Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2022

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΤΡΙΤΗ 13 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2022

Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Ἀναστάσεως

 
Νόμον παλαιὸν Ἰσραὴλ πληρῶν νέος,
Ἐγκαινίοις σοι τὸν τάφον τιμᾷ Λόγε.
Τύχθη ἀναστάσεως τρισκαιδεκάτῃ καινισμός.

Πρόκειται για τον Ναό του Παναγίου Τάφου, που ο Μέγας Κωνσταντίνος ανήγειρε στον τόπο του Γολγοθά και τον Ναό αυτό εγκαινίασε κατά το έτος 330 μ.Χ.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ὡς τοῦ ἄνω στερεώματος τὴν εὐπρέπειαν, καὶ τὴν κάτω συναπέδειξας ὡραιότητα, τοῦ ἁγίου σκηνώματος τῆς δόξης σου Κύριε, Κραταίωσον αὐτὸ εἰς αἰώνα αἰῶνος, καὶ πρόσδεξαι ἡμῶν, τὰς ἐν αὐτῷ ἀπαύστως προσαγομένας σοι δεήσεις, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, ἡ πάντων ζωῂ καὶ ἀνάστασις.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Αὐτόμελον
Οὐρανὸς πολύφωτος ἡ Ἐκκλησία, ἀνεδείχθη ἅπαντας, φωταγωγοῦσα τοὺς πιστούς, ἐν ᾧ ἑστῶτες κραυγάζομεν, Τοῦτον τὸν Οἶκον, στερέωσον Κύριε.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὰ πάντα ἐφώτισε τῇ παρουσίᾳ Χριστός, τὸν κόσμον ἀνεκαίνισε Πνεύματι θείῳ αὐτοῦ· ψυχαὶ ἐγκαινίζονται· οἶκος γὰρ ἀνετέθη, νῦν εἰς δόξαν Κυρίου, ἔνθα καὶ ἐγκαινίζει, τῶν πιστῶν τὰς καρδίας, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, εἰς σωτηρίαν βροτῶν.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἑόρτιος σήμερον τῶν Ἐγκαινίων πιστοί, ἡμέρα κατέλαβε, τὴν ἐκλογὴν τοῦ Χριστοῦ, ἡμᾶς καὶ προτρέπεται, πάντας ἐγκαινισθῆναι, καὶ φαιδρῷ τῷ προσώπῳ, ᾄσματα τῷ Δεσπότῃ, ἐκ μυχοῦ τῆς καρδίας, ᾆσαι πιστῶς ὡς λυτρωτῇ, καὶ ἡμᾶς ἐγκαινίζοντι.

Ὁ Οἶκος
Ἐπιδημήσαντος ἡμῖν, τοῦ Λόγου κατὰ σάρκα, ὁ τῆς βροντῆς μὲν γόνος φησὶ καθυπογράφων· Ἐθεασάμεθα φαιδρῶς τὴν δόξαν, ἣν εἶχεν ὁ Υἱὸς παρὰ τοῦ Πατρός, ἐν ἀληθείας χάριτι. Ὅσοι δὲ πίστει τοῦτον ἐλάβομεν, ἔδωκε τοῖς πᾶσιν ἐξουσίαν, τοῦ γενέσθαι τέκνα Θεοῦ, οἳ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκὸς ἀναγεννηθέντες, ἀλλ᾿ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου ἐπαυξηθέντες, οἶκον προσευχῆς ἐπήξαμεν, καὶ βοῶμεν· Τοῦτον τὸν οἶκον στερέωσον Κύριε. 


Ὁ Ἅγιος Κορνήλιος ὁ Ἱερομάρτυρας

 
Ζωῆς ἀπίστου Κορνήλιον ἐξάγεις,
Πιστῶν ἀπαρχὴν τῶν ἐθνῶν Χριστέ μου. 

Ὁ Ἅγιος Κορνήλιος ἦταν Ρωμαῖος ἑκατόνταρχος καὶ θεοσεβούμενος.

Προσῆλθε στὸν χριστιανισμὸ μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἀπ. Πέτρου καὶ ἀποφάσισε νὰ ξεκινήσει περιοδεία γιὰ νὰ διδάξει καὶ ὁ ἴδιος τὸν χριστιανισμό. Δίδαξε στὴ Φοινίκη, Κύπρο, Ἀντιόχεια καὶ Ἔφεσσο.

