H προσφορα του Μ. Κωνσταντινου στην ανθρωποτητα
ΛΑΜΠΡΑ, ἀγαπητοί
μου, καὶ χαρμόσυνος ἡμέρα ἀνέτειλε σήμερα, ἡ ἑορτὴ τῶν ἁγίων
Κωνσταντίνου καὶ τῆς μητρός του Ἑλένης. Κωνσταντῖνος καὶ Ἑλένη εἶνε δύο
ὀνόματα γνωστὰ καὶ δημοφιλῆ ὄχι μόνο στὸν Ἑλληνικὸ λαὸ ἀλλὰ σὲ ὅλο τὸν
ὀρθόδοξο κόσμο. Πλῆθος ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν φέρουν τὰ ὀνόματα αὐτά. Καὶ
ὄχι μόνο ἁπλοῖ ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ πρίγκιπες καὶ βασιλεῖς καὶ
αὐτοκράτορες καὶ στρατηγοί. Ἐπίσης πολλοὶ ναοὶ πόλεων καὶ χωριῶν,
ἐξωκκλήσια καὶ παρεκκλήσια τιμῶνται ἐπ᾽ ὀνόματί των καὶ ἑορτάζουν
σήμερα. Ἑορτάζει δὲ καὶ ὁ ὡραῖος ναός των στὸ Ἀμύνταιο τῆς ἱ.
μητροπόλεως Φλωρίνης, ποὺ ἀνηγέρθη σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα.
* * *
Ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος
χαρακτηρίσθηκε ἀπὸ τὴν ἱστορία Μέγας. Καὶ τὸ ἐπίθετο αὐτό, ποὺ σπανίως
ἀπονέμεται, δὲν εἶνε χαριστικό· δὲν εἶνε τίτλος εὐγενείας ὅπως μερικοὶ
τίτλοι ἀριστοκρατῶν τῆς Δύσεως. Ἀνταποκρίνεται στὴν
πραγματικότητα, ὅπως θὰ δοῦμε.
Μέγας ὠνομάστηκε, ἐπίσης ἀνταξίως, καὶ τὸ ἔνδοξο τέκνο τῆς Μακεδονίας μας, ὁ Ἀλέξανδρος. Καὶ ἦταν πράγματι μέγας, διότι μὲ τὴν μικρὰ σχετικῶς μακεδονικὴ φάλαγγα κατώρθωσε νὰ φθάσῃ μέχρι τὰ βάθη τῆς Ἀσίας, μέχρι Γάγγη ποταμοῦ, καὶ νὰ ἱδρύσῃ τὴν δική του αὐτοκρατορία· μιὰ αὐτοκρατορία ποὺ ἔσπειρε τὸν σπόρο τοῦ ἑλληνισμοῦ στὰ πέρατα τοῦ κόσμου καὶ προετοίμασε τὸ ἔδαφος γιὰ τὴν σπορὰ τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Ἀλλὰ τὸ ἔργο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου εἶνε ἀνώτερο ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Διότι ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἐνεπνεύσθη τὴν δημιουργία μιᾶς χριστιανικῆς πολιτείας. Καὶ ὄχι μόνο συνέλαβε τὴν ἰδέα, ἀλλὰ καὶ ἀγωνίσθηκε ἀνενδότως γιὰ τὴν πραγματοποίησί της. Ἔτσι δημιουργήθηκε τὸ χριστιανικὸ κράτος του, τὸ γνωστὸ στὴν παγκόσμιο ἱστορία μὲ τὸ ὄνομα Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία. Ἡ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία εἶνε ἐξαίρετο καὶ μοναδικὸ κράτος· μοναδικὸ ὡς πρὸς τὸν σκοπό, μοναδικὸ καὶ ὡς πρὸς τὴν διάρκεια.
