Τετάρτη 27 Ιουλίου 2022

MNHMH AΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου «Ἡ κτίσις ὑπὲρ καὶ κατὰ τοῦ ἀνθρώπου» [27-7-1990] [Β' Γ122]

 

MNHMH AΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου

μὲ θέμα:

«Ἡ κτίσις ὑπὲρ καὶ κατὰ τοῦ ἀνθρώπου»

[ἐκφωνήθηκε στὶς 27-7-1990]

[Β'  Γ122] 

Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, τιμᾷ τὴν μνήμην τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος. Εἶναι ὁ ἰατρὸς ἅγιος, ποὺ γίνεται δημοφιλέστατος ἀπὸ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, γιατί συχνὰ τὸν ἐπικαλεῖται στὶς ποικίλες ἀρρώστιες ποὺ τὸν μαστίζουν.

Ὁ ἅγιος κατήγετο ἀπὸ τὴν πόλιν τῆς Νικομηδείας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Καὶ ὁ μὲν πατέρας του, ὁ Εὐστόργιος, ἦταν εἰδωλολάτρης. Πλὴν ὅμως καλὸς ἄνθρωπος καὶ ἀργότερα, μετὰ τὸν θάνατον τῆς συζύγου του, ὁ υἱός του, ὁ ἅγιος Παντελεήμων, τὸν ἔπεισε καὶ ἔγινε Χριστιανός. Ἡ δὲ μητέρα του, ὀνόματι Εὐβούλη, ἦτο Χριστιανὴ ἐκ προγόνων. Ὁ ἅγιος Παντελεήμων γεννήθηκε εἰς τὰ τέλη τοῦ 3ου αἰῶνος. Ἦταν ἕνας νέος στοχαστικὸς καὶ πολὺ μελετηρός. Σπούδασε τὴν ἰατρικὴ τέχνη κοντὰ σὲ ἕναν φημισμένο γιατρό, τὸν Εὐφρόσυνο. Καὶ φαίνεται ὅτι ἔδειχνε πολλὴ προκοπὴ στὴν ἰατρική του ἐπιστήμη. Ταυτόχρονα ἐμάθητευσε καὶ κοντὰ εἰς τὸν εὐλαβῆ ἱερέα Ἐρμόλαον, τοῦ ὁποίου τὴν μνήμη ἐχθὲς ἑορτάσαμε, ἀπ᾿ ὅπου ἐκατηχήθῃ τὸ περιεχόμενον τῆς πίστεως.

Αἰτία τοῦ μαρτυρίου του τί λέτε ἐστάθῃ; Ἡ θεραπεία ἑνὸς τυφλοῦ. Μὲ μόνο ἕναν λόγο ποὺ εἶπε ὁ ἅγιος, νὰ γίνει καλά. Καὶ ἔγινε ὁ τυφλὸς καλά. Δηλαδὴ μὲ ἕναν λόγο... τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ τυφλὸς ἐπίστευσε εἰς τὸν Χριστόν. Καὶ τότε ἐρωτηθείς, πῶς καὶ ἔγινε καλά, καὶ εἶπε ὅτι μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς τὸν Ὁποῖον ἐφεξῆς πιστεύει, τὴν ἰδίαν στιγμήν, τὸν ταλαίπωρον αὐτὸν πρώην τυφλόν, τὸν ἀπεκεφάλισαν. Τὸν δὲ ἅγιο Παντελεήμονα ἀνεζήτησαν καὶ τὸν βρῆκαν. Καὶ ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἐθεράπευσε αὐτὸν τὸν τυφλόν, ὑπέστῃ φοβερὰ βασανιστήρια, γι᾿ αὐτὸ καὶ μεγαλομάρτυς λέγεται, ἀπὸ τὸν βασιλέα Μαξιμιανό, τὸ 304.

Ἕνας καλοπροαίρετος, ἀγαπητοί μου, ἀκροατής, θὰ ἀναλογιστεῖ καὶ θὰ πεῖ, τὸ τί κακὸ ἔκανε ὁ ἅγιος Παντελεήμων, γιὰ νὰ βρεῖ μαρτυρικὸν θάνατον; Ἀντὶ νὰ ἀνακηρυχθεῖ ἕνας εὐεργέτης τῆς κοινωνίας, καταδιώκεται σὰν ἐχθρὸς τῆς κοινωνίας; Τὸ ἴδιο παράπονο ἐκφράζεται ὑμνογραφικὰ ἀπὸ τὸν Κύριον, εἶναι παρμένο ἀπὸ μία προφητεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πρὸς τὸν λαό Του· ἀπὸ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦν Χριστόν. «Λαέ μου, τί σοῦ ἔκανα καὶ μὲ σταυρώνεις; Στοὺς τυφλούς σου ἔδωκα τὸ φῶς καὶ στοὺς λεπρούς σου τὸν καθαρισμό. Λαέ μου, τί σοῦ ἔκανα καὶ μὲ σταυρώνεις;».

