Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2020

Θεία Κοινωνία: Φάρμακον ἀθανασίας, ἀντίδοτον τοῦ μή ἀποθανεῖν

Δελτίου Τύπου τῆς Π.Ε.Θ.

«Θεουργὸν Αἷμα φρίξον, ἄνθρωπε, βλέπων·
ἄνθραξ γάρ ἐστι τοὺς ἀναξίους φλέγων·
Θεοῦ τὸ Σῶμα καὶ θεοῖ με καὶ τρέφει·
θεοῖ τὸ πνεῦμα, τὸν δὲ νοῦν τρέφει ξένως.»
Κατά τήν βραδινή μας προσευχή, ἐφόσον πρόκειται τήν ἑπόμενη ἡμέρα νά μεταλάβουμε, διαβάζουμε οἱ χριστιανοί τήν Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως, στήν ὁποία περιέχονται καί τά παραπάνω προσευχητικά λόγια. Ἄν πράγματι κατανοοῦμε αὐτά πού διαβάζουμε, συνειδητοποιοῦμε τή μεγάλη ἀξία τοῦ ὑπερφυούς καί φρικτοῦ Μυστηρίου:
Ἡ Θεία Κοινωνία μᾶς βοηθᾶ στήν τελείωση ἤ στήν κατά χάριν θέωσή μας, εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ πού, τρώγοντάς το καί πίνοντάς το, ἑνωνόμαστε πραγματικά μέ τόν Θεάνθρωπο Κύριό μας (Μάρκ. 14, 22-24, Ματθ. 26, 26-28, Ἰωάν. 6, 53-56, Α΄ Κορινθ. 11, 27).
Ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι πραγματική καί ὄχι συμβολική κοινωνία, εἶναι ἕνωση... τῶν χριστιανῶν μέ τόν Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστό, ἐπειδή, ἀκριβῶς, κατά τήν Ὀρθόδοξη Πίστη μας, ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος μεταβάλλονται πραγματικά, μέ τήν παντοδύναμη ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σέ Σῶμα καί Αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος τῆς Θείας Εὐχαριστίας δέν συμβολίζουν τό Κυριακό Σῶμα καί Αἷμα, ὅπως κακόδοξα φρονοῦν οἱ Προτεστάντες, ἀλλά εἶναι τό πραγματικό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.

Στό μέγα καί ὑπερφυές αὐτό Μυστήριο, μεταλαμβάνοντας Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ, μεταλαμβάνουμε τόν ἴδιο τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό, καθότι, στό πρόσωπό Του, ἡ ἀνθρώπινη φύση Του, ἡ σάρκα Του καί τό αἷμα Του εἶναι ἑνωμένη ὑποστατικά μέ τήν θεότητά Του. Ἑπομένως, κοινωνώντας οἱ πιστοί τό ἄχραντο Σῶμα Του καί τό τίμιο Αἷμα Του, κοινωνοῦμε ταυτόχρονα καί τήν Θεία φύση τοῦ Κυρίου μας καί γινόμαστε στ’ ἀλήθεια κατά χάριν θεοί. 

Καί ἐπειδή στίς μέρες μας ἠγέρθη λόγος βέβηλος καί θρασύς ἀπό ἐπιστήμονες καί μάλιστα ἰατρούς, πού πολεμοῦν τό θεοσύστατο καί θεοποιόν τούς χριστιανούς Μέγα αὐτό Μυστήριο, διασπείροντας στόν κόσμο τήν ψευδῆ εἴδηση ὅτι ἀπό τήν Θεία Κοινωνία εἶναι πολύ πιθανό νά μεταδοθοῦν ἰοί καί μικρόβια θανατηφόρα, εἶναι ἀναγκαῖο νά ἀπαντηθεῖ καί νά ἀποκρουσθεῖ ἄμεσα αὐτή ἡ βαριά ὕβρις καί συκοφαντία ἐναντίον τῆς πίστεώς μας. 