Ὡς πρὸς τὸν σκοπὸ πρῶτον. Ποιό κράτος σήμερα ἔχει τὰ ἰδεώδη ποὺ εἶχε τὸ Βυζάντιο; Ὑπάρχουν κάπου 160 κράτη, ποὺ οἱ σημαῖες τους κυματίζουν στὸ προαύλιο τοῦ Ὀργανισμοῦ Ἡνωμένων Ἐθνῶν. Ποιό ἀπὸ τὰ κράτη αὐτὰ ἔχει τὰ ἰδανικὰ μὲ τὰ ὁποῖα ἔζησε καὶ μεγαλούργησε τὸ Βυζάντιο; Ποιός εἶνε ὁ σκοπὸς τῶν κρατῶν αὐτῶν σήμερα; Ἐὰν σκοπὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶνε τὸ «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (᾿Ησ. 22,13· Α΄ Κορ. 15,32), πολὺ περισσότερο σκοπὸς ἑνὸς κράτους δὲν πρέπει νὰ εἶνε ἡ ὕλη. Σκοπὸς λοιπὸν τοῦ κράτους τοῦ Βυζαντίου δὲν ἦτο ἡ ὕλη (ἡ ὑλικὴ εὐημερία, ἡ ἀνάπτυξις, ἡ ἐκμετάλλευσις τῶν πλουτοπαραγωγικῶν πηγῶν, τῶν ὑδάτων καὶ τοῦ ὑπεδάφους, ἡ ἐπιβολὴ διὰ τῆς βίας, οἱ κατακτήσεις). Ὁ σκοπὸς τοῦ Βυζαντίου ἦτο ὑψηλός, οὐράνιος, ἀνώτερος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ φαντάστηκε στὴν Πολιτεία του ὁ Πλάτων, ὁ ὁποῖος προσπάθησε νὰ τὸν πραγματοποιήσῃ ἀλλ᾽ ἀπέτυχε. Σκοπὸς τοῦ Βυζαντίου ἦτο ἡ ἐφαρμογὴ καὶ ἡ κήρυξις καὶ διάδοσις τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἡ ἐκχριστιάνισις καὶ ὁ ἐκπολιτισμὸς τῶν βαρβάρων λαῶν.
Τὸ Βυζάντιο λοιπὸν ὑπῆρξε τὸ κέντρο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀκτινοβόλησε ἡ χριστιανικὴ πίστις σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι. Μοναδικὸ κράτος ὡς πρὸς τὸν στόχο ποὺ ἔθεσε. Μοναδικὸ ὅμως καὶ ὡς πρὸς τὴ διάρκεια ποὺ εἶχε. Ἀνοῖξτε τὴν ἱστορία. Πόσα χρόνια κράτησαν τὰ καθεστῶτα τοῦ κόσμου τούτου; Πόσο διήρκεσε ἡ δημοκρατία τοῦ Περικλέους στὴν Ἀθήνα; πόσο βάσταξε τὸ ὀλιγαρχικὸ πολίτευμα τοῦ Λυκούργου στὴν Σπάρτη; πόσο ἔζησε τὸ βασίλειο τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου; πόσο διήρκεσε ἡ βασιλεία τῶν Περσῶν, τῶν Ἀσσυρίων, τῶν Βαβυλωνίων καὶ τῶν ἄλλων ἐθνῶν; Τὸ πολὺ τέσσερις – πέντε αἰῶνες. Ἐνῷ ἡ αὐτοκρατορία τοῦ Βυζαντίου, μοναδικὸ φαινόμενο, βάσταξε 1.100 χρόνια. Καὶ ἦταν τὸ κέντρο ὅλης τῆς οἰκουμένης, ὁ φάρος, ὁ προμαχών, ἡ ἐμπροσθοφυλακὴ ποὺ ἀγωνιζόταν γιὰ τὰ χριστιανικὰ ἰδεώδη.
Ἡ Κωνσταντινούπολις, στὴν ὁποία ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος μετέφερε σκοπίμως τὴν ἕδρα του, ἔγινε ἡ νέα πρωτεύουσα. Σ᾽ αὐτὴν τὸ ὑψηλότερο οἰκοδόμημα ἦταν μία κολώνα, ἐπάνω στὴν ὁποία ἀκτινοβολοῦσε μεγάλος σταυρός. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, θείᾳ ἐμπνεύσει, ἀντελήφθη ὅτι εἶνε ἀδικία νὰ καταδιώκωνται οἱ Χριστιανοί, ποὺ δὲν εἶνε κακοποιὰ στοιχεῖα, ἄξιοι καταδίκης καὶ ἐξοντώσεως. Ἐπείσθη, ὅτι οἱ Χριστιανοί, ὅπου κι ἂν βρίσκωνται, εἴτε ὡς στρατιῶτες καὶ ἀξιωματικοὶ εἴτε ὡς ὑπάλληλοι εἴτε ὡς ἁπλοῖ πολῖτες, εἶνε τὸ ἅλας καὶ τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Καὶ ἐνῷ ἡ ῾Ρώμη κατέρρεε, ἡ νέα ῾Ρώμη, ἡ Κωνσταντινούπολις, ἤκμαζε μὲ τὸ χριστιανικὸ στοιχεῖο.