Βλέπει λοιπὸν κανένας ὅτι ὑπάρχει ἕνας παραλογισμός, ἕνα ἀναποδογύρισμα, θὰ λέγαμε, τῶν ἀξιῶν. Ὁ ἄνθρωπος στρέφεται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, καὶ ἐναντίον τῶν δικαίων τοῦ Θεοῦ. Γιατί; Γιατί μέσα του κατέχεται ἀπὸ ἕνα δαιμονικὸ στοιχεῖο. Καὶ τότε -αὐτὸ θέλω νὰ προσέξετε- τότε ἀναλαμβάνει τὴν ἐκδίκησιν, οὕτως εἰπεῖν, τῆς ὑποθέσεως καὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων, τῶν δικαίων, τί λέτε; Αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ κτίσις· ἡ ὁποία, ὅταν δεῖ -μά, θὰ μοῦ πεῖτε, εἶναι ἄλογος ἡ κτίσις- ἡ ὁποία ὅταν δεῖ νὰ ὑπάρχει αὐτὸς ὁ παραλογισμός, νὰ ἐπαινεῖται τὸ κακὸ καὶ νὰ καταδιώκεται τὸ ἀγαθό, ἀγανακτεῖ καὶ ἀναστρέφεται ἐναντίον τῶν ἀδικούντων. Ἔχομε πολλὰ τέτοια παραδείγματα.

Ἄν θέλετε, ἀπ᾿ τὸ ἁγιολόγιο, μιὰ ποὺ ἀναφερόμεθα εἰς τὸν ἅγιον Παντελεήμονα, ὅταν ὁ πατέρας τῆς ἁγίας Βαρβάρας, συνέλαβε τὴν κόρη του, ποὺ ἔτρεχε στὸ βουνὸ γιὰ νὰ γλυτώσει, ἐπειδὴ ἦτο χριστιανή, ἐκεῖνος εἰδωλολάτρης, καὶ τὴν ἔσφαξε μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια, τὴν ἴδια στιγμή, μόλις ἐπετέλεσε τὸ φοβερὸ αὐτὸ ἔγκλημα τῆς παιδοκτονίας, ἔπεσε ἕνας κεραυνὸς καὶ τὸν ἐσκότωσε ἐπὶ τόπου. Νὰ πῶς ἐκδικεῖται ἡ κτίσις.  Γι᾿ αὐτὸ ἀκόμα, στὴν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐσταυρώθῃ ὁ δίκαιος, βλέποντάς τον σὰν ἄνθρωπο, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐσταυρώθῃ, σ᾿ αὐτὸ τὸ πελώριο ἔγκλημα ποὺ ἔκαναν οἱ ἄνθρωποι, τότε ἡ κτίσις διαμαρτύρεται μπροστὰ σὲ αὐτοὺς τοὺς ἀναισθήτους ἀνθρώπους. Ὁ ἥλιος κρύβεται. Πέφτει βαριὰ συννεφιὰ σὰν σκότος. Καὶ σὲ λίγο γίνεται μεγάλος σεισμός. Ἦταν ἡ διαμαρτυρία τῆς κτίσεως, ἡ ὁποία εἶχε ἀγανακτήσει γιὰ ἐκεῖνο τὸ κακὸ ποὺ ἔκαναν, ἐπαναλαμβάνω, οἱ ἀναίσθητοι ἄνθρωποι.

