ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ [: Γαλ. 6,11-18]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΤΟ ΑΙΩΝΙΟΝ ΚΑΥΧΗΜΑ ΜΑΣ»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Στομίου Λαρίσης στὶς 10-9-2000]
(Β΄ ἔκδοσις)
(Β421)
Στὶς 14 Σεπτεμβρίου, ἀγαπητοί μου, ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴν παγκόσμιον Ὕψωσιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μετὰ τὴν εὕρεσή του ἀπὸ τὴν βασιλομήτορα Ἁγίαν Ἑλένην, ὑψώθῃ ἀπὸ τοῦ ἄμβωνος ὁ εὑρεθεὶς Τίμιος Σταυρός, ὑπὸ τοῦ τότε Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Μακαρίου, περὶ τὸ 325.
Ἡ Ἐκκλησία μας γιὰ νὰ προσδώσει αἴγλην καὶ τιμήν, θεώρησε τὴν ἑορτὴν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ὡς ἕναν ἀντίλαλον τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Γι᾿ αὐτὸ νηστεύομε τὴν ἡμέρα αὐτή. Ὅλοι τὸ γνωρίζομε. Ἀκόμη ἔθεσε τὴν ἑορτὴν τῆς Μεταμορφώσεως 40 ἡμέρες πρὸ τῆς Ὑψώσεως. Εἶναι 40 ἡμέρες. Καὶ δημιουργεῖ ἕναν ἀντίλαλο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ Καινὴ Διαθήκη γράφει ὅτι ἡ Μεταμόρφωσις ἔγινε ὀλίγον πρὸ τοῦ Πάθους. Δηλαδὴ λίγες ἡμέρες πρὸ τῆς 15ης τοῦ μηνὸς Νισσάν, δηλαδὴ στὰ μέσα περίπου τοῦ Φεβρουαρίου ἢ τοῦ Μαρτίου. Ἀκόμη ἡ Ἐκκλησία ὅρισε δυὸ Κυριακές, ἡ μία πρὸ καὶ ἡ ἄλλη μετά, μὲ ὑμνολογικὸ καὶ εὐαγγελικὸ περιεχόμενο σχετικὸ μὲ τὸν Τίμιον Σταυρόν. Ἔτσι οἱ δύο αὐτὲς Κυριακές, ἐκ τῶν ὁποίων ἡ πρώτη εἶναι σήμερα, στέκονται σὰν στῆλες τιμῆς καὶ συνοδείας τῆς μεγάλης ἑορτῆς.
Ἄν ἐρωτήσετε γιατί ὅλα αὐτά, ἡ ἀπάντησις εἶναι ὅτι ὅλη ἡ θεολογία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο κορυφώνεται εἰς τὴν σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως τὸ ἀκούσαμε καὶ εἰς τὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή: «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον -τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμον ἢ τόσο ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμον-, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν -ὥστε ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πιστεύει εἰς αὐτόν- μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον». Ἐκεῖνο τὸ «οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον», αὐτὸ τὸ «οὕτω» εἶναι ἀπροσμέτρητον.
