Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΚΟΤΣΩΝΗΣ Α' ΜΕ ΤΟ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΕΡΓΟ ΠΟΛΕΜΗΘΗΚΕ… ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΑΤΑΙ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ



 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ:ΑΓΩΝΑΣ α.φ.192-194,195http://www.agonas.org/
Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΚΟΤΣΩΝΗΣ Α' ΜΕ ΤΟ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΕΡΓΟ
ΠΟΛΕΜΗΘΗΚΕ… ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΑΤΑΙ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ 
“Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ”

Μια μικρή σπίθα, που μπορεί να σβήσει αμέσως, μπορεί να γίνει αιτία μεγάλης καταστροφής, καίγοντας χιλιάδες στρέμματα ή και πόλη ολόκληρη.
Κάτι παρόμοιο συνέβη με το ημερολόγιο τσέπης, που κυκλοφόρησε η μητρόπολη Λάρισας, αφιερωμένο στον μακαρίτη αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ Τίκα, ως φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης του Ιγνατίου Λάππα για την δεσποτοποίησή του εκ μέρους του, και για τον οποίο Ιγνάτιο, ο προσφάτως κοιμηθείς μητροπολίτης Αττικής και Μεγαρίδος Νικόδημος χαρακτηριστικά είπε: «Ο Ιγνάτιος δεν είναι κατάλληλος ούτε για νεωκόρος Εκκλησίας».
Όταν, στο φύλλο 187, μηνός Δεκεμβρίου, του “Αγώνα” και με τίτλο «Ο Σεραφείμ στα χρόνια της Μεγάλης Προδοσίας», σκιαγραφήσαμε το προφίλ του «μεγάλου ανδρός» και παρουσιάσαμε τα έργα και τις ημέρες του, προκλήθηκε σεισμός, δεδομένου ότι ο πολύς κόσμος αγνοούσε τους «άθλους» του, αφού, με τη δύναμη του χρήματος – που κατείχε άφθονο – φρόντισε να παρουσιάσει στα επικοινωνιακά μέσα έναν «αγγελόμορφο» Σεραφείμ και τον αντάρτη ως Ρομπέν των δασών.
Τα μηνύματα που ακολούθησαν προς την εφημερίδα μας από την Ελλάδα και το εξωτερικό υπήρξαν πολλά και συγκλονιστικά, γι’ αυτό και συνεχίσαμε και τους υπόλοιπους μήνες με τίτλο: «Η Μεγάλη Παρακαταθήκη». Αφορά την κληρονομιά που άφησε ο Σεραφείμ Τίκας – μετά από 28 χρόνια αρχιερατικής τυρρανίας – στην Ελλαδική Εκκλησία, για να την ταλαιπωρεί επί χρόνια και ίσως αιώνες δεδομένου ότι εξέλεγε για μητροπολίτες ανθρωπάκια κενόδοξα με βεβαρημένη ζωή και χονδρούς φακέλους, άφωνους, άτολμους να εκφέρουν εκκλησιαστικό λόγο, ένοχους, που πάθαιναν «ακράτεια» όταν ο Σεραφείμ – σαν άλλος Δίας – εξαπέλυε κεραυνούς σείοντας το φάκελο του καθενός. «Δεν θέλω αγίους» βροντοφώναζε, όταν κάποιος τολμούσε να μιλήσει σε ανεβασμένο πνευματικό επίπεδο.
Αυτός υπήρξε ο «ευεργέτης» του Ιγνατίου Λάρισας, του οποίου τον «ενάρετον βίον» θέλησε να μας παρουσιάσει ως παράδειγμα προς μίμηση. Αυτά τα χλωμά ανθρωπάκια γίνονται πολύ επικίνδυνα όταν αποκτήσουν εξουσία, την οποία, για άγνωστους λόγους, δεν τολμούν να ελέγξουν οι υπεύθυνοι, αν δεν επέμβει ο Θεός.