Ἔτσι, ἀγαπητοί, στὰ ἀναγνώσματα τῆς σημερινῆς γραφῆς, ἐχθὲς στὸν Ἑσπερινό, ποὺ ἦταν τὰ δύο ἀπὸ τὴν Σοφία Σολομῶντος, ἀνεφέρετο αὐτὴ ἡ διαμαρτυρία τῆς κτίσεως, ἐναντίον τῶν κακῶν ἀνθρώπων. Ἕνα στίχο σᾶς ἀναφέρω. Λέγει: «Ὅπου ἀγανακτήσει κατ᾿ αὐτῶν ὕδωρ θαλάσσης, ποταμοὶ δὲ συγκλύσουσιν ἀποτόμως»· Σοφία Σολομῶντος, 5,22. Δηλαδὴ θὰ ἀγανακτήσει τὸ νερὸ τῆς θαλάσσης, μὲ ἐκεῖνο τὸ κακὸ ποὺ γίνεται καὶ τὰ ποτάμια ἀποτόμως θὰ πλημμυρίσουν, γιὰ νὰ τοὺς πνίξουν. Ὕστερα, μὴν ξεχνᾶτε ὅτι στὰ ἔσχατα ποὺ θὰ ἔχει πολύνει, πολύνει ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ ἀνομία καὶ ἡ ἀποστασία, ἡ θάλασσα, μιὰ ποὺ ἀναφέρθηκα στὴν θάλασσα, σᾶς τὸ λέγω συνειρμικά, ἡ θάλασσα θὰ ἔχει τέτοιον σάλον, σάλος θὰ πεῖ νὰ σηκώνει πελώρια κύματα, ὥστε οἱ ἄνθρωποι, λέγει, θὰ γεμίσουν ἀπὸ φόβο, θὰ τρομάξουν. Καὶ ὁ φόβος των θὰ εἶναι τόσος πολύς, ποὺ θὰ φθάνει ἀκόμη καὶ τὰ ὅρια τοῦ θανάτου. «Ἀποψυχώντων», λέει ἡ Ἀποκάλυψις, ποὺ πεθαίνουν ἀπὸ τὸν φόβο τῆς θαλάσσης, τοῦ σάλου τῆς θαλάσσης. Γιατί; Ἡ ἴδια ἡ κτίσις διαμαρτύρεται ἀγανακτῶσα.

Ἔτσι, ἀγαπητοί μου, βλέπομε αὐτὸ τὸ φοβερό, ὥστε νὰ λέγει ὁ Κύριος, ὅταν ἔμπαινε μέσα στὰ Ἱεροσόλυμα, θριαμβευτικά, τοῦ εἶπαν οἱ κακεντρεχεῖς ἐκεῖνοι ἄρχοντες: «Πὲς νὰ σταματήσουν τὰ παιδιά· νὰ μὴ σὲ ὑμνοῦν, νὰ μὴν σὲ δοξάζουν». Καὶ εἶπε: «Ἄν αὐτοὶ σταματήσουν, οἱ λίθοι κεκράξονται». Τότε θὰ κράξουν οἱ πέτρες. Αὐτό τὸ «οἱ λίθοι κεκράξονται» εἶναι αὐτὸς ὁ ὑπαινιγμὸς ὅτι ἡ κτίσις θὰ ἀρχίσει νὰ διαμαρτύρεται. Προσέξατέ το αὐτό. Ἔχει πάρα πολλὴ σημασία σὲ κάθε ἐποχὴ καὶ στὴν ἐποχή μας, ὅπως θὰ δεῖτε στὴ συνέχεια.

Γι᾿ αὐτὸ ὁ Θεός, βλέποντας τὸν παραλογισμὸ τῶν ἀνθρώπων, κάποτε γιὰ τὸν λαό Του, τὸν Ἰσραήλ, τὸν παραλογισμὸ ποὺ εἶχαν νὰ στρέφονται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἀρχίζει ὁ προφήτης Ἠσαΐας τὸ προφητικό του βιβλίο ἔτσι: «Ἄκουε οὐρανὲ καὶ ἐνωτίζου γῆ (:Ἄκου, οὐρανέ, βάλε καλὰ νὰ ἀκούσεις γῆ) ὅτι Κύριος ἐλάλησεν -καὶ τί εἶπε ὁ Κύριος;- υἱοὺς ἐγέννησα καὶ ὕψωσα, αὐτοὶ δὲ μὲ ἠθέτησαν». «Ἐγώ», λέει, «ἔκανα παιδιὰ καὶ τὰ δόξασα. Αὐτοὶ δὲ δὲν μὲ ἀνεγνώρισαν. Μοῦ γύρισαν τὴν πλάτη τους καὶ μὲ ἠθέτησαν». Παραλογισμός! Καὶ ἐπικαλεῖται ὁ προφήτης τὸν οὐρανὸ καί την γῆ, σ᾿ αὐτὸ τὸ τρομερό, θὰ λέγαμε, κατάντημα τῶν ἀνθρώπων.