Ἀκόμη, τὸ κέντρον τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι τὸ κέντρον τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὁ Τίμιος Σταυρός. Τὸ κέντρον, τὸ ὑπογραμμίζω καὶ τὸ ξαναλέγω, τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἐὰν δὲν βάλεις στὴ ζωὴ σου ὡς κέντρον τὸν Τίμιον Σταυρόν, εἶναι ἀδύνατον νὰ κατανοήσεις καὶ πολὺ περισσότερο νὰ βιώσεις τὴν πνευματικὴ ζωή. Αὐτὰ ποὺ ἐμεῖς -ἐπιτρέψατέ μου- ὅπως ζοῦμε πνευματικὴ ζωή, ἐπιτρέψατέ μου, πασαλείμματα εἶναι. Δὲν ἀποτελοῦν πραγματικὰ τὴν πνευματικὴ ζωή. Γιατί ἁπλούστατα πολλὲς φορὲς ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ λείπει ἡ ἔννοια τοῦ Σταυροῦ. Ἄν ἀφαιρεθεῖ ὁ Σταυρὸς ἢ τὸ περὶ Σταυροῦ κήρυγμα, τότε δὲν ἔχομε σωτηρία. Γι᾿ αὐτὸ γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἰς τὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ του: «Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ -λόγος θὰ πεῖ κήρυγμα. Δηλαδὴ τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ- τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί -γιὰ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τελικὰ μένουν ἀμετανόητοι καὶ οἱ ὁποῖοι βεβαίως θὰ χαθοῦν, δὲν θὰ σωθοῦν, γι᾿ αὐτοὺς ὁ Τίμιος Σταυρὸς εἶναι μωρία: «Πῶς εἶναι δυνατὸν ἕνας Ἐνανθρωπήσας Θεὸς νὰ σταυρώνεται;»· καὶ μάλιστα διὰ τοὺς Ἑβραίους, λέγει, ὅτι εἶναι σκάνδαλον. (Διότι ἂν εἶναι ὁ Γιαχβέ, δηλαδὴ ὁ Κύριος, ὁ Κύριος τῆς δόξης, ὁ Ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ, ὅπως τὸν εἶδε καθήμενον ἐπὶ θρόνου αἰωρουμένου ὁ προφήτης Ἠσαΐας, πῶς εἶναι δυνατὸν ποτὲ νὰ φθάσει εἰς τὸν Σταυρόν; Ἄρα δὲν εἶναι. Αὐτὸ εἶναι σκάνδαλο εἰς τοὺς Ἑβραίους, ποὺ δὲν τοὺς ἀφήνει νὰ ἐπιστρέψουν εἰς Χριστόν)· τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι - ἀλλὰ γιὰ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι πιστεύουν, σώζονται, γι᾿ αὐτοὺς εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός, εἶναι δύναμις-». Καὶ ἔκφρασις βεβαίως τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ Πατρός, καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ δηλαδή.
Διά τοῦ Σταυροῦ, ἀγαπητοί μου, ἐπανερχόμεθα εἰς τὸν ἀπωλεσθέντα Παράδεισον· ποὺ εἶναι τὸ σύμβολον τῆς ἀρνήσεως τοῦ κόσμου, γιατί ὁ κόσμος ἐσταύρωσε τὸν Χριστόν. Κι ἐμεῖς λοιπόν, ἂν ἀποδεχόμεθα τὸν Σταυρόν, οὐσιαστικὰ μένομε στὴν ἄρνηση τοῦ κόσμου.
Εἶναι καὶ τὸ σύμβολον τῆς ἀσκήσεως ὁ Τίμιος Σταυρός. Δὲν λέει ὁ Ἀπόστολος στοὺς Φιλιππησίους ὅτι μερικοὶ Χριστιανοί, «ὧν ὁ Θεὸς ἡ κοιλία», «ποὺ ἡ κοιλιά τους», λέει, «εἶναι ὁ Θεός τους, δηλαδὴ τί θὰ φᾶμε, τί θὰ πιοῦμε καὶ πῶς θὰ ἀφροδισιάσουμε», καὶ τοὺς ἀποκαλεῖ αὐτοὺς «ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ». Γιατί; Γιατί ἁπλούστατα ἀπέρριψαν τὴν ἄσκηση καὶ συνεπῶς τὸν Τίμιον Σταυρόν.
