Σοφά πουλιά, «συζητηταί τοῦ αἰῶνος τούτου τοῦ ἀπατεῶνος» (Α΄Κορ.1,20), πού καταναλώνετε φαιά οὐσία ματαίως ἐπί πολλά 24ωρα μπροστά σέ ὀβάλ καί στρόγγυλα ἀστραφτερά τραπέζια, φυλλομετρώντας ἁπλῶς μέ τά δάκτυλα τίς σελίδες τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου καί οὐδέποτε μελετῶντες καί ἐμβαθύνοντες στά νοήματά του, καί εἰδικότερα στίς λεπτομέρειες τῶν λόγων τοῦ Κυρίου, τῶν Εὐαγγελιστῶν καί λοιπῶν Ἀποστόλων, ἀλλά καί τῶν πρό αὐτῶν Προφητῶν, τῶν πρό τοῦ Κυρίου τά περί Αὐτοῦ λαλησάντων, >/ ἆρα γε ἁπλῆ, κενή καί φευγαλέα τυγχάνει ἡ ἐν τῷ ἱερῷ κειμένῳ φράσις «ὅτε ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου…»; (Γαλατ.4,4)
Ὅτι τότε, καί ἄν τότε εἰς ἐκείνην τήν χρονικήν
περίοδον, καί προέγνω νά γεννηθῇ καί ἐγεννήθη, ἡ μόνη ἐκ
πασῶν τῶν γενεῶν προεκλεγμένη καί προφητευθεῖσα ὑπό τοῦ Προφήτου Ἡσαΐου
(7,14) νά διαβιοῖ ἐπί τῆς γῆς ὡς τό «δοχεῖον τοῦ ἀχωρήτου» (Ἱ.Ὑμνολογία),
καί ἐν ἀπολύτῳ καθαρότητι καί ἁγνότητι, «ἐν παρθενίᾳ» τῆς ὁποίας ἐτέθη
πρό αὐτῆς ὅλως ἐξαιρετικῶς καί μοναδικῶς τό ἄρθρον Ἡ Παρθένος (Ἡσαϊ.7,14),
ἡ μία, ἥτις ὡς μοναδική, δέν ὑπῆρχε δυνατότης νά ἀναζητοῦσε ν’
ἀνεύρῃ τις αὐτήν εἰς τό παρελθόν, στό τότε παρόν, καί κάποιαν
ἄλλην, δευτέραν ἐκτός αὐτῆς, καί εἰς τό μέλλον μέχρι τῆς σήμερον ἑτέραν,
ἤ τινα ὁποιανδήποτε ἄλλην ὁποθενδήποτε προσδοκομένην, πλήν αὐτῆς τῆς μόνης ἀπ’ αἰώνων καί ἀνά
τούς αἰῶνας γενικῶς ἀναμενομένης, ἥτις μοναδική προεφητεύθη ὡς Ἡ Παρθένος, ἥτις θά «ἔσχεν ἐν γαστρί
ἐκ πνεύματος ἁγίου καί θά ἔτεκε τόν Ἔμμανουήλ, ὅ ἐστί μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἡμῶν
ὁ Θεός»! (Ματ.1,23) Καί γάρ «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου συνελήφθη καί ἐσαρκώθη
ὁ Θεός, καί τήν τεκοῦσαν Θεοτόκον ὁμολογοῦντες καί Ἀειπάρθενον, μετά τοῦ
Υἱοῦ της ἀεί δοξάζομεν, τιμῶμεν καί γερέρομεν»! (Λουκ.1,35)
«Μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός» (Ἡσαΐ.8,9), καί
συναναστραφείς ἡμᾶς τί ἐδίδαξεν;
Παρατρέχω καί ἀφήνω ὅλα τά ἄλλα, περιοριζόμενος εἰς τήν
περίπτωσιν πού τόν πλησιάζουν «γιά νά τόν παγιδεύσουν οἱ μαθηταί τῶν
Φαρισαίων μετά τῶν Ἡρωδιανῶν, ἐρωτῶντες, ἐάν πρέπῃ νά πληρώνουν φόρον»
(Ματ.22,16) εἰς τούς Ρωμαίους Κατακτητάς.
Κατακτηταί!
«Πλήρωμα χρόνου» (Γαλ.4,4) ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ,
σήμαινε πολλά καί ἦταν γιά ἄπειρα
πράγματα «πλήρωμα», τό συμπλήρωμα-τό φτάσιμο τοῦ χρόνου, τῆς χρονικῆς ἐκείνης
περιόδου πού περίμεναν νά λάβῃ χώραν, νά συμβῇ κάτι, τό ὁποῖο ἀνεμένετο ἀπό
καιρό ἤ ἀπό αἰῶνες.
Ἵνα μή μακρύνω
τόν λόγον ἐπαναλαμβάνω, περιορίζομαι ν’ ἀνασύρω μόνον, ὅτι ὁ λαός ζοῦσε μέσα σ’ ἕνα πνιγηρό «σκοτάδι καί σέ
μιά σκιά θανάτου» (Ἡσαΐ.9,2) τυραννικῆς Κατοχῆς. Ἀφ’ ἑνός «τοῦ Διαβόλου,
τοῦ ἄρχοντος καί Κοσμοκράτορος τοῦ αἰῶνος τούτου, τοῦ ὁποίου ἦλθε νά
καταργήσῃ τά ἔργα» (Ἐφεσ.6,12 / Α΄Ἰωάν.3,8 / Ἑβρ.2,14), καί τῆς Ρωμαϊκῆς
Κατοχῆς ἀφ’ ἑτέρου, τῆς ὁποίας τηροῦντες τήν ἐντολήν τοῦ δόγματος τῆς Ἀπογραφῆς
τοῦ Καίσαρος Αὐγούστου -κατά τά γνωστά ἱστορικά γεγονότα ἅτινα ἔλαβον χῶραν-,
Θεός ὤν ἀληθινός, ὡς τέλειος ἄνθρωπος σαρκωθείς διά πνεύματος ἁγίου, ἐγεννήθη ὑπό
τῆς Ἀειπαρθένου Μαρίας ἐν Βηθλεέμ! (Λουκ.2,4,5,7)
Πρό τοῦ ἀναληφθῆναι Αὐτόν διά βίου διδάξας ἡμᾶς,
συνεχιστάς τῆς διδασκαλίας Του, μάλιστα ἀνά δύο ἀποστείλας τούτους τοῦ κηρύξαι
καί εὐαγγελίσαι αὐτήν πᾶσι τῇ κτίσῃ, ὥρισε τούς Δώδεκα καί τούς Ἑβδομήκοντα ἀκολουθήσαντας
καί φοιτήσαντας ἐπί τριετίαν ὅλην παρ’ Αὐτῷ Μαθητάς Του, οὕς Ἀποστόλους Ἱερούς ἡ
Ἐκκλησία καλεῖ καί τιμᾶ μέχρι τῆς σήμερον. Δι’ αὐτῶν «εἰς πᾶσαν τήν γῆν ἐξελθών
ὁ φθόγγος αὐτοῦ καί εἰς τά πέρατα τῆς οἰκουμένης τά ρήματα αὐτοῦ» (Ρωμ.10,18),
καταγραφέντα ἐπί χάρτου συναπαρτίζουν ἴδια Βιβλία ἑνός ἑκάστου, εἴτε ὑπό μορφήν
εὐαγγελίου, εἴτε ἐν μορφῇ ἐπιστολῆς ἤ καί περισσοτέρων τῆς μιᾶς ἐπιστολῶν.