Καὶ πῶς ἀντιδρᾷ ἡ κτίσις; Ἀξίζει νὰ δοῦμε. Τὸ ἱερὸ κείμενο τῆς Σοφίας τοῦ Σολομῶντος ποὺ ἀκούσαμε, διαβάσαμε χθὲς τὸ ἀπόγευμα, ὅπως σᾶς εἶπα. Παίρνω ἕνα κομματάκι μόνο ποὺ ἀναφέρεται στὸ σημεῖο, στὸ θέμα μας αὐτό· πῶς ἡ κτίσις ἀντιδρᾷ. Ἀκοῦστε: «Συνεκπολεμήσει δὲ αὐτῷ ὁ κόσμος - δηλαδὴ μαζὶ μὲ τὸν Θεό, θὰ πολεμήσουν ὅλα τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως- ἐπὶ τοὺς παράφρονας -Εἴδατε πῶς ἀποκαλεῖ ἐκείνους ποὺ στρέφονται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐναντίον τῶν δικαίων ἀνθρώπων; Παράφρονας, τρελούς. Γιατί ἂν εἶχαν μυαλό, ἔτσι δὲν θὰ ἐκινοῦντο- . Πορεύσονται εὔστοχοι βολίδες ἀστραπῶν καὶ ὡς ἀπὸ εὐκύκλου τόξου τῶν νεφῶν ἐπὶ σκοπὸν ἀλοῦνται, καὶ ἐκ πετροβόλου θυμοῦ πλήρεις ῥιφήσονται χάλαζαι». Δηλαδὴ ἔτσι κεραυνοὶ θὰ στραφοῦν ἐναντίον των, μὲ πολλὴν ἐπιτυχία, καὶ σὰν ἀπὸ καλὰ τανισμένο τόξο, θὰ βροῦν τὸν στόχο του, ποὺ εἶναι οἱ ἀσεβεῖς. Καὶ σὰν πέτρες ποὺ ἐκσφεντονίζονται ἀπὸ καλοζυγισμένη σφενδόνη,  θὰ ἐξαπολυθεῖ πλησμονὴ χαλάζης ἐναντίον των. Στὴ συνέχεια: «Ἀγανακτήσει κατ᾿ αὐτῶν ὕδωρ θαλάσσης (:θὰ ἀγανακτήσει ἐναντίον των τὸ νερὸ τῆς θαλάσσης) ποταμοὶ δὲ συγκλύσουσιν ἀποτόμως (:τὰ ποτάμια θὰ πλημμυρίσουν ἀπότομα καὶ θὰ τοὺς πνίξουν) ἀντιστήσεται αὐτοῖς πνεῦμα δυνάμεως καὶ ὡς λαῖλαψ ἐκλικμήσει αὐτούς (:θὰ ἀντισταθεῖ ὁ δυνατὸς ἄνεμος καὶ σὰν λαίλαπα, σὰν καταιγίδα ποὺ τὰ σηκώνει ὅλα, θὰ τοὺς λιανίσει)».

Βλέπομε λοιπὸν ἐδῶ ὅτι ἡ κτίσις γίνεται ὄργανον τοῦ Θεοῦ, εἴτε προστασίας τοῦ ἀνθρώπου, εἴτε τιμωρίας του. Προσέξτε. Εἴτε προστασίας, εἴτε τιμωρίας. Μία τυπικὴ περίπτωση καὶ προστασίας καὶ τιμωρίας ταυτοχρόνως, εἶναι ὅταν οἱ Ἑβραῖοι πέρασαν ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα. Οἱ Ἑβραῖοι πέρασαν ἀβρόχοις ποσίν, χωρὶς νὰ βραχοῦν κἂν τὰ πόδια τους. Καὶ σώθηκαν. Ἄνοιξε ἡ θάλασσα. Ὅταν μπῆκαν οἱ Αἰγύπτιοι, ἔκλεισε ἡ θάλασσα. Καὶ πνίγηκαν μέχρις ἑνός. Τὸ ἴδιο φαινόμενο, τὸ φαινόμενο τοῦ διαχωρισμοῦ τῶν ὑδάτων τῆς Ἐρυθρᾶς Θαλάσσης, αὐτὸ τὸ φυσικὸ φαινόμενο ἢ καλύτερα, τὰ φυσικὰ στοιχεῖα σὲ ἕνα ὑπερφυσικὸ φαινόμενο, οἱ μὲν προστατεύονται, οἱ δὲ τιμωροῦνται. Μὲ τὸ ἴδιο φαινόμενο.