Στὴν Σκήψη τῆς Μυσίας χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος. Χάρη στὴν θαρραλέα ὁμολογία του ἀνάμεσα στοὺς εἰδωλολάτρες, τὸ ἔργο τοῦ ἦταν καρποφόρο.

Αὐτὸ προκαλεῖ θύελλα ἀντιδράσεων ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Ἔτσι ὁ ἔπαρχος Δημήτριος τὸν συλλαμβάνει καὶ τὸν ὁδηγεῖ στὸ ναὸ τῶν εἰδωλολατρῶν, ποὺ ἐκείνη τὴν ὥρα ἦταν γεμάτος καὶ τὸν πιέζει νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Ἐκεῖνος βρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ διδάξει τὸ Εὐαγγέλιο σὲ ὅσους ἦταν ἐκεῖ, καὶ νὰ προαναγγείλει ἕνα σεισμὸ ἀπὸ τὸν ὁποῖο δὲν θὰ πάθαιναν τίποτα ὁ ἔπαρχος Δημήτριος, ἡ γυναίκα του, καὶ ὁ γιὸς του ποὺ ἦταν μέσα στὸ ναό.
Ἔτσι καὶ ἔγινε. Ὅσοι ἦταν στὸ ναὸ σκοτώθηκαν ἐκτὸς τὴν οἰκογένεια τοῦ Ἔπαρχου ποὺ βαπτίστηκαν χριστιανοί.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Δικαιοσύνης διαπρέπων τοῖς ἔργοις, τὸν φωτισμὸν τῆς εὐσεβείας ἐδέξω, καὶ Ἀποστόλων σύμπονος ἐδείχθης ἀληθῶς· τούτοις κοινωνήσας γάρ, δι’ ἐνθέων ἀγώνων, τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκωσιν, ἀνεκήρυξας πᾶσι· μεθ’ ὧν δυσώπει, σώζεσθαι ἡμᾶς, τοὺς σὲ τιμῶντας, παμμάκαρ Κορνήλιε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀπαρχὴν ἁγίαν σε ἡ Ἐκκλησία, ἐξ ἐθνῶν ἐδέξατο, καταφωτίζουσαν αὐτήν, ταῖς ἐναρέτοις σου πράξεσιν, Ἱερομύστα θεόφρον Κορνήλιε.

Μεγαλυνάριον.
Πέτρου ταῖς ἀκτῖσι καταυγασθείς, ὁμότροπος ὤφθης, Ἀποστόλων καὶ μιμητής· τὸν τῆς ἀληθείας, διέσπειρας γὰρ λόγον, Κορνήλιε θεόφρον, ἀξιοθαύμαστε. 

Ὁ Ἅγιος Ἀριστείδης ὁ Μάρτυρας


Ἦταν Ἀθηναῖος εὐπατρίδης, φιλόσοφος ἐξ ἐνδόξου ἀθηναϊκοῦ γένους, καὶ ἔζησε κατὰ τὸν 2ο μ.Χ. αἰώνα ἐπὶ αὐτοκρατορίας Ἀδριανοῦ.

Ὁ Ἱερώνυμος ἔγραψεν ἐγκώμιον ἐξυψῶν αὐτὸν ὡς Ἰσαπόστολον. Ἐμυήθη τὴν εὐσέβειαν εἰς Χριστόν, παρὰ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου καὶ τοῦ Ἁγίου Ἰεροθέου. Ἔγραψεν εἰς τὸν Ἀδριανὸν ἀπολογίαν ὑπὲρ τῶν διωκωμένων Χριστιανῶν.

Ἐδιώχθη καὶ ἐπειδὴ ἔλειπεν ὁ Ἀδριανὸς μετέβη εἰς τὴν Ρώμην καὶ ἀπηλογήθη.
Κατόπιν μετεφέρθη εἰς Ἀθήνας ὅπου ἐμαρτύρησεν, κρεμασθεῖς εἰς τὴν κοίλην της ἀγορᾶς τῶν Ἀθηνῶν, τὴν 13ην Σεπτεμβρίου τοῦ 120 μ.Χ. κατὰ τὸ παλαιὸν συναξάριον τὸ ὁποῖον μετεφράσθη εἰς τὰ λατινικὰ παρὰ τοῦ Ἱερωνύμου.

