Πραγματεύεται τὴν στάση μας ἀπέναντι
στὴν σύγχρονη παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
καὶ συγκεκριμένα ἀπέναντι στοὺς ἡγέτες του
Ἡ ἀνάγκη ἀπομακρύνσεως τῶν πιστῶν ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς εἶναι κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἐπιτακτική· γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας πάντα –πορευόμενη τὴν ὁδὸ τῶν Ἁγίων– κατεδείκνυε καὶ κατονόμαζε τοὺς αἱρετικοὺς καὶ μὲ κηρύγματα, συγγράμματα, φυλλάδια καὶ ἐγκυκλίους σήμαινε συναγερμό, ὁσάκις ἀντιλαμβανόταν τὴν ὕπαρξη καὶ δράση τους. Ταυτόχρονα μὲ τὴν ἐγρήγορση γιὰ τὴν προφύλαξη τῶν πιστῶν, φρόντιζε νὰ συναντᾶ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ –ἀπὸ εἰλικρινῆ ἀγάπη– νὰ συζητᾶ καὶ νὰ διαλέγεται μαζί τους, ὥστε, ἐὰν ἔδειχναν καλὴ διάθεση, νὰ τοὺς βοηθήσει νὰ ἐπανέλθουν πάλι στὴν Ἐκκλησία.
Αὐτὴ τὴν πρακτικὴ τῆς Ἐκκλησίας τὴν χάσαμε κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ 20ου αἰῶνα, γιατὶ χάσαμε τὸ ὀρθόδοξο αἰσθητήριο καὶ ὑποτιμήσαμε τὸν θανατερὸ κίνδυνο ἐκ τῆς νεοφανοῦς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἡ δολιότητα τῆς παπικῆς προπαγάνδας καὶ ἡ πολυδιάσπαση στὸ προτεσταντικὸ χῶρο συνήργησαν καὶ κατόρθωσαν νὰ προσεταιρισθοῦν ἡγετικὰ πρόσωπα τῆς ἐμπερίστατης –στὶς ἀρχὲς τοῦ αἰῶνος– Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί, ἀπὸ κοινοῦ, νὰ βαδίσουν τὸ δρόμο τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Πολλοὶ πνευματικοὶ Πατέρες διαπίστωσαν τὸν κίνδυνο καὶ προσπάθησαν μὲ συμβουλές, ὁμιλίες καὶ ἑκατοντάδες κείμενα νὰ τὸν καταδείξουν καὶ νὰ διεγείρουν τὶς συνειδήσεις. Ὅμως, ἡ διακριτική, κατ’ ἀρχάς, διείσδυση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ παραπλάνηση τῶν πιστῶν μὲ πρόσχημα τὴν πρὸς τοὺς αἱρετικοὺς ἀγάπη, ἡ ἀναδίπλωσή τους κάθε φορὰ ποὺ ὑπῆρχε ἰσχυρὴ ἀντίδραση ἐκ μέρους τοῦ λαοῦ κ.λπ., ἐπέτρεψε τὴν ἐξάπλωση τῆς αἱρέσεως στὸν ὀρθόδοξο κόσμο, τὴν περαιτέρω καὶ παράλληλη ἐκκοσμίκευση τῶν πιστῶν καὶ τὴν χαλαρή τους σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία.
Ἔτσι, οἱ ἡγετικὲς ὁμάδες τῶν «ὀρθόδοξων» οἰκουμενιστῶν προχώρησαν στὸ ἑπόμενο στάδιο, τὴν ἐπιθετικὴ πλέον ἐπιβολὴ τῆς αἱρέσεως, ἡ ὁποία ὡς μολυσματικὴ νόσος πλήττει σήμερα ἕνα μεγάλο μέρος τῶν πιστῶν.
Ἡ διάβρωση δέ, εἶναι τόσο μεγάλη, ὥστε ἀκόμα καὶ ἐκεῖνοι οἱ ἱερεῖς καὶ ἁγιορεῖτες Πατέρες, ποὺ πρὶν μιὰ δεκαετία συνιστοῦσαν τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς οἰκουμενιστὲς «ὀρθοδόξους», (τότε ποὺ ὁ Οἰκουμενισμὸς ἦταν ἀκόμα στὰ σπάργανα), τώρα νὰ διεξάγουν ἕνα ἀναποτελεσματικὸ ἀγῶνα, καὶ νὰ συνιστοῦν προσευχὴ καὶ ὑπομονή, ἀλλὰ καὶ ὑπακοὴ στοὺς οἰκουμενιστὲς Πατριάρχες καὶ Ἐπισκόπους!
