Δευτέρα 21 Μαΐου 2018

H προσφορα του Μ. Κωνσταντινου στην ανθρωποτητα ΝΑ, ΓΙΑΤΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΝ ΑΝΕΚΗΡΥΞΕ ΑΓΙΟ

H προσφορα του Μ. Κωνσταντινου στην ανθρωποτητα
Μ. ΚωντΛΑΜΠΡΑ, ἀγαπητοί μου, καὶ χαρμόσυνος ἡ­μέρα ἀνέτειλε σήμερα, ἡ ἑορτὴ τῶν ἁγί­ων Κωνσταντίνου καὶ τῆς μητρός του Ἑλένης. Κωνσταντῖνος καὶ Ἑλένη εἶνε δύο ὀνό­μα­τα γνωστὰ καὶ δημοφιλῆ ὄχι μόνο στὸν Ἑλληνικὸ λαὸ ἀλλὰ σὲ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο. Πλῆθος ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν φέρουν τὰ ὀνό­ματα αὐτά. Καὶ ὄχι μόνο ἁπλοῖ ἄνθρωποι, ἀλ­λὰ καὶ πρίγ­κιπες καὶ βασιλεῖς καὶ αὐτοκράτο­ρες καὶ στρατηγοί. Ἐπίσης πολλοὶ ναοὶ πόλεων καὶ χωριῶν, ἐξωκκλήσια καὶ παρεκκλήσια τιμῶνται ἐπ᾽ ὀνόματί των καὶ ἑορτάζουν σήμερα. Ἑορτάζει δὲ καὶ ὁ ὡραῖος ναός των στὸ Ἀμύνταιο τῆς ἱ. μητροπόλεως Φλωρίνης, ποὺ ἀνηγέρθη σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα.

