΙΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ
ΣΟΥ;»
[εκφωνήθηκε
στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 5-2-1989]
[Β 209]
Όταν, αγαπητοί μου, ο Κύριος χρησιμοποίησε την
παραβολήν των ταλάντων, που ακούσαμε σήμερα, μας την περιγράφει ο Ευαγγελιστής
Ματθαίος και ήθελε να διδάξει με αυτό
μια συνέπεια στην αποδοχή του Ευαγγελίου.
Θα ήθελα να σας έλεγα βέβαια ότι δεν έχει σχέση η παραβολή αυτή των ταλάντων που αναφέρει ο Ματθαίος, με την παραβολή των ταλάντων που αναφέρει ο Λουκάς στο 19ον κεφάλαιον. Άλλο εκεί είναι το συμπέρασμα, άλλο είναι εδώ.
Σας είπα ότι ήθελε ο Κύριος να δείξει ότι έπρεπε να υπάρχει μία συνέπεια όταν κανείς
απεδέχετο την διδασκαλία Του. Δηλαδή να ήτο συνεπής. Απεδέχθης αυτό το οποίο διδάσκω; Θα ανταποκριθείς. Και θα πρέπει σωστά
να ανταποκριθείς. Και η συνέπεια εκφράζεται εδώ στην παραβολή, με την επιμέλεια, την προθυμία, την
δραστηριότητα, τόσο στο έργο του Κυρίου, όσο και στο έργον της σωτηρίας της
προσωπικής. Ακόμη θέλει να διδάξει η παραβολή αυτή ότι ο χρόνος της ζωής, σαν καιρός εργασίας, όπως μας λέγουν τα τροπάρια
της Μεγάλης Τρίτης, που γίνεται αναφορά αυτής της παραβολής, είναι καιρός εργασίας και καιρός εμπορίας.
Και συνεπώς πρέπει να χρησιμοποιηθεί ο
χρόνος αυτός με πολλή σοφία. Πολλές φορές ο Κύριος εξεικόνισε τον
Χριστιανισμόν και την σωτηρία με εμπορικές διαστάσεις. Γι'αυτό σας είπα, λέγει
η Υμνογραφία μας ότι είναι καιρός εμπορίας. Και μάλιστα για να δείξει το πόση
επιμέλεια πρέπει να έχει ο πιστός, τουλάχιστον
να σταθεί τόσο επιμελής, όσο ένας έμπορος επί των συμφερόντων του.
Γι'αυτό έβγαλε ο Κύριος τούτο το συμπέρασμα,
που είναι θλιβερό για μας τους Χριστιανούς: «Οἱ υἱοὶ τοῦ αἰῶνος τούτου
φρονιμότεροι ὑπὲρ τοὺς υἱοὺς τοῦ φωτὸς εἰς τὴν γενεὰν τὴν ἑαυτῶν εἰσι».
Ότι οι άνθρωποι οι κοσμικοί είναι
φρονιμότεροι από τα παιδιά του φωτός, τα παιδιά της Βασιλείας· είναι
φρονιμότεροι· διότι φροντίζουν να κάνουν τις επενδύσεις των, φροντίζουν να
επαυξάνουν τα έσοδά των κ.ο.κ. Γιατί λοιπόν ο Χριστιανός δεν θα πρέπει κι αυτός να φροντίζει, να κάνει
επενδύσεις εις τον ουρανόν, να
επαυξάνει την πνευματικότητά του; Γι'αυτό ο Κύριος είπε ότι τα παιδιά του κόσμου τούτου είναι πιο
φρόνιμα, πιο μυαλωμένα από τα παιδιά του φωτός και της Βασιλείας.
