Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2022

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΔΕΥΤΕΡΑ 19 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2022


Οἱ Ἅγιοι Βονιφάτιος καὶ Ἀγλαΐα ἡ Ρωμαία

 






















Ζητῶν Βονιφάτιος ὀστᾶ Μαρτύρων.
Ἑαυτὸν εὗρε μάρτυρα, τμηθεὶς ξίφει.
Ἐννεακαιδεκάτῃ Βονιφάτιος αὐχένα τμήθη.

Ἔζησαν τὸν 3ο μ.Χ. αἰώνα. Ἡ Ἀγλαΐα ἀνῆκε στὴν τάξη τῶν εὐγενῶν καὶ πλούσιων Ρωμαίων γυναικὼν καὶ ἦταν πάντα πρόθυμη στὶς ἐλεημοσύνες καὶ στὶς διάφορες ἀγαθοεργίες.

Ὁ δὲ Βονιφάτιος ἦταν γραμματέας τῆς περιουσίας τῆς Ἀγλαΐας καὶ ἐπόπτης τῶν κτημάτων της. Ὅπως ἡ κυρία του, ἦταν καὶ αὐτὸς εὔσπλαχνος καὶ φιλάνθρωπος. Διαχειριζόταν τὴν περιουσία τῆς Ἀγλαΐας μὲ πολλὴ τιμιότητα, καὶ ἀπέναντι στοὺς ὑπηρέτες ἦταν εὐγενέστατος.

Ἀλλὰ ἡ ἀνεξέλεγκτη καλοζωία ἔπνιξε τὴν πνευματικότητα τοῦ Βονιφατίου καὶ τῆς Ἀγλαΐας. Ἄναψε τὴν εὔφλεκτη νεότητά τους καὶ παρασύρθηκαν ἀπὸ τὶς ἔνοχες σαρκικὲς ἡδονές. Εὐτυχῶς ὅμως, ὁ ἔλεγχος τῶν συνειδήσεών τους ἦταν αὐτὸς ποὺ τελικὰ ἐπικράτησε. Ἁμάρτησαν. Ἔκλαψαν καὶ οἱ δυὸ πικρά. Θὰ τοὺς δεχόταν ἄραγε καὶ πάλι ὁ Θεὸς σὰν ζωντανὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας του; Γιατί ὄχι; Ἄλλωστε, ὁ Ἴδιος εἶπε: «Χαρὰ γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἐνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοούντι». Δηλαδή, χαρὰ γίνεται στοὺς οὐρανούς, μὲ τὴν παρουσία ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ, ποὺ συμμετέχουν στὴ χαρὰ αὐτή, γιὰ ἕναν ἁμαρτωλὸ ποὺ μετανοεῖ.

Μὲ πολλὴ συντριβὴ λοιπόν, οἱ δυὸ μετανοοῦντες ἐξομολογήθηκαν τὸ ἠθικό τους ὀλίσθημα σὲ πνευματικὸ ἱερέα καὶ ἡ ἠθική τους ἐπιστροφὴ καὶ ἀναγέννηση ἦταν πλέον γεγονός.
Ἔτσι ἀργότερα ὁ μὲν Βονιφάτιος πέθανε μαρτυρικὰ γιὰ τὴν πίστη στὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας, ἡ δὲ Ἀγλαΐα, ἀφοῦ πούλησε τὰ ὑπάρχοντά της, ἀφιέρωσε τὴν ζωή της στὴν ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μαρτύρων τὴν εὔκλειαν, ἰχνηλατήσας θερμῶς, Χριστὸν ὡμολόγησας, ἐπὶ ἀπίστων στερρῶς, σοφὲ Βονιφάτιε· ὅθεν καθάπερ πλοῦτον, ἀδαπάνητον Μάρτυς, δέδωκας σοῦ τὸ σῶμα, τῇ σεμνῇ Ἀγλαΐᾳ· ἐξ οὗ τῷ κοσμῷ πηγάζει, ῥῶσις καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἱερεῖον ἄμωμον, ἐθελουσίως, σεαυτὸν προσήγαγες, τῷ ἐκ Παρθένου διὰ σέ, τεχθῆναι μέλλοντι Ἅγιε, στεφανηφόρε σοφὲ Βονιφάτιε.