Ἕν ἐξ ὅλων τῶν Βιβλίων, τό τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων
δέν ἔχει κατακλεῖδα, τέλος καί χαρετισμόν ὑπό τινος τῶν Ἀποστόλων ἤ ὅλων,
παραμένον ἀνοικτόν (Πράξ.28,31). Τοῦτο δέ, διότι εἰς τό σχετικό αὐτό Βιβλίο τῶν
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, τῶν διαδόχων αὐτῶν καί τῶν ἀνά τούς αἰῶνας διαδεχομένων
αὐτούς συνεχιστῶν τοῦ ἔργου τοῦ εὐαγγελισμοῦ, ἀλλά καί τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας
πλατύτερα, τοῦ Τρόπου Διοικήσεως, τρόπου ἐπιλύσεως τῶν διαφόρων ἀναφυομένων
προβλημάτων κατά τήν πορείαν αὐτῆς κ.λ.π., συλλογικῇ συσκέψει πάντοτε ἐν Ἁγίῳ
Πνεύματι, αὕτη μόνη (ἡ Ἐκκλησία), ἄνευ παραμβάσεως οὐδέποτε τῆς
Πολιτείας θά ἐπιλύῃ ταῦτα, καταγραφομένων τούτων ἁπάντων ἐν τῷ Βιβλίω τούτῳ
τῶν Πράξεων, ὡς Θεοφιλής τρόπος ἐνεργείας, δράσεως καί συμπεριφορᾶς τοῦ
σώματος τῆς Ἐκκλησίας, πού δέν ἔπαυσε καί δέν θά παύσῃ (δέν πρέπει -ἀπολύτως-
νά παύσῃ) ποτέ νά ἔχῃ μόνο Μία κεφαλήν, τόν Χριστόν!
Διαρχία καί
Συγκυβέρνησις, ἤτοι Ὁμόνοια καί Συνταύτησις Θεοκρατίας καί Πολιτειοκρατίας,
ἐνέχει καί προδηλοῖ τήν παντελῆ ἀποτυχία τοῦ προορισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὑποταγή
της εἰς τήν Πολιτείαν μέ ἀρνητικό κέρδος καί τέλος της τήν πλήρη ἐκκοσμίκευσιν σύν τῷ χρόνῳ! «Ἡ
φιλία τοῦ κόσμου, ἔχθρα τοῦ θεοῦ ἐστιν» (Ἰακ.4,4). «Ὅς ἄν βουληθῇ φίλος
εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρός τοῦ θεοῦ καθίσταται» (Ἰακ.4,4). «Μή ἀγαπᾶτε τόν
κόσμον μηδέ τά ἐν τῷ κόσμῳ» (Α΄Ἰωά.2,15).
«Ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καί ἀφορίσθητε» (Β΄Κορ.6,17), ἤτοι
ἐκ τοῦ κοσμικοῦ φρονήματος.
«Οὐ δύνασθε δυσί κυρίοις δουλεύειν, Θεῷ καί μαμωνᾷ» (Ματ.6,24). «Τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ πρός Βιλίαλ;»
(Β΄Κορ.6,15).
Θά τυγχάνῃ ἀσφαλῶς γνωστόν, ὅτι ὁ Χριστός καί οἱ
Μαθηταί σάν ἄτομα πού συναπάρτιζαν Ὁμάδα, ὑπό Κατοχήν μάλιστα διαβιοῦντες,
οὐδέποτε παρέλειψαν νά ἀποδόσουν τίς ὀφειλές καί τούς φόρους πρός οὕς ἔπρεπε νά
τό πράξουν, τόσο πρός τόν Ναόν, ὅσον καί πρός τό Ρωμαϊκό Κράτος πού τούς
κατεῖχε.
Ἀναφερθέντων ἡμῶν
εἰς τάς πρός τό Κράτος, ἄς ἀναφερθῶμεν καί εἰς τάς πρός τόν Ναόν σχετικάς ὑποχρεώσεις
των.
Ἐκτάκτη προσφορά πρός τόν Ναόν ἦτο τό «κορβᾶν»
= δῶρον, ἐξ οὗ ὁ Κορβανᾶς, ὁ ἱερός θησαυρός, ἐντός τοῦ ὁποίου ἐρίπτοντο
τά κέρματα.
Ἡ δεκάτη, θά λέγαμε στή σημερινή διάλεκτο,
μονοκοπανιά, «ταρίφα» τό 1/10 ὅλων τῶν γεννημάτων, μέχρι τοῦ δυόσμου και τοῦ ἀνήθου.
Αὐτοπροαίρετα μέ τή συνείδησή του καθένας ἀπέναντι στό Θεό, προσέφερε ἐλεύθερα
τό 1/10 ἀπ’ ὅλα ὅσα ἀποκτοῦσε. Ἀπ’ τά πιό σπουδαία, μέχρι τά πιό ἀσήμαντα, ἀνάξια
λόγου καί ἀναφορᾶς.
Τά Πρωτοτόκια. Ὅ,τι πρωτογεννημένο,
ἔπρεπε νά προσφερθῇ στό Ναό. Γιά νά τό πάρῃ πίσω, ἄν ἦτο τέκνο, ἐάν μέν ἦτο
πλούσιος προσέφερε ἕνα ἀρνί· ἐάν ἦτο σχετικά φτωχός, δυνάμενος ν’ ἀγοράσῃ
ἐκ κυνηγίου ἕνα ζεῦγος τρυγόνων· ἐάν δέ τελείως πάμφτωχος, ἕνα ζευγάρι
νεοσσῶν περιστερᾶς οἰκοσίτων, ἕνεκα τῆς παντελοῦς πενίας. (Λευιτ.12,6 &
14,22 / Λουκ.2,24) Σημειωθήτω, οἱ Προπάτορές μας, ἐν ἐσχάτῃ πενίᾳ
διατελοῦντες-διαβιοῦντες «ζεῦγος νεοσσῶν περιστερᾶς» προσέφερον! (Λουκ.2,24).