Και το
έργον του Θεού, όπως και το έργον της προσωπικής σωτηρίας, στηρίζεται στις
δυνατότητες του κάθε πιστού· οι οποίες, βεβαίως, δυνατότητες δεν είναι όλες οι ίδιες για όλους. Και οι δυνατότητες αυτές, καταρχάς, είναι τόσο
φυσικά, όσο και έκτακτα χαρίσματα του Θεού στον κάθε πιστό. Θα λέγαμε ότι τα χαρίσματα αυτά, τουλάχιστον εκείνα που
μας δίνει το Πνεύμα του Θεού είναι η προίκα που μας δίδει το Πνεύμα το Άγιον
μετά την βάπτισή μας στο μυστήριο του Χρίσματος. Γι' αυτό λέγει ο Μέγας
Βασίλειος: «Τὴν παραβολὴν αὐτήν», περί της οποίας γίνεται λόγος, «πρὸς
πᾶσαν Θεοῦ δωρεὰν εἰρῆσθαι». «Αναφέρεται
σε κάθε δωρεά του Θεού». Ή όπως
ερμηνεύει ο Ιερός Χρυσόστομος και λέγει: «Τάλαντα γὰρ ἐνταῦθα ἐστὶν ἡ ἑκάστου
δύναμις». «Τι είναι», λέει, τα τάλαντα εδώ στην παραβολή; Τι
άλλο είναι παρά ‘’ἡ δύναμις’’, οι
δυνατότητες δηλαδή του καθενός μας».
Γι'αυτό επιτρέψατέ μου να σας διαβάσω πολύ σύντομα την παραβολή, αλλά σε
απόδοση.
«Η
Βασιλεία του Θεού μοιάζει με έναν άνθρωπο που ήθελε να πάει ταξίδι.
Κάλεσε τους δούλους του και τους εμπιστεύτηκε τα υπάρχοντά του. Σ’ άλλον
εμπιστεύτηκε πέντε τάλαντα, σ’ άλλον δύο, σ’ άλλον ένα. Στον καθένα, ανάλογα με
την ικανότητά του, κι έφυγε ταξίδι. Αυτός που έλαβε τα πέντε τάλαντα πήγε, τα
εκμεταλλεύτηκε και κέρδισε άλλα πέντε. Και αυτός που έλαβε τα δύο, κέρδισε
επίσης άλλα δυο. Εκείνος όμως που έλαβε το ένα τάλαντο, πήγε έσκαψε τη γη και
έκρυψε εκεί τα χρήματα του κυρίου του.
Ύστερα από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα,
γύρισε εκείνος ο κύριος των δούλων κι έκανε λογαριασμό μαζί τους. Παρουσιάστηκε
εκείνος που είχε λάβει τα πέντε τάλαντα και του έφερε κι άλλα πέντε, λέγοντας «Κύριε, μου εμπιστεύτηκες πέντε τάλαντα, να,
κέρδισα άλλα πέντε». Τότε ο Κύριος τού είπε: «Εύγε, μπράβο, καλέ και έμπιστε δούλε. Αποδείχτηκες αξιόπιστος σε
μικρές υποθέσεις, γι'αυτό θα σου εμπιστευθώ και μεγαλύτερες. Έλα κι εσύ να
γιορτάσεις μαζί μου· έλα στην χαρά του Κυρίου σου». Παρουσιάστηκε και ο
άλλος με τα δύο τάλαντα και είπε: «Κύριε,
μου εμπιστεύτηκες δύο τάλαντα. Να, κέρδισα άλλα δύο». Του είπε ο Κύριος: «Εύγε, καλέ και έμπιστε δούλε. Απεδείχθης
αξιόπιστος σε μικρές υποθέσεις, γι'αυτό θα σου εμπιστευθώ μεγαλύτερες. Έλα κι
εσύ μέσα στη χαρά του Κυρίου σου».
Παρουσιάστηκε και εκείνος που είχε λάβει
το ένα τάλαντο και είπε: «Κύριε, ήξερα
πώς είσαι σκληρός άνθρωπος. Θερίζεις εκεί όπου δεν έσπειρες και συνάζεις
καρπούς εκεί που δεν φύτεψες. Γι' αυτό φοβήθηκα και πήγα και έκρυψα το τάλαντόν
σου στη γη. Να λοιπόν το τάλαντό σου, πάρ’ το». Και του αποκρίθηκε ο Κύριός
του: «Δούλε κακέ και πονηρέ και τεμπέλη,
ήξερες πως θερίζω όπου δεν έσπειρα και συνάζω καρπούς όπου δεν φύτεψα. Τότε
έπρεπε να καταθέσεις τα χρήματά μου στην τράπεζα κι εγώ όταν θα γυρνούσα πίσω,
θα τα έπαιρνα με τόκο. Πάρτε λοιπόν το τάλαντό του και δώστε το σ’ αυτόν που
έχει τα δέκα τάλαντα. Γιατί σε καθέναν που έχει, θα του δοθεί με το παραπάνω
και θα έχει περισσότερα και περίσσευμα, ενώ από όποιον δεν έχει, θα του πάρουν
και τα λίγα που έχει. Κι αυτόν τον άχρηστο δούλο, πετάξτε τον έξω στο σκοτάδι.