* * *

Ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος χαρακτηρίσθηκε ἀ­πὸ τὴν ἱστορία Μέγας. Καὶ τὸ ἐπίθετο αὐτό, ποὺ σπανίως ἀπονέμεται, δὲν εἶνε χαριστι­κό· δὲν εἶνε τίτλος εὐγενείας ὅ­πως μερικοὶ τί­τλοι ἀριστοκρατῶν τῆς Δύ­σεως. Ἀν­τα­πο­κρί­νεται στὴν πραγματικότητα, ὅπως θὰ δοῦμε.
Μέγας ὠνομάστηκε, ἐπίσης ἀνταξίως, καὶ τὸ ἔνδοξο τέκνο τῆς Μακεδονίας μας, ὁ Ἀ­λέξανδρος. Καὶ ἦταν πράγματι μέγας, διότι μὲ τὴν μικρὰ σχετικῶς μακεδονικὴ φάλαγγα κατώρθωσε νὰ φθά­σῃ μέχρι τὰ βάθη τῆς Ἀσίας, μέχρι Γάγγη πο­ταμοῦ, καὶ νὰ ἱδρύσῃ τὴν δική του αὐτοκρατο­ρία· μιὰ αὐτοκρατορία ποὺ ἔ­σπειρε τὸν σπόρο τοῦ ἑλληνισμοῦ στὰ πέρατα τοῦ κόσμου καὶ προετοίμασε τὸ ἔδαφος γιὰ τὴν σπορὰ τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Ἀλλὰ τὸ ἔργο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου εἶνε ἀνώτερο ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Διότι ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἐνεπνεύσθη τὴν δημιουργία μιᾶς χριστιανικῆς πο­λιτείας. Καὶ ὄχι μόνο συνέλαβε τὴν ἰδέα, ἀλ­λὰ καὶ ἀγωνίσθηκε ἀνενδότως γιὰ τὴν πρα­γμα­τοποίησί της. Ἔτσι δημιουργήθηκε τὸ χριστι­ανικὸ κράτος του, τὸ γνωστὸ στὴν παγκόσμιο ἱστορία μὲ τὸ ὄνομα Βυζαν­τινὴ αὐτοκρατορία. Ἡ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία εἶνε ἐξαίρετο καὶ μοναδικὸ κράτος· μοναδικὸ ὡς πρὸς τὸν σκοπό, μοναδικὸ καὶ ὡς πρὸς τὴν διάρκεια.
Ὡς πρὸς τὸν σκοπὸ πρῶτον. Ποιό κράτος σήμερα ἔχει τὰ ἰδεώδη ποὺ εἶχε τὸ Βυζάντιο; Ὑπάρχουν κάπου 160 κράτη, ποὺ οἱ σημαῖες τους κυματίζουν στὸ προαύλιο τοῦ Ὀργανισμοῦ Ἡνωμένων Ἐθνῶν. Ποιό ἀπὸ τὰ κράτη αὐ­τὰ ἔχει τὰ ἰδανικὰ μὲ τὰ ὁποῖα ἔζησε καὶ με­γαλούργησε τὸ Βυζάντιο; Ποιός εἶνε ὁ σκο­πὸς τῶν κρατῶν αὐτῶν σήμερα; Ἐὰν σκοπὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶνε τὸ «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (᾿Ησ. 22,13· Α΄ Κορ. 15,32), πολὺ περισσότερο σκοπὸς ἑνὸς κράτους δὲν πρέπει νὰ εἶνε ἡ ὕλη. Σκοπὸς λοι­πὸν τοῦ κράτους τοῦ Βυζαντίου δὲν ἦτο ἡ ὕλη (ἡ ὑλικὴ εὐ­ημερία, ἡ ἀνάπτυξις, ἡ ἐκμετάλλευσις τῶν πλουτοπαραγωγικῶν πηγῶν, τῶν ὑ­δά­των καὶ τοῦ ὑπεδάφους, ἡ ἐπιβολὴ διὰ τῆς βίας, οἱ κατακτήσεις). Ὁ σκοπὸς τοῦ Βυζαν­τίου ἦτο ὑ­ψη­λός, οὐράνιος, ἀνώτερος ἀπὸ ἐ­κεῖνον ποὺ φαντάστηκε στὴν Πολιτεία του ὁ Πλάτων, ὁ ὁποῖος προσπάθησε νὰ τὸν πραγμα­τοποιήσῃ ἀλλ᾽ ἀπέτυχε. Σκοπὸς τοῦ Βυζαν­τίου ἦτο ἡ ἐφαρμογὴ καὶ ἡ κήρυξις καὶ διάδοσις τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἡ ἐκχριστιάνισις καὶ ὁ ἐκπολιτισμὸς τῶν βαρβάρων λαῶν.
Τὸ Βυζάντιο λοιπὸν ὑπῆρξε τὸ κέντρο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀκτινοβόλησε ἡ χριστιανικὴ πίστις σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι. Μοναδικὸ κράτος ὡς πρὸς τὸν στόχο ποὺ ἔθεσε. Μοναδικὸ ὅμως καὶ ὡς πρὸς τὴ διάρκεια ποὺ εἶχε. Ἀνοῖξτε τὴν ἱστορία. Πόσα χρόνια κράτησαν τὰ καθεστῶ­τα τοῦ κόσμου τούτου; Πόσο διήρκεσε ἡ δημοκρατία τοῦ Περικλέους στὴν Ἀθήνα; πόσο βάστα­ξε τὸ ὀλιγαρχικὸ πολίτευμα τοῦ Λυκούρ­γου στὴν Σπάρτη; πόσο ἔζησε τὸ βασίλειο τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου; πόσο διήρκεσε ἡ βασιλεία τῶν Περσῶν, τῶν Ἀσσυρίων, τῶν Βαβυ­λωνίων καὶ τῶν ἄλλων ἐθνῶν; Τὸ πολὺ τέσσε­ρις – πέντε αἰῶνες. Ἐνῷ ἡ αὐτοκρα­τορία τοῦ Βυζαντίου, μοναδικὸ φαινόμενο, βάσταξε 1.100 χρόνια. Καὶ ἦ­ταν τὸ κέντρο ὅλης τῆς οἰκουμέ­νης, ὁ φάρος, ὁ προμαχών, ἡ ἐμπροσθοφυλα­κὴ ποὺ ἀγωνιζόταν γιὰ τὰ χριστιανικὰ ἰδεώδη.
