ΑΠΟ
ΤΟ ΛΕΙΜΩΝΑΡΙΟ ΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΩΝ ΑΓΙΩΝ
ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ:
Ο Νικόλαος γεννήθηκε στην Μ. Ασία από ευσεβείς και ευγενείς γονείς και
ανατράφηκε από μικρός με τα νάματα της χριστιανικής πίστης. Όταν μεγάλωσε, οι
γονείς του τον κατέταξαν στο στρατό του βυζαντινού κράτους όπου και ήταν το
πρότυπο του ήρωα για τους συστρατιώτες του χάρις στα σπουδαία του ανδραγαθήματα.
Τα χρόνια εκείνα, η αυτοκρατορία βρισκόταν σε δεινή θέση γιατί κάθε χρόνο, από
Απρίλιο μέχρι Σεπτέμβριο, οι εμπειροπόλεμες αραβικές φυλές πραγματοποιούσαν
θαλάσσιες επιδρομές στο Αιγαίο Πέλαγος και κατέστρεφαν ακμάζουσες Ελληνικές
πόλεις των παραλίων και της ενδοχώρας. Τότε καταλήφτηκε η Κρήτη και η Σικελία,
έπεσε η Δημητριάδα (Βόλος), και η Θεσσαλονίκη. Χρησιμοποιώντας ως ορμητήριο τους
την Κρήτη, οι μουσουλμάνοι επιδρομείς, φανατισμένοι από την ιδεολογία τους περί
του ιερού πολέμου και συνήθως υπό την αρχηγία αρνησιθρήσκων ηγετών (ορκισμένων
εχθρών του Χριστού) έγιναν ο φόβος και ο τρόμος των Χριστιανών, οι οποίοι
κατέφευγαν στην ενδοχώρα, χωρίς καν τις περισσότερες φορές να προβάλλουν
αντίσταση.
Στο μεταξύ, όταν ο αυτοκράτορας Λέων Στ΄ο Σοφός, πληροφορήθηκε για
το χαρακτήρα του πιστού του αξιωματικού, τον κάλεσε στο παλάτι, τον προβίβασε
σε ταξίαρχο και του απένειμε το οφφίκιο1 του Δούκα και του στρατιωτικού
διοικητή επαρχίας (πιθανότατα κάπου στη Θεσσαλία). Έπειτα, ο αυτοκράτορας έστειλε
τον Νικόλαο με τη στρατιωτική μονάδα του (500 λογχοφόροι, 200 κονταράτοι και
300 τοξότες) για να ενισχύσει την άμυνα της Λάρισας, "προκαθεζομένης της
Θετταλίας πόλεως" και φημισμένης σ' όλο το "Ελλαδικό Θέμα".
Εκεί, σε συνεργασία με το λιγοστό τοπικό θεματικό στρατό, έκανε ό,τι μπόρεσε:
Επιδιόρθωσε τα τείχη, εμψύχωσε το χριστιανικό πληθυσμό και επί πλέον επιδόθηκε
στη φιλανθρωπία επιχειρώντας μια ήπια φορολογική πολιτική
("χορηγίες", "ελέη") υπέρ των ασθενεστέρων τάξεων.
Αυτό
το τελευταίο όμως ενόχλησε ιδιαίτερα τον τοπικό "Τουρμάρχη" και τους επιτελείς
του. Οι τουρμάρχες, αρχηγοί της "Τούρμας", (μόνιμου τοπικού στρατεύματος
εκάστου θέματος), συγκέντρωναν στον εαυτό τους στρατιωτική, πολιτική δικαστική
και φορολογική εξουσία, ιδίως εν καιρώ πολέμου. Ήταν παντοδύναμοι και ως εκ
τούτου συχνά διεφθαρμένοι. Το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν οι πρόσθετες
φορολογίες ("επήρειες, δουλείες, κακώσεις") και η απολαυστική ζωή.
