Τρίτη 8 Μαΐου 2018

Σημαντικὲς ἁγιοπατερικὲς προτάσεις πρὸς τοὺς ἀγωνιζομένους κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ

Μια ομιλία με πολλούς αποδέκτες

 

Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἴμαστε ἀποτειχισμένοι καὶ νὰ μὴν ἔχουμε μεταξύ μας ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία.



Ἀποσπάσματα ἀπὸ ὁμιλία
τοῦ Ἱερομονάχου π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ

Στὸ Ὡραιόκαστρο τῆς Θεσσαλονίκης ἔγινε μία σύναξη τῶν ἀποτειχισμένων Πατέρων καὶ μία προσπάθεια νὰ τὰ βροῦμε μεταξύ μας· πράγμα τὸ ὁποῖο κι αὐτὸ εἶναι κάποια ἔκφραση,  ἡ ὁποία δὲν ἁρμόζει· νὰ τὰ βροῦμε οἱ ἀποτειχισμένοι μεταξὺ μας! Ἀλλὰ στὰ ἔσχατα χρόνια ὅλα εἶναι ἀναγκαῖα νὰ γίνονται καὶ ὅλα δὲν εἶναι παράξενα. Γιατί  οἱ Πατέρες στὰ παλαιὰ χρόνια, ὅταν ὑπῆρχε αἵρεση, ἀπεμακρύνοντο ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, καὶ αὐτομάτως οἱ ἀποτειχισμένοι Πατέρες εἶχαν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μεταξύ τους, λόγῳ τοῦ ὅτι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ εὑρίσκοντο σὲ Ὀρθόδοξο ἔδαφος.

Εἶχαν ὀρθόδοξο πίστη καὶ ἡ ὀρθόδοξος πίστις ἦταν τὸ σημεῖο ἐκκλησιαστικῆς ἐπικοινωνίας, ἐκκλησιαστικῆς ἐπαφῆς, ταυτότητος μεταξὺ τῶν χριστιανῶν, τῶν ἀγωνιζομένων γιὰ τὰ θέματα τῆς Πίστεως. Σήμερα ὅμως ποὺ εἶναι τὰ πράγματα πολὺ δύσκολα, τὰ ἔσχατα χρόνια ποὺ ζοῦμε, σημεῖα τῶν καιρῶν εἶναι κι αὐτά, νὰ μὴ μποροῦμε νὰ τὰ βροῦμε. Κι ἐνῶ ἔχουμε φύγει ἀπὸ τὴν αἵρεση νὰ μὴ μποροῦμε νὰ τὰ βροῦμε μεταξύ μας. Δηλ. ὁ Διάβολος προσπαθεῖ νὰ βάλει μικρότητες, νὰ ἐνσπείρει πράγματα τὰ ὁποῖα εἶναι δευτερεύοντα, νὰ τὰ κάνουμε πρωτεύοντα καὶ γι’  αὐτὰ τὰ πράγματα θὰ ἤθελα γιὰ λίγο νὰ ἀπασχολήσω τὴ σκέψη σας. Νὰ προβληματιστοῦμε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ θὰ ἀκουστοῦν, καί, ἂν κάποια μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ λάθος, γιατί δὲν ἔχουμε τὸ ἀλάθητο, πάντως νὰ γίνει αἰτία προβληματισμοῦ.

 Κατ' ἀρχὰς φάνηκε μία προσπάθεια, ἀδελφοί μου, νὰ ὀργανωθοῦν οἱ ἀποτειχισμένοι ἀπὸ τὴν αἵρεση ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Μὲ τὴν ἀποτείχιση ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ τοὺς αἱρετικούς, βρίσκομαι ταυτοχρόνως στὸ ὀρθόδοξο ἔδαφος, ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί, ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἡ ἀλήθεια, καὶ ἀληθινὴ πίστη ὑπάρχει Ἐκκλησία. Ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει πλάνη καὶ αἵρεση, δὲν ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία.

Διὰ τῆς ἀποτειχίσεως, λοιπόν, βρισκόμαστε στὸ ὀρθόδοξο ἔδαφος, καὶ ἔγινε μία προσπάθεια νὰ τὰ βροῦμε μεταξύ μας καὶ νὰ ὀργανωθοῦμε κάπως, ἐμεῖς οἱ ἀποτειχισμένοι, ἂν καὶ αὐτὸς δὲν εἶναι δόκιμος ὅρος, νὰ ὀργανωθοῦμε ἐμεῖς οἱ ἀποτειχισμένοι Ὀρθόδοξοι, γιατί, τί ὀργάνωση νὰ ἔχουμε ἐμεῖς; 