Ἐπάνω στὸ νέο αὐτὸ ἀνθηρὸ στοιχεῖο, στὸ στερεὸ τοῦτο ἔδαφος, θεμελίωσε τὸ κράτος του ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, κράτος μὲ μοναδικὸ προσανατολισμό· νὰ ζήσῃ τὸ ἴδιο ἀλλὰ καὶ νὰ διαδώσῃ σὲ ἄλλους τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ ἐδῶ ἔγκειται ἡ μεγάλη του προσφορά. Ὄχι δὲ μόνο ἡ Κωνσταντινούπολις ἀλλὰ καὶ ἡ Θεσσαλονίκη, ἡ δευτέρα πόλις τῆς αὐτοκρατορίας, ἦταν κέντρο ἱεραποστολικό. Ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη καὶ τὴν Κωνσταντινούπολι ξεκίνησαν ἀετοὶ τοῦ πνεύματος, μεγάλοι ἱεραπόστολοι καὶ ἐθναπόστολοι. Ξεκίνησε ὁ Κύριλλος καὶ ὁ Μεθόδιος, καὶ κήρυξαν στοὺς Σέρβους, στοὺς Βουλγάρους, στοὺς ῾Ρουμάνους· ἔφτασαν μέχρι τὰ ἄκρα τοῦ βορρᾶ σπείροντας τὸν σπόρο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία καὶ βαπτίζοντας.
Στὸ ἔδαφος ἀκόμη τοῦ Βυζαντίου συνῆλθαν οἰκουμενικὲς καὶ τοπικὲς Σύνοδοι. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἔκανε τὴν ἀρχή. Τὸ 325 μ.Χ. συνεκάλεσε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας τοὺς 318 θεοφόρους πατέρας στὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία συνέταξε τὸ σπουδαιότερο μετὰ τὴν ἁγία Γραφὴ κείμενο. Δὲν ὑπάρχει, τὸ τονίζω, μεγαλυτέρα φιλοσοφία στὸν κόσμο ἀπὸ τὶς ἀλήθειες ποὺ ἐγκλείουν τὰ σύντομα λόγια τοῦ Συμβόλου τῆς πίστεως, τοῦ «Πιστεύω». Τὸ «Πιστεύω» εἶνε γραμμένο ὄχι ἁπλῶς μὲ μολύβι καὶ μὲ μελάνι· εἶνε γραμμένο μὲ τὰ αἵματα τῶν ἡρώων τῆς πίστεώς μας. Στὴν περιοχὴ τοῦ Βυζαντίου συνεκλήθησαν καὶ ὅλες οἱ ἑπόμενες οἰκουμενικὲς Σύνοδοι.
Στὴν περιοχὴ τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους ἱδρύθηκαν ἀκόμη τὰ περίφημα μοναστήρια. Τὰ μοναστήρια δὲν ἦσαν, ὅπως διαβάλλουν οἱ ἄθεοι καὶ οἱ ἄπιστοι, ἑστίες ῥαστώνης καὶ ὀκνηρίας καὶ τεμπελιᾶς, ἀλλὰ ὑπῆρξαν πανεπιστήμια τῆς ἐποχῆς ἐκείνης· χάρις στὰ μοναστήρια ἐκεῖνα, καὶ ἰδίως τοῦ Ἁγίου Ὄρους, διεσώθη ὁ πλοῦτος τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς ἱστορίας καὶ τῆς ποιήσεως.