Μεγαλυνάριον.
Ἄθλοις ἀπαθείας καταυγασθείς, παθῶν τῆς δουλείας, ἀπεσείσω τὸν σκοτασμόν, καὶ ἀνδραγαθήσας, υἱὸς φωτὸς ἐδείχθης, ὡς Ἀθλητὴς τοῦ Λόγου, ὦ Βονιφάτιε.

Οἱ Ἅγιοι Ἠλίας, Πρόβος καὶ Ἄρης οἱ Μάρτυρες


Eις τον Hλίαν και Πρόβον.
Ἀθλήσεως τμηθέντα τῷ ξίφει κάραν,
Ζηλοῖ ταχὺ Πρόβος σε, Μάρτυς Ἠλία.

Eις τον Άρην.
Ἄρης ὑπῆρξας πρὸς τὸ πῦρ ὄντως Ἄρες,
Ἄρης νοητός, ὅπλα πίστεως φέρων.

Οἱ Ἅγιοι Ἠλίας, Πρόβος καὶ Ἄρης κατάγονταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Μετέβαιναν ἀπὸ πόλη σὲ πόλη γιὰ νὰ διαδώσουν τὸ λόγο τοῦ Κυρίου καὶ γιὰ νὰ βοηθήσουν τοὺς χριστιανούς.

Συνελήφθησαν στὴν Ἀσκαλώνα. Ἐπειδὴ δὲ, ἀρνήθηκαν νὰ ἀσπαστοῦν τὰ εἴδωλα καὶ ὁμολόγησαν τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεὸ καταδικάστηκαν σὲ θάνατο ἀπὸ τὸν Φιρμιλιανό.
Οἱ μὲν Ἠλίας καὶ Πρόβος διατάχθηκε καὶ ἀποκεφαλίστηκαν, ὁ δὲ Ἄρης διατάχθηκε νὰ καεῖ στὴν πυρά.

Οἱ Ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Πολύευκτος οἱ Μάρτυρες

Eις τον Tιμόθεον.
Τιμόθεον δέ, τὸν πεπυρπολημένον,
Ποῦ θήσομεν, λαχόντα παντίμου τέλους;

Eις τον Πολύευκτον.
Σοῦ Πολύευκτε Καισαρεῦ ποῖον τέλος;
Τὸ πῦρ ὑπελθών, εὗρον εὐκταῖον τέλος.

Καὶ οἱ δυὸ πέθαναν ἀφοῦ τοὺς ἔριξαν μέσα στὴν φωτιά. Ὁ μὲν Τιμόθεος στὴν Ἀφρική, ὁ δὲ Πολύευκτος στὴν Καισαρεία, διότι κατηχοῦσαν καὶ βάπτιζαν εἰδωλολάτρες.

Παρ’ ὅλο ποὺ κατὰ τὴν θανατικὴ ἐκτέλεση ἦταν παρόντες καὶ οἱ δικοί τους καὶ ἔκλαιγαν τσιρίζοντας, αὐτοὶ ἀτρόμητοι μὲ τὴν θεία χάρη, τοὺς παρηγοροῦσαν. Μπῆκαν δὲ μέσα στὶς φλόγες, διατηρώντας τὴν εὐψυχία τους καὶ ψάλλοντες ὕμνους πρὸς τὸν Κύριο.
(Ὁρισμένοι Συναξαριστές, λανθασμένα ἀναφέρουν τὴν ἡμέρα αὐτὴ καὶ δεύτερο Ἅγιο Πολύευκτο, ποὺ ὅμως πρόκειται γιὰ τὸν ἴδιο μὲ τὸν πιὸ πάνω Ἅγιο).

Οἱ Ἅγιοι Εὐτύχιος, Θεσσαλονίκη, 200 Ἄνδρες καὶ 70 Γυναῖκες οἱ Μάρτυρες

Eις τον Eυτύχιον και Θεσσαλονίκην.
Σὺν Εὐτυχίῳ καὶ σὺ Θεσσαλονίκη,
Nίκην ἐφεῦρες εὐτυχῶς διὰ ξίφους.

Eις τους διακοσίους Άνδρας και εβδομήκοντα Γυναίκας.
Ἀνεῖλεν ἀνδρῶν εἰκάδας δέκα ξίφος,
Ἀνεῖλε καὶ Γυναῖκας ἑπτάκις δέκα.