Ὅταν γίνεται προδοσία στὴν πίστη καὶ ἀποτειχίζονται οἱ Ὀρθόδοξοι, τί κάνουν; Σηκώνουν τὸ σταυρὸ τῆς Ὁμολογίας. Δὲν κοιτᾶμε ἂν ἔχουμε ὀργάνωση, γιατί ἡ ὀργάνωση (ἐπιδιώκεται συνήθως ἀπὸ μᾶς) γιὰ νὰ μικρύνει ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ποὺ θὰ σηκώσουμε στὴν πλάτη μας. Δηλαδή, νὰ γλυτώσουμε τὶς ποινές, τὶς καταδίκες, νὰ μὴν μᾶς καθαιρέσουν οἱ Οἰκουμενιστές, καὶ ὅ,τι ἄλλο συνεπάγεται αὐτό· τὸ μισθὸ οἱ ἱερεῖς, ποὺ εἶναι κάτι ἀναγκαῖο, εἰδικὰ στὶς ἡμέρες μας ποὺ ὑπάρχει ἡ κρίση, νὰ μικρύνει ὁ σταυρὸς τῆς ὁμολογίας, γι’ αὐτὸ ὀργανωνόμεθα.
Ἡ ὀργάνωση, ὅμως, δικαιολογεῖται, ὄχι γιὰ νὰ μικρύνει ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν σηκώσουμε τὸν σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ εὐχαρίστως καὶ γιὰ νὰ προσπαθήσουμε νὰ καταδικάσουμε τὴν αἵρεση. Ὁ σκοπός μας εἶναι νὰ καταδικάσουμε τὴν αἵρεση.
Ἀλλὰ ἡ αἵρεση, ὅμως, αὐτὴ καθ' ἑαυτὴ εἶναι καταδικασμένη  ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό μας, ἀπὸ τὸν ἀποστολο Παῦλο. Κάθε αἵρεση. Ἀπὸ τὴν ἑβδόμη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ λέγει "πᾶσι τοῖς αἱρετικοῖς ἀνάθεμα". Καὶ "τὰ μετὰ ταῦτα πραχθησόμενα ἀνάθεμα". Δηλαδή, οἱ Πατέρες εἶπαν καὶ γιὰ τὶς αἱρέσεις ποὺ θὰ ἐρχόντουσαν στὴν μελλοντικὴ ἐποχὴ καὶ καταδίκασαν τὶς αἱρέσεις ὅλες. Εἶναι καταδικασμένη, λοιπόν, σὰν πλάνη ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους. Τί νόημα ἔχει ἡ κατάδικη ἀπὸ μᾶς τῆς αἱρέσεως;

Ἡ ἀπὸ μᾶς καταδίκη ἔχει νόημα βασικό· γιὰ νὰ δείξουμε ὅτι εἴμαστε ταυτισμένοι μὲ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, μὲ τὸ Εὐαγγέλιο,  μὲ τὸν Χριστό, μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο, μὲ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ὅτι ταυτιζόμαστε κι ἐμεῖς μαζί τους. Γι’  αὐτὸ πρέπει κι ἐμεῖς νὰ τὴν καταδικάσουμε τὴν αἵρεση.

Καὶ πῶς καταδικάζεται πρωτίστως ἡ αἵρεση; Διὰ τῆς ἀποτειχίσεως. Ἡ ἀποτείχιση ποὺ κάνουμε ἀπὸ τὴν αἵρεση σημαίνει ὅτι τὴν καταδικάζουμε, τὴν ἀποστρεφόμεθα. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο καὶ φεύγουμε ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Εἶναι, λοιπόν, μὲ τὴν ἀπομάκρυνσή μας, μὲ τὴν ἀποτείχισή μας εἶναι καταδικασμένη ἡ αἵρεση. Ἀλλὰ πρέπει, ὅμως, νὰ καταδικαστεῖ καὶ ἀπὸ τοὺς Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ εἶναι οἱ διάδοχοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ κατέχουν τὶς θέσεις τῶν Ἐπισκόπων, τὶς Ἀποστολικὲς ἕδρες. Πρέπει νὰ καταδικαστεῖ ἀπὸ αὐτούς, γιατὶ αὐτοὶ εἶναι οἱ διάδοχοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ ὄχι ἀπὸ κάποιους ἄλλους μόνο καὶ μονομερῶς.

Εἶναι, λοιπόν, γι’ αὐτοὺς τοὺς λόγους ποὺ εἴπαμε ἀναγκαία ἡ καταδίκη καὶ ἡ ὀργάνωση ἔχει κάποιο νόημα, σ’ αὐτὴ τὴν περίπτωση, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ φτάσουμε τὴ φωνὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴ φωνὴ τῆς ἀποτειχίσεως ἀπὸ τὴν αἵρεση να τὴ φτάσουμε στὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης, ὅπου ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι καὶ γιὰ νὰ ξυπνήσουν ἀπὸ τὸ λήθαργο τῆς πλάνης καὶ τοῦ συμβιβασμοῦ, νὰ ἀποτειχιστοῦν κι αὐτοὶ ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Ἐπισκόπους.

Θέλω νὰ σᾶς πῶ, ἐπίσης, τὸ ἑξῆς, ἀδελφοί μου. Ὑπάρχουν κάποιες διαφωνίες μεταξὺ τῶν ἀποτειχισμένων. Κανονικὰ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἴχαμε διαφωνίες, πρέπει νὰ ταυτιστοῦμε «ἐν τῷ  αὐτῷ νοΐ», ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καὶ «ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ». Πρέπει νὰ ἔχουμε ὅλοι τὴν γνώμη ποὺ εἶχαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, τὸ μαρτυρικό φρόνημα. Ἀλλὰ ὑπάρχουν, ὅμως, ἐκ τῶν πραγμάτων κάποιες διαφωνίες.
Ἂς ποῦμε, ἂν ὁ Κανόνας, ὁ περιβόητος Κανόνας, ὁ ΙΕ΄ τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, ἂν εἶναι δυνητικὸςὑποχρεωτικός. Ἄν, μὲ τὴν ἀποτείχιση ποὺ θὰ κάνουμε, πρέπει νὰ ἐπανέλθουμε καὶ στὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο· καὶ αὐτὸ συζητεῖται· ἂν τὰ μυστήρια τῶν Οἰκουμενιστῶν εἶναι ἔγκυρα. Ἔχουμε κάποιες διαφωνίες.