Εδώ λοιπόν, στη Λάρισα, η παρουσία ενός φιλάνθρωπου βασιλικού Ταξίαρχου (ή
Δούκα, κατά το Συναξαριστή), μπήκε "καρφί στο μάτι" του Θεσσαλού
Τουρμάρχη. Η κακότητα και ο φθόνος οδήγησαν σε συνωμοσία: Ασυμφωνία στο
σχεδιασμό αμύνης, παρεμπόδιση των Σλάβων της τοπικής Σκλαβηνίας, προφανώς του
Βελεστίνου(;), να μετάσχουν στην αντίσταση, σχέδιο προδοσίας της πόλης (δια
προδοσίας έπεσε η Δημητριάδα ένα χρόνο πριν), τέλος υποκίνηση σε αποστασία των στρατιωτών
της Ταξιαρχίας. Ο Νικόλαος έμεινε μόνο με 12 εμπίστους και μερικές δραστήριες
γυναίκες που είχαν πρωτοστατήσει στη φιλανθρωπική κίνηση. Βλέποντας πως η
υπόθεση ήταν χαμένη, σε συνεννόηση με τον Μητροπολίτη Φίλιππο, έβγαλαν τον
άμαχο πληθυσμό από την πόλη (όσους βέβαια προτίμησαν την έντιμη φυγή από τη
μάταιη ελπίδα πως θα γλιτώσουν) και τον οδήγησαν στα κρησφύγετα και τα
ασκηταριά του όρους Τέρναβο, (Μελούνα). Τελικά, την άνοιξη του 902, ένα χρόνο
μετά τη σφαγή των Βολιωτών, οι πειρατικές ορδές, με επικεφαλής, προφανώς, τον αρνησίθρησκο
Δαμιανό, αποβιβάστηκαν στην παραλία και επιδόθηκαν στο καταστροφικό τους έργο.
Η Λάρισα πιθανότατα λεηλατήθηκε, όπως και η υπόλοιπη
ύπαιθρος.
Μπορούμε
να φανταστούμε το τι επακολούθησε: Παντού αλαλαγμοί (λα ιλάχα ιλαλάχ: ένας
είναι ο Αλλάχ), κραυγές, φωτιές, βιασμοί, αρπαγές ιερών και οσίων, σφαγές. Τους
γέροντες τους έσφαξαν, τους νέους και τις νεανίδες τους στοίβασαν στα καράβια
για τα σκλαβοπάζαρα της Αραπιάς, πολλούς τους ανάγκασαν να εξωμόσουν (αναλογικά
τέτοιο “έργο” των Σαρακηνών περιγράφεται από ιστορικούς της εποχής στις
περιπτώσεις των αλώσεων της Θεσσαλονίκης, του Άργους, κ. α.). Ας δούμε όμως τι
απέγινε ο Νικόλαος. Ο ευσεβής, ο πατριώτης, που τον θαύμασαν οι ασκητές για την
αρετή του, αφού εξασφάλισε τη σωτηρία πολυάριθμων αμάχων, ώρμησε ακάθεκτος με
τους λιγοστούς συντρόφους του στο πεδίο της μάχης. Όλοι τους, ως ατρόμητοι
χριστιανοί, ομολόγησαν Χριστό και σαν Διγενείς πολέμησαν μέχρις εσχάτων και
έπεσαν μέχρις ενός, μαζί τους και δυο γυναίκες. Μετά την επιστροφή των
διασωθέντων, ο Μητροπολίτης Φίλιππος φρόντισε την ανακομιδή των ιερών
σκηνωμάτων τους. Τιμώνται ως άγιοι και είναι οι: Αρμόδιος, Γρηγόριος, Ιωάννης,
Δημήτριος, Μιχαήλ, Ακίνδυνος, Θεόδωρος, Παγκράτιος, Χριστόφορος, Παντολέων,
Ευώδιος, Αιμιλιανός, Ειρήνη και Πελαγία. Μόνο ο Νικόλαος άντεξε και διέφυγε
τραυματισμένος σε άγνωστο τόπο. Οι Θεσσαλοί, έμαθαν τα γεγονότα και ο γεναίος