Διδασκόμεθα τίποτε ἐξ αὐτοῦ; Λέει τίποτε σ’ αὐτούς πού δέν ξέρουν τί σπαταλοῦν
κάθε μέρα, καί ἀλλάζουν τά PASSAT
μέ
τά Πολυμορφικά σἄν τά Πουκάμισα;!
Τήν ἴδια ὀφειλή καί προσφορά ἀναλόγως, ἔπρεπε ν’ ἀποδώσῃ
εἰς τό Ναό καί κάθε γυναῖκα πού θά γεννοῦσε. Ἐάν μέν «ἄρσεν» στίς
σαράντα (40) ἡμέρες, ἐάν δέ «θῆλυ» στίς ὀγδόντα (80) ἡμέρες
(Λευιτ.12,2-5). Οὕτως ὡρίζοντο «αἱ ἡμέραι καθάρσεως τῆς τικτούσης
γυναικός, ἐφ’ υἱῷ ἤ ἐπί θυγατρί» (Λευιτ.12,2-8), καί τῇ προσφορᾷ «ἀμνοῦ,
ζεύγους τρυγόνων, ἤ ζεύγους νεοσσῶν περιστερᾶς» (Λευιτ.12,6-7 /
Λουκ.2,24).
Οἱ ἀπαρχές συσχετίζονται μέ τήν δεκάτην,
πού αὐτοβούλως καί εὐγνωμόνως, τά πρῶτα τους γεννήματα ἀπό τούς παντοειδεῖς
καρπούς καί τά βλαστήματα, τά προσέφεραν δῶρον εἰς τόν Θεόν, χωρίς νά τά
παίρνουν πίσω μετά ἀπό κάποια ἀπαραίτητη νά προσγίνῃ εἰς αὐτά εὐλογία ἤ ἁγιασμός.
Γνωστόν ἐπίσης εἰς πάντας, ὅτι Ταμίας τοῦ στενοῦ
κύκλου τῶν Δώδεκα Μαθητῶν τοῦ Κυρίου ἦτο ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης , ὁ ὁποῖος τό «γλωσσόκομον
εἶχε καί τά βαλλόμενα ἐβάσταζεν» (Ματ.12,6). «Καί πολλαί γυναῖκες ἠκολούθουν, αἵτινες
διηκόνουν αὐτῷ ἀπό τῶν ὑπαρχόντων αὐταῖς, αἵ ἦσαν τεθεραπευμέναι ἀπό νόσων καί
μαστίγων καί πνευμάτων πονηρῶν καί ἀσθενειῶν, Μαρία ἡ καλουμένη Μαγδαληνή, ἀφ’ ἧς
δαιμόνια ἑπτά ἐξεληλύθει, καί Ἰωάννα γυνή Χουζᾶ ἐπιτρόπου Ἡρώδου, καί Σουσάνα
καί ἕτεραι πολλαί» (Λουκ.8,2-3). «Ἐν αἷς ἦν καί Ἰωάννα γυνή Χουζᾶ ἐπιτρόπου
Ἡρώδου» (αὐτόθι). Ὁ Ἱστορικός Ἰώσηπος ἀναφέρει σχετικῶς, ὅτι ὁ Χουζᾶ ἦτο
κατά τούς χρόνους ἐκείνους Ὑπουργός τῶν Οἰκονομικῶν -κατά κάποιο τρόπο-, θά
λέγαμε σήμερα. Ἔτσι ἐξηγεῖ τό «ἐπίτροπος».
Ὁ Θεός πού εἶπε «δέν εἶδα τόν δίκαιον ἐγκαταλελειμμένον, καί τά
παιδιά του νά ζητοῦν ἄρτους» (Ψαλ.36,25) , καί «οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα»
(Δευτ.25,4), καί «ἄξιος γάρ ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ» (Λουκ.10,7),
«ὅποιος ἀφήσει ἀγρούς, οἰκίας καί παντός εἴδους ὑλικά πράγματα, ἑκατονταπλάσια
θά λάβῃ» (Ματ.19,29), τί λέτε, γιά
τούς Μαθητάς του δέν ἴσχυαν αὐτα; Δέν θά φρόντιζε; Θά τούς ἄφηνε νηστικούς;
Τό τραπέζι μας
καί τῶν παιδιῶν μας, τό γεμίζει τό πορτοφόλι μας, ὁ ἱδρώτας μας, καί τό Ράφι τοῦ
Σούπερ Μάρκετ τό ἄψυχο, τό σιρματένιο· ἤ ὁ Δημιουργός μας καί Προνοητής Θεός, «ὁ
νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τό ὕδωρ» (Τροπάριον Κασσιανῆς) , ὁ ποιῶν αὐτό ὑετόν καί καταρδεύων πᾶσαν τήν
γῆν, ἡ ὁποία ἀποδίδει μέ τή Χάρη καί τήν εὐλογία Του τούς πολυποίκιλους Καρπούς
πρός βρῶσιν καί στηριγμόν, ἀλλά καί βότανα πρός θεραπείαν καί ἴασιν;
Ποῦ γνωρίζομεν ἐμεῖς τίς ἄγνωστες «συζύγους Χουζᾶ»,
τίς τόσες «ἀφανεῖς καί ἐμφανεῖς εὐεργεσίες πού δεχόμεθα»
(Θ.Λειτ.Μ.Βασιλείου), οἱ ὁποῖες ἔχουν ὅλες αἴτιον καί πηγήν τόν Δημιουργόν καί
Προνοητήν μας Θεόν, ὁ ὁποῖος «ἀνατέλει τόν ἥλιον ἐπί πονηρούς καί ἀγαθοῦν
καί βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους»; (Ματ.5,45). Ἀπειροελάχιστα
πράγματα ὑποπίπτουν στήν ἀντίληψή μας, καί ὀλιγοστά δύναται να ἐννοήσῃ τό
περιωρισμένο καί πεπερασμένο μυαλουδάκι μας!