Ὑπάρχει ἡ ἔννοια τῆς Οἰκονομίας καὶ ἡ ἔννοια τῆς Ἀκριβείας. Καὶ ἄλλοι χρησιμοποιοῦν τὴν Ἀκρίβεια καὶ ἄλλοι τὴν Οἰκονομία. Πάντως πρέπει νὰ ποῦμε τὸ ἑξῆς. Ἂν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι δυνητικὸς ἢ ὑποχρεωτικὸς ὁ περιβόητος Κανόνας, ὁ ΙΕ΄, δὲν θὰ ἔπρεπε καθόλου, μὰ καθόλου νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ, ἐφ’ ὅσον εἴμαστε ὀρθόδοξοι. Κι ἐφ’ ὅσον ἀποτειχιστήκαμε σημαίνει ὅτι τὸν θεωροῦμε ὑποχρεωτικὸ τὸν Κανόνα, ὄχι δυνητικό, προαιρετικό. Γιατὶ δὲν εἶναι Κανόνας (=νόμος), ἂν ἕνας Νόμος ὑπάρχει καὶ λέει, μπορεῖ καὶ νὰ παρανομεῖς, μπορεῖς καὶ νὰ βρίσκεσαι ἐκεῖ, μπορεῖς καὶ νὰ βρίσκεσαι στὴν ἀπέναντι ὄχθη. Τί Νόμος εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος δίνει τὴν δυνατότητα καὶ στὸν ἕνα καὶ στὸν ἄλλο, νὰ εἶναι καὶ οἱ δύο ἐντάξει. Οἱ Κανόνες ὅλοι εἶναι ὑποχρεωτικοὶ καὶ πρέπει νὰ ἐφαρμόζονται.

Ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ μιλᾶμε γιὰ ἕνα Κανόνα. Πρέπει νὰ μιλᾶμε γιὰ ὁλόκληρη τὴν Ἁγία Γραφή, ἡ ὁποία παντοῦ καὶ πάντοτε διδάσκει τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τοὺς πλανεμένους· νὰ μιλᾶμε γιὰ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι τὸ ἴδιο διδάσκουν· νὰ μιλᾶμε γιὰ τὶς Συνόδους, τοὺς Ἁγίους Πατέρες. Ὁμόφωνα ἅπαντες οἱ Πατέρες, οἱ Σύνοδοι, οἱ διδάσκαλοί μας ὅλοι, διδάσκουν τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Πῶς, λοιπόν, αὐτὸς ὁ Κανόνας μπορεῖ νὰ εἶναι δυνητικός; Πῶς μπορεῖ νὰ μείνει κανεὶς στοὺς αἱρετικούς; Πῶς μπορεῖ νὰ παραμείνει κανεὶς ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει πλάνη; Εἶναι δυνατὸν αὐτὸ τὸ πρᾶγμα μὲ τὴ λογικὴ νὰ σταθεῖ; Δὲν εἶναι. Κι ὅμως, σήμερα, εἶναι θέμα διαφωνίας μεταξύ μας. Αὐτές, ὅμως, οἱ διαφωνίες, εἶναι κι αὐτὲς καταστάσεις ποὺ δείχνουν την μικρότητα τὴ δική μας. Δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ὑπάρχουν.
Ἐπίσης δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ὑπάρχει ἡ διαφωνία, ἂν πρέπει νὰ ἐπανέλθουμε στὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο ἢ δὲν πρέπει νὰ ἐπανέλθουμε, γιατὶ ποτὲ οἱ Πατέρες δὲν μᾶς μίλησαν γιὰ Ἡμερολόγια, καὶ ὅτι αὐτὸ εἶναι θέμα Πίστεως καὶ ὅτι πρέπει νὰ ἐπανέλθουμε στὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο. Ναί, μέν, βέβαια, οἱ Οἰκουμενιστές, τότε ποὺ τὸ πρωτοάλλαξαν τὸ Ἡμερόγιο εἴχανε κακὴ διάθεση, ἀλλὰ μέσα στὰ 80-90 καὶ 100 χρόνια ποὺ πλησιάζουμε φάνηκε ἐκ τῶν πραγμάτων ὅτι μπορεῖ νὰ τὸ λέγανε αὐτὸ οἱ Οἰκουμενιστές, τότε ποὺ ἀλλάξαν τὸ Ἡμερολόγιο, ἀλλὰ σήμερα δὲν μᾶς εἶναι πρόβλημα αὐτό.

Σκεφτεῖτε, τώρα, νὰ φτάνουμε στὰ ἔσχατα χρόνια, ὅλα νὰ ἔχουν ἰσοπεδωθεῖ καὶ μεῖς νὰ λέμε τώρα –θὰ γίνουμε καὶ γραφικοί– νὰ γυρίσουμε στὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο· νὰ τὸ θεωροῦμε θέμα Πίστεως αὐτό, τὸ ὁποῖο ποτὲ δὲν συζητήθηκε ἀπὸ τοὺς Πατέρες, ποτὲ δὲν θεσπίστηκε καὶ ἄν –νὰ ποῦμε αὐτὸ μόνο γιὰ νὰ καταλάβετε– ἂν ποῦμε ὅτι τὸ Παλαιό, τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο ἔτσι περιστατικὰ τὸ λέω– ἂν τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο εἶναι τὸ Πατερικὸ Ἡμερολόγιο, τὸ Πάτριο, ὅπως λέγουν οἱ Παλαιοημερολογίτες, τότε τὸ Μακεδονικὸ Ἡμερολόγιο εἶναι τὸ Ἀποστολικό, γιατὶ τὸ χρησιμοποιοῦσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι. Ὑπῆρχε τὸ Ἰουλιανὸ καὶ οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι χρησιμοποιοῦσαν ἄλλο Ἡμερολόγιο. Τὸ Μακεδονικό. Καὶ στὶς Ἀποστολικὲς Διαταγὲς κ.λπ., ὅταν θέλουνε νὰ χρησιμοποιήσουν χρονολογίες, μιλοῦν, θέτουν τὸ Μακεδονικό Ἡμερολόγιο· εἶναι, λοιπόν, τὸ Μακεδονικό καὶ Πάτριο καὶ Ἀποστολικὸ καὶ ἀνώτερο ἀπὸ τὸ Ἰουλιανό, γιατὶ τὸ χρησιμοποιοῦσαν οἱ Ἀπόστολοι.