Εκεί θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια».
Η όλη, βλέπομε, παραβολή, όπως σας την διάβασα, θέλει να τονίσει τον στίχον που προηγήθηκε της παραβολής και ο οποίος
δεν ανεφέρθη στην σημερινή ευαγγελική περικοπή. Ακριβώς ο προηγούμενος
στίχος που είπε ο Κύριος, «γρηγορεῖτε», γιατί είχε τελειώσει
την παραβολή των δέκα παρθένων, γιατί αυτές οι παραβολές είναι συναφείς με ένα
κεντρικό σημείο: «Γρηγορεῖτε οὖν(:Μένετε
ξύπνιοι, έχετε τον νου σας, βάλτε μυαλό),
ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται
(:γιατί δεν ξέρετε ούτε την μέρα ούτε την
ώρα που έρχεται ο υιός του ανθρώπου)».
Δηλαδή, όπως λέει εδώ η παραβολή, είναι ὁ ἀποδημῶν ἄνθρωπος. Είναι ο Υιός του
Θεού. Δηλαδή ο υιός του ανθρώπου, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός. Είναι το έργον που άφησε στη γη που
εργάστηκε, πρώτα πρώτα με αυτήν την Ενανθρώπησή Του και ύστερα με ό,τι
εργάστηκε. Κυρίως με τα γεγονότα τα μεγάλα, σταθμοί της σωτηρίας μας, που μας
προοδοποίησε την σωτηρίαν. Εκείνα τα οποία είναι δημιουργά της σωτηρίας μας,
όπως είναι η Βάπτισις, η Σταύρωσις, η Ανάστασις, η Ανάληψις. Κι όλα τα άλλα
μετά έρχονται. Αυτά τα έργα τα εδούλεψε στη Γη ο Κύριος, έφυγε με την
Ανάληψή Του, θα γυρίσει πίσω με την Δευτέρα Του Παρουσία και τότε θα ζητήσει
λογαριασμό των πεπραγμένων της κάθε ψυχής.
Οι
τρεις αναφερόμενοι δούλοι εδώ στην παραβολήν, δεν είναι παρά απλώς τρεις κατηγορίες πιστών, που η καθεμιά
ανταποκρίνεται ανάλογα στο έργο της ευαγγελικής εργασίας. Πρέπει, λοιπόν,
όπως μας λέγει εδώ, να μάθομε ότι το
Ευαγγέλιον είναι εργασία, είναι έργον. Θέλετε να επαναλάβω; Είναι εμπορία, με την μεταφορική βέβαια
σημασία. Είναι η εργασία των εντολών.
Πρέπει να εμπορευθούμε τις εντολές. Δηλαδή, μεταφορικά πάντοτε, πρέπει να
επιτύχομε το μέγιστον κέρδος από την εργασία των εντολών, όπως κάθε έμπορος, το
μέγιστον, βέβαια, κέρδος επιδιώκει. Είναι ακριβώς ό,τι είχε πει ο Κύριος
εις τους πρωτοπλάστους όταν τους είπε: «Ἐργάζεσθε τον Παράδεισον». Και ο Παράδεισος δεν είναι παρά η ψυχή του
ανθρώπου· την οποία έπρεπε να εργαστούν. Ή όπως λέγει πολύ χαρακτηριστικά ο
Ιερός Χρυσόστομος: «Τάλαντα ἐνταῦθα ἡ ἑκάστου δύναμις». Τι είναι εδώ τα τάλαντα. Η
δύναμις του καθενός. «Εἴτε ἐν προστασίᾳ (:είτε, δηλαδή, κηδεμονεύει κάποιους, σαν
προϊστάμενος) εἴτε ἐν χρήμασιν(:αν ο Θεός του έδωκε χρήματα και είναι πλούσιος· τα οποία πρέπει να
χρησιμοποιήσει καταλλήλως) εἴτε ἐν διδασκαλίᾳ (:εάν ο Κύριος τού έδωκε την δυνατότητα να
διδάσκει) εἴτε ἐν οἰῳδήποτε πράγματι (:ή
ό,τι άλλο του έχει δώσει ο Κύριος)».