Καί πλησιάζουν ποιόν; Τόν Παμβασιλέα, τόν
Δημιουργόν τῆς Κτίσεως καί τῆς ὑπάρξεώς των, Ὅστις τούς παρεῖχε τήν
στιγμήν ἐκείνην τήν ζωτικότητα καί τήν δυνατότητα αὐτοῦ τοῦ βηματισμοῦ καί τοῦ ἐγγισμοῦ,
-ἄκουσον τόλμην καί ἀναίδιαν-, «ὅπως αὐτόν παγιδεύσωσιν ἐν λόγῳ» (Ματ.22,15),
ἐρωτῶντες «ἔξεστιν δοῦναι κῆνσον Καίσαρι ἤ οὐ;» (Ματ.22,17) / Πονηριά στή μέση. Εἶπες νά δίδουμε; Δέν εἶσαι
Ἰουδαῖος, εἶσαι φίλος τῶν Κατακτητῶν. Εἶπες νά μή δίνουμε; Κόψτου τό κεφάλι μιά
ὥρα ἀρχήτερα, γιατί δέν ὑπακούει καί δέν ὑποτάσσεται στά κελεύσματα τοῦ
Καίσαρα. Μπερδεψοδουλειά!
Ἀλλά εἶναι εὔκολα, ἁπλά καί ξεκάθαρα τά
πράγματα γιά τό Θεό. Ἔχει ἐγκαίρως νομοθετήσει γιά ὅλα. Ἦρθε, Πρῶτον «νά καταργήσῃ τά ἔργα τοῦ διαβόλου» (Α΄Ἰωά.3,8) = νά
θέσῃ ἐκτός ἐνεργείας. Δηλαδή νά ὑπάρχῃ, ἀλλά νά καθίστανται ἀνενεργά τά ἔργα
του, διά τῆς δυνάμεως πού λαμβάνει πλέον ὁ ἄνθρωπος διά τῆς εἰς Χριστόν πίστεως,
ὡς δυνατωτέρου ἀναδειχθέντος τοῦ Κυρίου διά τῆς ἀναστάσεως Του, «καταλύσαντος τό κράτος καί τήν ἰσχύν τοῦ Διαβόλου ἐν
τῷ Σταυρῷ» (Ἑβρ.2,14), μέ «ἔσχατον-τελευταῖον καταργούμενον ἐχθρόν τοῦ ἀνθρώπου
τόν θάνατον» (Α΄Κορ.15,26), πού ἀπομένει ἀκόμα «νά νικηθῇ κατά
τήν ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν εἰς τήν Δευτέραν τοῦ Κυρίου Παρουσίαν» (Α΄Κορ.15,52)·
// καί Δεύτερον «νά συμπληρώσῃ-νά ὁλοκληρώσῃ ὅσα ἐνομοθέτησε
ἤδη εἰς τήν Παλαιάν Του Διαθήκην» (Ματ.5,17).
Τούς ἔχει νομοθετήσει «νά σέβωνται νά τιμοῦν καί νά
μή κακολογοῦν τούς ἄρχοντες τοῦ λαοῦ» (Ἔξοδ.22,28), περισσότερο ποτέ
νά μή τούς φονεύσουν.
«Νά μή μεταθέτουν καί νά σέβωνται τά ὅρια τῶν
χωραφιῶν καί τῶν κατοικιῶν πού ἔθεσαν οἱ Πρόγονοί των» (Παροιμ.22,28)
καί (Πράξ.17,26)
«Νά σέβωνται καί νά τιμοῦν τά ὅρια καί τά σύνορα τῶν
Κρατῶν καί τῶν ἐθνῶν πού ἐμέρισε, ὥρισε καί ἔθεσεν ὁ Θεός, προστάξας ἄγγέλους
νά φυλάττουν αὐτά» (Ψαλ.58,9)
Νά δίδουν τά δίδραχμα, τήν δεκάτην ὡς
προσφοράς πρός τόν Ναόν καί τάς ἄλλας ὑποχρεώσεις, τῶν ἀπαρχῶν, πρωτοτόκων
κ.λ.π. (Ἀριθ.3,47 / Ἔξοδ.23,19 / Γέν.4,4)
«Ὅταν εἶναι δοῦλοι, πῶς θά συμπεριφέρωνται πρός
τούς Κυρίους των» (Λευιτ.25,44)
«Ὅταν εἶναι προσήλυτοι πῶς θά πράττουν καί θά ἐνεργοῦν» (Λευιτ.25,47-49 / Ψαλ.145,9
«Ὅταν θά εἶναι ὑπό αἰχμαλωσίαν καί Κατοχήν πῶς θά
συμπεριφέρωνται» (Τωβίτ.13,10)
Σ’ αὐτό ἀκριβῶς τό τελευταῖο ὁ Κύριος, Πανσόφως ὥρισε
τό πῶς θά ἔχουν οἱ σχέσεις τῆς Ἐκκλησίας μετά τῆς Πολιτείας. Θέμα τό ὁποῖον
ὁσάκις ἡ μία ἐκ τῶν δύο δέν τό ἐσεβάσθη καί τό ὑπερέβη ἤ τό ἠθέτησεν,
περιεπλάκη εἰς δεινά καί περιπετείας, εἶχε δραματικάς ἐξελίξεις καί κατέληξεν εἰς
φρικτά ἀποτελέσματα. Χίλια δυό τά παραδείγματα, εἰς τά ὁποῖα δέν ὑπεισέρχομαι
διά νά μή πολιτικολογήσω ἀφ’ ἑνός, καί διότι εἶναι τόσο πρόσφατα καί γνωστά ἐξ ἑτέρου τοῖς πᾶσι, ἀλλά καί διά νά μή μακρηγορήσω.
Γνωστή ἡ ἐπακολουθήσασα σκηνή, καί ἡ πρός τούς ἐρωτήσαντας
ἀπάντησις τοῦ Κυρίου, πού τούς ζήτησε νά τοῦ ἐπιδώσουν ἕνα ἐποχικό, Κατοχικό
νόμισμα, καί τοῦ «προσήνεγκον δηνάριον» (Ματ.22,19). Ἀφοῦ τούς ρώτησε καί μόνοι ἀπήντησαν, ὅτι τό
νόμισμα στίς δύο ὄψεις ἔφερε, εἰς μέν τήν μία τήν εἰκόνα τοῦ Καίσαρος, εἰς
δέ τήν ἄλλη τήν εἰκόνα τοῦ Ναοῦ πού λάτρευαν τόν Θεόν· ἔλαβον τήν
μνημειώδη ἐκείνην ἀπάντησιν, ἡ ὁποία τούς ἀποστόμωσε, ἴσχυσε, καί πρέπει ἀπαράβατα
νά τηρῆται ὑπ’ ἀμφοτέρων τῶν μερῶν, Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. «Ἀπόδοτε οὖν τά
Καίσαρος Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Ματ.22,21). Ξεχωρισμένα,
διαχωρισμένα πράγματα – τομεῖς – χῶροι.