Ἀκόμα, ὁ Τίμιος Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ δένδρον τῆς ζωῆς. Ἐνθυμεῖστε ὅτι στὸν Παράδεισον ὁ Θεός, λέγει, ἐφύτευσε δύο δέντρα. Ὁ Παράδεισος, σᾶς ὑπενθυμίζω, ἦταν ἐπάνω εἰς τὴν Γῆν. Ἡ λέξις Παράδεισος εἶναι περσικὴ καὶ θὰ πεῖ «μεγάλος κῆπος». Καὶ ἦτο μεταξὺ τῶν δύο ποταμῶν τοῦ Εὐφράτου καὶ τοῦ Τίγρητος. Λοιπόν, ἐφύτευσε, λέει, ἐκεῖ ὁ Θεός, δύο δέντρα. Τὸ ἕνα δένδρον ἦταν τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ. Τὸ ἄλλον δένδρον ἦταν τῆς ζωῆς. Καὶ εἶπε εἰς τοὺς πρωτοπλάστους: «Δὲν θὰ δοκιμάσετε ἀπὸ τὸ δένδρον τῆς γνώσεως». Ἐκεῖνοι ἀπατηθέντες ἀπὸ τὸν διάβολον, ἐδοκίμασαν, παρὰ τὴν εἰδοποίηση τοῦ Θεοῦ ὅτι «ἐν ᾗ ἡμέρᾳ φάγεσθε, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε». Καὶ τοὺς ἐξεδίωξε ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν Παράδεισον. Ἦταν μία περιοχὴ αὐτή. Ὅλο τὸ ὑπόλοιπον τοῦ πλανήτου μας ἐλέγετο Γῆ. Τὸ τμῆμα αὐτὸ ἐλέγετο Παράδεισος. Σύμβολον τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Σήμερα ἐκεῖ πηγαίνομε. Εἶναι τὸ σημερινὸ Ἰράκ, ἂν τὸ θέλετε. Σύμβολον. Τὸ ἕνα δένδρον, ποὺ ἐξαπατήθηκαν καὶ ἔφαγαν τὸν καρπόν, τοὺς ὁδήγησε εἰς τὸν θάνατον. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τοὺς ἐξεδίωξε γιὰ νὰ μὴν ἐγγίσουν ἀπὸ τὸ δένδρον τῆς ζωῆς. Γιατί τότε τὸ κακόν, ὅπως λένε οἱ Πατέρες, θὰ ἐγίνετο ἀθάνατον. Ἔτσι ἐπεφύλαξε τὸν καρπὸν τοῦ δένδρου τῆς ζωῆς γιὰ ἀργότερα.
Καὶ ποιό εἶναι τὸ δένδρον τῆς ζωῆς; Εἶναι, ἀγαπητοί μου, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἤ, ἂν θέλετε, εἶναι ὁ Σταυρός. Καὶ ὅπως ἐκεῖ ἐκρέμοντο οἱ καρποὶ τοῦ δένδρου τῆς ζωῆς, ἔτσι ἐδῶ κρεμᾷται ὁ Χριστός. Ἐὰν λοιπὸν τώρα φᾶμε τὸν καρπὸν ἐκείνου τοῦ δένδρου καὶ παίρνομε ἐντολή, ἐὰν δὲν δοκιμάσομε ἀπὸ τὸν καρπὸν αὐτὸν τοῦ δένδρου τῆς ζωῆς, ἁμαρτάνομε. Εἶναι τὸ ἀντίθετο ἀπὸ ὅ,τι ἦταν τότε. Δηλαδὴ τί εἶναι ὁ καρπός; Τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ μὲ αὐτὸ ἔχομε τὴν ζωήν, τὴν αἰώνιον ζωήν.
Εἴδατε λοιπὸν ὅλα αὐτὰ πῶς προτυπώθηκαν, πῶς προπαρασκεύσαν τὸν ἄνθρωπο ἀλλὰ καὶ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν Ἐνανθρώπηση εἰς τὸν κόσμον αὐτόν. Πρέπει λοιπὸν τώρα γιὰ νὰ ζήσουμε, νὰ φᾶμε τὸν καρπὸν τοῦ δένδρου τῆς ζωῆς· ποὺ ξαναλέγω εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός, ἐπὶ τοῦ ὁποίου εἶναι ὁ Χριστός· τὸ σῶμα Του καὶ τὸ αἷμα Του.