Αυτά αποτελούν τα τάλαντα.
Προσέξτε,
δεν είναι τα πνευματικά, μόνο, χαρίσματα. Είναι και τα υλικά χαρίσματα. Δεν
είναι μόνο ό,τι αναφέρεται στην ψυχή, αλλά και στο σώμα. Αν ο Θεός σου ‘δωσε γερά πόδια ή γερά χέρια, αν σου ‘δωσε καλή υγεία,
σου ‘δωσε πλούτο, όλα αυτά είναι χαρίσματα που μπορούν να υπηρετήσουν το έργο
του Θεού, το έργον της Εκκλησίας, την
δόξα του Θεού, τους αδερφούς και την δική σου την σωτηρία. «Διὰ
τοῦτο –λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος- λόγον ἡμῖν ἔδωκεν ὁ Θεός (:Γι’ αυτόν τον λόγον, λέει, μας έδωσε τον λόγον, να ομιλούμε· τον
προφορικόν ή, αν θέλετε, και τον γραπτόν ακόμη) καὶ χεῖρας καὶ πόδας καὶ σώματος ἰσχύν
-ό,τι σας είπα προηγουμένως: Μας έδωκε
χέρια, πόδια και την δύναμιν του σώματος) καὶ
νοῦν καὶ σύνεσιν (:και μυαλό και
φρονιμάδα) ἵνα πᾶσι τούτοις (:ώστε
με όλα αυτά) καὶ εἰς τὴν ἡμῶν αὐτὼν σωτηρίαν καὶ εἰς τὴν τῶν πλησίον ὠφέλειαν
χρησόμεθα (: για να τα χρησιμοποιήσομε και για την δική
μας και για την των άλλων σωτηρίαν)».
Έτσι τα
τάλαντα βλέπομε ότι είναι οι
δυνατότητες, είναι τα χαρίσματα, όπως σας είπα, τα φυσικά ή τα επίκτητα ή τα δώρα του Αγίου Πνεύματος· που πρέπει να χρησιμοποιηθούν. Δεν πρέπει να
θαφτούν. Αν υπάρχει μία ανισότητα διανομής -γιατί είπε στον έναν δίδει
πέντε τάλαντα, στον άλλον δίδει δύο τάλαντα, στον άλλον δίδει ένα, το λέει και
η ιδία παραβολή το γιατί: «Ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν
δύναμιν». Όλοι οι
άνθρωποι δεν είναι το ίδιο. Δεν έχουν ίδια δομή, ίδια κατασκευή, ίδιες
δυνατότητες. Αυτό είναι πασίγνωστο. Ποτέ
όμως δεν θα ζητηθεί ευθύνη περισσοτέρα από εκείνη την οποία ο άνθρωπος δύναται
να ανταποκριθεί. Ποτέ. Μόνο ό,τι ο άνθρωπος έχει, με βάση αυτό ο Θεός θα του
ζητήσει ευθύνη.
Έτσι,
τόσον ο πρώτος, όσο και ο δεύτερος, βλέπομε στην παραβολή, εδιπλασίασαν τα
τάλαντα. Ο έχων τα πέντε, τα έκανε δέκα, ο έχων τα δύο, τα έκανε τέσσερα. Αυτό
σημαίνει ότι εργάστηκαν τις εντολές,
έδειξαν προκοπή. Έγιναν ενάρετοι και απέδωκαν στο έργον της Εκκλησίας.
Πρόβλημα γι’ αυτούς δεν υπάρχει. Θα λέγαμε, κατά έναν πάρα πολύ φυσικόν τρόπον,
τα πράγματα λέγονται όπως όφειλαν να
γίνουν.