Τό δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τόσο ἀνάγλυφα, παραστατικά,
πρακτικά. Καμιά ἀνάμιξις Ἐκκλησίας μέ τήν Πολιτεία. Θά πληρώνῃ τίς ὀφειλές
της πρός τήν Πολιτείαν εἰς τό ἀκέραιον ἡ Ἐκκλησία, καί οὐδέν πέραν τοῦ χρέους
της πρός εὐαγγελισμόν καί σωτηρίαν τοῦ λαοῦ. Ὅπως καί ὁ Χριστός ἔστειλε τόν
Πέτρο καί πλήρωσε, καί τόν δικό Του φόρο καί τοῦ Πέτρου μέ τόν «στατῆρα»
(εἶδος Μακεδονικοῦ νομίσματος τῆς ἐποχῆς, ἀξίας τετραδράχμου) πού
βρῆκε στό στόμα τοῦ ψαριοῦ (Ματθ.17,24-27), «προσῆλθον οἱ τά δίδραχμα
λαμβάνοντες-εἰσπράττοντες τῷ Πέτρῳ καί εἶπον· ὁ διδάσκαλος ὑμῶν οὐ τελεῖ τά
δίδραχμα = δέν καταβάλλει τό τέλος = τόν φόρο τῶν διδράχμων» (Ματ.17,24).
Πῆγε, ψάρεψε, ἔπιασε «στατῆρα» = νόμισμα τετραδράχμου. Δίδραχμο +
δίδραχμο = Τετράδραχμο, Ἐξόφλησις χρέους! / Τέλη, καί «κῆνσος» εἰδικότερα,
ἦτο εἰδικό νόμισμα Ρωμαϊκῆς φορολογήσεως τῶν Κατοίκων.
Ὁ Θεός πλήρωνε φόρο; Ναί! Πῶς θά δίδασκε, ἄν αὐτός πρῶτος δέν ἔπραττε καί
τηροῦσε αὐτό πού δίδασκε; «Δάσκελε πού δίδασκες καί νόμο δέν κρατοῦσες»(;)
δέν ἦταν ἀπ’ αὐτούς ὁ Κύριος! Θά ἐπικαλεσθῇς
ὅτι ἦτο ἀνενδεής, καί ταυτοχρόνως ὁ Παντοδύναμος Θεός, ὁ θρέψας 15 χιλιάδες (ὄχι
μόνο 5κισχιλίους) ἐν τῇ ἐρήμῳ, καί «οὐκ ἀδυνατήσῃ παρά τῷ Θεῷ πᾶν ρῆμα»
(Λουκ.1,37). Καί ποιός σοῦ εἶπεν ἄνθρωπε, ὅτι καί τῷ ἀνθρώπῳ ἀδυνατεῖ τοῦτο, ἐάν
τήν ὀλιγοστήν ἔστω πίστην, τήν «ὡς κόκκον σινάπεως ἔχῃ»; (Ματ.17,20
/ Μάρ.4,31 / Λουκ.17,6).
«Ἅ ἐγώ ποιῶ, καί ὑμεῖς ποιήσητε / καί μείζονα
τούτων ποιήσητε» (Ἰωάν.14,12) μᾶς
διεβεβαίωσεν ὁ Κύριος. Ἐπειδή δέν γνωρίζουμε καί ἀνάμεσα ἀπ’ τό τυφλοπάνι τῆς ἀμφιβολίας
καί τῆς ἀπιστίας δέν δυνάμεθα νά διακρίνουμε καί νά τό ἀντιληφθοῦμε; Σήμερα
γίνονται μεγαλύτερα θαύματα. Μή θαυμάζετε.
Τό τοῦ Πρωτομάρτυρος Στεφάνου «Κύριε, μή στήσῃς αὐτοῖς
τήν ἁμαρτίαν ταύτην» (Πράξ.7,60),
συγκρίνεται ὡς πηγαία ἔκφρασις πού βγῆκε ποτέ ἀπό χείλη, τό πρῶτον μαρτυροῦντος
ἀνθρώπου χριστιανοῦ, μέ τήν ἐξελθοῦσαν ἐκ τῶν χειλέων τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου
φράσιν, «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι»; (Λουκ.23,34)
Αὐτό ἐννοοῦσεν ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς. Ὅτι μέ τή
δύναμή Του καί ἔχοντας πίστιν «ὡς κόκκον σινάπεως, ὄρη θά
δυνάμεθα νά κινήσωμεν ἀπό τοῦ μέσου τοῦ πεδίου εἰς τήν θάλασσαν» (Ματ.17,20).
Καί «οὐ μέλλει αὐτῷ περί τῶν τῆς φύσεως ὀρέων, ἀλλά περί τῶν ἐντός ἡμῶν ὑψουμένων
δυσκινήτων Ἰμαλαΐων Ὀρέων μίσους καί ἐγωϊσμοῦ, πού ἐπί ἔτη κατασπαράσσομεν
σάρκας καί συνειδήσεις ἀδελφῶν, μή συντριβόμενοι καί ταπεινούμενοι, μή
μεταμελλούμενοι, μή σπιθαμήν καί χιλιοστόν ἀπό τῆς θέσεως ἡμῶν μετατιθέμενοι ἤ ὑποχωροῦντες»
(Ἰ.Ν.)
Ἀλλά, πόσο περισσότερο πταίει καί καθίσταται ὑπόλογος ἡ
Ἐκκλησία ἔναντι τοῦ Θεοῦ, ὅταν, ἡ ἐπίγειος Ἀρχή αὐτῆς, μή συγκρατουμένη ὑπό τῶν
ἰσοκύρων Πατριαρχῶν, ἀναλαμβάνει πρωτοβουλίας, εἴτε δι’ ἁμαρτίας Ἱστορίας, εἴτε
διά φόβον ἐξορίας ἤ καταργήσεως καί ἀναδείξεως ἄλλου ἀδελφοῦ ὡς Πρώτου Ἄρχοντος
εἰς τήν θέσιν Αὐτοῦ ὡς πρώτης Ἀρχῆς, δι’ ἀντικαταστάσεως (αὐτῆς) τῆς μέχρι τοῦδε,
ἤ δι’ ὅποιονδήποτε ἄλλον λόγον· / μή ἀρκουμένη, στηριζομένη καί ἱκανοποιουμένη
εἰς τούς Παραδοθέντας λόγους τοῦ Κυρίου, «ὁ θέλων πρῶτος εἶναι, ἔστω
πάντων ἔσχατος καί πάντων διάκονος» (Μάρκ.9,35), καταφεύγουσα καί ἀναζητοῦσα
βοήθειαν ἀπό τήν Πολιτείαν, ἵνα στηριχθῇ καί διατηρηθῇ διά τῆς βίας εἰς τόν θῶκον
καί τόν χῶρον ἅτινα διακινδυνεύουν· ἥτις (Πολιτεία) παρεμβαίνουσα περιπλέκει τά
πράγματα, ἐξυπηρετοῦσα πάντοτε τήν πλευράν πού ὑπάρχουν τά ὑλικά καί κοσμικά
συμφέροντα πού ἐνδιαφέρουν αὐτήν, καί οὕτω τά πράγματα μεταβαίνουν ὁλονέν ἀπό τό
κακό στό χειρότερο.