Πάτριο Ἡμερολόγιο μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ τὸ Αἰγυπτιακό. Τὸ χρησιμοποιοῦσε ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, ὁ ἅγιος Κύριλλος καὶ ὅλοι οἱ μοναχικὴ χορεία τῶν Πατέρων τῆς Ἀλεξανδρείας, ἡ ἔρημος τῆς Νιτρίας μὲ τὶς χιλιάδες τῶν μοναχῶν, ὅλοι αὐτοὶ τὸ Αἰγυπτιακὸ Ἡμερολόγιο χρησιμοποιοῦσαν καὶ μετὰ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Συνοδο· καὶ ἐπὶ αἰῶνες μετὰ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ἄρα κι αὐτὸ εἶναι Πάτριο.
Ποιό ἀπ’ ὅλα, τώρα, εἶναι τὸ Πάτριο; Τὸ Μακεδονικὸ Ἀποστολικὸ Ἡμερολόγιο, τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο ἢ τὸ Αἰγυπτιακὸ Ἡμερολόγιο;
Δὲν εἶπαν ποτὲ τίποτα οἱ Πατέρες γιὰ Ἡμερολόγια. Δὲν μιλήσαν γιὰ Ἡμερολόγια. Καὶ σήμερα, τὸ κάναμε ἐμεῖς αὐτὸ θέμα Πίστεως καὶ θέμα διαφωνίας μεταξύ μας! Μᾶς βάζει ὁ διάβολος νὰ ἔχουμε αἰτίες διαφωνίας, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε διὰ τῆς ἀποτειχίσεως νὰ ἔχουμε ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μεταξύ μας. Καὶ λένε σήμερα οἱ Παλαιοημερολογίτες: Πρέπει νὰ πᾶς μὲ τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο, ἀλλιῶς δὲν ἔχουμε κοινωνία. Μὲ ποιό Κανόνα, ποιός τὸ γράφει, ποῦ τὸ εἶπαν αὐτὸ οἱ Ἅγιοί μας, ὅτι πρέπει νὰ πᾶς μὲ τὸ Παλαιὸ γιὰ νὰ ἔχουμε κοινωνία; Εἶναι θέμα Πίστεως αὐτό; Αὐτὰ μόνο γιὰ τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου καὶ τῶν διαφωνιῶν ποὺ ἔχουμε, οἱ ὁποῖες δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ὑπῆρχαν, παρὰ μόνο ἡ ἀποτείχιση· ταυτοχρόνως μὲ τὴν ἀποτείχιση ἔχουμε μεταξύ μας, ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία. Σηκώνουμε τὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ὁμολογίας, ἀγωνιζόμαστε μέχρις αἵματος γιὰ τὴν Πίστη μας καὶ κοινωνοῦμε μεταξύ μας καὶ ὅπου ὑπάρχει ὀρθόδοξη Λειτουργία, ὀρθόδοξα Μυστήρια, ὅπως λένε οἱ Πατέρες νὰ παίρνουμε τὰ Μυστήρια ἀπὸ ὀρθόδοξες πηγές· νὰ μὴ παίρνουμε νερὸ ἀπὸ θολὲς πηγές.