  Προεόρτια Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ 

Προεόρτια τῆς μεγάλης Ἑορτῆς.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Τὸ ξύλον τῆς ζωῆς, ἡ οὐράνιος κλῖμαξ, ὁ ἄχραντος Σταυρός, ἡ πηγὴ τῶν χαρίτων, χερσὶν ἐμφανίζεται, Ἱερέων ὑψούμενος. Δεῦτε ἅπαντες, ἐν καθαρᾷ τῇ καρδίᾳ, προεόρτιον, τούτῳ προσάξωμεν αἶνον, Χριστὸν μεγαλύνοντες.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὁ Σταυρὸς ὁ τίμιος προανατέλλων, προκαθαίρει ἅπαντας, καὶ ἁγιάζει μυστικῶς, ὃν διανοίας εὐθύτητι, ἐτοιμασθῶμεν, πιστῶς ὑποδέξασθαι.

Μεγαλυνάριον.
Ὕδατι νιψώμεθα ἀρετῶν, καρδίας καὶ χείλη, καὶ τὰ πρόσωπα ἀδελφοί, ἵνα τοῦ Σωτῆρος, Σταυρὸν τὸν ζωηφόρον, ὅλως κεκαθαρμένοι, ὑποδεξώμεθα.

Ὁ Ἅγιος Στράτων ὁ Μάρτυρας

Kέδροις ο Mάρτυς προσδεθείς Στράτων δύω,
Eίς ην το σώμα, δείκνυται μέρη δύω. 
 

Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ὑπῆρξε στὴ Βιθυνία καὶ συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἐκεῖ ἄρχοντα καὶ βασανίστηκε μὲ διάφορα βασανιστήρια. Ἔπειτα ἔδεσαν τὰ χέρια του ἀπὸ τὰ κλαδιὰ δυὸ κέδρων, ποὺ λύγισαν μέχρι τὸ ἔδαφος. Κατόπιν τοὺς ἔλυσαν μὲ ἀποτέλεσμα ὁ Ἅγιος νὰ διαμελιστεῖ στὰ δυό. Αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια του τυράννου Λικινίου (315).
(Ἡ μνήμη του, ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστές, ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 9η Σεπτεμβρίου).
 

Άγιοι Κρονίδης, Λεόντιος και Σεραπίων

Yπήρξεν άθλος η θάλασσα και τάφος,
Σεραπίωνι Kρονίδη Λεοντίω.
 

Οι Άγιοι Κρονίδης, Λεόντιος και Σεραπίων πήραν το στεφάνι της μαρτυρικής δόξας τον 4ο αιώνα μ.Χ. επί βασιλείας Λικινίου.

Ο Κρονίδης, διάκονος στην Αλεξάνδρεια, ήταν πολύ μορφωμένος, ταλαντούχος διδάσκαλος με μεγάλη αρετή και ζήλο, κατά το υπόδειγμα του πρωτομάρτυρα Στεφάνου. Ο Λεόντιος και ο Σεραπίων ήταν διακεκριμένοι μαθητές του, έτοιμοι όπως και ο διδάσκαλος τους να πάθουν τα πάντα για το Χριστό. Έτσι και έγινε. Κάποια μέρα, ενώ έδιναν λαμπρή απολογία για τη χριστιανική πίστη μπροστά στους ειδωλολάτρες, αυτοί εκνευρισμένοι τους κακοποίησαν άγρια με πέτρες και ρόπαλα. Κατόπιν τους έδεσαν τα χέρια και τους έριξαν στη θάλασσα, όπου και παρέδωσαν τις άγιες ψυχές τους.
 

Άγιοι Γορδιανός, Σέλευκος και Μακρόβιος

Εις τον Γορδιανόν και Σέλευκον
Tον Γορδιανόν και Σέλευκον θηρίοις,
Oι θηριώδεις εκδιδούσιν αγρίοις.

Εις τον Mακρόβιον
O Mακρόβιος τον μακρόν ποθών βίον,
Θηρών οδούσι τον βραχύν λείπει βίον.

