Παρασκευή 17 Ιουνίου 2022

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΕΚ ΤΟΥ ΒΙΟΥ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ



                       


ΠΡΩΤΟΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΝ
ΑΚΡΙΒΕΙΑ & ΝΗΣΤΕΙΑ

Ὁ Μακαριστὸς Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπῶν καὶ Ἐορδαίας Αὐγουστῖνος, κατὰ κόσμον Καντιώτης διηκόνησεν ὡς Πρωτοσύγκελλος εἰς τὴν Ἱερὰν Μητρόπολιν Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας, ὅταν ἦτο Διάκονος.
Ὁ ἐκ Θέρμου Αἰτωλίας ἀείμνηστος Πρεσβύτερος Δημήτριος Στέργιος μᾶς διηγήθη πολλὰς φορὰς τὸ ἑξῆς:
Ὁ Διάκονος Αὐγουστῖνος Καντιώτης ἦλθεν ἕνα Σάββατον εἰς τὸ Θέρμον. Τὴν ἑπομένην ἡμέραν, τὴν Κυριακήν, ἔλαβε μέρος ὡς Διάκονος εἰς τὴν θείαν Λειτουργίαν, ἡ ὁποία ἐτελέσθη εἰς τὸν ἐνοριακὸν Ἱερὸν Ναὸν τοῦ Θέρμου, ὁ ὁποῖος εἶνε ἀφιερωμένος εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, ὑπὸ τὸν ἡλικιωμένον ἐφημέριον αὐτοῦ. Μετὰ τὸ πέρας τῆς θείας Λειτουργίας, μὲ ὁδηγὸν καὶ συνοδοιπόρον τὸν ἐκ Μάνδρας Θέρμου π. Δημήτριον Στέργιον, ἔκανε μίαν τριήμερον ὁδοιπορίαν εἰς τὰ χωριὰ τῆς ὀρεινῆς Αἰτωλίας. Ἀργὰ τὸ ἀπόγευμα τῆς ἰδίας ἡμέρας ἔφθασαν εἰς τὸ χωριὸν Μελίγκοβα. Ἡ δασκάλα τοῦ χωριοῦ προθυμοποιήθη νὰ τοὺς φιλοξενήσῃ εἰς τὴν οἰκίαν της. Ὅμως ὁ Διάκονος Αὐγουστῖνος ἀπεκρίθη·
- Ἠμεῖς εἴμεθα καλόγεροι. Ἕνα τσάι θέλουμε μόνον καὶ θὰ διανυκτερεύσωμεν εἰς τὸ σχολεῖον.
Πράγματι αὐτὸ ἔγινε, καίτοι ὁδοιποροῦντες ὅλην τὴν ἡμέραν, πίνοντες μόνον ἕνα καφὲ μετὰ τὴν Λειτουργίαν.

Τὴν ἑπομένην ἡμέραν, τὴν Δευτέραν, μετὰ ἀπὸ ἕνα καφὲ ποὺ ἤπιαν, συνέχισαν τὴν ὁδοιπορίαν μέχρι ἀργὰ τὸ ἀπόγευμα, μέχρι ποὺ ἔφθασαν εἰς τὸ χωρίον Δρυμών. Ἐκεῖ ἦτο ἐφημέριος τότε ὁ ἀείμνηστος Πρεσβύτερος Ἰωάννης Χασάπης, πολύτεκνος ὢν μὲ πέντε θυγατέρας. Εἰς τὸν Δρυμῶνα ἐπανελήφθη τὸ ἴδιον σκηνικόν. Ὁ π. Ἰωάννης προθυμοποιήθη νὰ τοὺς φιλοξενήσῃ εἰς τὴν οἰκίαν του καὶ νὰ τοὺς παραθέσῃ δεῖπνον ἕνα κόκκοραν ποὺ θὰ ἐμαγείρευεν ἡ Πρεσβυτέρα του. Εἰς τὴν πρόσκλησιν τοῦ Ἱερέως ὁ ἀκόλουθος διάλογος διημείφθη·
- Ἠμεῖς εἴμεθα καλόγεροι καὶ ὅπως θὰ γνωρίζῃς νηστεύομεν τὴν Δευτέραν. Εὐχαρίστως ὅμως νὰ πίωμεν ἕνα τσάι.
- Ὅπως θέλει ὁ ὁρισμός σου, ἅγιε Πρωτοσύγκελλε. Ἐλᾶτε εἰς τὸ φτωχικόν μας νὰ σᾶς φτιάξῃ ἡ Πρεσβυτέρα τσάι καὶ νὰ ξαπλώσετε.
- Σὲ εὐχαριστοῦμεν, πάτερ Ἰωάννη, διὰ τὴν πρόσκλησιν, ἀλλὰ δὲν θὰ ἔλθωμεν εἰς τὴν οἰκίαν σου διότι ἔχεις μεγάλην οἰκογένειαν καὶ δὲν θέλομε νὰ σᾶς φέρωμεν ἀναστάτωσιν.