Πρόβλημα
υπάρχει στον τρίτον. Χάριν του οποίου έγινε και η παραβολή, ξέρετε. Διότι
για τους δύο πρώτους δεν έγινε η παραβολή. Ή, αν θέλετε, έγινε και για τους δύο πρώτους για να τους δώσει μια ηθικήν
ικανοποίησιν. Να τους δώσει την χαρά. Ότι
καλά περπατάνε, καλά πολιτεύονται. Αλλά η παραβολή κυρίως έγινε για τον
τρίτον. Αυτός παρουσιάζει το πρόβλημα. Και το πρόβλημα είναι το εξής: «Ὁ τὸ ἓν -λέγει η παραβολή- λαβὼν (:αυτός
ο οποίος πήρε το ένα τάλαντο) ἀπελθὼν ὤρυξεν ἐν
τῇ γῇ καὶ ἀπέκρυψε τὸ ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ (:πήγε, έσκαψε, το ‘θαψε και το φύλαξε εκεί,
θαμμένο μέσα στο χώμα)». Ποια
είναι η «γῆ»; Λέγει ένας ερμηνευτής, ο Ζιγαβηνός: «Γῆν αὐτὸν νόησον». «Γη να εννοήσεις αυτόν τον ίδιον, την ψυχή
του». «Ἐν ἑαυτῷ γὰρ κατέχωσε τὸ δοθὲν εἰς ἐργασίαν, ὡς μήτε αὐτῷ μὴθ' ἑτέρους
χρησιμεῦσαι». «Μέσα του το έθαψε
το τάλαντο· ώστε να μην χρησιμοποιηθεί ούτε από τον ίδιον, ούτε για λογαριασμό
των άλλων».
Λοιπόν, το ‘θαψε. Α, ώστε δεν ήταν καταχραστής. Δεν κατεχράστη τα
χρήματα του Κυρίου του. Αλλά τι; Προσέξτε, το υπογραμμίζω, δεν ήτο καταχραστής.
Αλλά τι; Ήτο αμελής. Ήτο οκνηρός.
Συνεπώς, πάνω σ’ αυτό θα δώσει λόγο. Όχι
δια τυχόν κατασπατάλησιν και κατάχρησιν. Πολλοί νομίζουν ότι η αμέλεια δεν είναι σπουδαίο πράγμα. Και πολλές
φορές το λέγουν και ως επιχείρημα, εάν δεν ανταποκριθούν σε κάτι. «Ξέρετε», σου λέγουν, «να, δεν
είχα καιρό, δεν μπόρεσα, αμέλησα». Το λέγουν πολύ απλά. Ακόμη κι όταν
δίδουν ενώπιον δικαστηρίου λόγον, κι εκεί επικαλούνται την αμέλεια. Ποιος σας
είπε, αγαπητοί μου, ποιος μας το λέει αυτό; Το ξέρετε ότι η αμέλεια είναι ένα από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα;
Ο Απόστολος Παύλος… -μάλιστα λέγεται με την ονομασία «ἀκηδία», ἀ- κήδομαι, δεν φροντίζω, αναμελιά. Ο Απόστολος Παύλος, που είναι μέσα στον
χώρο της Καινής Διαθήκης, τρομάζει όταν
βλέπει το φαινόμενο της ακηδίας, αυτής της αναμελιάς, της πνευματικής τεμπελιάς.
Ακούστε τι γράφει στην προς Εβραίους επιστολή του: «Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς
προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, (:εμείς
πρέπει, λέγει, περισσότερο να
προσέξομε σε εκείνα που ακούστηκαν από τους Αποστόλους) μή
ποτε παραῤῥυῶμεν (:για να μην
πέσομε έξω). Εἰ γὰρ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος(-δηλαδή
πιστοποιήθηκε ο λόγος στην Παλαιά Διαθήκη δι’ αγγέλων), καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν
ἔνδικον μισθαποδοσίαν (:όποιος
παρέβη, παρήκουσε, ετιμωρήθη αυστηρά από τον Θεόν εις τον χώρον της Παλαιάς
Διαθήκης), πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα
τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; (:πώς
εμείς θα ξεφύγομε από την οργή του Θεού και την τιμωρίαν, αμελήσαντες μιας τόσο
μεγάλης σωτηρίας;)». «Τηλικαύτης».