Μία τέτοια γνῶσις περὶ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὅ,τι εἴπαμε, μᾶς ἀποκαλύπτει τὸ μέγεθος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Καὶ εἶναι τὸ κλειδὶ τῆς ἐπανεισόδου μας εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ξαναγυρίζομε πίσω εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι πολὺ καλυτέρα καὶ πολὺ εὐτυχεστέρα ἀπ᾿ ὅ,τι ἦτο ὁ ἀρχαῖος Παράδεισος. Δηλαδὴ εἶναι τὸ βασίλειον τῆς ἀθανασίας καὶ τῆς ἀφθαρσίας· ποὺ λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Γαλάτας τὸ ἑξῆς: «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, δι᾿ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ». «Σὲ μένα», λέει, «μὴ γένοιτο νὰ καυχηθῶ γιὰ ὁτιδήποτε. Ἡ καύχησίς μου εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός», λέγει ὁ Παῦλος· «ποὺ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ ἀπέθανε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Κύριός μου», ποὺ λέει ὁ Παῦλος. Διὰ τοῦ ὁποίου Σταυροῦ, «ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ». «Γιὰ τὸν κόσμο; Ἔχω πεθάνει. Δὲν εἶμαι ζωντανὸς γιὰ τὸν κόσμο». Ἐννοεῖται «κόσμος», τὸ κοσμικὸν φρόνημα. Αὐτὸ ποὺ κατακεραυνώνει στὴν πρὸς Φιλιππησίους, ποὺ σᾶς εἶπα προηγουμένως, «ὧν ὁ Θεὸς ἡ κοιλία» καὶ δὲν βαριέσαι καί... Ὄχι. «Τὸ φρόνημα τῆς σαρκός, τὸ φρόνημα τοῦ κόσμου, νὰ σκέπτομαι δηλαδὴ κοσμικά, αὐτό, γιὰ μένα τὸν Παῦλο, ἔχει πεθάνει. Κι ἐγὼ ἔχω πεθάνει γιὰ τὸν κόσμο». Πολὺ σπουδαῖο αὐτό. Μᾶς ἀνοίγει τὸν δρόμο νὰ ζήσουμε κι ἐμεῖς ἀκριβῶς τὸ ἴδιο. Ὥστε τὸ καύχημα τοῦ Παύλου καὶ μάλιστα τὸ μοναδικὸ καύχημα τοῦ Παύλου εἶναι ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Ὁ σταυρωμένος Χριστός! Γιατί, ξέρετε, ντρεπόμαστε πολλὲς φορὲς νὰ ποῦμε ὅτι λατρεύομε ἕναν ἐσταυρωμένον Θεόν.
Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων, στὶς Κατηχήσεις του, συγκεκριμένα στὴν 13η Κατήχησή του, ἀναφέρεται εἰς τὸν Τίμιον Σταυρόν. Μποροῦμε ἀπὸ ἐκεῖ νὰ πάρομε μία μικρὴ ἐπιλογή, τί λέγει διὰ τὸν Τίμιον Σταυρόν. Προσέξατε. Γράφει: «Καύχημα μὲν τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας καὶ πᾶσα πρᾶξις Ἰησοῦ, καύχημα δὲ καυχημάτων ὁ σταυρός- Κάθε πράξη τοῦ Ἰησοῦ, γιὰ τὴν Ἐκκλησία εἶναι καύχημα. Ἀλλὰ τὸ καύχημα τῶν καυχημάτων εἶναι ὁ σταυρός». Καὶ παρατηρεῖ ὅτι γι᾿ αὐτὸ ὁ Παῦλος, παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Κύριλλος, ἔλεγε ὅτι τὸ καύχημά του ἦταν ὁ σταυρός. Καὶ σημειώνει ἀκόμα: «Καὶ μὴ θαυμάσῃς εἰ (:ἐὰν) κόσμος ὅλος ἐλυτρώθη. Οὐ γὰρ ἦν ἄνθρωπος ψιλός, ἀλλὰ υἱὸς θεοῦ μονογενής, ὁ ὑπεραποθνήσκων». «Καὶ μὴν ἀπορήσεις γιατί τοῦτο σοῦ λέγω, ἐὰν ἐλυτρώθῃ», λέει, «ὅλος ὁ κόσμος διὰ τοῦ Σταυροῦ, γιατί ἁπλούστατα, Ἐκεῖνος ποὺ ἐσταυρώθῃ, δὲν ἦτο ψιλὸς ἄνθρωπος-τὸ «ψὶ» μὲ γιῶτα, ξαναλέγω-, δηλαδὴ γυμνός, σκέτος ἄνθρωπος. Ἀλλὰ τί ἦταν; Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐνηνθρώπησε ὁ μονογενής, ''ὁ ὑπεραποθνήσκων''. Αὐτὸς ὁ Ὁποῖος πεθαίνει γιὰ ὅλους».