[Αὐτὰ εἶπεν ὁ πατὴρ Αὐγουστῖνος εἰς τὸν πατέρα Ἰωάννην. Ὁ δὲ πατὴρ Δημήτριος Στέργιος εἶπεν εἰς ἡμᾶς τὰ ἑξῆς: Ὁ π. Αὐγουστῖνος δὲν ἀπεδέχθη τὴν πρόσκλησιν τοῦ π. Ἰωάννου, ὄχι διὰ νὰ μὴ φέρῃ ἀναστάτωσιν εἰς τὴν ἱερατικὴν οἰκογένειαν, ἀλλὰ διότι ὁ π. Ἰωάννης εἶχε πέντε θυγατέρας, μερικαὶ ἐξ αὐτῶν εἰς ἡλικίαν γάμου. Ὁ π. Αὐγουστῖνος, παιδιά μου, "τὰ φύλαγε τὰ σκουριασμένα", "πρόσεχε τίς κακοτοπιές", δηλαδὴ ἦτο πολὺ προσεκτικὸς ἀποφεύγοντας τὰς παγίδας τοῦ διαβόλου.]

Κατόπιν τούτου, ἤπιαν ἕνα τσάι καὶ ἐκοιμήθησαν εἰς τὸν γυναικωνίτην τοῦ ἐνοριακοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ Δρυμῶνος.
Τὴν ἑπομένην ἡμέραν, τὴν Τρίτην, ὅταν ἤρχισε νὰ γλυκοχαράζῃ, ὁ π. Δημήτριος (ὁ συνοδοιπόρος τοῦ π. Αὐγουστίνου) ἐξύπνησε καὶ κατηυθύνθη πρὸς τὴν ἔξοδον τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ.
- Ποῦ ὑπάγεις; Τὸν ἠρώτησεν ὁ Πρωτοσύγκελλος.
- Ὑπάγω εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ π. Ἰωάννου νὰ ἴδω ἐὰν ἔμεινε φαγητόν, διότι πεινῶ!
- Ὕπαγε καὶ ὅταν ἐπιστρέψῃς φέρε μου, σὲ παρακαλῶ, ἕνα τσάι.
Ὅταν ἔφθασεν εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ π. Ἰωάννου, ὁ π. Δημήτριος ηὗρε τὸν ἀπονήρευτον π. Ἰωάννην ἔξυπνον, ὅστις μεταξὺ ἄλλων τοῦ εἶπεν·
- Εὐλογημένε, δὲν ἐκοιμήθην ὅλην τὴν νύκτα! Διατί δὲν ἤλθατε νὰ κοιμηθῆτε εἰς τὸ πτωχικόν μου;
- Γέροντά μου, πῶς νὰ ἔλθουν δύο νέοι Κληρικοὶ νὰ διανυκτερεύσουν εἰς τὴν οἰκίαν σου, ὅταν ἐσὺ ἔχῃς θυγατέρας εἰς ἡλικίαν γάμου;
Ὁ π. Αὐγουστῖνος, ἀγαπητὲ ἀναγνῶστα, ἐγεύθη στερεᾶς τροφῆς τὴν Τρίτην τὸ βράδυ, ἀφοῦ ἐπέστρεψεν ὁδοιπορικῶς εἰς τὸ Θέρμον!

