Ἀρχιμ. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, Νεκτάριος Πάρης στην Romfea.gr
Καθηγητής ΠΑΜΑΚ
Ἡ Κωνσταντινούπολη πέφτει τὴν ἀποφράδα ἡμέρα τῆς 29ης Μαΐου 1453 στὶς Ὀθωμανικὲς ἐπιτιθέμενες δυνάμεις.
Ὁ Σουλτάνος Μωάμεθ ὁ Β΄ ὁ πορθητὴς εἰσέρχεται στὴν πόλη καὶ πραγματοποιεῖ τὴν προσευχὴ τῆς Παρασκευῆς καὶ τὴν τελετὴ khutbah στὴν Ἁγία Σοφία.
Αὐτὴ ἡ κίνηση σημαίνει τὴν ἐπίσημη πλέον μετατροπὴ τῆς Ἁγίας Σοφίας σὲ τζαμί.
Σύμφωνα μὲ τὴν συνήθεια τῆς ἐποχῆς, ὁ Σουλτάνος Μωάμεθ ὁ Β΄, ἀμέσως μετὰ τὴν ἅλωση, δίνει ἄδεια στὰ στρατεύματά του καὶ στὴν συνοδεία του γιὰ τριήμερη ἀνεξέλεγκτη λεηλασία. Μετὰ τὴν παρέλευση τῶν τριῶν αὐτῶν ἡμερῶν, ὅσα ἀγαθὰ παραμένουν ἄθικτα, ἀνήκουν πλέον στὸν ἴδιο τὸν Σουλτάνο.
Ἡ ἀρχικὴ αὐτὴ περίοδος λεηλασίας θὰ ὁδηγήσει στὴν καταστροφὴ πολλῶν χριστιανικῶν ναῶν.
Ὠστόσο μὲ τὸ τέλος τῆς πρώτης ἡμέρας ὁ Σουλτάνος θὰ διακηρύξει ὅτι ἡ λεηλασία πρέπει νὰ σταματήσει, καθὼς ἔνοιωσε βαθειὰ θλίψη ὅταν περιόδευσε τὴν λεηλατημένη πόλη.
Ἡ Ἁγία Σοφία δὲν ἐξαιρέθηκε τῆς λεηλασίας, ἀντίθετα μάλιστα, δόθηκεἰδιαίτερη ἔμφαση στὸν μεγάλο ναὸ ἀπὸ τοὺς εἰσβολεῖς, διότι πίστευαν ὅτι περιεῖχε τοὺς μεγαλύτερους θησαυροὺς καὶ τὰ περισσότερα πολύτιμα ἀντικείμεναστὴν πόλη. Πολὺ σύντομα μετὰ τὴνκατάρρευση τῆςἄμυνας τῶν τειχῶν τῆς Πόλης καὶ τὴν θριαμβευτικὴ εἴσοδο τῶν ὀθωμανικῶν στρατευμάτων, οἱ στρατιῶτες κατευθύνθηκαν πρὸς τὴν Ἁγία Σοφία σπάζοντας τὴν εἴσοδο τοῦ ναοῦ καὶὁρμώντας μέσασὲαὐτὸνσὰνμανιασμένακύματα.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πολιορκίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, οἱ παγιδευμένοι πιστοὶ συμμετεῖχαν στὴν Θεία Λειτουργία καὶ στὴν ἀκολουθία τῶν Ὡρῶν ποὺ ἐτελοῦντο στὴν Ἁγία Σοφία.
Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὁ ναὸςὑπῆρξεκαταφύγιογιὰ ὅσους δὲν μποροῦσαν νὰ προσφέρουν στὴν ἐνίσχυση τῆς ἄμυνας τῆς Πόλης, σὲ αὐτοὺς περιλαμβάνονταν γυναῖκες, παιδιά, ἡλικιωμένοι, ἀσθενεῖς καὶ τραυματίες.