Ἀλλά καί φιλόδοξος καί Ἀρχομανής, ἄν τύχῃ νά εἶναι
κάποιος, ὁ ἴδιος, κολακευόμενος καί ὑπό τῶν γύρω διά τά ἐξαιρετικά του δῆθεν
διοικητικά του αὐτά χαρίσματα καί προσόντα,
// σκεφθῇ νά ἀνακατευτῇ μέ τήν Πολιτική, καί πράξῃ
τοῦτο· χωρίς νά ἱδρύσῃ ἴδιον κόμμα, κομματικοποιεῖ αὐτήν ταύτην τήν Ἐκκλησίαν -καί
μεθοδευμένα καί ἐνθουσιαστικά τόν Κλῆρο-, κηρύττει εἰς τούς Ναούς, ἀρθρογραφεῖ,
ἀνακατεύεται στίς διακρατικές σχέσεις καί ἐξελίξεις, στούς διεξαγομένους
πολέμους καί τούς ἐξοπλισμούς καί ὅλα τά κοσμικά, φέρων καί ἔχων γνώμην εἰς
πάντα!
Τότε, ὁ δῆθεν Θρησκευτικός οὗτος Ἄρχων, καταντᾶ νά ἐποφθαλμιᾶ
μᾶλλον τό Πρωθυπουργικόν θῶκον, ἐάν μή τόν Τίτλον τοῦ Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας, ὅλως ἀστοχῶν και ἐκκλίνων τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Προορισμοῦ του καί τῆς
ἐπισκοπικῆς του ἰδιότητος, ἥν οὐδέπω συνησθάνθη, ἐσεβάσθη καί δεόντως ἐτίμησεν.
Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί πού σήμερα δακρύζετε
μπροστά στίς ὀθόνες σας γιά τό Οὐκρανικό, καί, ἄν ζῆτε, καί αὔριο μέ τόν
ἴδιο ἀμοραλισμό πού σᾶς δέρνει θά πράττετε τό ἴδιο, μπροστά στή φρίκη ἑνός
παγκοσμίου ἐνδεχομένως πολέμου, ἀρκεῖ τό κακό νά μήν ἔχῃ φτάσει σέ σᾶς, κι’ ἄς ἔχει
φτάσει μέχρι τή διπλανή σας πόρτα (μυαλά πού κουβαλᾶτε!). Δέν εἴχατε τά ἴδια αὐτά
μάτια καί χθές, νά ἔκλαιγαν προκαταβολικά γιά τά ἀνοσιουργήματα πού
διεπράττοντο;
Πότε; Μά ὅταν ἔξωθεν τῶν Ἱερῶν Ναῶν ἀλληλοετραυματίζοντο,
οἱ ὡς χθές ἀδελφοί Χριστιανοί, πού συνηθροίζοντο στόν αὐτό Ναό! Ποῖος ὁ αἴτιος
τοῦ κακοῦ; Αὐτός πού σήμερα -Χριστοκαπήλως- παρακαλεῖ νά σταματήσῃ ἡ αἱματοχυσία,
στήν ὁποίαν ὁ ἴδιος συνέβαλεν στό νά ρέῃ τό αἷμα! Ὤ, τῆς ὑποκρισίας! Ἀλλά, καί ὤ,
τῆς ἠθελημένης ἀμελείας καί ἀγνοίας τῶν πραγμάτων ἐκ μέρους ἡμῶν τῶν πιστῶν
χριστιανῶν!
Ὡς πότε θά παραμένωμεν ἀμέτοχοι καί ἀδιάφοροι, παρέχοντες
δικαιώματα καί ἄνεσιν εἰς τό νά προβαίνουν εἰς τοιούτου εἴδους ἐνεργείας καί
πράξεις οἱ ἐκκλησιαστικοί Ταγοί καί Ἀρχοντες,
ἀπό τοῦ Ὑψηλοτάτου, ἕως τοῦ ἐπιχωρίου, τοῦ Τοπικοῦ ἐπισκόπου;!
Οἱ ὁποῖοι, μόλις ἐκλεγοῦν, δέν ἔχουν πρῶτον καί
κύριον μέλημα τόν εὐαγγελισμόν, τήν
διδασκαλίαν καί τήν σωτηρίαν τῶν ψυχῶν τοῦ ποιμνίου, ἀλλά τάς ἐθιμοτυπικάς ἐπισκέψεις
καί τάς τούτων ἀνταλλαγάς πρός ἐπιτόπιον ἐκατέρωθεν ἀλληλογνωριμίαν (λέγουν)
μετά τραπεζωμάτων καί ἀνταλλαγῆς δώρων, μετ’ ἰδιαιτέρων διακρίσεων
μάλιστα τιμῶντες αὐτούς· ἐπεκτεινόμενοι καί προσκαλοῦντες καί ἐκ τοῦ μακρόθεν,
καί ἐκ τοῦ ἐξωτερικοῦ εἰ δυνατόν, πρός ἐντυπωσιασμόν τοῦ ποιμνίου.
Καί νά Ἀλκιβιάδης Στεφανῆς, καί Κάρολος Παπούλιας, καί
Ἀλέξης Τσίπρας, καί Κυριᾶκος Μητσοτάκης, καί Περιφερειάρχες, καί Βουλευτές, καί
Διοικητές Στρατιωτικῶν Μονάδων, καί Εἰσαγγελεῖς καί Δικασταί τῆς Ὁμωνύμου Σχολῆς,
ὁ Πόντιος Ἠθοποιός Χάρρυ Κλύνν, πλῆθος ἄλλων· καί οὐρά Δεσποτάδων νά γίνεται
Πασαρέλα σέ γιορτές καί Πανηγύρια, καί ὅ,τι πιό ἀντιευαγγελικό, ἀντικανονικό καί
ἀντιπαραδοσιακό μπορέσει νά συλλάβῃ ὁ νοῦς, ὥστε νά πραγματοποιηθῇ ὅσο γίνεται
μεγαλύτερη Φιέστα. Ἀρκεῖ νά χαίρεται ὁ Διάβολος μέ τό νά γίνεται τό θέλημά του,
καί νά μή γίνεται τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ὥστε Αὐτός νά χαίρεται.