Στηρίζουν, μάλιστα, αὐτήν τους τὴν πρόταση σὲ ἕνα ἱερὸ κανόνα τῆς Ἐκκλησίας, τὸν ΙΕ΄ τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Ὁ κανόνας αὐτὸς διδάσκει τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ἐπισκόπους· αὐτοί, ὅμως, τὸν ἑρμηνεύουν ὡς προαιρετικό.
Σὲ αὐτὸ τὸ κρίσιμο σημεῖο γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ἔρχεται τὸ νέο βιβλίο τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ, μέσα ἀπὸ τὶς σελίδες τοῦ ὁποίου παρελαύνουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ μὲ τὰ κείμενά τους, δίνουν ξεκάθαρη ἀπάντηση στὸ ζωτικὸ αὐτὸ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία πρόβλημα. Ἡ θέση τοῦ βιβλίου, δηλαδή, εἶναι πὼς ἡ ἄμεση ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς εἶναι κοινὴ θέση καὶ ἔμπρακτη διδασκαλία ὅλων τῶν Ἁγίων· θέση ποὺ τὴν ἐπισφράγισαν πολλάκις μὲ τὴν ζωή τους· εἶναι θέμα ὁμολογίας καὶ σωτηρίας.
Τὸ μεγάλο προσὸν τοῦ βιβλίου εἶναι, ὅτι δὲν χρησιμοποιεῖ μιὰ νομικίστικη νομοκανονικὴ ἐπιχειρηματολογία γιὰ νὰ ἀποστομώσει τοὺς ἔχοντας διαφορετικὴ τοποθέτηση. Ἀλλὰ μὲ ἀγάπη καὶ κατανόηση, μὲ λιτὸ λόγο, ἑκατοντάδες πατερικὰ καὶ ἁγιολογικὰ κείμενα, καταθέτει τὴν μαρτυρία τῶν Ἁγίων, ἔχοντας ἀφετηρία καὶ ὁδηγό του –κατ’ ἀρχὰς– τὸν ἅγιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη (στοῦ ὁποίου τοὺς ἀγῶνες καὶ τὰ συγγράμματα χρόνια ἐντρυφᾶ).
Μὲ τοὺς Ἁγίους, λοιπόν, ὁδηγούς, μᾶς ἐξηγεῖ στὸ βιβλίο του ὁ π. Εὐθύμιος, πὼς ἡ ὑποχρεωτικὴ τήρηση τοῦ συγκεκριμένου ἱεροῦ κανόνα εἶναι ὁλοφάνερη, ὅπως αὐθεντικὰ ἑρμηνεύεται ἀπὸ τὴ διδασκαλία καὶ τὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων. Πὼς ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς δὲν ἀποτελεῖ μιὰ καινοτομία στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ποὺ καθιερώθηκε τὸν ἔνατο αἰῶνα, ἐποχῆς θεσπίσεως τοῦ ἱεροῦ κανόνα. Ἀντίθετα ὁ ἱερὸς κανόνας συνοψίζει τὴν διδασκαλία καὶ «συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων» (Consensus Patrum), ἡ ὁποία ἐφαρμοζόταν ὄχι μόνο πρίν, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν θέσπιση τοῦ ΙΕ΄ κανόνα καὶ ὡς καὶ τὸν προηγούμενο αἰῶνα, πρὶν ὁ Οἰκουμενισμὸς ἀλλοιώσει τὰ ὀρθόδοξα κριτήρια καὶ ὁδηγήσει σεβαστοὺς σύγχρονους γέροντες νὰ τὸν ἀξιολογήσουν –κατ’ οἰκονομίαν– ὡς προαιρετικό.
Συγκεκριμένα οἱ Πατέρες διδάσκουν ἀπὸ κοινοῦ, πὼς οἱ πιστοὶ ὀφείλουν νὰ ἀπομακρύνονται ἐκκλησιαστικὰ ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, ὄχι μόνο ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχουν καταδικασθεῖ ἀπὸ Σύνοδο –γιατὶ γι’ αὐτοὺς ἡ ἀπομάκρυνση εἶναι αὐτονόητη– ὅσο, καὶ κυρίως, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἀρχίσει νὰ διαδίδουν τὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες τους (ἔργῳ καὶ λόγῳ) ὑπούλως καὶ ἀνεντίμως. Δηλαδή, ἐνῶ θεωροῦνται καὶ μνημονεύονται ὡς Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι καὶ Πατριάρχες, στὴν οὐσία εἶναι ψευδεπίσκοποι καὶ ψευδοποιμένες· καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο εἶναι πλέον ἐπικίνδυνοι.