Ταξίαρχος Νικόλαος έγινε θρύλος. Μα τώρα πού τον έκρυβε η Θεία Χάρη; Οι
χριστιανοί τον ζητούσαν να τον τιμήσουν, οι πειρατές τον έψαχναν παντού. Ο Συναξαριστής
του Αγίου αναφέρει ότι ο Νικόλαος πήγε στους λόφους της περιοχής Βουναίνης2, όπου
μόναζαν και άλλοι ασκητές, και, μαθητεύοντας κοντά τους, παρουσίαζε μεγάλη
πρόοδο στην αρετή. Κάποιος όμως “Χρισιανός” φαίνεται πως τον πρόδωσε. Ο
Νικόλαος, βλέποντας τους εισβολείς, στήριξε τους συναθλητές του για να μη
δειλιάσουν. Όταν οι βάρβαροι συνέλαβαν τον Νικόλαο, προσπάθησαν να τον πείσουν
ν’ αρνηθεί την πίστη του με υποσχέσεις και κολακείες στην αρχή, με χτυπήματα
και μαστιγώσεις στη συνέχεια. Μάταια, όμως, γιατί ο Νικόλαος έμενε στέρεος στην
πίστη του. Τότε ο επικεφαλής των φονέων διέταξε να τον δέσουν σ’ ένα δέντρο
όπου τον κατατρύπησαν με τις λόγχες τους. Τέλος τον έσυραν μισοπεθαμένο και τον
αποκεφάλισαν την 9η Μαΐου.
Στο
«Μέγα Συναξαριστή» αναφέρονται ενδεικτικά ορισμένα θαύματα που έκανε ο Άγιος μετά το θάνατό
του3.
Η ΕΥΡΕΣΗ ΤΟΥ ΣΚΗΝΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ:
Έπειτα από περίπου πενήντα έτη, ο Θεός θέλει να φανερώσει τον Άγιό Του. Ο
Δούκας της Θεσσαλονίκης Ευφημιανός, ένας σκληρός και ανάλγητος άνθρωπος, χτυπήθηκε
από λέπρα. Εν όψει του επερχόμενου θανάτου του, κατέφυγε στον Άγιο Δημήτριο και
κατόπιν στο θαυματουργό λείψανο του Αγίου Αχιλείου, στη Λάρισα. Μετά από μια
θεία οπτασία, που υπέδειχνε κάποιον τόπο, κάποιο ιερό, κάποια πηγή, ο Δούκας
ξεκίνησε με μερικούς υπηρέτες για τη λύση του μυστηρίου και την εύρεση της
θεραπείας. Έφτασε στη Βούναινα.
Μαζί
με τον Επίσκοπο Βουναίνης, τους κληρικούς και μερικούς ακόμα έψαχναν για το
ζητούμενο. Ώσπου, είδαν ένα παλικάρι στην κουφάλα μιας αιωνόβιας βελανιδιάς.
Σφαγμένο, πληγωμένο με μια λόγχη, (τη δική του λόγχη) μπηγμένη στα πλευρά του.
Το σώμα του διατηρήθηκε άφθαρτο, γιατί έτσι θέλησε η Θεία Χάρη, το πρόσωπό του
χαμογελούσε. Οσμή ευωδίας πνευματικής αναπεμπόταν από το ιερό σκήνωμα. Τότε,
κάποιοι βοσκοί της περιοχής θυμήθηκαν πως, πριν χρόνια τους διηγούνταν οι
γονείς τους για έναν ευσεβή αξιωματικό που τον πρόδωσε κάποιος χριστιανός και
τον σκότωσαν οι βάρβαροι σ' ένα ρουμάνι. Έλεγαν ακόμα πως τον βασάνισαν σκληρά
για να προδώσει και να εξωμόσει, αλλά εκείνος δε λύγισε, ομολόγησε μάλιστα
άφοβα το Χριστό. Η μαρτυρική του ομολογία αντηχούσε σταθερή, μέχρι που σώπασε.