Ἐπίσης θα σᾶς πῶ τὸ ἑξῆς, ἀδελφοί μου, γιὰ τὶς Οἰκονομίες τὶς ὁποῖες μποροῦμε νὰ κάνουμε καὶ πῶς γίνονται οἱ Οἰκονομίες. Κατ’ ἀρχάς, τί σημαίνει Οἰκονομία. Σημαίνει παρανομία. Παρανομῶ, ἀλλ΄ ἔχοντας ἕνα σοβαρὸ λόγο νὰ παρανομήσω. Ὅπως λέμε, κάνουμε Οἰκονομία τώρα στὶς νηστεῖες· κάποιος εἶναι ἄρρωστος καὶ δὲν μπορεῖ νὰ νηστέψει. Σημαίνει λοξοδρομῶ γιὰ κάποιο σοβαρὸ λόγο καὶ μ’ ἕνα σοβαρὸ σκοπὸ ποὺ ἔχω καὶ γιὰ συγκεκριμένο χρονικὸ διάστημα. Δὲν ὑπάρχουν Οἰκονομίες ἀπεριόριστες, ἂν καὶ σὲ κάποιες περιόδους τῆς Ἐκκλησίας μας οἱ Πατέρες ἔκαναν καὶ κάποιες Οἰκονομίες, ὅταν αὐτὲς δὲν στοίχιζαν, ἰσόβιες καὶ αἰώνιες Οἰκονομίες. Οἰκονομία, λοιπόν, σημαίνει παρανομία.
Πότε μπορῶ νὰ κάνω Οἰκονομία καὶ πότε νὰ τηρῶ τὴν Ἀκρίβεια; Ἡ Ἀκρίβεια εἶναι ἡ ἀσφαλής ὁδὸς τῆς σωτηρίας. Ἡ Οἰκονομία εἴπαμε σημαίνει ὅτι πάω λοξά, παρανομῶ γιὰ κάποιο σοβαρὸ λόγο καὶ γιὰ ἕνα σοβαρὸ σκοπό, καὶ γιὰ νὰ μὴν κάνω κακὸ ἀντὶ γιὰ καλό. Π.χ. ὁ καπετάνιος, λέγει ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ὅταν δεῖ τὴ θάλασσα νὰ εἶναι ἀντίθετη στὸ δρόμο τὸν ὁποῖο ἔχει χαράξει γιὰ νὰ φτάσει στὸ λιμάνι, λοξοδρομεῖ τὸ πλοῖο γιὰ νὰ μὴ τὸ σπάσει τὸ κύμα καὶ ἀντὶ γιὰ καλό, λέει, θέλοντας νὰ πάει εὐθεία, κατεπάνω στὸ κύμα, πετύχει κακὸ μετά. Ἀλλὰ ὅμως, λέει, πάλι μετὰ ἀπὸ λίγο θὰ πάει ἴσια, θὰ φτιάξει πάλι τὴν πορεία, ὅταν περάσει ἡ καταιγίδα καὶ ὁτιδήποτε ἄλλο, γιὰ νὰ φτάσει στὸν ἀντικειμενικὸ σκοπό. Δὲν θὰ εἶναι συνέχεια στὸ λοξὸ δρόμο, ἐκεῖ στὴν παράνομη ὁδό, ἀλλά, ἐπειδὴ ὑπάρχει ἕνας σοβαρὸς λόγος, γιὰ νὰ μὴ γίνει κακὸ ἀντὶ γιὰ καλό, καὶ γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα συγκεκριμένο. Ἔτσι γίνονται οἱ Οἰκονομίες.
Οἰκονομίες ἔχουμε διαφόρων εἰδῶν. Ἀπὸ φοβερές, σοβαρὲς Οἰκονομίες σὲ θέματα Πίστεως, μέχρι Οἰκονομίες σὲ διάφορα μικροπράγματα. Οἰκονομίες πρῶτα-πρῶτα ἔκανε ὁ ἀπόστολος Παῦλος· φοβερές, δογματικές –θὰ λέγαμε– Οἰκονομίες ἔκανε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἔκανε περιτομὴ στὸν ἀπόστολο Τιμόθεο (αὐτὸ τὸ ἀναφέρει ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ὅταν μιλάει γιὰ τὸ θέμα τῆς Ἀκριβείας καὶ τῆς Οἰκονομίας) καὶ ὁ ἵδιος ὁ ἀπ. Παῦλος ἐτήρησε τὶς Διατάξεις τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἐξαγνισμοῦ, ἐπειδὴ εἶχαν σκανδαλιστεῖ κάποιοι Χριστιανοὶ ἐξ Ἑβραίων κ.λπ. καὶ τήρησε αὐτὰ τὰ πράγματα, τὰ ὁποῖα ὁ ἴδιος τὰ κατεδίκαζε στὶς Ἐπιστολές του καὶ στὰ λόγια του καὶ στὰ κηρύγματά του.
Ὁ Μ. Βασίλειος ἔκανε μιὰ φοβερὴ Οἰκονομία. Γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα δὲν ὀνόμαζε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Θεό. Ἐσιωποῦσε. Πρᾶγμα ποὺ εἶναι Οἰκονομία σὲ θέμα Πίστεως. Δηλαδή, στὸ δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος κατευθείαν. Γιατί; Γιατὶ ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης, ὁ ὁποῖος ζητοῦσε εὐκαιρία νὰ μπεῖ μέσα στὴν Μητρόπολη τῆς Καισαρείας, ποὺ ἦταν ἡ μόνη ποὺ στεκόταν ὄρθια τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, νὰ τὰ καταστρέψει καὶ νὰ τὰ ἰσοπεδώσει ὅλα, καὶ ζητοῦσε μιὰ εὐκαιρία, δὲν τοῦ τὴν ἔδωσε ὁ Μ. Βασίλειος, ἀλλὰ μετὰ μὲ λόγους, ἔγραψε ἕνα ὁλόκληρο τόμο γιὰ τὴν θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δὲν ἔμεινε στὴν Οἰκονομία αὐτὴ συνέχεια, ἀλλὰ γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα καὶ ἐπειδὴ ὑπῆρχε μιὰ μεγάλη ἀνάγκη.
Ἔτσι λοπόν, καὶ ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ἔκανε κι αὐτὸς κάποιες Οἰκονομίες καὶ δὲν εἶχε ἀποτειχιστεῖ ἀπὸ κάποιους Ἀνατολικοὺς  Ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι μνημόνευαν στὰ Δίπτυχα (ὄχι στὴ βασικὴ μνημόνευση τοῦ Ἐπισκόπου, ποὺ ταυτιζόμαστε μὲ τὴν πίστη του κ.λπ., ἀλλὰ στὰ Δίπτυχα, ὅπως λέμε ζωντανοὶ καὶ κεκοιμημένοι ποὺ μνημονεύουμε) κάποιους, ὅπως ὁ Θεόδωρος Μοψουεστίας ποὺ ἦταν αἱρετικός, δὲν μνημόνευαν αὐτοὶ αὐτὸν τὸν Θεόδωρο Μοψουεστίας, καὶ ὁ Ἅγιος Κύριλλος δὲν ἀποτειχίστηκε ἀμέσως ἀπὸ αὐτούς, ἀλλὰ τοὺς περίμενε, μέχρι νὰ τοὺς ἔλθει ὁ τέλειος νοῦς, λέει, γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα, γιὰ νὰ μὴ δημιουργήσει σχίσμα μεταξὺ τῶν Ἐπισκόπων. Ἔκανε κι αὐτὸς κάποια Οἰκονομία στὴν ἐποχή του...

Μποροῦμε, λοιπόν, σήμερα κι ἐμεῖς νὰ κάνουμε κάποιες Οἰκονομίες, ὄχι τὶς ἴδιες, βλέπετε οἱ Πατέρες ἔκαναν διάφορες Οἰκονομίες, ὄχι τὶς ἴδιες ἀλλὰ αὐτὲς ποὺ ἔχει ἀνάγκη ἡ σημερινή, ἡ δική μας ἐποχή. Ἔχουμε δικαίωμα, λοιπόν, νὰ κάνουμε Οἰκονομίες γιὰ νὰ βοηθήσουμε, αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἀγαθὴ προαίρεση νὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ὀρθοδοξία.