Ἡ Θεία Κοινωνία καθώς προείπαμε, ἀποτελεῖ τή μετάληψη ἀπό τούς πιστούς τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Η Ὀρθόδοξη Θεολογία τονίζει ὅτι, λόγω τῆς ἑνώσεως στό ἕνα πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου τῆς Θείας μέ τήν ἀνθρώπινη φύση Του, ἡ Θεία φύση τοῦ Κυρίου προσδίδει ἤ κοινοποιεῖ (ἀντίδοση) στήν ἀνθρώπινη φύση Τοῦ τά χαρακτηριστικά («τίς τελειότητές») της, τήν ἀπάθεια, τήν ἀθανασία, τήν μακαριότητα καί ὅλες τίς Θεϊκές της ἰδιότητες. Κατά τόν ἴδιο τρόπο, ὅταν ἐμεῖς οἱ χριστιανοί κοινωνοῦμε Σῶμα καί Αἷμα Κυρίου, πραγματικά θεωνόμαστε κατά χάριν καί μετέχουμε στίς Θεϊκές ἰδιότητες («τελειότητες»), χωρίς ὅμως ἐπ’ οὐδενί νά παύουμε νά εἴμαστε ἄνθρωποι. Πῶς εἶναι λοιπόν δυνατόν τό ὑπέρτατο αὐτό Μυστήριο, πού μᾶς κάνει κατά χάριν θεούς, μᾶς ζωοποιεῖ καί μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀφθαρτίζει, αὐτό τό ἴδιο νά μᾶς μεταδίδει ἰούς θανατηφόρους; Μόνον ὅσοι εἶναι ἄπιστοι ἤ αἱρετικοί (Προτεστάντες) ἀρνοῦνται τήν πραγματική μεταβολή τῶν Εὐχαριστιακῶν Δώρων σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ καί ἀφήνουν νά ἐμφιλοχωρήσει στό μυαλό τους ἡ ἄτοπη καί βέβηλη αὐτή σκέψη.

Ἡ Θεία Κοινωνία μπορεῖ ὄντως νά μᾶς βλάψει, νά γίνει ἡ Θεία Μετάληψη «ἄνθραξ τούς ἀναξίως φλέγων», πραγματική φλόγα πού καίει τούς ἀνάξιους, δηλαδή τούς ἀμετανόητα ἁμαρτωλούς, ἡ βλάβη αὐτή, ὅμως, δέν προξενεῖται ἀπό μικρόβια καί ἰούς ἀλλά ἀπό τήν προσέλευσή μας στό μέγα Μυστήριο, χωρίς Ἐξομολόγηση – μετάνοια καί συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν μας ἀπό τόν Πνευματικό (Ἐξομολόγο). Στήν περίπτωση αὐτή, ἡ Θεία Μετάληψη, ἀντί νά γίνεται πρόξενος ζωῆς αἰώνιας καί ἀθάνατης, γίνεται αἰτία ἀσθενειῶν ἤ ἀκόμη καί σωματικοῦ θανάτου, ὅπως ἀδιάψευστα μᾶς πληροφορεῖ ὁ οὐρανοβάμων Ἀπόστολος Παῦλος (Α΄ Κορινθ. 11, 27-30). Ἡ αἰτία λοιπόν τῆς ὅποιας τυχόν βλάβης εἶναι σαφῶς ἡ δική μας ἀμετανοησία, ψυχική πώρωση καί ἀναισθησία καί ὄχι φυσικά τά μικρόβια!

Ἡ Θεία Εὐχαριστία (Θεία Λειτουργία) καί ὅλα τά χριστιανικά Μυστήρια τελοῦνται ἀπό τούς ἱερεῖς μας ἐντός τῶν ἱερῶν ναῶν, μέ τή φυσική παρουσία καί τήν προσωπική συμμετοχή τῶν πιστῶν. Ἡ Θεία Λειτουργία ἐπ’ οὐδενί δέν ἀντικαθίσταται ἀπό τήν ἀτομική κατ’ οἶκον προσευχή, ἡ ὁποία εἶναι μέν ἀπαραίτητη, ὅμως, δέν ἀναπληρώνει τή Θεία Λειτουργία (Θεία Κοινωνία). Γι’ αὐτό καί σέ περιόδους σκληρῶν διωγμῶν τῆς Ἐκκλησίας (Ρωμαιοκρατία, Τουρκοκρατία, ἄθεος Κομμουνισμός), οἱ χριστιανοί κατέφευγαν κρυφά στίς κατακόμβες ἤ μέ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους πήγαιναν στίς λιγοστές ἐκκλησίες, πού ἀπέμεναν ἀνοικτές, γιά νά μετάσχουν στή Θεία Λειτουργία καί νά μεταλάβουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.

Ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶναι τό κεντρικό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας, πού συγκροτεῖ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή την Ἐκκλησία, διότι μᾶς ἑνώνει μέ τόν Χριστό, καθιστώντας μας «Θείας φύσεως κοινωνούς» (Β΄ Πέτρ. 1, 4). Μᾶς συγκροτεῖ ταυτόχρονα καί μεταξύ μας, σέ μία ἑνότητα, στό Πανάγιο Σῶμα τοῦ Θεανθρώπου, τήν Ἐκκλησία ὁλοκληρώνοντάς μας ὠς αληθινούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς. Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ σχέση, ἡ κοινωνία μας μέ τόν Θεό δέν εἶναι μόνο πνευματική –μυστική– ἀτομική, ὅπως στήν προσευχή, ἀλλά εἶναι καί ὁρατή –σωματική– διά μέσου ὅλων τῶν πιστῶν, ὅπως στή Θεία Λειτουργία (Θεία Κοινωνία). Γι’ αὐτό η Ἐκκλησία, χωρίς τή Θεία Λειτουργία (Θεία Κοινωνία) καί τά ἄλλα ἱερά Μυστήρια, παύει νά ἐπιτελεῖ τό ἁγιαστικό καί θεοποιό ἔργο της γιά τούς ἀνθρώπους.


Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, σέ κάθε ἐποχή ἐκκλησιαζόμαστε καί, προετοιμασμένοι καί ἐξομολογημένοι, κοινωνοῦμε τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου τοῦ Κυρίου, δηλαδή τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Τό κάνουμε, ἰδιαίτερα κάτω ἀπό τίς σημερινές συνθῆκες, κατά τίς ὁποῖες κάποιοι ἀπό τούς κρατικούς λειτουργούς καί ἀπό τά ΜΜΕ κάνουν προσπάθειες, παρεμβάσεις καί κηρύγματα, προκειμένου νά ἐνσπείρουν τόν ἀνθρώπινο φόβο στούς Ἕλληνες πολίτες, ἰσχυριζόμενοι ὅτι, μέ τή συμμετοχή τους στή Θεία Κοινωνία ὑπάρχει κίνδυνος μολύνσεώς τους ἀπό τόν Κορωναϊό. Όσοι ἀποδέχονται καί ἀσπάζονται αὐτή τήν κακόβουλη προπαγάνδα ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ὑπονομεύουν τήν πνευματική τους ζωή καί τό αἰώνιο μέλλον τους. Και τοῦτο διότι μή ὑπακούοντας στόν Χριστό, πού ἔδωσε ὁδηγία νά τελοῦμε τή Θεία Εὐχαριστία καί νά κοινωνοῦμε, κλείνουν τήν πόρτα εἰσόδου στήν Αἰώνια ζωή, πού ἄνοιξε στούς ἀνθρώπους ὁ Ἰησοῦς Χριστός, φοβούμενοι ὅτι, ἀντί τῆς δωρεᾶς τοῦ ἁγιασμοῦ καί τῆς ἀθανασίας, μέσω τοῦ Τιμίου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Κυρίου μπορεῖ νά τούς μεταδοθεῖ μόλυνση καί θάνατος.

Ὅσο γιά τούς λειτουργούς τῆς Πολιτείας ἀπαιτοῦμε ἀπό αὐτούς, νά μή ξανακλείσουν τίς Ἐκκλησίες μας. Ἐάν δέν θέλουν νά σέβονται τήν Ἱερή μας Παράδοση, τουλάχιστον, ἄς σεβαστοῦν τό Σύνταγμά μας, γιά τήν πιστή τήρηση τοῦ ὁποίου ἔχουν δώσει ὅρκο. Τό Σύνταγμα ρυθμίζει μέ σαφήνεια τίς σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας: Σύμφωνα μέ τόν «Πατριαρχικό Τόμο τοῦ 1850», ὁ ὁποῖος ἔχει ἐνταχθεῖ, μέ τό ἄρθρ. (3) στό Σύνταγμα, ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὡς ἀνώτατη Ἐκκλησιαστική ἀρχή, διοικεῖ «τά τῆς Ἐκκλησίας, κατά τούς θείους καί ἱερούς κανόνας, ἐλευθέρως καί ἀκωλύτως ἀπό πάσης κοσμικῆς ἐπεμβάσεως».

Καλοῦμε λοιπόν ὅλους, ὅσους ἐπιθυμοῦν νά ζοῦνε τή συνέχεια τῆς ἁγιοπνευματικῆς ἐμπειρίας τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, νά προσέρχονται στούς Ἱερούς Ναούς καί νά κοινωνοῦν μέ φόβο (σεβασμό) Θεοῦ, πίστη καί ἀγάπη καί ἀφοβία ἔναντι τῶν ἀνθρωπίνων φόβων, προσευχόμενοι μέ τά λόγια τῆς παρακάτω γνωστῆς προσευχῆς:

«Τοῦ Δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ σήμερον, Υἱὲ Θεοῦ, κοινωνόν με παράλαβε· οὐ μὴ γὰρ τοῖς ἐχθροῖς σου τὸ μυστήριον εἴπω· οὐ φίλημά σοι δώσω, καθάπερ ὁ Ἰούδας· ἀλλ᾿ ὡς ὁ Λῃστὴς ὁμολογῶ σοι· Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου.

Τό ΔΣ τῆς ΠΕΘ

 http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2020/10/blog-post_78.html#more