Η Συνοδικότητα της Εκκλησίας δεν είναι έργο μόνο των Επισκόπων
Ἡ
Συνοδικότητα τῆς Ἐκκλησίας ‒ποὺ καταπατοῦν οἱ Οἰκουμενιστες‒
δὲν εἶναι ἔργο μόνο τῶν Ἐπισκόπων, ἀλλὰ εἶναι ἔργο Κλήρου καὶ Λαοῦ κατὰ τὸν π.
Κ. Στρατηγόπουλο.
Εἶναι γνωστὸ στοὺς σημερινοὺς πιστοὺς ποὺ εἴτε ἀγωνίζονται ἐμπράκτως κατὰ τοῦ Οἰικουμενισμοῦ, εἴτε ἀνησυχοῦν, ἀλλὰ βρίσκονται στὰ μετόπισθεν, ὅτι οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες Ὀρθόδοξοι δὲν περίμεναν νὰ καταδικαστεῖ κάποιος αἱρετικὸς ἢ κάποια αἵρεση καὶ μετὰ νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπ’ αὐτόν. Μόλις ἐγίνετο φανερὴ ἡ αἵρεση, οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοὶ ἀντιδροῦσαν ἀμέσως. Ἀπεμακρύνοντο ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς αἱρετίζοντες, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς φιλοαιρετικοὺς Ἐπισκόπους καὶ Πατριάρχες.
Αὐτὴ τὴν συμμετοχὴ τοῦ ὅλου
σώματος τῆς Ἐκκλησίας ἀποστρέφεται σήμερα ἡ ἡγετικὴ ὁμάδα ποὺ στελεχώνεται ἀπὸ
ἔμπιστους ὁμοϊδεάτες τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Ὅσοι ἐκφράζουν δημοκρατικὰ καὶ
ἐλεύθερα διαφορετικὴ θέση, χαρακτηρίζονται φανατικοὶ καὶ ταλιμπάν, ἀγνοεῖται ἡ
ἄποψή τους, ὡς μὴ ἀνταποκρινόμενη στὶς σύγχρονες κοινωνικοπολιτικὲς
καταστάσεις. Αὐτὸ ἔγινε φανερὸ ἰδιαιτέρως στὴν προετοιμασία καὶ σὴν
πραγματοποίηση τῆς «Ἁγίας καὶ Μεγάλης (ψευδο)Συνόδου
τῆς Κρήτης», ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν.
Κι ὅμως τὰ κριτήρια τῆς Ἐκκλησίας
δὲν εἶναι κοινωνικοπολιτικὰ∙ ἡ Ἐκκλησία ποτὲ δὲν ἀποφάνθηκε ἐρήμην τοῦ Λαοῦ
της, ἀπὸ ἕνα ἐξουσιοδοτημένο ἱερατεῖο, ποὺ τάχα ἔχει ἐξουσιοδοτηθεῖ νὰ τὴν
ἐκφράζει. Ἄρα καὶ ἐδῶ εἶναι φανερὴ ἡ ἀπόκλιση τῶν
Οἰκουμενιστῶν ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση.
Ἐν προκειμένῳ εἶναι ἀξιοσημείωτα,
ὅσα ὁ ἀείμνηστος π. Κωνσταντῖνος Στρατηγόπουλος (ἂν καὶ φίλα προσκείμενος πρὸς
τὸ Πατριαρχεῖο ὡς Κωνσταντινοπολίτης), ἔχει διατυπώσει σὲ ὁμιλία του, ποὺ
παραθέτω κατ’ ἀπομαγνητοφώνηση:
«Ἂν εἶναι (νὰ λύσω) βαθὺ θεολογικὸ θέμα, δὲν σημαίνει μαζεύω μιὰ τοπικὴ Σύνοδο καὶ ἀποφασίζω καὶ λέω: τὸ ἀποφασίσαμε. (Ἀντίθετα) θὰ μελετήσει (πρῶτα) ὁ λαός, θὰ μελετήσουν οἱ Πατέρες, οἱ γέροντες, οἱ μοναχοί, ὅλος ὁ λαός θὰ κάνει προσευχή, …θὰ καταθέσει τὴ γνώμη του, καὶ θὰ βγῆ μιὰ θεολογία, μιὰ πρόταση θεολογίας.
Ὅλα αὐτὰ θέλουνε ζύμωση.
Θέλουμε καμιὰ φορὰ νὰ δείξουμε ὅτι εἴμαστε μοντέρνοι κι ἀκολουθοῦμε τὸ συρμὸ τῶν πραγμάτων, βιαζόμαστε νὰ πάρουμε ἀποφάσεις γιὰ πολὺ μεγάλα πράγματα, ποὺ θέλουν θεολογία…
Χρειάζεται ἀγαπητικὴ προσμονὴ καὶ θεολογία γι’ αὐτὰ τὰ πράγματα. Ὅποτε ἡ Ἐκκλησία βιάζεται νὰ θεολογήσει πάνω στὰ πράγματα κάνει λάθος, καὶ εἶναι ἀποσπασματικὴ ἡ ἄποψή της, γιατὶ δὲν ἄφησε νὰ λειτουργήσει τὸ πνεῦμα τῆς καρδίας ὅλων καὶ νὰ γίνει ζύμωση…
Γιατὶ ὅλοι μας ἔχουμε λόγο γιὰ τὰ δρώμενα τῆς Ἐκκλησίας. Μπορεῖ νὰ μὴ παίρνουμε μέρος, ἐμφανῶς δηλαδὴ διὰ προσωπικῆς συμμετοχῆς, σὲ μιὰ Σύνοδο τοπικὴ ἢ εὐρύτερη, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία θὰ προσμένη τὴ ζύμωση ποὺ θὰ γίνει στὶς καρδιὲς τῶν λαῶν ἢ τῶν πνευματικῶν ἢ ὁποιονδήποτε ἀνθρώπων… Ἔχουν λόγο γιὰ τὰ πράγματα, ἀφοῦ εἶναι ὀρθόδοξοι, θὰ ἀκούσει τὴ φωνή τους, ἔτσι ἀποδῶ κι ἀποκεῖ, ὁ πρεσβύτερος, ὁ Ἐπίσκοπος, θὰ ἀκοῦνε φωνές, θὰ τὶς πᾶνε παρακάτω, καὶ πρέπει νὰ προσμένει τὶς φωνὲς αὐτές∙ κι ὄχι νὰ ποῦν, ἐμεῖς ἀποφασίζουμε καὶ τελειώσαμε.
Δὲν εἶναι ὀρθόδοξα μεγέθη αὐτά. Ἄλλο γιὰ τὰ διοικητικὰ καὶ ἄλλο γιὰ τὰ θεολογικά. Γιὰ τὰ θεολογικὰ χρειάζεται προσμονὴ καὶ βαθειὰ ἀκοὴ ἀπὸ ὅλο τὸ λαό. Ὁ λαὸς πρέπει νἄχει φωνὴ χωρὶς ἄλλα μεγέθη. Καὶ ἡ Ἐκκλησία γιὰ νὰ ἀκούσει τὴ φωνή του πρέπει νὰ περιμένει.