Ὅλοι μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Ὁ Ὅσιος Γρηγέντιος Ἐπίσκοπος Αἰθιοπίας


Σαρκὸς λιπὼν σύνδεσμον ὁ Γρηγέντιος,
Ἐκεῖσε μετῆλθεν, ἔνθα σαρξὶν οὐ τόπος.

Ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὰ Μεδιόλανα. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἀγάπιος καὶ Θεοδότη καὶ ἦταν πολὺ εὐσεβεῖς. Ὁ Γρηγέντιος ἀπὸ πολὺ μικρὸς διακρινόταν γιὰ τὴν εὐγλωττία του καὶ γιὰ τὴν μεγάλη ἀρετή του. Γιὰ νὰ καταρτίσει τὸν ἑαυτό του περισσότερο πνευματικό, ἔκανε ταξίδι στὴν Ἀνατολή, ποὺ τότε ἦταν τὸ μεγαλύτερο θεολογικὸ καὶ πνευματικὸ κέντρο. Κατόπιν πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔγινε γνωστὸς τοῦ τότε αὐτοκράτορα Ἰουστίνου καὶ στὸν Πατριάρχη.

Στὴν συνέχεια ἐπισκέφτηκε τὴν Ἀλεξάνδρεια ἐπὶ Πατριάρχου Προτερίου, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Τὰ δὲ ἱερατικά του καθήκοντα, ὁ Γρηγέντιος, ἐκτελοῦσε ἄριστα. Ὅταν χήρεψε ἡ ἐπισκοπὴ Αἰθιοπίας, ὁ βασιλιὰς Ἐλεσβαᾶν ζήτησε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας νὰ τοῦ στείλει ἐπίσκοπο μορφωμένο καὶ ἐνάρετο. Τότε ὁ Πατριάρχης ἐξέλεξε τὸν Γρηγέντιο, ὁ ὁποῖος ἐπετέλεσε τὴν ἀποστολή του μὲ πολὺ ζῆλο καὶ μεγάλη καρποφορία.

Στὸν τόπο αὐτὸ ἦταν πολλοὶ Ἑβραῖοι καὶ ἦταν φανατικὰ προσκολλημένοι στὴ θεωρία τους. Ἕνας μάλιστα δεινὸς συζητητὴς ἀπ’ αὐτούς, ἦταν καὶ ὁ Ραβῖνος Ἐρβᾶς. Ἀλλὰ ὁ Γρηγέντιος, μὲ τὰ σοφὰ ἐπιχειρήματά του, τὴν ἀγαθότητά του καὶ μὲ τὴ θεία χάρη, κατόρθωσε νὰ φέρει στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας τοὺς περισσότερους Ἑβραίους τοῦ τόπου καὶ τὸν ἴδιο τὸν Ἐρβᾶ, ποὺ βαπτίστηκε παρουσία τοῦ βασιλιὰ καὶ μετονομάστηκε Λέων καὶ τιμήθηκε μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ Πατρικίου. Ὁ διάδοχος τοῦ Ἐλεσβαᾶν, γιὸς τοῦ Ἔρδιδος, συνέχισε τὴν ἴδια πολιτικὴ εὐλάβειας πρὸς τὸν Γρηγέντιο.
Ὁ Γρηγέντιος πέθανε εἰρηνικὰ στὶς 19 Δεκεμβρίου 552 καὶ τὴν στέρησή του, θρήνησε πολὺς κόσμος.

Ὁ Ἅγιος Τρύφων ὁ Μάρτυρας


Τρύφων ἀνῆλθε σώματι πρὸς ἰτέαν,
Καὶ πνεύματι πρὸς ὕψος οὐρανοῦ μέγα.

Μαρτύρησε δι’ ἀπαγχονισμοῦ πάνω ἀπὸ μία ἰτιά.

Ὁ Ὅσιος Ἡλιοῦ Μουρόμας ὁ Θαυματουργός ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ρῶσος)


Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσὶου.

Πηγές:http://www.saint.gr/12/19/index.aspx
https://www.synaxarion.gr/gr/m/12/d/19/sxsaintlist.aspx
«Πᾶνος»