Ἡ Κωνσταντινούπολις, στὴν ὁποία ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος μετέφερε σκοπίμως τὴν ἕδρα του, ἔγινε ἡ νέα πρωτεύουσα. Σ᾽ αὐτὴν τὸ ὑ­ψη­λότερο οἰκοδόμημα ἦταν μία κολώνα, ἐπάνω στὴν ὁποία ἀκτινοβολοῦσε μεγάλος σταυ­ρός. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, θείᾳ ἐμ­πνεύσει, ἀν­τελήφθη ὅτι εἶνε ἀδικία νὰ καταδιώκωνται οἱ Χριστιανοί, ποὺ δὲν εἶνε κα­κοποιὰ στοιχεῖα, ἄ­ξιοι καταδίκης καὶ ἐξον­τώ­σεως. Ἐπείσθη, ὅτι οἱ Χριστιανοί, ὅπου κι ἂν βρίσκωνται, εἴτε ὡς στρατιῶτες καὶ ἀ­ξιωματικοὶ εἴτε ὡς ὑ­πάλληλοι εἴτε ὡς ἁπλοῖ πολῖ­τες, εἶνε τὸ ἅλας καὶ τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Καὶ ἐνῷ ἡ ῾Ρώμη κατέρρεε, ἡ νέα ῾Ρώμη, ἡ Κωνσταντινούπολις, ἤκμαζε μὲ τὸ χριστιανι­κὸ στοιχεῖο.
Ἐπάνω στὸ νέο αὐτὸ ἀνθη­ρὸ στοιχεῖο, στὸ στερεὸ τοῦτο ἔδαφος, θεμε­λί­ωσε τὸ κράτος του ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, κράτος μὲ μοναδικὸ προσανατολισμό· νὰ ζήσῃ τὸ ἴδιο ἀλλὰ καὶ νὰ διαδώσῃ σὲ ἄλλους τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ ἐδῶ ἔγκειται ἡ μεγάλη του προσφορά. Ὄχι δὲ μόνο ἡ Κωνσταντινούπολις ἀλλὰ καὶ ἡ Θεσσαλονίκη, ἡ δευτέρα πόλις τῆς αὐτοκρατορί­ας, ἦταν κέντρο ἱεραποστολικό. Ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη καὶ τὴν Κωνσταντινούπολι ξεκίνησαν ἀετοὶ τοῦ πνεύματος, μεγάλοι ἱεραπόστολοι καὶ ἐθναπόστολοι. Ξεκίνησε ὁ Κύριλλος καὶ ὁ Μεθόδιος, καὶ κήρυξαν στοὺς Σέρβους, στοὺς Βουλγάρους, στοὺς ῾Ρουμάνους· ἔφτασαν μέχρι τὰ ἄκρα τοῦ βορρᾶ σπείρον­τας τὸν σπόρο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία καὶ βαπτίζοντας.
Στὸ ἔδαφος ἀκόμη τοῦ Βυζαντίου συνῆλθαν οἰ­κου­­με­νικὲς καὶ τοπικὲς Σύνοδοι. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἔκανε τὴν ἀρχή. Τὸ 325 μ.Χ. συνεκάλεσε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας τοὺς 318 θεοφόρους πατέρας στὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύν­οδο, ἡ ὁποία συνέταξε τὸ σπουδαι­ότερο μετὰ τὴν ἁγία Γραφὴ κείμενο. Δὲν ὑπάρχει, τὸ τονίζω, μεγαλυτέρα φιλοσοφία στὸν κόσμο ἀπὸ τὶς ἀλήθειες ποὺ ἐγκλείουν τὰ σύντομα λόγια τοῦ Συμβόλου τῆς πίστεως, τοῦ «Πιστεύω». Τὸ «Πιστεύω» εἶνε γραμμένο ὄχι ἁ­πλῶς μὲ μολύβι καὶ μὲ μελάνι· εἶνε γραμμένο μὲ τὰ αἵματα τῶν ἡρώων τῆς πίστεώς μας. Στὴν περιοχὴ τοῦ Βυζαντίου συνεκλήθησαν καὶ ὅλες οἱ ἑπόμενες οἰκουμενικὲς Σύνοδοι.
Στὴν περιοχὴ τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους ἱ­δρύ­θηκαν ἀκόμη τὰ περίφημα μοναστήρια. Τὰ μοναστήρια δὲν ἦσαν, ὅπως διαβάλλουν οἱ ἄθεοι καὶ οἱ ἄπιστοι, ἑστίες ῥαστώνης καὶ ὀκνηρίας καὶ τεμπελιᾶς, ἀλλὰ ὑπῆρξαν πανεπιστήμια τῆς ἐποχῆς ἐκείνης· χάρις στὰ μοναστήρια ἐκεῖνα, καὶ ἰδίως τοῦ Ἁγίου Ὄρους, διεσώθη ὁ πλοῦτος τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφί­ας καὶ τῆς ἱστορίας καὶ τῆς ποιήσεως.
Ἡ Κωνσταντινούπολις λοιπὸν βάσταξε 1.100 χρόνια. Καὶ μετά; Ὤ συμφορά! Στὶς 29 Μαΐου ―ἐπέτειο ποὺ πρέπει νὰ πενθῇ τὸ γένος καὶ νὰ χτυποῦν οἱ καμπάνες λυπηρὰ σὲ ὅλο τὸν Ἑλληνισμό―, στὶς 29 Μαΐου τοῦ 1453 βάρβαρα στίφη, ἄξεστοι Ἀσιᾶται ἐλαυνόμενοι ἀπὸ μανία καταστροφῆς διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου, εἰσῆλ­θαν μέσα στὴν Πόλι. Καὶ τότε ἐπὶ τῶν ἐ­πάλξεών της ἔπεσε ὁ τελευταῖος αὐτοκράτωρ, ποὺ εἶχε τὸ ἴδιο ὄνομα μὲ τὸν πρῶτο· Κωνσταντῖνος ὁ Α΄ ἐκεῖνος (324-337), καὶ πάλι Κωνσταντῖνος ὁ ΙΑ΄ αὐτὸς ὁ Παλαιολόγος (1449-1453). Καὶ ἡ πρώτη πρᾶξις τῶν κατακτητῶν ποιά ἦταν; Ἕνας βάρ­βαρος ἀνέβηκε στὸν τροῦλλο τῆς Ἁγίας Σοφίας, ξερρίζωσε τὸν τίμιο σταυρό, καὶ στὴ θέσι του ὕψωσε τὴν ἡμισέληνο, τὸ σύμβολο τοῦ σκότους καὶ τῆς βαρβαρότητος. Τότε πλέον ἔ­σβησε τὸ μεγαλούργημα τοῦ Βυζαντίου, ἀ­πέ­θανε ἡ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία.