Στο φύλλο του Απριλίου (Νο 191) και στο δημοσίευμα «ΚΑΤΙ ΤΟ ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ» αναφερόμασταν στο οικοτροφείο που έφτιαξε ο μακαριστός Σος Θεολόγος και εν συνεχεία ο Σεραφείμ το μετέτρεψε σε επισκοπείο και κατοικία του. Πήραμε δεκάδες μηνύματα που μας κάναν γνωστό το τι συνέβη στην Καρδίτσα με το οικοτροφείο που ανοικοδόμησε ο μακαριστός Κωνσταντίνος και το συγκρότημα της Παναγίας Δεμερλιώτισσας κ.ά. τα οποία μετά την εκδίωξή του ρήμαξαν.

Και σε άλλες μητροπόλεις παρατηρήθηκαν τα ίδια και χειρότερα!
Στο σημερινό φύλλο θα ασχοληθούμε με το «ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ», το οποίο, για τα δεδομένα της εποχής του, θεωρήθηκε άθλος ενός ονείρου άπιαστου, δεδομένου ότι η διοίκηση της Εκκλησίας ήταν ξεχαρβαλωμένη μετά τα διάφορα σκάνδαλα και το ανεβοκατέβασμα των εκάστοτε αρχιεπισκόπων. Και όμως, το θαύμα έγινε. Το Νοσοκομείο θεμελιώθηκε το έτος 1969 και άρχισε τη λειτουργία του την 1-7-1972.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α΄ (Κοτσώνης) για χρόνια διακονούσε ως εφημέριος του Νοσοκομείου «Ευαγγελισμός». Οι εμπειρίες από την νοσηλεία των κληρικών υπήρξαν οδυνηρές. Οι ιερείς στερημένοι μιας αξιοπρεπούς ασφάλισης, νοσηλεύονταν πότε στους διαδρόμους των Νοσοκομείων και πότε σε θαλάμους με είκοσι και τριάντα κρεβάτια. Και σαν να μην έφθαναν αυτά, δέχονταν και τη χλεύη, τις ειρωνείες, τα πειράγματα, τους χονδροειδείς και απρεπείς αστεϊσμούς του ακαλλιέργητου προσωπικού και την ασέβεια των συνασθενών καθιστώντας τη νοσηλεία τους πραγματικό μαρτύριο. 
Γι’ αυτό, όταν ο Θεός τον έφερε στην κορυφή της εκκλησιαστικής ηγεσίας, πρώτο μέλημά του αποτέλεσε η ίδρυση ενός Νοσοκομείου που να μπορεί να γίνει στέγη στοργής και φροντίδας, αξιοπρεπούς νοσηλείας, ζωογόνησης του ταλαιπωρημένου λευιτικού σώματος και ανάπαυσης της δοκιμαζόμενης ψυχής τους.
Κατά τον ενθρονιστήριο λόγο του (14/5/1967) στο μητροπολιτικό ναό Αθηνών έκανε την παρακάτω δήλωση και την οποία τήρησε ως “κόρην οφθαλμού”:
«Ως πρώτον δείγμα της υπέρ του ιερού μας κλήρου μερίμνης μας, ήδη από της στιγμής ταύτης θα μας επιτραπή να εξαγγείλωμεν, ότι πάντα τα … έσοδα του Αρχιεπισκόπου από 1ης Σεπτεμβρίου 1967, θα διατίθενται δια την λειτουργίαν Νοσοκομείου των Κληρικών, τούτο δε διότι τα από 1ης Ιουνίου μέχρι της 31ης Αυγούστου 1967 αντίστοιχα έσοδα του Αρχιεπισκόπου θα διατεθούν υπέρ των σεισμοπλήκτων» (σεισμός 4ης Μαΐου 1967).