Ἔτσι, ἀκόμα, οἱ δέκα πληγὲς στὴν Αἴγυπτο, δὲν εἶναι παρὰ ἕνα ξεσήκωμα τῆς κτίσεως ἐναντίον τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Φαραώ. Μάλιστα τοῦ ἔλεγαν οἱ δικοί του: «Μά, θέλεις νὰ φθάσεις νὰ καταστραφεῖ ἡ πατρίδα μας, ἡ χώρα μας, γιὰ νὰ τοὺς ἀφήσεις νὰ φύγουν τοὺς Ἑβραίους, νὰ λατρεύσουν τὸν Θεό τους στὴν ἔρημον; Ἐκεῖ τὸ πηγαίνεις;». Λέγεται, καὶ ἡ ἀρχαιολογικὴ σκαπάνη τὸ βρῆκε αὐτό, δὲν θὰ σᾶς πῶ πιὸ πολλὰ γιὰ νὰ μὴν ἀργήσω, ὅτι σὲ ἐκείνους ποὺ κατεδίωξαν τοὺς Ἑβραίους καὶ πνίγηκαν μέσα στὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα, ἀνάμεσά τους ἦταν καὶ ὁ Φαραώ· καὶ ὁ ὁποῖος καὶ αὐτὸς πνίγηκε. Εἶναι χαρακτηριστικὸ αὐτό.

Ὅταν πολεμοῦσε ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυὴ τοὺς Ἀμορραίους, τότε... ἀκοῦστε τί λέγει ἐδῶ τὸ βιβλίο «Ἰησοῦς τοῦ Ναυὴ» στὸ 10ο κεφάλαιο: «Καὶ Κύριος ἐπέρριψεν αὐτοῖς λίθους χαλάζης ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἕως Ἀζηκά, καὶ ἐγένοντο πλείους οἱ ἀποθανόντες διὰ τοὺς λίθους τῆς χαλάζης ἢ οὖς, οὕς ἀπέκτειναν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ μαχαίρᾳ ἐν τῷ πολέμῳ». Πῆγαν οἱ Ἀμορραῖοι νὰ πολεμήσουν τοὺς Ἰσραηλίτας. Τότε ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυὴ ἐπετέθῃ ἐναντίον των. Καὶ τότε φεύγοντας αὐτοί, ἔπεσε χαλάζι, σὰν πέτρες. Καὶ ἄρχισε νὰ χτυπάει τοὺς Ἀμορραίους, σὲ βαθμὸ ποὺ πιὸ πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ σκοτώθηκαν, λέει τὸ ἱερὸ κείμενον, ἀπὸ τὸ χαλάζι, παρὰ ἀπὸ τὸ μαχαίρι, τὸ σπαθὶ τῶν Ἑβραίων. Αὐτὸ θὰ πεῖ ὅτι ὁ Θεὸς συνεκπολεμεῖ, πολεμᾷ μαζὶ μὲ τὰ στοιχεῖα τῆς κτίσεως ἐναντίον τῶν κακῶν.

Εἶναι δὲ ἀξιοπαρατήρητο ὅτι ὅταν οἱ δύο προφῆται τῆς Ἀποκαλύψεως, ὁ Ἠλίας καὶ ὁ Ἐνώχ, θὰ λέγουν: «Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἀντίχριστος» στὴν πλατεῖα της Ἱερουσαλήμ, καὶ θὰ κηρύσσουν μετάνοια καὶ δείχνοντες τὸν Ἀντίχριστον, τότε θὰ τοὺς πιάσουν. Ὁ Ἀντίχριστος θὰ δώσει ἐντολὴ νὰ τοὺς συλλάβουν καὶ νὰ τοὺς κρεμάσουν. Καὶ ὅταν τοὺς κρεμάσουν καὶ τοὺς ἀφήσουν παραδειγματικὰ 3 ½ μέρες κρεμασμένους, τότε, λέει: «Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ -τὴν τρίτη ἡμέρα-  ἐγενέτο σεισμὸς μέγας καὶ τὸ δέκατον τῆς πόλεως ἔπεσε· καὶ ἀπεκτάνθησαν ἐν τῷ σεισμῷ ὀνόματα ἀνθρώπων χιλιάδες ἑπτά». Τὸ ἕνα δέκατο τῆς πόλεως γκρέμισε καὶ 7000 σκοτώθηκαν. Γιατί ἔγινε ὁ σεισμός; Ἠγανάκτησε ἡ κτίσις διὰ τὸν ἄδικον θάνατον τῶν δύο προφητῶν.

