
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Μερικοὶ νέοι Μητροπολίτες, ἀλλὰ καὶ ἀρκετοὶ κληρικοὶ μὲ πτυχίο θεολογίας, συνηθίζουν νὰ χρησιμοποιοῦν σὲ ἐπίσημους λόγους καὶ διάφορες ὁμιλίες ἐπιχειρήματα κοσμικῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν ποίηση, τὴ λογοτεχνία, τὴ μουσική, τὸ τραγούδι, τὸ θέατρο καὶ γενικὰ μὲ τὶς τέχνες καὶ τὶς Ἐπιστῆμες, καὶ ἀντλοῦν ἰδέες καὶ διδάγματα ἀπὸ τὸ ἔργο τους, ἐνῶ γνωρίζουν ὅτι οἱ συγκεκριμένοι «σπουδαῖοι» ἄνθρωποι δὲν διακρίνονται γιὰ τὸ ἦθος τους, τὸν ἀξιομίμητο τρόπο ζωῆς, τὴ σχέση τους μὲ τὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα καὶ τὴ ζῶσα πίστη τους στὸ Θεό, ἀλλὰ μὲ ἀναίδεια δηλώνουν πρὸς πᾶσα κατεύθυνση ὅτι εἶναι ὁμοφυλόφιλοι. Σύμφωνα δὲ καὶ μὲ τὸ περιεχόμενο τοῦ ἔργου τους εἶναι ἄθεοι, ἀγνωστικιστὲς (πιστεύουν ὅτι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀδύνατη), ἀρνητὲς κάθε θρησκείας καὶ περιφρονητὲς τῶν ἐκκλησιαστικῶν παραδόσεων.
Εἶναι τουλάχιστον ἀφελές, γιὰ νὰ μὴ ποῦμε ἀσεβές, νὰ θέλουν οἱ κληρικοὶ αὐτοὶ νὰ στηρίζουν τὸ λόγο τους σὲ ἰδέες καὶ ἐπιχειρήματα γνωστῶν κοσμικῶν ἀνθρώπων. Καὶ εἶναι ἀπορίας ἄξιον, γιατί ἀφήνουν ἀναξιοποίητον τὸν πνευματικὸ θησαυρὸ τῆς Ἐκκλησίας. Μήπως τὸν ἀγνοοῦν; Ἢ μήπως τὸν θεωροῦν ἀναποτελεσματικὸ στοὺς σύγχρονους ἀνθρώπους; Πιθανότερο εἶναι τὸ δεύτερο. Ἡ ἐπιθυμία τους εἶναι νὰ ἐμφανίζονται προοδευτικοί, μὲ ἀνοικτὰ μυαλά, ποὺ μποροῦν νὰ ἀξιοποιοῦν τὴν κοσμικὴ σοφία καὶ νὰ μὴ μένουν στὸ παρελθόν, γιατί οἱ πνευματικὲς ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων ἀφήνουν ἀδιάφορους τούς ἀνθρώπους τῆς σύγχρονης κοινωνίας. Συνήθως ἔτσι σκέπτονται οἱ κληρικοὶ ποὺ στεροῦνται πνευματικῶν βιωμάτων καὶ δὲν ἔχουν ἐπικοινωνήσει μὲ ἐνάρετους Γέροντες. Γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀδέξιοι κληρικοί, οἱ ὁποῖοι ἐντυπωσιάζουν στὴν ἀρχὴ τῆς διακονίας τους καὶ στὴν πορεία ἀπογοητεύουν. Ἀρέσκονται στοὺς κοσμικοὺς ἐπαίνους, γιατί τοὺς τροφοδοτοῦν τὴν ψευδαίσθηση ὅτι εἶναι ἄξιοι ποιμένες, πού μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν στὸ δρόμο πρὸς τὴ Δαμασκὸ τοὺς κοσμικοὺς καὶ ἁμαρτωλούς, γιὰ νὰ στραφοῦν στὴν πίστη! Δηλαδή, διατηροῦν τὸ κοσμικὸ φρόνημα στὴν προσωπική τους ζωὴ, γιὰ νὰ προσελκύσουν τοὺς ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας ἀνθρώπους, χωρὶς vὰ εἶναι σὲ θέση νὰ προβάλουν τὸ δικό τους φωτεινὸ παράδειγμα, τὸ ὁποῖο φυσικὰ δὲν ἔχουν. Δὲν ὑποψιάζονται ὅτι τὰ δίκτυα τους εἶναι χαλασμένα καὶ τὸ μόνο ποὺ πετυχαίνουν εἶναι νὰ μειώνεται ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ στοὺς πιστοὺς καὶ πολλὲς ἐκκλησιαστικὲς παραδόσεις νὰ μετατρέπονται σὲ «πολιτιστικὰ δρώμενα», ποὺ δὲν ἔχουν πνευματικὸ περιεχόμενο.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει ὅτι οἱ κληρικοὶ εἶναι ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς. «Ὁ βασιλιὰς ἔχει τὴν εὐθύνη γιὰ τὰ σώματα, ἐνῶ ὁ ἱερέας γιὰ τὶς ψυχές. Ὁ βασιλιὰς χαρίζει τὸ ὑπόλοιπο τῶν χρεῶν, ἐνῶ ὁ ἱερέας τὶς ὀφειλὲς τῶν ἁμαρτημάτων. Ὁ πρῶτος ἐξαναγκάζει, ὁ δεύτερος παρακαλεῖ. Ὁ βασιλιὰς χρησιμοποιεῖ τὴ βία, ὁ ἱερέας τὴν πειθώ. Ὁ βασιλιὰς διαθέτει ὅπλα ὑλικά, ὁ ἱερέας ὅπλα πνευματικά. Ἐκεῖνος πολεμάει βαρβάρους, ἐγὼ πολεμάω δαίμονες. Εἶναι ἀνώτερη αὐτὴ ἡ ἐξουσία»[1]. Ὁ ἅγιός μας ἐπίσης τονίζει ὅτι «τὰ στολίδια τοῦ Ἱερέα εἶναι ἡ ἐπικοινωνία καὶ ψυχικὴ ἐπαφὴ μὲ τοὺς πιστούς, τὸ κήρυγμα, τὸ καλὸ ἦθος, τὰ οἰκοδομητικὰ λόγια, ἡ πίστη, ἡ καλὴ φήμη, ἡ ἀλήθεια, ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ συμφωνία τῶν καλῶν ἔργων μὲ τὰ λόγια». Καὶ δὲν παραλείπει νὰ ἐπισημάνει: « Τίποτε δὲν ἐξοργίζει τόσο τὸ Θεό, ὅσο τὸ νὰ εἶναι κανεὶς ἱερέας, χωρὶς νὰ τὸ ἀξίζει»[3].
Σημειώσεις:
1. Χρυσοστόμου Γ΄, σελ. 393.
2. Ὅπ. παρ., σελ. 394.
3. Ὅπ. παρ., σελ. 400.