Τους κόπους, που κατέβαλε ο Αρχ/πος Ιερώνυμος Α΄, για να στήσει το Νοσοκομείο και τα εμπόδια που συνάντησε στην πορεία από κυβερνητικούς αξιωματούχους δεν περιγράφονται. Ο ίδιος γράφει στο Ημερολόγιό του (15/10/68): «Το μεσημέρι εξηρεθίσθην φοβερά· η πίεσίς μου θα πρέπει να είχεν ανέβη πολύ. Αι φλέβες μου επάλλοντο μέχρι διαρρήξεως. Δεν ήταν δυνατόν το μεσημέρι να αναπαυθώ. Αίτιος ήταν ο Υπουργός Παιδείας, ο οποοίος συνεχώς παρεμβάλλει προσκόμματα εις τον δρόμον μου. Τώρα δεν ενέκρινε την ίδρυσιν του Νοσηλευτικού Ιδρύματος Κληρικών Ελλάδος (του Ν.Ι.Κ.Ε. ...)», και συνεχίζει:
«Αι άλλαι δυσκολίαι, δια το ίδιον ζήτημα, προήλθαν από το Υπουργείον Κοινωνικών Υπηρεσιών, που πότε ο ένας και πότε ο άλλος λόγος, το εμπόδιζαν, τάχα, δια να δώση την άδειαν λειτουργίας του Ν.Ι.Κ.Ε. Ίσως δε δεν θα εδίδετο εν τέλει η άδεια, αν δεν διωρίζετο Υπουργός ο… Αυτός που είχεν οικογενειακούς δεσμούς με τον κλήρον, έδειξεν ιδιαίτερον ενδιαφέρον δια το Νοσοκομείον μας, που μόλις το επισκέφθη και είδεν ο ίδιος την τελειότητα της οργανώσεώς του και του εξοπλισμού του, έδωκεν αυθημερόν την άδειαν λειτουργίας του».
Αυτός, ήταν ένας πραγματικός άθλος, διότι κατόρθωσε ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α΄ να λειτουργήσει το Νοσοκομείο μέσα σε 3 χρόνια – θεμελιώθηκε το 1969 και άρχισε την λειτουργία την 1-7-1972. Ακόμα κι αν ήταν απαλλαγμένος από κάθε απασχόληση, δεν μπορεί κανείς με μια μονοκοντυλιά να διαγράφει τους τιτάνιους αγώνες του για στήσιμο, οργάνωση και επάνδρωση με κατάλληλο προσωπικό – ιατρικό, νοσηλευτικό, τεχνικό, εργατικό κ.α. ώστε να μπει σε λειτουργία ένα Νοσοκομείο.
Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ
Το ιδρυτικόν Β. Διάταγμα εξεδόθηκε την 31η Δεκεμβρίου 1968 και αμέσως συνήλθε το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο του Νοσοκομείου, του οποίου όλα τα μέλη πρόσφεραν εθελοντικά τις υπηρεσίες τους, με διοικητικό Γενικό Διευθυντή, τον Αρχίατρο κον Α. Καραντώνη και τον μηχανικό κον Β. Πολιτάκον, ο οποίος επέβλεπε την διαρρύθμιση του παλαιού κτιρίου και την ανέγερση της νέας πτέρυγας.
Η μεγάλη δυσκολία – όπως την περιγράφει ο ίδιος – ήταν η επιλογή κατάλληλου προσωπικού, γι’ αυτό συγκροτήθηκε μια επιτροπή από καθηγητάς γιατρούς, που με πολλή προσοχή επέλεγαν τους καταλλήλους, για δε την στελέχωση με νοσηλευτικό προσωπικό θεωρήθηκε απαραίτητο να ιδρύση δική του Σχολή Νοσοκόμων, όχι μόνον για να έχουν γνώσεις νοσηλευτικές αλλά και σεβασμό προς τους κληρικούς. Έτσι άρχισε να λειτουργεί από το 1970 η Σχολή Αδελφών Νοσοκόμων «Ολυμπιάς» προετοιμάζοντας προσωπικό για το υψηλόν ιεραποστολικό έργο.