Ἀκόμη, τὸ ἀντίθετο τώρα, ὅταν θὰ καταφύγει ἡ Ἐκκλησία εἰς τὴν ἔρημον καὶ ὁ διάβολος, ὁ ὄφις ὁ ἀρχαῖος, θὰ τὴν καταδιώξει τὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ τὴν πνίξει, λέγει μία ... εἰκόνα φοβερή, ἔβγαλε νερὸ ἀπ᾿ τὸ στόμα του -προσέξτε, αὐτὰ εἶναι εἰκόνα, τί σημαίνουν τὸ καθένα, ἔχει πολλὴ σημασία- καὶ ἐπειδὴ δὲν τὴν ἔφθανε, ἔριξε τὸ νερό, ὅπως τὸν κυνηγοῦμε ἕναν ἄνθρωπο καὶ δὲν τὸν φθάνομε, παίρνομε πέτρα καὶ τὸν χτυποῦμε, νὰ τὸν φθάσει ἡ πέτρα μας, ἔβγαλε νερὸ ἀπὸ μέσα του, γιὰ νὰ τὴν καταστήσει, λέει, ποταμοφόρητον, νὰ τὴν πνίξει τὴν Ἐκκλησία. Καὶ ἀκοῦστε τί ἔγινε. «Καὶ ἔβαλεν ὁ ὄφις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ ὀπίσω τῆς γυναικὸς ὕδωρ ὡς ποταμόν, ἳνα αὐτὴν ποταμοφόρητον ποιήσῃ -καὶ κοιτᾶξτε- καὶ ἐβοήθησεν ἡ γῆ τῇ γυναικί -ἐβοήθησε τὴν γυναῖκα, τὴν Ἐκκλησία. Ποιός; Ἡ γῆ. Ἡ γῆ ἐβοήθησεν- καὶ ἤνοιξε ἡ γῆ τὸ στόμα αὐτῆς (:ἄνοιξε -λέει- τὸ στόμα της) καὶ κατέπιεν τὸν ποταμὸν ὅν ἔβαλεν ὁ δράκων ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ». Σκεφθεῖτε γιὰ μιὰ στιγμὴ νὰ ἀνοίγει ἕνα ὄρυγμα καὶ ὅλο τὸ νερὸ νὰ πέφτει μέσα στὸ ὄρυγμα καὶ νὰ γλυτώνουν ἐκεῖνοι ποὺ κυνηγιῶνται ἀπέναντι ἀπὸ τὸ ὄρυγμα. Τὸ ἀντιλαμβάνεσθε;

Βλέπετε λοιπὸν ἡ κτίσις, ἀπὸ τὴ μιὰ προστατεύει τοὺς εὐσεβεῖς, ἀπὸ τὴν ἄλλη τιμωρεῖ τοὺς ἀσεβεῖς. Καὶ ὅλα αὐτὰ ἂν ρωτήσετε τί σημαίνουν, θὰ σᾶς ἔλεγα τὸ ἑξῆς. Ὁ Θεὸς ἔκανε τὴν κτίσιν, γιὰ νὰ ὑπηρετήσει τὸν ἄνθρωπον. Καὶ ὁ ἄνθρωπος, μαζὶ μὲ τὴν κτίσιν, νὰ λατρεύσουν τὸν Θεό. Ἔτσι, ἡ κτίσις γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν Θεό. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος στραφεῖ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, τότε ἡ κτίσις στρέφεται ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου. Ἀκούσατε; Στρέφεται ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ ἔτσι ἐπιτελεῖται αὐτὸ τὸ κακό. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος δὲν πρέπει νὰ ἁμαρτάνει. Θὰ λέγαμε ὅμως γιὰ τὴν ἐποχή μας, ὅτι ἡ ἀποστασία μας εἶναι ἔκτυπη, εἶναι φοβερή. Εἶναι ἴσως ἡ πιὸ ἔκτυπη περίπτωση ἀποστασίας καὶ ἀμαρτωλότητος στὴν ἐποχή μας, ποὺ βλέπομε τώρα τὴν κτίση νὰ στρέφεται ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου. Ὅλα τὰ σύγχρονα οἰκολογικὰ φαινόμενα εἶναι ἕνας δείκτης. Ἡ φύσις καταστρέφεται διαρκῶς. Καὶ καταστρεφόμενη, στρέφεται ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ ἀκούσατε; Στρέφεται ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου.

