Τα Αγία
Θεοφάνεια είναι μία από τις αρχαιότερες εορτές της εκκλησίας μας η οποία
θεσπίσθηκε το 2ο αιώνα μ.Χ. και αναφέρεται στη φανέρωση της Αγίας Τριάδας κατά
τη βάπτιση του Ιησού Χριστού. Η ιστορία της βάπτισης έχει ως εξής: Μετά από
θεία εντολή ο Ιωάννης ο Πρόδρομος εγκατέλειψε την ερημική ζωή και ήλθε στον
Ιορδάνη ποταμό όπου κήρυττε και βάπτιζε. Εκεί παρουσιάσθηκε κάποια ημέρα ο
Ιησούς και ζήτησε να βαπτισθεί. Ο Ιωάννης, αν και το Άγιο Πνεύμα τον είχε
πληροφορήσει ποιος ήταν εκείνος που του ζητούσε να βαπτισθεί, στην αρχή
αρνείται να τον βαπτίσει ισχυριζόμενος ότι ο ίδιος έχει ανάγκη να βαπτισθεί από
Εκείνον. Ο Ιησούς όμως του εξήγησε ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού και τον
έπεισε να τον βαπτίσει. Και τότε μπροστά στα έκπληκτα μάτια των θεατών
διαδραματίσθηκε μία μοναδική και μεγαλειώδης σκηνή, όταν με την μορφή ενός περιστεριού
κατήλθε το Άγιο Πνεύμα και κάθισε επάνω στο βαπτιζόμενο Ιησού, ενώ συγχρόνως
ακούσθηκε από τον ουρανό η φωνή του Θεού η οποία έλεγε: «Ούτος εστίν ο Υιός μου
ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα» («Αυτός είναι ο αγαπημένος μου Υιός, αυτός είναι ο
εκλεκτός μου»).
Από τότε και το Βάπτισμα των χριστιανών, δεν είναι «εν ύδατι», όπως το βάπτισμα «μετανοίας» του Ιωάννη, αλλά «εν Πνεύματι Αγίω». Ο Κύριος με το να βαπτιστεί αγίασε το νερό, το έκανε νερό αγιασμού και συμφιλίωσης με το Θεό. Έτσι η Βάπτιση του Κυρίου άνοιξε τη θύρα του Μυστηρίου του Βαπτίσματος. Με την καθαρτική χάρη του αγίου Βαπτίσματος ο παλαιός αμαρτωλός άνθρωπος ανακαινίζεται και με την τήρηση των θείων εντολών γίνεται κληρονόμος της βασιλείας των ουρανών.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος β’.
Ὅτε τῇ ἐπιφανείᾳ σου ἐφώτισας τὰ σύμπαντα, τότε ἡ ἀλμυρὰ τῆς ἀπιστίας θάλασσα ἔφυγε, καὶ Ἰορδάνης κάτω
ῥέων ἐστράφη, πρὸς οὐρανὸν ἀνυψῶν ἡμᾶς. Ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου, συντήρησον Χριστὲ ὁ Θεός, πρεσβείες τῆς Θεοτόκου, καὶ σῶσον ἡμᾶς.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’.
Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γάρ Γεννήτορος ἡ φωνή προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητόν σε Υἱόν ὀνομάζουσα· καί τό Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τό ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανείς Χριστέ ὁ Θεός, καί τόν κόσμον φωτίσας δόξα
σοι.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ Β´ 11 - 14
11 Ἐπεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, 12 παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, 13 προσδεχόμενοι τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, 14 ὃς ἔδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν, ἵνα λυτρώσηται ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἀνομίας καὶ καθαρίσῃ ἑαυτῷ λαὸν περιούσιον, ζηλωτὴν καλῶν ἔργων.
ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ Γ´ 4 - 7
4 ὅτε δὲ ἡ χρηστότης καὶ ἡ φιλανθρωπία ἐπεφάνη τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, 5
οὐκ ἐξ ἔργων τῶν ἐν δικαιοσύνῃ ὧν ἐποιήσαμεν ἡμεῖς, ἀλλὰ κατὰ τὸν αὐτοῦ ἔλεον ἔσωσεν ἡμᾶς διὰ λουτροῦ παλιγγενεσίας καὶ ἀνακαινώσεως Πνεύματος ἁγίου, 6 οὗ ἐξέχεεν ἐφ’ ἡμᾶς πλουσίως διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν, 7 ἵνα δικαιωθέντες τῇ ἐκείνου χάριτι κληρονόμοι γενώμεθα κατ’ ἐλπίδα ζωῆς αἰωνίου.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι.Θ. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
11 Διότι εφανερώθη πλέον και εδόθη εις
όλους, κυρίους και δούλους, η χάρις του Θεού, η σωτήριος δια τους ανθρώπους. 12
Αυτή η χάρις μας διδάσκει και μας παιδαγωγεί να αρνηθώμεν την ασέβειαν και τας
κοσμικάς αμαρτωλάς επιθυμίας και να ζήσωμεν εις την παρούσαν ζωήν με εγκράτειαν
και σωφροσύνην, με δικαιοσύνην και αγάπην προς τους γύρω μας, με ευσέβειαν και
υπακοήν προς τον Θεόν, 13 περιμένοντες την απερίγραπτον
μακαριότητα, που ελπίζομεν, και την φανέρωσιν της δόξης του μεγάλου Θεού και
Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, 14 ο οποίος παρέδωκε τον ευατόν
του στον σταυρικόν θάνατον προς χάριν μας, δια να μας εξαγοράση από την ενόχην
κάθε παραβάσεως του Νομου, να μας καθαρίση από κάθε μολυσμόν, ώστε να
συγκρατήση δια τον ευατόν του λαόν εκλεκτόν, γεμάτον ζήλον δια καλά έργα.
4 Οταν όμως
εφανερώθηκε η αγαθότης και η φιλανθρωπία του σωτήρος ημών Θεού, 5
όχι από τα έργα της δικαιοσύνης που τάχα εκάμαμε ημείς, αλλά σύμφωνα με το
άπειρον έλεός του μας έσωσε δια μέσου του βαπτίσματος, του λουτρού αυτού της
αναγεννήσεως και δια του ξεκαινουργώματος, που χαρίζει το Αγιον Πνεύμα, 6
το οποίον ο Θεός έχυσε και έδωσεν εις ημάς πλουσίως δια του Ιησού Χριστού, του
Σωτήρος μας. 7 Και τούτο, δια να δικαιωθώμεν με την σωτήριον
χάριν Εκείνου και να γίνωμεν κληρονόμοι της αιωνίου ζωής, σύμφωνα με την
χαρμόσυνον ελπίδα, που ο ίδιος μας έχει δώσει.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Γ´ 13 - 17
13 Τότε παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ’ αὐτοῦ. 14
ὁ δὲ Ἰωάννης διεκώλυεν αὐτὸν λέγων· Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; 15 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν πρὸς αὐτόν· Ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην. τότε ἀφίησιν αὐτόν· 16
καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδεν τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ’ αὐτόν· 17 καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ
ΑΠΟΔΟΣΗ Ι.Θ. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
13 Τοτε
έρχεται ο Ιησούς από την Γαλιλαίαν (όπου έμενε και ησχολείτο με την ξυλουργικήν
τέχνην) στον Ιορδάνην προς τον Ιωάννην, δια να βαπτισθή από αυτόν. 14
Ο Ιωάννης όμως τον εμπόδιζε με επιμονήν και έλεγε· “εγώ, ο ατελής και αδύνατος
άνθρωπος, έχω ανάγκην να βαπτισθώ από σε, και συ, ο αναμάρτητος και τέλειος,
έρχεσαι να βαπτισθής από εμέ;” 15 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και
είπε προς αυτόν· “έτσι είναι, αλλά άφησε τώρα τας αντιρρήσεις και μη φέρνεις
δυσκολίες στο βάπτισμά μου, διότι έτσι πρέπει, και για μένα και για σένα, να
εκπληρώσω κάθε εντολήν του Θεού· μία από τας εντολάς είναι και αυτή”. Τοτε ο
Ιωάννης τον αφήκε να βαπτισθή. 16 Και ο Ιησούς, όταν
εβαπτίσθη, εβγήκε αμέσως από το νερό (διότι δεν είχε καμμίαν αμαρτίαν να
εξομολογηθή, ενώ οι άλλοι έμεναν εις αυτό, όσον χρόνον διαρκούσε η εξομολόγησίς
των). Και ιδού ηνοίχθησαν χάριν αυτού οι ουρανοί και είδε το Πνεύμα του Θεού να
κατεβαίνη υπό την μορφήν της περιστεράς και να έρχεται επάνω εις αυτόν. 17
Και ιδού ηκούσθη από τους ουρανούς η φωνή του Θεού και Πατρός, ο οποίος έλεγεν·
“Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπημένος (ο μονογενής ως Θεός υιός μου, και ο
απολύτως αναμάρτητος ως άνθρωπος) στον οποίον αναπαύομαι πάντοτε πλήρως, διότι
πράττει το αρεστόν εις εμέ”.
ΠΗΓΗ : ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