Για να αρχίσει την λειτουργία του έπρεπε να εξοπλισθεί και με τα απαραίτητα επιστημονικά όργανα και εργαλεία. Για την αγορά των το κόστος υπολογίζετο στα επτά έως οκτώ εκατομμύρια δραχμές εκείνης της εποχής. Το ποσό αυτό ήτο αδύνατο να ευρεθεί και ως μόνη ελπίδα ήταν το Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών, το οποίο έδινε μεγάλα ποσά για παρόμοιους σκοπούς. Ατυχώς όμως για το Νοσοκομείο των Κληρικών, το υπουργείο δεν έδωσε ούτε δραχμή.
Η μόνη διέξοδος που απέμεινε ήταν να παρουσιάσει ο πανάγαθος Θεός κάποιο δωρητή – όπως το περιγράφει ο ίδιος στο ημερολόγιό του –: «Την δύσκολη δια το Νοσηλευτικό ίδρυμα στιγμή ο Θεός παρουσίασε τον αείμνηστον Γιώργην Λαιμόν. Είχε τότε αποθάνει η σύζυγός του, η ευλαβεστάτη δέσποινα Κατίγκω… Προτού αποθάνει, του είχεν εκφράσει την επιθυμίαν, να έκαναν κάτι υπέρ του ιερού κλήρου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Έτσι, όταν επληροφορήθη ο Γεώργης ότι έχει ιδρυθεί το Νοσοκομείον Κληρικών, σκέφθηκε, ότι μέσω του ιδρύματος αυτού, θα εκπληρώνονταν η επιθυμία της αειμνήστου συζύγου του».
Η πληροφορία αυτή – λέγει ο αρχιεπίσκοπος – με γέμισε ελπίδας. «Μετά την Ακολουθία του Εσπερινού εις την Μονήν Πεντέλης, από τον φίλον κ. (τάδε) επληροφορήθην περισσότερα περί της δωρεάς προς το Ν.Ι.Κ.Ε. Πρόκειται περί θαύματος…».
Ο Αρχιεπίσκοπος, για όλα αυτά, ήθελε να έχει ο ίδιος μια προσωπική συνάντηση, γιαυτό ταξίδεψε – μετά από σχετική άδεια του Οικουμενικού Πατριαρχείου – στην Γενεύη όπου έμενε το διάστημα εκείνο ο κ. Λαιμός νοσηλευόμενος για κάποιο πρόβλημα υγείας. Εκεί συζήτησαν και διευκρινίσθηκαν τα της δωρεάς προς το Νοσηλευτικό Ίδρυμα. Εκτός αυτής της δωρεάς είχε την πρόθεση να βοηθήσει ακόμη στην ανέγερση του κτιρίου “ΟΙΚΟΥ ΑΔΕΛΦΩΝ” αφ’ ενός, και της «ΣΧΟΛΗΣ ΑΔΕΛΦΩΝ ΝΟΣΟΚΟΜΩΝ – η ΟΛΥΜΠΙΑΣ» αφ’ ετέρου. Η δαπάνη αυτή προϋπολογίζετο εις τέσσερα περίπου εκατομμύρια δραχμές, της εποχής εκείνης, χωρίς να συνυπολογίζεται η αξία του οικοπέδου. Επίσης ήθελε να αναλάβει την πρωτοβουλία της ανεγέρσεως ενός μεγάλου και προτύπου νοσηλευτικού ιδρύματος της Εκκλησίας, δυνάμεως χιλίων κλινών…».
Η παρουσία του Αρχιεπισκόπου στην Ελβετία συνέπιπτε με το 40ήμερο μνημόσυνο της συζύγου του κ. Λαιμού – Κατίγκως, όπου και χοροστάτησε στην επιμνημόσυνο δέηση προς τον Κύριο για ανάπαυση της Μακαρίας ψυχής της. Η Εκκλησία της Ελλάδος, εκτιμώντας την δωρεά (7 εκατ.), του απένειμε το οφίκιο του Μεγάλου Λογοθέτου σε ειδική πανηγυρική συνεδρίαση.