Ἡ Κωνσταντινούπολις λοιπὸν βάσταξε 1.100 χρόνια. Καὶ μετά; Ὤ συμφορά! Στὶς 29 Μαΐου ―ἐπέτειο ποὺ πρέπει νὰ πενθῇ τὸ γένος καὶ νὰ χτυποῦν οἱ καμπάνες λυπηρὰ σὲ ὅλο τὸν Ἑλληνισμό―, στὶς 29 Μαΐου τοῦ 1453 βάρβαρα στίφη, ἄξεστοι Ἀσιᾶται ἐλαυνόμενοι ἀπὸ μανία καταστροφῆς διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου, εἰσῆλθαν μέσα στὴν Πόλι. Καὶ τότε ἐπὶ τῶν ἐπάλξεών της ἔπεσε ὁ τελευταῖος αὐτοκράτωρ, ποὺ εἶχε τὸ ἴδιο ὄνομα μὲ τὸν πρῶτο· Κωνσταντῖνος ὁ Α΄ ἐκεῖνος (324-337), καὶ πάλι Κωνσταντῖνος ὁ ΙΑ΄ αὐτὸς ὁ Παλαιολόγος (1449-1453). Καὶ ἡ πρώτη πρᾶξις τῶν κατακτητῶν ποιά ἦταν; Ἕνας βάρβαρος ἀνέβηκε στὸν τροῦλλο τῆς Ἁγίας Σοφίας, ξερρίζωσε τὸν τίμιο σταυρό, καὶ στὴ θέσι του ὕψωσε τὴν ἡμισέληνο, τὸ σύμβολο τοῦ σκότους καὶ τῆς βαρβαρότητος. Τότε πλέον ἔσβησε τὸ μεγαλούργημα τοῦ Βυζαντίου, ἀπέθανε ἡ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία.
Μέγας ὠνομάστηκε, ἐπίσης ἀνταξίως, καὶ τὸ ἔνδοξο τέκνο τῆς Μακεδονίας μας, ὁ Ἀλέξανδρος. Καὶ ἦταν πράγματι μέγας, διότι μὲ τὴν μικρὰ σχετικῶς μακεδονικὴ φάλαγγα κατώρθωσε νὰ φθάσῃ μέχρι τὰ βάθη τῆς Ἀσίας, μέχρι Γάγγη ποταμοῦ, καὶ νὰ ἱδρύσῃ τὴν δική του αὐτοκρατορία· μιὰ αὐτοκρατορία ποὺ ἔσπειρε τὸν σπόρο τοῦ ἑλληνισμοῦ στὰ πέρατα τοῦ κόσμου καὶ προετοίμασε τὸ ἔδαφος γιὰ τὴν σπορὰ τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Ἀλλὰ τὸ ἔργο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου εἶνε ἀνώτερο ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Διότι ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἐνεπνεύσθη τὴν δημιουργία μιᾶς χριστιανικῆς πολιτείας. Καὶ ὄχι μόνο συνέλαβε τὴν ἰδέα, ἀλλὰ καὶ ἀγωνίσθηκε ἀνενδότως γιὰ τὴν πραγματοποίησί της. Ἔτσι δημιουργήθηκε τὸ χριστιανικὸ κράτος του, τὸ γνωστὸ στὴν παγκόσμιο ἱστορία μὲ τὸ ὄνομα Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία. Ἡ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία εἶνε ἐξαίρετο καὶ μοναδικὸ κράτος· μοναδικὸ ὡς πρὸς τὸν σκοπό, μοναδικὸ καὶ ὡς πρὸς τὴν διάρκεια.
Ὡς πρὸς τὸν σκοπὸ πρῶτον. Ποιό κράτος σήμερα ἔχει τὰ ἰδεώδη ποὺ εἶχε τὸ Βυζάντιο; Ὑπάρχουν κάπου 160 κράτη, ποὺ οἱ σημαῖες τους κυματίζουν στὸ προαύλιο τοῦ Ὀργανισμοῦ Ἡνωμένων Ἐθνῶν. Ποιό ἀπὸ τὰ κράτη αὐτὰ ἔχει τὰ ἰδανικὰ μὲ τὰ ὁποῖα ἔζησε καὶ μεγαλούργησε τὸ Βυζάντιο; Ποιός εἶνε ὁ σκοπὸς τῶν κρατῶν αὐτῶν σήμερα; Ἐὰν σκοπὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶνε τὸ «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (᾿Ησ. 22,13· Α΄ Κορ. 15,32), πολὺ περισσότερο σκοπὸς ἑνὸς κράτους δὲν πρέπει νὰ εἶνε ἡ ὕλη. Σκοπὸς λοιπὸν τοῦ κράτους τοῦ Βυζαντίου δὲν ἦτο ἡ ὕλη (ἡ ὑλικὴ εὐημερία, ἡ ἀνάπτυξις, ἡ ἐκμετάλλευσις τῶν πλουτοπαραγωγικῶν πηγῶν, τῶν ὑδάτων καὶ τοῦ ὑπεδάφους, ἡ ἐπιβολὴ διὰ τῆς βίας, οἱ κατακτήσεις). Ὁ σκοπὸς τοῦ Βυζαντίου ἦτο ὑψηλός, οὐράνιος, ἀνώτερος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ φαντάστηκε στὴν Πολιτεία του ὁ Πλάτων, ὁ ὁποῖος προσπάθησε νὰ τὸν πραγματοποιήσῃ ἀλλ᾽ ἀπέτυχε. Σκοπὸς τοῦ Βυζαντίου ἦτο ἡ ἐφαρμογὴ καὶ ἡ κήρυξις καὶ διάδοσις τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἡ ἐκχριστιάνισις καὶ ὁ ἐκπολιτισμὸς τῶν βαρβάρων λαῶν.