Ἀκόμη γράφει ὁ ἅγιος Κύριλλος: «Μὴ τοίνυν ἐπαισχυνώμεθα τῷ σταυρῷ τοῦ σωτῆρος, ἀλλὰ μᾶλλον ἐγκαυχώμεθα». Δηλαδὴ «μὴν ντρεπόμαστε τὸν σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ· ἀλλὰ μᾶλλον νὰ ἔχομε καύχημα». Εἴδατε πῶς τὰ πράγματα ἀλλάζουν; Εἴδατε πῶς ὁ διάβολος κατάφερε νὰ κάνομε τὸν σταυρό μας κρυφά, γιὰ νὰ μὴ μᾶς βλέπουν οἱ ἄλλοι καὶ ποῦν ὅτι ...χμ, ὅτι εἴμαστε Χριστιανοί. Μά, δὲν βαφτίστηκες; Δὲν εἶσαι Χριστιανός; Γιατί κρύβεις τὴν ἰδιότητά σου αὐτή; Κι ὅπως καὶ πρόσφατα σᾶς τὸ εἶπα καὶ πολλὲς φορές σᾶς τὸ ἔχω πεῖ, ὅταν περνοῦν ἀπὸ κάπου, μία Ἐκκλησία, κάνουν τὸν σταυρὸ τοὺς κάτω ἀπὸ τὸ σακάκι τους. Κλήθηκες, ἀγαπητέ μου, σὲ ἕνα διπλωματικὸ τραπέζι, ποὺ εἶναι...,ἔ, ὅποιοι εἶναι ἐκεῖ; -αὐτοί, βέβαια, ἄλλοι πιστεύουν, ἄλλοι δὲν πιστεύουν-, ἐσὺ νὰ κάνεις τὸν σταυρό σου κι ἔτσι νὰ ἀρχίζεις νὰ τρῶς. Ἐπῆγες στὸ ἑστιατόριο; Ποιός κάνει τὸν σταυρό του στὸ ἑστιατόριο; Ἀλλὰ γιατί; Τὴν εὐεργεσία τὴ δεχόμεθα, δηλαδὴ τὸ φαγητό, τὴν ὁμολογία τὴν ἀρνούμεθα. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἀσυνεπές, ἀνακόλουθον; Τί θὰ κάνομε; Θὰ κάνομε τὸν σταυρό μας. Καὶ θὰ ποῦμε καὶ τὴν εὐχή. Τὸ «Πάτερ ἡμῶν» φέρ᾿ εἰπεῖν, ἂν πήγαμε μεσημέρι. Ἔτσι λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος, ὅτι πρέπει νὰ μὴν ντρεπόμεθα τὸν Τίμιον Σταυρόν, ἀλλὰ πρέπει διὰ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ νὰ ὁμολογοῦμε τὸν Χριστόν. Καὶ συνεχίζει:
«Ὁμολογῶ τὸν σταυρόν, ἐπειδὴ οἶδα τὴν ἀνάστασιν -λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος: «Ὁμολογῶ τὸν Χριστόν, δὲν ντρέπομαι. Γιατί; Γιατί ἀκολούθησε ἡ Ἀνάστασις»-· Εἰ γὰρ σταυρωθεὶς ἀπέμεινεν, οὐκ ἂν ἴσως ὡμολόγησα, συνέκρυψα γὰρ ἂν τάχα τῷ ἐμῷ διδασκάλῳ -«Γιατί ἐὰν δὲν εἶχε ἀναστηθεῖ, τότε πιθανῶς νὰ μὴν ὁμολογοῦσα καὶ νὰ ντρεπόμουνα, γιατί ὁ Διδάσκαλος ἀπέθανε ἐπὶ τοῦ σταυροῦ». Καὶ θεωρήθηκε βέβαια ἀφοῦ μάλιστα σταυρώθηκε ἀνάμεσα σὲ δύο λῃστάς, ἴσως ἴσως καὶ ἀρχιληστής. Ποιός ξέρει ποῦ, πῶς; Ἀλλὰ ἀφοῦ ἀκολούθησε ἡ Ἀνάστασις, γιατί νὰ κρύψω τὴν ὁμολογία ὅτι πιστεύω εἰς τὸν Κύριον Ἰησοῦν τὸν Ἐσταυρωμένον;-· ἀναστάσεως δὲ τὸν σταυρὸν διαδεξαμένης οὐκ ἐπαισχύνομαι διηγούμενος». «Ἀφοῦ ἀκολούθησε», λέει, ἡ Ἀνάσταση, «δὲν ντρέπομαι νὰ διηγηθῶ τὴν σταύρωσιν τοῦ Χριστοῦ».