Φορτισμένος ο Αρχιεπίσκοπος με τόσες ευθύνες και τέτοια βάρη, εργαζόταν σκληρά για να κάνει πράξη τους οραματισμούς που είχε βάλει σαν στόχο, χωρίς να υπολογίζει κόπους και αντιδράσεις από τα τρομακτικά συμφέροντα, που τα σιγοντάριζαν και τα δημοσιογραφικά συγκροτήματα.
Ο Μεγάλος άθλος γίνεται πραγματικότητα. Την 1η Ιουλίου 1972 άρχισε το Νοσοκομείο τη λειτουργία του εκπέμποντας παλμούς αγάπης και φροντίδα σε εκατοντάδες λευΐτες που είχαν την ανάγκη του.
Για να καλύψει τις δαπάνες το Νοσοκομείο, πρόσφερε ο Αρχιεπίσκοπος τον μισθό και όλα τα δικαιώματά του που έφταναν στην Αρχιεπισκοπή. Το στελέχωσε με πολλές εθελοντικές προσωπικότητες, μια και ο ίδιος ήταν ο πρώτος εθελοντής. Η οργάνωση και η λειτουργία του υπήρξε υποδειγματική, γιαυτό και από τα πρώτα χρόνια τα οικονομικά παρουσίασαν πλεόνασμα.
Κουρασμένος και πικραμένος από τις επιθέσεις οργανωμένων συμφερόντων, τον Δεκέμβριο το 1973 υπέβαλε την παραίτησή του.
Μετά την παραίτησή του, ο μεγάλος δωρητής Γιώργης Λαιμός, βλέποντας το “μπάχαλο” στα της Εκκλησίας, και την απαξίωση όλων των ιδρυμάτων, διέκοψε κάθε σχέση με τον Σεραφείμ και την κουστωδία του. Έκτοτε το Νοσηλευτικό αυτό Ίδρυμα – στολίδι της εποχής του – απαξιωμένο έπαψε να λειτουργεί. Στεγάστηκε σ’ αυτό το σημερινό Γενικό Νοσοκομείο Πατησίων.

ΟΡΑΜΑ: Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ  ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Από τη στιγμή που ανέβηκε τις βαθμίδες της αρχιερατικής τιμής o αρχ. Ιερώνυμος Α΄ Κοτσώνης, ρίχτηκε στη δουλειά, με πρώτο μέλημά του την ανάδειξη στα επισκοπικά αξιώματα διακεκριμένων, ηθικών εκκλησιαστικών προσωπικοτήτων και γενικά κληρικών όλων των βαθμίδων αξίων της αποστολής των, εργασθέντων (και εργαζομένων) στον Αμπελώνα του Κυρίου με ζήλο και αυταπάρνηση, τιμώντας, με την καρποφόρο διακονία τους, το χάρισμα της ιερωσύνης που τους εμπιστεύθηκε ο Θεός.
Στο θέμα της ηθικής, ο Αρχ. Ιερώνυμος, ήταν κέρβερος, γι’ αυτό και έδιωξε πάνω από 300 κουσουράτους αρχιμανδρίτες και 30 δεσποτάδες σκανδαλοποιούς με χονδρούς φακέλους… και ανέδειξε διαμάντια, εκκλησιαστικά και πνευματικά αναστήματα – εκτός ενός.
Φεύγοντας ο Ιερώνυμος, όλοι οι κουσουράτοι επανήλθαν ως αντιστασιακοί (όπως θα διαβάσετε δίπλα σε αναδημοσιευόμενη επιστολή χριστιανικού περιοδικού της Πάτρας, που το εκδίδει Ιερεύς εν ενεργεία). Ο Σεραφείμ Τίκας με την κλίκα του ανέδειξε τους πιο πολλούς από αυτούς σε δεσποτάδες. Η διαφθαρμένη αυτή φατρία των αναξίων δεσποτάδων, σε καμμία περίπτωση δεν ανταποκρίνονταν εις το πρότυπο του Ευαγγελικού Επισκόπου. Η αχαλίνωτη και ακόρεστη πλεονεξία τους, για απόκτηση και απόλαυση, όσον το δυνατόν, περισσότερων αγαθών για την ικανοποίηση των παθών τους, οδήγησαν την Εκκλησία στο στόχαστρο των Μ.Μ.Ε. σε καθημερινή βάση.