Ἡμέραν τινα ἦλθεν διὰ προσκυνηματικοὺς λόγους εἰς τὸ Θέρμον, εἷς Πρεσβύτερος ἐξ Ἀθηνῶν. Ἐπεσκέφθη καὶ προσεκύνησε τὸν τόπον τῆς γεννήσεως τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ καὶ τὸν προσκυνηματικὸν Ἱερὸν Ναὸν τοῦ Ἁγίου εἰς τὸ Μέγα Δένδρον. Κατόπιν ἦλθε καὶ εἰς τὸν ἐνοριακὸν Ναόν μας.

Κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ παρὸν ἦτο καὶ ὁ π. Δημήτριος Στέργιος. Ἡ συζήτησις ποὺ ἄρχισεν, ἔφθασε καὶ εἰς τὸν Ἐπίσκοπον Αὐγουστῖνον. Ὁ μὲν π. Δημήτριος διηγήθη καὶ πάλιν τὸ ἀνωτέρω γεγονός, ὁ δὲ ξένος Κληρικὸς μᾶς ἐξιστόρησε τὰ ἑπόμενα δύο. Τὸ μὲν πρῶτον, τὸ ὁποῖον διεδραματίσθη εἰς τὸ Αἴγιον, τοῦ τὸ διηγήθη ὁ αὐτόπτης καὶ αὐτήκοος Πρεσβύτερος τὸν ὁποῖον θὰ μνημονεύσω κατωτέρω, τὸ δὲ δεύτερον, τὸ ὁποῖον διεδραματίσθη εἰς τὴν Λάρισαν, τὸ ἐβίωσεν ὁ ἴδιος, ἀφοῦ ἦτο παρὸν εἰς τὴν αἴθουσαν τοῦ στρατοδικείου.


ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΝ
ΙΕΡΟΚΑΤΑΚΡΙΣΙΣ

Κάποτε ὁ π. Αὐγουστῖνος ὡς Διάκονος, προσεκλήθη εἰς τὴν ἐπαρχίαν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Καλαβρύτων καὶ Αἰγιαλείας, τὴν ὁποίαν καὶ ἐπεσκέφθη. Κατέλυσεν εἰς τὸ Αἴγιον καὶ τὴν ἑπομένην ἡμέραν μαζὺ μὲ ἕνα Πρεσβύτερον ἐπῆγαν εἰς κάποιο χωρίον διὰ νὰ τελέσουν τὴν θείαν Λειτουργίαν. Διὰ τὴν μεταβίβασίν τους ἐχρησιμοποίησαν τὸ λεωφορεῖον τοῦ τοπικοῦ ΚΤΕΛ, εἰς τὸ ὁποῖον ἐπέβαιναν καὶ ἄλλοι ἄνθρωποι.
Ὅταν ἦλθεν ἡ ὥρα νὰ ἀναχωρήσουν τὸ λεωφορεῖον, παρὰ τὰς προσπαθείας τοῦ ὁδηγοῦ, δὲν ξεκινοῦσεν. Οἱ ἐπιβάται τοῦ λεωφορείου ἤρχισαν νὰ σιγοψιθυρίζουν λέγοντας ὅτι τὸ λεωφορεῖον δὲν ξεκινᾶ ἐξ αἰτίας τῶν Κληρικῶν.
Τὸ ἤκουσεν ὁ π. Αὐγουστῖνος καὶ προέτεινεν εἰς τὸν Πρεσβύτερον νὰ κατέβουν ἀπὸ τὸ λεωφορεῖον. Κατόπιν τούτου, εἶπεν εἰς τὸν ὁδηγὸν νὰ ξεκινήσῃ τὸ λεωφορεῖον. Παρὰ τὰς προσπαθείας του τὸ λεωφορεῖον ἦτο ἀδύνατον νὰ ξεκινήσῃ.
Τότε, ὁ π. Αὐγουστῖνος ἐπρότεινε νὰ γίνῃ τὸ ἀντίστροφον, δηλαδὴ νὰ μείνουν ἐκεῖνοι οἱ δύο Κληρικοὶ ἐντὸς τοῦ λεωφορείου καὶ νὰ κατέβουν οἱ λαϊκοί. Τούτου γενομένου καὶ μὲ τὰς προσευχὰς βεβαίως τῶν δύο Κληρικῶν, ἡ μηχανὴ τοῦ λεωφορείου ξεκίνησεν ἀμέσως!
Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ ὀφθαλμοφανὲς θαυμαστὸν γεγονός, καθ᾿ ὁδὸν ηὗρεν εὐκαιρίαν ὁ π. Αὐγουστῖνος νὰ ὁμιλήσῃ εἰς τοὺς ἐπιβάτας τοῦ λεωφορείου περὶ μετανοίας καὶ πνευματικῆς ζωῆς.


ΤΡΙΤΟΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΝ
ΑΘΩΟΣ Ο ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ

Ὅταν ὁ π. Αὐγουστῖνος ἐχειροτονήθη Πρεσβύτερος ὑπηρέτησεν ὡς στρατιωτικὸς ἱερεὺς εἰς τὸν Ἑλληνικὸν Στρατόν. Ἡ Ἑλλὰς τότε εἶχε βασιλέα τὸν Παῦλον καὶ βασίλισσαν τὴν Φρειδερίκην.
Κάποτε ἡ βασίλισσα Φρειδερίκη ἔκανε κάτι μὴ ὀρθόδοξον καὶ ὁ π. Αὐγουστῖνος ἔπαυσε νὰ τὴν μνημονεύῃ. Ἕνεκα τούτου τὸν ὁδήγησαν εἰς τὸ Στρατοδικεῖον τῆς Λαρίσης διὰ νὰ δικασθῇ.
Ὅταν τοῦ ἐδόθη ὁ λόγος, ὁ π. Αὐγουστῖνος ἐζήτησεν ἀπὸ τοὺς στρατοδίκας δέκα ὥρας διὰ νὰ ἀπολογηθῇ. Οἱ στρατοδίκαι ἐδέχθησαν τὸ αἴτημά του, ἀλλ᾿ ἐν τέλει δὲν ἐχρειάσθη εἰμὴ μόνον δέκα λεπτὰ τῆς ὥρας. Καὶ ὁ λόγος ἦτο ὁ ἑξῆς:
Ὁ π. Αὐγουστῖνος ἤρχισε τὴν ἀπολογίαν του ἀπευθυνόμενος εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, ἤτοι εἰς τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποὺ κρεμόταν ἐπάνω καὶ ὄπισθεν τῶν Δικαστῶν. Τότε ἡ εἰκὼν ἔφυγεν ἀπὸ τὴν θέσιν της! Δὲν ἔπεσε κάτω, δὲν ἔφυγε τὸ καρφὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἦτο κρεμασμένη, ἀλλὰ ἔφυγεν ἀπὸ τὴν θέσιν της, ἐπέρασεν ἐπάνω ἀπὸ τὰς κεφαλὰς τῶν Δικαστῶν καὶ ἐστάθη ὄρθια ἐπάνω εἰς τὰ ἕδρανα τοῦ δικαστηρίου!
Κατόπιν τούτου ὁ Πρόεδρος τοῦ στρατοδικείου ἀνεφώνησεν:
- Ἀθῷος ὁ κατηγορούμενος! Λύεται ἡ συνεδρίασις.

Νὰ ἔχωμε τὴν εὐχήν του.