Συνεχίζει ὁ ἅγιος Κύριλλος: «Εἴ τις ἀπιστεῖ τῇ δυνάμει τοῦ σταυρωθέντος, ἐξεταζέτω τοὺς δαίμονας -Εἶναι ἕνα πολὺ καλὸ ἐπιχείρημα αὐτό, ἔστω καὶ ἔμμεσο. «Ὅποιος», λέει, «ἀπιστεῖ εἰς τὴν δύναμιν τοῦ Χριστοῦ, νὰ δεῖ τί κάνουν ἀπέναντι στὸν Χριστὸ οἱ δαίμονες». Ξαναλέγω εἶναι ἔμμεσος ἀπόδειξις. Δὲν θά ᾿πρεπε ἐκεῖ νὰ σταθοῦμε. Ἀλλὰ ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει, κατὰ παραχώρησιν μποροῦμε κι ἐκεῖ νὰ σταθοῦμε-. Εἴ τις οὐ πιστεύει τοῖς λόγοις, πιστευέτω τοῖς φαινομένοις». «Ὅποιος δὲν πιστεύει στὰ λόγια», τοῦ Εὐαγγελίου ἐννοεῖται, «νὰ πιστεύσει στὰ φαινόμενα». Τί δηλαδή; Ὅπως εἶναι τὸ φαινόμενο τοῦ Πνευματισμοῦ· ποὺ φυγαδεύονται οἱ δαίμονες. Ἔχει συμβεῖ πολλὲς φορές. Μία κυρία, ἕνας κύριος, πᾶνε εἰς τὸ μέντιουμ, στὸ πνευματιστικὸ τραπεζάκι. Κι ἐκεῖ - πῶ πῶ πῶ, φοβερό...- ἂς ποῦμε ὅτι εἶναι γυναῖκα αὐτὴ ἡ ὁποία εἶναι μέντιουμ. Μέντιουμ θὰ πεῖ μέσον, μεσάζων. Σοῦ λέει ἀμέσως: «Κυρία μου, βγάλτε τὸν σταυρὸ ποὺ ἔχετε στὸν λαιμό σας». Γιατί; Γιατί τὴν πληροφόρησαν οἱ δαίμονες ὅτι δὲν θὰ τῆς ἀποκαλύψουν τίποτα, ἐὰν ὁ πελάτης της δὲν βγάλει τὸν σταυρό. «Δὲν εἶναι μία ἀπόδειξις ὅτι ἐδῶ οἱ δαίμονες πτήσσουσιν», λέει, «τρομάζουν, παίρνουνε δρόμο μπροστὰ εἰς τὸν Σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ;». Ἀκόμη, ὅπως εἶναι τὰ μάγια, οἱ κακοτεχνίες τοῦ διαβόλου. Ὅλα αὐτὰ δείχνουν, ὅταν πᾶμε τὸν Τίμιο Σταυρό, κεραυνώνουμε τοὺς δαίμονες.