Αὐτὲς τὶς Οἰκονομίες, ὅμως, δὲν θὰ τὶς ἀποφασίσω ἐγὼ μόνος μου, ἢ ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς, ἀλλὰ θὰ τὶς ἀποφασίσουμε ὅλοι μαζί. Συνοδικὰ θὰ τὶς ἀποφασίσουμε τὶς Οἰκονομίες αὐτὲς ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε. Καὶ γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο θὰ πρέπει νὰ εἶναι κατατεθειμένη ἡ Πίστη μας. Στὶς Συνάξεις αὐτὲς ποὺ θὰ γίνονται θὰ πρέπει νὰ κατατίθενται κι ὄχι ἁπλῶς νὰ γίνεται μιὰ εἰσήγηση γιὰ κάποιο θέμα καὶ νὰ λέγονται ἐκεῖ κάποιες ἐρωτήσεις, κάποιες ἀπορίες κ.λπ., ἀλλὰ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα ποὺ θὰ ἀποφασίζεται, νὰ κατατίθεται σὰν Πίστη τῶν ἀποτειχισμένων τῶν ἐσχάτων καιρῶν, ὁπότε νὰ ξέρουν και οἱ ἄλλοι, τὴν Πίστη μας, τί πιστεύουμε.
Καὶ κάτι τελευταῖο. Τελικὰ σήμερα, τί βοηθάει τὴν ἀποτείχιση καὶ τί τὴν πολεμάει; Εἶναι βασικὸ πρᾶγμα αὐτό. Πολλὲς φορὲς πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι καὶ μεῖς οἱ ἴδιοι οἱ ἀποτειχισμένοι σκανδαλίζουμε μὲ τὴ στάση μας, μὲ τὶς φιλονικίες μας, μὲ τὶς μικρότητές μας, μὲ τοὺς ἐγωϊσμούς μας, σκανδαλίζουμε τοὺς ἄλλους καὶ δίνουμε ἀφορμὲς νὰ μᾶς κατηγορήσουν, νὰ κατηγορήσουν τὸν ἀγώνα μας. Κι αὐτὰ τὰ παίρνουν σὰν παραδείγματα καὶ λένε: Αὐτοί; Αὐτοὶ μαλώνουν, τρώγονται μεταξύ τους, εἶναι διασπασμένοι… Μὴ τοὺς δώσουμε, λοιπόν, ἀφορμή, «ἵνα μὴ μωμηθεῖ ἡ διακονία», ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος. Οἱ μικρότητές μας, λοιπόν, εἶναι αὐτὲς ποὺ δὲν βοηθοῦν στὴν ἀποτείχιση τῶν ἀδελφῶν μας. Καὶ τί ἄλλο; Ὁ ἐγωϊσμός μας. Ὅλοι μας θέλουμε νὰ ἔχουμε τὸν πρῶτο λόγο. Νὰ εἴμαστε ἀρχηγοὶ καὶ μπροστάρηδες στὴν ἀποτείχιση καὶ κανένας νὰ μὴν πάει πίσω. Νὰ μᾶς ἀκοῦνε ὅλοι ἐμᾶς καὶ ἡ γνώμη μας νὰ εἶναι σεβαστή. Αὐτὰ τὰ πράγματα δὲν βοηθοῦν. Ἂς εἴμαστε τελευταῖοι καὶ νεροκουβαλητὲς στὴν ἀποτείχιση, παρὰ νὰ εἴμαστε πρῶτοι καὶ νὰ μᾶς τιμοῦν οἱ ἄλλοι. Δὲν πρέπει λοιπόν νὰ θέλουμε ἀρχηγίες.
Ποιά εἶναι ἡ ἀρχηγία στὴν ἀποτείχιση; Ἡ θυσία. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀρχηγός, ὁ ὁποῖος θὰ πάει μπροστὰ στὸ μαρτύριο… Δὲν εἶναι ἀρχηγοὶ αὐτοὶ ποὺ ἔχουνε πτυχία, γνώσεις, ἀξιώματα -Ἡγούμενοι, Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἢ ἀκόμα καὶ Ἐπίσκοποι, ἂν τοὺς φωτίσει ὁ Θεὸς κι ἔχουν ἀγαθὴ προαίρεση καὶ ἀποτειχιστοῦνε- δὲν θὰ εἶναι ἀρχηγοὶ στὸν ἀγώνα· δὲν ὑπάρχουν ἀρχηγοὶ στὴν Ὁμολογία, παρὰ μόνο αὐτοὶ ποὺ θυσιάζονται. Αὐτοὶ εἶναι οἱ πραγματικοὶ ἀρχηγοί. Ὅλα τὰ ἄλλα δὲν βοηθοὺν στὴν ἀποτείχιση. Νὰ θέλω ἐγὼ νὰ γίνεται ἡ γνώμη μου σεβαστή. Νὰ θέλω ἐγὼ νὰ εἶμαι στὸ προεδρεῖο τῆς Συνάξεως κ.λπ.