Οι Άγιοι Γορδιανός και Σέλευκος πήραν το στεφάνι της μαρτυρικής δόξας τον 4ο αιώνα μ.Χ. επί βασιλείας Λικινίου.

Οι Άγιοι Γορδιανός, Σέλευκος και Μακρόβιος, μαρτύρησαν στη Γαλατία. Αφού ομολόγησαν το Χριστό, οι άπιστοι τους έριξαν τροφή στα άγρια θηρία.

Άγιος Ουαλέριος

Oυαλλέριος εκ πόθου των Mαρτύρων,
Θνήσκει προς αυτώ τω τάφω των Mαρτύρων.

Ο Άγιος Ουαλέριος (ή Ουαλεριανός) πήρε το στεφάνι της μαρτυρικής δόξας τον 4ο αιώνα μ.Χ. επί βασιλείας Λικινίου.

Ο Ουαλέριος, αδελφικός φίλος των Αγίων Γορδιανού, Σέλευκου και Μακρόβιου (βλέπε 13 Σεπτεμβρίου), απουσίαζε όταν εκείνοι μαρτύρησαν. Όταν όμως επανήλθε πήγε στον τάφο τους, όπου τον αξίωσε ο Θεός να πεθάνει.

Άγιοι Λουκιανός, Ζωτικός και Ηλεί

Εις τον Λουκιανόν και Ζωτικόν
Συν Λουκιανώ Ζωτικόν στέφους έρως,
Eράν εποίει και στεφανούντος ξίφους.

Εις τον Ηλεί
Λύπη παρήλθεν ο πριν Hλεί τον βίον,
Hλεί δε μάρτυς συν χαρά θνήσκει ξίφει.

Οι Άγιοι Λουκιανός, Ζωτικός και Ηλεί πήραν το στεφάνι της μαρτυρικής δόξας τον 4ο αιώνα μ.Χ. επί βασιλείας Λικινίου.

Οι Άγιοι Λουκιανός, Ζωτικός και Ηλεί, αποκεφαλίστηκαν και πότισαν με το αίμα τους την πόλη των Τομέων με διαταγή του άρχοντα Μαξίμου.

 Ὁ Ἅγιος Μελέτιος Πηγᾶς 


 Ὑπῆρξε πατριάρχης Ἀλεξανδρείας (1590 – 1601) καὶ μεγάλη ἐκκλησιαστικὴ προσωπικότητα τοῦ 16ου αἰώνα. Ἐχρημάτισε καὶ τοποτηρητὴς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σὲ χαλεποὺς καιροὺς (1597 – 1598).

Γεννήθηκε τὸ 1549 στὸν Χάνδακα τῆς Κρήτης ἀπὸ εὐκατάστατη καὶ εὐσεβῆ οἰκογένεια, ἔλαβε ἀξιόλογη ἐγκύκλιο μόρφωση καὶ συνέχισε τὶς ἀνώτερες σπουδές του στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Παταβίου. Μετὰ τὴν ἐπιστροφή του, ἀσπάστηκε τὸν μοναχικὸ βίο στὴ μονὴ Ἀγκαράθου τῆς Κρήτης, στὴν ὁποία ἡγούμενος ἦταν ὁ μετέπειτα Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Σίλβεστρος (1566 – 1590). Ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς Ἀγκαράθου μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ Σιλβέστρου, ἀγωνίστηκε μὲ ζῆλο ἐναντίον τῆς λατινικῆς προπαγάνδας.
Σύντομα ἀναφέρεται ὡς κληρικὸς καὶ πρωτοσύγκελος τοῦ πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Σιλβέστρου, χειροτονήθηκε πατριάρχης Ἀλεξανδρείας ἀπὸ τὸν πατριάρχη Ἀντιοχείας Ἰωακεὶμ (5 Αὐγούστου 1590).