Τὸ Βυζάντιο λοιπὸν ὑπῆρξε τὸ κέντρο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀκτινοβόλησε ἡ χριστιανικὴ πίστις σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι. Μοναδικὸ κράτος ὡς πρὸς τὸν στόχο ποὺ ἔθεσε. Μοναδικὸ ὅμως καὶ ὡς πρὸς τὴ διάρκεια ποὺ εἶχε. Ἀνοῖξτε τὴν ἱστορία. Πόσα χρόνια κράτησαν τὰ καθεστῶτα τοῦ κόσμου τούτου; Πόσο διήρκεσε ἡ δημοκρατία τοῦ Περικλέους στὴν Ἀθήνα; πόσο βάσταξε τὸ ὀλιγαρχικὸ πολίτευμα τοῦ Λυκούργου στὴν Σπάρτη; πόσο ἔζησε τὸ βασίλειο τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου; πόσο διήρκεσε ἡ βασιλεία τῶν Περσῶν, τῶν Ἀσσυρίων, τῶν Βαβυλωνίων καὶ τῶν ἄλλων ἐθνῶν; Τὸ πολὺ τέσσερις – πέντε αἰῶνες. Ἐνῷ ἡ αὐτοκρατορία τοῦ Βυζαντίου, μοναδικὸ φαινόμενο, βάσταξε 1.100 χρόνια. Καὶ ἦταν τὸ κέντρο ὅλης τῆς οἰκουμένης, ὁ φάρος, ὁ προμαχών, ἡ ἐμπροσθοφυλακὴ ποὺ ἀγωνιζόταν γιὰ τὰ χριστιανικὰ ἰδεώδη.
Ἡ Κωνσταντινούπολις, στὴν ὁποία ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος μετέφερε σκοπίμως τὴν ἕδρα του, ἔγινε ἡ νέα πρωτεύουσα. Σ᾽ αὐτὴν τὸ ὑψηλότερο οἰκοδόμημα ἦταν μία κολώνα, ἐπάνω στὴν ὁποία ἀκτινοβολοῦσε μεγάλος σταυρός. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, θείᾳ ἐμπνεύσει, ἀντελήφθη ὅτι εἶνε ἀδικία νὰ καταδιώκωνται οἱ Χριστιανοί, ποὺ δὲν εἶνε κακοποιὰ στοιχεῖα, ἄξιοι καταδίκης καὶ ἐξοντώσεως. Ἐπείσθη, ὅτι οἱ Χριστιανοί, ὅπου κι ἂν βρίσκωνται, εἴτε ὡς στρατιῶτες καὶ ἀξιωματικοὶ εἴτε ὡς ὑπάλληλοι εἴτε ὡς ἁπλοῖ πολῖτες, εἶνε τὸ ἅλας καὶ τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Καὶ ἐνῷ ἡ ῾Ρώμη κατέρρεε, ἡ νέα ῾Ρώμη, ἡ Κωνσταντινούπολις, ἤκμαζε μὲ τὸ χριστιανικὸ στοιχεῖο.