Εἶναι, λοιπόν, φοβερὸ νὰ ἐρίζουμε σήμερα γιὰ τὴν ὑποχρεωτικότητα ἢ τὴν προαιρετικότητα ἑνὸς κανόνος, καὶ νὰ μὴν βλέπουμε ὅτι ὁ κανόνας αὐτὸς εἶναι ἡ συμπερίληψη ὅλης τῆς ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως στὸ θέμα. Πὼς ὁ ΙΕ΄ κανόνας δὲν κάνει τίποτ’ ἄλλο, παρὰ νὰ καταγράφει τὴν αὐτονόητη καὶ ἐξ ἐνστίκτου ἀντίδραση τῶν πιστῶν, κάθε φορὰ ποὺ ἐμφανιζόταν μιὰ καινούργια αἵρεση. Ἐρίζουμε γιὰ τὸ ὑποχρεωτικὸ ἢ μὴ ὑποχρεωτικὸ τοῦ κανόνος, καὶ δίνουμε τὴν εὐκαιρία στοὺς οἰκουμενιστὲς νὰ ὀργανώνονται καλύτερα, νὰ διεισδύουν ὅλο καὶ περισσότερο στὴν ἐκκλησιαστική μας ζωή, νὰ ἀλλοιώνουν ὅλο καὶ περισότερο τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα, ὅπως συμπεραίνει κανεὶς βλέποντας τὴν ἀνυπαρξία ἀντιδράσεων στὴν λαίλαπα τῶν μετὰ τῶν ἑτεροδόξων καὶ ἑτεροθρήσκων συμπροσευχῶν, οἱ ὁποῖες πλέον διαπράττονται ἐπὶ καθημερινῆς βάσεως.
Εὐχαριστοῦμε τὸν π. Εὐθύμιο γιὰ τὸ βιβλίο αὐτὸ καὶ ἐλπίζουμε, πὼς ἡ μελέτη τοῦ νέου βιβλίου, θὰ πληροφορήσει γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς ὀρθοδόξου Παραδόσεως στὸ θέμα· θὰ προκαλέσει γόνιμο προβληματισμὸ καὶ ἐποικοδομητικὸ διάλογο, καὶ θὰ βοηθήσει τοὺς καλοπροαίρετους ἀναγνῶστες νὰ ἀναθεωρήσουν τὶς λανθασμένες τοποθετήσεις ποὺ ἀπὸ ἄγνοια ἢ κακὴ κατανόηση ἔχουν ἐπικρατήσει· καὶ τέλος, πὼς θὰ συντελέσει νὰ συνειδητοποιήσουμε πὼς (σ’ αὐτοὺς τοὺς κρίσιμους καιροὺς) ἀπαιτεῖται ἑνότητα καὶ ἐπίκληση τοῦ θείου ἐλέους, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὴν «ἔσχατη αἵρεση τῆς ἱστορίας», κατὰ τὸν ἀείμνηστο π. Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο.
Σημάτης Παναγιώτης
ΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΕΧΟΥΝ ΩΣ ΕΞΗΣ:
Πρόλογος. 13
Α΄. Ὁ 15ος κανών τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου καί προ-
σέγγισις τῶν νοημάτων του. . 17
Β΄ Ἡ σύγκρισις τοῦ 15ου Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας
Συνόδου μέ ἄλλους καί ἡ ἐκ ταύτης ὑποχρεωτική
ἐφαρμογή του. . 53
Γ΄. Ἡ στάσις τῶν Ὀρθόδοξων πρός τούς κηρύσσοντας αἵ-
ρεσι ἐπισκόπους. Ἡ πρακτική ἐφαρμογή του 15ου Κα-
νόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνοδοῦ διαχρονικά. . 75
1. Ἡ Καινή Διαθήκη διά τήν στάσι τῶν πιστῶν ἀπένα-
ντι στούς αἱρετικούς. . 76
2. Ἡ συμφωνία τῶν ἀποστολικῶν Πατέρων διά τήν
ἀπομάκρυνσι ἀπό αἱρετικούς ψευδοποιμένες. . 78
3. Ἡ διαχρονική ἐφαρμογή τοῦ 15ου Κανόνος ἀπό τούς
μετά τόν γ΄ αἰῶνα μεγάλους Πατέρες. . 80
α΄. Ὁ Μέγας Βασίλειος. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 81
β΄. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 87
γ΄. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. . . . . . . . . . . . . 94
v 10 v
δ΄. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος. . . . . . . . . . . . . . . 101
ε΄. Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας. . . . . . . . . . . . . 106
ϛ΄. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. . . . . . . . . . . . . 114