Τὸ ἐκπληκτικὸν ὅμως εἶναι, αὐτὸ θέλω νὰ προσέξετε, ὅταν διαβάζομε τὴν Ἁγία Γραφή, ὅτι «ὁ Θεὸς ἐσκλήρυνε», λέει, «τὴν καρδίαν τοῦ Φαραὼ»... Λέγει στὸν Μωυσῆ: «Ἐσὺ θὰ πᾶς. Θὰ τοῦ πεῖς αὐτά. Ἀλλὰ ἐγὼ θὰ σκληρύνω τὴν καρδίαν τοῦ Φαραὼ καὶ δὲν θὰ σοῦ δώσει ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ζητᾷς». Αὐτό, ἐπὶ δέκα φορές. Κάνει μεγίστη ἐντύπωση, περίεργο, ὁ Θεὸς νὰ στέλνει τὸν Μωυσῆ, τὸν θεράποντά του. Νὰ ζητάει τί; Τὴν λατρεία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους. Νὰ τὸ ἐπιτρέψει ὁ Φαραώ. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ νὰ πηγαίνει ὁ Θεὸς νὰ σκληραίνει τὴν καρδιὰ τοῦ Φαραώ. Δὲν εἶναι περίεργο; Δὲν εἶναι ἀντιφατικό; Δὲν εἶναι παράξενο; Εἶναι ἔκφρασις, ἀγαπητοί μου, τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Δὲν ἤρχετο ὁ Θεὸς νὰ σκληρύνει τὴν καρδιὰ τοῦ Φαραώ· διότι τότε πῶς θὰ τὸν τιμωροῦσε; Δὲν θὰ ἦτο ἄδικος ὁ Θεός; Τί σημαίνει; Ὅτι ὁ Φαραὼ εἶχε ἐλευθέραν βούλησιν. Ἡ προαίρεσή του ἦτο κακή. Καὶ ἐνῶ ἔδειχνε ὅτι μετανοεῖ, ἐπανήρχετο στὴν κακή του προαίρεση. Καὶ ὅταν λέγει: «Ὁ Θεὸς σκληραίνει» θὰ πεῖ: ἐπιτρέπει ὁ Θεός, παραχωρεῖ ὁ Θεὸς νὰ σκληρύνει καὶ νὰ μείνει σκληρὴ ἡ καρδιὰ τοῦ Φαραώ. Αὐτὸ θὰ πεῖ «σκληραίνει ὁ Θεός».

Αὐτὸ ξέρετε τί σημαίνει γιὰ τὴν ἐποχή μας; Ὅ,τι, ὅ,τι πληγὲς ἔχομε, διαβάστε τὴν Ἀποκάλυψη, θὰ δεῖτε φοβερὲς πληγές, αὐτές, ὄχι θὰ ἔλθουν, ἔχουν ἔλθει. Ζοῦμε ἤδη πληγές. Φοβερὲς πληγές. Ἡ μεγαλύτερη, νομίζω, εἶναι ἡ ραδιενέργεια· ποὺ πεθαίνομε ἀπὸ αὐτήν. Θὰ πεθάνουν στὴν Ἑλλάδα, στὰ δέκα χρόνια αὐτὰ ποὺ ἔρχονται, πολλὲς χιλιάδες κ.λπ. κ.λπ. κ.λπ. Δὲν ἔχομε καθαρὸν ἀέρα. Μᾶς καίει ὁ ἥλιος. Δὲν ἔχομε νερό. Ὅλα αὐτὰ εἶναι πληγές. Προσέξτε ὅμως. Δὲν τίς δίνει ὁ Θεός. Γι᾿ αὐτό σᾶς εἶπα τὸ προηγούμενο παράδειγμα. Ἐμεῖς μὲ τὰ χεράκια μας καὶ τὸν πολιτισμό μας καὶ τὴν τεχνική μας, καταστρέφομε τὴν φύσιν. Ἐμεῖς, ἐμεῖς. Συνεπῶς... ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἐμποδίζει. Μᾶς ἀφήνει καὶ καταστρέφομε τὴν κτίσιν, ἡ ὁποία στρέφεται σὰν τιμωρὸς ἐναντίον μας. Καταλαβαίνετε λοιπὸν ὅτι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι φτιάχνομε τίς πληγὲς ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὅτι αὐτὸ τὸ σπίτι μας, την γῆ, ἐμεῖς μὲ τὰ χέρια μας, τὸ καταστρέφομε; Καὶ ἂν μὲν καταστρέψεις τὸ σπίτι ποὺ ἔφτιαξες, μπορεῖς νὰ πᾶς πιὸ πέρα. Ὅταν καταστρέψεις την γῆ, ποῦ θὰ πᾶ; Ποῦ θὰ φύγεις;