Παγιδευμένοι πλέον στὴν ἐκκλησία οἱ πιστοί, ἔγιναν στὴν πραγματικότητα λάφυρα, τὰ ὁποία στὴν συνέχεια θὰ διαμοιράζονταν μεταξὺ τῶν εἰσβολέων.
Τὸ κτίριο τὴς Ἁγίας Σοφίας βεβηλώθηκε καὶ λεηλατήθηκε, ἐνῶ οἱ πιστοὶ οἱ ὁποίοι ἀναζήτησαν καταφύγιο σὲ αὐτὸ θὰ αἰχμαλωτισθοῦν ὡς δοῦλοι.
Οἱ ἡλικιωμένοι, οἱ ἀσθενεῖς καὶ οἱ σοβαρὰ τραυματίες θὰ φονευθοῦν, ἐνῶ οἱ ὑπόλοιποι θὰ ἀλυσοδεθοῦν καὶ θὰ πουληθοῦν στὸ δουλεμπόριο.
Ὅταν ὁ Πορθητὴς καὶ ἡ συνοδεία του εἰσῆλθαν στὴν Ἁγία Σοφία, ἐδόθη ἡδιαταγὴ ὥστε ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία νὰ μετατραπεῖ ἀμέσωςσὲ τζαμὶ.
Τότε ἕναςἀπὸ τοὺς οὐλαμάδες (κληρικὸς τοῦ Ἰσλάμ) ἀνέβηκε στὸν ἄμβωνα τοῦ ναοῦ καὶἐκφώνησε τὸ shahada (σαχάντα) («Δὲν ὑπάρχει θεὸς ἀλλὰ Θεὸς, καὶ ὁ Μωάμεθ εἶναι ὁ ἀγγελιαφόρος του»).
Ἡ πράξη αὐτὴ τοῦ οὐλαμᾶ ἦταν τὸ σημάδι γιὰ τὴν ἔναρξη τῆς μετατροπῆς τῆς Ἁγίας Σοφίας σὲ ὀθωμανικὸ τέμενος.
Ὅπως ἀναφέρεται ἀπὸ δυτικοὺς περιηγητὲς, μετὰ τὴν λεηλασία ἡ μεγάληἐκκλησία ἦταν ἐρειπωμένη, μὲ μερικὲς ἀπὸ τὶς θύρες της νὰ ἔχουν πέσει ἀπὸ τὰστηρίγματά τους (μεντεσέδες), ὁπότε ὁ Μωάμεθ διέταξε ἀνακαίνιση τοῦ κτιρίου.
Ἡ πρώτη προσευχὴ τῆς Παρασκευῆς τοῦ Μωάμεθ πραγματοποιεῖται στὸ νέο τζαμὶ τὴν 1η Ἰουνίου τοῦ 1453.
Ἡ Ἁγία Σοφία γίνεται τὸ πρῶτο βασιλικὸ τζαμὶ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ προικίζεται (waqf = προικοδότηση) μὲ μεγάλη περιουσία, μὲ πολλὰ ἀπὸ τὰ σπίτια τῆς πόλεως καὶ μὲ τὴν περιοχὴ τοῦ Παλατιοῦ Topkapi (Ὑψηλή Πύλη).
Τὸ ἔτος 1478 λαμβάνει 2360 καταστήματα, 1300 σπίτια, 4 πανδοχεία (caravan serais), 30 καταστήματα ἐστιάσεως, ἐνῶ 23 ἄλλα καταστήματα δίδουν τὸ εἰσόδημά τους στὸ ἵδρυμα τῆς Ἁγίας Σοφίας.
Μὲ τὶς βασιλικὲς διαταγὲς τοῦ ἔτους 1520 καὶ τοῦ 1547, καταστήματα καὶ τμήματα τῆς Μεγάλης Ἀγορᾶς καὶ ἄλλων ἀγορῶν προστίθενται στὴν περιουσία τῆς Ἁγίας Σοφίας.