ζ΄. Ὁ ἅγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων 130
η΄. Ἡ Ἀποτείχισις στά χρόνια τῆς Εἰκονομαχίας . . . 131
i. Πρώτη Περίοδος: Ἡ ἀντιμετώπισις ἀπό τήν Ζ΄
Οἰκουμενική Σύνοδο ὅσων δέν ἀποτειχίστηκαν
καταδεικνύει τήν ὑπάρχουσα Παράδοσι.. . . . . 131
ii. Δεύτερη Περίοδος τῆς Εἰκονομαχίας . . . . . . . . 137
θ΄. Ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης. . . . . . . . . . . . . . 143
ι΄. Ὁ Μέγας Φώτιος. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 147
ια΄. Ἡ ἐφαρμογή τοῦ 15ου Κανόνος σέ ἐπίπεδο Το-
πικῶν Ἐκκλησιῶν. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 150
ιβ΄. Ἡ ἀποτείχισις τῶν Ἁγιορειτῶν ἐπί Πατριάρχου
Ἰωάννου τοῦ Βέκκου. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 155
ιγ΄. Ἡ ἀποτείχισις τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ. . . 169
ιδ΄. Ἰωσήφ ὁ Βρυέννιος: Διδασκαλία περί Ἀποτειχί-
σεως ἔμπρακτος. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 183
ιε΄. Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός: Οἱ ἀγῶνες καί ἡ
ἀποτείχισίς του . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 198
4. Τό Αὐτοκέφαλο τοῦ 1850: Μιά κακή καί λανθασμέ-
νη ἀποτείχισις, πού ἰσοῦται μέ σχίσμα. 220
5. Ἡ παναίρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί οἱ δύο ἀπο-
τειχίσεις τοῦ 20ου αἰῶνος. 222
α΄. Ἡ ἀποτείχισις τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου. . . . . 227
β΄. Ἡ ἀποτείχισις τῶν Ἁγιορειτῶν ἀπό τόν Πατριάρ-
χη Ἀθηναγόρα. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 258
Δ΄. Ἡ σύγχρονος ἐκκλησιαστική κατάστασις ἐν σχέσει μέ
τόν 15ον Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου . 275
v 11 v
α΄. Ὁ φόβος ὅτι ἡ ἀποτείχισις θα ὁδηγήση σέ σχίσμα 281
β΄. Ὁ φόβος ὅτι ὁ ἀποτειχιζόμενος ἐξέρχεται τῆς
Ἐκκλησίας. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 285
γ΄. Ἡ ἄποψις τῆς δυνητικῆς ἑρμηνείας τοῦ 15ου Κα-
νόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου . . . . . . . . . . 287
δ΄. Τό ὅτι θά μνημονεύωμε «ἄχρι καιροῦ» μέ τελευ-
ταῖο ὅριο τό «κοινό ποτήριο». . . . . . . . . . . . . . . . 299
ε΄. Τό ἐπιχείρημα ὅτι δέν μολυνόμεθα, οὔτε συμμε-
τέχομε εἰς τήν αἵρεσι, ἄν δέν ἀποτειχισθοῦμε, ἐφ’
ὅσον ἔχωμε ὀρθόδοξο φρόνημα. . . . . . . . . . . . . . 300
στ΄. Ὁ φόβος μήπως καταλήξωμε ὡσάν τίς παρατά-
ξεις καί τά σχίσματα τῶν Παλαιοημερολογιτῶν . 302
ζ΄. Ἡ θεωρία τῆς συντεταγμένης ἀποτειχίσεως μέ
τούς στρατηγούς πρωτοστάτας εἰς αὐτήν. . . . . . 303
η΄. Ὁ φόβος τῶν πνευματικῶν ἐπιπτώσεων (ποινῶν,
καθαιρέσεων, στερήσεως μυστηρίων κλπ.). . . . . 306
θ΄. Τό ἐπιχείρημα ὅτι οἱ λαϊκοί δέν ἀποτειχίζονται,
ἀλλά μόνον οἱ κληρικοί, οἱ ὁποῖοι καί μνημονεύουν 307
ι΄. Τό ἐπιχείρημα ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός δέν ἔχει κα-
ταδικασθῆ ὑπό Συνόδου ὡς αἵρεσις, καί ὡς ἐκ
τούτου δέν ἀποτελεῖ καταδικασμένη αἵρεσι. . . . 308
Ἐπίλογος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 313