* * *

Ἀπέθανε; Ὄχι, ὄχι! Τὰ ἄτομα ἀποθνῄ­σκουν, οἱ ἰδέες δὲν ἀποθνῄσκουν. Ἡ ἰδέα τῆς Βυζαν­τινῆς αὐτοκρατορίας ζῇ μέσα στὶς καρδιὲς τῶν Ἑλλήνων. Ζῇ ὡς παράδοσις, ὡς θρῦλος, ὡς ἱστορία. Ζῇ! Ἐγὼ πιστεύω ἀκραδάντως καὶ παρὰ τὴν ἁμαρτωλότητά μου προφητεύω βα­σιζόμενος στοὺς λόγους τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ὅτι ―ὄχι ἡ δική μας γενεά, διότι ἁ­μάρτησε πολὺ καὶ ἐθνικῶς καὶ πολιτικῶς καὶ θρησκευτικῶς― μία νέα γενεά, ἡ ὁποία ἔρχεται, θὰ δῇ νὰ πραγματοποιῆται τὸ «Πάλι μὲ χρόνια μὲ καιρούς, πάλι δικά μας θά ᾽νε». Αὐτοί, τὸ πιστεύω καὶ τὸ διαλαλῶ, θ᾽ ἀξιωθοῦν νὰ ἑορτάσουν καὶ νὰ λειτουργήσουν μέσα στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας.
Τὸ ὄνειρο αὐτὸ θὰ γίνῃ πραγματικότης ὑ­πὸ ἕνα ὅρον· ἐὰν τὸ κράτος μας, ὡς διάδοχο τοῦ Βυ­ζαντίου, ἐμπνευσθῇ ἀπὸ τὰ ἰδεώδη τοῦ Μεγάλου Κωνσταν­τίνου, ἐὰν ὡς ἔμβλη­μά μας ἔχουμε τὸ «Ἐν τούτῳ νίκα». Τὰ ἄλλα κράτη στὶς σημαῖες τους ἔχουν ἄλλα σύμβολα. Ἡ Ἑλ­λὰς ἔχει τὸν τίμιο σταυρό. Μὲ τὸ «Ἐν τού­τῳ νί­κα» θὰ προχωρήσουμε. Καὶ παρ᾽ ὅλα τὰ ἐμπόδια εἶμαι βέβαιος ὅτι τὸ ἔθνος τοῦτο, τὸ μικρὸ σὲ ἔκτασι ἀλλὰ μεγάλο σὲ ἰδεώδη, θὰ ζήσῃ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ ῾Αγ. Κωνσταντίνου & Ἑλένης Ἀμυνταίου τὴν 21-5-1976

4219881