Μιας τόσο μεγάλης σωτηρίας. Μια σωτηρία
που ήλθε από Αυτό το Αίμα του Χριστού και όχι από το αίμα των ζώων των θυσιαζομένων
στην Παλαιά Διαθήκη; Πώς εμείς θα ξεφύγομε την τιμωρία και την δίκη του Θεού, ἀμελήσαντες; Είναι φοβερό. Βλέπετε
λοιπόν ότι το θέμα της αμελείας είναι
πολύ σοβαρό. Γι'αυτό και η παραβολή των ταλάντων. Ξαναλέγω, δεν θα δικαστεί ο τρίτος για κατάχρηση,
αλλά για παραμέληση.
Έρχεται και η ώρα των λογαριασμών: «Μετὰ πολὺν δὲ χρόνον ἔρχεται ὁ κύριος». Μας
λέγει η παραβολή. Σας λέγω τώρα από το κείμενο. Ο Κύριος έφυγε, βλέπομε. Πώς
έφυγε; Από τον παρόντα κόσμο. Έφυγε με
την Ανάληψή Του. Επιστρέφει με την Δευτέρα Του Παρουσία. Ευκαίρως ακαίρως,
ο Κύριος δείχνει μέσα στην Αγίαν Γραφήν την Δευτέρα Του Παρουσίαν. Γιατί αυτό είναι θεμελιώδους σημασίας. Σε
παραβολές το δείχνει αυτό κ.ο.κ. Αλλά με πολύ σαφή διδασκαλία μάς το λέγει στο
ίδιο Ευαγγέλιο στο 25ο κεφάλαιο, στο ίδιο αυτό το οποίο σήμερα
αναλύομε: «Ὅταν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ», όταν θα έλθει ο Υιός του ανθρώπου. Θα ‘ρθει με την ανθρωπίνη Του φύση, την
οποία έχει τώρα εις τον ουρανόν. Με την ανθρωπίνη Του φύση. Ούτε την απέβαλε,
ούτε θα την αποβάλει ποτέ. Αντιθέτως, αυτή
Του η ανθρωπίνη φύσις είναι η δόξα Του, είναι το καύχημά Του, είναι τα παράσημά
Του. Μια ανθρωπίνη φύση
κακοποιηθείσα και κακοπαθήσασα επί του Σταυρού για χάρη ημών. Δηλαδή τα παράσημα της αγάπης του Θεού Λόγου για
τα δημιουργήματά Του.
Δυστυχώς πολλοί Χριστιανοί δεν πιστεύουν στην Δευτέρα του Χριστού
Παρουσία. Και θα λέγαμε, αφήνουν έτσι τον Χριστιανισμόν και την σωτηρίαν
ακέφαλον. Ακέφαλον. Διότι αν ο Χριστός δεν ξανάρθει ή δεν υπάρχει κρίσις και ανάστασις
νεκρών, τότε ως προς τι; Ούτε ακόμα πιστεύουν στην ανάσταση των σωμάτων. Τότε ως προς τι το να είσαι Χριστιανός;
Το λέγει αυτό ο Απόστολος Παύλος στο 15ο κεφάλαιο στην Α΄ προς
Κορινθίους: «Γιατί λέγει να φθάσω μέχρι
θηριομαχίας, αν οι νεκροί δεν αναστήνονται με τα σώματά τους; Γιατί να
ταλαιπωρούμεθα εις τον παρόντα κόσμον, εάν δεν υπάρχει ανάσταση των νεκρών;».
Έτσι δυστυχώς, για πολλούς Χριστιανούς, πολλούς Χριστιανούς, είτε απληροφορήτους, είτε
κακοπίστους στο σημείο αυτό, ο
Χριστιανισμός δεν είναι παρά ένας κώδικας ηθικής. Αν ξέρατε πόσο είναι το ξέφτισμα αυτό του
Χριστιανισμού, να θεωρείς τον Χριστιανισμόν αδελφέ μου, κώδικα ηθικής, μόλις
και ανάγκη να το πούμε.
Για άλλους, «χρονιεῖ ο Κύριος. Έχει καιρό.