Ναί, γι’ αὐτό καί ἡ σημερινή Ἐκκλησία, «ἐπί πᾶν τό
πρόσωπον τῆς γῆς» (Πράξ.17,26), ἐργαλειοποιηθεῖσα εἰς χεῖρας τῆς Πολιτείας,
χρησιμοποιεῖ αὐτήν (τήν Πολιτείαν) ὡς ρυθμιστήν τῆς ζωῆς της, λέγουσα καί
ἰσχυριζομένη ὅτι ἔχει ὀντότητα καί ἰσχύν, τῷ πράγματι προδοῦσα ἑαυτήν,
πλήρως ὑποτάξασα ἑαυτήν τῇ Πολιτείᾳ καί ἐξαρτωμένη ἀπ’ αὐτῆς.
Ἐπέτρεψεν ὁ Θεός ἕνεκα τῶν ἁμαρτιῶν καί τῆς ἀποστασίας
μας ἀπ’ Αὐτοῦ, νά παραδοθοῦμε οἰκείᾳ βουλήσει «εἰς ἐνέργειαν πλάνης, νά
πιστεύουμε καί νά ἀσπαζώμεθα τό ψεῦδος, καί ἔτσι νά τιμωρηθοῦμε ὅσοι δέν
πιστέψουμε στήν ἀλήθεια, ἀλλ’ εὐχαριστηθοῦμε στό ψεῦδος καί τήν ἀδικία»
(Β΄Θεσ.2,11-12).
Ὁ Θεός διαχρονικά ἐρωτᾶ: «Ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐλθών
ἆρα εὑρίσει τήν πίστιν ἐπί τῆς γῆς;» (Λουκ.18,8). «Ἀνεκτότερον ἔσται
γῇ Σοδόμων καί Γομόρρας ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως» (Ματ.10,15 / Μάρ.6,11). Ἡ
κ. Λώτ παρακούσασα, στραφεῖσα ὀπίσω καί γενομένη «στήλη ἁλός» (Γέν.19,26),
δέν ἠξιώθη ὥστε μετά τοῦ ἀνδρός της Λώτ καί τῶν δύο θυγατέρων τους
νά φθάσουν μέχρι τῆς πόλεως Σηγώρ καί νά διασωθοῦν τοὐλάχιστον τέσσαρες.
Διεσώθησαν μόνο τρεῖς! Ἄν τά πράγματα θά εἶναι χειρότερα ἀπό τά
Σόδομα καί τά Γόμορρα, καί ἄν ὁ Κύριος διερωτᾶτε ἄν θά εὕρῃ ἐπί τῆς γῆς τήν
πίστιν ὅταν θά ξαναέλθῃ, σέ τί σκέψεις πρέπει νά μᾶς βάζουν οἱ λόγοι του αὐτοί;
Λεπτομέρεια. Ἡ ὀρεινή Σηγώρ εἰς τήν ὁποία
κατέφυγε γιά νά διασωθῇ ἡ οἰκογένεια τοῦ Λώτ, δέν ἦταν Πόλη Καταφυγῆς. Ποιητικῇ
ἀδείᾳ ἀναφέρει ὅσα χρησιμοποιεῖ ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης εἰς τόν ὁμώνυμόν του
Μεγάλο Κανόνα περί Σηγώρ.
Ἐπ’ εὐκαιρίᾳ. «Πόλεις Καταφυγῆς πού ἵδρυσεν ὁ Μωϋςῆς
γιά νά καταφεύγῃ ὅποιος φόνευεν ἀκουσίως κάποιον πού δέν τόν γνώριζεν ἀπό
χθές κι’ ἀπό προχθές, καί γιά νά μήν ὑπῆρχε περίπτωσις νά τόν φονεύσουν οἱ
συγγενεῖς τοῦ θύματος, γιατί σ’ αὐτές τίς Πόλεις πού θά κατέφευγε, μέχρι νά ἔφθανε
ἡ ὥρα νά λογοδοτήσῃ ἐνώπιον τοῦ κριτηρίου τῆς Συναγωγῆς, ἀπηγορεύετο νά
καταδιωχθῇ καί νά φονευθῇ ὑπό οἱουδήποτε,
/ εἰς αὐτάς τάς Πόλεις
δραστηριοποιούμενος.
Αὐτές οἱ Πόλεις ἦσαν: Εἰς τήν ὀρεινήν τοῦ Ἰούδα
ἡ Κάδης ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ἐν τῷ ὄρει τῷ Νεφθαλί· ἡ Συχέμ ἐν τῷ ὄρει
τῷ Ἐφραίμ· καί ἡ Ἀρβόκ ἡ καλουμένη καί Χεβρών ἐν τῷ ὄρει τῷ Ἰούδα.
Εἰς τήν πέραν τοῦ Ἰορδάνου περιοχήν ξεχώρισε τήν Πόλη Βοσόρ ἐν τῇ
ἐρήμῳ ἐν τῷ πεδίῳ ἀπό τῆς φυλῆς Ρουβήν· καί Ἀρημώθ ἐν τῇ Γαλαάδ ἐκ τῆς
φυλῆς Γάδ· καί τήν Γαυλών ἐν τῇ Βασανίτιδι ἐκ τῆς φυλῆς Μανασσῆ. Αὗται αἱ
Πόλεις Καταφυγῆς τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ καί τῷ προσηλύτῳ καί τῷ προσκειμένῳ ἐν
αὐτοῖς καταφυγεῖν ἐκεῖ παντί παίοντι ψυχήν ἀκουσίως, ἵνα μη ἀποθάνῃ ἐν
χειρί τοῦ ἐγχιστεύοντος τό αἷμα, ἕως ἄν καταστῇ ἔναντι τῆς συναγωγῆς εἰς
κρίσιν» (Ἰησ.Ναυῆ 20,2-9).
Ἄν ἐσᾶς δέν σᾶς προβληματίζουν καί δέν σᾶς ἀνησυχοῦν,
«καθεύδετε λοιπόν καί ἀναπαύεσθε» (Ματ.26,45) μακαρίως μάλιστα. Εἶναι
καί αὐτός ὁ στίχος κάπου, ἀκριβῶς ἔτσι καταχωρημένος ἐν τῇ Γραφῇ, ὄχι ὅμως
γιά νά παροτρύνῃ πρός αὐτό πού ἐκ πρώτης ὄψεως ὑπονοεῖ ὅτι δηλοῖ, προτρέπει καί
προστάζει, ἀλλ’ ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Ὁμιλῶν μέ εὐθύ τρόπον, εἰρωνεύεται
πλαγίως, ὅτι αὐτό πού κάνουν, εἶναι τό ὅλως ἀντίθετο ἐκείνου πού ἀνέμενε ἐκ
μέρους των νά πράξουν, τήν συγκεκριμένην ἐκείνην περίπτωσιν καί χρονικήν
στιγμήν. Ἤτοι τήν ἐγρήγορσιν καί ὄχι τόν ὕπνον, ἐν ὄψει καί ἐν ἀναμονῇ ἀφίξεως
τοῦ προδότου Ἰούδα ἐν τῷ Κήπῳ τῆς Γεθσημανῆ, ὅπου, τούς ἔχει προετοιμάσει γιατί
τούς πῆρε μαζί του καί τί πρόκειται νά συμβῇ.