Περὶ τὸ ἔτος 1481 ἕνας μικρὸς μιναρὲς κτίζεται στὴν νοτιοδυτικὴ γωνίατοῦ ναοῦ. Ἀργότερα ὁ διάδοχος τοῦ Μωάμεθ Βαγιαζήτ (1481-1512) κτίζει ἀκόμαἕνα μιναρὲ στὴν νοτιοανατολικὴ γωνία.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο μιναρέδες θὰ καταπέσει κατὰ τὸν σεισμὸ τοῦ ἔτους 1509, ἐνῶ περὶ τὸ μέσον τοῦ 16ου αἰώνα θὰ κατασκευασθοῦν δύο μιναρέδες τοποθετημένοι διαγωνίως, στὶς ἀνατολικὲς καὶ δυτικὲς γωνίες τοῦ οἰκοδομήματος.
Τὸ ἔτος 1498, ὁ περιηγητὴς Bernardo Bonsi gnori εἶναι ὁ τελευταῖος ὁ ὁποῖος θὰ ἀναφέρει ὅτι εἶδε στὴν Ἁγία Σοφία τὸ Ἰουστινιάνιο πάτωμα, ἀμέσως μετὰ αὐτὸ θὰ καλυφθεῖ μὲ χαλὶ καὶ κανεὶς δὲν θὰ τὸ ξαναδεῖ ξανὰ ἕως τὸν 19ο αἰώνα.
Τὸν 16ο αίώνα ὁ Σουλτάνος Σουλεϊμὰν ό Μεγαλοπρεπὴς (1520-1566) φέρνει δύο μεγάλα κηροπήγια, ἀπὸ λεηλασία στὴν Οὐγγαρία, καὶ τὰ τοποθετεῖ στὴν Ἁγία Σοφία, μπροστὰ ἀπὸ τὰ mihrab (μιχράμπ).
Τὸ mihrab εἶναι ἡμικυκλικὴ κόγχη στὸν τοῖχο τοῦ τζαμιοῦ, ἡ ὁποία ὑποδεικνύει τὸ qibla, δηλαδὴ τὴν κατεύθυνση τοῦ Kaaba στὴν Μέκκα καὶ ὡς ἐκ τούτου τὴν κατεύθυνση στὴν ὁποία πρέπει νὰ στρέφονται οἱ μουσουλμάνοι ὅταν προσεύχονται. Ὁ τοῖχος στὸν ὁποῖο τοποθετεῖται ἕνα mihrab εἶναι τὸ "τεῖχος τῆς qibla".
Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς βασιλείας τοῦ Σουλεϊμάν, τὰ μωσαϊκὰ τοῦ νάρθηκα καὶ οἱ βασιλικὲς πῦλες ποὺ ἀπεικονίζουν τὸν Χριστό, τὴν Παναγία καὶ διάφορους βασιλεῖς τοῦ Βυζαντίου, θὰ καλυφθοῦν μὲ ἀσβέστη καὶ σοβά.
Τὰ ὑλικὰ αὐτὰ θὰ ἀπομακρυνθοῦν τὸ1930 ἀπὸ τὴν Τουρκικὴ Δημοκρατία.
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς βασιλείας τοῦ Σελὴμ τοῦ Β΄ (1566-1574), τὸ κτίριοτῆς Ἁγίας Σοφίας ἀρχίζει νὰ δείχνει σημεῖα φθορᾶς, ὁπότε γίνονται σὲ αὐτὸ ἐκτενῆ ἔργα ἐνισχύσεως καὶ στηρίξεως μὲ προσθήκη κατασκευῶν στὸ ἐξωτερικό τουμέρος, ὑπὸ τὴν ἐποπτεἰα τοῦ ὀθωμανοῦ ἀρχιτέκτονα Mimar Sinan, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε καὶ μηχανικὸς σεισμῶν.
Ἐπιπροσθέτως, γιὰ τὴν ἐνδυνάμωση τῆς κατασκευῆς τοῦ ἱστορικοῦ βυζαντινοῦ κτιρίου, ὁ Sinan θὰ κατασκευάσει τοὺς δύο μεγάλους μιναρέδες στὴν δυτικὴ πλευρὰ τοῦ ναοῦ.
Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ κατεδαφίστηκαν, τὸ προηγούμενο ἔτος, τμήματα τοῦ Πατριαρχείου στὴν νότια πλευρὰ. Ἐπιπροσθέτως τοποθετεῖται χρυσὴ ἡμισέληνος στὴν κορυφὴ τοῦ τρούλλου τοῦ ναοῦ.
Ἐπίσης δημιουργεῖται γύρω ἀπὸ τὸ οἰκοδόμημα μία ζώνη σεβασμοῦ, πλάτους 35 arşin (περίπου 24 μέτρα).
Γιὰ νὰ γίνει τὸ τελευταῖο, κατεδαφίζονται ὅλα τὰ σπίτια τὰ ὁποία περιτριγύριζαν τὸν ναό.
Στὸν χῶρο δημιουργεῖται καὶ μαυσωλεῖο τὸ ὁποῖο στὴν συνέχεια θὰ φιλοξενήσει τάφους σαραντατριῶν ὀθωμανῶν βασιλέων.
Τὸ ἔτος 1594 ὁ Νταβοὺτ Ἀγᾶ κτίζει τὸ μαυσωλεῖο τοῦΜουρὰτ τοῦ Β΄, στὸ ὁποῖο ἀργότερα θάπτονται ὁΣουλτάνος καὶ ἡ σύζυγός του Σαφιγιέ.
Τὸ ὀκταγωνικὸ μαυσωλεῖο τοῦ υἱοῦ τους, τοῦ Μουρὰτ τοῦ Γ΄ (1595-1603) καὶ τῆς συζύγου του κτίζεται ἀκριβῶς δίπλα τὸ ἔτος 1608, ἀπὸ τὸν βασιλικὸ ἀρχιτέκτονα Dalgiç Mehmet Aĝa.
Ὁ υἱὸς τοῦ Μουρὰτ, Μουσταφᾶ (1617-1618 καὶ 1622-1623) θὰ μετατρέψει τὸ βαπτιστήριο τῆς Ἁγίας Σοφίας σὲ δικό του μαυσωλεῖο.
Τὸ ἔτος 1717, ἐπὶ Σουλτάνου Ἀχμὲτ τοῦ Γ΄ (1703-1730) θρυμματίζεται ὁ σουβᾶς τοῦ ἐσωτερικοῦ χώρου τοῦ ναοῦ, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἐμφάνιση πολλῶν μωσαϊκῶν, τὰ ὁποία σὲ διαφορετικὴ περίπτωση ἴσως νὰ εἶχαν καταστραφεῖ ἀπὸ τοὺς ἐργάτες. Στὴν πραγματικότητα, ἦταν γι’αὐτοὺς σύνηθες νὰ πωλοῦν τὰ μωσαϊκὰ καὶ ἄλλα διακοσμητικὰ τοῦ ναοῦ στοὺς ἐπισκέπτες, οἱ ὁποίοι τὰθεωροῦσαν φυλακτά.
Ὁ Σουλτάνος Ἀχμὲτ ὁ Α΄ διέταξε τὴν ἀνακαίνιση τοῦ ναοῦτὸ 1739 καὶ πρόσθεσε ἕνα medrese (μεντρεσέ-σχολὴ κορανίου) δίπλα ἀπὸ τὴν βιβλιοθήκη τοῦ τζαμιοῦ.
Ἐπίσης κατασκευάζει μία κουζίνα γιὰ διανομὴ φαγητοῦ στοὺς πτωχούς, ὅπως καὶ νέα βιβλιοθήκη.
Τὸ ἔτος 1740 προστίθεται ἕνα συντριβάνι, γιὰ τελετουργικὴ χρήση (καθαρισμὸς πρὶν ἀπὸ τὴν προσευχή).
Τὴν ἴδια ἐποχή, κτίζεται σουλτανικὴ αἴθουσα καὶ νέο mihrab στὸν ἐσωτερικὸ χῶρο τοῦ ναοῦ.