Ἀγωνίστηκε μὲ μεγάλο ἐνδιαφέρον γιὰ τὶς ὀρθόδοξες σχέσεις καὶ τὰ διεκκλησιαστικὰ προβλήματα. Περιόρισε τὰ χρέη τοῦ πατριαρχείου, ἀνοικοδόμησε μὲ τὴ συνδρομὴ καὶ τοῦ ἡγεμόνα τῆς Μολδοβλαχίας Ἱερεμία νέο πατριαρχικὸ οἶκο καὶ ἔλυσε πολλὰ ἀπὸ τὰ πιεστικὰ προβλήματα τοῦ πατριαρχείου, ὡς τὸν πρόωρο θάνατό του σὲ ἡλικία 52 ἐτῶν (†1601).
 

Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ ἐν τῷ Ἀτρώᾳ (κατ’ ἄλλους "ὁ ἐν τῇ Ἀγρέᾳ")
Pαγείς ο Πέτρος τη λύσει του σαρκίου,
Προς αρραγή μετήλθε τον Θεόν πέτραν.
 

Ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Νικηφόρου τοῦ Α’ (802 – 811) καὶ Σταυρακίου (784 – 806).
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀσία καὶ ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία εἶχε κλήση στὴ μοναχικὴ ζωή. Πῆγε στὴν Ἀτρώα τῆς Βιθυνίας, ὅπου πέρασε τὴν ζωή του μὲ αὐστηρότατη ἄσκηση καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Όσιος Ιερόθεος ο Νέος ο Ιβηρίτης

 
Iερόθεε ιερός Θεώ γίνη,
Kτείνας τα πάθη εγκρατείας τοις πόνοις.

Σύμφωνα με τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, ο Όσιος αυτός γεννήθηκε κατά το έτος 1686 μ.Χ. στην Καλαμάτα της Πελοποννήσου, από γονείς πλούσιους και ευσεβείς, τον Δήμο και την Ασημίνα. Ασκήτευσε στη Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους, έκανε πολλά θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά το 1745 μ.Χ.

Ο Σ. Ευστρατιάδης όμως στο Αγιολόγιό του γράφει: «Τοῦτον τὸν ὅσιον κατέταξεν εἷς τὸ Ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας ὁ Νικόδημος, εὕρων φανταστικὸν αὐτοῦ βίον (ἰδὲ Νέον Ἐκλόγιον) μετὰ θαυμάτων συνοδευόμενον, γραφέντα ὑπὸ φανατικοῦ φίλου τοῦ Ἰεροθέου».

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τὸν ἐν Ὁσίοις θεοφόρον Ἱερόθεον, καὶ ἐν Ἁγίοις νέον κήρυκα τῆς χάριτος, ὑμνωδείαις εὐφημήσωμεν ἐπαξίως, Μεσσηνίας γὰρ αὐτὸς ὑπάρχει καύχημα, καὶ Μονῆς τῆς τῶν Ἰβήρων θεῖον σέμνωμα, ὅθεν κράζομεν· Χαίροις Πάτερ θεόσοφε.

Μεγαλυνάριον
Τὸν ἐν τοῖς Ὁσίοις καὶ Ἀσκηταῖς, νέον θεοφόρον, Ἱερόθεον τὸν σοφόν, ὕμνοις ἐγκωμίων, τιμήσωμεν ἐνθέως, ὡς γνήσιον Κυρίου, ἡμῶν δὲ πρόμαχον.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τὸν Πελοποννήσου νέον βλαστόν, ἱερὸν καὶ θεῖον, Ἱερόθεον τὸν κλεινόν, τὸν ἐκ τῆς Ἰβήρων, Μονῆς νεοφανέντα, εἷς τῶν Ὁσίων μέγας, ὕμνοις τιμήσωμεν.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαῖρε γῆς τρισμάκαρ τῶν Καλαμῶν, πάσης Μεσσηνίας, καὶ τοῦ Ἄθω θεῖος βλαστός, καύχημα ὑπάρχων, αὐτῶν καὶ τῶν ἐν πάσῃ, τῇ γῇ ὡς νέον σκεῦος, τῆς Ἁγιότητος.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Φύλαττε τοὺς δούλους σου ἐν παντί, καὶ οἰκείους πάντας, τοὺς τελοῦντάς σου τὴν σεπτήν, μνήμην θεοφόρε, καὶ τοὺς προσπίπτοντάς σοι, ἐν πίστει τε καὶ πόθῳ, ἐκ πάσης θλίψεως.

«Πᾶνος»