Κανένας δεν τον αναζήτησε, από τον φόβο των αιμοβόρων σφαγέων. Βρέθηκαν και
κάποια εμβλήματα, που δεν έλιωσαν από την πολυκαιρία, στάθηκαν όμως ικανά να
πιστοποιηθεί ότι αυτός ήταν ο Ταξίαρχος Νικόλαος, μάρτυρας πλέον της Εκκλησίας
και του Έθνους. Έπειτα, ο Ευφημιανός λούστηκε στη διπλανή πηγή και γιατρεύτηκε.
Έγινε και η Ταφή του ιερού σκηνώματος με τιμές, και πάνω στον Τάφο χτίστηκε
Ναός. Η φήμη του θαυμαστού γεγονότος διαδόθηκε σ' όλη τη Θεσσαλία, σ' όλη την Ελλάδα,
σ' όλο το Βασίλειο. Έκτοτε πολλοί Ναοί χτίστηκαν στη μνήμη του και πολλά
θαύματα έγιναν. Λείψανά του σώζονται στον τόπο του μαρτυρίου του και στο
διπλανό χωριό Βούναινα. Η αγία Κάρα του βρίσκεται στην Άνδρο. Η Εκκλησία μας τον γιορτάζει
στις 9 Μαΐου.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:
Ο ιστορικός μελετητής Α. Σοφιανός4 υποστήριξε ότι ο αρχηγός των Σαρακηνών (άρα
Αράβων και όχι Αβάρων, όπως αναγράφουν οι παλιοί συναξαριστές) αρνησίθρησκος Δαμιανός,
μετά την άλωση της Δημητριάδας, γύρω στο 900 μ.Χ. εισέβαλε και στο εσωτερικό
της Θεσσαλίας.
Έτσι
σύμφωνα και με ένα αγιολογικό κείμενο5 του 10ου αιώνα, ο Νικόλαος επικεφαλής
τότε μιας μικρής στρατιωτικής μονάδας στη Λάρισα αποσύρθηκε, προ του κινδύνου
με τις δυνάμεις του και τον αρχιεπίσκοπο Φίλιππο, στους πρόποδες του όρους
Τέρναβος (Μελούνα), όπου πίστευε ότι μπορούσε να οχυρωθεί καλύτερα. Εκεί τελικά
νικήθηκε αλλά κατόρθωσε να διαφύγει προσωρινά για να συλληφθεί αργότερα. Έτσι
μετά τη σύλληψή του και την άρνησή του να αλλαξοπιστήσει θανατώθηκε μαρτυρικά
στη Βούναινα. Αντίθετα, η ιστορικός Άννα Αβραμέα6 υποστηρίζει ότι η επιδρομή που
περιγράφει ο Συναξαριστής αφορά στους Βουλγάρους του Συμεών που έκαναν
επιδρομές στη Θεσσαλία στα τέλη του 9ου αιώνα και τις αρχές του 10ου.
Προσωπική
μου γνώμη είναι ότι η άποψη του Δ. Σοφιανού είναι η ορθή διότι οι Βούλγαροι
ήταν ήδη από την εποχή του τσάρου τους Βόριδος (Μιχαήλ) Χριστιανοί, ενώ
αντίθετα οι Σαρακηνοί επιδίωκαν πάντοτε το βίαιο εξισλαμισμό των αιχμαλώτων
τους.
1
Εδώ έχει τη σημασία του αξιώματος.
2
Μετά το 1371 το όνομα της Βουναίνης (ή Βουνένης) που ήταν και έδρα Επισκοπής
δεν αναφέρεται από καμιά πηγή.
3
«Μέγας Συναξαριστής», τόμος Ε΄, σ. 241-2.
4
Δ. Σοφιανός, Ο Άγιος Νικόλαος ο εν Βουναίνη, Αθήναι 1972.
5
Κώδικας αρ. 81, στην Ι. Μ. Μεταμόρφωσης του Σωτήρα Μετεώρων.
6
Α. Αβραμέα, ό.π., σελ.89-91 και 129.