Δ Ε Ν
Τ Ο Α Ν Τ
Ε Χ Ω
Χριστέ μου, πώς μπορώ
«σπίτι να μένω»
όταν εσύ κείσαι
νεκρός,
και πώς νά μη
αναπέμπω αίνον,
αλλά ν’
ακούω, τί λέει ή
Υπουργός;
Όταν πεθάνη
εκείνης ό Πατέρας
δεν θα περάση ούτε
να τον δή;
ένα κερί να τρέξη
να τ’ ανάψη
και σ’ εκκλησιά
διόλου δεν θα μπή;
Μά Εσύ, μόνο ό
Πατέρας μας δεν είσαι.
Είσαι κι’ ό
Πλάστης μας και ό Δημιουργός!
Ποιός Βασιλιάς θα
συγκριθή με Σένα!
Ποιός Πρόεδρος και
ποιός Πρωθυπουργός;
Εσύ τούς χάρισες
την ύπαρξη, το είναι,
Εσύ τούς προίκισες
μ’ αθάνατη ψυχή!
Εσύ, με σωφροσύνη
πρώτα,
ώστε το έργο του
καθείς να επιτελή.
Και ξάφνου αυτοί, Εσέ θωρούνε Προδομένο,
ταπεινωμένο,
αδικημένο, σάν Ληστή,
μ’ ακάνθινο
Στεφάνι, Πληγωμένο,
Εσταυρωμένο! Ακόμα
και Νεκρό!
Κι’ απαγορεύουνε
σ’ όλους να πλησιάσουν
για να μη γίνη –λέει-
συνωστισμός
κι’ όλοι μαζί οί
δύστυχοι πεθάνουν,
γιατί «κυκλοφορεί»
Κορωνοϊός!
Κι’ Ε σ έ ν α ν ε, ουδόλως λογαριάζουν,
Τον Ά ρ χ ο ν τ α και
Κ ύ ρ ι ο ν τού Π α ν τ ό ς !
μήπως επέλθη ή
οργή Σου ώς «συσεισμός»!
και επ’ αυτούς πού
είς βάρος Σου οργιάζουν
πλήρης επιπέση
αφανισμός!
Θεέ Πατέρα, στην
Κηδεία Σου δεν θάρθουν (;)
γιατί ενόμισαν πώς
πέθανες για πάντα!
Γι’ αυτό κι’
αυτοί, για πάντα σ’ έβαλαν … στην πάντα.
Δεν έχουν
Πίστη, πώς μετά
θ’ Α ν α σ τ η θ ή ς ! (;)
Κι’ ενώ, αιτία
τους πού ζούν, είσαι Ε σ ύ !
Κι’ Ανάσταση,
αυτοί πρώτοι, θα έπρεπε να εορτάζουν «πανοικί»,
τον κόσμον όλο να
γλιτώση έχουν κλείσει οίκοι
από Χανιά, Αθήνα,
Λάρισα, Θεσσαλονίκη,
Για να γιορτάσουν
–λέει- συντόμως έν Ελλάδι
την κατά τής
επαράτου Πανδημίας τού Κορωνοϊού,
Μεγαλειώδη, και
άνευ βοηθείας Θεού, Περίλαμπρη Νίκη!
βρίσκοντας κάπου
«αγρόν» Κεραμέως ή Νίκη,
τάφους ορύξαι
Έλλησί τε και ξένοις,
αισχύνην καλύψαι
και εντροπήν,
μετά τοσαύτην
σιωπήν,
σύν τώ Προκαθημένω,
τώ, Μ α κ α ρ ι ω τ ά τ ω ς, Κοιμωμένω!
Όλα τά απαρνούμαι,
όλα σάς τά χαρίζω.
Δεν θέλω άλλο πιά
στη γή να ζήσω.
Μά, Ε σ
έ ποθώ, Γ λ υ
κ έ μου Λ υ τ ρ ω τ ά,
Στον ουρανό αιώνια
ν’ αποκτήσω!
Ιερεύς Ιωάννης
Νικολόπουλος
ΚΑΛΑΜΑΡΙΑ
31.3.2020