Ἐπάνω στὸ νέο αὐτὸ ἀνθηρὸ στοιχεῖο, στὸ στερεὸ τοῦτο ἔδαφος, θεμελίωσε τὸ κράτος του ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, κράτος μὲ μοναδικὸ προσανατολισμό· νὰ ζήσῃ τὸ ἴδιο ἀλλὰ καὶ νὰ διαδώσῃ σὲ ἄλλους τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ ἐδῶ ἔγκειται ἡ μεγάλη του προσφορά. Ὄχι δὲ μόνο ἡ Κωνσταντινούπολις ἀλλὰ καὶ ἡ Θεσσαλονίκη, ἡ δευτέρα πόλις τῆς αὐτοκρατορίας, ἦταν κέντρο ἱεραποστολικό. Ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη καὶ τὴν Κωνσταντινούπολι ξεκίνησαν ἀετοὶ τοῦ πνεύματος, μεγάλοι ἱεραπόστολοι καὶ ἐθναπόστολοι. Ξεκίνησε ὁ Κύριλλος καὶ ὁ Μεθόδιος, καὶ κήρυξαν στοὺς Σέρβους, στοὺς Βουλγάρους, στοὺς ῾Ρουμάνους· ἔφτασαν μέχρι τὰ ἄκρα τοῦ βορρᾶ σπείροντας τὸν σπόρο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία καὶ βαπτίζοντας.
Στὸ ἔδαφος ἀκόμη τοῦ Βυζαντίου συνῆλθαν οἰκουμενικὲς καὶ τοπικὲς Σύνοδοι. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἔκανε τὴν ἀρχή. Τὸ 325 μ.Χ. συνεκάλεσε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας τοὺς 318 θεοφόρους πατέρας στὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία συνέταξε τὸ σπουδαιότερο μετὰ τὴν ἁγία Γραφὴ κείμενο. Δὲν ὑπάρχει, τὸ τονίζω, μεγαλυτέρα φιλοσοφία στὸν κόσμο ἀπὸ τὶς ἀλήθειες ποὺ ἐγκλείουν τὰ σύντομα λόγια τοῦ Συμβόλου τῆς πίστεως, τοῦ «Πιστεύω». Τὸ «Πιστεύω» εἶνε γραμμένο ὄχι ἁπλῶς μὲ μολύβι καὶ μὲ μελάνι· εἶνε γραμμένο μὲ τὰ αἵματα τῶν ἡρώων τῆς πίστεώς μας. Στὴν περιοχὴ τοῦ Βυζαντίου συνεκλήθησαν καὶ ὅλες οἱ ἑπόμενες οἰκουμενικὲς Σύνοδοι.
Στὴν περιοχὴ τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους ἱδρύθηκαν ἀκόμη τὰ περίφημα μοναστήρια. Τὰ μοναστήρια δὲν ἦσαν, ὅπως διαβάλλουν οἱ ἄθεοι καὶ οἱ ἄπιστοι, ἑστίες ῥαστώνης καὶ ὀκνηρίας καὶ τεμπελιᾶς, ἀλλὰ ὑπῆρξαν πανεπιστήμια τῆς ἐποχῆς ἐκείνης· χάρις στὰ μοναστήρια ἐκεῖνα, καὶ ἰδίως τοῦ Ἁγίου Ὄρους, διεσώθη ὁ πλοῦτος τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς ἱστορίας καὶ τῆς ποιήσεως.
Ἡ Κωνσταντινούπολις λοιπὸν βάσταξε 1.100 χρόνια. Καὶ μετά; Ὤ συμφορά! Στὶς 29 Μαΐου ―ἐπέτειο ποὺ πρέπει νὰ πενθῇ τὸ γένος καὶ νὰ χτυποῦν οἱ καμπάνες λυπηρὰ σὲ ὅλο τὸν Ἑλληνισμό―, στὶς 29 Μαΐου τοῦ 1453 βάρβαρα στίφη, ἄξεστοι Ἀσιᾶται ἐλαυνόμενοι ἀπὸ μανία καταστροφῆς διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου, εἰσῆλθαν μέσα στὴν Πόλι. Καὶ τότε ἐπὶ τῶν ἐπάλξεών της ἔπεσε ὁ τελευταῖος αὐτοκράτωρ, ποὺ εἶχε τὸ ἴδιο ὄνομα μὲ τὸν πρῶτο· Κωνσταντῖνος ὁ Α΄ ἐκεῖνος (324-337), καὶ πάλι Κωνσταντῖνος ὁ ΙΑ΄ αὐτὸς ὁ Παλαιολόγος (1449-1453). Καὶ ἡ πρώτη πρᾶξις τῶν κατακτητῶν ποιά ἦταν; Ἕνας βάρβαρος ἀνέβηκε στὸν τροῦλλο τῆς Ἁγίας Σοφίας, ξερρίζωσε τὸν τίμιο σταυρό, καὶ στὴ θέσι του ὕψωσε τὴν ἡμισέληνο, τὸ σύμβολο τοῦ σκότους καὶ τῆς βαρβαρότητος. Τότε πλέον ἔσβησε τὸ μεγαλούργημα τοῦ Βυζαντίου, ἀπέθανε ἡ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία.