“Δυστυχώς όμως, «Κρίμασιν οις οίδεν ο Κύριος», η τόσο ελπιδοφόρος προσπάθεια του Ιερωνύμου ανεκόπη (!!) από τον σεραφειμικό λίβα, που ενέσκηψε στο χώρο της Ιεραρχίας και την επανέφερε στην προτέρα κατάσταση, δηλαδή στο σεληνιακό τοπίο, όπου επικρατεί η σκιά του πνευματικού θανάτου!”. Και συνεχίζει ο καθηγητής σε άλλο σημείο: «Οδηγεί την Εκκλησία της Ελλάδος προς τον όλεθρο και την καταστροφή. Το αιρετικό – αντιεκκλησιαστικό σεραφειμικό καρκίνωμα είναι “Μίξις άμικτος και τέρας αλλόκοτον” (Κ. Μουρατίδης, καθ. Παν. Αθηνών).
Δεύτερο μέλημά του υπήρξε η αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Είχε καταφέρει να βάλει σ’ εφαρμογή ένα υπέροχο σχέδιο που, εάν εφαρμοζόταν, σε χρονοδιάγραμμα μικρότερο των δέκα ετών, θα έδινε στην Εκκλησία τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει με άνεση όλα τα έξοδά της και να μην απλώνει χέρι επαιτείας στο κράτος.
Έργο και πράξη του επίσης υπήρξε η μισθοδοσία του κλήρου. Τους έβαλε σε υπαλληλική κλίμακα, και παίρναν, όπως όλοι οι εργαζόμενοι, προαγωγές και σχετικά επιδόματα. Αναβάθμισε την ασφάλεια και την ιατρική τους περίθαλψη. Τους ανύψωσε, από το βυθό της αναξιοπρέπειας και της επαιτείας, στο ύψος της δημοσιοϋπαλληλικής ευπρέπειας. Το μεγάλο αυτό ευεργέτημα δεν πρέπει κανείς κληρικός νέος ή παλαιός να το λησμονεί.
Την Εκκλησιαστική παιδεία την ήθελε να βρίσκεται στα χέρια της Εκκλησίας. Γιαυτό πάλεψε πολύ να την αποσπάσει από την αδιαφορία και την σκόπιμη εξαθλίωση που της επέβαλε ο κρατικός μηχανισμός. Ερχόμενος, όμως ο Αρχ/πος Σεραφείμ Τίκας, με επιστολή στις 16-3-1974, την επιστρέφει πάλι πίσω στο κράτος.
Ίδρυσε τα «ΣΠΙΤΙΑ ΓΑΛΗΝΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ» – έργο κοινωνικό και πρωτοπόρο. Μέσα σ’ αυτά εύρισκαν γαλήνη, προστασία και αξιοπρέπεια τα λυγισμένα γηρατειά. Η πολιτεία, τέτοιο κοινωνικό έργο, άρχισε να πραγματοποιεί μετά το 1985 και τα ονόμασε «ΚΑΠΗ».
Έκτισε το «Διορθόδοξο Κέντρο Πεντέλης» ένα πρωτότυπο έργο με τον πιο σύγχρονο εξοπλισμό.
Ανακαίνισε όλο το Μοναστήρι Πεντέλης που ήταν ένα ερείπιο. Εκεί είχε ένα κελάκι, που σαν απλός μοναχός συμμετείχε σε όλες τις μοναστικές ακολουθίες.
Έδωσε χρήματα στα ιδρύματα προστασίας παιδιών, σε εκπαιδευτήρια, σε κατασκηνώσεις, στην ανοικοδόμηση της γυναικείας Μονής «Νταού Πεντέλης», στο Μουσείο της ανδρικής Μονής Πεντέλης, και σε πολλούς τομείς διακονίας.