Θα ‘ρθει κάποτε». Πότε κάποτε; Ναι. Λέει
η παραβολή ότι θα επιστρέψει μετά πολύν χρόνον. Αυτό είναι αληθές. Γιατί έπρεπε
να ‘ρθουν πολλές γενεές και να δουλέψουν στο έργον του Ευαγγελίου. Αλλά δεν
έχει σημασία πότε θα ΄ρθει. Σημασία έχει ότι θα έλθει. Ύστερα μην ξεχνάμε
ότι η Ιστορία θα κλείσει οπωσδήποτε, όπως κλείνει και η προσωπική ιστορία του
καθενός, με τον θάνατόν Του. Δεν έχει
σημασία αν έρθει ύστερα από εκατό χρόνια. Για μένα ο Κύριος έρχεται, όταν εγώ
φύγω από τον παρόντα κόσμον και θα δώσω φυσικά λόγο εις τον Θεόν. Ο Κύριος θα έλθει όποτε κρίνει, φυσικά. Εγώ
όμως πότε θα απέλθω… Αυτό πρέπει να ερωτώ. Εγώ πότε θα φύγω. Όχι πότε θα ‘ρθει ο Κύριος. Ο Κύριος είπε το
εξής: «Γρηγορεῖτε οὖν (:Μένετε
ξύπνιοι) · οὐκ οἴδατε γὰρ πότε ὁ κύριος τῆς οἰκίας ἔρχεται - ὁ
κύριος τῆς οἰκίας: Η οικία είναι η οικία του Θεού, η Βασιλεία του Θεού-, ὀψὲ
-δηλαδή βραδάκι- ἢ μεσονυκτίου ἢ ἀλεκτοροφωνίας(:όταν φωνάζουν τα κοκόρια) ἢ πρωΐ (:όταν ξημερώνει πια)· μὴ ἐλθὼν
ἐξαίφνης εὕρῃ ὑμᾶς καθεύδοντας(:μην
έλθει ξαφνικά και σας βρει να κοιμόσαστε)».
Δηλαδή
δεν ενδιαφέρει πότε θα ΄ρθει ο Κύριος. Ενδιαφέρει εγώ πότε θα φύγω, σας
είπα. Δηλαδή: Ο θάνατός μου πότε θα
έλθει; Στην παιδική μου ηλικία; Στην νεανική μου, στην ώριμο ή στην γεροντική.
Ο Κύριος έβαλε τέσσερις σταθμούς χρονικούς. Δεν με ενδιαφέρει πότε θα ‘ ρθει ο
Κύριος. Με ενδιαφέρει το πότε θα φύγω εγώ. Έχουν περάσει, αγαπητοί μου, δύο
χιλιάδες χρόνια από τότε που είπε ο Κύριος τα λόγια αυτά. Είναι, αν το θέλετε, ο πολύς χρόνος. Φαίνεται όμως ότι ο χρόνος αυτός
λιγόστεψε πολύ. Γιατί τα σημάδια που μας άφησε για το τέλειωμα αυτού του χρόνου
είναι πια εμφανή. Έτσι, θα γράψει ο Απόστολος Παύλος στην προς
Φιλιππησίους: «Ὁ Κύριος ἐγγύς». Όχι
τοπικά εγγύς. Χρονικά. Ο Κύριος είναι κοντά. Έρχεται. Και μόνο αν είχαμε αυτήν την αίσθηση, ότι ο Κύριος έρχεται, είναι
κοντά, τότε σίγουρα θα διπλασιάζαμε τα τάλαντα. Σας ερωτώ, αν μας έλεγαν
ότι το πρωί, θα πάμε να σκάψομε κάπου και ότι θα βρούμε εκεί πολλά πολλά λεφτά,
χρυσά νομίσματα…Τι ώρα θα σηκωνόμασταν άραγε το πρωί; Θα έλεγα καλύτερα, μήπως
δεν κοιμόμαστε καθόλου όλη την νύχτα, στην λαχτάρα μας πότε θα ‘ρθει η ώρα να
πάμε να σκάψουμε να βρούμε τα χρήματα. Θέλω να πω μ’ αυτό, εκείνος που πιστεύει
ότι ο Κύριος έρχεται, εργάζεται το τάλαντο που του έχει δώσει ή τα τάλαντα. Τότε, αν έτσι όλοι σκέπτονται, έχουμε μίαν
γρηγορούσα Εκκλησία. Μια Εκκλησία η οποία μένει ξύπνια, δηλαδή είναι ακμαία.