Ἀγαπητοί, ὁ ἅγιος Παντελεήμων, ἦταν ἕνας ἀνθός, ἕνα λουλούδι μέσα στὴν κοινωνία ποὺ ζοῦσε. Ἀλλὰ ἡ κοινωνία τὸν ἀπέρριψε. Καὶ νά, τὸν θανάτωσε. Μὲ φοβερὸ μαρτύριο. Τὸ καλὸ ἔτσι, δὲν γίνεται ἀνεκτὸ πολλὲς φορὲς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ τὸ δίκαιο τὸ ἴδιο. Δὲν γίνεται δεκτὸ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Μιὰ τέτοια κοινωνία, σὲ μιὰ τέτοια φοβερὴ ἐποχή, παρουσιάζει τέτοια φαινόμενα, γιατί ἔφυγε ἡ ἐποχή, οἱ ἄνθρωποι, θεληματικὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ὅταν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἀποστασία, τότε ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει κατὰ παραχώρηση, νὰ πέφτει ὁ ἄνθρωπος στὰ χέρια τοῦ ἑαυτοῦ του. Μὲ τὰ χέρια μας δὲν κάναμε τίς πληγές; Νὰ πέφτει ὁ ἄνθρωπος στὰ χέρια τοῦ ἑαυτοῦ του. Κυριότατος αἴτιος εἶναι αὐτὸς ὁ ἀποστατημένος ἄνθρωπος.

Καὶ μάλιστα ἐδῶ φθάνει ὁ ἄνθρωπος στὸ σημεῖο νὰ μὴν γίνεται δεκτὴ ἡ μετάνοιά του. Ἔχομε πολλὰ σημεῖα, δὲν ἔχω καιρὸ νά σᾱς τὸ δείξω, καὶ μάλιστα μία σύγχρονη περίπτωσις, ποὺ εἶναι τώρα 6-7 χρόνια... «Ὄχι, μὴν μὲ παρακαλᾷς, -εἶπε ὁ Θεὸς σὲ κάποιον ἀσκητή- μὴν μὲ παρακαλᾷς. Θὰ τοὺς τιμωρήσω!». Ξέρετε ποιούς;  Τοὺς Ἕλληνας! Τί μένει; Νὰ μετανοήσομε. Δὲν εἶναι ἀρκετὸ νὰ εὐχηθεῖ ἕνας, ὅσο ἅγιος καὶ νὰ εἶναι. Πρέπει νὰ μετανοήσομε. Γιὰ νὰ μὴν πῶ κάποτε καὶ κάποια μετάνοιά μας, ὅταν εἶναι φαραωνικὴ μετάνοια, δὲν γίνεται δεκτή. Νὰ ἀλλάξομε στάση ἀπέναντι εἰς τὸν Κύριο τῆς δόξης. Βλέπετε πόσες καταστροφές, ἔχομε σήμερα. Ποῦ θὰ πᾶμε; Πρέπει νὰ διψάσομε; Πρέπει νὰ πεινάσομε; Ἢ πρέπει νὰ πεθάνομε ὄχι ἀπὸ καθαρὸν ἀέρα; Πρέπει δηλαδὴ ἐκεῖ νὰ φθάσομε, γιὰ νὰ καταλάβομε ὅτι πρέπει νὰ μετανοήσομε; Ἐμεῖς διασκεδάζομε. Ἐμεῖς μένομε στὶς ἡδονές μας καὶ εἰς τίς ἁμαρτίες μας. Δὲν καταλαβαίνομε ὅτι κάποτε πρέπει νὰ ζήσομε μὲ μία λιτότητα; Δὲν σηκώνει ἄλλο. Ὅτι ὁ εὐδαιμονισμὸς εἶναι ὁ χειρότερος διώκτης καὶ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς κοινωνίας καί τῆς καθ᾿ ὅλου φύσεως; Δὲν τὸ ἀντιλαμβανόμεθα αὐτό; Γι᾿ αὐτὸ λέγει ἡ Σοφία Σολομῶντος: «Ἐρημώνει πᾶσαν τὴν γῆν ἀνομία». Τί θὰ ἐρημώσει ὅλην τὴν γῆν; Ἡ ἀνομία. Ἡ ἀνομία θὰ ἐρημώσει τὴ γῆν. Δὲν φταίει ὁ Θεός.

Συνεπῶς; Ἄς ἐπιστρέψομε εἰς τὸν Κύριον τῶν ἁγίων. Καὶ νὰ παρακαλέσομε καὶ τὸν ἅγιο Παντελεήμονα τὸν μεγαλομάρτυρα, αὐτὸ τὸ θῦμα τῆς τότε ἐποχῆς του. Τῆς τότε κακεντρεχοῦς ἐποχῆς του.

 

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή

μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,

ψηφιοποίηση τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας καὶ ἐπιμέλεια κειμένου:

Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

 

ΠΗΓΗ:

Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.

__________________________________ 

Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»