* * *
Ἀπέθανε; Ὄχι, ὄχι! Τὰ ἄτομα
ἀποθνῄσκουν, οἱ ἰδέες δὲν ἀποθνῄσκουν. Ἡ ἰδέα τῆς Βυζαντινῆς
αὐτοκρατορίας ζῇ μέσα στὶς καρδιὲς τῶν Ἑλλήνων. Ζῇ ὡς παράδοσις, ὡς
θρῦλος, ὡς ἱστορία. Ζῇ! Ἐγὼ πιστεύω ἀκραδάντως καὶ παρὰ τὴν ἁμαρτωλότητά
μου προφητεύω βασιζόμενος στοὺς λόγους τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ,
ὅτι ―ὄχι ἡ δική μας γενεά, διότι ἁμάρτησε πολὺ καὶ ἐθνικῶς καὶ
πολιτικῶς καὶ θρησκευτικῶς― μία νέα γενεά, ἡ ὁποία ἔρχεται, θὰ δῇ νὰ
πραγματοποιῆται τὸ «Πάλι μὲ χρόνια μὲ καιρούς, πάλι δικά μας θά ᾽νε».
Αὐτοί, τὸ πιστεύω καὶ τὸ διαλαλῶ, θ᾽ ἀξιωθοῦν νὰ ἑορτάσουν καὶ νὰ
λειτουργήσουν μέσα στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας.
Τὸ ὄνειρο αὐτὸ θὰ γίνῃ πραγματικότης ὑπὸ ἕνα ὅρον· ἐὰν τὸ κράτος μας, ὡς διάδοχο τοῦ Βυζαντίου, ἐμπνευσθῇ ἀπὸ τὰ ἰδεώδη τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἐὰν ὡς ἔμβλημά μας ἔχουμε τὸ «Ἐν τούτῳ νίκα». Τὰ ἄλλα κράτη στὶς σημαῖες τους ἔχουν ἄλλα σύμβολα. Ἡ Ἑλλὰς ἔχει τὸν τίμιο σταυρό. Μὲ τὸ «Ἐν τούτῳ νίκα» θὰ προχωρήσουμε. Καὶ παρ᾽ ὅλα τὰ ἐμπόδια εἶμαι βέβαιος ὅτι τὸ ἔθνος τοῦτο, τὸ μικρὸ σὲ ἔκτασι ἀλλὰ μεγάλο σὲ ἰδεώδη, θὰ ζήσῃ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
Τὸ ὄνειρο αὐτὸ θὰ γίνῃ πραγματικότης ὑπὸ ἕνα ὅρον· ἐὰν τὸ κράτος μας, ὡς διάδοχο τοῦ Βυζαντίου, ἐμπνευσθῇ ἀπὸ τὰ ἰδεώδη τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἐὰν ὡς ἔμβλημά μας ἔχουμε τὸ «Ἐν τούτῳ νίκα». Τὰ ἄλλα κράτη στὶς σημαῖες τους ἔχουν ἄλλα σύμβολα. Ἡ Ἑλλὰς ἔχει τὸν τίμιο σταυρό. Μὲ τὸ «Ἐν τούτῳ νίκα» θὰ προχωρήσουμε. Καὶ παρ᾽ ὅλα τὰ ἐμπόδια εἶμαι βέβαιος ὅτι τὸ ἔθνος τοῦτο, τὸ μικρὸ σὲ ἔκτασι ἀλλὰ μεγάλο σὲ ἰδεώδη, θὰ ζήσῃ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ ῾Αγ. Κωνσταντίνου & Ἑλένης Ἀμυνταίου τὴν 21-5-1976