Ὅπως κάπου ἀλλοῦ
εἶναι γραμμένο: «Οὐκ ἔστι Θεός»!!! (Ψαλ.13,1). Ἀλλ’ ἔχει ἕνα κάποιο πρόφθεγμα
τό κείμενο, γιά τό, ποιός ἐξέφρασεν αὐτή τήν γνώμη περί «μή ὑπάρξεως Θεοῦ»,
καί γνωστοποιεῖ πώς τοῦτο εἶναι γνώμη καί πεποίθησις «ἄφρονός» τινος, καί
πλῆρες τό κείμενον ἔχει ὡς ἑξῆς: «Εἶπεν ἄφρων ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ· οὐκ ἔστι
Θεός» (Ψαλ.13,1).
Τί λέτε; Θά πᾶμε καί φέτος μέ τά ἴδια μυαλά στόν Ἑσπερινό
τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς, στόν Ἑσπερινό τῆς Συγχωρήσεως;(!!!) Τό ἴδιο
ἀσυγχώρητοι καί ἀμετανόητοι θά μποῦμε καί θά βγοῦμε; Γιά μιά χρονιά ἀκόμη
ἀχάριστοι, ἀγνώμονες, ἀνόσιοι, Χριστοκάπηλοι, Θεατρίνοι Καραγκιοζοπαίχτες; Εἴμεθα
τόσο σκληροί, ἀπάνθρωποι καί ἀδιάφοροι; Στήν πραγματικότητα δηλαδή δέν
πιστεύουμε, καί ἔχουμε τόση ὑποκρισία καί ἀναίδεια νά μυκτηρίζουμε
τόν Θεόν κατάμουτρα; Πολύ δέν ΜΑΣ πάει; Καί στά κεφαλαία μόνο πού τό
βλέπουμε γραμμένο τό ΜΑΣ, δέν
παραξενευόμαστε, δέν ντρεπόμαστε; Οὔτε φευγαλέα σκέψη δέν περνᾶ, πόσο
μικροί καί ἀδύνατοι εἴμεθα μπροστά του, καί σέ ποιόν φερόμεθα ἔτσι;
«Θεός οὐ μυκτηρίζεται»! (Γαλ.6,7)
Τρομάζω!
Τίποτ’ ἄλλο.
«Ὁ τρώσας καί ἰάσας». Σύ πού πλήγωσες, σύ θά
θεραπεύσῃς τό τραῦμα-τήν πληγήν. Ἄσε τά ψευτοκλάματα καί τά κουβαρνταλίκια
γιά τά χιλιάδες χιλιόμετρα ἀπόσταση μακριά. Τρέξε στό μισοσπαραγμένο ἀπ’ τά
δόντια σου κορμί τοῦ ἀδελφοῦ σου πού ἀπέχει μιά σπιθαμή ἀπό σένα. Ἀκοῦς
τό βογγητό του! Μή τόν ἀπαρνιέσαι, μή ντέπεσαι, μή τόν ἀποφεύγῃς, σύ τόν
κατάντησες ἔτσι. Ζήτησε βοήθεια καί ἀπό ἄλλον. Λούσε το, βάλε ἐπιθέματα, ἐπίδεσέ
το, ἀνάκλινέ το σέ καθαράν στρωμνήν καί σινδόνας, ἐπιμελήσου αὐτοῦ, τοῦ ἀδελφοῦ
σου καί πλησίον, μή τόν ἐγκαταλείπῃς. Τοῦτο εἶναι πρώτιστο χρέος καί καθῆκον
σου. / Φέτος, θά τό ἐκπληρώσῃς;
Εὔχομαι φέτος νά εἶναι γιά ὅλους «ἡ ἀπαρχή μιᾶς ἄλλης
βιοτῆς, τῆς Καινῆς ἐν Χριστῷ, τῆς αἰωνίου, κατά τήν ὁποίαν, μετά τοῦ
θανάτου τήν νέκρωσιν καί ἅδου τήν καθαίρεσιν ἑορτάζοντες καί
σκιρτῶντες ὑμνοῦντες τόν αἴτιον, τόν μόνον εὐλογητόν τῶν πατέρων καί ὑπερένδοξον
Θεόν, νά συνεορτάζωμεν καί τήν ἰδικήν μας καθαίρεσιν τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου καί τήν
συνανύψωσιν καί ἀνάστασιν ἡμῶν, χαράσσοντες νέαν, οὐρανοδρόμον
πορείαν» (Δόξα. Ζ΄ ᾨδῆς Κανόνος τοῦ Πάσχα,Ἰ.Ν.)
Ἱερεύς
Ἰωάννης Νικολόπουλος
ΚΑΛΑΜΑΡΙΑ
5.3.2022
(Καλή καί Ἁγία Μεγάλη Τεσσαρακοστή)
«Μνησθείη, Κύριος ὁ
Θεός, τῶν ἀπανταχοῦ
τῆς γῆς εὐσεβεστάτων καί πιστοτάτων
ἀρχόντων, οὕς ἐδικαίωσεν ἄρχειν ἐπί τῆς γῆς.
Ὅπλῳ ἀληθείας, ὅπλῳ
εὐδοκίας στεφανωσάτω
αὐτούς· ἐπισκιάζων
ἐπί τήν κεφαλήν αὐτῶν
ἐν ἡμέρᾳ πολέμου·
ἐνισχύων αὐτῶν τόν
βραχίονα· ὑψώνων αὐτῶν τήν δεξιάν· κρατύνων
αὐτῶν τήν βασιλείαν· ὑποτάσσων αὐτοῖς πάντα
τά βάρβαρα ἔθνη, τά τούς πολέμους θέλοντα·
χαρίζων αὐτοῖς βαθεῖαν καί ἀναφαίρετον
εἰρήνην. Λαλησάτω ἀγαθά εἰς τήν καρδίαν τῶν
ἀρχόντων ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας του καί παντός
τοῦ Λαοῦ του· ἵνα ἐν τῇ γαλήνῃ αὐτῶν ἤρεμον
καί ἡσύχιον βίον
διάγωμεν, ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ
καί σεμνότητι»
(Διασκευή, Εὐχῆς Θείας
Λειτουργίας Μ.Βασιλείου)
…..