Ὅπως συνέβῃ κάποτε μὲ ἐκεῖνον τὸν δαιμονισμένο ἢ τοὺς δαιμονισμένους: «Τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ». «Τί διαφορὰ ὑπάρχει ἀνάμεσα σέ μᾶς -Ποιούς; Τοὺς δαίμονες- καὶ σὲ Σένα, ποὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ;». Βλέπετε πῶς τρομάζουν οἱ δαίμονες; Ὄχι τότε στὸ Εὐαγγέλιο ποὺ εἶναι γραμμένο. Ἀλλὰ καὶ τώρα σήμερα ὅπως σᾶς ἐξήγησα. Νὰ πᾶς στὴ μάγισσα, θὰ σοῦ πεῖ νὰ βγάλεις τὸν σταυρό σου ἢ ὅ,τι ἄλλο. Καὶ συνεχίζει: «Πολλοὶ κατὰ τὴν οἰκουμένην ἐσταυρώθησαν -ὁ ἅγιος Κύριλλος συνεχίζει-, ἀλλ᾿ οὐδένα πτήσσουσιν οἱ δαίμονες». «Πολλοί», λέει, «σταυρώθηκαν στὴν οἰκουμένη, πολλοί». Ἦταν ἐξάλλου ὁ ρωμαϊκὸς τρόπος ἐκτελέσεως τῶν καταδίκων. Ρωμαϊκός. «Ἀλλὰ κανέναν», λέει, «ἀπ᾿ αὐτοὺς δὲν φοβήθηκαν οἱ δαίμονες». «Τοῦ δὲ ὑπὲρ ἡμῶν σταυρωθέντος Χριστοῦ καὶ τὸ σημεῖον ἰδόντες μόνον τοῦ σταυροῦ πτήσσουσιν οἱ δαίμονες -Παίρνουν δρόμο καὶ φεύγουνε. Μόνο τὸν σταυρὸ νὰ δοῦν· ὄχι καὶ τὸν Χριστόν». Ὅλα αὐτὰ τί εἶναι; Καὶ συνεχίζει: «Ἔπαθεν οὖν Ἰησοῦς κατὰ ἀλήθειαν ὑπὲρ πάντων ἀνθρώπων» Πράγματι, ὅταν λέει «κατὰ ἀλήθειαν», σημαίνει πράγματι πέθανε ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ. Δὲν εἶναι φαινομενικὸς ὁ θάνατος ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος· λέγει ὅτι «ἀπέθανεν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου», πραγματικά, προσέξτε· κατὰ τὰς γραφάς». Αὐτὸ τὸ πήραμε ἐμεῖς καὶ τὸ ἔχομε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως. Ὅπως τὸ λένε οἱ γραφές. Πέθανε πραγματικά. «Οὐ γὰρ δόκησις ὁ σταυρός -«Δὲν ἦταν», λέει, «κατὰ φαντασίαν ὁ Σταυρός»-, ἐπεὶ δόκησις καὶ ἡ λύτρωσις -τότε θὰ ἦταν κατὰ φαντασίαν καὶ ἡ σωτηρία. Οὐ φαντασιώδης ὁ θάνατος- «Δὲν ἦταν κατὰ φαντασίαν ὁ θάνατος»-, ἐπεὶ καὶ μυθώδης ἡ σωτηρία -«γιατί τότε θὰ ἦταν καὶ ἡ σωτηρία μας ἕνας μῦθος». Τὸ μὲν οὖν πάθος ἀληθές -Πράγματι πέθανε ὁ Χριστὸς ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ. Ἔτσι ἀληθεύει καὶ ἡ Ἀνάστασις-, ἀληθῶς γὰρ ἐσταυρώθη, καὶ οὐκ ἐπαισχυνόμεθα -Πράγματι πέθανε ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ καὶ δὲν ντρεπόμεθα νὰ τὸ ποῦμε-. Ἐσταυρώθη, καὶ οὐκ ἀρνούμεθα, ἀλλὰ μᾶλλον καυχῶμαι λέγων. κἂν γὰρ ἀρνήσωμαι νῦν, ἐλέγχει μὲ οὗτος ὁ Γολγοθᾶς, οὗ πλησίον νῦν πάντες πάρεσμεν - «Ἄν ἀρνηθῶ, θὰ μὲ ἐλέγξει», λέει, «ἐδῶ κοντά μου ποὺ εἶναι ὁ Γολγοθᾶς». Ξέρετε, ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων, ἦταν ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, αὐτὰ τὰ γράφει γύρω στὸ 350 μ.Χ. καὶ λέει: «Νά, ἐδῶ κοντά μας εἶναι ὁ Γολγοθᾶς». Φοβερὴ παράδοσις, ὅτι πέθανε ὁ Ἰησοῦς ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ κτλ. κτλ.- Ἐλέγχει μὲ τοῦ σταυροῦ τὸ ξύλον -τὸ ὁποῖον εἶχε βρεθεῖ ἀπὸ τὴν ἁγία Ἑλένη, μόλις 25 χρόνια πιὸ μπροστά. «Μὲ ἐλέγχει», λέει, «τὸ ξύλον τοῦ Σταυροῦ» τὸ κατὰ μικρὸν ἐντεῦθεν πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ λοιπὸν διαδοθέν»· «ποὺ τὸ κόψανε μικρὰ μικρὰ κομματάκια καὶ τὸ σκόρπισαν σὲ ὅλη τὴν Οἰκουμένη». Σήμερα, τὸ μεγαλύτερον τεμάχιον τοῦ Τιμίου Σταυροῦ βρίσκεται εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος.
«Καὶ θέλεις γνῶναι σαφῶς, ὅτι δόξα ἐστὶ τῷ Ἰησοῦ ὁ σταυρός; -Θέλεις νὰ δεῖς μὲ σαφήνεια ὅτι ὁ Σταυρὸς ἀποτελεῖ δόξα τοῦ Ἰησοῦ;-. Αὐτοῦ ἄκουε λέγοντος- Ἄκουσε τί λέει ὁ Ἴδιος- ἐλήλυθεν ἡ ὥρα, ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου - «Ἦλθε ἡ ὥρα γιὰ νὰ δοξασθεῖ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου». Καὶ τὸ ἔλεγε στοὺς μαθητάς Του λίγο πρὶν σταυρωθεῖ-. Βλέπεις πῶς δόξαν οἰκείαν οἶδε τὸν σταυρόν;». «Ἀναγνωρίζει ὅτι δόξα δικὴ Του εἶναι ὁ σταυρός. Ἄν Ἐκεῖνος λοιπὸν τὸ θεωρεῖ δόξα, γιατί ἔκανε τὸ θέλημα τοῦ Πατρὸς καὶ διὰ τοῦ ὁποίου Σταυροῦ σώζει τὸν κόσμον, ἐγὼ γιατί θὰ ντραπῶ;».
Ἀγαπητοί, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι»· ὅτι «Ἔχω συσταυρωθεῖ μὲ τὸν Χριστόν». Κι ἂν ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ δόξα τοῦ Ἰησοῦ, τότε καὶ ὅποιος σταυροῦται μὲ τὸν Ἰησοῦν, συνδοξάζεται. Ὅλοι οἱ ἅγιοι κρατοῦσαν τὸν σταυρό. Καὶ ὅλοι δοξάστηκαν. Δόξα μας λοιπὸν εἶναι ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.
Σήμερα, ὅπως σᾶς εἶπα, πολλοὶ δυστυχῶς, ἀρνοῦνται τὸν σταυρόν, γιατί ἀρνοῦνται τὸν Χριστόν. Ἔτσι ἡ ὁμολογία μας καὶ τὸ καύχημά μας γιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, μᾶς βάζει χρονικὰ στὴν ἐποχὴ τοῦ Παύλου καὶ τῶν πρωτομαρτύρων. Ἔκφρασις αὐτῆς τῆς δόξης καὶ τῆς καυχήσεως εἶναι τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ σωστά. Κάποιος προηγουμένως ἦρθε ἐδῶ καὶ κοινώνησε, ἕνας κύριος, καρικατούρα σταυροῦ... Ἀγαπητοί μου, σωστὰ θὰ κάνομε τὸν σταυρό μας, σωστά. Ἀκούσατε; Σωστά. Ἔγινε καρικατούρα. Καὶ γίνεται ἔτσι, πάντα κάπου νὰ περικρύψουμε ὅτι ἐκάναμε τὸν σταυρό μας. Ἔτσι λοιπὸν θὰ κάνουμε τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ ἐν παντὶ τόπῳ καὶ χρόνῳ, μπροστὰ στὰ μάτια καὶ τῶν πιστῶν καὶ τῶν ἀπίστων.
Ἔτσι, ἂς κλείσομε μὲ τὰ σημερινὰ ἀποστολικὰ λόγια, ποὺ εἶπε ὁ Παῦλος δηλαδή: «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ - Σὲ τίποτα, μὴ γένοιτο, σὲ τίποτα δὲν θὰ καυχηθῶ, παρὰ μόνον εἰς τὸν σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ-, δι᾿ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ -διὰ τοῦ ὁποίου σὲ μένα ὁ κόσμος σταυρώθηκε καὶ ἐγὼ γιὰ τὸν κόσμο». Ἀμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
μεταφορὰ τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας σὲ ἠλεκτρονικὸ κείμενο καὶ ἐπιμέλεια:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_ kyriakvn_848.mp3