Γιατί λοιπόν, οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες δὲν τὰ βρῆκαν μὲ τοὺς σεβαστοὺς Πατέρες τὸν π. Θεόδωρο τὸ Ζήση, τὸν π. Νικόλαο τὸν Μανώλη καὶ τοὺς ἄλλους; Γιατί δὲν τὰ βρήκαμε. Ποῦ ὀφείλεται αὐτό, τὸ ὅτι δὲν τὰ βρήκαμε; Ἐνῶ θὰ ἔπρεπε -διὰ τῆς ἀποτειχίσεως- νὰ ἔχουμε ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία αὐτομάτως μεταξύ μας. Κι ἂν ὑπάρχουν κάποιες μικρότητες, λέει ὁ ἅγιος Θεόδωρος, θὰ τὰ λύσουμε μετὰ αὐτὰ τὰ πράγματα. Ὄχι τώρα. Δὲν εἶναι τοῦ παρόντος νὰ λύσουμε τὰ προβλήματα τὰ ὁποῖα ὑπάρχουν, παρὰ μόνο νὰ ταυτιστοῦμε στὴν Πίστη. Ἄρα, λοιπόν, δὲν ταυτιστήκαμε στὴν Πίστη γι’ αὐτό; Μήπως θέλαμε πρωτοκαθεδρίες ἐμεῖς, οἱ ἄλλοι; 

Ἔχουμε δικαίωμα νὰ μὴν ἔχουμε ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μεταξύ μας, ἐφ’ ὅσον εἴμαστε ἀποτειχισμένοι; Μᾶς ἔχει δώσει ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ Παράδοση τέτοιο δικαίωμα; Νὰ πῶ ναί, ἐγὼ ἀποτειχίζομαι, ἀλλὰ δὲν κοινωνῶ μὲ τοὺς ἀποτειχισμένους!
Εἶναι κάτι τὸ ὁποῖον εἶναι φοβερό! Καὶ εἶναι αἰτία σκανδάλου γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀγαθὴ προαίρεση καὶ περιμένουν νὰ δοῦν ἕνα καλὸ παράδειγμα ὁμολογίας ἀπὸ μᾶς. Ὄχι διασπάσεως, διχονίας καὶ ἐγωϊσμῶν. Δὲν ἔχουμε, λοιπόν, δικαίωμα, ἐφ’ ὅσον εἴμαστε ἀποτειχισμένοι, νὰ μὴν ἔχουμε ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μεταξύ μας. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ βρίσκουμε μετά.

Ἂν ἐμεῖς, ὅμως, θέσουμε πρῶτα αὐτὲς τὶς διαφορές μας: ἐγὼ λέγω ὅτι εἶναι δυνητικὸς ὁ Κανόνας· ὁ ἄλλος λέει ὅτι εἶναι ὑποχρεωτικός· ὁ ἄλλος λέει πρέπει νὰ ἐπανέλθουμε στὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο· ὁ ἄλλος λέει, ὄχι, δὲν εἶναι ἀναγκαῖο νὰ ἐπανέλθουμε στὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο, θὰ λυθεῖ κάποτε κι αὐτὸ τὸ πρόβλημα, ἂν λυθεῖ, κι ἂν δὲν λυθεῖ, δὲν πειράζει, ἂς μὴ λυθεῖ, δὲν εἶναι θέμα Πίστεως· κι ἔτσι ἔχουμε διαφωνίες καὶ δὲν ἔχουμε ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία.

Τί σημαίνει αὐτὸ τὸ πρᾶγμα; Ξέρετε τί σημαίνει; Ἀπουσία τῆς Χάριτος. Ἀπουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σημαίνει ὅτι ὁ Διάβολος μπῆκε καὶ σὲ μᾶς ἐδῶ καὶ μᾶς χορεύει. Τοὺς Οἰκουμενιστὲς τοὺς χορεύει μὲς στὴν αἵρεση· κι ἐμᾶς μέσα στὸν ἐγωϊσμό μας καὶ στὶς μικρότητές μας. Μᾶς χορεύει ὁ Διάβολος. Εἴτε σὲ πιάσει ἀπὸ τὸν λαιμό, εἴτε σὲ πιάσει ἀπὸ τὸ νυχάκι, πάντως ἀπὸ κάπου σὲ πιάνει ὁ πειρασμός. Σημαίνει, λοιπόν, ἀπουσία· «ὅτε καταβὰς τὰς γλῶσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος». Τότε, λέει, στὸν Πύργο τῆς Βαβὲλ ἐνήργησε ἔτσι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὥστε νὰ χωρίσει τὰ ἔθνη, καὶ τὶς γλῶσσες, καὶ τοὺς λαούς. «Ὅτε τοῦ πυρὸς τὰς γλῶσσας διένειμε εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε». Ὅπου ὑπάρχει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἔχουμε ἑνότητα. Δὲν μπορεῖ νὰ ἔχουμε διαφωνία καὶ νὰ εἴμαστε καὶ ἀποτειχισμένοι καὶ συγχρόνως νὰ ἔχουμε διαφωνία καὶ μικρότητες· καὶ νὰ λέμε, ἐγὼ θέλω νὰ εἶμαι πρῶτος καὶ νὰ μὲ ἀκολουθήσετε ἐσεῖς. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι κάτι δὲν πάει καλὰ μεταξύ μας. Καὶ στὰ ἔσχατα χρόνια, ἀδελφοί μου, πολλὰ πράγματα δὲν θὰ πᾶνε καλὰ μεταξύ μας. Καὶ πρέπει καὶ αὐτὸ νὰ τὸ περιμένουμε καὶ αὐτὸ εἶναι σημάδι τῶν ἐσχάτων καιρῶν. Βλέπετε, δὲν θὰ ἔχουμε κι ἐμεῖς ὁμοφωνία.