Και ερχόμενος ο Κύριος τι κάνει; «Συναίρει
λόγον». Κινεί λογαριασμό, ζητά
λογοδοσία. Ο πρώτος· κατάφορτος. Δείχνει τον διπλασιασμό του εμπιστευθέντος
ποσού. Ο δεύτερος; Το ίδιο. Τι λέγει στους δυο πρώτους ο Κύριος; «Εὖ, -μπράβο- δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! Ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός,
ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω ».
Δηλαδή τι είναι αυτά; Είναι εκείνα τα
πολλά, είναι τα μέλλοντα που πρόκειται να απολαύσει ο άνθρωπος και που οφθαλμός
δεν είδε. «Πολλῶν χαρίτων σὲ ἀξιώσω, πολλῶν ἀγαθῶν σοὶ μεταδώσω», λέγει ο
Ζιγαβηνός. Δείτε τους τίτλους. «Εὖ», μπράβο. «Πιστέ, ἀγαθέ». Θαυμάσιοι
τίτλοι. Κι όταν μάλιστα τους λέει αυτούς ο Θεός. Και το κορυφαίον; «Εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου». Μπες στην χαρά του Κυρίου σου. Δηλαδή μέσα στην Βασιλεία του Θεού.
Τι απολογία όμως έδωσε ο τρίτος; Προσέξτε.
Καταρχάς επιστρέφει το παραληφθέν ποσόν. «Κύριε,
πάρ' το». Δικαιολογείται.
Δικαιολογείται όπως περίπου ο Αδάμ· ο οποίος αποδίδει την αιτία στον Θεό.
Όταν του λέγει: «Δεν φταίγω εγώ… η
γυναίκα που μου έδωσες». Μετάθεση ενοχής. «Κύριε·
ἔγνων σε -λέει ο δούλος
της παραβολής… «Σε ξέρω». Αλήθεια,
από πού το ξέρεις;- ὅτι
σκληρὸς εἶ ἄνθρωπος(:είσαι
σκληρός, είσαι αυστηρός), θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας(:ότι
θέλεις να θερίσεις εκεί όπου δεν έσπειρες. Και να μαζέψεις εκεί που δεν
σκόρπισες. Δηλαδή είσαι παράλογος, είσαι άδικος · καὶ
φοβηθεὶς –Τι υποκρισία! Τι φοβήθηκες;- ἀπελθὼν
ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τὸ σόν». «Το ΄κρυψα. Πάρ’ το». Υποκρισία. Φοβήθηκες. Και δεν φοβήθηκες να πεις αυτά
που λες τώρα στον Κύριό σου; Βλέπετε η ψυχολογία του τρίτου δούλου; Φοβερή ψυχολογία. Θα επαναλάβω. Δεν
κατεχράστη. Αμέλησε. Και δείτε χαρακτηρισμούς τώρα γι’ αυτόν. «Πονηρέ,
ὀκνηρέ, ἀχρεῖε». Άχρηστε. Και τιμωρία; «Καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ
ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων». Δηλαδή η αιώνια κόλασις, αγαπητοί μου. «Καί
κολάζεται –όπως λέγει ο Ζιγαβηνός- οὐχ ὅτι ἔπραξε κακά –όχι επειδή έπραξε κακά πράγματα- ἀλλ' ὅτι
οὐκ ἔπραξεν ἀγαθά». Δεν έπραξε
καλά πράγματα. «Ἔκκλινον γὰρ, φησὶν, ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν». Και τι
λέει η Γραφή. Φύγε από το κακό -δεν είναι αρκετό- και πράξε το αγαθόν.
Αγαπητοί
μου, βλέπει κανείς ενδεικτική αυτήν την παραβολήν των ταλάντων, πώς πρέπει να διαθέτομε τις δυνατότητές μας
και τα χαρίσματά μας και την σωτηρία μας στη δόξα του Θεού και στη σωτηρία του
πλησίον. Και το καταπληκτικόν,
ξέρετε, ποιο είναι και κορυφαίον; Ευθύς μετά την παραβολή αυτή, αναφέρεται ο
Κύριος στην Κρίση της Δευτέρας Του Παρουσίας. «Καὶ ὅταν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου
ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ…». Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Αγαπητέ
μου, πώς διαθέτεις τα χαρίσματα και τις δυνατότητές που σου έδωκε ο Θεός;
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη
ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό
γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της
απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη,
φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
·
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
·
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_423.mp3