Στα έξι συνολικά χρόνια στο πηδάλιο της Εκκλησίας ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α΄, κατόρθωσε να κάνει τόσα, που δεν έκαναν άλλοι από την απελευθέρωση της χώρας μέχρι και σήμερα.
Εάν κάποιος επιχειρήσει μια καταμέτρηση και μια καταγραφή όλων των έργων που έγιναν την περίοδο του μακαριστού Ιερωνύμου θα μείνει άφωνος.
Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα, που για χρόνια παρουσίαζαν σταθερά ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, εμφάνισαν ξαφνικά περισσεύματα και δυνατότητες χρηματοδότησης μεγάλης πνοής έργων. Ο αμαρτωλός οργανισμός ΟΔΕΠ είχε μπει σε καινούργιες βάσεις. Έτσι κατόρθωσε να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις και ανάγκες των καιρών. Ο μόχθος και οι θυσίες του Ιερωνύμου, με την άνοδο του Σεραφείμ Τίκα, εξαφανίστηκαν και τα πάντα επανήλθαν στην παλαιά τους αδράνεια.
Ξεκίνησε την κατάρτιση κτηματολογίου της Εκκλησιαστικής περιουσίας, ένα έργο δύσκολο και πρωτοπόρο – η πολιτεία το κάνει σήμερα μετά από 35 χρόνια – γιατί η περιουσία της απαρτίζεται από χιλιάδες κομμάτια  γης απλωμένα σ’ ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο. Πολλά δε από αυτά τα είχαν καταλάβει διάφοροι καταπατητές αλλοιώνοντας τα σύνορά τους.
Το έργο αυτό καρατομήθηκε και μπήκε στο ψυγείο από τον αρχ/πο Σεραφείμ για λόγους άγνωστους που κάποια στιγμή θα αποκαλυφθούν.
Ενώ ο Ιερώνυμος παρέδωσε στους διαδόχους του μια διοίκηση πρότυπο, την οικονομία με πλεόνασμα και καθαρή σε λειτουργούς, ήρθε η σεραφειμική λαίλαπα και δεν άφησε τίποτα όρθιο. Γιαυτό σήμερα η Εκκλησία βρίσκεται σε «πτώχευση» οικονομική, ηθική και πνευματική.
Κάνοντας τη μικρή αυτή αναφορά στο τεράστιο έργο αγάπης και προσφοράς του αρχ/που Ιερωνύμου Α΄ διαπιστώνουμε ότι υπήρξε τίμιος, αγνός, ειλικρινής εργάτης του Ευαγγελίου, εις τόπον και τύπον Χριστού, που κυκλοφόρησε ανάμεσά μας όπως οι γνήσιοι ασκητές και πέθανε φτωχός. Δεν θησαύρισε θησαυρούς επί της γης ούτε κυνήγησε τη χλιδή. Σ’ όλη του τη ζωή έμεινε διακριτικά φτωχός, πολύ φτωχός. Μετά την παραίτησή του αποτραβήχτηκε σε ερημητήριο στη νήσο Τήνο όπου και η πατρική του κατοικία. Τις μηνιαίες οικονομικές εισπράξεις του τις ταξινομούσε σε φακελάκια στοργής και τα ξαπόστελνε εκεί που υπήρχε το πρόβλημα και ο στεναγμός.
Το σκήνωμά του αναπαύεται σε μια ερημική ράχη του χωριού του Υστέρνια (Τήνου), ενώ η ψυχή του βρίσκεται στη χαρά της Βασιλείας του Θεού.
Όταν περάσουν οι καιροί και τα πάθη σβήσουν, τότε οι πικρίες εκείνων, που δεν άντεξαν την κρυστάλλινη διακονία του, θα έχουν διαγραφή και οι διάδοχες γενιές θα καθηλώσουν το βλέμμα στην μορφή του. Θα τον νοιώσουν πατέρα. Θα σκύψουν σαν μαθητές στην προσφορά του και θα καυχηθούν «εν Κυρίω» ότι, στη δύση του εικοστού αιώνα, έλαμψε στο στερέωμα ένα μεγάλο αστέρι, που θα φωτίζει την εκκλησιαστική διαδρομή της τρίτης χιλιετίας.


ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΙΣ

Η επιστολή είναι αναδημοσίευση από το ορθοδόξο περιοδικό «Ενοριακή Κίνησις» Πάτρας
Κύριε Διευθυντά
Σεβαστέ και αγαπητέ π. Παναγιώτη.
Επειδή στο τελευταίο φύλλο της “Ενορικής Κινήσεως” αναφέρεσθε στην σωστή ενέργεια του κολασμού των ανωμάλων (δυστυχώς υπάρχουν και τέτοιοι (!) κληρικών, υπό του αοιδίμου Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου Α, φέρνω εις το φως της δημοσιότητος ένα περιστατικό, που το έζησα κατά την διάρκεια της Χούντας.
Μία ημέρα λοιπόν δέχομαι στο γραφείον μου έναν κληρικό Αρχιμανδρίτη, συγκεκριμένα ονόματι Ε.Μ. που ήταν καθηγητής στο Γυμνάσιο, ο οποίος “σεινάμενος και κουνάμενος” μου λέγει:
- Είμαι από την Σύρο, αλλά υπηρετώ ως εκπαιδευτικός εδώ. Είμαι τιμωρημένος από τον Αρχιεπίσκοπο.
- Γιατί είσαι τιμωρημένος, τον ρώτησα. Και μου δίνει ένα κατάλογο (αν θυμάμαι καλά 214 ονομάτων) με ποικίλες τιμωρίες για κιναιδισμό, παιδοφιλία και λοιπών σκανδάλων σεξουαλικής μορφής, ισαρίθμων κληρικών.
Και για τον συγκεκριμένον κληρικόν η κατηγορία ήταν: θέτομεν εις οριστικήν αργίαν τον π. Αρχιμ. Ε.Μ. επί κιναιδισμώ…
Μόλις έπεσε η Δικτατορία, ξανάρχεται ο εν λόγω αρχιμανδρίτης, πάλι “σεινάμενος και κουνάμενος”, αλλά τούτη τη φορά έλαμπε από χαρά:
- Ξέρετε, μου λέει, απεκατεστάθην! Και μου τείνει ένα φάκελο. Τον ανοίγω και τί να διαβάσω; Η νέα Εκκλησιαστική προϊσταμένη του αρχή τον απεκατέστησε ως … Αντιστασιακό κατά της Χούντας!!!
Ύψιστε Κύριε! Ο “ξεφωνημένος κίναιδος” τώρα και… ήρωας! Πώς δεν πήρε και… τιμητική σύνταξι. Λοιπόν, για μένα τον απλό πιστό αλλ’ όχι απλοϊκό, θάπρεπε να λειτουργεί ένας, άλλου είδους, Νόμος.
- Πάς κληρικός, έχων το γνωστό “κουσούρι” να αποσχηματίζεται!!!
Σκληρό μεν αλλά ΑΝΑΓΚΑΙΟΝ, διότι ο κληρικός είναι λειτουργός του Υψίστου και εξομολογεί πιστούς.
Όταν όμως είναι λερωμένος, επιτρέπεται να ασεβεί τόσο βάναυσα;
Εμείς οι λαϊκοί είμαστε ό,τι είμαστε, οι κληρικοί όμως ΔΕΝ επιτρέπεται να ασχημονούν και να γίνωνται αντικείμενο σχολιασμού και χλεύης!
Υπάρχει αντίρρησις στα όσα παρέθεσα;

Με αγάπη Χριστού
Α.Ε.Τ.

Σημ. Ο επιστολογράφος γράφει όλα τα στοιχεία του, τα οποία η “Ε.Κ.” δεν αναγράφει δια λόγους διακρίσεως.