Ἀλλά, ποῦ θὰ βροῦμε τὴν ἑνότητα; Στὸ παράδειγμα τῶν Ἁγίων μας, τοῦ Χριστοῦ μας, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, στὴ θυσία, στὸ ὅτι θὰ σηκώσουμε τὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, καὶ στὸ ὅτι δὲν θὰ θέλουμε πρωτοκαθεδρίες. Δὲν θὰ θέλω ἐγὼ ἡ γνώμη μου νὰ γίνει σεβαστή, ἀλλὰ θὰ προσπαθοῦμε νὰ δοῦμε, τί λένε οἱ Ἅγιοι μας, ποῦ κάνανε Οἰκονομία ἐκεῖνοι, τί μποροῦμε νὰ κάνουμε; Κι ἐφ’ ὅσον εἴμαστε ἀποτειχισμενοι, νἄχουμε ὅλοι ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μεταξύ μας καί, εἰ δυνατόν, καὶ μὲ τοὺς Παλαιοημερολογίτες. Αὐτὸ προσπαθοῦμε νὰ ποῦμε· ὅτι τὸ Ἡμερολόγιο δὲν εἶναι θέμα Πίστεως. Δὲν πρέπει νὰ μᾶς χωρίζει τὸ Ἡμερολόγιο. Τί μᾶς χωρίζει μὲ τοὺς Παλαιοημερολογίτες; Οἱ Σύνοδοι ποὺ κάνανε. Τὰ σχίσματα αὐτὰ ποὺ ἔχουν κάνει μεταξύ τους. Αὐτὸ μᾶς χωρίζει. Γιατί; Ἀποκατέστησαν τὴν Ἐκκλησία, ὅπως τὸν καιρὸ τῆς εἰρήνης, ἐνῶ εἴμαστε ἐν καιρῷ διωγμοῦ. Διώκεται ἡ Πίστις κι ἐμεῖς εἴμαστε σὰν νὰ μὴν ἔχουμε κανένα πρόβλημα. Ἔχουμε ἀποκαταστήσει, ἔχουμε βάλει Ἐπισκόπους, Συνόδους κ.λπ., καὶ λειτουργεῖ ἡ Ἐκκλησία, ὅπως στὸν καιρὸ τῆς εἰρήνης. Ποτὲ δὲν γίνεται αὐτὸ τὸ πρᾶγμα.

Νὰ εἴμαστε, λοιπόν, ἑνωμένοι, καὶ μὲ τοὺς Παλαιοημερολογίτες, –ὅσοι θέλουνε, ἂς ἀκολουθοῦν τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο– καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ εἶναι μὲ τὸ νέο Ἡμερολόγιο καὶ ἀκολουθοῦν τὸ νέο Ἡμερολόγιο, ἐφ’ ὅσον δὲν εἶναι θέμα Πίστεως –καὶ συφωνοῦν καὶ οἱ Παλαιοημερολογίτες ὅτι δὲν εἶναι θέμα Πίστεως– ἂς ἀκολουθεῖ ὁ καθένας τὸ Ἡμερολόγιό του καὶ νὰ ἔχουμε ἑνότητα, ὥστε νὰ ἀντιμετωπίσουμε καὶ τὰ ἔσχατα χρόνια ποὺ ἔρχονται, τὸν Ἀντίχριστο κι ὅλα αὐτά, μὲ ἐπιτυχία καὶ νὰ μὴν προδώσουμε, νὰ μὴν σφραγιστοῦμε καὶ χάσουμε τὴ Χάρη τοῦ ἁγίου Βαπτίσματός μας, καὶ ἤδη ὁ κλοιὸς σφίγγει. Τί κάνουνε οἱ παμπόνηροι οἱ πολιτικοὶ καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ἡγέτες κι οἱ Μασῶννοι –ἡ Μασωνία ἔχει μπεῖ καὶ στὴν πολιτεία καὶ στὴν Ἐκκλησία– Τί κάνουνε; Σφίγγουν τὸν κλοιὸ συνεχῶς κι ἔχουν ἀφήσει μιὰ πορτούλα γιὰ νὰ μπαινοβγαίνουμε. Κι ἐμεῖς, ἐπειδὴ σφίγγει ὁ κλοιός, ἀλλ’ ἔχουν ἀφήσει τὴν πορτούλα, λέμε· ἐντάξει!

Εἴμαστε στὰ ἔσχατα χρόνια καὶ αὐτὲς οἱ σκέψεις ἦταν γιὰ νὰ βοηθήσουμε, νὰ κατανοήσουμε κι ἐμεῖς τὴν ἀνάγκη τῶν καιρῶν μας· μποροῦμε νὰ κάνουμε ὁποιαδήποτε Οἰκονομία, ἀφοῦ κάναν οἱ Πατέρες τόσες φοβερὲς Οἰκονομίες, γιὰ κάποιο σοβαρὸ λόγο καὶ γιὰ συγκεκριμένο χρονικὸ διάστημα, ἀλλὰ ὄχι συμβιβασμό. Δηλαδή, νὰ μὴ σηκώσω τὸ σταυρό μου, ἢ νὰ τὸν φορτώσω τὸ σταυρό μου ἀλλοῦ, ἢ νὰ θέλω πρωτοκαθεδρίες κ.λπ., ἐγὼ ἔχω πτυχία, ὁ ἄλλος ἔχει ἀξιώματα Ἡγουμένου (Ἁγιορεῖτες καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα), ἀλλὰ ἀρχηγὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ θυσιάζεται.
Αὐτὰ τὰ πράγματα ἅμα τὰ καταλάβουμε, καὶ στὰ ἔσχατα χρόνια ποὺ εἴμαστε τώρα θὰ σταθοῦμε ὁμολογιακά, καὶ στὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ θὰ σταθοῦμε πάλι σὰν γενναῖοι στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ, κι ἀναστημένοι, γιατὶ πλησιάζει ἡ Ἀνάσταση, ποὺ εὔχομαι νὰ γίνει σ’ ὅλους μας διὰ τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν.