Οἱ Ἅγιοι Χρύσανθος καὶ Δαρεία οἱ Μάρτυρες
Ζῶσι Χρύσανθος καὶ Δαρεία ἐν πόλῳ,
Κἂν ἐκπνέωσι, ζῶντες εἰσδύντες βόθρῳ.
Χῶσαν συζυγίην δεκάτῃ ἐνάτῃ ὁμόλεκτρον.
Κἂν ἐκπνέωσι, ζῶντες εἰσδύντες βόθρῳ.
Χῶσαν συζυγίην δεκάτῃ ἐνάτῃ ὁμόλεκτρον.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Χρύσανθος καὶ Δαρεία ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Νουμεριανοῦ (243 – 284 μ.Χ.). Ὁ Ἅγιος Χρύσανθος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἦταν υἱὸς ἐπιφανοῦς εἰδωλολάτρου. Ὅμως κατηχήθηκε στὴν Χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ κάποιον Χριστιανὸ καὶ βαπτίσθηκε. Ὅταν ὁ πατέρας του πληροφορήθηκε τὸ γεγονός, τὸν φυλάκισε καί, γιὰ νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ πίστη, τοῦ ἔδωσε γυναῖκα τὴν ὡραία Δαρεία, ἡ ὁποία καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ ἦταν εἰδωλολάτρισσα.
Ἀντὶ ὅμως νὰ προσελκύσει ἡ Δαρεία τὸν σύζυγό της Χρύσανθο στὴν εἰδωλολατρία, συνέβη τὸ ἀντίθετο. Πίστεψε καὶ αὐτὴ στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκε. Τότε τοὺς κατήγγειλαν στὸν ἔπαρχο Κελερίνο, ὁ ὁποῖος τοὺς παρέδωσε στὸν τριβοῦνο Κλαύδιο. Τὸ μαρτύριο ἄρχισε. Ἀλλὰ ἡ καρτερία καὶ ἡ ὑπομονὴ τῶν Μαρτύρων ἐξέπληξε τὸν Κλαύδιο, ὁ ὁποῖος μαζὶ μὲ τὴν σύζυγό του Ἰλαρία, τοὺς υἱούς του Ἰάσονα καὶ Μαῦρο καὶ τοὺς στρατιῶτες του πίστεψε στὸν Χριστό.
Στὴν συνέχεια ἔριξαν τοὺς Ἁγίους Χρύσανθο καὶ Δαρεία μέσα σὲ λάκκο καὶ τοὺς ἐνταφίασαν ζωντανοὺς τὸ ἔτος 283 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ ἐπιγνώσει, πᾶσαν ἔλιπες, πατρῴαν πλάνην, καὶ Χριστῷ κατηκολούθησας Χρύσανθε, ᾧ καὶ προσάγεις Δαρείαν τὴν πάνσεμνον, καὶ σὺν αὐτῇ τὸν ἀγῶνα ἐτέλεσας. Μεθ' ἧς πρέσβευε, δοθῆναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Οἱ Μάρτυρές σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτῶν, στεφάνους ἐκομίσαντο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, σχόντες γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλον, ἔθραυσαν καὶ δαιμόνων, τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτῶν ταῖς ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Ὡς κρίνον χρυσαυγές, τὴν ὀσμὴν εὐσεβείας, ἐμπνεύσας δαχιλῶς, Χρύσανθε Ἀθλοφόρε, πρὸς γνῶσιν σωτήριον, τὴν Δαρείαν ἐφείλκυσας, μεθ’ ἧς ἤθλησας, καὶ τὸν ἀρχέκακον ὄφιν, τροπωσάμενος, πρὸς ἀκηράτους παστάδας, ἀξίως ἐπήρθητε.
Μεγαλυνάριον.
Σύμφρονες ὁμόζυγοι Ἀθληταί, οἱ τοῦ Ζωοδότου, πειθαρχήσαντες τῷ ζυγῷ, χαίρετε ἀπαύστως, Χρύσανθε καὶ Δαρεία, τῆς παγκαλοῦς ἁγνείας, τερπνὰ ἀλάβαστρα.
Ἀντὶ ὅμως νὰ προσελκύσει ἡ Δαρεία τὸν σύζυγό της Χρύσανθο στὴν εἰδωλολατρία, συνέβη τὸ ἀντίθετο. Πίστεψε καὶ αὐτὴ στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκε. Τότε τοὺς κατήγγειλαν στὸν ἔπαρχο Κελερίνο, ὁ ὁποῖος τοὺς παρέδωσε στὸν τριβοῦνο Κλαύδιο. Τὸ μαρτύριο ἄρχισε. Ἀλλὰ ἡ καρτερία καὶ ἡ ὑπομονὴ τῶν Μαρτύρων ἐξέπληξε τὸν Κλαύδιο, ὁ ὁποῖος μαζὶ μὲ τὴν σύζυγό του Ἰλαρία, τοὺς υἱούς του Ἰάσονα καὶ Μαῦρο καὶ τοὺς στρατιῶτες του πίστεψε στὸν Χριστό.
Στὴν συνέχεια ἔριξαν τοὺς Ἁγίους Χρύσανθο καὶ Δαρεία μέσα σὲ λάκκο καὶ τοὺς ἐνταφίασαν ζωντανοὺς τὸ ἔτος 283 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ ἐπιγνώσει, πᾶσαν ἔλιπες, πατρῴαν πλάνην, καὶ Χριστῷ κατηκολούθησας Χρύσανθε, ᾧ καὶ προσάγεις Δαρείαν τὴν πάνσεμνον, καὶ σὺν αὐτῇ τὸν ἀγῶνα ἐτέλεσας. Μεθ' ἧς πρέσβευε, δοθῆναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Οἱ Μάρτυρές σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτῶν, στεφάνους ἐκομίσαντο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, σχόντες γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλον, ἔθραυσαν καὶ δαιμόνων, τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτῶν ταῖς ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Ὡς κρίνον χρυσαυγές, τὴν ὀσμὴν εὐσεβείας, ἐμπνεύσας δαχιλῶς, Χρύσανθε Ἀθλοφόρε, πρὸς γνῶσιν σωτήριον, τὴν Δαρείαν ἐφείλκυσας, μεθ’ ἧς ἤθλησας, καὶ τὸν ἀρχέκακον ὄφιν, τροπωσάμενος, πρὸς ἀκηράτους παστάδας, ἀξίως ἐπήρθητε.
Μεγαλυνάριον.
Σύμφρονες ὁμόζυγοι Ἀθληταί, οἱ τοῦ Ζωοδότου, πειθαρχήσαντες τῷ ζυγῷ, χαίρετε ἀπαύστως, Χρύσανθε καὶ Δαρεία, τῆς παγκαλοῦς ἁγνείας, τερπνὰ ἀλάβαστρα.
Οἱ Ἅγιοι Κλαύδιος, Ἱλαρία, Ἰάσονας καὶ Μαῦρος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς Μαρτυρήσαντες
Εις τον Κλαύδιον
Φυγὼν θάλασσαν Κλαύδιος, τὴν τῆς πλάνης.
Ἔνδον θαλάσσης βάλλεται παρὰ πλάνων.
Εις την Ιλαρίαν
Ἱλαρία τμηθεῖσα τὴν κάραν ξίφει,
Θεοῦ πρόσωπον ἱλαρώτατα βλέπει.
Εις τους Μαύρον και Ιάσων
Σὺν αὐταδέλφῳ τέμνεται Μαύρῳ κάραν,
Ἀδελφὰ τούτῳ συμφρονήσας Ἰάσων.
Φυγὼν θάλασσαν Κλαύδιος, τὴν τῆς πλάνης.
Ἔνδον θαλάσσης βάλλεται παρὰ πλάνων.
Εις την Ιλαρίαν
Ἱλαρία τμηθεῖσα τὴν κάραν ξίφει,
Θεοῦ πρόσωπον ἱλαρώτατα βλέπει.
Εις τους Μαύρον και Ιάσων
Σὺν αὐταδέλφῳ τέμνεται Μαύρῳ κάραν,
Ἀδελφὰ τούτῳ συμφρονήσας Ἰάσων.
Ἡ Ἁγία Ἱλαρία ἦταν ἡ σύζυγος τοῦ Ἁγίου Κλαυδίου καὶ οἱ Ἅγιοι Ἰάσονας καὶ Μαῦρος, ἦταν τὰ τέκνα τους.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἦταν εἰδωλολάτρες καὶ πίστεψαν στὸν Χριστό, ὅταν ἔβλεπαν τὸ μαρτύριο τῶν Ἁγίων Χρυσάνθου καὶ Δαρείας. Ὁ Ἅγιος Κλαύδιος ἐρρίφθη στὴ θάλασσα, ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν μὲ πέτρα καὶ ἔτσι τελείωσε τὸν δρόμο τοῦ μαρτυρίου. Οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ οἱ στρατιῶτες ἀποκεφαλίσθηκαν, τότε παρέλαβε τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτῶν ἡ Ἰλαρία καὶ τὰ ἐνταφίασε μὲ εὐλάβεια. Ὅταν, κάποια μέρα, μετέβαινε στοὺς τάφους τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, συνελήφθη ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες, ποὺ εἶχαν σκοπὸ νὰ τὴν θανατώσουν. Τότε ζήτησε ἡ μακαρία Ἰλαρία νὰ ἐπιτρέψουν σὲ αὐτὴν νὰ προσευχηθεῖ γιὰ λίγο. Ἔτσι κι ἔγινε καὶ ἡ Ἁγία τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς παρέδωσε τὸ πνεῦμα. Κατὰ ἄλλη παράδοση, τελειώθηκε διὰ ξίφους.
Οἱ ὑπηρέτριές της περισυνέλεξαν τὸ ἱερὸ λείψανο καὶ τὸ ἐνταφίασαν στοὺς τάφους τῶν τέκνων της.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἦταν εἰδωλολάτρες καὶ πίστεψαν στὸν Χριστό, ὅταν ἔβλεπαν τὸ μαρτύριο τῶν Ἁγίων Χρυσάνθου καὶ Δαρείας. Ὁ Ἅγιος Κλαύδιος ἐρρίφθη στὴ θάλασσα, ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν μὲ πέτρα καὶ ἔτσι τελείωσε τὸν δρόμο τοῦ μαρτυρίου. Οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ οἱ στρατιῶτες ἀποκεφαλίσθηκαν, τότε παρέλαβε τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτῶν ἡ Ἰλαρία καὶ τὰ ἐνταφίασε μὲ εὐλάβεια. Ὅταν, κάποια μέρα, μετέβαινε στοὺς τάφους τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, συνελήφθη ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες, ποὺ εἶχαν σκοπὸ νὰ τὴν θανατώσουν. Τότε ζήτησε ἡ μακαρία Ἰλαρία νὰ ἐπιτρέψουν σὲ αὐτὴν νὰ προσευχηθεῖ γιὰ λίγο. Ἔτσι κι ἔγινε καὶ ἡ Ἁγία τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς παρέδωσε τὸ πνεῦμα. Κατὰ ἄλλη παράδοση, τελειώθηκε διὰ ξίφους.
Οἱ ὑπηρέτριές της περισυνέλεξαν τὸ ἱερὸ λείψανο καὶ τὸ ἐνταφίασαν στοὺς τάφους τῶν τέκνων της.
Ὁ Ἅγιος Παγχάριος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Παγχάριος πᾶσαν ἦν πλουτῶν χάριν,
Ὃν πρὸς τομὴν ἤλειψεν ἡ Θεοῦ χάρις.
Ὃν πρὸς τομὴν ἤλειψεν ἡ Θεοῦ χάρις.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Παγχάριος καταγόταν ἀπὸ τὴ Βιθλαπάτη ἢ Βιλλαπάτη καὶ γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Ὅταν ἦλθε στὴ Ρώμη, γνωρίσθηκε καὶ συνδέθηκε φιλικὰ μὲ τὸν αὐτοκράτορα Διοκλητιανὸ (284 – 305 μ.Χ.). Γιὰ τὶς ὑψηλὲς τιμές, τὰ ὁποῖες ἀπολάμβανε, ἀρνήθηκε τὴν πατρώα εὐσέβεια καί, γιὰ νὰ φανεῖ εὐάρεστος στὸν βασιλέα, ἀσπάσθηκε τὴν θρησκεία τῶν εἰδώλων.
Ὅταν ἡ μητέρα του πληροφορήθηκε τὴν ἄρνηση τοῦ υἱοῦ της καὶ τὴ μεταστροφή του στὴν εἰδωλολατρία, τοῦ ἔγραψε ἐπιστολὴ καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ προσέλθει καὶ πάλι στὸ πῦρ τῆς εὐσέβειας. Οἱ συμβουλὲς καὶ ἡ προσευχὴ τῆς μητέρας του ὁδήγησαν τὸν Ἅγιο Παγχάριο σὲ μετάνοια καὶ θεογνωσία.
Ὅταν ὁ Διοκλητιανὸς ἔμαθε ὅτι ὁ Παγχάριος ὁμολόγησε τὸν Χριστό, τὸν βασάνισε, τὸν φυλάκισε καί, τέλος, τὸν ἐξόρισε στὴ Νικομήδεια, ὅπου μετὰ ἀπὸ μύριες θλίψεις καὶ κακουχίες, τὸ ἔτος 305 μ.Χ., ἀποκεφαλίσθηκε.
Ναὸς τοῦ Ἁγίου Παγχαρίου ὑπῆρχε στὴν Κωνσταντινούπολη πρὸ τοῦ 10ου αἰῶνος μ.Χ.
Ὅταν ἡ μητέρα του πληροφορήθηκε τὴν ἄρνηση τοῦ υἱοῦ της καὶ τὴ μεταστροφή του στὴν εἰδωλολατρία, τοῦ ἔγραψε ἐπιστολὴ καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ προσέλθει καὶ πάλι στὸ πῦρ τῆς εὐσέβειας. Οἱ συμβουλὲς καὶ ἡ προσευχὴ τῆς μητέρας του ὁδήγησαν τὸν Ἅγιο Παγχάριο σὲ μετάνοια καὶ θεογνωσία.
Ὅταν ὁ Διοκλητιανὸς ἔμαθε ὅτι ὁ Παγχάριος ὁμολόγησε τὸν Χριστό, τὸν βασάνισε, τὸν φυλάκισε καί, τέλος, τὸν ἐξόρισε στὴ Νικομήδεια, ὅπου μετὰ ἀπὸ μύριες θλίψεις καὶ κακουχίες, τὸ ἔτος 305 μ.Χ., ἀποκεφαλίσθηκε.
Ναὸς τοῦ Ἁγίου Παγχαρίου ὑπῆρχε στὴν Κωνσταντινούπολη πρὸ τοῦ 10ου αἰῶνος μ.Χ.
Οἱ Ἅγιοι Διόδωρος καὶ Μαριανὸς οἱ Ἱερομάρτυρες
Ὡς βῆμα τὸ σπήλαιον· ἔνδον γὰρ φέρει
Θύτην τε Χριστοῦ καὶ σὺν αὐτῷ Λευΐτην.
Θύτην τε Χριστοῦ καὶ σὺν αὐτῷ Λευΐτην.
Οἱ Ἅγιοι Διόδωρος ὁ Πρεσβύτερος καὶ Μαριανὸς ὁ Διάκονος τελειώθηκαν, ἀφοῦ τοὺς ἔκλεισαν μέσα σὲ σπήλαιο.
Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Τορναρᾶς
Δημήτριος δους την κεφαλήν λαμβάνει,
Στέφη άπειρα χειρός εκ του Kυρίου.
Στέφη άπειρα χειρός εκ του Kυρίου.
Περὶ τῆς καταγωγῆς καὶ τοῦ τόπου τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρα Δημητρίου δὲν γνωρίζουμε τίποτα. Ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος στὸ ἔργο του «Οἱ Νεομάρτυρες» ἀναφέρει αὐτὸν μὲ τὸ ὄνομα Δημήτριος Τορναρᾶς ὡς μαρτυρήσαντα στὶς 19 Μαρτίου 1564.
Ὁ Νεομάρτυς Δημήτριος συναναστρεφόμενος καὶ συνομιλώντας μὲ τοὺς Τούρκους κίνησε κάποια μέρα τὸν φθόνο τους.
Τὸ ἐκβίαζαν νὰ ἀσπαστεῖ ἡ Μουσουλμανικὴ θρησκεία. Προσκρούοντες ὅμως στὴν πίστη καὶ τὴν θέληση τοῦ Μάρτυρα νὰ παραμείνει στὴν πατρώα εὐσέβεια, τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή, τὸν συκοφάντησαν γιὰ ἐξύβριση τῆς θρησκείας τοῦ Μωάμεθ καὶ πέτυχαν τὴν θανατικὴ καταδίκη του. Ἔτσι ὁ Νεομάρτυς Δημήτριος, μὴ ὑποκύπτοντας στοὺς βασανισμοὺς καὶ στοὺς δαρμούς, ποὺ τὸν ὑπέβαλαν οἱ Τοῦρκοι, δέχθηκε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.
Ὁ Νεομάρτυς Δημήτριος συναναστρεφόμενος καὶ συνομιλώντας μὲ τοὺς Τούρκους κίνησε κάποια μέρα τὸν φθόνο τους.
Τὸ ἐκβίαζαν νὰ ἀσπαστεῖ ἡ Μουσουλμανικὴ θρησκεία. Προσκρούοντες ὅμως στὴν πίστη καὶ τὴν θέληση τοῦ Μάρτυρα νὰ παραμείνει στὴν πατρώα εὐσέβεια, τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή, τὸν συκοφάντησαν γιὰ ἐξύβριση τῆς θρησκείας τοῦ Μωάμεθ καὶ πέτυχαν τὴν θανατικὴ καταδίκη του. Ἔτσι ὁ Νεομάρτυς Δημήτριος, μὴ ὑποκύπτοντας στοὺς βασανισμοὺς καὶ στοὺς δαρμούς, ποὺ τὸν ὑπέβαλαν οἱ Τοῦρκοι, δέχθηκε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.
Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ πριγκίπισσα
Ἡ Ὁσία Μαρία ἢ Μάρθα (Σβάρνοβα) ἦταν πριγκίπισσα τοῦ Βλαντιμὶρ κατὰ τὴν περίοδο τοῦ μεγάλου πρίγκιπα Βσέβολοντ Γ’ Γεωργίεβιτς. Ἔγινε μοναχὴ στὴ μονὴ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Βλαντιμὶρ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1206.
Ὁ Ὅσιος Ἰννοκέντιος ὁ Θαυματουργός
Ο Όσιος Ιννοκέντιος γεννήθηκε στη Μόσχα και καταγόταν από την αρχοντική οικογένεια των Okhlyabinin. Έγινε μοναχός στο μοναστήρι του Αγίου Κυρίλλου της Λευκής Λίμνης (βλέπε 9 Ιουνίου) και τέθηκε υπό την καθοδήγηση του Οσίου Νείλου της Σόρα (βλέπε 7 Μαΐου).
Ο Όσιος Ιννοκέντιος και ο Όσιος Νείλος ταξίδεψαν στην τότε γνωστή Ανατολή και επισκέφτηκαν την Παλαιστίνη, την Κωνσταντινούπολη, και πέρασαν πολλά χρόνια στα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Όταν επέστρεψαν στην Ρωσία, οι δυο Όσιοι προτίμησαν την ησυχία της ερήμου, αντί του μοναστηριού και αποσύρθηκαν σε ένα αδιάβατο δάσος κοντά στον ποταμό Σόρα.
Εκεί, αφού έχτισαν μια εκκλησία και ξεχωριστά κελιά, ζούσαν με αυστηρή άσκηση.
Διαβλέποντας την κοίμηση σου, ο Όσιος Νείλος, προέτρεψε τον Όσιο Ιννοκέντιο να πάει στον ποταμό Νούρμα και προφήτευσε ότι εκεί θα κτίσει κοινοβιακό μοναστήρι. Πράγματι, μετά την κοίμηση του Οσίου Νείλου, ο Όσιος Ιννοκέντιος αποσύρθηκε σε έναν παραπόταμο του Νούρμα, που λέγεται Έντα και εκεί έκτισε μοναστήρι που το χαρακτήριζε η πολύ αυστηρή ασκητική ζωή. Ακλουθώντας τις εντολές του διδασκάλου του, ο Όσιος Ιννοκέντιος δεν δέχτηκε καμιά δωρεά για το χτίσιμο του μοναστηριού και εργάστηκε μόνος του τριάντα ολόκληρα χρόνια μέχρι να το ολοκληρώσει.
Ο Όσιος Ιννοκέντιος έδωσε εντολή στους μοναχούς που εγκαταβίωσαν στο μοναστήρι να ακολουθούν την αυστηρή ασκητική ζωή που είχε διδάξει ο Όσιος Νείλος, να αποφεύγουν τις διαμάχες, να αγαπάνε τον Χριστό και να έχουν πνευματική ειρήνη. Επίσης απαγόρευσε την κουρά σε πολύ νέους δόκιμους και απαγόρευσε να εισέρχονται στο μοναστήρι γυναίκες. Τέλος, ζήτησε να χτιστεί και μια εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο σε ανάμνηση της Τρίτης Ευρέσεως της τιμίας κεφαλής του (βλέπε 25 Μαΐου) επειδή ο Άγιος Ιωάννης είναι ο προστάτης Άγιος των μοναχών (αργότερα, το μοναστήρι αφιερώθηκε στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος).
Ο Άγιος Ιννοκέντιος κοιμήθηκε στις 19 Μαρτίου του 1521 μ.Χ. Σύμφωνα με την τελευταία επιθυμία του θάφτηκε σε μια γωνιά της Μονής κοντά σε ένα βάλτο. Μια σκαλισμένη πέτρα στον τάφο του αναγράφει το έτος, το μήνα και την ημέρα της κοίμησης του.
Ο Όσιος Ιννοκέντιος και ο Όσιος Νείλος ταξίδεψαν στην τότε γνωστή Ανατολή και επισκέφτηκαν την Παλαιστίνη, την Κωνσταντινούπολη, και πέρασαν πολλά χρόνια στα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Όταν επέστρεψαν στην Ρωσία, οι δυο Όσιοι προτίμησαν την ησυχία της ερήμου, αντί του μοναστηριού και αποσύρθηκαν σε ένα αδιάβατο δάσος κοντά στον ποταμό Σόρα.
Εκεί, αφού έχτισαν μια εκκλησία και ξεχωριστά κελιά, ζούσαν με αυστηρή άσκηση.
Διαβλέποντας την κοίμηση σου, ο Όσιος Νείλος, προέτρεψε τον Όσιο Ιννοκέντιο να πάει στον ποταμό Νούρμα και προφήτευσε ότι εκεί θα κτίσει κοινοβιακό μοναστήρι. Πράγματι, μετά την κοίμηση του Οσίου Νείλου, ο Όσιος Ιννοκέντιος αποσύρθηκε σε έναν παραπόταμο του Νούρμα, που λέγεται Έντα και εκεί έκτισε μοναστήρι που το χαρακτήριζε η πολύ αυστηρή ασκητική ζωή. Ακλουθώντας τις εντολές του διδασκάλου του, ο Όσιος Ιννοκέντιος δεν δέχτηκε καμιά δωρεά για το χτίσιμο του μοναστηριού και εργάστηκε μόνος του τριάντα ολόκληρα χρόνια μέχρι να το ολοκληρώσει.
Ο Όσιος Ιννοκέντιος έδωσε εντολή στους μοναχούς που εγκαταβίωσαν στο μοναστήρι να ακολουθούν την αυστηρή ασκητική ζωή που είχε διδάξει ο Όσιος Νείλος, να αποφεύγουν τις διαμάχες, να αγαπάνε τον Χριστό και να έχουν πνευματική ειρήνη. Επίσης απαγόρευσε την κουρά σε πολύ νέους δόκιμους και απαγόρευσε να εισέρχονται στο μοναστήρι γυναίκες. Τέλος, ζήτησε να χτιστεί και μια εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο σε ανάμνηση της Τρίτης Ευρέσεως της τιμίας κεφαλής του (βλέπε 25 Μαΐου) επειδή ο Άγιος Ιωάννης είναι ο προστάτης Άγιος των μοναχών (αργότερα, το μοναστήρι αφιερώθηκε στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος).
Ο Άγιος Ιννοκέντιος κοιμήθηκε στις 19 Μαρτίου του 1521 μ.Χ. Σύμφωνα με την τελευταία επιθυμία του θάφτηκε σε μια γωνιά της Μονής κοντά σε ένα βάλτο. Μια σκαλισμένη πέτρα στον τάφο του αναγράφει το έτος, το μήνα και την ημέρα της κοίμησης του.
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Τρυφερῆς, ἐν Σμόλενκ Ρωσίας
Η Εικόνα της Παναγίας της Τρυφερής βρέθηκε το 1103 μ.Χ. στο Σμολένσκ.
Υπάρχει επίσης και μια άλλη εικόνα της Παναγίας της Τρυφερής, όμοια με αυτή του Σμολένσκ, στην περιοχή του Οκοπα (νότια του Σμολένσκ). Αυτή η εικόνα βρισκόταν στο στρατόπεδο των ρωσικών στρατευμάτων υπό τη στρατιωτική διοίκηση του στρατηγού Shein, και θαυματουργικά έσωσε από την καταστροφή το Σμολένσκ για είκοσι μήνες όταν το πολιορκούσαν πολωνικά στρατεύματα (1611 – 1613 μ.Χ.).
Υπάρχει επίσης και μια άλλη εικόνα της Παναγίας της Τρυφερής, όμοια με αυτή του Σμολένσκ, στην περιοχή του Οκοπα (νότια του Σμολένσκ). Αυτή η εικόνα βρισκόταν στο στρατόπεδο των ρωσικών στρατευμάτων υπό τη στρατιωτική διοίκηση του στρατηγού Shein, και θαυματουργικά έσωσε από την καταστροφή το Σμολένσκ για είκοσι μήνες όταν το πολιορκούσαν πολωνικά στρατεύματα (1611 – 1613 μ.Χ.).