Ὁ ναὸς τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως ἔχει ἡλικία δεκαπέντεαἰώνων περίπου. Ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς αἰῶνες, κατὰ τοὺς πρώτους ἐννέα περίπουὑπῆρξε χριστιανικὸς ὀρθόδοξος ναὸς, ὁ ὁποῖος ἀνῆκε στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.
Τὸ ἔτος 1453, ἡ πόλη στὴν ὁποία εὑρίσκεται ὁ ναός, πρωτεύουσα αὐτοκρατορίας, περιέρχεται στὴν κατοχὴ τῶν ὀθωμανῶν.
Ἡ Κωνσταντινούπολη γίνεται πρωτεύουσα τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, ἡ δὲ Ἁγία Σοφία λεηλατεῖται καὶ βεβηλώνεται καὶ γίνεται βασιλικὸ τζαμί.
Πολὺ ἀργότερα, τὸν 20ο αἰῶνα, μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς Τουρκικῆς Δημοκρατίας, ὁ ναὸς ἀπὸ τζαμὶ μετατρέπεται σὲ μουσεῖο, στὰ πλαίσια τῆς ἐγκαθιδρύσεως κοσμικοῦ κράτους.
Τὸ ἔτος 2020 ὁ ἰσλαμιστὴς πρόεδρος τῆς Τουρκίας κατόπιν ἐγκρίσεως τοῦ Ἀνωτάτου Δικαστηρίου τῆς χώρας, μετατρέπει τὴν Ἁγία Σοφία σὲ τζαμὶ, δίδοντας σὲ αὐτὴν τὸ ὄνομα Μεγάλο Τζαμὶ τῆς Ἁγίας Σοφίας (Buyuk Cami Agia Sofia).
Νὰ σημειωθεῖ ὅτι ἡ Ἁγία Σοφία εἶναι ὁ τέταρτος βυζαντινὸς ναὸς ὁ ὁποῖος μετατρέπεται ἀπὸ μουσεῖο σὲ τζαμὶ, ἐπὶ προεδρίας R. Τ. Erdoğan.
Γιὰ τὴν ἀπόδοση δικαιοσύνης, ὁ ναὸς τῆς Ἁγίας Σοφίας,στὰ πλαίσια τῆς εἰρηνικῆς συνυπάρξεως τῶν λαῶν καὶ τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, θὰ πρέπει νὰ ἀποδοθεῖ στὸν ἰδιοκτήτη του, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ὥστε νὰ χρησιμοποιεῖται ὡς ὀρθόδοξος χριστιανικὸς ναός καὶ μάλιστα ὡς Πατριαρχικός.
Ὁ αὐτὸς πόθος ἰσχύει βεβαίως καὶ γιὰὅλους τοὺς χριστιανικοὺς ναοὺς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῆς Μικρᾶς Ἀσίας,ὅπως καὶ τοὺς ἀντιστοίχους τοῦ κατεχομένου βορείου τμήματος τῆς Κύπρου.
Ὁ Κύριος, γιὰ τοὺς λόγους ποὺ Ἐκεῖνος γνωρίζει, ἐπιτρέπει τὸν πειρασμό, ἐνῶ τὸ τοῦ ἀποστόλουΠαύλου «οὐκ ἔχομεν ὦδε μένου σαν πόλιν» εἶναι διαχρονικό
Τέλος,. «Δὲν ὑπάρχουν μικρὲς καὶ μεγάλες κοινότητες, μικρὲς καὶ μεγάλες ἐνορίες, μικρὲς καὶ μεγάλες ἐκκλησίες διότι σὲ κάθε ἐκκλησία, σὲ κάθε παρεκκλήσι, σὲ κάθε ἐξωκκλήσι ὅπου γίνεται ἡ Θεία Λειτουργία, αὐτὴ ἡ ἐκκλησία, αὐτὸς ὁ τόπος, εἶναι πάντοτε μεγάλος διότι ἐκεῖ τελεῖται τὸ μεγάλο μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. (Virginia 2021)»